Ο Πάνδαρος ήταν γιος του Λυκάονα, άριστος τοξότης, μαθητής του ίδιου του θεού Απόλλωνα στην τοξοβολία, ικανότατος στην κατασκευή του τόξου από κέρατα άγριου τράγου που μετά του πρόσθετε χρυσό κουλούρι (Ιλ., Δ 113). Ως αδελφός του αναφέρεται ο θεραπευτής Ιάπυγας και από τον Βιργίλιο ένας άλλος τοξότης, ο Ευρυτίωνας. Παρά τις συμβουλές του πατέρα του, ήρθε στην Τροία πεζός από την πατρίδα του, την πόλη Ζέλεια, αρχηγός στρατεύματος που οι Λύκιοι της Τρωάδας έστειλαν στον Πρίαμο (Ιλ. Β 824-827). Η επιλογή του να πεζοπορήσει αντί να τον μεταφέρουν με άμαξα και άλογα οφείλεται ή στη φιλαργυρία του ή στην αγάπη που είχε για τα καλοθρεμμένα άλογα, μην τύχει και τους λείψει η τροφή στην Τροία:
Τους ίππους μου δια ν' ανεβώ τ' αμάξια εδώ δεν έχω,
αλλά μες στου Λυκάονος τα μέγαρ’ είναι αμάξια
ένδεκα νέα κι εύμορφα, με πέπλους σκεπασμένα
κι εις κάθε αμάξ’ είναι σιμά ζευγαρωτά πουλάρια,
στέκουν και τρώγουν την ζειά και το λευκό κριθάρι.
Πολύ τωόντι ο γέροντας πολεμιστής Λυκάων
με νουθετούσ’ ότ’ άφηνα τα ωραία μέγαρά μας·
μου ’λεγεν εις τ’ αμάξια μου και στ’ άλογ’ αναβάτης
να οδηγώ Τρώας στους δεινούς αγώνες του πολέμου·
και την καλήν του συμβουλήν δεν άκουσ' από φόβον
για τ’ άλογά μου εις άφθονην τροφήν συνηθισμένα,
μήπως εις τόπον, όπου κλειούν εχθροί, τροφή τους λείψει·
τ’ άφηκ’ αυτού, κι ήλθα πεζός στο Ίλιον, θαρρώντας
στο τόξο […]
(Ιλ. Ε 194-207, μετ. Ι. Πολυλάς)
Όταν Τρώες και Αχαιοί έκαναν μεταξύ τους ανακωχή και αποφάσισαν η έκβαση του πολέμου να κριθεί από τη μονομαχία Μενέλαου και Πάρη, η Ήρα πρότεινε έναν εύσχημο τρόπο παραβίασης των όρκων μετά τη μονομαχία, ώστε ο πόλεμος να ξαναρχίσει, ο Δίας υποχώρησε και η Αθηνά με τη μορφή του Αντηνορίδη Λαόδοκου παρέσυρε με λόγια δελεαστικά τον Πάνδαρο να τοξεύσει τον Μενέλαο. Τον έπεισε μάλιστα ότι ο ίδιος ο Πάρης θα τον αντάμειβε με δώρα πολύτιμα εάν ιδεί στην θλιβεράν πυράν ανεβασμένον / τον δυνατόν Μενέλαον από δικό σου ακόντι (Δ 100-101) και ότι θα γυρνούσε σώος στην πατρίδα του, οπότε και θα έπρεπε να τιμήσει τον φωτογέννητον Απόλλωνα τοξότην κάνοντας θυσία εκατό νεογέννητων αρνιών (Δ 103-104). Ο Μενέλαος τραυματίσθηκε από το βέλος του Πάνδαρου, αλλά όχι θανάσιμα, ήταν μάλιστα η ίδια η Αθηνά που τον προφύλαξε. Ωστόσο η ανακωχή διακόπηκε και ο πόλεμος ξανάρχισε. Ο Πάνδαρος αντιμετώπισε τον Διομήδη, τον τόξευσε και τον τραυμάτισε αλλά και πάλι η Αθηνά προστάτευσε τον Αχαιό. Όμως αργότερα έχασε τη ζωή του από το ακόντιο του Διομήδη:
Ρίχνει τ' ακόντι· κι η Αθηνά τ' οδήγησε στην μύτην,
σιμά στο μάτι· και ο σκληρός χαλκός τα λευκά δόντια
του πέρασε και του 'κοψε τη γλώσσαν εις τη ρίζα,
κι η χάλκιν' άκρη κάτωθεν εφάνη απ' το πηγούνι.
Πέφτει απ' τ' αμάξι και βροντούν επάνω τ' άρματά του
τα εύμορφα και ολόλαμπρα και ανάμερα από φόβον
συρθήκαν τα γοργ' άλογα· κι εκείνος ενεκρώθη.
(Ιλ., Ε293-298, μετ. Ι. Πολυλάς)
Ο θάνατός του θεωρήθηκε τιμωρία για την ύβρη που διέπραξε να καταπατήσει το εθιμικό δίκαιο του πολέμου παραβιάζοντας τους όρκους που είχαν δοθεί περί ανακωχής –ο επίορκος τιμωρήθηκε με το κόψιμο της γλώσσας του. Κατά μία παράδοση ο τάφος του βρισκόταν κοντά στον Σιμόεντα ποταμό (Στέφ. Β. Ζέλεια.) Και ο πατέρας του Πάνδαρου σκοτώθηκε στον πόλεμο από τον Αχιλλέα.
Οι ποιητές και δραματουργοί Τζέφρυ Τσώσερ και Ουίλιαμ Σαίξπηρ αξιοποίησαν τη μορφή του Πάνδαρου στα έργα τους Τρωίλος και Χρυσηίδα (1370 και 1609 αντίστοιχα), όπου ο Πάνδαρος εμφανίζεται ως ενεργός μεσολαβητής ανάμεσα σε ερωτευμένα, και μη, ζευγάρια.
Σχετικά λήμματα
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ, ΗΡΑ, ΛΑΟΔΟΚΟΣ, ΛΥΚΑΩΝ / ΛΥΚΑΟΝΑΣ, ΜΕΝΕΛΑΟΣ, ΠΑΡΗΣ, ΠΡΙΑΜΟΣ, ΣΙΜΟΕΙΣ