ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ
ΜΟΥΣΙΚΗ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Α' ΕΝΟΤΗΤΑ:
Το ταξίδι της μουσικής στον 20ο αι.
2ο ΜΑΘΗΜΑ:
Η μουσική πρωτοπορία στην Ελλάδα του 20ου αι.

 Αρχική σελίδα  Ηλεκτρονική τάξη  Τάξεις  Υλικό  Ενότητες  Μαθήματα



Τα περισσότερα στοιχεία γι αυτό το μάθημα προέρχονται ή βασίζονται στις ιστοσελίδες:

http://www.paidevo.gr/

http://melodisia.mmb.org.gr

http://el.wikipedia.org/

και google photos.

Εάν επιθυμείτε να διαβάσετε αυτά τα κείμενα αυτούσια, χωρίς καμιά παρέμβαση, προσθήκη η αλλαγή, τότε κάντε κλικ στις παραπάνω ιστοσελίδες!
-----------------------------------------------------------------------------------

Για αυτό το μάθημα υπάρχουν 5 εργασίες:

1η εργασία
Μονάδες = 1

2η εργασία
Μονάδες = 2

3η εργασία
Μονάδες = 3

4η εργασία
Μονάδες = 2

5η εργασία
Μονάδες = 4



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
επάνω

Επτανησιακή σχολή

Νικόλαος Χαλκιόπουλος-Μάντζαρος

Παύλος Καρρέρ

Σπύρος Ξύνδας

Σπυρίδων Σαμάρας

Άλλοι συνθέτες

Ελληνική Εθνική Σχολή

Διονύσιος Λαύραγκας

Γεώργιος Λαμπελέτ

Ναπολέων Λαμπελέτ

Μάριος Βάρβογλης

Αιμίλιος Ριάδης

Μανώλης Καλομοίρης

Δημήτριος Λεβίδης

Γεώργιος Σκλάβος

Θεόφραστος Σακελλαρίδης

Σύγχρονη Ελληνική μουσική σχολή

Δημήτριος Μητρόπουλος

Μενέλαος Παλλάντιος

Λώρης Μαργαρίτης

Αγαμέμνων Μουρτζόπουλος

Αντίοχος Ευαγγελάτος

Γιάννης Κωνσταντινίδης

Νικόλαος Αστρινίδης

Νίκος Σκαλκώτας

Άλλοι επίσης σημαντικοί:

Πέτρος Πετρίδης

Γεώργιος Πονηρίδης

Θεόδωρος Σπάθης

Ανδρέας Νεζερίτης

Θεόδωρος Καρυωτάκης

Σόλων Μιχαηλίδης

Μοντέρνα Ελληνική μουσική σχολή

Γιάννης Χρήστου

Θεόδωρος Αντωνίου

Μιχάλης Αδάμης

Γεώργιος Σισιλιάνος

Γιάννης Ιωαννίδης

Δημήτριος Δραγατάκης

Γιάννης Παπαϊωάννου

Άλλοι συνθέτες

Στοχαστική μουσική

Ιάννης Ξενάκης

ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ

επάνω


ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

επάνω


- Τα χαρακτηριστικά αυτής της σχολής μπορούν εντελώς επιγραμματικά να συνοψιστούν σε δύο προτάσεις:
      - Επηρεασμός από την Βενετσιάνικη κηδεμονία 1386 - 1797 (400 χρόνια)
      - Εξευρωπαϊσμός Ελληνικών θρησκευτικών μοτίβων

   Την εποχή της απελευθέρωσης απ’ τον τουρκικό ζυγό, η μουσική της Δυτικής Ευρώπης ήταν στη χώρα μας σχεδόν τελείως άγνωστη. Το μοναδικό είδος μουσικής που γνώριζαν οι Έλληνες μέχρι τότε, ήταν τα δημοτικά τραγούδια και οι χοροί, καθώς και η μεταβυζαντινή μουσική της Εκκλησίας. Τα είδη των δημοτικών τραγουδιών καλύπτουν τις πνευματικές και καθημερινές ανάγκες του λαού. Εξαίρεση αποτελούν μόνο τα Ιόνια Νησιά.
   Τα Επτάνησα βρίσκονταν υπό ενετική (1386-1797), γαλλική (1797-1814) και στη συνέχεια βρετανική (1814-1864) κυριαρχία, πριν από την ένωσή τους με την Ελλάδα. Μετά λοιπόν από τετρακόσια χρόνια ενετικής κατοχής, ήταν φυσικό, όχι μόνο να γνωρίσουν, αλλά και να δεχτούν την επίδραση του μουσικού πολιτισμού της Ιταλίας, να αναπτύξουν τη Λόγια Δυτική Μουσική πριν την Ελληνική Απελευθέρωση και να αποτελέσουν το λίκνο της μετέπειτα Λόγιας Δυτικής Μουσικής στην Ελλάδα. Αν και η πρώτη όπερα παρουσιάστηκε το 1733 στο Teatro San Giacomo στην Κέρκυρα, μόλις το 1771 έχουμε τις πρώτες εκτελέσεις που οδηγούν στην ανάπτυξη μιας μουσικής παράδοσης που επεκτείνεται σε Ζάκυνθο, Κεφαλονιά, Λευκάδα και, μετά από το 1830, στην ηπειρωτική Ελλάδα. Συνεπώς, θα πρέπει να θεωρείται σημείο εκκίνησης της λόγιας δυτικής μουσικής στην Ελλάδα το έτος 1771.
   Από τις αρχές του 19ου αιώνα άρχισαν να ιδρύονται Φιλαρμονικές Εταιρείες – αρχικά από Ιταλούς – στην Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά και την Κέρκυρα, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην μουσική εκπαίδευση των κατοίκων των Ιονίων νήσων, σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Επίσης, η επικοινωνία των Επτανήσων με την Ιταλία, η ανάπτυξη του εμπορίου, οι μελοδραματικοί θίασοι, που κάθε χρόνο έκαναν στα νησιά την επίσκεψή τους, συνετέλεσαν στο να αναπτυχθεί σε αυτά μια αξιόλογη μουσική κίνηση και να δημιουργηθεί μια πλούσια σχετική μουσική παράδοση, που ονομάστηκε επτανησιακή μουσική σχολή. Σε αυτήν ανήκουν όλοι οι πρώτοι επώνυμοι Έλληνες συνθέτες, με σημαντικότερο τον Κερκυραίο Νικόλαο Χαλκιόπουλο Μάντζαρο (1795-1872). Έργα του Μάντζαρου “συγγενικά” με τις όπερες, δόθηκαν στην Κέρκυρα και τη Λευκάδα, σε εορταστικές γιορτές το 1832 και 1833.Το 1829 συνθέτει τον Υμνον εις την Ελευθερίαν, σε ποίηση Δ. Σολωμού, ο οποίος καθιερώθηκε το 1865 ως Ελληνικός Εθνικός Υμνος.
   Ο μαθητής του Μάντζαρου Σπύρος Ξύνδας (1814-1896), είναι ο συνθέτης του πρώτου ελληνικού Μελοδράματος (Όπερας) με Ελληνικό Λιμπρέτο: ”Ο Υποψήφιος Βουλευτής” (1857). Ο Εδουάρδος Λαμπελέτ (1820-1903), ο Γεώργιος Λαμπίρης (1833-1889) και άλλοι, κατάγονται από την Κέρκυρα, ενώ ο Παύλος Καρρέρ (1829-1896), συνθέτης του Μελοδράματος ”Μάρκος Μπότσαρης” κατάγεται από τη Ζάκυνθο, (επίσης μαθητής του Μάντζαρου).
   Μερικά από τα εμπόδια που συναντούν οι Επτανήσιοι συνθέτες στην ηπειρωτική Ελλάδα καταγράφονται στα απομνημονεύματα του Καρρέρ: αδιαφορία των πολιτικών και κατά περιόδους ανοικτή εχθρότητα. Το 1861, για παράδειγμα, ο μελλοντικός Αρχιεπίσκοπος της Αθήνας προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να υπονομεύσει την πρεμιέρα της όπερας Μάρκος Μπότσαρης του Καρρέρ. Άλλοι μαθητές του Μάντζαρου ήταν οι: Αντώνιος Καπνίσης, Φραγκίσκος Δομενεγίνης, Σουζάνα Νεράντζη κ.ά.
   Τα έργα των Επτανήσιων συνθετών ήταν φυσικά, βαθειά επηρεασμένα απ’ την ιταλική μουσική, και κατά το ιταλικό πρότυπο, ήταν κατά κανόνα έργα μελοδραματικά. Ωστόσο, τόσο στα έργα του Καρρέρ, όσο και λίγο αργότερα, στα έργα του κερκυραίου Σπύρου Σαμάρα (1861-1917), ακούγονται για πρώτη φορά ”ελληνικότεροι” ήχοι. Ο Σαμάρας, (ο οποίος υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους Έλληνες συνθέτες και ο κορυφαίος συνθέτης της Επτανησιακής Σχολής, διακρίθηκε στο χώρο της όπερας), κατάκτησε με τα μελοδράματά του: ”Φλόρα Μιράμπιλις”, ”Μάρτυς”, ”Ρέα” κ.ά. θριαμβευτική επιτυχία στα ιταλικά λυρικά θέατρα, καθώς και διεθνή φήμη. Στα τελευταία του έργα χρησιμοποιεί συχνά σαν θέματα ελληνικές μελωδίες, δηλαδή αυτούσια ή παραλλαγμένα δημοτικά τραγούδια.
    Την ίδια (ιταλική) επίδραση βρίσκουμε και στη λαϊκή μουσική της Επτανήσου, την καντάδα και το λαϊκό της τραγούδι.
    Οι Επτανήσιοι συνθέτες κατηγορήθηκαν αργότερα δριμύτατα από εκπροσώπους της Εθνικής Σχολής, ότι, παρόλο που εμπνέονταν από την Επανάσταση του 1821 και άλλα εθνικά θέματα, δεν μπόρεσαν να δώσουν ελληνικό χαρακτήρα στη μουσική τους, παραμένοντας σε μια στείρα μίμηση της αντίστοιχης ιταλικής. Τα τελευταία χρόνια, έπειτα από διάφορες μουσικολογικές έρευνες (π.χ. Γ. Λεωτσάκου) που είχαν ως αποτέλεσμα την ανεύρεση πολλών χαμένων έργων Επτανησίων συνθετών, αρχίζει να επανεκτιμάται η εν πολλοίς αδικημένη Επτανησιακή Μουσική Σχολή.
   Αποδεικνύεται μάλιστα ότι η μουσική γλώσσα των Επτανησίων διαθέτει ένα ιδιαίτερο μεσογειακό χρώμα και ακόμη ότι Εθνική μουσική σχολή προϋπήρχε στα Επτάνησα ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η “Ανατολική Συμφωνιά” του Μάντζαρου, “Το Ξύπνημα του Κλέφτη” (έργο για πιάνο) του Ιωσήφ Λιβεράλη (1820-1899), η “Δέσπω” του Καρρέρ (όπερα) κ.ά, έργα που βρίθουν ελληνικότητας. Η άγνοια του έργου αυτών των προικισμένων συνθετών οδήγησε σε εντελώς λανθασμένα συμπεράσματα και επιπόλαιες κριτικές, που δίχασαν και διχάζουν την ελληνική μουσική, στερώντας της μία από τις ωραιότερες μουσικές σελίδες της, την επτανησιακή. Στο Νικόλαο Μάντζαρο χρεώθηκε συχνά ακαδημαϊσμός και ιταλισμός. Ωστόσο αποδεικνύεται πως οι επιρροές που είχε δεχθεί ξεπερνούσαν τα όρια της Ιταλιάς. Μουσικά του έργα μπορούν κάλλιστα να συγκριθούν με έργα Γάλλων και Αυστριακών κλασικών συνθετών.
   Έπειτα το κριτήριο της ελληνικότητας της μουσικής που έθετε η εθνική μουσική σχολή δεν ήταν ποτέ ξεκάθαρο ή μετρήσιμο και θεωρείται σήμερα αντικείμενο μουσικολογικής έρευνας.
   Μεγάλη υπήρξε η συμβολή της Επτανήσου και στον παιδαγωγικό τομέα. Στην Επτάνησο καλλιεργήθηκαν οι πρώτοι έλληνες επαγγελματίες μουσικοί. Πραγματικά φυτώρια μουσικής οι φιλαρμονικές της, τροφοδότησαν, από την εποχή του Όθωνα έως σήμερα, με μουσικούς – ιδιαίτερα των πνευστών οργάνων – τις στρατιωτικές μουσικές, τις φιλαρμονικές των Δήμων και τις διάφορες άλλες ορχήστρες της ηπειρωτικής Ελλάδας.
   Το 1839, η απαγόρευση από τις βρετανικές αρχές της συμμετοχής στρατιωτικών φιλαρμονικών στις ξένες θρησκευτικές τελετές οδήγησε στην ίδρυση της Φιλαρμονικής Εταιρείας της Κέρκυρας (1840) – το πρώτο ελληνικό ωδείο – που από την ίδρυσή της, δίδαξε πιάνο, αντίστιξη και σύνθεση ο Νικόλαος Μάντζαρος, ο οποίος εκλέχτηκε ισόβιος πρόεδρός της. Επίσης ξεχωριστή θέση για την παιδαγωγική της δράση, είχε και η Φιλαρμονική Εταιρεία ”Ο Μάντζαρος” (1890).
   Το 1893 κατασκευάζεται το Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας κατά τα πρότυπα της Σκάλας του Μιλάνου. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις όπερες των πρώτων επτανήσιων συνθετών είτε χάθηκαν, είτε διασκορπίστηκαν εξαιτίας βομβαρδισμών (στο Δημοτικό Θέατρο της Κέρκυρας, 1943), είτε των σεισμών στα Επτάνησα το 1953.

Η Επτανησιακή Σχολή αποτελεί ένα ιδιαίτερο φαινόμενο στο χώρο της Μεσογείου.

επάνω


επάνω

Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος (1795 - 1875).


mantzaros.jpg Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από πλούσια οικογένεια και ο πατέρας του Ιάκωβος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος ήταν έγκριτος νομικός, ενώ ο αδελφός του παππού του Γεώργιος ήταν ο τελευταίος Μεγάλος Πρωτοπαπάς και πρώτος ψηφισμένος αρχιεπίσκοπος Κερκύρας των νεώτερων χρόνων.
    Λόγω της ευγενικής και πλούσιας του καταγωγής, ο Μάντζαρος πήρε κληρονομικά και τον τίτλο του ιππότη. Σπούδασε μουσική στην Κέρκυρα με τους αδελφούς Στέφανο (πληκτροφόρο) και Ιερώνυμο (βιολί) Πογιάγου, τον καταγόμενο από την Ανκόνα Στέφανο Μορέττι (θεωρητικά) και τον πιθανότατα ναπολιτάνικης καταγωγής 'ιππότη' Μπαρμπάτι (θεωρητικά, σύνθεση). Το 1813, σε ηλικία μόλις 18 χρονών, παντρεύεται την μοναχοκόρη του δούκα Αντωνίου Ιουστινιάνη, Μαριάννα, και απέκτησαν μαζί τρεις κόρες και δύο γιούς.
   Στη γενέθλια πόλη του παρουσίασε και τα πρώτα του έργα ήδη από το 1815. Από το 1819 συνέχισε τις μουσικές ενασχολήσεις του στην Ιταλία (την οποία επισκεπτόταν κατά διαστήματα), όπου συνδέθηκε ιδιαίτερα με το περιβάλλον του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης και τον διευθυντή του Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι.
   Στην Κέρκυρα εγκαταστάθηκε οριστικά το 1826 με σκοπό να ασχοληθεί με την μουσική εκπαίδευση της πατρίδας του, παρά τις προσπάθειες του Τσινγκαρέλι να τον πείσει για να παραμείνει στην Νάπολη. Για να επιτύχει αυτό, έδινε δωρεάν μαθήματα θεωρίας και μουσικής και ίδρυσε την Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας το 1840 της οποίας έγινε και ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής. Χάρη σ' αυτές τις εκπαιδευτικές ενέργειες του Μάντζαρου, πολλοί Επτανήσιοι μορφώθηκαν μουσικά και δημιουργήθηκε η πρώτη γενιά Επτανήσιων συνθετών, μεταξύ αυτών και ο Σπυρίδων Ξύνδας , ο Παύλος Καρρέρ και ο Φραγκίσκος Δομενιγίνης . Γι' αυτό ο Μάντζαρος θεωρείται και ο θεμελιωτής της Επτανησιακής Σχολής.
   Στον χαρακτήρα ήταν ανεξίκακος, γενναιόδωρος, ευγενικός και μετριόφρων. Λόγω του έργου του και της κοινωνικής του θέσης, πολλοί Ιταλοί συνθέτες αλλά και Έλληνες ποιητές συνήθιζαν να παρευρίσκονται και να μιλάνε μαζί του, καθώς είχε και στενή σχέση φιλίας με τον Διονύσιο Σολωμό.
   O ίδιος βέβαια δεν θεωρούσε τον εαυτό του επαγγελματία μουσικό και αυτοχαρακτηριζόταν "ερασιτέχνης" (αυτός είναι και από τους λόγους που δεν δεχόταν χρήματα για τις υπηρεσίες του). Δυστυχώς, την 29η Μαρτίου του 1872 , ο Μάντζαρος έπεσε σε κώμα κατά τη διάρκεια μαθήματος και τελικά πέθανε στις 12 Απριλίου του ίδιου έτους.
   Έγραψε 24 εισαγωγές που αποκαλεί συμφωνίες, 3 λειτουργίες, έργα του “συγγενικά” με τις όπερες, δόθηκαν στην Κέρκυρα και τη Λευκάδα, σε εορταστικές γιορτές το 1832 και 1833. Σπουδαιότερο έργο του θεωρείται η μελοποίηση του Υμνου εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, της οποίας το 1865 η πρώτη στροφή της (1829) καθιερώθηκε ως ο Εθνικός ύμνος της Ελλάδας. Ο Μάντζαρος στην πραγματικότητα είχε δημιουργήσει 5 συνολικά μελοποιήσεις για τον Υμνο εις την Ελευθερίαν, η 1η το 1829 για τετράφωνη ανδρική χορωδία και πιάνο σε 24 μέρη, η 2η το 1837, η 3η το 1839-'40, η 4η το 1844 πιο αντιστικτική σε σχέση με τις τρεις πρώτες και η 5η το 1861 που μοιάζει κυρίως σε εμβατήριο και η 6η.
   Είναι ο συνθέτης της μονόπρακτης κωμικής όπερας Don Crepuscolo, που είναι η πρώτη σωζόμενη όπερα Έλληνα δημιουργού (1815). Έχει συνθέσει, επίσης, τα πρώτα γνωστά έργα σε ελληνική γλώσσα για φωνή και ορχήστρα, την 'Aria Greca' (1827), τη συλλογή τραγουδιών 16 Arie Greche (1830) που περιλαμβάνει μελοποιήσεις πολλών ποιημάτων του Σολωμού (Ξανθούλα, Φαρμακωμένη) αλλά και του Θουρίου του Ρήγα Φερραίου ,τον κύκλο 6 τραγουδιών σε στίχους του ποιητή Γεώργιου Κανδιανού Ρώμα με τίτλο Οι παλμοί της καρδιάς μου, μελοποιήσεις ιταλικών ποιημάτων αλλά και δικών του στίχων.
   Είναι επίσης συνθέτης των πρώτων γνωστών ελληνικών έργων για κουαρτέτο εγχόρδων (Partimenti, εργά του Ιταλού Fedele Fenaroli τα οποία ο Μάντζαρος επεξεργάστηκε, περίπου 1850), του πρώτου ελληνικού πιανιστικού ρεπερτορίου, του πρώτου ελληνικού έργου σε μορφή φούγκας, της πρώτης μνημονευόμενης ελληνικής συμφωνίας (χαμένη) αλλά και άλλων πολλών συμφωνιών, καθώς και ο συγγραφέας του πρώτου δοκιμίου μουσικής ανάλυσης (Rapporto, 1851) και των πρώτων μουσικοπαιδαγωγικών συγγραμμάτων στην Ελλάδα.
    Μαθητές του Μάντζαρου ήταν οι: Σπύρος Ξύνδας, Αντώνιος Καπνίσης, Φραγκίσκος Δομενεγίνης, Σουζάνα Νεράντζη κ.ά.

επάνω



επάνω

Παύλος Καρρέρ (1829 - 1896).

karrer.jpgΓεννήθηκε και απεβίωσε στη Ζάκυνθο. Μαθητής του Μάντζαρου. Σε αυτόν αποδίδεται η δημιουργία της γνήσιας Ελληνικής Όπερας. Συνθέτης του μελοδράματος "Μάρκος Μπότσαρης" του οποίου μια Άρια είναι το γνωστό ως δημοτικό τραγούδι Ο γέρο Δήμος. Άλλα έργα του είναι οι όπερες Κυρά Φροσύνη, Δέσπω κ.α.
   Μερικά από τα εμπόδια που συναντούν οι Επτανήσιοι συνθέτες στην ηπειρωτική Ελλάδα καταγράφονται στα απομνημονεύματα του Καρρέρ: αδιαφορία των πολιτικών και κατά περιόδους ανοικτή εχθρότητα. Το 1861, για παράδειγμα, ο μελλοντικός Αρχιεπίσκοπος της Αθήνας προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να υπονομεύσει την πρεμιέρα της όπερας "Μάρκος Μπότσαρης" του Καρρέρ.
    Καταγόταν από ιστορική οικογένεια της Ζακύνθου με ρίζες από την Κύπρο και τη Μάλτα. Ήταν γιος του Κωνσταντίνου Καρρέρ και της Πηγής Χαριάτη. Αδέλφια του: η Ιωάννα και ο Φρειδερίκος πολιτικός και λογοτέχνης. Σύζυγός του: η υψίφωνος Ισαβέλλα Ιατρά , πρωταγωνίστρια και ερμηνεύτρια των έργων του.
    Σπούδασε μουσική στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1850 εγκαταστάθηκε στο Μιλάνο, όπου παρουσίασε με μεγάλη επιτυχία από τη σκηνή των θεάτρων Carcano και Alla Canobbiana τα πρώτα του σκηνικά έργα (τρεις όπερες και δύο μπαλέτα). Στην ίδια πόλη συνέθεσε πολυάριθμα έργα μουσικής δωματίου.
   Το 1857 επαναπατρίστηκε και έκτοτε παρέμεινε στη Ζάκυνθο έως το τέλος της ζωής του, άρρηκτα συνδεδεμένος με την πολιτιστική ζωή του νησιού.
    Το 1858 μετέβη στην Αθήνα και εξετέλεσε ενώπιον του βασιλικού ζεύγους, Όθωνος και Αμαλίας, αποσπάσματα από την όπερά του Μάρκος Βότζαρης. Ωστόσο, η από σκηνής παράσταση του έργου, λόγω του αντιοθωμανικού του περιεχομένου, στάθηκε αδύνατη εκείνη την εποχή. Εν τέλει ο Μάρκος Βότζαρης πρωτοπαρουσιάστηκε στην Πάτρα το 1861 και στη συνέχεια γνώρισε αλλεπάλληλες σκηνικές διδασκαλίες στα ελληνικά θέατρα του 19ου αιώνα. Η τελευταία του, νεοκλασικιστικού ύφους, όπερα Μαραθών-Σαλαμίς ανέβηκε σε παγκόσμια πρώτη το 2003 από την Εθνική Λυρική Σκηνή.
   Κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας ο Καρρέρ επίσης εργάστηκε ως μουσικοδιδάσκαλος, διευθυντής ορχήστρας και συμβασιούχος ιμπρεσάριος.
    Ο Παύλος Καρρέρ υπήρξε ο δημοφιλέστερος Έλληνας μουσουργός του 19ου αιώνα. Στο συνθετικό του ύφος εντοπίζονται ιταλικές επιδράσεις, κυρίως από τον Βέρντι και το όψιμο belcanto. Ωστόσο, το μουσικό του ιδίωμα διακρίνεται για το ιδιαίτερο προσωπικό του στίγμα, καθώς και για την προσπάθειά του να προσδώσει εθνικό χρωματισμό στις δημιουργίες του. Ήταν ουσιαστικά ο πρώτος Έλληνας "εθνικός" μουσουργός, ο οποίος κατέθεσε μία ολοκληρωμένη συλλογή από φωνητικά έργα με εθνικά θέματα, ελληνόγλωσσα λιμπρέτα και στίχους και μελωδίες εμπνευσμένες από τη δημοτική παράδοση, αλλά και τη νεώτερη αστικολαϊκή δημιουργία της Ελλάδας. Απεβίωσε στη Ζάκυνθο στις 7 Ιουνίου 1896.   Έργα του οι Όπερες Dante e Bice (Δάντης και Βεατρίκη) - 1852, Isabella d'Aspeno (Ισαβέλλα του Άσπεν) - 1853-54, La Rediviva (Η Νεκραναστημένη) - 1855, Marco Bozzari (Μάρκος Βότζαρης) - 1858-1860, Fior di Maria (Μαριάνθη) - 1867, Frossini (Η Κυρα-Φροσύνη)- 1868, Maria Antonietta (Μαρία Αντουανέττα) - 1873, Δέσπω - 1875, Μαραθών-Σαλαμίς - 1886-1888, κλπ.

επάνω



επάνω

Σπύρος Ξύνδας (1814 - 1896).


Xyndas.jpgΓεννήθηκε στην Κέρκυρα και απεβίωσε τυφλός στην Αθήνα. Έλληνας συνθέτης και ερμηνευτής κιθάρας. Μαθητής του Μάντζαρου, συνθέτης της πρώτης όπερας με λιμπρέτο στα Ελληνικά: "Ο υποψήφιος βουλευτής" (1857).
   Ήταν ένας από τους δημιουργούς της Επτανησιακής Σχολής κλασικής μουσικής και είχε σημαντική συμβολή στη νεοελληνική κλασική μουσική και στη μουσική παιδεία. Υπήρξε μαθητής και αργότερα συνεργάτης του Νικόλαου Χαλκιόπουλου Μάντζαρου (1795 - 1872), του συνθέτη του Εθνικού Υμνου, ενώ σπούδασε και στη Νάπολη. Επιστρέφοντας στη Κέρκυρα, μαζί με τον Μάντζαρο ίδρυσε τη "Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας" στην οποια και δίδασκε θεωρητικά και εκκλησιαστική μουσική. Μαθητής του υπήρξε ο Σπύρος Σαμάρας και λέγεται πως ήταν και νόθος γιος του. Συχνά ο Ξύνδας περιόδευε στην Ελλάδα παίζοντας κιθάρα και το 1886 εγκαθίσταται στην Αθήνα, οπού εκεί και θα πεθάνει τυφλός και σε άθλια οικονομική κατάσταση .
   Ο Ξύνδας έγραψε πολλά έργα για κιθάρα, αλλά και τραγούδια, καντάδες, όπερες σε ιταλικά και ελληνικά λιμπρέτα κ.ά. και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη φωνητική μουσική. Η όπερά του Ο υποψήφιος Βουλευτής που γράφτηκε από Έλληνα συνθέτη σε ελληνικό (1867 στο θέατρο San Giacomo της Κέρκυρας), διανθισμένη με φολκλορικά στοιχεία από την επτανησιακή (και όχι μόνο)παράδοση, αλλά και γεμάτη με έντονη κοινωνική κριτική, είναι το πρώτο μελόδραμαλιμπρέτο, το κείμενο του οποίου είχε γράψει ο Ιωάννης Ρινόπουλος στο Θέατρο του Μπούκουρα.
   Η υπόθεση εκτυλίσσεται στο εξωαστικό περιβάλλον της . Στην Αθήνα παίχτηκε το 1888Κέρκυρας το 1857 και θίγει τα προβλήματα του αγροτικού πληθυσμού, καθώς και την ανεντιμότητα των πολιτικών. Πολλά από τα έργα του Ξύνδα πιστεύεται ότι χάθηκαν στο βομβαρδισμό της Κέρκυρας κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
   Άλλα έργα του είναι οι Όπερες Anna Winter (1855), Ο Κόμης Τζουλιάνο, (Il Conte Giuliano) (1857), Ο υποψήφιος Βουλευτης (1867), Ο νεόγαμπρος (1877), I due pretendenti (1878), Οι τρεις σωματοφύλακες (βλ. Anna Winter), Galatea (1895, ημιτελής).
Επίσης έγραψε πολλά τραγούδια δημοφιλέστερα των οποίων ήταν τα "Νάνι-νάνι", "το Φιλί", και "Το όνειρο".

επάνω




επάνω

Σπύρος Σαμαράς (1861 - 1917).


samaras.jpgΓεννήθηκε στην Κέρκυρα και απεβίωσε στην Αθήνα. Χαρακτηριστικό είναι η διεθνής φήμη του συνθέτη μέσω του οποίου η Ελληνική μουσική έγινε γνωστή στην Ευρώπη. Στα τελευταία του έργα χρησιμοποιεί συχνά σαν θέματα ελληνικές μελωδίες, δηλαδή αυτούσια ή παραλλαγμένα δημοτικά τραγούδια.
   Γιος του γεννημένου στη Βιέννη, αλλά με καταγωγή από τη Σιάτιστα, "γραμματέα υποπρόξενου" του Ελληνικού Βασιλικού Προξενείου, Σκαρλάτου Σαμάρα, και της γεννημένης στην Κωνσταντινούπολη Φαννής Ελάου. Πρώτος του δάσκαλος στη μουσική υπήρξε ο επίσης Κερκυραίος μουσουργός Σπυρίδων Ξύνδας , ο οποίος του συνέστησε να συνεχίσει στο Ωδείο Αθηνών, όπου και τελικά ενεγράφη το 1874, παρακολουθώντας συστηματικά μαθήματα από το επόμενο έτος. Δάσκαλοί του ήταν ο Φρειδερίκος Βολωνίνης (βιολί), ο Άγγελος Μασκερόνι και ο Ερρίκος Στανκαμπιάνο (θεωρητικά, ενορχήστρωση και πιάνο).
  Τον Δεκέμβριο του 1881 έφυγε για ανώτερες σπουδές στο Παρίσι. Σημαντικότερος καθηγητής του στο Κονσερβατουάρ του Παρισιού υπήρξε ο Λεό Ντελίμπ. Στο παρισινό Ωδείο εκτελέστηκαν μερικές συνθέσεις του, όπως η "Κιταράτα", η οποία απέσπασε τα συγχαρητήρια του Σαρλ Γκουνώ.
   Στη συνέχεια (γύρω στο 1885) μετακόμισε στην Ιταλία, όπου και ξεκίνησε συστηματικά τη συνθετική του καριέρα. Ωστόσο, διατηρούσε για πολλά χρόνια μόνιμη κατοικία στο Παρίσι. Στις 16 Μαϊου του 1886 ανέβηκε με επιτυχία στο θέατρο Καρκάνο του Μιλάνου η τρίπρακτη όπερα Φλόρα Μιράμπιλις, θριάμβευσε όμως με το ανέβασμα της στη Σκάλα του Μιλάνου το 1887, με πρωταγωνίστρια την Εμμα Καλβέ. Με επιτυχία στέφθηκε και η εκτέλεση της τετράπρακτης όπερας "Μετζέ" το Δεκέμβριο του 1888 στο θέατρο Kostanzi της Ρώμης παρουσία υψηλών προσώπων.
   Ο Σαμάρας ποτέ δεν αποξενώθηκε από την Ελλάδα, η φιλόμουση κοινότητα της οποίας παρακολουθούσε με θαυμασμό την ανοδική πορεία του μουσουργού. Έτσι το 1889 ανέβηκε στην Κέρκυρα και κατόπιν στην Αθήνα η "Φλόρα Μιράμπιλις" ως "Θαυμαστή Ανθώ".
   Την αποτυχία της όπερας "Λιονέλλα" στη Σκάλα του Μιλάνου το 1891, ήρθε να αποκαταστήσει ο θρίαμβος της όπερας "La Martire" (H Μάρτυς) που παρουσιάστηκε στη Νάπολη το Μάιο του 1894. Τοτε ακριβώς ο συνθέτης κατατάχθηκε από τους κριτικούς στη σχολή του βερισμού , της οποίας θεωρείται από τους πρωτεργάτες, πλάι στους Λεονκαβάλλο, Μασκάνι και Πουτσίνι.
    Ακολούθησαν και άλλες επιτυχημένες όπερες, όπως "Η Δαμασμένη Μαινάδα" (La Furia Damata) το 1895, βασισμένη στο έργο του Σαίξπηρ "Το Ημέρωμα της Στρίγγλας", "Storia d'Amore" 1903 (αργότερα ανεβάστηκε και στη Γερμανία με τον τίτλο La Biontinetta (Η Ξανθούλα) και "Mademoiselle de Belle-Isle", το 1905.
   Το 1895 ανατέθηκε από την Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή στον Σαμάρα η σύνθεση ενός Ολυμπιακού Υμνου με την ευκαιρία της πραγματοποίησης στην Αθήνα των Πρώτων Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (Απρίλιος 1896). Μετά την ανάθεση στον Σαμάρα η επιτροπή επέλεξε να μελοποιηθεί το ομότιτλο ποίημα του Κωστή Παλαμά. Ο ύμνος αυτός καθιερώθηκε ως επίσημος Ολυμπιακός Υμνος μόλις το 1958 στο Τόκυο, δηλαδή εξήντα δύο χρόνια μετά την παγκόσμια πρώτη του και σαράντα ένα χρόνια μετά τον θάνατο του συνθέτη του.
   Αποκορύφωμα της συνθετικής του καριέρας ήταν το ανέβασμα της τρίπρακτης όπερας "Rhea" (Ρέα) τον Απρίλιο του 1908 στο θέατρο "Verdi" της Φλωρεντίας. Τον Σαμάρα συγχαίρουν για τη μουσική του σημαντικοί Ιταλοί συνθέτες όπως ο Πουτσίνι και ο Μασκάνι, αναδεικνύοντάς τον ως ομότιμό τους. Κατόπιν το έργο ανεβάστηκε στο Βερολίνο, ενώ στην Αθήνα πρωτοπαίχτηκε το 1911.
  Το 1911 ο Σαμάρας εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Γιώργο Λεωτσάκο (Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό), ο επαναπατρισμός του ίσως συνδέεται με σκέψεις του βασιλιά Γεωργίου του Α΄ να τον κάνει διευθυντή του Ωδείου Αθηνών, κάτι που τελικά δεν τελεσφόρησε. Ένας ακόμη λόγος που τον ανάγκασε να παραμείνει στην Ελλάδα, παρόλο που οι συνθήκες καλλιτεχνικά ήταν αντίξοες, θεωρείται και γάμος του με την πιανίστα Άννα Αντωνοπούλου (1914). Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος φαίνεται ότι εγκλώβισε οριστικά το Σαμάρα στην Ελλάδα. Ο συνθέτης για να επιβιώσει αναγκάστηκε να στραφεί σε ελαφρότερο μελοδραματικό είδος, την οπερέτα, αλλά και να εμπλουτίσει το έντεχνο ελληνόφωνο τραγούδι.
    Απεβίωσε στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου / 7 Απριλίου 1917, σε ηλικία 56 ετών από τη νόσο του Bright (χρονία νεφρίτις).
   Έγραψε τις Όπερες Όλάς (δεκαετία 1880), Flora Mirabilis (Μιλάνο 1886), Medg (Ρώμη 1888), Lionella (Μιλάνο 1891), Μάρτυς (Μιλάνο 1894), La furia domata (Μιλάνο 1895), Ιστορία έρωτος (Μιλάνο 1903), Mademoiselle de Belle Isle (Γένοβα 1905), H Ξανθούλα (Γερμανία 1906), Ρέα (Φλωρεντία 1908), Η τίγρις (ημιτελής).
   Επίσης έγραψε τις Οπερέτες Πόλεμος εν πολέμω (Αθήνα 1914), Πριγκίπισα της Σάσωνος (Αθήνα 1915), Κρητικοπούλα (Αθήνα 1916)
   Άλλες συνθέσεις του είναι: Σερενάτα για πιάνο, αφιερωμένη στη Βασίλισσα Όλγα (1876 ή 77), Μελαγχολικαί σκέψεις επί τω θανάτω του λοχαγού Βούρβαχη (1877 ή 1878), Βαλς η Νεότης (1879), (Simfonia) (1879), Εισαγωγή για ορχήστρα Σονάτα για βιολί και πιάνο (1880), Ave Maria, για τενόρο και πιάνο (1880), Chitarrata (έργο για μαντολίνα, κιθάρες φλάουτα, όμποε, βιολοντσέλα κοντραμπάσα & κρουστά (1885), Ανατολικές σκηνές για πιάνο (1883),  Ολυμπιακός Υμνος (σε ποίηση Κ. Παλαμά) (1896), Γαλλική Σερενάτα (για πιάνο) (1903), Χαιρετισμός στη μητέρα Ελλάδα (σε ποίηση Αρ. Βαλαωρίτη , για χορωδία) (1914), Επινίκια (σε ποιήση Γ. Δροσίνη ) (1914), Σερενάδα (τραγούδι σε ποίηση αγνώστου), Στα σύνορα (εμβατήριο σε ποίηση Ι. Πολέμη ), Της κοπέλλας το νερό (τραγούδι σε ποίηση Γ. Δροσίνη ), Νανούρισμα (τραγούδι σε ποίηση Γ. Τσοκόπουλου ), Ο όρκος μου (τραγούδι σε ποίηση Ι. Πολέμη ), Σ' αγαπώ (τραγούδι σε ποίηση Ι. Καμπούρογλου ), Εξομολόγησις (τραγούδι σε ποίηση Ι. Πολέμη ), Μάννα και γυιος (τραγούδι σε ποίηση Γ. Δροσίνη ), Για την ένδοξη πατρίδα (εμβατήριο), Ειδύλλιον (τραγούδι σε ποίηση Ι. Πολέμη ), Εμπρός (στρατιωτικό θούριο σε ποίηση Ζ. Παπαντωνίου ), Εμβατήριον των Αγώνων (σε ποίηση Κ. Μάνου ), Οι Νικηταί (εμβατήριο σε ποίηση Ι. Πολέμη )

επάνω



επάνω

    Άλλοι επτανήσιοι συνθέτες ήταν οι: Αντώνιος Λιβεράλης (1814-1842), Δομένικος Παδοβάνης (1817-1892), Νικόλαος Τζανής – Μεταξάς (1825-1907), Ιωσήφ Καίσαρης (1845-1923), Σπυρίδων Καίσαρης (1857-1946), Διονύσιος Ροδοθεάτος (1849-1892), Σπυρίδων Σπάθης (1852-1941), Λαυρέντιος Καμηλιέρης (1874-1956), κ.ά.

επάνω



επάνω

ΕΘΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

    Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι Έλληνες συνθέτες, συνειδητά και με συνέπεια θέτουν το ζήτημα της δημιουργίας εθνικής μουσικής. Η επιθυμία δηλαδή για μια μουσική γλώσσα με εθνικό χαρακτήρα, υπήρξε ουσιαστικά και ο λόγος που οδήγησε στη δημιουργία της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής.
   Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα κύριοι φορείς της μουσικής εξέλιξης στην Ευρώπη ήταν η Ιταλία, η Γαλλία, η Αγγλία και οι γερμανόφωνες χώρες. Το ξύπνημα της εθνικής συνείδησης και η ανάδειξη της ελευθερίας ως υπέρτατου ιδανικού από τη Γαλλική Επανάσταση και στη συνέχεια το πνευματικό κίνημα του ρομαντισμού, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις γένεσης εθνικών μουσικών σχολών στην Ευρώπη, όπως η ρώσικη [με τον Γκλίνκα και την περίφημη ομάδα των “πέντε”], η τσέχικη [Σμέτανα και Ντβόρζακ], η ισπανική [Αλμπένιζ], η νορβηγική [Γκριγκ], η φιλανδική [Σιμπέλιους], και άλλες, θ’ αποτελέσουν παραδείγματα προς μίμηση για τους Έλληνες συνθέτες .
   Άλλοι παράγοντες, που συνέβαλαν ή επηρέασαν το έργο τους, πέρα από τις διάφορες εθνικές μουσικές σχολές της Ευρώπης, ήταν το πνευματικό έργο της εποχής και κυρίως η ποίηση (Κωστής Παλαμάς, Άγγελος Σικελιανός κ.ά.), τα περιοδικά της εποχής (”Νουμάς”), το θέατρο (Βασιλικό, Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου). Αλλά και οι επτανήσιοι μουσικοί, οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν και στην Αθήνα για τη διάδοση της ευρωπαϊκής μουσικής με την ίδρυση διάφορων μουσικών σωματείων ή ιδιωτικών σχολών συνέβαλαν σημαντικά. Ενώ η συστηματοποίηση της μουσικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αρχίζει με την ίδρυση του Ωδείου Αθηνών το 1871.
   Η νεοελληνική όμως μουσική σχολή, στα πρώτα της βήματα, δεν είχε να στηριχθεί σε μια δική της έντεχνη παράδοση. Η μόνη μουσική πραγματικότητα, που θα χρησιμεύσει ως βάση στο έργο των συνθετών της, είναι το δημοτικό τραγούδι και η βυζαντινή μελωδία, με τους ιδιότυπους τρόπους (κλίμακες) και τη μεγάλη ρυθμική ποικιλία ( χρήση μέτρων 5/8, 7/8), αυτά είναι τα στοιχεία, που θα σμιλευτούν με τη δυτικοευρωπαϊκή  τεχνική σύνθεσης. Αυτό βέβαια ενείχε συγκεκριμένο περιορισμό για τους Έλληνες δημιουργούς, που ήταν η μονοφωνία αυτών των δύο ελληνικών πηγών.
   Έτσι στις αρχές του 20ου αιώνα, δίπλα στις άλλες μουσικές σχολές, θα προστεθεί και η ελληνική, με κοινά βασικά χαρακτηριστικά όπως: 1) τη χρησιμοποίηση λαϊκών τραγουδιών και μοτίβων που συνήθως δεν στηρίζονται στην ευρωπαϊκή μείζονα και ελάσσονα κλίμακα, 2) τη μεγάλη ρυθμική ποικιλία και τη συχνή χρήση καινούργιων μέτρων (5/8, 7/8 κ.ά.) και 3) την ιδιότυπη αρμονική γλώσσα, απόρροια των νέων κλιμάκων (τρόπων).
   Οι πρώτοι συνθέτες που με το έργο τους θεμελιώνουν τη νεοελληνική Εθνική μουσική σχολή, γύρω στην πρώτη με δεύτερη δεκαετία του 1900, είναι οι: Διονύσιος Λαυράγκας, Γεώργιος Λαμπελέτ, Μανώλης Καλομοίρης, Μάριος Βάρβογλης και Αιμίλιος Ριάδης. Οι Έλληνες δημιουργοί στην προσπάθειά τους να συμβάλλουν αποφασιστικά στην ανάπτυξη της μουσικής στην Ελλάδα, πέρα από το έργο τους στη σύνθεση, επεκτείνουν τη δράση τους στη μουσική εκπαίδευση, τη συλλογή, μελέτη και εναρμόνιση δημοτικών τραγουδιών, τη δημιουργία μελοδραματικής κίνησης, την αρθρογραφία σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής και γενικά στην με κάθε τρόπο προβολή και στήριξη της ελληνικής μουσικής ιδέας.

επάνω



επάνω

Διονύσιος Λαύραγκας (1864 - 1941).


layragkas.jpg     Γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά. Αγωνιστής για την ανάπτυξη της μουσικής στην Ελλάδα. Χάρη σ’ αυτόν αναπτύχθηκε η Συμφωνική μουσική στην Ελλάδα. Πολυγραφότατος συνθέτης. Έγραψε 2 Ελληνικές σουίτες, 1 Ελληνική εισαγωγή, τις όπερες Διδώ, 2 αδέλφια, Μάγισσα, 1 λειτουργία, τραγούδια, Θεωρητικά έργα, κ.α.
    Άλλα στοιχεία: Πρωτεργάτης της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής, αφήνει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον τομέα του ελληνικού μελοδράματος. [Ο όρος Μελόδραμα χρησιμοποιήθηκε στον ελληνικό χώρο σαν ταυτόσημος με τον όρο Όπερα]. Ίδρυσε μαζί με το Λουδοβίκο Σπινέλη το “Ελληνικό Μελόδραμα”, με την πρώτη παράσταση να ανεβαίνει το 1900. Ακολούθησε σειρά περιοδειών σ΄ όλη την Ελλάδα με ξένα και ελληνικά έργα.
    Στη συμφωνική μουσική, ο Λαυράγκας  συνέθεσε επίσης το πρώτο συμφωνικό έργο της Ελληνικής Εθνικής Σχολής, την “Πρώτη Σουίτα”, βασισμένη σε ελληνικά δημοτικά μουσικά θέματα, που εκτελέστηκε στις 8-3-1904, στο Ωδείο Αθηνών. Η λέξη “Πρώτη” στον τίτλο δεν είναι τυχαία, επιχειρεί να  σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας πρωτοπορίας, μιας νέας εποχής.
    Το δε άλλο γνωστό του έργο, “Τα δυο αδέλφια” παίρνει τον τίτλο του πρώτου μελοδραματικού έργου ελληνικής δημιουργίας με μοτίβα από το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, χρήση των μέτρων 5/8, 7/8 και ελληνική θεματολογία. Ανέβηκε στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών το 1900.
    Επίσης, ευτύχησε να δει ολοκληρωμένο το όνειρο της ζωής του, την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1939). Εμφανείς οι ιταλικές επιδράσεις όμως σε μεγαλύτερο βαθμό από τον Δ. Λαύραγκα (προβολή του μελωδικού στοιχείου, έλλειψη στιβαρής  συμφωνικής πλοκής), κάτι που εξηγείται από την επτανησιακή του καταγωγή.


επάνω



επάνω

Γεώργιος Λαμπελέτ (1875 - 1945).


Lampelet.jpg     Γεννήθηκε στην Κέρκυρα και απεβίωσε στην Αθήνα. Επιχείρησε να εισαγάγει την τετραφωνία στην Ελληνική εκκλησία. Συνέβαλε στην ίδρυση της Φιλαρμονικής Αθηνών. Υποστήριξε το Ελληνικό Δημοτικό τραγούδι θεωρώντας ότι είναι η μόνη διέξοδος της Ελληνικής μουσικής. Τέλος ήταν γόνος οικογενείας με μεγάλη παράδοση στη μουσική.
    Έγραψε Συμφωνικά όπως η Ποιμενική Φούγκα, τραγούδια, Παιδικά τραγούδια, κ.α.
Άλλα στοιχεία: Παρακινεί με τη μελέτη του “H Εθνική Μουσική” τους Έλληνες μουσουργούς να εμπνευστούν από το δημοτικό τραγούδι γιατί όπως δηλώνει η δημοτική μούσα στη ποίηση και στη μουσική μας, παρουσιάζει ολόκληρη τη σύγχρονη ελληνική ψυχή.
    Παράλληλα τους ωθεί να καλλιεργήσουν την ελληνική μελωδία εφαρμόζοντας τεχνικές ευρωπαϊκού τύπου όπως η πολυφωνία και η τεχνική ανάπτυξής της με βάση την αντίστιξη και τη φούγκα. Πιστεύει ότι έτσι η μουσική που θα δημιουργηθεί θα είναι η αληθινή εθνική μουσική του μέλλοντος. Το έργο του, όχι ογκώδες σε ποσότητα, χαρακτηρίζεται από τη χρήση δημοτικοφανών μελωδιών με απλή αρμονική επένδυση.
   Μεγάλη όμως υπήρξε η θεωρητική εργασία που μας άφησε με μελέτες όπως: “Ο  εθνικισμός στην τέχνη και η ελληνική δημώδης μουσική” (θεωρητικό σύγγραμμα στο περιοδικό ”Επιφυλλίδες”, Ιούνιος 1928), “Η Νεοελληνική μουσική και η θεωρητική και αισθητική υπόστασή της” (1942), “Η Ελληνική δημώδης μουσική” (1933) κ.ά.
    Εμφανείς οι ιταλικές επιδράσεις όμως σε μικρότερο βαθμό από τον Δ. Λαύραγκα (προβολή του μελωδικού στοιχείου, έλλειψη στιβαρής συμφωνικής πλοκής), κάτι που εξηγείται από την επτανησιακή του καταγωγή.

επάνω



επάνω

Ναπολέων Λαμπελέτ (1864 - 1932)


LabeletNapoleon.jpg     Ανάλογος του Λαύραγκα.  Από αξιόλογη μουσική οικογένεια της Κέρκυρας, ο Ναπολέων Λαμπελέτ σπούδασε στο Ωδείο της Νάπολης στην Ιταλία και στη συνέχεια διορίστηκε καθηγητής στο Ωδείο Αθηνών, απ’ όπου όμως παραιτήθηκε γρήγορα.
    Το 1895 έφυγε από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου έκανε λαμπρή καριέρα ως μαέστρος και συνθέτης. Διετέλεσε μαέστρος της μεικτής χορωδίας στην Αγία Σοφία του Λονδίνου.
    Ο Ναπολέων Λαμπελέτ συνέθεσε όπερες, οπερέτες, έργα για πιάνο καθώς και σκηνική μουσική. Έγραψε έντεχνα τραγούδια σε ποίηση γνωστών Ελλήνων ποιητών.







επάνω



επάνω

Μάριος Βάρβογλης (1887 - 1967).

Barboglis.jpg
    Χρησιμοποίησε ελληνικούς Τρόπους. Προχωρά παραπέρα από τον ρομαντισμό. Έργα του είναι Όπερες όπως Το απόγευμα της αγάπης. Συμφωνικά ποιήματα όπως Το πανηγύρι. Σκηνική μουσική όπως τα Αγαμέμνων, Μήδεια, Πέρσες. Ποιμενική σουίτα, Πρελούδιο χορικό και φούγκα με θέμα το όνομα Bach για ορχήστρα εγχόρδων, το “Ελληνικό καπρίτσιο για  βιολοντσέλο και ορχήστρα” (1914), “Πρελούντιο και φούγκα πάνω σε βυζαντινό θέμα για εκκλησιαστικό όργανο” (1953) “Να ζει το Μεσολόγγι”  (μουσικής σκηνής ).
    Άλλα στοιχεία: Σύγχρονος του Καλομοίρη και συνδημιουργός της Εθνικής Μουσικής Σχολής. Οι δύο συνθέτες συναντώνται για πρώτη φορά στο περιοδικό ”Νουμάς”, που την εποχή εκείνη είχε ενώσει όλους τους πρωτοπόρους εργάτες του πνεύματος: ποιητές, λογοτέχνες, μουσικούς.
    Επηρεασμένος κυρίως από τη Γαλλική μουσική, λόγω σπουδών, το έργο του χαρακτηρίζουν η κομψότητα, το μέτρο και η απλότητα.

επάνω



επάνω

Εμίλιος Ριάδης (1886 - 1935).

Riadis.jpg     Γεννήθηκε και απεβίωσε στην Θεσσαλονίκη. Δάσκαλοί του υπήρξαν οι Ραβέλ, Ντεμπυσσυ, ενώ μέσω του Λάλα γνώρισε την τέχνη του Βάγκνερ. Καθηγητής στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης.
    Έγραψε, Χορωδιακά: Χριστός Ανέστη, Εγκώμια, Μικρή Δοξολογία, Θεία λειτουργία του Ι. Χρυσοστόμου, κ.α. Σκηνική μουσική όπως η Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ. Έργα για πιάνο και μουσική δωματίου, “Δυο ρωμαίικοι χοροί” (για  πιάνο), “Ιερά Λειτουργία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου” (για ανδρική και παιδική χορωδία ), “Τα Εγκώμια” (από την Ακολουθία της Μ. Παρασκευής, για μεικτή χορωδία) κ.ά.
    Άλλα στοιχεία: μελέτησε πιάνο και θεωρητικά με το Δημήτρη Λάλλα, μαθητή και φίλο του Βάγκνερ και αργότερα σπούδασε στη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου. Στο Παρίσι τελειοποίησε τις σπουδές του και γνωρίστηκε με άλλους εκπροσώπους της νεότερης γαλλικής σχολής, όπως τους Ραβέλ, Σαρπαντιέ και Ντεμπισσί.
     Η γνωριμία του αυτή είχε ως αποτέλεσμα την επίδραση της γαλλικής  σχολής στη διαμόρφωση του συμφωνικού ύφους του συνθέτη. Η μελωδική γραμμή των τραγουδιών του με συνοδεία πιάνου, είδος που καλλιέργησε ιδιαίτερα, χαρακτηρίστηκε “κράμα ανατολίτικης ηδυπάθειας και δυτικού μέτρου”.


επάνω



επάνω

Μανώλης Καλομοίρης (1883 - 1962).

Kalomoiris.jpg     Γεννήθηκε στη Σμύρνη και απεβίωσε στην Αθήνα. Συνδύασε τις πολύτιμες σπουδές του στην Ευρώπη με το Δημοτικό τραγούδι.
    Τα έργα του βασίζονται κατά κανόνα σε δημοτικά τραγούδια και σε Βυζαντινά μέλη. Από τα γνωστότερα έργα του είναι τα μελοδράματα: Το δαχτυλίδι της μάνας, Ο πρωτομάστορας, Ανατολή, κλπ. Ορχηστικά: 3 Ελληνική χοροί, Συμφωνία των ανίδεων και των καλών ανθρώπων, 3η συμφωνία σε ρε ελάσσονα (Παλαμική), Κονσέρτο για πιάνο, κλπ. Φωνή και ορχήστρα: Ίαμβοι και ανάπαιστοι, Τα λυρικά του Σικελιανού, Ελεύθεροι πολιορκημένοι, Μηνάς ο Ρέμπελος, Ο πραματευτής, κλπ. Μουσική δωματίου, Κουιντέτο με τραγούδι, Τρίο, Κουαρτέτο σαν φαντασία, Σονάτα για πιάνο και βιολί, έργα για πιάνο: Νυχτιάτικο, Πρελούδιο & φούγκα, εύκολα μικρά κομμάτια. “Ρωμαίικη Σουίτα” (1907), “Τρεις ελληνικοί χοροί” ( έργο για ορχήστρα, 1934), “Η Συμφωνία της Λεβεντιάς” , στο τέταρτο μέρος της οποίας ενσωματώνεται ο γνωστός βυζαντινός ύμνος “Τη Υπερμάχω”, τραγουδημένος από μεικτή χορωδία ( 1920), “Κωνσταντίνος Παλαιολόγος” (μουσική τραγωδία σε 3 πράξεις,1961), Θεωρητικά, κ.α. Τέλος υπήρξε ιδρυτής του Εθνικού και του Ελληνικού Ωδείου.
    Άλλα στοιχεία: Ο “γενάρχης” της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής Μανώλης Καλομοίρης, από μικρός δέχτηκε τη γόνιμη επίδραση του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού μέσα στο οικογενειακό του περιβάλλον. Γεννημένος στη Σμύρνη και με σπουδές στη Βιέννη είναι εκείνος που ονειρεύτηκε να δημιουργήσει μια αληθινά εθνική μουσική βασισμένη από τη μία στα δημοτικά μας τραγούδια και από την άλλη στολισμένη με τα τεχνικά μέσα των λαών της Ευρώπης και κυρίως των Γερμανών, Γάλλων, Ρώσων και Νορβηγών.
    Η πλούσια συνθετική δημιουργία του, είναι έντονα επηρεασμένη από τους θρύλους, την ποίηση και τον έντεχνο νεοελληνικό λόγο (Καζαντζάκης, Σικελιανός, Παλαμάς, Χατζόπουλος).
    Οι εθνικοί συνθέτες έδειξαν προτίμηση στις μουσικές μορφές με ποιητικό ή άλλο προγραμματικό περιεχόμενο.
   Το 1911 ο Καλομοίρης αναλαμβάνει χρέη καθηγητή στο Ωδείο Αθηνών. Το 1919 ιδρύει και διευθύνει το Ελληνικό Ωδείο, έως το 1926. Το 1926 ιδρύει και διευθύνει το Εθνικό Ωδείο έως το 1948.
    Ο Καλομοίρης προετοίμασε το έδαφος για τα ιδιωτικά ωδεία (που επίσημα είναι αναγνωρισμένα ως σχολές μέσης εκπαίδευσης). Από το 1966 και εφεξής αυτά αυξάνονται, ξεπερνώντας σήμερα τα 500 σε όλη την Ελλάδα. Κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 ιδρύονται Τμήματα Μουσικών Σπουδών στα πανεπιστήμια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κέρκυρας, ωστόσο τα σχέδια για τη δημιουργία μιας κρατικής μουσικής ανώτατης ακαδημίας μένουν ανολοκλήρωτα. Ήδη από τη δεκαετία του 1920 ο Καλομοίρης, που προωθούσε τη μουσική του και αυτή των ομοϊδεατών του, συμφιλιώνεται με το Ωδείο Αθηνών. Εκτός από το πλούσιο συνθετικό του έργο, ο Καλομοίρης έγραψε και μουσικές μελέτες, καθώς και μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία.

επάνω



επάνω

Δημήτριος Λεβίδης (1886 - 1951).

levidis.jpg     Γεννήθηκε και απεβίωσε στην Αθήνα. Υπήρξε μαθητής του Ρίχαρντ Στράους. Έζησε 20 χρόνια στο Παρίσι.
    Έργα του αναφέρουμε το Ποέμ συμφώνικ με μουσικά κύματα Μαρτενώτ. Για Ορχήστρα: Variation, Impromptu (για πιάνο και ορχήστρα), κ.α. Χοροδράματα, μουσική δωματίου, κ.α.
    Άλλα στοιχεία: το έργο του συνθέτη Δημήτρη Λεβίδη το χαρακτηρίζει η συστηματική μελέτη των αρχαίων ελληνικών και ανατολικών κλιμάκων, δημιουργώντας μια ιδιόρρυθμη αρμονική γλώσσα, με έξοχες αντιστικτικές επινοήσεις και ηχοχρώματα.



επάνω



επάνω

Γεώργιος Σκλάβος (1888 - 1976)

sklavos.jpg    Βασίζεται στη δημοτική μουσική όπως και ο Καλομοίρης. Έγραψε κυρίως όπερες και σκηνική μουσική.
   Γεννημένος στη Ρουμανία από γονείς Κεφαλλήνες , σπούδασε σε ελληνικά σχολεία της Ομογένειας και συμμετείχε από μικρός σε χορωδίες εκκλησιαστικής μουσικής.
   Όταν ήρθε στην Αθήνα γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών (1907), όπου μαθήτευσε αρχικά δίπλα στον Σάκερντοτ και εν συνεχεία τον Μαρσίκ. Μόλις αποφοίτησε το 1913, προσελήφθη αμέσως ως διδάκτωρ (ιστορίας της μουσικής, αρμονίας και σύνθεσης) του Ωδείου όπου παρέμεινε για 55 ολόκληρα χρόνια, διατελώντας παράλληλα και έφορος της βιβλιοθήκης του.
    Υπήρξε επίσης, διδάκτωρ του Ωδείου Πειραιώς (1924-1968) και γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1946-1949).
Από το 1909 εμφανίζεται ως χορωδός του Γ΄ Ελληνικού Μελοδράματος.
   Πολυτάλαντος και πολυάσχολος όπως ήταν, το 1912 τον βρίσκει διορισμένο στην χορωδία της Ρωσικής Εκκλησίας και διευθυντή ορχήστρας στην παράσταση του Βασιλικού Θεάτρου (1912) “Οιδίποδας Τύραννος”, με πρωταγωνιστή τον Ε.Φυρστ, αλλά και ενορχηστρωτή του δημοτικού τραγουδιού “Το Γεφύρι της Άρτας”, που παίχτηκε στην ίδια παράσταση.
    Μεταξύ των μαθητών του περιλαμβάνεται ένας μεγάλος αριθμός μουσικών προσωπικοτήτων οι οποίοι αλφαβητικά είναι : Έ.Αγγελίδου, Μ.Αδάμης, Β.Αρχιτεκτονίδης, Π.(Τάκης) Γεωργίου, Θ. Ερμήλιος, Γ.Ζουφρέ, Ελ.(Λέλα)Ζωγράφου-Νησιώτη, Γ.Θανόπουλος, Α.Θεοφιλόπουλος, Γ.Ιωαννίδης, Τάκης Καλογερόπουλος, Α. Κόκκινος, Λ. Κουζινόπουλος, Γ. Μαλαφής, Ι. Μαργαζιώτης, Γ. Μαρκόπουλος, Μ. Μαύρος, Δ.Ν. Ντουφεξιάδης, Α. Ξένος, Α. Ρεμούνδος, Γ. Σισιλιάνος, Σ. Στεργίου, Ν. Τσιλίφης, Θ. Χατζηθεοδώρου , και άλλοι.
   Έργα του: το 1917 από τα πρώτα του έργα ήταν η Νιόβη, κωμική όπερα σε λιμπρέτο Ι. Ευθυμίου , συμφωνικά αποσπάσματα της οποίας παίχτηκαν σε συναυλία του Ωδείου Αθηνών το 1920. Το 1921 συνέθεσε σκηνική μουσική για το δράμα “Κυρά Φροσύνη” του Γ. Ασπρέα και έξι κομμάτια για πιάνο. Το 1922 : συνέθεσε το συμφωνικό ποίημα “Αετός” (το πιο γνωστό του έργο) και τα συμφωνικά έργα “Κρητική Φαντασία” και “Αρκαδική Σουΐτα”. Το 1924 το μονόπρακτο “Λεστανίτσα” που βραβεύθηκε σε διαγωνισμό του Ωδείου Αθηνών. Το 1926 : το ορχηστικό έργο“Ηρωικό Ποίημα”. Το 1928 : το ορχηστικό έργο “Δύο Ειδύλλια του Θεοκρίτου”. Το 1937 : το συμφωνικό ποίημα “Νησιώτικος Γάμος”. Το 1937-1941 : την όπερα “Κρίνο στ΄ακρογιάλι” που ο ίδιος θεωρούσε το καλύτερο έργο του.
   Μετέφρασε επίσης στα ελληνικά τα λιμπρέτα πολλών μελοδραμάτων όπως, Απαγωγή απ΄το Σεράι, Γάμοι του Φίγκαρο, Μαγικός Αυλός, Ελεύθερος Σκοπευτής, Οιδίπους επί Κολωνώ, Άλκηστις κ.ά. Το 1933 μετέφρασε , συμπλήρωσε και εξέδωσε την “Επίτομο Ιστορία της Μουσικής” του Ούγκο Ρήμαν , ένα από τα σημαντικότερα μουσικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ποτέ στην Ελλάδα.
   Το πλούσιο έργο που άφησε πίσω του περιλαμβάνει ακόμα, διαλέξεις , άρθρα και μουσικές κριτικές σε εφημερίδες και περιοδικά καθώς και πολλά λήμματα σε Εγκυκλοπαίδειες και Λεξικά.

επάνω



επάνω

Θεόφραστος Σακελλαρίδης (1883 - 1950)


Sakellaridis.jpg Υπήρξε δημοφιλής Έλληνας μουσικοσυνθέτης, αρχιμουσικός και ένας από του πρωτεργάτες της Ελληνικής Οπερέτας , με καταγωγή από το Λιτόχωρο της Μακεδονίας.
   Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 7 Σεπτεμβρίου του 1883 (ορισμένες πηγές αναφέρουν το 1882) στην Αθήνα όπου και απεβίωσε. Τα πρώτα μαθήματα μουσικής πήρε από τον πατέρα του Ιωάννη Σακελλαρίδη (1853-1938), διαπρεπή μουσικοδιδάσκαλο, μεταρρυθμιστή της βυζαντινής μουσικής, ιεροψάλτη, φιλόλογο και μελουργό. Η μητέρα του καταγόταν από την Υδρα.
  Σπούδασε στην Αθήνα, τη Γερμανία και την Ιταλία. Στα τέλη του 1902 έδωσε μαζί με τον πατέρα και τον αδελφό του Άρη, που ήταν βαρύτονος, επιτυχημένες συναυλίες με δικές του συνθέσεις και εναρμονισμένα ελληνικά δημοτικά τραγούδια στο Βασιλικό Ωδείο του Μονάχου και στο μέγαρο της βαρώνης Αμελίας φον Πέρφαλλ (κόρης του Γουσταύου Κλάους), ενώπιον πληθώρας πριγκίπων και αριστοκρατών (εφημερίδα "Σκριπ" 1/12/1902).
    Στην εφημερίδα Σκριπ διαβάζουμε: Εκείνο το οποίον δέον να τονισθή ενταύθα, είναι η εμφάνισις του νεαρού, μόλις εικοσαετούς και συμπαθούς υιού του κ. Σακελλαρίδου, Θεοφράστου Σακελλαρίδου, όστις τους πάντας εξέπληξε παρασχών δείγματα συνθετικής ιδιοφυΐας, ουχί της τυχούσης, και διευθύνας ορχήστραν εξ 60 οργάνων με ικανότητα και ακρίβειαν ήτις ενεποίησεν εις τους φίλους μας Γερμανούς ευχάριστον εντύπωσιν.
  Λέγεται ότι η οικογένεια Σακελλαρίδη πριν επιστρέψει έδωσε συναυλίες στην Ιταλία και την Αίγυπτο.
  Στα 1903, έγραψε την πρώτη του όπερα Ο Υμέναιος σε κείμενο του Ιωάννη Φραγκιά . Η εφημερίδα "Σκριπ" (10/12/1903) αναφέρει πως η σκηνή του μελοδραματικού ειδυλλίου συμβαίνει εις την Ελευσίνα κατά την μυθολογικήν εποχήν της Ελλάδος.
  
Γύρω στο 1904 φαίνεται πως είχε ήδη συνθέσει τη σκηνική όρχηση (μπαλέτο ) Υπό τον ουρανόν της Ελλάδος. Την ίδια χρονιά συνέθεσε και τη μουσική για τις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη (σε μετάφραση του Πολύβιου Δημητρακόπουλου) που παρουσιάστηκαν στη Νέα Σκηνή του Κ. Χρηστομάνου . Επίσης, από το 1907 έως 1913, διασκεύαζε ξένη μουσική για τις επιθεωρήσεις Τα Παναθήναια.
   Μεγάλη επιτυχία γνώρισε η όπερα Περουζέ (σε λιμπρέτο του Γ. Τσοκόπουλου), που πρωτοπαίχτηκε στις 9 Αυγούστου 1911 στο θέατρο Ολύμπια (Εθνική Λυρική Σκηνή ) με μαέστρο τον Στέφανο Βαλτετσιώτη και πρωταγωνιστές τη μεσόφωνο Ρεβέκα στο ρόλο της τσιγγάνας Περουζέ, τον τενόρο Νίκο Μωραΐτη, και τον μπάσο Μιχάλη Βλαχόπουλο. Οι παραστάσεις συνεχίστηκαν για δύο χρόνια. Από το συγκεκριμένο έργο προέρχεται η γνωστή άρια Νεράιδα του γιαλού και το ντουέτο Πιο θερμά. Τον Υμέναιο (1903), ακολούθησαν οι όπερες ο Πειρατής (1907), βασισμένη στο βραβευμένο στο Βουτσιναίο Διαγωνισμό έμμετρο θεατρικό έργο του Πολύβιου Δημητρακόπουλου Ο Κουρσάρος, το Στοιχειωμένο Γεφύρι (1912) και το Καστρο της Ωρηάς (1917) σε λιμπρέτα Γεωργίου Τσοκόπουλου.
    Το 1908, μετά το ιστορικό ανέβασμα της οπερέτας "Μαμζέλ Νιτούς" του Ερβέ στην Αθήνα υπό τη δική του διδασκαλία και διεύθυνση ορχήστρας, γράφει την πρώτη ελληνική οπερέτα το Σία κι αράξαμε (σε λιμπρέτο Πολύβιου Δημητρακόπουλου & Στέφανου Γρανίτσα ) που ανεβάστηκε στις 8/5/1909 (βλ. "Εφημερίδα Σκριπ" 22/4/1909 σελ. 1 και 9/5/1909 σελ. 3).
   Από το 1914, που παρουσιάστηκε η οπερέτα Στα Παραπήγματα, (η πρώτη του μεγάλη επιτυχία στην οπερέτα), γράφει ως το θάνατό του γύρω στις 80 οπερέτες (ή και μουσικές κωμωδίες) κυρίως τρίπρακτες, πολλές σε δικό του λιμπρέτο.
   Εξαιρετική επιτυχία σημείωσε Ο Βαφτιστικός , ο οποίος εξακολουθεί να παίζεται τακτικά μέχρι και σήμερα. Πρωτοανέβηκε στις 18 Ιουλίου 1918 από τον θίασο Παπαϊωάννου και θεωρείται μαζί με τους Απάχηδες των Αθηνών του Νίκου Χατζηαποστόλου , ως μία από τις πιο κοσμαγάπητες ελληνικές οπερέτες. Το εμβατήριο Ψηλά στο μέτωπο τραγουδήθηκε πολύ και από τους στρατιώτες του '40. Ο Βαφτιστικός έγινε και ταινία το 1952 από την Μαρία Πλυτά , με πρωταγωνιστές τον Αλέκο Αλεξανδράκη (η φωνή του ήταν ντουμπλαρισμένη από τον τενόρο Πέτρο Επιτροπάκη ), την Ανθή Ζαχαράτου και τον Μίμη Φωτόπουλο.
   Άλλες γνωστές μελωδίες τού έργου είναι: Συ μου πήρες, Τίκι-Τακ (Η καρδιά μου πονεί για σας), Τον καιρό εκείνο τον παλιό, Στ' άγριο το δάσος κ.ά.
   Την περίοδο 1937-1945 γράφει μουσική για επιθεωρήσεις του Αλέκου Σακελλάριου , του Δημήτρη Γιαννουκάκη  : Τρελλή Συμφωνία (1937), Φερνάντα (1939), Μπράβο Κολονέλλο (1940), Φινίτο λα μούζικα (1941), Η ζωή συνεχίζεται (1941) κ.ά.
   Τα δημοτικοφανή πατριωτικά τραγούδια που ερμήνευσε η Σοφία Βέμπο το 1940: Βάζει ο Ντούτσε τη Στολή του (επίκαιροι στίχοι πάνω στο σκοπό του τραγουδιού του "Πλέκει η Βάσω το προικιό της"), Το τραγούδι του Μωριά ("Γεια και χαρά σας Μωραΐτες αδελφοί") και η Χωριάτα ("Στο χωριό παλιά γενιά μου..."), όπως και το Ντούτσε-Ντούτσε που ερμήνευσε ο Νίκος Γούναρης (στίχοι επίκαιροι γραμμένοι πάνω στο σκοπό του τραγουδιού του Μάρω, Μάρω μια φορά είν' τα νιάτα) είναι δικές του συνθέσεις. Επίσης εναρμόνισε και εξέδωσε περίπου 10 δημοτικά τραγούδια.
   Ο Σακελλαρίδης διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, ενώ ασχολήθηκε και με την παιδική μουσική συνθέτοντας παιδικά τραγούδια. Το 1926 υπήρξε συγχρηματοδότης (μαζί με τον αδελφό του Άρη Σακελλαρίδη) του μουσικού εκδότη Ζαχαρία Μακρή στην προσπάθειά του να ιδρύσει δική του δισκογραφική εταιρεία.
   Αν και επί 50 περίπου χρόνια διασκέδασε ολόκληρες γενιές με τη δροσερότητα, το γέλιο, την αισιοδοξία και την ηρεμία που χάριζε η τέχνη του, εντούτοις έφυγε από τη ζωή πικραμένος και πάμπτωχος στις 2 Ιανουαρίου 1950 από καρκίνο του ήπατος, κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και ετάφη στο Α' Κοιμητήριο Αθηνών. Στα τέλη της ζωής του υποχρεωνόταν να παίζει πιάνο σε λαϊκά θέατρα και στα αναψυκτήρια της εποχής για να εξασφαλίζει τον επιούσιο.
   Γιος του συνθέτη είναι ο πιανίστας και συνθέτης Γιάννης Σακελλαρίδης (1932- ) που ζει στις ΗΠΑ.
   Ο Σακελλαρίδης ήταν ταλαντούχος μουσικός, παραγωγικότατος, άρτια καταρτισμένος, ενώ παράλληλα διέθετε και καλή σκηνική πείρα. Η μουσική του, μελωδικότατη, ζωηρή, είναι άλλοτε επηρεασμένη από την αυστριακή, ή τη γαλλική οπερέτα και άλλοτε καθαρά ελληνική, στολισμένη με κάποια ανατολίτικα μοτίβα. Θα λέγαμε ότι διαπνέεται από έναν μουσικό εκλεκτισμό, αφού κατορθώνει να συνδυάσει επιτυχώς τις ετερόκλιτες μουσικές επιρροές που έχει δεχθεί.
    Αφομοιώνει, επίσης, στοιχεία του δημοτικού τραγουδιού, της καντάδας, της ιταλικής όπερας, του ναπολιτάνικου τραγουδιού, της τσιγγάνικης μουσικής, λαϊκότερων ειδών και ενίοτε της τζαζ (ιδίως σε οψιμότερα έργα) και καταφέρνει να δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος. Υποστηρίζεται μάλιστα από μουσικολόγους πως, αν ήταν Βιεννέζος Θα είχε φθάσει τη δόξα, αν όχι του Στράους, οπωσδήποτε όμως του Λέχαρ ή του Κάλμαν. Ωστόσο δεν έλειψαν και οι επικρίσεις, σχετικά με τα ξενόφερτα στοιχεία του έργου του και τις διασκευές ή αντιγραφές ξένων τραγουδιών που έκανε στην επιθεώρηση (Παναθήναια). Τέτοιου είδους κριτικές σήμερα μοιάζουν κάπως ανεδαφικές ή ξεπερασμένες. Συνολικά συνέθεσε γύρω στα 103 έργα, συμπεριλαμβανομένων και των 80 περίπου οπερετών.
   Ο Μανώλης Καλομοίρης στο 541 τεύχος του περιοδικού Νέα Εστία (Αθήναι 15 Ιανουαρίου 1950, τόμος 47) έγραφε μεταξύ άλλων με την αφορμή του θανάτου του Σακελλαρίδη: Ένας ακόμη από τους πρωτεργάτες και θεμελιωτές της Ελληνικής μουσικής άνθησης έφυγε από ανάμεσά μας κι αφίνει ένα κενό που δύσκολα θα μπορέσωμε να το αναπληρώσωμε. Η μελωδία του χαμένου μουσουργού [...] κι αν δεν καίει κι αν δεν φλογίζει, όμως ευωδιάζει με ένα λεπτό μουσικό άρωμα γεμάτο από την Αττική φύση και την Αττική ομορφιά.[...] Αν όμως χάθηκε ο γλυκόλαλος τραγουδιστής, ο αχός της φλογέρας του μένει. Αχολογάει πάντα ολόθερμος και ζωντανός μέσα στις ψυχές και τις καρδιές μας και θα αντιλαλάει πάντα όπου Ελλάδα και Ελληνισμός σαν το θρόισμα στα κλαριά των πεύκων, όταν το δειλινό αεράκι τα αργοκινάει με το ανάλαφρο πέρασμά του, και θα μας ξεκουράζει από τον κάματο της σκληρής δουλειάς και τις πίκρες της καθημερινής ζωής.
   
Ο ιστορικός του θεάτρου Γιάννης Σιδέρης στο ίδιο περιοδικό έλεγε: ...Ένας συντελεστής του νέου ελληνικού πολιτισμού έσβησε. Ως τόσο έζησε μια ζωή σεμνή και στάθηκε στο θέατρο σαν ένας αξιοπρεπής και σοβαρός άνθρωπος, που εκτιμούσε την έννοια της πνευματικότητας με την ευγενική και πολιτισμένη παρουσία του, με την ευθύτητά του. Μας άφησε έναν τρόπο καλλιτεχνικού βίου αληθινά τιμημένου και άξιου για μίμηση. Ως συνθέτης έκανε στην Οπερέττα ό,τι ο Ξενόπουλος στην πρόζα....
   
Η μουσικός και μουσικοκριτικός Σοφία Σπανούδη σε άρθρο της στη Νέα Εστία για τα πενήντα χρόνια της ελληνικής μουσικής δημιουργίας (Ιούλιος-Δεκέμβριος 1950, τόμος 48, σελ. 164) σημείωνε τα εξής: Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης υπήρξε ο πολυγραφώτερος Έλλην συνθέτης, που γνώρισε, ενώσω ζούσε, τη μεγάλη δόξα του ελαφρού λυρικού θεάτρου. Δημοφιλέστατος, ευτύχησε να ιδή το έργο του υιοθετούμενο πανηγυρικά από τον ελληνικό κόσμο. Πολύ δικαια οι θαυμασταί του τον επωνόμαζαν "Λέχαρ της Ελλάδος" για την πολύπλευρη έμπνευσή του και τη μελωδική του εφευρετικότητα. [...] Η παραγωγή του σε οπερέττες είναι πλουσιότατη, γεμάτη από μουσικό οίστρο, δροσιά, αβίαστο αίσθημα και χάρη...
    Ο ίδιος ο Σακελλαρίδης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα "Εμπρός" (Κυριακή 9 Αυγούστου 1915), ανέφερε τα ακόλουθα: Εγώ γράφω με αθηναϊκήν έμπνευσιν. Όταν ακούωμεν μίαν οπερέττα του Λέχαρ λέγομεν: Μυρίζει Βιέννην. Εάν μεθαύριον ειπούν και περί των έργων μου ότι μυρίζουν Αθήνα, επιτρέψατέ μου να το θεωρήσω ως εκπλήρωσιν του καλλιτεχνικού μου ονείρου.
   Σημαντικό μέρος του έργου του παραμένει δυσπρόσιτο στους ερευνητές επειδή οι σημαντικότεροι κληρονόμοι του βρίσκονται στις Η.Π.Α. Μικρό μόνο μέρος του έργου του βρίσκεται διασκορπισμένο στην Βιβλιοθήκη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στην Εθνική Βιβλιοθήκη , στη Μουσική Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη , στο Θεατρικό Μουσείο, στον Ε.Λ.Ι.Α. στο αρχείο της ΕΡΤ, σε ιδιωτικά αρχεία κ.α.
   Όπερες: Υμέναιος (1903;), Ο Πειρατής (1907)), Περουζέ (1911), Το στοιχειωμένο γεφύρι (1912), Το κάστρο της Ωρηάς (1917).
   Οπερέτες: Σία κι αράξαμε (1909) ή Θάλασσα, Θάλασσα, Στα Παραπήγματα (1914), Πικ-Νικ (1915), (με το γνωστό βαλς Σφίξε με), Πρόθυμη χήρα (1916) (και οι 3 σε λιμπρέτα του Νικολάου Λάσκαρη), Δεσποινίς Τιπ-Τοπ (1916), Η γκαρσονιέρα (1917) (μονόπρακτη), Υπνοβάτης (1917),  Ο Βαφτιστικός (1918), Ο Αρλεκίνος (1919), Η Δαιμονισμένη (1919), Θέλω να ιδώ τον Πάπα (1920) ή Ταξίδι του γάμου ή Ταξίδι του μέλιτος, Γλυκειά Νανά (1921), Διαβολόπαιδο (1923), Για να αρέσει στον άντρα της (1922), Και την μία και την άλλη (1922), Κόρη της καταιγίδος (1923), Αγαπάτε αλλήλους (1924), Δεσποινίς Σορολόπ (1924), Ροζίτα (1925), Μακρής, Κοντός και Σία (1926), Ένας κλέφτης στον παράδεισο (1926), Χαλιμά (1926), Το κρυφό ρομάτζο (1927), Ηρώ και Λέανδρος, (1927), Χριστίνα (1928), (ανεβάστηκε από την Ε.Λ.Σ. και το 2006), Της μοίρας τα γραμμένα, Λοχαγός Λιλή (1929), Σατανερί (1930), Καπετάν-Τσανάκας (1930), Κύριος Δήμαρχος (1930), Γυναίκα Ντελίριο (1931), Μελιρώ (1931), Τα πέντε μπουμπούκια (1931), Σημεία και Τέρατα (1932), Η Λούση και τα κορόιδα της (1932), Μοντέρνα Κορίτσια (1935), Τσιγγάνικο αίμα (1936), Συζυγικά γυμνάσια, (1936), Σταχτοπούτα (1938), Μις Τσάρλεστον (1927), Η Δακτυλογράφος (1939), Ξανθές και μελαχροινές, Μαρία η Πενταγιώτισσα, Μπέμπα (1928), Για να αρέσει στον άνδρα της, Το εξωφρενικό σπίτι, Σάκρα Φαμίλια, Πράσινες κάλτσες Αγάπη στα ξένα, Η αγάπη της Ρένας, Η γυναίκα του νομάρχη, Η κόρης της μαϊμούς, Ω Λόλα μου λευκή, Μασκαριλίκια, Μπίμπα, Πιφ-παφ (1922), Σκρα, Ο Κος Σεραφείμ (1927), Η Φωφώ έγινε τίμια (1938), Τό' χαψε ο θείος, Στην παγωμένη Αλάσκα, Ο τραγουδιστής του καζίνου (1934), Το κορίτσι του βαγκόν-λι (1936), Η κόρη της αμαρτίας, Η μυστήρια, Η ξελογιάστρα, Κορσέδες μαντελέν, Ο γαμπρός μου (1939), Γυναίκα κίνδυνος, Δικηγόρος και μπακάλης, Οι ξενύχτηδες, Λόρδος Απάχης, Έγκλημα στα παρασκήνια, Ο Πιτσίκος, Κορίτσια της μόδας, Ιωάννης ο Α΄, Η μάσκα της αγάπης (1935), Ο Φαβορίτος κ.ά.

επάνω



ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

επάνω

   Είδαμε σε προηγούμενο θέμα: (“Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ”) ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, οι Έλληνες συνθέτες, δίπλα στις άλλες εθνικές μουσικές σχολές της Ευρώπης, δημιούργησαν και τη δική μας, την Ελληνική Εθνική Μουσική Σχολή.
   Κατά τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα, νέοι δρόμοι ανοίγονται με το συνθετικό έργο του Δημήτρη Μητρόπουλου, ο οποίος κατέχει ξεχωριστή θέση στην οικογένεια των ελλήνων μουσικών. Το έργο του διαφέρει ριζικά από το έργο των συνθετών της Εθνικής Μουσικής Σχολής, αφού είναι κύρια επηρεασμένο από τον Κλωντ Ντεμπυσύ και τις νεότερες μουσικές τάσεις. Έτσι γεννιέται η Σύγχρονη Ελληνική Εθνική Σχολή.



επάνω

Δημήτριος Μητρόπουλος (1896 - 1960).

mitropoulos.jpg     Γεννήθηκε και απεβίωσε στην Αθήνα. Εκτός από συνθέτης υπήρξε και αξιοθαύμαστος πιανίστας. Διέπρεψε επίσης σαν Μαέστρος στην ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών και του Ελληνικού Ωδείου, στην συμφωνική ορχήστρα της Μινεάπολης, στην Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης και βοηθός μαέστρου στην Όπερα του Βερολίνου. Ξεχώρισε για τις σύγχρονες μουσικές αμφισβητήσεις του πάνω στο τονικό μουσικό σύστημα.
    Στις συνθέσεις του περιλαμβάνονται περίπου 40 έργα, μεταξύ των οποίων έργα για ορχήστρα όπως το συμφωνικό ποίημα Ταφή και το Κονσέρτο Γκρόσσο κλπ.. Σκηνική μουσική: Αδελφή Βεατρίκη, Ηλέκτρα και Ιππόλυτος, κ.α. Μουσική δωματίου και έργα για πιάνο όπως 4 Κυθηραϊκοί χοροί, Πασακάλια, Ελληνική σονάτα, Πρελούδιο και Φούγκα, κ.α.
Άλλα στοιχεία: ήταν έλληνας μαέστρος, πιανίστας και συνθέτης που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Από τις τρεις του ιδιότητες, αυτή που υπερίσχυσε και τον καθιέρωσε τελικά είναι η πρώτη.
   Σπούδασε διεύθυνση χορωδίας και σύνθεση, αρχικά στο Ωδείο Αθηνών και αργότερα στο Βερολίνο. Πήρε χρυσό μετάλλιο για την ικανότητά του στο πιάνο από το Ωδείο Αθηνών, διάκριση που δόθηκε μόνο πέντε φορές στην ιστορία του Ωδείου.
    Οι πρώτες του συνθέσεις είναι γραμμένες στο τονικό σύστημα, αλλά με ενδιαφέροντες αρμονικούς πειραματισμούς, οι οποίοι γύρω στα 1915 γίνονται περισσότερο τολμηροί φτάνοντας στην ατονικότητα γύρω στα 1920.
   Είναι ο πρώτος Έλληνας συνθέτης που χρησιμοποίησε στο έργο του “Ostinata” (μια σονάτα για βιολί και πιάνο) αυστηρά δωδεκαφθογγική τεχνική.
    Γύρω στα 1930 σταμάτησε ουσιαστικά τη σύνθεση και ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη διεύθυνση ορχήστρας, πρώτα στην Αθήνα και μετά το 1937 στις ΗΠΑ.


επάνω



επάνω

Μενέλαος Παλλάντιος (1914-2012)

pallantis.jpg     Ήταν σύγχρονος Έλληνας μουσουργός, διευθυντής Ωδείων και ακαδημαϊκός. 
Γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε πιάνο και ανώτερα θεωρητικά στα Ωδεία Πειραιώς και Αθηνών απ΄ όπου και έλαβε δίπλωμα αρμονίας (το 1933), καθώς και αντίστιξης και φούγκας (το 1936). Παράλληλα σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς όμως και να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Στη συνέχεια μετέβη στη Ρώμη όπου και συνέχισε μουσικές σπουδές υπό τον καθηγητή Alfredo Casella.
    Μετά την εκεί ολοκλήρωση των σπουδών του επέστρεψε στον Πειραιά όπου και ανέλαβε καθηγητής του Ωδείου Πειραιώς (1933) και τρία χρόνια μετά αναλαμβάνει καθηγητής Ωδείου Αθηνών (1936). Το 1947 ανέλαβε υποδιευθυντής του Ωδείου Πειραιώς και από το 1962 διευθυντής Ωδείου Αθηνών. Επίσης το 1959 ανέλαβε διευθυντής της Χορωδίας Αθηνών. Την περίοδο 1964-1967 διετέλεσε γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και την περίοδο 1974-1976 διετέλεσε Πρόεδρος του Δ.Σ. αυτής. Την ίδια αυτή περίοδο διετέλεσε και αρχιμουσικός του Εθνικού Θεάτρου.
    Ο Μενέλαος Παλλάντιος έγραψε πολλά συμφωνικά έργα για πιάνο σόλο, κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα, μουσική δωματίου, διάφορα τραγούδια, μουσική μπαλλέτου, μουσικές υποκρούσεις σε οκτώ αρχαίες τραγωδίες, όλη τη μουσική υπόκρουση στη τραγωδία "Αντιγόνη", ορατόριο, καθώς επίσης και μουσική για ελληνικές και αμερικανικές κινηματογρφικές ταινίες.
    Επίσης έχει δώσει ένα μεγάλο αριθμό διαλέξεων σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, όπως ακόμη και πολλές ομιλίες από ραδιοφωνικούς σταθμούς. Παράλληλα ασχολήθηκε και με την ποίηση όπου μετέφρασε ποιήματα του Μπωντλαίρ και τελευταία με συγγραφή βιβλίων μουσικών αναμνήσεων. Επίσης στο μεγάλο καλλιτεχνικό του έργο συγκαταλέγεται και η ίδρυση της Ελληνικής Μορφωτικής Εταιρίας της οποίας και είναι πρόεδρος από το 1973.
    Ο Μενέλαος Παλλάντιος διετέλεσε επίσης και γενικός γραμματέας του Συνδέσμου Ελλήνων Συνθετών. Το 1969 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και τον επόμενο χρόνο ανέλαβε πρόεδρος της Τάξης Γραμμάτων και Τεχνών και από το 1977 ανέλαβε γραμματέας των πρακτικών της Ολομέλειας της Ακαδημίας.
    Επίσης ο Μενέλαος Παλλάντιος έλαβε μέρος ως μέλος και σε πολλές διεθνείς μουσικές επιτροπές, και κυρίως σε μουσικούς διαγωνισμούς, όπως στη Ρουμανία, την Ιταλία, κ.ά. Έχει τιμηθεί με πολλά μετάλλια και παράσημα ελληνικά και ξένα όπως με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α΄ από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Β΄, με το Μετάλλιο της πόλεως του Παρισιού καθώς και με πλήθος άλλων διακρίσεων.
    Ο Μενέλαος Παλλάντιος ομιλούσε επίσης γαλλικά και ιταλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Παλαιού Φαλήρου Αθήνα. Απεβίωσε στις 9 Αυγούστου του 2012.


επάνω



επάνω

Λώρης Μαργαρίτης (1895-1953)

margariths.jpg     Γεννήθηκε στο Αίγιο. Υπήρξε γόνος αρχοντικής οικογενείας, υιός του αρχιάτρου Πέτρου Μαργαρίτη, με καταγωγή από το Μαργαρίτι Θεσπρωτίας και της Υακίνθης Μεσσηνέζη, (θυγατέρας του Σωτηρίου Μεσσηνέζη , δημάρχου Αιγίου και εγγονής του προκρίτου Λέοντος Μεσσηνέζη , συζύγου της αδελφής του Ανδρέου Λόντου ) , οικογένειες γνωστές από την Επανάσταση του 1821.
   Τα πρώτα μαθήματα πιάνου τού τα παρέδωσε η μητέρα του σε τρυφερή ηλικία. Γρήγορα όμως τον άκουσε να αυτοσχεδιάζει στο πιάνο και εντυπωσιασμένη από το ταλέντο του, τον οδήγησε μαζί με τον άντρα της στο Ωδείο Αθηνών . Αυτό συνέβη όταν ο Μαργαρίτης ήταν μόλις 7 ετών και ενώ είχε ήδη συνθέσει περισσότερα από δέκα έργα. Αρχικά ο Γεώργιος Νάζος , διευθυντής του Ωδείου Αθηνών, ήταν επιφυλακτικός απέναντι στον νεαρό μουσικό, ωστόσο όταν τον άκουσε να ερμηνεύει με εκπληκτική δεξιοτεχνία τις συνθέσεις του, πείσθηκε για την ιδιοφυΐα του που τη θεώρησε εφάμιλλη εκείνης του Μότσαρτ.
    Το 1903 έδωσε εντυπωσιακή συναυλία στην αίθουσα Wagner του Μονάχου, ερμηνεύοντας δικές του συνθέσεις μπροστά σε μέλη της βασιλικής οικογενείας της Βαυαρίας.
    Ο λογοτέχνης Τόμας Μαν, συγκινημένος από το ταλέντο του μικρού Λώρη έγραψε το διήγημα το Παιδί Θαύμα. Ο Bernh Stawenhagen άρχισε να του παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα δωρεάν και το 1904 η Βασιλική Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου έγραφε στην ελληνική κυβέρνηση: Είναι επιτακτικόν καθήκον να ληφθεί ιδιαιτέρα μέριμνα διά την όσο το δυνατόν τελειοτέραν καλλιέργειαν και ανάπτυξιν της εντελώς εξαιρετικής ιδιοφυΐας του Λώρη Μαργαρίτη.
   Μεταξύ των ετών 1904-1908, φοίτησε στο σχολείο της ελληνικής κοινότητος του Βερολίνου, ενώ παράλληλα σπούδαζε πιάνο και θεωρία της μουσικής. Παρότι δεν είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του, που απαιτούσε ο κανονισμός, έγινε δεκτός στη Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου όπου φοίτησε μέχρι το 1914. Επιπλέον την ίδια χρονική περίοδο φοίτησε στο γερμανικό γυμνάσιο και ταυτοχρόνως παρακολουθούσε μαθήματα μουσικολογίας στο πανεπιστήμιο του Μονάχου με τον Berchthold Kellermann.
   Το 1915 διορίσθηκε καθηγητής πιάνου στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης. Το μουσικό επίπεδο της Συμπρωτεύουσας εκείνη την περίοδο, δύο μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωσή της, ήταν σε εμβρυακό στάδιο και παρόλα ταύτα ο Μαργαρίτης κατόρθωσε να ανεβάσει κατά πολύ τον πήχη. Το 1936 έγινε υποδιευθυντής του Ωδείου Θεσσαλονίκης, χωρίς να διακόψει τις σχέσεις του με την Ευρώπη. Έδινε τακτικά συναυλίες ή συνέπραττε ως σολίστ με τις πιο φημισμένες ορχήστρες της Ευρώπης ερμηνεύοντας δικά του και ξένα έργα. Το 1925 νυμφεύτηκε την πιανίστα Ida Rozenkranz, με την οποία πραγματοποίησε συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1928 διορίσθηκε καθηγητής στην περίφημη Μουσική Ακαδημία Μοτσαρτέουμ (Mozarteum) του Σάλτσμπουργκ όπου τα καλοκαίρια δίδασκε και έδινε διαλέξεις.
   Διετέλεσε μέλος κορυφαίων διεθνών μουσικών ιδρυμάτων και οργανισμών, όπως της Παγκοσμίου Εταιρίας Μουσικοσυνθετών και συγγραφέων, Μοτσαρτέουμ, μέλος της ελλανοδίκου επιτροπής διεθνών μουσικών διαγωνισμών όπως Τραγουδιού της Βιέννης το 1933, Chopin της Βαρσοβίας το 1937, Πιάνου της Γενεύης το 1949. Το 1945 διορίσθηκε τακτικό μέλος του Ανωτάτου Διοικητικού Συμβουλίου της Μουσικής (Δ.Α.Σ.Μ.) του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας. Επίσης ίδρυσε τον Σύλλογο Φίλων του Μότσαρτ στην Ελλάδα. Το 1953, λίγο πριν το θάνατό του τιμήθηκε με το Μέγα Μετάλλιο Μότσαρτ της Μουσικής Ακαδημίας του Σάλτσμπουργκ και από τον Βασιλιά με τον Χρυσό Σταυρό των Ιπποτών του Φοίνικος. Πέθανε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1953 στο Νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός των Αθηνών από οξεία λοίμωξη ηπατίτιδας και ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο του Παλαιού Φαλήρου.
   Το συνθετικό του έργο, μολονότι δεν είναι μεγάλο σε όγκο, είναι αξιόλογο. Μέρος των χειρογράφων του καταστράφηκε κατά την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής από τους κατακτητές.
   Συμφωνικά έργα: Οδυσσεύς και Ναυσικά (είναι το γνωστότερο έργο του, μεγαλόπνοο, βασισμένο στη ραψωδία Ζ΄ της Οδυσσείας , που πρωτοπαρουσιάστηκε στην Θεσσαλονίκη από τον Επαμεινώνδα Φλώρο, έπειτα το 1929 στο Σάλτσμπουργκ και το 1931 στη Βιέννη.)
   Έργα για πιάνο: Νεότης, Σονατίνα,  Τρίπτυχο, Ελληνικά βουκολικά θέματα, Στίχοι για πιάνο,  Παραλλαγές σε δύο ελληνικά θέματα (για δύο πιάνα),  το μελόδραμα Ιωάννης Καποδίστριας (χαμένο)
   Τραγούδια πάνω σε ελληνικούς δημοτικούς σκοπούς:  Η λαφίνα, Νερατζούλα,  Μακεδονικό σονέτο, καθώς και χορωδιακά έργα.
   Πρώιμα έργα του που συνέθεσε ως "παιδί θαύμα":  Η απολεσθείσα, Κατακλυσμός,  Πάτερ ημών, Νοσταλγία κ.ά.

επάνω



επάνω

Αγαμέμνων (Μένιος) Τιμ. Μουρτζόπουλος (1922-2005)

Uknown.jpg   Βολιώτης συνθέτης , ποιητής , φιλόλογος και δικηγόρος,ίσως ένα από τα κορυφαία πνεύματα της εποχής μας .  Ο ίδιος δεν επιθυμούσε να δημοσιευτεί το έργο του , όσο ζούσε . Τα τελευταία χρόνια , όμως , γίνεται ολοένα και πιο γνωστός τόσο στον Ελλαδικό χώρο , όσο και στο εξωτερικό , καθώς τα έργα του σιγά-σιγά δημοσιεύονται, παίζονται και εκδίδονται χάριν της συζύγου του κυρίας Μαίρης μουσικοπαιδαγωγού .
    Γεννήθηκε στο Βόλο , το 1922 , όπου και έζησε τα πενήντα τελευταία χρόνια της ζωής του , στο σπίτι του στον Άνω Βόλο . Ο πατέρας του ήταν γιατρός με σπουδές στην Ελλάδα , στη Γερμανία και στην Γαλλία . Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του ( Δημοτικό και Γυμνάσιο στο Βόλο ) , ο Μένιος κατέβηκε στην Αθήνα , όπου και σπούδασε , μέσα στα χρόνια της Κατοχής , στη Νομική Σχολή από όπου πήρε το πτυχίο του και άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου στην ιδιαίτερη πατρίδα του τον Βόλο.
     Ανήσυχο πνεύμα , παρακολούθησε φιλολογία στο Α.Π.Θ. από όπου πήρε πτυχίο . Γράφτηκε επίσης στη Θεολογία του ιδίου Πανεπιστημίου , δίχως όμως να λάβει πτυχίο. Δι’ αλληλογραφίας παρακολούθησε μαθήματα Συνθέσεως Μουσικής στο Τρίνιτι Κόλετζ του Λονδίνου , ενώ ήδη ως μαθητής , απέσπασε βραβείο Διά την επίδοσίν του εις τα θεωρητικά μαθήματα από το Εθνικό Θέατρο με διευθυντήν τον Μανώλην Καλομοίρην .
     Τεράστιο το μουσικό του έργο . Έγραψε 19 μουσικά έργα , εκ των οποίων τα περισσότερα είναι συνθετικά , ως προς το περιεχόμενο . Διάφορα έργα του παίχτηκαν και παίζονται κατά καιρούς σε διάφορους χώρους και αίθουσες . Στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών παίχτηκαν 3 έργα του , μεταθανάτια , δύο υπό την διεύθυνση Βύρωνα Φιδετζή και ένα με μαέστρο τον Γιώργο Δερμετζή .
     Το ποιητικό του έργο αξιόλογο . Από τα ποιήματά του , το 2011 , εκδόθηκε η ποιητική συλλογή Ήχος Πλάγιος . Ίσως , ως ένα από τα καλύτερα ποιήματα της συλλογής αυτής θα μπορούσε να χαραχτηριστεί το ποίημά του Ο βασιλιάς της Αρίσβης . Πολλά ποιήματά του , αδημοσίευτα , περιμένουν την έκδοση .
     Κλείνοντας, ας διαβάσουμε σε ανάμνηση της μεγάλης μορφής του , λίγους στίχους από το ποιημά του Απελπισία της ποιητικής συλλογής


Ήχος πλάγιος :

          Απελπισία

          Στης ξενιτιάς τα τρίστατα σα με τρυπούσε απελπισιά ,
          τα μάτια πάντα κατά σε , πατρίδα θα γυρνούσα .
          Μα τώρα εδώ , πολίτης σου, προς ποια του ορίζοντα εμπασιά
          μες στο δαρμό της νύχτας μου θα βρω σελήνη ελεούσα ;

επάνω



επάνω

Αντίοχος Ευαγγελάτος (1902-1981).

Euaggelatos.jpg    Γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά. Έγραψε έργα για φωνή και ορχήστρα όπως Λυγερή και ο χάρος, έργα για ορχήστρα, κλπ.Γεννήθηκε στο Ληξούρι στη Κεφαλλονιά και ήταν γιος του δημοδιδάσκαλου Διονυσίου Ευαγγελάτου του Σπυρίδωνος και της Μαργότας Λιβιεράτου του Αντωνίου.
    Τελειόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διπλωματούχος του κρατικού Ωδείου της Λειψίας. Είχε σπουδάσει επίσης φιλοσοφία και ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Υπήρξε μαθητής του μεγάλου αρχιμουσικού Felix Weingartner στη Βασιλεία της Ελβετίας.
   Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ανέλαβε καθηγητής και στη συνέχεια καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Ωδείου στη μακρά περίοδο 1933-1974, αρχιμουσικός της Εθνικής Λυρικής Σκηνής επίσης σε μακρά περίοδο από το 1940 μέχρι το 1972 και ακόμη μουσικός διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (1954-1959). Θεωρείται ο δημιουργός του Τρίτου Προγράμματος της σημερινής ΕΡΤ.
   Στο έργο του περιλαμβάνονται πολλές συνθέσεις συμφωνικών έργων, μουσικής δωματίου, καθώς και σκηνική μουσική για αρχαίες τραγωδίες. Ως Αρχιμουσικός είχε διευθύνει όλες τις ελληνικές αλλά και πολλές ξένες ορχήστρες. Υπήρξε πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, του Εθνικού Συμβουλίου Μουσικής, καθώς και της Εφορείας της Στέγης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων. Υπήρξε επίσης μέλος κριτικών επιτροπών σε Διεθνείς Μουσικούς διαγωνισμούς όπως στη Βαρκελώνη, Γενεύη, Τεργέστη, Βουκουρέστι, Σόφια και Μόσχα.
   Ο Αντίοχος Ευαγγελάτος είχε τιμηθεί από τον Βασιλέα Παύλο με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α΄ και με τον Ταξιάρχη του Φοίνικα. Επίσης είχε τιμηθεί με Βραβείο Σύνθεσης της Ακαδημίας Αθηνών. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών και μιλούσε επίσης γερμανικά γαλλικά ιταλικά και αγγλικά.
   Γιος του είναι ο Σπύρος Ευαγγελάτος . Πέθανε στην Αθήνα στις 17 Δεκεμβρίου του 1981. Έναν χρόνο μετά το θάνατό του εκδόθηκε το βιβλίο του Γιώργου Λεωτσάκου Αντίοχος Ευαγγελάτος, όπου παρουσιάζεται το έργο του μουσουργού.

επάνω



επάνω

Γιάννης Κωνσταντινίδης (1903-1984).

Konstantinidis.jpg     Γεννήθηκε στην Σμύρνη. Έγραψε Οπερέτες, 2 σουίτες για ορχήστρα σε Δωδεκανησιακά θέματα, 2 έργα σε Μικρασιατικά θέματα, έργα για πιάνο όπως 44 παιδικά κομμάτια, 3 Σονάτες, κ.α. Επίσης ασχολήθηκε με το ελαφρό τραγούδι με το όνομα Κώστας Γιαννίδης,ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο πολύπλευρος συνθέτης Γιάννης Κωνσταντινίδης του Γεωργίου, για να ξεχωρίσει την δραστηριότητά του ως τραγουδοποιού. Ως Κώστας Γιαννίδης, ήταν ένας από τους διακεκριμένους Έλληνες μουσικοσυνθέτες, μαέστρους και πιανίστες, ιδίως του ελαφρού τραγουδιού.
   Γεννήθηκε στη Σμύρνη τον Αύγουστο του 1903. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια που λίγο πριν τη καταστροφή της Σμύρνης ήλθε στην Ελλάδα και συνέχισε σπουδές στη Γερμανία σε πιάνο και σύνθεση στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου και στο Ωδείο Στερν (1923-1931). Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα και εργάστηκε στο ελληνικό μουσικό θέατρο ως μαέστρος και συνθέτης την περίοδο 1932-1950 όπου και παρουσιάστηκε με το ψευδώνυμο Κώστας Γιαννίδης μετατρέποντας τη σειρά του ονοματεπωνύμου του.
   Ο Κώστας Γιαννίδης παρουσίασε πολλά έργα , οπερέτες, περίπου 50, μουσικές κωμωδίες και πολλές επιθεωρήσεις. Διετέλεσε Διευθυντής του τμήματος ελαφράς μουσικής του ΕΙΡ την περίοδο 1946-1952, καθώς και μουσικός διευθυντής στην ΥΕΝΕΔ την περίοδο 1952-1960.
   Έχει γράψει συμφωνικά έργα , κομμάτια για πιάνο, μουσική δωματίου, και πολλά τραγούδια. Είχε πάρει μέρος σε επιτροπές κρίσης διαφόρων φεστιβάλ ελαφρού τραγουδιού όπως στη Θεσσαλονίκη 1962-1967, στο Σπλιτ το 1968, Βουλγαρίας 1971-1975, Λουμπλιάνας 1974, κ.α. Τιμήθηκε με το Α’ Βραβείο του Φεστιβάλ Μεσογειακού Τραγουδιού της Βαρκελώνης με το εξαίρετο τραγούδι του Ξύπνα αγάπη μου (1960) που ερμήνευσε η Νανά Μούσχουρη, με το Γ’ Βραβείο του επόμενου έτους με το τραγούδι Τα δυο σου γκρίζα ματάκια που ερμήνευσε η Άτζελα Ζήλεια, καθώς και με το Α’ Βραβείο στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με το τραγούδι Αλυσίδες (1962) που ερμήνευσε η Καίτη Μπελίντα . Στον ελληνικό κινηματογράφο είχε επίσης αναλάβει τη μουσική επένδυση σε 7 ταινίες μεταξύ των οποίων στη Προσφυγοπούλα, Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Ο μεθύστακας κ.ά.
   Ο Κώστας Γιαννίδης υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και της Ένωσης Μουσουργών Ελλάδος. Μιλούσε γαλλικά και γερμανικά, και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα στις 17 Ιανουαρίου του 1984
   Σημαντικότερα από τα 100 περίπου τραγούδια του που είχαν σχεδόν όλα μεγάλη επιτυχία είναι τα: Συγγνώμη σου ζητώ, συγχώρεσέ με, Κάποιο μυστικό, Καλό σου ταξίδι, Θάρθω μια νύχτα με φεγγάρι, Λίγα λουλούδια αν θέλεις στείλε μου, Λες και ήταν χτες, Σπιτάκι μου παλιό, Σαν κι απόψε, Ερι-Ερήνη, Το τραγούδι της Μαρίνας, Λες και δεν είν' αλήθεια, Όταν γυρίζουν τα χελιδόνια, που υπήρξε και σπουδαία θεατρική παράσταση στο θέατρο Βέμπο, Τα δικά σου τα μάτια, Πάμε σαν άλλοτε, Για σένα μονάχα, Εκείνοι που δεν κλάψανε, "Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα", Βαρκαρόλα, "Κοιμήσου", "Όλο μου λες πως πια δε μ' αγαπάς", "Μη φύγεις", "Πέρσι τέτοιο καιρό", "Ας σταματήσουμε ως εδώ", Θα σε πάρω, θα με πάρεις, Ζητώ να σε ξεχάσω, Σ' αγαπώ , Ο Γιάννος κι η Παγώνα , Του Γιάννου η φλογέρα, Mια γυναίκα, Έτσι είν' η ζωή μωρό μου, Ο κουμπάρος κι η κουμπάρα, κ.λπ. Έγραψε επίσης μουσική για 7 ταινίες, μεταξύ των οποίων: Προσφυγοπούλα (1938), "Τελευταία αποστολή", "Οι Γερμανοί ξανάρχονται", "Ο μεθύστακας", κ.λπ. Τέλος, έγραψε κι ένα τουλάχιστον ρεμπέτικο, το περίφημο "Το τάβλι" ή "Τα νέα της Αλεξάντρας", σε δικούς του στίχους.

επάνω



επάνω

Νικόλαος Αστρινίδης (1921).

astrinidis.jpg   Ήταν Ελληνορουμάνος συνθέτης, αρχιμουσικός, πιανίστας, και παιδαγωγός. Θεωρείται ένας από τους τελευταίους αντιπροσώπους της εθνικής σχολής και από τους κορυφαίους Έλληνες συμφωνιστές της μεταπολεμικής περιόδου.
  Έλληνας της Βαλκανικής Διασποράς, ο Αστρινίδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Άκερμαν της Βεσσαραβίας στην Ρουμανία. Ο πατέρας του, μετανάστης από το Σκοπό της Ανατολικής Θράκης, δημιούργησε σημαντική περιουσία στην τσαρική Ρωσία.
    Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, κατέφυγε στη Βεσσαραβία, προσαρτημένη εκείνη την εποχή στην Ρουμανία, όπου παντρεύτηκε μια Ρουμανορωσίδα και απέκτησε τρεις γιους. Παρά την ισχυρή Ελληνική συνείδηση στην οικογένεια, κανείς δεν μιλούσε Ελληνικά.
    Ο συνθέτης μεγάλωσε στην κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα της μεσοπολεμικής Ρουμανίας και ήδη από την εφηβική του ηλικία έδειξε σημαντική κλίση στη μουσική. Ικανοποιώντας πατρικές επιθυμίες σπούδασε Χημεία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, ενώ ταυτόχρονα φοίτησε στο Ωδείο της ίδιας πόλης. Καταλυτική για την καλλιτεχνική του ανάπτυξη υπήρξε η επιρροή του Dinu Lipatti, που μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι, και τού πρόσφερε ιδιωτικά μαθήματα στο πιάνο και τη σύνθεση.
   Η έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου έφερε σύντομα χάος και στην Ρουμανία. Η Σοβιετική εισβολή του 1940 χώρισε την οικογένεια Αστρινίδη στα δύο. Μετά από κινηματογραφικές περιπέτειες, ο συνθέτης και οι γονείς του κατάφεραν να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή.
    Ο Αστρινίδης κατατάχθηκε στην Ελληνική Βασιλική Αεροπορία και υπηρέτησε στην 335η μοίρα καταδιώξεων υπό τον θρυλικό Βαρβαρέσο. Τα δύο χρόνια που πέρασε στο μέτωπο της Λιβύης υπήρξαν τα πλέον δραματικά για την έκβαση του πολέμου. Ένας τραυματισμός στο πόδι και η ακόλουθη παρασημοφόρηση (Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων) έφεραν τον συνθέτη στο Κάιρο, την πλέον κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα του κόσμου. Εκεί ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως πιανίστας και συνθέτης, δίνοντας περίπου 80 συναυλίες για τα Ελληνικά και Συμμαχικά στρατεύματα.
    Το 1944 έλαβε το Πρώτο Βραβείο Πιανιστικής Ερμηνείας και Σύνθεσης στο φημισμένο Eisteddfod Festival με την Κυπριακή Ραψωδία και τον επόμενο χρόνο (1945) διηύθυνε στην Όπερα του Καΐρου το συμφωνικό του έργο Οιδίπους Τύραννος.
   Μετά την αποστράτευσή του το 1947 πήγε στο Παρίσι, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Schola Cantorum παίρνοντας διπλώματα δεξιοτεχνίας πιάνου και σύνθεσης με βαθμό άριστα. Σχεδόν αμέσως άρχισε συνεχείς περιοδείες ως πιανίστας σε όλο τον κόσμο δίνοντας περισσότερες από 3000 συναυλίες είτε ως σολίστ είτε σε σύμπραξη με άλλους καλλιτέχνες.
    Συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με τον βιολοντσελίστα Bernard Michelin και με τους βιολονίστες Christian Ferras, Henryk Szeryng και Jacques Thibaud, ενώ έχει ηχογραφήσει στους ραδιοφωνικούς σταθμούς των περισσότερων μεγάλων πρωτευουσών του κόσμου. Συμμετείχε, επίσης, στα Φεστιβάλ Αθηνών και Οχρίδας. Το 1949 ο μουσικός οίκος "Ricordi Ameri-cana" εξέδωσε έργα του για πιάνο.
    Η α' εκτέλεση του συμφωνικού του ποιήματος "Ο Πύργος της Μοναξιάς" δόθηκε στο Theatre des Champs-Elysees, στο Παρίσι, το 1950 από την Οrchestre de la Societe des Concerts du Conservatoire και αναμεταδόθηκε από το Εθνικό Δίκτυο της Γαλλικής Ραδιοφωνίας. Επίσης, το έργο του "Fantaisie Concertante" για βιολί και πιάνο εκτελέστηκε στην Salle Gaveau στο Παρίσι το 1951 και στο Φεστιβάλ του Αμβούργου το 1952.
    Στην τριετία 1959-1962 βρέθηκε σχεδόν μόνιμα στη Μαρτινίκα των Γαλλικών Αντιλλών, όπου ύστερα από εντολή της Γαλλικής Κυβέρνησης μαζί με την Colette Frantz ίδρυσαν και διηύθυναν μουσική σχολή, ενώ ο ίδιος ίδρυσε και διηύθυνε την Ορχήστρα Δωματίου των Γαλλικών Αντιλών. Από το 1965 και ως το 1986 ήταν διευθυντής της Φιλαρμονικής και της Μικτής Χορωδίας του Δήμου Θεσσαλονίκης.
   Τον επόμενο χρόνο (1966) παρουσίασε στα "Α' Δημήτρια" τα ορατόριά του "Άγιος Δημήτριος" και "Κύριλλος και Μεθόδιος". Στα πλαίσια της ίδιας διοργάνωσης εκτελέστηκαν το ορατόριό του "Ψαλμοί" (1968) και η "Συμφωνία 1821" (1971). Από το 1970 έχει πραγματοποιήσει 15 περίπου περιοδείες με την τριπλή του ιδιότητα στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.
   Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Μουσικής Εταιρείας Βορείου Ελλάδος, ενώ διετέλεσε και μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της κίνησης για τη δημιουργία Όπερας στη Θεσσαλονίκη, διηύθυνε μερικές από τις πρώτες παραστάσεις της Όπερας Θεσσαλονίκης , ενώ αργότερα ίδρυσε και διηύθυνε τις παραστάσεις της Όπερας Δωματίου Βορείου Ελλάδος.
   Από το 1979 διευθύνει τη Μαντολινάτα Θεσσαλονίκης και από το 1980 είναι διευθυντής του Μακεδονικού Ωδείου Θεσσαλονίκης. Έχει τιμηθεί με το Μετάλλιο του Τάγματος Γεωργίου Α' (1962). Είναι μέλος της Γαλλικής "Ένωσης Συγγραφέων, Συνθετών και Μουσικών Εκδοτών" (S.A.C.E.M., Παρίσι), της "Διεθνούς Εταιρείας Σύγχρονης Μουσικής"(Παρίσι) και της "Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών"- Αθήνα.
    Το συνθετικό του έργο, αναγνωρισμένο ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '40, περιλαμβάνει ορατόρια, συμφωνικά έργα, συνθέσεις για πιάνο, και μουσική δωματίου, σκηνική μουσική και τραγούδια, ενώ πρόσφατα αποτέλεσε θέμα διπλωματικής εργασίας στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Συναυλίες αποκλειστικά αφιερωμένες στο έργο του έχουν δοθεί σε πολλές πόλεις του κόσμου.
   Η διεθνής σταδιοδρομία του Αστρινίδη (1947-1964) υπήρξε εντυπωσιακότατη, περιλαμβάνοντας περίπου 3000 συναυλίες σε τέσσερις ηπείρους, συνεργασίες με κορυφαίους σολίστ (Jacques Thibaud, Henryk Szeryng) και πρεμιέρες σε σημαντικές αίθουσες και φεστιβάλ. Οι συνεχείς μετακινήσεις όμως περιόρισαν τη συνθετική του δραστηριότητα. Μολονότι η εγκατάσταση στη Θεσσαλονίκη τον έκοψε από τη διεθνή σκηνή, τού πρόσφερε χρόνο να συνθέσει μεγάλα συμφωνικά έργα σε θέματα της προτίμησής του. Επίσης είχε την ευκαιρία να πρωτοπορήσει στη δημιουργία καλλιτεχνικών δεσμών με Βαλκάνιες χώρες, ιδιαίτερα τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.
    Για 21 χρόνια διετέλεσε αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής Ορχήστρας Δήμου Θεσσαλονίκης. Στις 14 Μαρτίου του 1990 έγινε συναυλία προς τιμήν του με τις Μαρία Τάνη, Έφη Χατζηδημητρίου και άλλες καλλιτέχνιδες από τη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει χορωδία με το όνομα του. Επίσης ήταν καλλιτεχνικός σύμβουλος στην Κυπριακή Ακαδημία μουσικής.
   Έγραψε τα έργα Άγιος Δημήτριος, Κύριλλος και Μεθόδιος, Νεανικά χρόνια του Μέγα Αλέξανδρου, Κυπριακή ραψωδία (1944-1945), Δύο κομμάτια σε ελληνικό ύφος, Συμφωνία 1821 κ.α.
    Τη συστηματική καταγραφή και μελέτη του έργου του έχει αναλάβει ο Δρ. Ηλίας Χρυσοχοΐδης, συγγραφέας της διπλωματικής εργασίας Το συνθετικό έργο του Νίκου Αστρινίδη: Μια πρώτη προσέγγιση (Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, 1992) και της μονογραφίας Νίκος Αστρινίδης (1921-2010): Βιογραφία - Κατάλογος έργων.

επάνω



επάνω

Νίκος Σκαλκώτας (1904 - 1949)

skalkotas.jpg     Υπήρξε μαθητής των Kurtweil και Σαίνμπεργκ. Χρησιμοποίησε το δωδεκάφθογγο σύστημα με μια δική του άποψη, ενώ παράλληλα εργάζεται σε μια πιο ελεύθερη τεχνική απ’ αυτή του σειραϊσμου. Άνήκει στους καθαρά ΕΞΠΡΕΣΙΟΝΙΣΤΕΣ, μαζί με την Νέα σχολή της Βιάννης: (Σαίνμπεργκ, Άλμπαν Μπεργκ, Άντον Φον Βέμπερν).
    Το έργο του, περιλαμβάνει πάνω από 170 έργα (κοντσέρτα, συμφωνικές σουίτες, μουσική δωματίου, χορούς και τραγούδια, έργα για πιάνο, Σκηνική μουσική, Τραγούδια, Θεωρητικά, ορχηστικά 2 συμφωνικές σουίτες, την εισαγωγή της όπερας Η επιστροφή του Οδυσσέα, Χοροδράμματα όπως Η λυγερή κι ο χάρος, κλπ.
    Αλλα στοιχεία: με το Νίκο Σκαλκώτα, ανοίγεται ένα καινούργιο κεφάλαιο στη λόγια μουσική μας ιστορία. Ο Νίκος Σκαλκώτας γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1904 και πέθανε στην Αθήνα το 1949. Αν και έζησε μόλις 45 χρόνια, άφησε ένα υψηλής ποιότητας και επιβλητικό σε όγκο έργο, που η ‘’ανακάλυψή’’ του, η οποία έγινε μετά το θάνατο του συνθέτη, δημιούργησε ένα απροσδόκητο ενδιαφέρον στους μουσικούς πρωτοποριακούς κύκλους της Ευρώπης (και αργότερα και της Ελλάδας).
   Το έργο του, στο μεγαλύτερο μέρος του ακολουθεί, με αυστηρή συνέπεια τα νεότερα μουσικά συστήματα και μπολιάζει τη νεοελληνική μουσική με τις σύγχρονες μουσικές τάσεις. Για πρώτη φορά έλληνας συνθέτης χρησιμοποιεί, συστηματικά, τόσο ριζοσπαστικά εκφραστικά μέσα, διαμετρικά αντίθετα με τη μέχρι τότε ελληνική μουσική δημιουργία.
    Εκτός από ορισμένες συνθέσεις του, γραμμένες στο γνωστό τονικό ή τροπικό σύστημα (όπως οι 36 Ελληνικοί χοροί για ορχήστρα), ο Σκαλκώτας ακολουθεί μ’ ένα ιδιότυπο, προσωπικό ύφος, το δωδεκάφθογγο σύστημα του Σένμπεργκ. Ο Στραβίνσκυ και ο Μπάρτοκ έχουν επίσης συμβάλει στη διαμόρφωση του ύφους του.
   Ο Σκαλκώτας από την ηλικία των πέντε ετών άρχισε να μαθαίνει βιολί με τον θείο του και το 1910 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα (από τη Χαλκίδα), για να του προσφέρει την ευκαιρία πληρέστερης μουσικής μόρφωσης. Γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών και το 1918 αποφοίτησε με την ανώτατη διάκριση (Χρυσό Μετάλλιο) για την ερμηνεία του στο Κοντσέρτο για βιολί του Μπετόβεν. Τα επόμενα χρόνια έπαιζε βιολί σε διάφορες εκδηλώσεις, ενώ ποιήματά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Νουμάς.
   Το 1921 λαμβάνει υποτροφία από το Ίδρυμα Αβέρωφ για ανώτερες σπουδές βιολιού στο Βερολίνο. Γρήγορα, όμως, θα προσανατολιστεί στη σύνθεση, με δασκάλους τον Κουρτ Βάιλ, τον Φίλιπ Γιάρναχ και τον πάπα της πρωτοπορίας Άρνολντ Σένμπμπεργκ, ο οποίος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα. Μαζί του έμεινε ως το 1931, χάρη σε νέα υποτροφία που του προσέφερε ο Εμμανουήλ Μπενάκης. Παράλληλα, έπαιζε βιολί σε ελαφρές ορχήστρες για να συμπληρώνει το εισόδημά του.
    Το 60% των προχωρημένων έργων του ακολουθεί ένα δικής του επινόησης δωδεκαφθογγικό σύστημα, ενώ το 40% ανήκει σε άλλα σειραϊκά, ελεύθερα συστήματα σύνθεσης. Μετά το θάνατό του, με την ίδρυση της Εταιρίας φίλων του Σκαλκώτα και αργότερα του Ελληνικού Συνδέσμου Σύγχρονης Μουσικής (ΕΣΣΥΜ), η μουσική αυτή, δωδεκάφθογγη και σειραϊκή, γνώρισε μια σχετικά σημαντική άνθηση και δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι δημιουργήθηκε στην Ελλάδα μια πλούσια και σύγχρονη μουσική σχολή. Σήμερα, ο Νίκος Σκαλκώτας θεωρείται ένας από τους σημαντικούς συνθέτες του 20ου αιώνα διεθνώς.

επάνω



ΑΛΛΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ


επάνω




επάνω

Πέτρος Πετρίδης (1892 - 1977)


petridis.jpg     Χαρακτηριστικό του η σύνθετη αρμονική και αντιστικτική του σκέψη.
Σημαντικός επίσης θεωρείται και ο Νεζερίτης ενώ την ίδια εποχή έδρασαν και πολλοί άλλοι συνθέτες.
Μεταξύ των έργων του η "Ζεφύρα"












επάνω



επάνω

Γεώργιος Πονηρίδης (1892 - 1982).

poniridis.jpg     Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (Χαλκηδόνα Βοσπόρου). Έγραψε 1 συμφωνικό ποίημα Η χώρα που δεν πεθαίνει, 2 συμφωνίες, Λάζαρος, 3 Βυζαντινές μελωδίες.

















επάνω



επάνω

Θεόδωρος Σπάθης (1883-1943)

Spathis.jpg Μεταξύ των έργων του:

Κυρά Φροσύνη
Ο Λάμπρος με τη Θυγατέρα του















επάνω



επάνω

Ανδρέας Νεζερίτης (1897-1980)


nezeritis.jpg Μεταξύ των έργων του:

Βασιλιάς ανήλιαγος (1948)
Ηρώ και Λέανδρος (1970)















επάνω



επάνω

Θεόδωρος Καρυωτάκης (1903 - 1978).

Uknown.jpg     Γεννήθηκε στο Άργος. Μαθήτευσε κοντά στον Δ. Μητρόπουλο και στον Μ. Βάρβογλη. Έγραψε Όπερες όπως την Όπερα του φεγγαριού Το λουλούδι, το Επικό τραγούδι, κ.α.














επάνω



επάνω

Σόλων Μιχαηλίδης (1905-1979).

michaelidis.jpg     Γεννήθηκε στην Λευκωσία. Έγραψε την Όπερα Οδυσσέας, το Μπαλλέτο Ναυσικά, έργα για ορχήστρα, Θεωρητικά, τα συμφωνικά ποιήματα Το πανυγύρι της Κακάβας και Η ζωή εν τάφω, κλπ.







επάνω



ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

επάνω



επάνω

Γιάννης Χρήστου (1926-1970).

Xristouu.jpg     Έγραψε Απόπειρες πρώτο εκτελέσεως όπως η Αναπαράστασις: Άστρον κατ’οίδαν Νύκτερον ομήγηρην, Λατινική Λειτουργία, το Ορατόριο Πύρινες Γλώσσες, κλπ.
   Ήταν επίσης ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και φιλοσόφους της μουσικής του 20ού αιώνα, διεθνώς γνωστός ως Jani Christou. Κύριο χαρακτηριστικό της ζωής και του έργου του ήταν οι έντονες φιλοσοφικές και μεταφυσικές του ανησυχίες, τις οποίες συσχέτιζε άμεσα με την μουσική, προσπαθώντας να αναδείξει την πανανθρώπινη θρησκευτική, μεταφυσική και μυστικιστική της διάσταση, πέραν από ιστορικές περιόδους, τεχνοτροπίες, πολιτισμούς και συγκεκριμένα θρησκευτικά δόγματα.
    Έχοντας βαθιές γνώσεις φιλοσοφίας, ψυχολογίας, θρησκειολογίας, κοινωνικής ανθρωπολογίας, Ιστορίας της Τέχνης αλλά και αποκρυφισμού, ανέπτυξε το δικό του φιλοσοφικό σύστημα και τη δική του ορολογία για μια μεταφυσική της μουσικής και προσπάθησε ιδιαίτερα με τα τελευταία του έργα να υλοποιήσει τις ιδέες του σε ένα ευρύτερο μεταμουσικό πλαίσιο, όπου η μουσική ήταν κάτι πέρα από μουσική, συνεργαζόμενη με πολλές τέχνες με ένα νέο, υπερβατικό και λυτρωτικό τρόπο.


επάνω



επάνω

Θεόδωρος Αντωνίου (1935).


Antoniou.jpg Μεταξύ των έργων του:

 Κονσέρτο για βιολί, Μικρογραφίες για ορχήστρα, Διαμαρτυρίες 1 & 2, την πρωτοποριακή δημιουργία Κασσάνδρα, κλπ.















επάνω




επάνω

Μιχάλης Αδάμης (1929).


adamis.jpg Μεταξύ των έργων του:

 Βυζαντινά πάθη, Γέννεση, Αποκάλυψη, Μοιρολόι, κλπ.















επάνω



επάνω

Γεώργιος Σισιλιάνος (1922).


Sicilianos.jpg     Μεταξύ των έργων του:

    1 Συμφωνία, 2 Κονσέρτα, Μπαλέττα, κ.α.


















επάνω



επάνω

Ιωάννης Ιωαννίδης (1930)

Ioannidis.jpg     Ήταν μαθητής του Ωδείου Αθηνών και της μουσικής Ακαδημίας της Βιέννης. Έχει σπουδάσει Πιάνο, Θεωρητικά, Διεύθυνση ορχήστρας, Τσέμπαλο, Εκκλησιαστικό όργανο και σύνθεση.
    Διεύθυνε πολλές ορχήστρες στην Ευρώπη και στην Αμερική. Έχει πολλές διακρίσεις και βραβεία. Το 1968 συστηματοποιεί την Νέα ομοφωνία. Στη Βενεζουέλα διέπρεψε ως αρχιμουσικός και καθηγητής σύνθεσης.
    Υπήρξε και είναι καλλιτεχνικός διευθυντής σε ιστορικά Ωδεία. Το 1982 ανέλαβε την διεύθυνση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Ίδρυσε την Ορχήστρα Νέων και ανασυγκρότησε την χορωδία Αθηνών.
    Τέλος, είναι μουσικός σύμβουλος στο Υπουργείο Πολιτισμού.
    Έγραψε έργα για πιάνο, μουσική δωματίου, Τρίπτυχο για ορχήστρα, Μεταπλάσεις, Τροπικό για ορχήστρα, τραγούδια κλπ.




επάνω




επάνω

Δημήτρης Δραγατάκης (1914-2001)

dragatakis.jpg











επάνω



επάνω

Γιάννης Παπαϊωάννου (1910-1989).

Uknown.jpg Γεννήθηκε στην Καβάλα.
 Έγραψε 5 Συμφωνίες, το Συμφωνικό ποίημα Ο όρθρος των ψυχών, Κονσέρτα, Ορχηστικά έργα όπως Οι κουρσάρικοι χοροί, Σκηνική μουσική, Μουσική δωματίου, κ.α.












επάνω




   Άλλοι συνθέτες που ακολουθούν στο έργο τους τις σύγχρονες μουσικές τάσεις είναι: ο Αργύρης Κουνάδης (1924 – 2011), ο Απέργης Γιώργος (γενν. 1945), ο Τερζάκης Δημήτρης (γενν. 1938), ο Βλαχόπουλος Γιάννης (γενν.1939), ο Χαλιάσας Ιάκωβος (1920-2001) ο Στέφανος Βασιλειάδης  (1933 – 2004), ο Γιώργος Κουρουπός (γενν. 1942), ο Κυριάκος Σφέτσας (γενν. 1945), ο Γιώργος Ζερβός (γενν. 1947),  ο Χάρης Ξανθουδάκης (γενν. 1950), ο Μιχάλης Τραυλός (γενν. 1950), ο Χρήστος Χατζής (γενν. 1953), ο Κώστας Μόσχος, ο Γιάννης Μεταλλινός (γενν. 1959), ο Γιώργος Κουμεντάκης (γενν. 1959) και πολλοί άλλοι.

επάνω



Στοχαστική μουσική

    Βασικό στοιχείο της μουσικής αυτής είναι η έννοια της μάζας. H ηχητική μάζα του Ξενάκη είναι ένα είδος γαλαξία, ένα είδος νεφελώματος, που αποτελείται από πολλά και ποικίλα στοιχεία (επεισόδια ή ήχους), των οποίων η οργάνωση και η κίνηση έχουν σχέση με την πυκνότητα (πόσα στοιχεία ανά δευτερόλεπτο), με την τοποθέτησή τους ανά ύψος και με τον τρόπο σύνταξής τους (με ποια σειρά, δηλ. πυκνότητα-ύψος).

επάνω




επάνω

Ιάννης Ξενάκης (1922-2001)

xenakis.jpg     Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα, διεθνώς γνωστός ως Iannis Xenakis.
    Οι πρωτοποριακές συνθετικές μέθοδοι που ανέπτυξε συσχέτιζαν τη μουσική και την αρχιτεκτονική με τα μαθηματικά και τη φυσική , μέσω της χρήσης μοντέλων από τη θεωρία των συνόλων , τη θεωρία των πιθανοτήτων , τη θερμοδυναμική , τη Χρυσή Τομή , την ακολουθία Φιμπονάτσι κ.ά.
    Παράλληλα, οι φιλοσοφικές του ιδέες για τη μουσική έθεσαν καίρια το αίτημα για ενότητα φιλοσοφίας, επιστήμης και τέχνης , συμβάλλοντας στο γενικότερο προβληματισμό για την κρίση της σύγχρονης ευρωπαϊκής μουσικής των δεκαετιών του 1950 και 1960.



επάνω



επάνω

ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ:

Επτανησιακή σχολή
    Η μουσική τους είναι επηρεασμένη από την ιταλική μουσική του 19ου αι.
και αποτελείται κυρίως από όπερες και τραγούδια.
Σημαντικοί εκπρόσωποι της μουσικής αυτής
ήταν ο Νικόλαος Χαλκιόπουλος-Μάντζαρος και ο Σπυρίδων Σαμάρας

Νικόλαος Χαλκιόπουλος-Μάντζαρος
    Συνθέτης του Ελληνικού Εθνικού Υμνου

Σπυρίδων Σαμάρας
 
Συνθέτης του Ολυμπιακού Υμνου

Διονύσιος Λαυράγκας
    Ιδρυσε και καθιέρωσε το Ελληνικό Μελόδραμα

Γεώργιος Λαμπελέτ
    Επηρέασε τα μουσικά πράγματα με θεωρητικά κείμενα, που δημοσίευσε

Θεόφραστος Σακελλαρίδης
    Ένας από του πρωτεργάτες της Ελληνικής Οπερέτας

Οι συνθέτες της Ελληνικής Εθνικής Σχολής εμπνέονται,
    αφενός από τους εκκλησιαστικούς ύμνους και το δημοτικό τραγούδι
και αφετέρου από την επτανησιακή μουσική παράδοση.

Μανώλης Καλομοίρης
    Θεωρείται ο θεμελιωτής της Ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής

Σύγχρονη Ελληνική Εθνική Μουσική Σχολή
   Κατά τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα, νέοι δρόμοι ανοίγονται
με το συνθετικό έργο του Δημήτρη Μητρόπουλου, ο οποίος κατέχει
ξεχωριστή θέση στην οικογένεια των ελλήνων μουσικών.
Το έργο του διαφέρει ριζικά από το έργο των συνθετών της Εθνικής Μουσικής Σχολής,
αφού είναι κύρια επηρεασμένο από τον Κλωντ Ντεμπυσύ και τις νεότερες μουσικές τάσεις.

Νίκος Σκαλκώτας
    Εισάγει νέες τάσεις στη σύνθεση της μουσικής, εμπνευσμένος από τη μαθητεία του
κοντά στο σπουδαίο δωδεκαφθογγιστή συνθέτη Άρνολντ Σαίνμπεργκ.
Στο έργο του χρησιμοποίησε στοιχεία της ελληνικής δημοτικής μουσικής
μέσα από την τονική, ατονική και δωδεκάφθογγη μουσική γραφή.

Στοχαστική μουσική
    Βασικό στοιχείο της μουσικής αυτής είναι η έννοια της μάζας.
H ηχητική μάζα του Ξενάκη είναι ένα είδος γαλαξία, ένα είδος νεφελώματος,
που αποτελείται από πολλά και ποικίλα στοιχεία (επεισόδια ή ήχους),
των οποίων η οργάνωση και η κίνηση έχουν σχέση με την πυκνότητα (πόσα στοιχεία ανά δευτερόλεπτο),
με την τοποθέτησή τους ανά ύψος και με τον τρόπο σύνταξής τους (με ποια σειρά, δηλ. πυκνότητα-ύψος).

Ιάννης (Γιάννης) Ξενάκης
    Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα.
Βασική ιδέα της μουσικής του είναι ο μετασχηματισμός των διαφόρων μαθηματικών σχέσεων,
που εκφράζουν το σύμπαν, σε μουσικούς ήχους, με τη χρήση για αυτόν τον σκοπό
ενός συνόλου εργαλείων.


 Επάνω

 Αρχική σελίδα  Ηλεκτρονική τάξη  Τάξεις  Υλικό  Ενότητες  Μαθήματα


ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ:
Επάνω

1η εργασία:

Μονάδες = 1
ATOMIKH
Επάνω

Τα βήματα της άσκησης είναι υποχρεωτικά!

Βήμα 1ο:
Ψάξτε στο internet να βρείτε την περίληψη
απ' την υπόθεση μιας όπερας οποιουδήποτε
συνθέτη από αυτούς που αναφέρονται στο μάθημα.
Αντιγράψτε την περίληψη και επικολλήστε την
σε ένα καινούργιο αρχείο κειμένου,
μαζί με τον τίτλο της όπερας.

Βήμα 2ο:
Βρείτε στο internet ένα site το οποίο να έχει
ένα στιγμιότυπο από την όπερα
ή βίντεο με ολόκληρη την όπερα
ή φωτογραφίες από παράσταση της όπερας
ή αρχείο ήχου από την όπερα.
Αντιγράψτε το Link και επικολλήστε το
στο αρχείο κειμένου που δημιουργήσατε στο 1ο βήμα.

Βήμα 3ο:
Ονομάστε το αρχείο κειμένου που χρησιμοποιήσατε
στα παραπάνω βήματα με την ονομασία:

c-a2-1-1-GREEKOPERA

και καταθέστε το αρχείο στον ηλεκτρονικό σας φάκελο.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ

επάνω


2η εργασία:

Μονάδες = 2
ATOMIKH
Επάνω

Επιλέξτε έναν από τους συνθέτες του μαθήματος
και κάντε μια πολύ μικρή περίληψη
η οποία να περιέχει μόνο τα πάρα πολύ σημαντικά
στοιχεία από την δράση και το έργο του.
Εάν δεν σας ικανοποιούν ή δεν σας αρκούν τα στοιχεία
που περιέχονται σε αυτό το μάθημα
τότε βρείτε στοιχεία στο internet.
Όμως το όνομα του συνθέτη πρέπει να είναι
ένα από αυτά τα ονόματα που αναφέρονται σε αυτό το μάθημα.
Βάλτε την περίληψη σε ένα αρχείο κειμένου
με ονομασία

c-a2-2-2-GREEKCOMPOSER

και καταθέστε το αρχείο στον ηλεκτρονικό σας φάκελο.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ

επάνω


3η εργασία:

Μονάδες = 3
ATOMIKH
Επάνω

Επιλέξτε έναν από τους συνθέτες του μαθήματος
και κάντε μια παρουσίαση Power Point
η οποία να παρουσιάζει την δράση και το έργο του.
Εάν δεν σας ικανοποιούν ή δεν σας αρκούν τα στοιχεία
που περιέχονται σε αυτό το μάθημα
τότε βρείτε στοιχεία στο internet.
Όμως το όνομα του συνθέτη πρέπει να είναι
ένα από αυτά τα ονόματα που αναφέρονται σε αυτό το μάθημα.

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ
ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ ΣΑΣ ΜΕΣΑ ΣΕ ΦΑΚΕΛΟ.
Ο ΦΑΚΕΛΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΟΝΟΜΑ

Ca2-3GRPPT

Εάν θελετε να συμπεριλάβετε εικόνες ή βίντεο ή ότι άλλο επιθυμείτε
μέσα στην παρουσίαση που θα φτιάξετε,
τότε πρέπει πρώτα να βάλετε αυτά τα αρχεία μέσα στον φάκελο
και μετά να τα συμπεριλάβετε μέσα στην παρουσίαση,
αλλιώς δεν θα μπορεί να τα δει κανείς όταν ανοίξει την παρουσίαση σας
και η εργασία θα θεωρηθεί άκυρη!

Ονομάστε το αρχείο της παρουσίασης

c-a2-3-3-GREEKPPT

και καταθέστε ολόκληρο τον φάκελο που περιέχει την παρουσίαση
μαζί με τα αρχεία εικόνων και ότι άλλο αρχείο χρησιμοποιήσατε
στον ηλεκτρονικό σας φάκελο.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ



4η εργασία:

Μονάδες = 2
ATOMIKH
Επάνω

Κατεβάστε και συμπληρώστε το παρακάτω ερωτηματολόγιο:

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
με όνομα αρχείου Ca2-4-2-GRSCHOOLS.rtf
Link για κατέβασμα:
https://drive.google.com/file/d/0B-XzR7PqZaWlc2x4WjBFLXdOT0U/view?usp=sharing

αφού πατήσετε το Link κάντε κλικ στο "κατέβασμα" ή "download" ή "Λήψη" του αρχείου.

ΜΗΝ ΑΛΛΑΞΕΤΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ
και καταθέστε το στον ηλ. φακελό σας.


ΚΑΤΑΘΕΣΗ



5η εργασία:

Μονάδες = 4
ATOMIKH
Επάνω

Παρακολουθήστε την οπερέτα
"Ο βαφτιστικός"
του Θεόφραστου Σακελλαρίδη
από εδώ:

ΟΠΕΡΕΤΑ "Ο BAΦΤΙΣΤΙΚΟΣ" του ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΗ
https://www.youtube.com/watch?v=pBAsotSMG0A

ή από εδώ:

https://drive.google.com/file/d/0B-XzR7PqZaWlQ29nTlVmU2h1aUk/view?usp=sharing

Δημιουργήστε ένα αρχείο κειμένου
με όνομα c-a2-5-4-VAFTISTIKOS και γράψτε:

α) την περίληψη της υπόθεσης

β) Ποια άρια σας άρεσε περισσότερο
(σε ποιο σημείο σε ωω:λλ βρίσκεται)

γ) Ποιο είναι το όνομα του Βαφτιστικού στο έργο

δ) Ποιο είναι το όνομα του σύζυγου της νονάς

ε) Γιατί δεν άρεσε του θείου συνταγματάρχη η ομελέτα

στ) Γιατί δεν άρεσε του θείου συνταγματάρχη
που ήρθε στο σπίτι ο "ψεύτικος" Χαρμίδης

- Πριν από κάθε απάντηση να πληκτρολογήσετε α), β) γ)...κλπ.

- Πριν από κάθε απάντηση να γράψετε και την ερώτηση!

- Οι απαντήσεις να μην είναι ανακατεμένες

καταθέστε το αρχείο στον ηλ. φακελό σας


ΚΑΤΑΘΕΣΗ



Επάνω

 Αρχική σελίδα  Ηλεκτρονική τάξη  Τάξεις  Υλικό  Ενότητες  Μαθήματα