Άσκηση στη γ' κλίση (Οδοντικόληκτα)
καταληκτικά μονόθεμα με θέμα σε ντ (ον. -ας, γεν. -αντος και ον. -ους, γεν. -οντος),
ακατάληκτα διπλόθεμα με θέμα σε ντ (ον. -ων, γεν. -οντος),
ουδέτερα ακατάληκτα μονόθεμα σε α (γεν. -ατος)

ἤδη δὲ πολλῶν πραγμά (πρᾶγμα, γεν. πληθ.) φησὶ γεγενῆσθαι κριτής
ἐν γὰρ τῷ Καπιτωλίῳ ἀνδριά (ἀνδριάς, ον. πληθ.) τε πολλοὶ ὑπὸ κεραυνῶν συνεχωνεύθησαν
ὥσπερ ὁ Ἕκτωρ ἐκεῖνος ὑπὸ τῆς τοῦ λίθου βολῆς τοῦ Αἴα (Αἴας, γεν. εν.) μικροῦ δεῖν ἐψυχορράγει
εἴθε γενοίμην οὐρανός, ὡς πολλοῖς ὄμμα (ὄμμα, δοτ. πληθ.) εἰς σὲ βλέπω
τραγήματὰ τ᾽ ἐν πλεκτοῖς ἐλεφαντίνοις ἐπεδόθη πᾶσι καὶ πλακοῦ (πλακοῦς, ον. πληθ.) ἕκαστα γένη
ἔχει δὲ καὶ κυνόδο (κυνόδους, αιτ. πληθ.) καμπύλους κατὰ μὲν τὴν ἰδέαν καὶ τὴν θέσιν
Λαιστρυγόνες ἐπέλθοιεν γίγα (γίγας, δοτ. πληθ.) καὶ οὐκ ἀνδράσιν εἰκασμένοι
πῶς εἶπας; ἦ τέθνηκε Πόλυβος, ὦ γέρ (γέρων, κλητ. εν.);
καὶ εἰστρέχει τις τῶν θεραπό (θεράπων, γεν. πληθ.), ἀσθμαίνων ἅμα καὶ λέγων
οὕτω δηχθῆναι τοῦ ποδὸς τὸν τένο (τένων, αιτ. εν.) καὶ καταστρέψαι