Αλεξάνδρεια, εποχή των Πτολεμαίων, 3ος αιώνας π.Χ. Μια Αίγυπτος, ισχυρή, κυρίαρχη, κοιτίδα του πολιτισμού. Μια βασίλισσα που θυσιάζει τις χρυσές πλεξούδες της στη θεά Ίσιδα προκειμένου να γυρίσει ο άντρας της ζωντανός από την εκστρατεία. Ένας μονάρχης, στο απόγειο της δύναμής του, που αναζητά τη γνώση στα βιβλία. Κι ένας μαθηματικός, πανεπιστήμονας και παιδαγωγός, που αναρωτιέται πόσο μεγάλη είναι η Γη.
Με φόντο τις συνωμοσίες και τους έρωτες της αυλής των Πτολεμαίων και με αφορμή την ιστορία της πρώτης μέτρησης της Γης από τον Ερατοσθένη, ο Ντενί Γκετζ μας δίνει ένα μυθιστόρημα που καθρεφτίζει την αστείρευτη ανάγκη του ανθρώπου για γνώση.

ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο συγγραφέας, ο οποίος , μεταξύ των άλλων, είναι μαθηματικός, καθηγητής Ιστορίας - Επιστημολογίας στο Πανεπιστήμιο Paris VIII, σεναριογράφος και ερευνητής του κινηματογραφικού φαινομένου, ανήκει στους γνήσιους εκείνους απογόνους του Πυθαγόρα που πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι πρωτίστως μια σειρά μαθηματικών σχέσεων, οι οποίες μας καλούν συνεχώς να τις διερμηνεύουμε και να τις συσχετίζουμε με φρόνηση και περίσκεψη με τα υπόλοιπα δρώμενα της σκηνής του βίου. Τα μαθηματικά απαιτούν την προσοχή μας ανά πάσα στιγμή και θέλουν να μας μυήσουν, ενίοτε εξ απαλών ονύχων, στην εσώτατη πτυχή των πραγμάτων. Πρόκειται για τις γνωστές θέσεις που ενστερνίζονται οι χαρακτήρες ενός παλαιότερου βιβλίου του Ντενί Γκετζ, που φέρει τον παράδοξο τίτλο Το θεώρημα του παπαγάλου. Κυκλοφόρησε στην γλώσσα μας από τις εκδόσεις «Πόλις», από τον ίδιο μεταφραστή, το 1999. Σημείωσε μάλιστα εξαιρετική επιτυχία όχι μόνον εδώ, αλλά και σε άλλες δώδεκα χώρες. Ισως γιατί η άλγεβρα και η γεωμετρία εξακολουθούν να παραμένουν οι προσφιλέστερες ερωμένες των απανταχού εκάστοτε δημιουργικών πνευμάτων, και όχι μόνον.

Επανερχόμενος στο προσφιλές πεδίο των κειμενικών του εφαρμογών, ο οτρηρός συγγραφέας επιλέγει αυτή τη φορά ως πρωτεύοντα αφηγηματικό χαρακτήρα έναν διαρκώς αναστοχαζόμενο νου, τον πρωτοπόρο για τα δεδομένα της αρχαιότητας Ερατοσθένη. Είναι αυτός που διατύπωσε κατά τρόπο κομψό, αλλά και εξαιρετικά ευφυή μια σειρά σημαδιακών μαθηματικών προτάσεων. Μερικές μάλιστα αποδείχτηκαν πλήρως μετά την πάροδο πολλών αιώνων. Οπως φέρ ειπείν συνέβη με εκείνη που ορίζει ότι από όλες τις κλειστές επιφάνειες με σταθερό εμβαδόν, μεγαλύτερο όγκο περικλείει μόνον η σφαίρα. Εξού και το περίφημο «Πρόβλημα της Διδούς». Ο Γερμανός Χέμαν Αμάντους Σβαρτς, μόλις το 19ο αιώνα, κατέδειξε το λόγο της ερατοσθενικής αλήθειας.

Τα Αστέρια της Βερενίκης, τα οποία κατατάσσονται κατ αρχήν στα ιστορικά μυθιστορήματα αξιώσεων, συνιστούν από πολλές απόψεις μια καλώς οργανωμένη αναπαράσταση του κλίματος της εποχής, όπου έδρασε ο λυσιτελής μαθηματικός, αλλά και έναν εμπεριστατωμένο ύμνο στην ορθοτομούσα διάνοια, η οποία εξ ορισμού οφείλει να συνέχει τον Homo sapiens. Εχοντας ως ικανά και αναγκαία εφόδια την έως σήμερα ευρύτερη γνωσιολογική παρακαταθήκη των συναφών αξιόπιστων πηγών και με την ομολογούμενη πείρα των προγενέστερων δόκιμων καταθέσεών του, ο συγγραφέας προσδιορίζει επιτυχώς τα πολιτισμικά αίτια και τα επιστημονικά αιτιατά, τα οποία διαμόρφωσαν, από την πλευρά τους, την ελληνιστική ιδιοπροσωπία. Από εκεί προκύπτουν κατ ακολουθίαν και οι επαρκείς απαντήσεις στα σχετικά, εύλογα βεβαίως, ερωτήματα όλων σχεδόν των σπουδαστών της ιστορίας των επιτευγμάτων του ανθρώπου: Γιατί τότε; Γιατί έτσι; Γιατί αυτός/ή;

Οι ακίνδυνες αλλά και οι μοιραίες εμμονές ορισμένων Πτολεμαίων, η σύμπτωση - σύμπτυξη πολλών εθνολογικών παραμέτρων στο λιμάνι, ομφαλό των πνευματικών αναζητήσεων της εποχής, την Αλεξάνδρεια, η σημασία της οργάνωσης της Μεγάλης Βιβλιοθήκης της, το αίτημα της ανέγερσης του περιώνυμου, αρχετυπικού Φάρου της, αλλά και οι καθοριστικές εμφύλιες τριβές των επιγόνων, στους οποίους περιήλθε η ουτοπία (ή πραγματικότητα) του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συναποτελούν τους επιφανείς δείκτες της αφηγηματικής ανέλιξης. Η ζωή είναι περισσότερο αίνιγμα παρά υλικό άμετρης απόλαυσης. Η δε ηδονή που εκλύει η επίλυση του κάθε βασανιστικού μαθηματικού προβλήματος είναι μια οριακή εμπέδωση της φιλοσοφίας των αριθμών. Το παν άλλωστε είναι τελεσίδικα καταχωρισμένο σε μια μοναδική εξίσωση.

Οι ιδέες αυτές προτάσσονται συνεχώς: ο Ερατοσθένης του Ντενί Γκετζ είναι η εμβληματική προσωποποίηση της πρωτότυπης, εξίσου μεθοδικής σκέψης. Ταυτοχρόνως αποτελεί μιαν ευσύνοπτη εκδοχή της προ-αναγεννησιακής ύπαρξης, εφόσον διαβλέπει σταθερά στις κρίσιμες λεπτομέρειες του μικρόκοσμου την καλώς συγκερασμένη υπερδομή του μεγάκοσμου.

Γι αυτό και ο συγγραφέας δεν διαισθάνεται την ανάγκη, όπως συνήθως συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις, να κάνει λογοτεχνία, να αποδομήσει δήθεν πρότυπα. Του αρκεί η αρμονική και νηφάλια έκθεση των πεπραγμένων. Παραθέτει, υπομνηματίζει, εξομαλύνει, με τη βοήθεια μιας ευθύγραμμης ανάπλασης των αντικειμενικών παραμέτρων, ένα σύνολο δεδομένων όρων και στοιχείων, συνήθως αναμφισβήτητων. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η απήχησή του. Παραμένει πιστός στο συγκεκριμένο συγγραφικό του σχέδιο, που είναι η πολύπλευρη ανάδειξη της ερατοσθενικής καινοτομίας: το πώς δηλαδή αξιοποιήθηκε στο έπακρον η απλή παρατήρηση ότι η μεγάλη απόσταση του Ηλιου επιτρέπει να θεωρηθούν παράλληλες όλες ανεξαιρέτως οι ακτίνες που προσπίπτουν σε διάφορα σημεία του πλανήτη μας. Σε συνδυασμό με το γνωσιολογικό κεκτημένο των μαθημάτων για τις εντός εναλλάξ γωνίες του Ευκλείδη και την εμβριθή γεωμετρία του κύκλου του Αρχιμήδη, ο Ερατοσθένης μέτρησε πριν από 2.200 χρόνια, για πρώτη φορά και με θεαματική επιτυχία, τη Γη ( βλ. ενδεικτικά, σελ. 171 επ.). Η γραφή εδώ κατά συνέπεια οικουρεί, αποφλοιώνει μύθους και διευκρινίζει επιτεύγματα. Μέσα στο μαθηματικό θύλακα, αυτάρκης και ασφαλής υφολογικά, ο Ντενί Γκετζ εγκολπώνεται απερίσπαστος τη ζωή και το έργο του ινδάλματός του.

Η ευθύβολη, ευσυνείδητη μετάφραση και οι διεξοδικές σημειώσεις, που παρατίθενται στο τέλος εκάστου κεφαλαίου, καθιστούν το βιβλίο ικανό μέσον αναγνωστικής τέρψης.