Στην ενότητα αυτή θα γνωρίσουμε τη σημασία των όρων σοφιστική τέχνη και σοφιστής. Θα δούμε πώς εννοεί τη σοφιστική τέχνη και το τι είναι ο σοφιστής ο Πρωταγόρας, ο ιδρυτής της σοφιστικής κίνησης, μέσα από ένα νεανικό έργο του Πλάτωνα, τον ομώνυμο διάλογο, όπου γίνεται λόγος για τη δυνατότητα να διδαχθεί η αρετή. Θα συζητήσουμε τους λόγους για τους οποίους οι Σοφιστές κατακρίθηκαν ή επαινέθηκαν στην εποχή τους, δηλαδή τους λόγους που προκάλεσαν τον έπαινο ή τον ψόγο για την επαγγελματική τους δραστηριότητα, που ήταν κυρίως η διδασκαλία της ρητορικής και η εξάσκηση των νέων στον πολιτικό λόγο.
KEIMENO
Σοφιστική τέχνη και σοφιστής κατά τον Πρωταγόρα
Εγώ πάντως υποστηρίζω1 ότι η σοφιστική τέχνη είναι παλιά2, αλλά ότι όσοι την ασκούσαν τα παλιά χρόνια, επειδή φοβούνταν τον φθόνο που προκαλεί, πρόβαλλαν ως προστατευτικό κάλυμμα3 άλλοι την ποίηση, όπως ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Σιμωνίδης, κι άλλοι τις μυστηριακές τελετές και τις προφητείες, όπως οι οπαδοί του Oρφέα και του Μουσαίου· άλλοι πάλι [...] ακόμη και τη γυμναστική[…] Τη μουσική χρησιμοποίησε για προκάλυμμα και […] ο Αγαθοκλής, σοφιστής μεγάλος…
Παραδέχομαι ότι είμαι σοφιστής4 κι ότι μορφώνω ανθρώπους5, κι έχω την εντύπωση πως με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή ομολογώντας το κανείς πως είναι σοφιστής, προφυλάγεται πιο αποτελεσματικά παρά αν το αρνείται […] Και το μάθημα αυτό συνίσταται στο να μπορείς να αντιμετωπίζεις σωστά από τη μια τις υποθέσεις του σπιτιού σου6, δηλαδή πώς να διοικείς το σπίτι σου με τον πιο σωστό τρόπο, κι από την άλλη τα κοινά7, δηλαδή πώς να γίνεις ασυναγώνιστος στο να χειρίζεσαι τις υποθέσεις της πόλης. Και να μιλάς γι' αυτές8 [...] Ακριβώς αυτό, είπε, είναι το πράγμα που αναλαμβάνω να φέρω σε πέρας.
(Πλάτων, Πρωταγόρας, 316d-e, 317b και 318e-319a)
ΠΡΑΓΜΑTOΛOΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΥTΙΚΑ ΣΧOΛΙΑ
Eγώ πάντως υποστηρίζω: ο Πρωταγόρας υποστηρίζει το επάγγελμα που ασκεί, τη σοφιστική τέχνη, στο απόσπασμα αυτό που προέρχεται από τον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα. Ο Πλάτων λέει γι' αυτόν ότι ήταν ο πρώτος που υιοθέτησε το όνομα σοφιστής και ζητούσε αμοιβή για την εκπαίδευση που παρείχε. Eπισκέφθηκε την Aθήνα το 443 π.Χ. και τότε ο Περικλής του ανέθεσε να γράψει το «σύνταγμα» (Πολιτεία) της αθηναϊκής αποικίας Θούριοι της K. Iταλίας. Συνδεόταν με προσωπική φιλία με τον Περικλή και πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Aθήνα και στις πόλεις της K. Iταλίας.
Σοφιστική τέχνη… παλαιά: ο Πρωταγόρας αναγνωρίζει την αρχαιότητα της σοφιστικής τέχνης που αυτός ασκεί. Συνδέει τη δραστηριότητά του με την προηγούμενη παράδοση, με προσωπικότητες που είχαν διακριθεί για τη σοφία και τη σύνεση, όπως οι μεγάλοι ποιητές, μουσικοί και ραψωδοί, οι μάντεις, οι επτά σοφοί και άλλοι εφευρέτες ή επινοητές πρακτικών δεξιοτήτων.
Προστατευτικό κάλυμμα: ο Πρωταγόρας πιστεύει ότι όσοι ασκούσαν παλαιότερα τη σοφιστική τέχνη αναγκάζονταν να κρύβουν τη δραστηριότητά τους αυτή, που ήταν η διδασκαλία της πρακτικής και πολιτικής σοφίας, από φόβο μήπως εγείρουν τον φθόνο και την κριτική. Ο ίδιος όμως τολμά να το ομολογεί.
Σοφιστής: από το ρήμα «σοφίζομαι» που σημαίνει μηχανεύομαι τεχνάσματα, φαντάζομαι, επινοώ. Από αυτήν προκύπτει η σημασία «έμπειρος», «επιδέξιος», «αυθεντία» σε κάποια εργασία, επιστήμη ή οποιαδήποτε τέχνη, λ.χ. στα μαθηματικά ή στη ναυπηγική. Συνδέεται η λέξη σοφιστής με τη σοφία και τον σοφό, που ήταν αρχικά ο έμπειρος σε μηχανική τέχνη ή σε κάποια ευγενή τέχνη, αλλά και ο συνετός, ο πολυμαθής, εκείνος που έχει ασφαλή κρίση, που είναι επινοητής άγνωστων αληθειών.
Μορφώνω ανθρώπους: αναφορά στην εκπαίδευση που έκανε τον νέο ικανό στον λόγο και στη συζήτηση. Από τον 5ο αι. π.Χ. η λέξη σοφιστής χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τους δασκάλους της ευγλωττίας, δηλαδή τους καθηγητές της γραμματικής, της ρητορικής κ.ά., που πρόσφεραν ανώτερη μόρφωση στους νέους.
Τις υποθέσεις του σπιτιού σου: παροχή γνώσεων χρήσιμων στην ιδιωτική ζωή.
Τα κοινά: γνώσεις αναγκαίες για την κοινωνική και πολιτική ζωή.
Στο να χειρίζεσαι... γι' αυτές: διδασκαλία σε όσους επιδιώκουν σταδιοδρομία στην πολιτική και στη δημόσια ζωή. Εκπαίδευση στην ανάπτυξη πειστικών επιχειρημάτων μέσω της ρητορικής τέχνης.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1 Η κριτική του Πλάτωνα εναντίον των Σοφιστών
∆ιαπιστώθηκε, πρώτον, ότι είναι [δηλ. ο σοφιστής] αμειβόμενος κυνηγός πλούσιων νέων ανθρώπων […] δεύτερον, κάτι σαν χονδρέμπορος των μαθημάτων που θρέφουν την ψυχή […] τρίτον, λιανοπωλητής των ίδιων αυτών πραγμάτων […] τέταρτον, μας φάνηκε ως βιοτέχνης που πουλάει δικής του κατασκευής μαθήματα […] πέμπτον, ένα είδος αθλητή στο αγώνισμα των λόγων, ο οποίος επάγγελμά του έχει την εριστική […] ωστόσο δεχτήκαμε, συγκαταβατικά, ότι ο σοφιστής καθαρίζει την ψυχή από δοξασίες που στέκονται εμπόδιο στη μάθηση.
(Πλάτων, Σοφιστής, 231d-6e)
2 Η κριτική του Αριστοτέλη για τους σοφιστές και τη σοφιστική
[…] γιατί η σοφιστική είναι φαινομενική σοφία, όχι πραγματική, κι ο σοφιστής άτομο που κερδίζει χρήματα από φαινομενική σοφία και όχι από πραγματική.
(Αριστοτέλης, Σοφιστικοὶ Ἔλεγχοι Ι, 165a 21)
3 Η αποδοχή των Σοφιστών: «Σοφιστὴς κοινὸν ἦν ὄνομα»
Ο Πόπλιος Αίλιος Αριστείδης, ρήτορας και λόγιος του 2ου αι. μ.Χ., από τη Mυσία της M. Aσίας, όταν ακμάζει η δεύτερη σοφιστική, υποστηρίζει στο παρακάτω απόσπασμα ότι ο όρος σοφιστής χρησιμοποιήθηκε για σημαντικές προσωπικότητες της αρχαιότητας με αρνητική αλλά και θετική σημασία.
Έχω την εντύπωση ότι δε γνωρίζουν [όσοι επικρίνουν] καν τι δήλωνε η λέξη «φιλοσοφία» στους Έλληνες και τι σήμαινε, και γενικά ότι δεν ξέρουν τίποτε γι' αυτά τα πράγματα. ∆εν έχει αποκαλέσει ο Ηρόδοτος «σοφιστή» τον Σόλωνα; ∆εν έχει επίσης αποκαλέσει έτσι τον Πυθαγόρα; ∆εν έχει χαρακτηρίσει και ο Ανδροτίων τους Επτά –εννοώ τους Επτά Σοφούς– «σοφιστές»; Έτσι δε χαρακτήρισε και τον Σωκράτη, τον περίφημο εκείνον [...] Η γνώμη μου είναι ότι «σοφιστής» ήταν ένας όρος αρκετά κοινός, κι ότι «φιλοσοφία» σήμαινε, κατά κάποιο τρόπο, να ασχολείσαι με τις ωραίες τέχνες και να καταπιάνεσαι με διανοήματα– κι όχι αυτό που υποδηλώνει τώρα ο όρος, αλλά εν γένει την πνευματική καλλιέργεια […] και πως αυτός που κατεξοχήν τα έβαλε με αυτόν τον όρο είναι, νομίζω, ο Πλάτων.
(Αριστείδης, Λόγοι 46 (II 407 Dindorf): Πρὸς Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων λόγος)
4 Σοφία και Σοφιστές: «Δεινότης πολιτική και δραστήριος σύνεσις»
O Πλούταρχος (1ος αι. μ.X.), μιλώντας για τον Aθηναίο Mνησίφιλο, σύμβουλο του Θεμιστοκλή, μας δίνει πληροφορίες χρήσιμες για την κατανόηση του έργου των Σοφιστών.
[...] Ούτε ρήτορας ήταν ούτε σ' αυτούς που αποκλήθηκαν «φυσικοί φιλόσοφοι» συγκαταλεγόταν, αλλά είχε κάνει επάγγελμά του ό,τι χαρακτηριζόταν τότε ως «σοφία», ενώ στην πραγματικότητα ήταν απλώς πολιτική ικανότητα και γνώση πως να ενεργείς αποτελεσματικά· τη σοφία αυτή ο Μνησίφιλος –με μιά αδιάσπαστη συνέχεια που έφθασε ως τον Σόλωνα– την κρατούσε σαν να ήταν η διδασκαλία κάποιας αίρεσης. Οι μετέπειτα, που την ανάμιξαν με τις δικανικές τέχνες και μετατόπισαν την εφαρμογή της από τα δημόσια πράγματα στη θεωρία, αποκλίθηκαν «σοφιστές».
(Πλούταρχος, Bίοι Παράλληλοι, «Θεμιστοκλῆς» 2, 6)
EPΩTHΣEIΣ – EPΓAΣIEΣ
Σε ποια παράδοση εντάσσει την επαγγελματική του δραστηριότητα ο Πρωταγόρας;
Ποιο έργο επιτελεί ο Πρωταγόρας, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, και πώς αυτό συνδέεται με τις πολιτικές συνθήκες της αθηναϊκής δημοκρατίας; (Βλ. Εισαγωγή και κείμενο).
Από ποιο ρήμα παράγεται η λέξη σοφιστής και ποια σημασία έχουν σήμερα οι λέξεις «σοφιστείες» και «σοφίζομαι»; (Βλ. γλωσσάριο και σχόλιο 4).
Ποια κριτική ασκήθηκε στις δραστηριότητες των Σοφιστών και από ποιους; Πώς χαρακτηρίζονται οι Σοφιστές από τον Πλούταρχο; [Παράλληλο Κείμενο (4)].
Πώς ορίζεται η φιλοσοφία στο παράλληλο κείμενο (3);
ΘEMAΤΑ ΓIA ΣYZHTHΣH Ή ΓPAΠTH EPΓAΣIA
Aφού μελετήσετε τα παράλληλα κείμενα (1) και (2), να συζητήσετε στην τάξη αν συμφωνείτε με την κριτική που ασκήθηκε εναντίον των Σοφιστών για τον επαγγελματισμό τους στην εποχή τους. Πώς νομίζετε ότι θα αντιμετωπίζονταν οι Σοφιστές τη σημερινή εποχή;
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Με ποιον τρόπο προσδιορίζει το έργο του σοφού στο παρακάτω ποίημα ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο οποίος έχει επηρεαστεί από τη δεύτερη σοφιστική, που διαμορφώθηκε στην ελληνιστική εποχή; Συζητήστε το θέμα αυτό στην τάξη αξιοποιώντας τις παρακείμενες εικόνες, το παράλληλο κείμενο (3) και την Εισαγωγή.
Σοφοί δε προσιόντων
Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.
(K. Π. Καβάφης, Ποιήματα Α΄, εκδ. Ίκαρος, Aθήνα 1963)
H ενότητα αυτή είναι εισαγωγική και προσφέρει ένα γενικό προβληματισμό για τις έννοιες σοφιστής και σοφιστική τέχνη. Συνδέει επίσης τη φιλοσοφική δραστηριότητα ορισμένων με τη σοφιστική κίνηση και επιχειρεί να την εντάξει ως φιλοσοφικό κίνημα στο κλίμα της εποχής, που αναπτύχθηκε στον 5ο αι. π.Χ., όταν ο εμπειρισμός, ο σχετικισμός και η αμφισβήτηση των παραδεδομένων αξιών αλλά και η αμειβόμενη διδασκαλία των Σοφιστών προκάλεσαν έντονη κριτική των αριστοκρατικών κύκλων της Αθήνας (κυρίως από τον Πλάτωνα) αλλά και της κοινής γνώμης. Διαπιστώνεται πως η ανάπτυξη της ρητορικής στην Αθήνα του 5ου αι. π.Χ. οφείλεται στις νέες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που συνδέονται με τη δημοκρατία της εποχής του Περικλή, όταν η ελευθερία της έκφρασης, όσον αφορά στην κριτική του πολιτεύματος και της ηθικής συμπεριφοράς, συνυπήρχε με τη συντηρητική στάση των πολιτών σε θέματα θρησκευτικής συμπεριφοράς. Οι Σοφιστές έζησαν σε μια εποχή πολιτικών συγκρούσεων και πολιτειακών ανατροπών, σε εποχή πνευματικής και καλλιτεχνικής ανάπτυξης των Αθηνών και, γενικότερα, σε εποχή ανάπτυξης της δημοκρατίας, όταν δόθηκαν σημαντικές εξουσίες στην Εκκλησία του Δήμου και δημιουργήθηκε ενδιαφέρον για την πολιτική και την ανάπτυξη της ευγλωττίας.
Επισημαίνουμε ότι ο Πρωταγόρας είναι διάλογος ανάμεσα σε ευφυείς συνομιλητές οι οποίοι, με αφορμή την άφιξη του Πρωταγόρα στην Αθήνα, συζητούν μαζί του το αίτημα για γνώση. Ο διάλογος έγινε γύρω στο 433 π.Χ., πριν να ξεσπάσει ο Πελοποννησιακός πόλεμος, στο σπίτι του Καλλία, που ανήκει σε μια από τις πλουσιότερες οικογένειες της Αθήνας. Ο Σωκράτης αφηγείται τον διάλογο σ' ένα φίλο του. Ο Σωκράτης μαζί με τον Ιπποκράτη, νεαρό που θέλει να γνωρίσει τον Πρωταγόρα, μεταβαίνουν στο σπίτι του Καλλία, όπου αυτός φιλοξενείται, και συζητούν μαζί του, με την παρουσία των σοφιστών Ιππία και Πρόδικου. Ο Πρωταγόρας υποστηρίζει πως η πολιτική αρετή διδάσκεται.
Αξιοπρόσεκτο είναι τα καινούρια πολιτικά ήθη που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα μετά τους Μηδικούς πολέμους, όταν αφαιρέθηκαν σημαντικές εξουσίες από τα παλαιά σώματα (Άρειος Πάγος) και δόθηκαν στην Εκκλησία του Δήμου με συνέπεια να δημιουργηθεί ενδιαφέρον για άσκηση της πολιτικής.
Ο Πρωταγόρας γεννήθηκε στα Άβδηρα της Θράκης το 490 π.Χ. και είναι αυτός που εισήγαγε τη σοφιστική τέχνη στην Αθήνα την εποχή του Περικλή, με τον οποίο συνδέθηκε φιλικά. Το 444 π.Χ. ο Περικλής τού ανέθεσε να συντάξει το Σύνταγμα της αποικίας των Θουρίων της Κ. Ιταλίας. Ήταν ο πρώτος που ζήτησε και πήρε αμοιβή για τα μαθήματα που παρέδιδε. Οι λόγοι που πρώτος αυτός καλλιέργησε ήταν εριστικοί, δηλ. παρουσίαζε συνήθως σε αυτούς δύο εκδοχές για κάθε πράγμα για να στηρίξει τα αντικρουόμενα επιχειρήματα, ικανότητα σημαντική για δικαστικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Θεωρούσε σημαντικό μέρος στην παιδεία ενός νέου την άσκηση στον λόγο και υποστήριζε ότι η διδασκαλία πρέπει να βοηθάει τη φύση, τη φυσική ικανότητα με την άσκηση. Τα έργα του ήταν: Αλήθεια ή Καταβάλλοντες [Λόγοι], Περί Θεών και Αντιλογίαι. Για την παρουσίαση και το σχολιασμό των απόψεων αυτών, όπως γίνεται από τον Πλάτωνα στον πλατωνικό διάλογο Πρωταγόρας, βλ. σχετικά παρακάτω στα σχόλια της 3ης ενότητας σελ. 38.
Ο Πρωταγόρας αναφέρεται στους ποιητές, μάντεις, μουσικούς, ραψωδούς και άλλους σοφούς της αρχαιότητας που ονομάζονταν σοφιστές, μια παράδοση δηλ. σοφών στην οποία θεωρούσε πως ήταν τιμητικό να ανήκει. Παράλληλα, ισχυρίζεται πως παρέχει ειδικές γνώσεις και εκπαίδευση με αμοιβή (συνήθως οι Σοφιστές για κάθε μαθητή πληρώνονταν 100 μνας, δηλ. περ. 30 ευρώ). Φαίνεται να αναγνωρίζει ότι το επάγγελμα ενός σοφιστή στην Αθήνα της εποχής αυτής, παρά το καθεστώς ελευθερίας, δεν ήταν χωρίς κινδύνους δίωξης εκ μέρους συντηρητικών πολιτών. Γνωρίζουμε τα ονόματα 26 περίπου Σοφιστών που έζησαν στην περίοδο από το 460 π.Χ. - 380 π.Χ.. Από αυτούς στο κεφάλαιο αυτό ανθολογούνται κείμενα των σημαντικότερων (Πρωταγόρας, Γοργίας, Πρόδικος, Αντιφών, Κριτίας, Λυκόφρων). Βλ. σχετικά G.B. Kerferd, Η σοφιστική κίνηση, μτφρ. Π. Φαναράς, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σελ. 35 κ.εξ.
Σχετικά με τον τρόπο και τη μέθοδο διδασκαλίας, η κύρια εκπαίδευση παρεχόταν από τους Σοφιστές σε νέους που είχαν συμπληρώσει τη στοιχειώδη εκπαίδευση, μετά το 14ο έτος της ηλικίας τους, σε δημόσιες διαλέξεις ή συζητήσεις αλλά και σε μικρότερες τάξεις (αργότερα, τον 4ο αιώνα αντικαταστάθηκαν από τις συστηματικά οργανωμένες σχολές που είχαν μόνιμα ιδιόκτητα κτίρια, όπως η Ακαδημία του Πλάτωνα, το Λύκειο του Αριστοτέλη κ.ά.). Ένας ιδιαίτερος τύπος μαθήματος ήταν η επίδειξις, δηλ. διάλεξη ενώπιον του κοινού με σκοπό την επίδειξη των ικανοτήτων του Σοφιστή να ομιλεί και να υποστηρίζει πειστικά ένα θέμα. Υπήρχε επίσης η προετοιμασμένη διάλεξις πάνω σε ένα προκαθορισμένο θέμα. Μερικές από τις διαλέξεις ήταν ρητορικές ασκήσεις πάνω σ' ένα θέμα από τη μυθολογία, όπως το έργο του Γοργία Ελένης Εγκώμιον. Άλλες σχετίζονταν με την εξάσκηση μελλοντικών ομιλητών στα δικαστήρια ή στην Εκκλησία του Δήμου, ήταν δηλ. ρητορικές ασκήσεις, λόγου δείγματα, όπως η συλλογή Τετραλογίαι του Αντιφώντα. Άλλη μέθοδος διδασκαλίας που χρησιμοποιούσαν ήταν η μέθοδος της ερωταπόκρισης, η οποία φανέρωνε την ικανότητα να μιλάει κανείς με συντομία. Η μέθοδος αυτή της βραχυλογίας, που εφάρμοσε πρώτος ο Πρωταγόρας, συνδέεται με τη μέθοδο συζήτησης με ερωταποκρίσεις του Σωκράτη.
Οι Σοφιστές αναλάμβαναν να διδάξουν σε νέους μια ποικιλία μαθημάτων, κυρίως θέματα θρησκείας, λογοτεχνίας, πολιτισμού, αλλά και την άσκηση στη ρητορική και την πολιτική τέχνη (βλ. σχετικά G.B. Kerferd, Η σοφιστική κίνηση, ό.π., κεφ. 4 και 5).
Η εχθρότητα του Πλάτωνα προς τους Σοφιστές έχει εκδηλωθεί σε διάφορους διαλόγους του, όπως στον Πρωταγόρα, τον Σοφιστή, τον Γοργία, τον Θεαίτητο. Στον Σοφιστή συζητούνται διαδοχικά επτά διαφορετικοί ορισμοί του σοφιστή, που όλοι τους είναι μειωτικοί. Οι ορισμοί αυτοί δίνουν περιγραφές των Σοφιστών και παράλληλα εκφράζουν επιμέρους πλευρές της σοφιστικής κίνησης. Κατά τους ορισμούς αυτούς, ο σοφιστής είναι: (1) πληρωμένος κυνηγός πλούσιων νέων· (2) κάποιος που πουλά «αρετή», δηλ. κάποιος που εμπορεύεται τη μάθηση· 3) κάποιος που την πουλά λιανικώς σε μικρές ποσότητες· (4) κάποιος που πουλά αγαθά, τα οποία ο ίδιος έχει κατασκευάσει για τους πελάτες του. Κατά μια άλλη άποψη, (5) ο σοφιστής είναι κάποιος που εμπλέκεται συνεχώς σε διαμάχες του είδους που ονομάζεται εριστική, είναι αυτός που αμείβεται από τη συζήτηση γύρω από το τι είναι σωστό και τι όχι· (6) αναγνωρίζεται επίσης ένα είδος σοφιστικής που ονομάζεται έλεγχος, και συνίσταται σε ένα είδος λεκτικής εξέτασης, που μορφώνει με το να καθαίρει την ψυχή από την κενοδοξία της σοφίας· (7) στο τέλος του διαλόγου ο σοφιστής παρουσιάζεται ως παραχαράκτης της φιλοσοφίας, ο οποίος αδαώς σκαρώνει αντιλογίες και βασίζεται περισσότερο στα φαινόμενα και τις γνώμες παρά στην πραγματικότητα. Οι Σοφιστές κατηγορήθηκαν για τον σχετικισμό τους και την αμφισβήτηση των καθιερωμένων αντιλήψεων. Κατηγορήθηκαν επίσης για τις αντιλήψεις τους για τους θεούς και τη θρησκεία, αλλά και επειδή αναζητούσαν τον ισχυρότερο λόγο, το επιχείρημα, προκειμένου να πείσουν για αντικρουόμενες αξιώσεις και για αντίθετους λόγους. Συχνά ο Σωκράτης θεωρήθηκε από τους συγχρόνους του ως μέλος της σοφιστικής κίνησης, παρά το γεγονός ότι παρουσιάζεται στους πλατωνικούς διάλογους να αντιτίθεται στις διδασκαλίες των σοφιστών Πρωταγόρα, Γοργία, Πρόδικου, Ιππία, Θρασύμαχου. Μια σημαντική όμως διαφορά του Σωκράτη και των Σοφιστών συνίσταται στο γεγονός ότι ο πρώτος θεώρησε πως φιλοσοφία είναι το ενδιαφέρον για γνώση (θεωρητική), ενώ οι Σοφιστές έλαβαν τη φιλοσοφία ως διαδικασία της γνώσης (πρακτική).
Σχετικά με τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι Σοφιστές, αυτές είχαν σχέση με την εριστική ή διαλεκτική, με την αντιλογική και την ελεγκτική.
Η εριστική (από το ουσιαστικό έρις, που σημαίνει αγών, διαμάχη) ήταν, κατά τον τρόπο που χρησιμοποιεί ο Πλάτων τον όρο, «επιδίωξη νίκης στη συζήτηση», αλλά και η τέχνη που καλλιεργεί και παρέχει κατάλληλα μέσα και τεχνάσματα για τον σκοπό αυτό. Εργαλεία της εριστικής είναι τα σοφίσματα, διφορούμενες εκφράσεις κ.ά. Η διαλεκτική, όρος που χρησιμοποιεί ο Πλάτων, είναι μια μέθοδος της υπόθεσης αλλά και μια διαδικασία της σύνθεσης και της διαίρεσης. Η λέξη συνδέεται με τον διάλογο και το ρήμα διαλέγομαι και για τον Αριστοτέλη σημαίνει «συζητώ με τη μέθοδο της ερωταπόκρισης». Η εριστική ή διαλεκτική μέθοδος ήταν μια τεχνική διαλόγου, ένα είδος λογικής μονομαχίας ανάμεσα σε κάποιον που ρωτούσε και σε κάποιον που απαντούσε. Η προσπάθεια εκείνου που ρωτά είναι, μέσα από κατάλληλες ερωτήσεις, να οδηγήσει σχεδιασμένα τον συνομιλητή του σε τέτοιες θετικές ή αρνητικές απαντήσεις, ώστε να καταλήξει σε σύγκρουση με όσα υποστήριζε στην αρχή. Αυτός που ρωτά θέλει να επιτύχει την αναίρεση της θέσης του συνομιλητή του, ακόμη και αν είναι αληθινή. Ο έλεγχος ασκείται για να αποκαλύψει λογικά κενά, αντιφάσεις, παραλογισμούς εκείνου που απαντά. Είναι μέθοδος που χρησιμοποιεί κατ' εξοχήν ο Σωκράτης (βλ. κεφ. 3). Η αντιλογική, τεχνικός όρος που χρησιμοποιεί ο Πλάτων, είναι μέθοδος με την οποία αντιθέτει κανείς έναν λόγο, δηλ. ένα επιχείρημα, σ' ένα άλλο είτε αντιθετικά είτε αντιφατικά (Βλ. G.B. Kerferd, Η σοφιστική κίνηση, ό.π., κεφ. 6ο , και Θ. Βέικος, Φύση και κοινωνία, Από τον Θαλή ως τον Σωκράτη, εκδ. Σμίλη, Αθήνα, 1991, κεφ. 8).
Η άποψη του Αριστοτέλη για τη Σοφιστική και τους Σοφιστές (Σοφιστικοί Έλεγχοι, 165a 22-23 και Μ.τ.φ., Γ', 1004b 25 κ. εξ.) κυριαρχεί στην ιστορία της φιλοσοφίας, ιδίως μετά την εποχή του Εγέλου. Κατακρίνεται ο υποκειμενισμός των Σοφιστών, επειδή αυτοί προβάλλουν την αλήθεια και την πραγματικότητα ως υποκειμενικές καταστάσεις με συνέπειες σοβαρές για θέματα ηθικά. Πολλοί μελετητές της σοφιστικής θεώρησαν ότι ο ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίο το δίκαιο και το άδικο μπορούσαν να καθοριστούν υποκειμενικά, σήμαινε ουσιαστικά ότι υποσκάπτει το κύρος των ηθικών αξιών. Ωστόσο, οι μελετητές του 20ού αιώνα επισημαίνουν κυρίως τον κριτικό και ορθολογικό τρόπο της σκέψης τους και τους θεωρούν εγκυκλοπαιδιστές ή διαφωτιστές αλλά και ανθρωπιστές, αφού προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τον άνθρωπο και τις αξίες του, χωρίς να παραβλέπουν το γεγονός ότι ήταν πρώτιστα δάσκαλοι της ρητορικής και της πολιτικής τέχνης που με τη διδασκαλία τους εγκαινίασαν τη συζήτηση κύριων φιλοσοφικών προβλημάτων τα οποία σχετίζονταν με το πολιτικό σύστημα της εποχής, την κοινωνία, τον άνθρωπο (G.B. Kerferd, ό.π., κεφ. 1ο).
Στην ιστορία των ορισμών της φιλοσοφίας κυριαρχεί εκείνος που ονομάζεται ετυμολογικός ή ονοματικός. Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, η φιλοσοφία ορίζεται ως αγάπη για τη «σοφία», όρος που για πρώτη φορά απαντά στον Όμηρο (Ιλιάδα, Ο 410) και σημαίνει την επιδεξιότητα στη γνώση. Ο όρος φιλοσοφία με αυτή τη σημασία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Πυθαγόρα και εμφανίστηκε τον 5ο αι. π.Χ. την εποχή του Περικλή, όταν η Αθήνα απέκτησε πολιτική και πνευματική υπεροχή, δηλαδή όταν ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης αλλά και οι καλλιτέχνες που δημιούργησαν «το Χρυσό αιώνα» καθώς και οι Σοφιστές συνέβαλαν σε μια ιδιαίτερη πνευματική κίνηση. Ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του (Ι, 30) χρησιμοποιεί για πρώτη φορά το ρήμα φιλοσοφώ με τη σημασία τού «εξετάζω, παρατηρώ προσεκτικά», όταν ομιλεί για τον Σόλωνα και τους Επτά Σοφούς. Οι Προσωκρατικοί καθόριζαν τη δραστηριότητά τους με το ουσιαστικό ιστορία, δηλαδή έρευνα που μπορεί να καταστήσει κάποιον καλό κριτή σε θέματα καθημερινά. Ο Πυθαγόρας είπε πως μόνο στο θεό ανήκει ο χαρακτηρισμός του «σοφού» και πως φιλόσοφος είναι ο άνθρωπος ο «σοφίαν ασπαζόμενος» (Διογένης Λαέρτιος, Α,12). Κατά τον Πυθαγόρα, όσοι προσέρχονται στους αθλητικούς αγώνες ως θεατές δεν έρχονται ούτε για τη δόξα ούτε για το κέρδος, αλλά μόνο για να παρατηρήσουν, «να δουν» και να χαρούν το θέαμα. Τέτοιοι είναι οι «σοφοί». Δεν τους συγκινούν διακρίσεις και υλικές ωφέλειες, γιατί θέλουν να είναι θεωροί του κόσμου. Έτσι και στη ζωή, οι δουλοπρεπείς είναι κυνηγοί της δόξας και της πλεονεξίας, ενώ οι φιλόσοφοι είναι θηρευτές της αλήθειας (Διογ. Λαέρτιος, Η, 8). Την ιδιότητα του φιλοσόφου προσδιορίζει και ο Ηράκλειτος (535-475 π.Χ.) διδάσκοντας ότι «οι φιλόσοφοι άντρες πρέπει να είναι γνώστες πάρα πολλών» και ότι φιλόσοφος είναι ὅς φιλεῖ τὸ σοφόν (D-Κ 12, Β 35). Στον Θουκυδίδη (Β 40) βρίσκουμε το ρήμα φιλοσοφώ και συγκεκριμένα στη γνωστή φράση από τον Επιτάφιο του Περικλή φιλοκαλοῦμεν μετ' εὐτελείας και φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας (μτφρ. αγαπούμε το ωραίο με απλότητα και καλλιεργούμε το πνεύμα μας χωρίς μαλθακότητα).
Η λέξη σοφία, γνωστή στον Όμηρο, δεν αναφέρεται αποκλειστικά σε μια ορισμένη μόνο κατηγορία ανθρώπων, αλλά αποδίδεται, π.χ., και σε θρησκευτικούς ηγέτες, προφήτες κ.λπ. και σχετίζεται με τους όρους γνώση, δύναμη ή ικανότητα, ελευθερία, αρετή και αγάπη. Στους Σοφιστές η λέξη σοφία σημαίνει τέχνη και επάγγελμα. O σοφιστής Θρασύμαχος είχε ζητήσει να χαραχτεί στον τάφο του η φράση: Χαλκηδών πατρίς, τέχνη δε σοφίη. Για τον Πλάτωνα η σοφία εξισώνεται με την κυριαρχία του νου, της λογικής, που δεν είχε σχέση με την πολιτική πανουργία και την τεχνολογική υπεροχή, αλλά ήταν κοντύτερα στην ηθική δύναμη.
Η λέξη φιλοσοφία έχει παγκοσμιοποιηθεί, όπως και η λέξη σοφιστής. Στις ευρωπαϊκές γλώσσες έχουν επικρατήσει λέξεις που προέρχονται από τη λέξη σοφιστής και συνδέονται με τη σημασία της (λ.χ. αγγλική γλώσσα: sophism: fallacious argument, sophisticate: corrupt, adultarate, but also refine and educate). Κατά τον Διογένη Λαέρτιο (3ος αι. μ.Χ.) με τη λέξη σοφιστής χαρακτήριζαν οι παλαιοί τους σοφούς ανθρώπους, μεταξύ των οποίων τους ποιητές και τους μάντεις.
Το πιο καίριο ερώτημα σε σχέση με τη γνώση είναι το ερώτημα για την αλήθεια, αν υπάρχει ή αν πρόκειται για μια σκιά που μάταια κυνηγούν οι άνθρωποι, ή το ερώτημα αν υπάρχουν κριτήρια με τα οποία διακρίνουμε το σωστό (αληθινό) από το λάθος. Σχετικά με τους μύθους της αλήθειας, ο Θεόφιλος Βέικος σχολιάζει: «Υπάρχει ένας αισιόδοξος μύθος που λέει ότι η αλήθεια είναι ολοφάνερη στον κόσμο: εμφανίζεται γυμνή κι όποιος έχει μάτι καθαρό και νου ξύπνιο τη βλέπει φανερή μπροστά του. Εκείνο που δεν εξηγεί αυτός ο μύθος είναι πώς εξηγείται η πλάνη. Αντίθετα, ένας απαισιόδοξος μύθος λέει ότι η αλήθεια είναι κρυμμένη και οι άνθρωποι ψάχνουν στα τυφλά να τη βρουν... O μύθος εξηγεί πως υπάρχουν πράγματα που δε μας αφήνουν να δούμε την αλήθεια, τα είδωλα και τα πάθη, τις προκαταλήψεις και τα ιδεολογήματα». Κατ' αυτόν η αλήθεια είναι κρυμμένη στο σκοτάδι της λήθης επειδή τα πάθη, οι προκαταλήψεις, οι πλάνες, τα ιδεολογήματα δεν την αφήνουν να φανεί (Θ. Βέικος, Εισαγωγή στη φιλοσοφία, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1989, σελ. 53-54).