Είναι φανερό ότι εξαρχής τέθηκαν σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τον επακριβή ορισμό της διαταραχής του αυτισμού. Το γεγονός αυτό οφείλεται πρωτίστως στη σημαντική διαβάθμιση και ποικιλομορφία με την οποία εκδηλώνεται η συμπτωματολογία του. Για παράδειγμα, παιδιά που έχουν λάβει την ίδια διάγνωση, του αυτισμού, μπορεί να εκδηλώνουν τη συμπτωματολογία με διαφορετικό τρόπο: ορισμένα να αποφεύγουν την κοινωνική επαφή, άλλα να εμφανίζονται ως εξαιρετικά παθητικά και άλλα να είναι κοινωνικά αλλά με ιδιόμορφους τρόπους. Επίσης, η κλινική εικόνα που παρουσιάζεται μπορεί να διαφοροποιείται και να διαβαθμίζεται και στο ίδιο το παιδί, ανάλογα με την ηλικία και τις διανοητικές του ικανότητες. Βάσει αυτών η L. Wing (1988) περιέγραψε για πρώτη φορά τον αυτισμό ως μια διαταραχή ευρέως φάσματος (spectrum disorder), προκειμένου να προσδιοριστεί επακριβώς το ευρύ φάσμα στο οποίο εκδηλώνονται τα συμπτώματά του. Ο όρος αυτός έχει παραμείνει και χρησιμοποιείται ευρέως.Σύμφωνα με το επίσημο διαγνωστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρίας (DSM-IV) ο αυτισμός κατατάσσεται στην κατηγορία των εκτεταμένων εξελικτικών διαταραχών, μια κατηγορία νευρολογικών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από σοβαρή και εκτεταμένη βλάβη σε αρκετούς τομείς της εξελικτικής ανάπτυξης του παιδιού. Σε αυτήν την κατηγορία περιλαμβάνονται πέντε κλινικές διαγνώσεις:-Αυτισμός
-Σύνδρομο Asperger
-Σύνδρομο Rett
-Διαταραχή Αποδιοργάνωσης (CDD)
-Εκτεταμένη Eξελικτική Διαταραχή μη καταχωρήσιμη σε άλλη κλινική κατηγορία (PDD-NOS).
Kαθεμία από τις παραπάνω κλινικές κατηγορίες χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα διαγνωστικά κριτήρια, όπως αυτά καθορίζονται από το DSM-IV.
Τι είναι ο αυτισμός
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
Ο αυτισμός αποτελεί μια διαταραχή στην οποία εμφανίζονται δυσλειτουργίες σε τρεις βασικούς τομείς της ανθρώπινης συμπεριφοράς: την κοινωνική αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και τη φαντασία.
α. Κοινωνική αλληλεπίδραση
-απουσία μη λεκτικών συμπεριφορών κοινωνικής αλληλεπίδρασης
(βλεμματική επαφή, έκφραση προσώπου κοκ.)
-απουσία ικανότητας μίμησης
-αδιαφορία στην παρουσία άλλων στο χώρο
-μη αλληλεπίδραση με άλλα παιδιά
-προτίμηση για μοναχική απασχόληση
-αντίδραση σε ανθρώπους σαν να πρόκειται για άψυχα αντικείμενα
-ελλειμματική αναγνώριση του συναισθήματος
β. Επικοινωνία
-απουσία ή καθυστερημένη ανάπτυξη της ικανότητας για ομιλία
-μη ικανότητα διατήρησης μιας συνομιλίας
-στερεότυπη επανάληψη συγκεκριμένων λέξεων ή εκφράσεων
-αντιστροφή των αντωνυμιών «εγώ» και «εσύ»
-ιδιόμορφη χρήση λέξεων, παρουσία νεολογισμών
-ανωμαλίες στον τόνο, την ένταση, τη χροιά της φωνής
-δυσκολίες σε σημασιολογικό/ εννοιολογικό επίπεδο
γ. Φαντασία
-απουσία υποκριτικής ικανότητας/ συμβολικού παιχνιδιού
-εμμονή σε επαναλαμβανόμενη δραστηριότητα
-προτίμηση για γεγονότα και όχι αφηρημένες έννοιες
-ψυχαναγκαστική ενασχόληση με συγκεκριμένες δραστηριότητες (απομνημόνευση ημερομηνιών, αριθμ. τηλεφώνου κλπ.)
Ο συνδυασμός και η αλληλεπίδραση ελλειμματικών συμπεριφορών στους τρεις αυτούς τομείς παρέχει μία ακόμη εικόνα της ευρέως φάσματος συμπτωματολογίας του αυτισμού. Παρόλα αυτά, οι τρεις αυτοί τομείς, δηλαδή η κοινωνική αλληλεπίδραση, η επικοινωνία και η φαντασία, μπορούν να εμπεριέχουν και να ταξινομούν ικανοποιητικά την ποικιλομορφία των συμπτωμάτων που εκδηλώνονται. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να μη μιλά καθόλου ή μπορεί απλά να επαναλαμβάνει λέξεις ή προτάσεις ή να εμφανίζει άνετη αλλά «παράξενη» ομιλία. Και οι τρεις αυτές περιπτώσεις όμως, αναφέρονται σε διαταραχές σε έναν τομέα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, την επικοινωνία. Παρόμοια, ένα παιδί μπορεί να γυρνά επανειλημμένα τις ρόδες ενός παιχνιδιού αυτοκινήτου αντί να παριστάνει ότι το παρκάρει, ή ένας ενήλικας με διάγνωση αυτισμού να προτιμά να απομνημονεύει τα νούμερα ενός τηλεφωνικού καταλόγου. Και οι δύο αυτές περιπτώσεις όμως, κατατάσσονται σε ένα μόνο τομέα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τη φαντασία.
Παράλληλα, είναι σημαντικό να αναφερθούν και άλλα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του αυτισμού που εκδηλώνονται κατά περίσταση. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικές είναι οι στερεότυπες επαναλαμβανόμενες κινήσεις που σημειώνονται, όπως το λίκνισμα, το περπάτημα στις μύτες των ποδιών, το κτύπημα των χεριών ή το παίξιμο των δακτύλων μπροστά από τα μάτια. Συχνά, αυτές οι συμπεριφορές συνοδεύονται και από απόπειρες αυτοτραυματισμού, όπως το δάγκωμα των χεριών ή το κτύπημα του κεφαλιού. Επίσης, παρουσιάζεται συχνά μια ιδιαίτερη εμμονή στη διατήρηση σταθερότητας στο περιβάλλον, η οποία μπορεί να ποικίλλει από την ένδυση με τα ίδια ρούχα καθημερινά μέχρι την ακριβή τοποθέτηση αντικειμένων σε συγκεκριμένη σειρά ή την επανάληψη τελετουργικών συμπεριφορών στις οποίες δεν επιτρέπεται η παρέμβαση κανενός, ακόμη και προσώπων από το οικείο περιβάλλον. Τέλος, σημειώνεται ιδιαίτερη διαφοροποίηση στα αποτελέσματα των τεστ ευφυϊας, με σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις στις μη λεκτικές ικανότητες έναντι των λεκτικών. Ένα στα δέκα παιδιά με αυτισμό παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλό δείκτη ευφυϊας και, σε άλλες περιπτώσεις, εξέχουσα ικανότητα σε τομείς όπως η μουσική, η ζωγραφική ή οι αριθμητικοί υπολογισμοί.
Η διάγνωση του αυτισμού καταγράφεται στατιστικά με υψηλότερη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, γεγονός που μπορεί να οφείλεται αποκλειστικά στην καλύτερη ενημέρωση της κοινής γνώμης και στο βελτιωμένο βιοτικό επίπεδο που παρακινεί το γονέα σε έγκαιρη αναζήτηση ειδικής βοήθειας. Υπογραμμίζεται ότι η πάθηση του αυτισμού δεν γνωρίζει συγκεκριμένη φυλετική, πολιτισμική ή κοινωνικο-οικονομική ταυτότητα. Πρόκειται για μια διαταραχή που σημειώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Σημαντική διαφοροποίηση παρατηρείται μόνο στο θέμα του φύλου, με μεγαλύτερο αριθμό αγοριών να εμφανίζει τη διάγνωση του αυτισμού: η διαφορά της αναλογίας μεταξύ αγοριών και κοριτσιών κυμαίνεται από 2:1 σε περίπου 3:1. Επίσης, η αναλογία, όσον αφορά το φύλο, εμφανίζει μια διαφοροποίηση με βάση την «ικανότητα»: τα περισσότερα κορίτσια με αυτισμό παρουσιάζονται στο χαμηλότερο όριο «ικανότητας», ενώ στο υψηλότερο όριο (Σύνδρομο Asperger) συναντώνται περισσότερα αγόρια παρά κορίτσια σε αναλογία 5:1.
ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Σημαντικές μελέτες έχουν διεξαχθεί τα τελευταία χρόνια προκειμένου να εξακριβωθεί η γνωστική λειτουργία που ερμηνεύει την ποικιλομορφία των ελλειμματικών συμπεριφορών στη διαταραχή του αυτισμού.
Oι Uta Frith, Αlan Leslie και Simon Baron-Cohen πρότειναν ότι τα συμπτώματα του αυτισμού αποτελούν τo αποτέλεσμα δυσλειτουργίας ή απώλειας μιας βασικής ικανότητας του ανθρώπινου νου: « να σκέφτεται για τις σκέψεις, ή να φαντάζεται την πνευματική κατάσταση ενός άλλου ατόμου». Σύμφωνα με τη θεώρηση αυτή, τα παιδιά, τουλάχιστον από την ηλικία των 4 χρόνων και μετά, αρχίζουν και κατανοούν, έστω και έμμεσα, ότι οι άλλοι άνθρωποι έχουν αντιλήψεις και επιθυμίες, διαφορετικές από τις δικές τους, και ότι αυτές οι διανοητικές καταστάσεις (και όχι μόνο ο «χειροπιαστός κόσμος» γύρω τους) καθορίζουν τη συμπεριφορά τους. Τα παιδιά με αυτισμό δεν διαθέτουν αυτή την ικανότητα, δηλαδή να σκέφτονται για τις σκέψεις, να αξιολογούν τις σκέψεις, να συλλαμβάνουν ξεκάθαρα τι μπορεί να συμβαίνει στο μυαλό κάποιου άλλου. Γι? αυτό και παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα στους τομείς εκείνους που εξαρτώνται άμεσα από αυτή τη συγκεκριμένη ικανότητα: την κοινωνική αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και τη φαντασία.
Τα θεμέλια της θεώρησης αυτής στηρίχθηκαν στην παρατήρηση δύο βασικών στοιχείων της συμπεριφοράς των παιδιών με αυτισμό. Πρώτον, δεν παρουσιάζουν την ικανότητα για «μοιραζόμενη προσοχή». Από το τέλος του πρώτου έτους και μετά, τα παιδιά αρχίζουν να εκδηλώνουν την ικανότητα για «μοιραζόμενη προσοχή». Για παράδειγμα, συγκεντρώνουν την προσοχή τους σε κάτι και μοιράζονται αυτό το ενδιαφέρον τους με κάποιον άλλο. Τα παιδιά με αυτισμό δεν εμφανίζουν αυτή τη δεξιότητα. Αντιθέτως, συγκεντρώνονται σε ένα αντικείμενο μόνο επειδή το θέλουν και δεν αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους. Δεύτερον, τα παιδιά με αυτισμό δεν εμφανίζουν την ικανότητα της υποκριτικής και της μίμησης. Όταν ένας ενήλικας ασχοληθεί με ένα παιδί ηλικίας μόλις 18 μηνών θα παρατηρήσει άμεσα ότι το παιδί αντιδρά σε όλες τις κινήσεις του, μορφασμούς κλπ., κάνοντας το ίδιο. Αντιθέτως, τα παιδιά με αυτισμό δεν εκδηλώνουν αυτή την ικανότητα, γι? αυτό και δεν εμφανίζουν επίσης την ικανότητα του συμβολικού παιχνιδιού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, η απώλεια αυτής της ικανότητας αποφέρει σημαντικά προβλήματα στην ανάπτυξη του παιδιού, καθώς αποτελεί τη βάση στην οποία στηρίζεται η ικανότητα της μάθησης, της άρθρωσης των πρώτων λέξεων κοκ.
Η ικανότητα για υποκριτική και μίμηση προϋποθέτει ότι το παιδί διαθέτει δεξιότητες για δύο ειδών διανοητικές διαδικασίες: τις «πρωταρχικές αναπαραστατικές διαδικασίες», που αφορούν την έννοια των πραγμάτων γύρω του γι? αυτό που είναι πραγματικά, αλλά και τις «δευτερεύουσες αναπαραστατικές διαδικασίες» ή «μετα-αναπαραστάσεις», οι οποίες αφορούν την κατανόηση αφηρημένων εννοιών, σκέψεων, πνευματικών γεγονότων ή λειτουργιών (π.χ. «σκέφτομαι», «νιώθω», «ελπίζω», «επιθυμώ», «σκοπεύω», «πιστεύω» κοκ). Τα παιδιά με αυτισμό δεν διαθέτουν την ικανότητα για «δευτερεύουσες αναπαραστατικές διαδικασίες», με συνέπεια να εκδηλώνουν προβλήματα στους τομείς της ανθρώπινης συμπεριφοράς που σχετίζονται άμεσα με αυτή (κοινωνική αλληλεπίδραση, επικοινωνία, φαντασία). Ένα παιδί που δεν μπορεί να κατανοήσει ότι οι άλλοι άνθρωποι σκέφτονται διαφορετικά από το ίδιο, δεν είναι σε θέση να συσχετισθεί και να επικοινωνήσει αποτελεσματικά μαζί τους. Δεν μπορεί να προβλέψει ότι ο συνομιλητής του θα απαντήσει κάτι σε αυτό που είπε, ότι νιώθει κάτι γι? αυτό κοκ. Συχνά αναφέρεται ότι τα παιδιά με αυτισμό, λόγω απώλειας αυτής της ικανότητας, εμφανίζουν μια «εγωκεντρική στάση», μη δυνάμενα να συναισθανθούν ή να φροντίσουν τους άλλους. Πολλές φορές οι γονείς των παιδιών με αυτισμό καταβάλλονται ιδιαίτερα από αυτή τη συμπεριφορά, εξ ου και η υπόθεση που αναφέρεται βιβλιογραφικά, ότι τα παιδιά με αυτισμό «γεννούν» «ψυχρούς» γονείς, και όχι το αντίστροφο!
Η συγκεκριμένη θεώρηση παρουσιάζει μια σαφή επεξήγηση της συγκεκριμένης γνωστικής δυσλειτουργίας που εκδηλώνεται στον αυτισμό. Παρέχει μια ικανοποιητική ερμηνεία για το πιο σημαντικό ερώτημα ? ίσως και μυστήριο(!) ? που αφορά τον αυτισμό: «πώς αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του ένα παιδί με αυτισμό;», «πώς σκέφτεται;», «πώς νιώθει;».
Τα πρώτα σημάδια
Tα πρώτα σημάδια και συμπτώματα του αυτισμού μπορεί να είναι φανερά από την ηλικία των 18 μηνών αλλά εκδηλώνονται με πλήρη σαφήνεια μέχρι την ηλικία των 3 ετών. Τονίζεται ιδιαίτερα η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης του αυτισμού προκειμένου να καταστεί δυνατή η έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση που θα αποφέρει καλύτερη δυνατότητα εκπαίδευσης και προσαρμογής του παιδιού στις απαιτήσεις της καθημερινής ζωής.
Απαιτείται έγκαιρη κλινική εκτίμηση όταν ένα παιδί εμφανίζει τα ακόλουθα συμπτώματα:
-δεν φλυαρεί/ μωρολογεί μέχρι την ηλικία του ενός έτους
-δεν κάνει «χειρονομίες», «δεν δείχνει», «δεν χαιρετά» μέχρι την ηλικία του ενός έτους
-δεν έχει πει καμία λέξη μέχρι την ηλικία των 16 μηνών
-δεν ακούει στο όνομά του
-παρουσιάζει ικανότητα ομιλίας για ένα διάστημα και τη «χάνει» απότομα
-αποφεύγει την οπτική επαφή και την αγκαλιά
-δεν αντιδρά όταν το σηκώνουν αγκαλιά
Τι «δεν είναι» ο αυτισμός: Μύθοι & παρανοήσεις!
-ο αυτισμός δεν παρουσιάζεται μόνο στην παιδική ηλικία και μετά
θεραπεύεται
-ο αυτισμός δεν αποτελεί απλά ένα «κέλυφος» μέσα στο οποίο κρύβεται
ένα φυσιολογικό παιδί
-ο αυτισμός δεν προκαλείται από συναισθηματικά «ψυχρούς» γονείς
-ο αυτισμός δεν συνοδεύεται πάντα από ιδιαίτερα ταλέντα
-ο αυτισμός δεν παρουσιάζει ένα και μοναδικό σύμπτωμα. Aποτελεί μια
κλινική διαταραχή ευρέως φάσματος
Εξαιρετικά ταλέντα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκεντρώνουν οι περιπτώσεις παιδιών με αυτισμό που εμφανίζουν εξαιρετικές δεξιότητες ή ταλέντα σε διάφορους τομείς. Το ποσοστό εμφάνισης αυτών, σε παιδιά με αυτισμό, κυμαίνεται στο 10%, ενώ σε άλλες ομάδες ? παιδιά με διανοητική στέρηση κοκ. ? είναι μόνο 1%. Oι δεξιότητες αυτές μπορεί να αναφέρονται σε τομείς όπως η απομνημόνευση, οι μαθηματικοί υπολογισμοί ή και οι καλλιτεχνικές δεξιότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ημερολογιακή μνήμη ορισμένων περιπτώσεων: μπορεί να ερωτηθούν τι ημέρα της εβδομάδας είναι η 22α Μαϊου 1990 και να απαντήσουν σε διάστημα δευτερολέπτων, Δευτέρα. Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται η υψηλή ταχύτητα των μαθηματικών υπολογισμών: πολλαπλασιασμοί, διαιρέσεις, τετραγωνικές ρίζες κλπ. εκτελούνται σχεδόν αστραπιαία! Στον καλλιτεχνικό τομέα επίσης είναι γνωστή η περίπτωση του Σκωτσέζου ζωγράφου Richard Wawro που έπασχε από αυτισμό, ο οποίος εξέθετε τα έργα του από ηλικίας 17 ετών, ή μουσικών οι οποίοι είναι σε θέση, χωρίς να έχουν διατελέσει σπουδές στη μουσική, να ακούσουν ένα κομμάτι μουσικής μία μόνο φορά και να το επαναλάβουν, να δημιουργήσουν οι ίδιοι μια δική τους εκτέλεση, ή ακόμη και να κάνουν παραστάσεις σε ευρύ κοινό.
Πολλά ερωτήματα τίθενται σχετικά με τον τρόπο που διαμορφώνονται αυτές οι εξέχουσες δεξιότητες. Τονίζεται ιδιαίτερα η εξαιρετικά υψηλή ικανότητα συγκέντρωσης προσοχής των ατόμων αυτών, τα οποία είναι σε θέση να εστιάσουν απόλυτα σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα χωρίς να αποσπώνται από αυτή με κανένα τρόπο. Κατά μια άλλη ερευνητική υπόθεση, σημειώνονται βλάβες στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου, και το δεξιό ημισφαίριο, προκειμένου να αναπληρώσει την ελλιπή λειτουργικότητα, «υπερδραστηριοποιείται», με αποτέλεσμα να εκδηλώνονται σε υπέρμετρο βαθμό οι δεξιότητες που ελέγχονται από αυτό. Πράγματι, τα ταλαντούχα αυτά άτομα εμφανίζουν εξαιρετικές ικανότητες σε λειτουργίες που ελέγχονται από το δεξιό ημισφαίριο: μη συμβολικές, καλλιτεχνικές, οπτικές & κινητικές και αναφέρονται περισσότερο σε τομείς όπως η μουσική, η ζωγραφική, τα μαθηματικά, οι αριθμητικοί υπολογισμοί και οι μηχανολογικές δεξιότητες. Αντιθέτως το αριστερό ημισφαίριο ελέγχει περισσότερο λειτουργίες που σχετίζονται με τη γλώσσα και την επικοινωνία, τη συμβολοποίηση, τη λογική σκέψη, την ακολουθία συλλογισμών κοκ.
Οι περιπτώσεις των «ταλαντούχων» ατόμων με αυτισμό παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και αποτελούν μια πρόκληση για τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα! Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, η επιστήμη δεν θα έχει φτάσει ποτέ στο σημείο της πλήρους κατανόησης των λειτουργιών του ανθρώπινου εγκεφάλου, αν δεν κατανοήσει επακριβώς τον τρόπο που σκέφτονται, λειτουργούν και αναπτύσσουν τα ταλέντα τους τα «εξαιρετικά» ικανά αυτά άτομα!
Αντιμετώπιση
Οι έρευνες σχετικά με τον αυτισμό υποδεικνύουν ότι η διαταραχή αυτή δεν θεραπεύεται υπό την έννοια της πλήρους εξάλειψης των συμπτωμάτων, παρόλα αυτά είναι δυνατόν, μέσω της έγκαιρης και κατάλληλης αντιμετώπισης, να επέλθει σημαντικότατη βελτίωση στο επίπεδο ζωής του ατόμου. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις που ενδείκνυνται είναι οι εξής:
-Συμπεριφοριστικές & επικοινωνιακές παρεμβάσεις
Όπως προαναφέρθηκε, τα παιδιά με αυτισμό εκδηλώνουν ένα ευρύ φάσμα ελλειμματικών συμπεριφορών, που καθιστούν την καθημερινή ζωή των ίδιων αλλά και των φροντιστών τους εξαιρετικά δύσκολη. Μέσω των συμπεριφοριστικών και επικοινωνιακών παρεμβάσεων παρέχεται η δυνατότητα «τροποποίησης» των εν λόγω συμπτωμάτων ή ακόμη και «εκμάθησης» νέων συμπεριφορών, πιο εποικοδομητικών για τα ίδια και το περιβάλλον τους. Συχνά χρησιμοποιείται η τεχνική της μάθησης κατά συγκεκριμένα στάδια και επιβράβευσης του παιδιού σε καθένα από αυτά. Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται επίσης και η μέθοδος της «αφήγησης ιστοριών» βάσει των οποίων το παιδί εκπαιδεύεται στην ανάπτυξη «δευτερευουσών αναπαραστατικών διαδικασιών», π.χ. γιατί ο ήρωας μιας συγκεκριμένης ιστορίας φέρθηκε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, πώς σκέφτηκε κοκ.
-Εναλλακτικές θεραπείες
Η χρήση εναλλακτικών θεραπειών, όπως η μουσικοθεραπεία, η εικαστική θεραπεία ή η εκπαίδευση με τα ζώα παρέχει σημαντική βοήθεια, ιδιαίτερα στους τομείς εκείνους που δεν υποβοηθούνται από άλλες θεραπευτικές παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, η μουσικοθεραπεία και η εικαστική θεραπεία βοηθούν ιδιαίτερα στην αισθητηριακή ευαισθητοποίηση και συγκρότηση του ατόμου μέσω των ακουστικών, οπτικών και απτικών ερεθισμάτων. Η μουσικοθεραπεία, συγκεκριμένα, υποβοηθά την ανάπτυξη της ομιλίας και την κατανόηση της γλώσσας. Τραγούδια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διδασκαλία της γλώσσας, την κατανόηση λέξεων και συλλαβών, τη δημιουργία λέξεων και προτάσεων. Η εικαστική θεραπεία παρέχει στο παιδί ένα μη λεκτικό, συμβολικό τρόπο έκφρασης. Τέλος, η εκπαίδευση με τα ζώα, όπως η ιππασία, συμβάλλει στην ψυχική και σωματική ευεξία του παιδιού, αλλά, κυρίως, στον καλύτερο συντονισμό και έλεγχο των κινήσεων του σώματος.
-Εξατομικευμένη εκπαίδευση
Κάθε παιδί με αυτισμό εκδηλώνει τη διαταραχή με διαφορετικό τρόπο. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει την ανάγκη εμπεριστατωμένης κλινικής εκτίμησης αλλά και προσαρμογής της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις συγκεκριμένες ανάγκες του παιδιού. Οι γονείς, το ιατρικό προσωπικό και οι εκπαιδευτικοί είναι απαραίτητο να συνεργασθούν αποτελεσματικά προκειμένου να σχεδιασθεί και να προταθεί ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης που αρμόζει στις ανάγκες του συγκεκριμένου παιδιού, με άλλα λόγια ένα πλαίσιο στο οποίο το παιδί μπορεί να προσαρμοστεί, να προσπαθήσει και, τελικά, να βιώσει το αίσθημα της επιτυχίας. Αυτός είναι άλλωστε και ο βασικότερος στόχος κάθε επωφελούς εκπαιδευτικής διαδικασίας!
Βιβλιογραφία
-Uta Frith: ΑUTISM: EXPLAINING THE ENIGMA, chs 2&3, Βasil Blackwell, Oxford, 1989.
-L. Wing (1988): The continuum of autistic characteristics. In DIAGNOSIS AND ASSESSMENT IN AUTISM, E. Schopler & G.B. Mesibov (eds), Plenum Press, New York, pp. 91-110.
-F. Happe: ΑUTISM, AN INTRODUCTION TO PSYCHOLOGICAL
THEORY, Harvard University Press, Cambridge ? Massachusetts,
1995.
-Madeleine Nash: THE SECRETS OF AUTISM, Time, July 15 2002.
Πολυ χρήσιμες πληροφορίες για τον αυτισμο