Ο Αιγέστης ή Αιγέστας ή Αίγεστος ή Ακέστης ήταν γιος του θεού-ποταμού της Σικελίας Κριμισού και της Τραωδίτισσας Αιγέστης ή Σεγέστης, κόρης του Ιππότη (ή Ιππόστρατου) ή του Φοινοδάμαντα. Με πατέρα τον Ιππότη η ιστορία της άφιξής της στη Σικελία προέκυψε κάτω από τις εξής συνθήκες (Σέρβ. Σχόλ. στον Βιργ., Αιν. 1.550):
Όταν ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να δώσει στον Ποσειδώνα και τον Απόλλωνα την αμοιβή που είχαν συμφωνήσει για το κτίσιμο των τειχών της Τροίας, οι δύο θεοί έστειλαν συμφορές στη χώρα, ο Απόλλωνας λοιμό, ο Ποσειδώνας ένα αμφίβιο τέρας (κῆτος) που με την υπερχείλιση των υδάτων έβγαινε στον κάμπο και προξενούσε καταστροφές. Όταν ρωτήθηκε ο Απόλλωνας, ως θεός της μαντικής, τι να κάνουν για να σωθούν, εκείνος είπε ότι η χώρα θα σωζόταν αν έδιναν τροφή στο τέρας ευγενείς νέους της χώρας. Τότε ήταν που η αριστοκρατία της χώρας φυγάδευσε τα παιδιά τους, ανάμεσά τους και ο Ιππότης ή Ιππόστρατος που εμπιστεύτηκε την κόρη του Αιγέστη σε εμπόρους. Εκείνοι την οδήγησαν στη Σικελία, όπου την είδε και την ερωτεύτηκε ο θεός ποταμός Κριμισός ή Κρημισσός. Με τη μορφή αρκούδας ή σκύλου, την παντρεύτηκε και απέκτησε μαζί της τον Αιγέστη, ιδρυτή της πόλης Αίγεστα ή Σέγεστα, που σύμφωνα με τον Στράβωνα βοήθησαν στο κτίσιμό της και οι σύντροφοι του Φιλοκτήτη (6.1.3). Και ακόμη, ίδρυσε τις πόλεις Ερύκη και Έντελλα. [Για μια άλλη εκδοχή της σωτηρίας της Αιγέστης βλ. Αιγέστη]
Το επεισόδιο της φυγάδευσης της Αιγέστης αποδίδεται από άλλους (Διον. Αλικ., Ρωμ. Αρχ. 1.47.2, 1.52.1-4, 1.67) στο γεγονός πως ένας πρόγονος τους είχε μαλώσει με τον Λαομέδοντα, είχε μάλιστα ξεσηκώσει τους Τρώες εναντίον του. Εκείνος τον θανάτωσε και σκότωσε τους αρσενικούς απογόνους του, δίστασε όμως να κάνει το ίδιο και με τις κόρες. Έτσι, τις έδωσε σε εμπόρους. Στο καράβι επιβιβάστηκε και ένας Τρώας που παντρεύτηκε μία από τις κοπέλες, χωρίς να διευκρινίζεται αν είναι η Αιγέστη. Πάντως, ο γιος που γεννήθηκε ήταν ο Αιγέστης. Αναθρεμμένο το παιδί στη Σικελία, και μη γνωρίζοντας την πατρίδα των γονιών του, ακολούθησε τα ήθη της δεύτερης (πρώτης γι’ αυτόν) πατρίδας του και μιλούσε τη γλώσσα των κατοίκων. Ωστόσο, επέστρεψε στην πατρίδα των γονιών του και ζήτησε από τον Πρίαμο την άδεια να υπερασπιστεί την πόλη, η οποία όμως σύντομα έπεσε στα χέρια των Αχαιών. Τότε ο Αιγέστης επέστρεψε στη Σικελία παίρνοντας μαζί του τον Έλυμο, ένα νόθο γιο του Αγχίση, και τρία πλοία. Σε αυτή την εκδοχή ο Αιγέστης παντρεύτηκε αργότερα τη Στύλλα και ίδρυσε και την πόλη που ονόμασε από τη γυναίκα του Στύλλα ή Άταλλα.
Πάντως, η ιστορία αυτή εξηγεί την ευνοϊκή υποδοχή που επιφύλαξε η Αιγέστη και ο γιος της στον Αινεία –επρόκειτο για συμπατριώτη τους:
Μα κι ο Ακέστης από μακριά ’πο κάποιο κορφοβούνι απορώντας για το ξαναγύρισμα των φιλικών του πλοίων τρέχει, φοβερός στην αρματωσιά του και με τομάρι λιβυκής αρκούδας, που τον γέννησε Τρωαδίτισσα μάνα από τον Κρεμισό, το ποτάμι. Τους αρχαίους μην ξεχνώντας εκείνος προγόνους, τους ξαναφερμένους χαιρετίζει και μ’ άφθονα αγροτικά προϊόντα χαρούμενος φιλοξενεί και τους κουρασμένους παρηγοράει με δώρα φιλικά.
(Βιργ., Αιν. 5.35-41, μετ. Θ.Δ. Τασόπουλος)
Σχετικά λήμματα
ΑΙΓΕΣΤΗ ή ΣΕΓΕΣΤΗ, ΑΓΧΙΣΗΣ, ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ, ΕΛΥΜΟΣ, ΙΠΠΟΤΗΣ ή ΙΠΠΟΣΤΡΑΤΟΣ, ΚΡΗΜΙΣΣΟΣ, ΛΑΟΜΕΔΟΝΤΑΣ, ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ, ΦΟΙΝΟΔΑΜΑΝΤΑΣ