Το άστρο της Βηθλεέμ
Οι σουπερνόβα ή υπερκαινοφανείς αστέρες είναι
όμοιοι με τους προηγούμενους - τους νόβα - διαφέρουν όμως κατά το ότι τα
φαινόμενα πού παρουσιάζουν εξελίσσονται σε κλίμακα ασύγκριτα
μεγαλύτερη. Ένας
τέτοιος αστέρας έχει μάζα πολύ μεγαλύτερη
από τον Ήλιο. Όταν πάθη την έκρηξη, η
μάζα πού αποσπάται, τρέχει με αρχική
ταχύτητα 10.000 km το δευτερόλεπτο! Συνολικά
εκτοξεύεται στο διάστημα μάζα μεγαλύτερη από τη μάζα του Ήλιου!
Γι’ αυτό
ο αστέρας γίνεται κατά πολλές εκατοντάδες
εκατομμύρια φορές λαμπρότερος από τον Ήλιο. Σε ορισμένες
περιπτώσεις ο
σουπερνόβα λάμπει περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο φορές από τη λάμψη
του Ήλιου.
Πρόκειται δηλαδή για μία ουσιαστικά
«κατάρρευση» του αστέρος, μία «καταστροφή» του.
Οι σουπερνόβα αστέρες φθάνουν στο μέγιστο της λαμπρότητας
τους σε διάστημα πολύ σύντομο - μέσα σε λίγες ήμερες -και
έπειτα αρχίζουν βραδέως να χάνουν τη λάμψη
τους σε διάστημα πολλών μηνών έως δύο ετών.
Οι αναλάμψεις τέτοιων αστέρων, ώστε να
φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού είναι κάτι το
πολύ σπάνιο, παρατηρούνται και σε άλλους γαλαξίες.
Πρέπει να
σημειώσουμε ότι μερικοί από αυτούς είναι επαναληπτικοί,
δηλαδή αναλάμπουν
όχι μια φορά, αλλά δύο ή τρεις
φορές.
Να μερικά τέτοια παραδείγματα
σουπερνόβα ή υπερκαινοφανών αστέρων, α) Ο
αστέρας του Τύχωνος (σχ. 18), πού ανέλαμψε
στον αστερισμό της Κασσιόπης το Νοέμβριο 1572.
Στο μέγιστο της λαμπρότητας του έλαμπε τουλάχιστο όσο η '
Αφροδίτη - ήταν ορατός και
την ήμερα - και φαινόταν για 18
μήνες, β) ' Ο
αστέρας του Κέπλερ, πού ανέλαμψε στον Οφιούχο
το 1604 και έλαμπε όσο και ο
Ζευς. Ήταν
ορατός δια γυμνού οφθαλμού για δύο
χρόνια. γ) Ο
σουπερνόβα του Ταύρου το 1054, ο οποίος σήμερα είναι το νεφέλωμα
του Καρκίνου (σχ. 19). Η αναλαμπή του
καταγράφηκε από Κινέζους και Ιάπωνες και
περιγράφεται στα χρονικά τους. Κινέζοι
χρονικογράφοι της εποχής εκείνης σημειώνουν ότι εμφανίσθηκε
στις 4 Ιουλίου 1054 και «ήταν
επισκέπτης αστέρας πού φαίνονταν την ήμερα,
όπως η Αφροδίτη», και παρέμεινε λαμπρός σάν
την Αφροδίτη μέχρι τις 27 Ιουλίου.
Έπειτα σιγά-σιγά γινόταν
περισσότερο αμυδρός και τελικά αόρατος με
γυμνό μάτι στις 17 Απριλίου 1056. Δηλαδή φαινόταν 23 ήμερες και την ήμερα και
για 21 μήνες τη νύχτα, δ) Το Μάιο του 1006 ανέλαμψε στον αστερισμό του Λαγωού
(Νότ. ημισφαίριο) νέος αστέρας, λαμπρός όσο ο πλανήτης
Άρης, και φαινόταν για πολλούς μήνες. Σήμερα στη θέση αυτή ευρίσκεται ραδιοπηγή,
και το 1976 αστρονόμοι κατάφεραν να φωτογραφήσουν με το μεγάλο τηλεσκόπιο των 4m
του Cerro
ΤοΙοΙο υπολείμματα του σουπερνόβα του 1006.
Σχ. 18. ' Ο καινοφανής του 1572 στον αστερισμό της
Κασσιόπης (κατά προσέγγιση θέση του) πού
φαινόταν και την ήμερα, προκάλεσε
ζωηρό ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων.
Σχ. 19. Το Νεφέλωμα του Καρκίνου. Αυτό είναι το υπόλειμμα ενός
supernova πού παρατηρήθηκε το 1054.
Κάθε αιώνα στο Γαλαξία μας, παρατηρούνται
2 ή 3 σουπερνόβα, οι όποιοι είναι ορατοί με γυμνό
μάτι στο μέγιστο της λαμπρότητας τους και οι περισσότεροι ανακαλύπτονται
φωτογραφικά. Σε άλλους γαλαξίες με τηλεσκόπια
παρατηρήθηκαν μέχρι τώρα περί τους 400 υπερκαινοφανείς
αστέρες. Καταγράφονται όλοι σε ειδικούς καταλόγους,
τους οποίους μελετούν οι ερευνητές από
πολλές πλευρές, προκειμένου να έχουν πληρέστερη εικόνα του σύμπαντος. Να
εισχωρήσουν στον εσώτερο μηχανισμό του και να
αντιμετωπίσουν βασικά κοσμολογικά προβλήματα.
Συστηματική εξ άλλου κατά περίπτωση αναζήτηση
σε περιγραφές και Ιστορήματα
διαφόρων λαών της αρχαιότητος - κυρίως της
Ανατολής - φέρνουν στο φως τέτοια ουράνια
φαινόμενα, πού προκαλούν πολύ το ενδιαφέρον των αστρονόμων κατά την
έρευνα κυρίως μακράς κλίμακας γεγονότων. Η
λεπτομερής και συστηματική ιστορική έρευνα
από ειδικούς επιστήμονες έφερε στο φως ορισμένα
στοιχεία, τα οποία συνηγορούν εκ πρώτης
όψεως υπέρ της γνώμης του σουπερνόβα ή του νόβα ως αστέρος πού παρακίνησε και
οδήγησε τους Μάγους στη μεγάλη τους πορεία (σχ. 20).
Την άποψη του
υπερκαινοφανούς αστέρα σαν
άστρου της Βηθλεέμ υποστήριξε και ο
καθηγητής Στ. Πλακίδης. «Εάν παραδεχθούμε,
γράφει (σ. 24) ότι το άστρο
της Βηθλεέμ ήταν όντως τέτοιο άστρο, η
εξαφάνιση και η επανεμφάνιση τού θα μπορούσε
ίσως να εξηγηθεί
ως έξης: Όταν
το άστρο εμφανίσθηκε αρχικά, ήταν
εξαιρετικά
λαμπρό σε βαθμό ώστε να προκαλέσει
άμεσα την
προσοχή και μεγάλο ενθουσιασμό στους Μάγων.
Μετά, άρχισε, όπως συμβαίνει στους καινοφανείς αστέρες, να χάνει
κάπως την λαμπρότητα
του, εως ότου χάθηκε, στις
ηλιακός ακτίνες και επομένως έγινε αόρατος,
μέχρις ότου πάλι, αναδύθηκε από
τις ηλιακές ακτίνες αναγνωρίστηκε από τους
Μάγους. ' Αλλά
και αν δεχθούμε, όπως ο
ιερός Χρυσόστομος, ότι το άστρο
των Μάγων ήταν ορατό κατά την ημέρα και
ότι «την μεν έως Παλαιστίνης όδόν έφαίνετο
χειραγωγών, επειδή δε οί Μάγοι έπέβηοαν των ' Ιεροσολύμων, έκρυψεν εαυτόν
είτα πάλιν ότε τον ' Ηρώδην αφέντες διδάξαντες αυτόν υπέρ ων ήλθον, έμελλον
άπιέναι, δείκνυσιν εαυτόν», το γεγονός τέτοιας εξαφάνισης δεν αντίκειται στα
χαρακτηριστικά των καινοφανών αστέρων, γιατί
υπάρχουν τέτοιοι που αναλάμπουν περιοδικά. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο
νέος ' Οφιούχου 1901.
Σχ. 20. Το νηματοειδές νεφέλωμα του Κύκνου στο σύνολο του.
Ίσως είναι υπόλειμμα από έκρηξη υπερκαινοφανούς
αστέρος πριν
περίπου 50.000 χρόνια.
Συνεπώς η εξήγηση του
άστρου των Μάγων με την εμφάνιση καινοφανούς αστέρος είναι δυνατό να συμφωνεί ως
προς τα χρονικά όρια, τα οποία παρέχονται από τις πηγές σε σχέση με την επίσκεψη
των Μάγων και την σφαγή των νηπίων στην Βηθλεέμ». Παρατηρεί στη συνέχεια ότι
παραμένει ανεξήγητο «οποιαδήποτε και αν είναι η φυσική ερμηνεία του Ευαγγελικού
χωρίου, που θέλουμε να παραδεχθούμε, η υπόδειξη από το άστρο της ταπεινής
στέγης, κάτω από την οποία έτέχθη εν υποδειγματική συγκαταβάσει ο
Κύριος».
Την ερμηνεία του άστρου της Βηθλεέμ ως καινοφανούς αστέρος
απέκλεισαν μερικοί ερευνητές μεταξύ των οποίων
και ο Χένιχ (Ρ. Hennnig 1936), γιατί λέει
ότι σε διάστημα διακοσίων και πλέον
ετών δεν επισημανθήκαν τέτοιοι αστέρες, εκτός του
αστέρος του Ίππαρχου (134 π.Χ.) και του νόβα
του 107 μ.Χ. Σήμερα βέβαια έχουν βρεθεί περί
τους 10 νόβα ή σουπερνόβα, όπως θα δούμε στη
συνέχεια, ώστε να μη ισχύει ο ισχυρισμός
αυτός του Χένιχ.
Δίνουμε κατωτέρω τις πρόσφατες φωτογραφίες των υπολειμμάτων
των υπερκαινοφανών Τύχωνος 1572 (σχ. 21) και
Κέπλερ 1604 (σχ.
22) πού τις πήρε ο S. Van de Berghμε το τηλεσκόπιο του Palomar
των 5 μέτρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Νεότερα αστρονομικά δεδομένα και
συμπεράσματα
1. Χριστιανικό ημερολόγιο - χρονολόγιο του
Διονυσίου
ΠΡΕΠΕΙ να λεχθούν μερικά σχετικά με το χρονολόγιο, πού
εισάχθηκε από τον Διονύσιο τον μικρό (6ος
αιώνας), στον όποιο ανατέθηκε να
καθορίσει σαν νέα αρχή αρίθμησης
των ετών, το έτος της Γέννησης
του Ιησού Χριστού. Και
ως αρχή του χρονολογίου - του Χριστιανικού ή
Διονυσιακού όπως ονομάσθηκε -όρισε το έτος
754 από κτίσεως Ρώμης, γιατί το έτος αυτό
δέχθηκε ως έτος Γέννησης
του Χριστού. Μάλιστα κατά το Διονύσιο, το
έτος το 754 είναι το έτος της ενσάρκωσης (σύλληψης)
του από την Θεοτόκο. Ονόμασε αυτό το
έτος 1 μ.Χ.
και το έτος 2
μ.Χ. σαν έτος γεννήσεως του Ιησού.
Ο καθορισμός όμως αυτός ήταν εσφαλμένος, γιατί ο
Διονύσιος στηρίχθηκε στα χρονικά όρια της
αυτοκρατορίας του Οκταβιανού και θεώρησε σαν
28ο έτος της βασιλείας του το έτος 754 από
κτίσεως Ρώμης, το έτος Γεννήσεως του ' Ιησού,
αντί του ορθού 750. Έτσι έβαλε στο
Διονυσιακό ημερολόγιο ένα βασικό λάθος. ' Υπάρχει όμως και
δεύτερο λάθος πού οφείλεται στην αρίθμηση
των ετών. Γιατί
το έτος της Γεννήσεως θα ήταν η αρχή του
νέου χρονολογίου, επομένως αυτό έπρεπε να τεθεί
ως έτος Ο, ώστε με βάση
αυτό να έχουμε έτη π.Χ. και
μ.Χ. Αλλά ο
Διονύσιος δεν ονόμασε 1 μ.Χ. εκείνο
πού έπρεπε πραγματικά να είναι, δηλαδή το
έτος μηδέν. Έτσι στην αρίθμηση όλων των π.Χ. χρονολογιών έχουμε λάθος ένα
ολόκληρο έτος .
Το έτος 44 π.Χ. με πρωτοβουλία του ' Ιουλίου Καίσαρα – μέσω
του Νουμά - καθιερώθηκε
σε όλη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία το γνωστό
έκτοτε Ιουλιανό ημερολόγιο. Η 1η Ιανουαρίου είχε
ορισθεί ως αρχή του έτους από εκείνη
την εποχή. Το σφάλμα του Διονυσίου είναι ότι
μετέθεσε την αρχή των χρονολογιών κατά 4 έτη αργότερα, και αυτό εισήχθη επίσημα
από τον Διονύσιο, αλλά παρέμεινε η αρίθμηση
αυτή .
2. Νεότερες απόψεις για τον αστέρα.
Και τώρα είναι καιρός να
παρουσιασθούν όσα νεότερα στοιχεία
έχουν προκύψει από την έρευνα του προβλήματος του άστρου της Βηθλεέμ, για να
καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα σχετικά με όλο αυτό το ζήτημα.
Μια ακόμα εικόνα του πώς έχει το πρόβλημα τούτο
τα τελευταία χρόνια δίνει ο David W. Hughes,
(Χιούζ) του Τμήματος Φυσικής του
Πανεπιστημίου του Sheffield (Αγγλ.) σε
εκτενές άρθρο ενημέρωσης (review article),
πού δημοσιεύθηκε
σε διεθνές και
αξιόλογο περιοδικό (The Star of Bethlehem, by D. Hughes, NATURE,
νοl. 264, Dec. 9, 1976). Ο
συγγραφεύς αναφέρει λεπτομερώς και
με αυστηρώς επιστημονικά κριτήρια, τις
πηγές, από τις οποίες παίρναμε τα στοιχεία - Παλαιά και Καινή Διαθήκη, Έκκλ.
Ιστορία κ.λπ. Τι γνωρίζουμε για τους Μάγους
και το έργο τους τα αναφερόμενα στο
ημερολόγιο και άλλα σχετικά. Στη
συνέχεια αναφέρει περιληπτικά, αλλά με πληρότητα,
τις προτεινόμενες εξηγήσεις για
το άστρο της
Βηθλεέμ: Περίπτωση κομήτη, τριπλή σύνοδος Δια
και Κρόνου το 7 π.Χ., η
πιθανότητα του
πλανήτη Αφροδίτη, η
ερμηνεία ως νόβα ή σουπερνόβα. Σημειώνει ότι
έχουμε εμφανίσεις τέτοιων αστέρων (ή κομητών χωρίς ουρά) το έτος 5 π.Χ. καθώς
και το 4 π.Χ. " Εξετάζει ακόμη και
την περίπτωση
μήπως ήταν κάτι το υπερφυσικό, ακόμη
το ενδεχόμενο του μύθου. Το τελευταίο αυτό το απορρίπτει έντονα. 'Μιλάει
επίσης για την
Χαλδαία ως χώρας προέλευσης
των Μάγων και για
την πιθανή
πορεία πού ακολούθησαν και αναφέρει όλα τα
σχετικά με το ζήτημα του άστρου αυτού.
Ο Χιούζ παραπέμπει σε ερευνητές και
αναλύει τις εργασίες τους επάνω στο πρόβλημα
τούτο- κάνει σύγκριση ων συμπερασμάτων τους, ώστε, ο
μελετητής του άρθρου να ενημερώνεται πλήρως
και αντικειμενικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι
δεν αναφέρει τίποτε σχετικό με τη θεωρία της «μεγάλης συγκέντρωσης» των επτά
πλανητών του 6 π.Χ.».
Και ποια γνώμη εκφράζει ο
συγγραφέας για το ζήτημα
του άστρου της Βηθλεέμ; "Αν θα μπορούσε κανείς να
ζήτηση μια αντιπροσωπευτική - μερική φυσικά - εικόνα από το άρθρο αυτό
του Hughes, θα έδινε το έξης κείμενο του: «Οι
σύνοδοι του 7
π.Χ. - οι τριπλές - προσείλκυσαν την προσοχή
των Μάγων προς την Παλαιστίνη, ο κομήτης
(τον ονομάζει και νόβα) του Μαρτίου του 5
π.Χ. τους έκαμε ν' αναχωρήσουν για το ταξίδι. Αυτοί θα έφτασαν ασφαλώς
πριν τον θάνατο
του ' Ηρώδη (ο οποίος συνέβη μεταξύ 12 Μαρτίου και 11 '
Απριλίου του 4 π.Χ.) και
αφού διηγήθηκαν για την Γέννηση
του Ιησού στη
Βηθλεέμ, έφτασαν εκεί τον Απρίλιο του 4 π.Χ., όταν ο
νόβα είχε αναφανεί. Πριν
από το θάνατο του ο
Ηρώδης διέταξε να σφάξουν
όλα τα παιδιά της ηλικίας κάτω από δύο έτη» (σ.
516).
Και σε ποιο συμπέρασμα καταλήγει ο
Χιούζ; Δέχεται ως πιθανή την τριπλή σύνοδο
Κρόνου - Διός το 7 π.Χ. και αν αυτό είναι
έτσι, τότε η Γέννηση του Ιησού
έγινε τον ' Οκτώβριο του έτους αυτού.
Γράφει (σ. 513) τα εξής: «Η αστρολογική
ένδειξη της τριπλής συνόδου Κρόνου και Δια
στους ' Ιχθύς είναι η περισσότερο πιθανή, αλλά
και η άποψη των δύο κομητικής μορφής
αντικειμένων του 5 π.Χ. και 4 π.Χ. δεν μπορεί ν'
απορριφθεί». Και συνεχίζει: «Ούτε η
μία ούτε η
άλλη ερμηνεία μπορούν να δώσουν αφορμή να σκεφθούμε ότι ο
αστέρας ήταν
απλώς κάτι το μυθικό».
Το άρθρο τούτο του Χιούζ σχολιάσθηκε ποικιλότροπα
από πολλούς (βλέπε: NATURE
νοl. 268, 11 Αugust.
1977, p. 565-567). Απαντώντας στη συνέχεια ο
Hughes δίνει πολλές λεπτομερείς επεξηγήσεις,
χωρίς όμως ουσιαστικά να μεταβάλει τις θέσεις και
απόψεις του πάνω στο ζήτημα αυτό.
3. Μια πρόσθετη άποψη
' Ο Χιούζ δίδασκε '
Αστρονομία και
Φυσική στο Πανεπιστήμιο του Sheffield. Το
1979 δημοσίευσε δικό του έργο με τον τίτλο: The Star of Bethlehem – An
Astronomer’s Confirmation, Ν. York σελ. 218. Σ' αυτό συνοψίζει όλα τα
προηγούμενα άρθρα του κατά τρόπο αναλυτικό, συστηματικό και
παραστατικό, ώστε ο αναγνώστης να έχει
μια πλήρη εικόνα του όλου θέματος. Ο
καθηγητής W. Η. McCrea (Nature,
νοl. 282, Dec. 1979)
κάνει μάλλον ευμενή κριτική του βιβλίου,
τονίζοντας ότι ο Hughes λύνει πολλές δυσκολίες πού παρουσιάζονται στο όλο αυτό
πρόβλημα και προτείνει να χρησιμοποιηθεί
υπολογιστής για να δώσει πολλά στοιχεία πού
θα προωθήσουν το ζήτημα αυτό.
Στο έργο του αυτό ο
Χιούζ δέχεται σαφώς, όπως και
προηγουμένως, ότι πρόκειται περί πραγματικού
άστρου το όποιο φάνηκε τον καιρό της
Γέννησης του ' Ιησού. Και
συμπερασματικά τονίζει τα έξης: (σ. 198).
Έχουμε τρεις
κατ' ουσία εξηγήσεις του άστρου της Βηθλεέμ.
1. Ήταν πραγματικά ένα φυσικό
αντικείμενο πού ερμηνεύεται με τους φυσικούς νόμους.
Ήταν ένα θαύμα, μια παρουσία του Θεού για δικό
του ειδικό σκοπό.
Ήταν μια φραστική εικόνα, ένας τρόπος παράτολμος
του ευαγγελιστή Ματθαίου με την
εμφάνιση του άστρου
να πείσει τους ' Εβραιοχριστιανούς
αναγνώστες του, ότι ο ' Ιησούς ήταν ο
αληθινός Μεσσίας.
«Είμαι πεπεισμένος, συνεχίζει
ο Χιούζ, ότι η
πρώτη από τις τρεις
αυτές εξηγήσεις είναι η
ακριβέστερη. Η δεύτερη είναι θεολογική και
ασθενής, γιατί επικαλείται ένα θαύμα, ενώ δεν
υπήρχε ανάγκη. Πραγματικά δεν μπορούμε να πούμε
ότι ένα θαύμα δεν είναι δυνατόν να συμβεί,
αλλά ότι δεν ήταν
αναγκαίο, όταν είχαμε ακριβείς πληροφορίες για
φυσικό φαινόμενο στο όποιο προσαρμόζονται όλες οι
ειδήσεις πού μας δίνουν οι
πηγές των κειμένων. ' Η τρίτη εξήγηση
δίνεται με όρους και
περιγραφές παράτολμες και
είναι απαράδεκτες... Πρόκειται για πραγματική
αλήθεια. Ιδιαιτέρως η απλότητα του άστρου,
και όλα τα σχετικά περιστατικά δείχνουν ότι
το γεγονός αυτό δεν ήταν κάτι πού σχετίζεται
με τη φαντασία».
Και τελικά ο
Χιούζ εκφράζει τη γνώμη ότι πρόκειται για τη
σύνοδο των πλανητών και ότι ο '
Ιησούς γεννήθηκε το εσπέρας της 15ης
Σεπτεμβρίου του 7 π.Χ. Φυσικά ο Χιούζ αναφέρει ότι
είχαμε σειρά από συνόδους των πλανητών Δια και
Κρόνου και η σύμπτωση
των συνόδων στους ' Ιχθύς συμφωνεί με πολλά άλλα
σχετικά στοιχεία, ώστε να θεωρείται
περισσότερο πιθανή (σ.200}.
Ο συγγραφέας - αστρονόμος
στηρίζεται στην περικοπή του Ευαγγελιστή Ματθαίου,
ο οποίος μιλά
για το άστρο
πού οδήγησε τους Μάγους στα ' Ιεροσόλυμα
και τη Βηθλεέμ. ' Υπενθυμίζει όμως
και την εκπλήρωση
της προφητείας του Βαλαάμ (Αριθμ.
κδ' 17) την οποίαν αναφέραμε στην αρχή του βιβλίου αυτού (σελ.
11). Πάντως το όλο πνεύμα του ερευνητή είναι
ότι οι μαρτυρίες πού έχουμε μας οδηγούν προς
την άποψη ότι με το γεγονός της
γεννήσεως του Ιησού Χρίστου κατά θεία οικονομία
συνέπεσε με ένα αστρονομικό φαινόμενο, πού έδωσε αφορμή στους Μάγους της
Ανατολής να κάνουν το μεγάλο ταξίδι για να έλθουν στη Βηθλεέμ και
να προσκυνήσουν τον τεχθέντα Βασιλέα, τον
Σωτήρα της ανθρωπότητας.
Εξ άλλου ο David Η.
Clarck, πού ασχολήθηκε πολύ με το ζήτημα
αυτό, αναλύοντας το βιβλίο του Χιούζ (The Osbservatory, 1980
ρ. 82-83) επικρίνει την άποψη
αυτή και
εμμένει στην δική του θέση, την οποία θα
ιδούμε στην επόμενη παράγραφο.
θεωρούμε επίσης σκόπιμο να παραθέσουμε και
τη γνώμη του Γερμανού ατομικού φυσικού Β.
Philberth (Φίλμπερτ) ο
όποιος στο βιβλίο του: «Χριστιανή προφητεία
και πυρηνική ενέργεια, 11η
έκδ. 1982» γράφει σχετικά τα έξης:
«Η Γέννηση του Χρίστου, το
μεγαλύτερο γεγονός του σημαντικότερου
ιστορικού σημείου - το όποιο είναι σταθμός και
για τους απίστους για να πληροφορηθούν τη στροφή
της ιστορίας - έγινε πιθανότατα με ένα
αστρονομικό φαινόμενο πού σπανιότατα γίνεται
στο διάστημα των αιώνων με τη «μεγάλη σύνοδο» του Δία και
του Κρόνου. Για την τότε (βαβυλωνιακή)
αστρολογία το γεγονός αυτό είχε μια εντελώς ιδιαίτερη σημασία: '
Η τριπλή συνάντηση
του Δία και του
Κρόνου μέσα στη θηλιά πού σχημάτιζε ο Κρόνος
και φαινόταν με γυμνό μάτι, σήμαινε
μια ένωση (φαινόταν
ως «ένας» αστέρας) - ο Ζευς - πού είχε
ιδιαίτερη σημασία για τους ' Ισραηλίτες και
συγχρόνως ήταν ένα σημείο για τους Δυτικούς ο
Κρόνος. Και το
φαινόμενο αυτό γινόταν στον αστερισμό των Ιχθύων, πού αντιπροσώπευε την
Παλαιστίνη. Αυτό το γεγονός έκανε το βασιλέα των Βαβυλωνίων να στείλει
τους αστρολόγους της αυλής του με τα δώρα:
λίβανο, χρυσό και μύρο στα ' Ιεροσόλυμα. Αυτός
ο αστερισμός μας βοηθάει να
καταλάβουμε γιατί ο βασιλιάς Ηρώδης, «έταράχθη
καί πάσα Ιεροσόλυμα μετ' αυτού» (Ματθ. β' 3).
Και συνεχίζει ο
ατομικός φυσικός ερευνητής: «Κατά εκπληκτικό
τρόπο αυτός ο αστέρας έδειξε αστρολογικά την ακριβή
διεύθυνση της Βηθλεέμ, το μικρό τόπο της
γεννήσεως του Χριστού. Αυτός ο τόπος
βρίσκεται σε συμφωνία με την αναγγελία της Βηθλεέμ πόλεως στην οποία θα
γεννιόταν ο Μεσσίας, όπως είχε προείπει ο
προφήτης Μιχαίας». Εδώ ο
ερευνητής Φίλ-μπερτ ευρίσκει την ευκαιρία να
παρατήρηση ότι δεν μπορούμε να βγάζουμε άλλα συμπεράσματα από τις
προφητείες και
μάλιστα για το τέλος του κόσμου. Γι' αυτό τονίζει (σελ. 42) τα ακόλουθα:
«Θα ήταν εντελώς εσφαλμένο να
βγάλουμε το συμπέρασμα ότι η αστρολογία
μπορεί να μας οδήγηση σε ασφαλή γενικώς συμπεράσματα. ' Εντελώς ανεξάρτητα του
αν αντικειμενικά είχε δίκαιο ή άδικο, ή αστρολογία απολάμβανε τότε
μεγάλης αναγνώρισης και ήταν
επομένως υποκειμενικά μια αυθεντική δύναμη.
Αυτή την εκπληκτική σύνδεση είχαμε με τον
αστρονομικό αστερισμό δηλ. τη μεγάλη στροφή την οποία παρουσίασε η
ιστορία της ανθρωπότητας με την έκτακτη
γέννηση του ' Ιησού Χριστού, πράγμα το οποίο
έκανε ο Θεός- επίσης με τη βοήθεια εκείνων των
«επιστημόνων», στους οποίους είχαν εκτίμηση
οι άνθρωποι της εποχής εκείνης (στην εποχή προτού γίνει η αποκάλυψη
της πραγματικής αληθείας), γνώρισαν την
έλευση του Κυρίου. Κατά τον 'ίδιο τρόπο
σήμερα οι φυσικοί επιστήμονες και οι αστρονόμοι
για τους οποίους η αστρολογία είναι
αγυρτεία, γίνεται γνωστή η
παρουσία και η
επενέργεια του ζώντος Θεού, ο όποιος καταδέχεται
να συνομιλεί με τους ανθρώπους με τις
τόσες πλάνες τους και
τα σφάλματα τους».
Ο Θεός πού είναι Κυβερνήτης όλου
του κόσμου χρησιμοποιεί σε κάθε εποχή διάφορα μέσα και
τρόπους καθώς και ανθρώπους για να γίνονται
γνωστοί οι βουλές
Του και τα έργα
Του. Αυτή την διαπίστωση
κάνει ο
Φίλμπερτ προκειμένου περί του πιθανού αστρονομικού φαινομένου με το όποιο
ο Θεός ανήγγειλε στους ευσεβείς Μάγους της
Ανατολής το μεγάλο γεγονός της ανθρωπότητας, για να έλθουν να προσκυνήσουν τον
τεχθέντα Βασιλέα. Αυτόν πού έγινε ο Σωτήρας
όλου του κόσμου, όλης της ανθρωπότητας.
Παίρνει όμως ο ευσεβής επιστήμονας
την ορθή στάση
απέναντι στους αστρολόγους και
την αστρολογία.
Μας λέει δηλαδή, ότι στους ανθρώπους της εποχής της έλευσης
του Σωτήρος Χριστού ο
Θεός χρησιμοποίησε την αστρολογία για να
γνωρίσει στους ειδωλολάτρες την ενανθρώπιση
του Κυρίου. Σήμερα, η
αστρολογία είναι μια απατηλή τέχνη, είναι
μια αγυρτεία. Ο θεός όμως καταδέχεται και
σήμερα να παρουσιάζεται με διαφόρους τρόπους μεταξύ των ανθρώπων, των
επιστημόνων και σοφών και
να τους μιλά,
έστω και αν συχνά πολλοί από αυτούς, πλανώνται
ανάμεσα σε διάφορες θεωρίες οι όποιες παίρνουν όχι
το σωστό δρόμο πού οδηγεί στην αλήθεια.
Βλέπουμε λοιπόν ότι το ζήτημα της ερμηνείας του άστρου των
Μάγων παρουσιάζεται μάλλον ως ένα ζήτημα πού εξακολουθεί να συζητείται.
Επομένως παραμένει ως ένα πρόβλημα προς
λύση. Γι’ αυτό
συνεχίζουν να το ερευνούν οι ειδικοί. Πάντως
είναι βέβαιο ότι εμφανίσθηκε ένα εξαιρετικό,
τουλάχιστον για τους Μάγους άστρο,
πού τους οδήγησε σε προσκύνηση του τεχθέντος
βασιλέως. Μας το βεβαιώνει ο Χιούζ,
αλλά το διαπιστώνει και
το αποδεικνύει ακόμη περισσότερο το γεγονός
ότι εξακολουθούν διάφοροι ειδικοί επιστήμονες να ερευνούν το πρόβλημα.
4. Σουπέρνόβα;
Έχουμε και νεότερη έρευνα
πάνω σ’ αυτό το ζήτημα,
πού στηρίζεται σε πλούσιο υλικό ιστορικών
δεδομένων. Οι D. Clarck (Κλάρκ) - του ' Εργαστηρίου
Διαστημικών ' Ερευνών του University College, London καί του F.
Stephenson (Στέφενσον) - του ' Ινστιτούτου
Σεληνιακών καί Πλανητικών Επιστημών του University of Newcastle (Αγγλ.)
- δημοσίευσαν (1977) μεγάλη μελέτη πάνω στα «Ιστορικά
Σούπερνόβα» (The Historical Supernovae),
στην οποία δίνουν πίνακες των υπερκαινοφανών
που παρατηρήθηκαν στους ιστορικούς χρόνους καθώς
καί αλλες συναφείς πληροφορίες καί στοιχεία. Καί ακόμη εκτενές άρθρο των
παρπάνω δύο επιστημόνων μαζί με
τον J. Parkinson (Πάρκινσον): «An
Astronomical Re-Appraisal of the Star of Bethleem – A Nova in 5 BC» (Μία
αστρονομική επανεξέταση του αστέρος
της Βηθλεέμ - ένας νόβα του 5 π.Χ.) [Quarterly Journal or the R.A.S. -
νοl. 18, p. 443, 1977],
πού δίνουν νέα δεδομένα σχετικά με το
εξεταζόμενο πρόβλημα του άστρου των Μάγων. Αυτοί βασίζονται σε
υλικό Χρονικών της Κίνας και της Κορέας.
Οι ερευνητές αυτοί διατυπώνουν
τη γνώμη ότι «υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να δεχθούμε ότι η ενσάρκωση
του Ιησού Χρίστου συνέβη περί το 5 π.Χ.».
Είναι βέβαιο ότι τα αστρονομικά εκείνα φαινόμενα - αντικείμενα του 5 π.Χ. (στον
αστερισμό του Αιγόκερω) και του 4 π.Χ. (στον
αστερισμό του Αετού), δεν ήταν κομήτες, αλλά αστέρια νόβα, και
καταλήγουν οι
ερευνητές στο ακόλουθο πολύ αξιοπρόσεκτο συμπέρασμα: Γράφουν (σ. 448) τα
εξής: «Το άστρο της Βηθλεέμ έμοιαζε
πολύ περισσότερο με ένα λαμπρό νόβα πού
περιγράφεται από τους Κινέζους, ότι εμφανίστηκε την
άνοιξη του 5 π.Χ. Η κορεατική
αναγραφή (πιθανώς νόβα) μπορεί να είναι μία συμπληρωματική έκθεση
του γεγονότος αυτού,
ή μπορεί να είναι κάποιο ξεχωριστό γεγονός, πού
παρουσιάσθηκε στο ίδιο μέρος του ουρανού το
4 π.Χ. Κατά την εποχή αυτή στη Μέση Ανατολή μόνο θεαματικά γεγονότα
μπορούσαν να προκαλέσουν ζωηρό ενδιαφέρον, ώστε να
τα καταγράψουν, και κρίνουμε ότι ο
αστέρας αυτός ανήκε σ’
αυτή την κατηγορία. Με αυτό τον
τρόπο έχουμε ένα από τα αρχικά περιστατικά
«νέου αστέρος» πού καταγράφηκε εκτός της "Απω '
Ανατολής. Πολλοί συγγραφείς προσπάθησαν να προσδιορίσουν την ημερομηνία
της εμφάνισης του άστρου. Εφόσον
όμως λείπουν πιο σύγχρονες πληροφορίες αυτής
της περιόδου ένας εκ των υστέρων συνδυασμός μπορεί
να φέρει σε επαφή την γέννηση
με την εμφάνιση
του άστρου, περισσότερο από την
ύπαρξη μιας φυσικής συσχέτισης.
Εάν υπάρχει
ένας τέτοιος συνδυασμός, τότε η γέννηση
έλαβε πιθανώς χωράν εντός του έτους ή την άνοιξη
του 5 π.Χ.».
Οι Κλάρκ, Πάρκινσον καί Στέφενσον κατά τη
διερεύνηση του ζητήματος εξετάζουν και
την περίπτωση
της τριπλής συνόδου Κρόνου - Δία του 7 π.Χ.
και την αποκλείουν τονίζοντας
τα εξής (σ. 443): «Ένας
λαμπρός νόβα πού φάνηκε
την άνοιξη του 5 π.Χ., φαίνεται να είναι η
περισσότερο πιθανή ερμηνεία του γεγονότος. '
Η υπόθεση του Κέπλερ περί της συνόδου Διός
και Κρόνου, η οποία διαιωνίσθηκε
από μερικούς μεταγενέστερους ερευνητές,
παίρνει τη χαριστική της βολή {quiets}».
Αυστηρή κριτική στην
υπόθεση του νόβα των τριών παραπάνω
ερευνητών άσκησαν οι: καθηγητής Ferrari D’ Occhieppo (1978 σ. 517-520) και
Ι. Elliot (1978,
σ. 515-516), του Αστεροσκοπείου Dansink,
Dublin (' Ιρλανδία), οι όποιοι γενικά δέχονται την
πλανητική σύνοδο ως ερμηνεία του άστρου της
Βηθλεέμ. Ο δεύτερος με αρκετή
επιφύλαξη ενώ ο
πρώτος αναπτύσσει και τις γνωστές θέσεις του
ως προς την υπόδειξη του μέρους όπου
ήταν το «παιδίον», δια της στάσεως των πλανητών
Δία και Κρόνου στην κορυφή του κώνου του ζωδιακού φωτός, την 12 Νοεμβρίου
του 7 π.Χ. Δεν παρουσιάζουν όμως κάποια ιδιαίτερη επιχειρηματολογία, ώστε να
πείθεται κανείς ως προς την άποψη τους αυτή.
Υποστηρίχθηκε τελευταία
(1978) από των J. και Μ. Seymour η άποψη -
πού δίνει σαν
μία μερική φυσικά εικόνα ο Hughes - ότι οι
Μάγοι έλαβαν την πρώτη αφορμή από την τριπλή σύνοδο του 7 π.Χ.,
επιχείρησαν το ταξίδι από το γεγονός της αναλαμπής
του νόβα το 5 π.Χ. και έφτασαν εκεί
τον Απρίλιο του 4 π.Χ. όταν είχε αναφανεί ο
νόβα. Και
συμφωνούν εν συνεχεία με την άποψη των Κλάρκ,
Πάρκινσον καί Στέφενσον ότι «η γέννηση έλαβε
χωρά πιθανώς εντός έτους ή την άνοιξη του 5 π.Χ.» - σχεδόν βέβαιο τον
Ιανουάριο ή Φεβρουάριο». Απορρίπτουν όμως οι J. και
Μ. Seymour την υπόθεση
του Χιούζ ότι ο ' Ιησούς
θα ήταν περίπου δύο ετών, όταν έφθασαν οι
Μάγοι στη Βηθλεέμ.
. 23. Ο αστρικός κατάλογος της
Σιππάρ (7/8 π.Χ.) πού σχετίζεται με την τριπλή σύνοδο.
Η προσπάθεια των J. και Μ.
Seymour προφανώς είναι να συμβιβάσει τις δύο
απόψεις προς τις όποιες συγκλίνει η επιστημονική,
κατά το δυνατόν, έρευνα του προβλήματος του άστρου της Βηθλεέμ. Ο
καθηγητής Στ. Πλακίδης είναι πολύ επιφυλακτικός
ως προς την υπόθεση της συνόδου, παρατηρώντας
σχετικά (σ. 27)
ότι «και αν δεχθούμε ότι όντως η
σύνοδος των πλανητών που προξένησε στους
Μάγους εξαιρετική εντύπωση είναι μία από τις
περισωθείσες πηγές και ειδικά αυτή
κατά το 7 μ.Χ. (σχ.
23) εντούτοις σε καμία των πηγών αυτών δεν αναγράφεται η σύνοδος αυτή
σαν μεγάλης
σπουδαιότητας φαινόμενο, ούτε συνυφαίνεται με βαρυσήμαντα γεγονότα στη
βάση αστρολογικών προβλημάτων και
συμπερασμάτων, άλλα απλώς σημειώνεται
ως αξιοσημείωτο γεγονός, όχι
όμως και
καταπληκτικό φαινόμενο, όπως φαίνεται
να το χαρακτήρισαν οι Μάγοι κατά τον Ευαγγελιστή Ματθαίο».
5. Και το συμπέρασμα;
Καιρός είναι να διατυπωθεί το
τελικό συμπέρασμα σχετικά με το ζήτημα του
Άστρου της Βηθλεέμ.
Πρέπει καταρχάς να
σημειωθεί και να υπογραμμισθεί ιδιαίτερα και
το έξης ουσιώδες. Οποιαδήποτε από τις
δύο βασικές προτεινόμενες
απόψεις - γιατί στις εξηγήσεις αυτές
συγκλίνουν οι έρευνες - είναι η
ορθή, ή σχετικώς παραδεκτή, δεν μπορούν
αυτές να πουν
τίποτε το θετικό ως προς την υπόδειξη υπό
του αστέρος του τόπου «ου ην το παιδίον». Με άλλα, λόγια καμία από τις
θεωρίες περί του Άστρου
της Βηθλεέμ δεν μπορεί να εξήγηση πέρα ως
πέρα το γεγονός της Γέννησης και ιδιαίτερα
να πει κάτι το ουσιαστικό για τον τρόπο, με τον
όποιο οι Μάγοι βρήκαν τον τόπο, όπου βρισκόταν ο '
Ιησούς. Παραμένει ανεξήγητο
επιστημονικά γεγονός, με βάση τις
πληροφορίες, πού μας δίνουν οι
Ευαγγελιστές.
Πολλές μακροχρόνιες και
συστηματικές προσπάθειες διαφόρων ερευνητών πού καταβλήθηκαν μέχρι τώρα
δεν κατέληξαν σε θετικά και αδιαμφισβήτητα
συμπεράσματα. Και μάλλον μπορεί να
λεχθεί, ότι και οι
προσπάθειες των τελευταίων ετών οδηγούν προς το
συμπέρασμα ή υποδεικνύουν, ότι το ερώτημα και
το πρόβλημα του άστρου της Βηθλεέμ δεν βρήκε
ακόμη τη λύση του.
Παρ' όλες τις προσπάθειες
όμως παραμένει το ερώτημα πού τίθεται
εκατοντάδες χρόνια τώρα - Ιδιαίτερα κατά την περίοδο των Χριστουγέννων: Τι
ήταν το Άστρο της Βηθλεέμ; Τι
απάντηση δίδει η
Επιστήμη;
Ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου ήταν υποχρεωμένος να
παρουσίαση με κάθε αντικειμενικότητα και βάσει
στοιχείων αστρονομικών και ιστορικών, πώς
έχει το θέμα και ποιες απόψεις έχουν
υποστηρίξει εκείνοι, πού ερεύνησαν το πρόβλημα στηριζόμενοι σε επιστημονικά
δεδομένα. Και ακόμη να εκθέσει τα
συμπεράσματα, βέβαια ή πιθανά και συζητήσιμα,
στα όποια κατέληξε η
έρευνα. Δεν μπορεί να πει
κάτι περισσότερο εφόσον δεν υπάρχουν
δεδομένα παρατηρήσεων ή άλλες αυθεντικές ιστορικές μαρτυρίες και
πληροφορίες. Μέχρι του σημείου, πού
μπορεί να στηριχθεί σε αστρονομικά δεδομένα,
ίσως θα εξέφραζε τη γνώμη, ότι βλέπει κάπως περισσότερο άνετη και
λογική την άποψη
του νόβα ή σουπερνόβα αστέρος. Δεν παύει όμως να
δέχεται ότι το όλο πρόβλημα παραμένει ανοικτό.
' Η έρευνα ασφαλώς συνεχίζεται και
δεν αποκλείεται καθόλου να παρουσιάσει αργά
ή γρήγορα νέα στοιχεία πού θα οδηγούν στη λύση του
προβλήματος. Θα δείξει το μέλλον.
Θα θέλαμε να τελειώσουμε με τις απόψεις δύο διακεκριμένων και
διεθνώς γνωστών αστρονόμων και
ερευνητών. Των καθηγητών Στ. Πλακίδου καί Ε.
Lindsay {Λίντσαϋ).
Ο Στ. Πλακίδης τελειώνει (σ. 28)
την ερευνά του για το Άστρο της Βηθλεέμ με
τις ακόλουθες σκέψεις:
«Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε
ότι οποιαδήποτε φυσική ερμηνεία είναι αδύνατο να επαληθεύει απ’
άκρο σ’ άκρο το
θαυμαστό ιστόρημα του ευαγγελιστή
Ματθαίου, οποιαδήποτε όμως ερμηνεία και
αν δεχθούμε,
βασιζομένη στα παραπάνω αστρονομικά δεδομένα,
δεν επιτρέπεται καμία αμφιβολία για το ότι όντως
συνέβη εξαιρετικό αστρονομικό φαινόμενο
κατά την Γέννηση, όπως και
κατά την Σταύρωση
του Χριστού. Η εξιστόρηση
του γεγονότος αυτού
δεν είναι απλή ποιητική επινόηση
ή μυθική πλοκή, που έχει σα
μόνο σκοπό την παρουσίαση
των συνθηκών της ενανθρώπισης
του Σωτήρα, αλλά αναμφισβήτητη
ιστορική αφήγηση της πραγματικότητας, την
οποία κανείς δεν μπορεί
να αρνηθει αυθαίρετα και
χωρίς να έχει την ικανότητα της απόδειξης
του αντιθέτου στη
βάσει επιχειρημάτων απτών και
ακλόνητων».
Και ο καθηγητής Η. Λίντσαϋ
διευθυντής του Αστεροσκοπείου του Armagh (Belfast)
συμπληρώνοντας
ομιλία του διευθυντή του Πλανηταρίου Δρ, T. Rackham
με θέμα: «To
Αστέρι της Βηθλεέμ», είπε τα εξής: «Στην
ιστορία της Βίβλου δεν υπάρχει τίποτε πού να
συγκρούεται με την Αστρονομία και η πλειονότητα
των επιστημόνων πιστεύουν - στο σημείο αυτό
ύψωσε τη φωνή του πού έδειχνε την ακλόνητη
πίστη του - ότι ο
Χριστός γεννήθηκε
στη Βηθλεέμ και
ότι η παρουσία του υποδείχθηκε
στους Μάγους με ένα είδος άστρου.
Δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τη
φυσική εξήγηση του αστεριού
της Βηθλεέμ. Μπορούμε να είμαστε
βέβαιοι για τη σημασία
του. Κοντά δύο χιλιάδες χρόνια τώρα ένας
νέος αστέρας συνεχίζει να καταυγάζει
τους ουρανούς, ένα νέο φως σκεπάζει τον
κόσμο, ένα νέο άγγελμα ήρθε στο ανθρώπινο γένος. Το άγγελμα είναι, ότι το πρώτον
και ουσιώδες χριστιανικό καθήκον είναι η
αγάπη, αγάπη του Θεού, ο
όποιος πρώτος μας αγάπησε, αγάπη προς τους
συνανθρώπους μας για την αγάπη του Θεού. ' Εάν δεν
κάνουμε πράξη το άγγελμα αυτό, δεν
είδαμε τον αστέρα της Βηθλεέμ».
Είναι πραγματικά βαρυσήμαντα τα όσα λένε οι
διακεκριμένοι αστρονόμοι και
καθηγητές Στ.
Πλακίδης καί Ε. Λίντσαϋ καί μόνον σύντομα σχόλια θα μπορούσαν να
προστεθούν σ' αυτά.
' Η Γέννηση
του ' Ιησού Χριστού αποτελεί αληθινό και
αναμφισβήτητο γεγονός το όποιο άλλαξε ριζικά
την πορεία της ' Ιστορίας, είτε αναγνωρίζουμε τον
αναφανέντα νέο αναμορφωτή της ανθρωπότητας
σα Θεό, είτε αρνούμαστε τη θεία
προέλευση Του. Πάντως ο
νέος Μεσσίας έγινε βασικός και ανεπανάληπτος
σταθμός στην πορεία της ανθρωπότητας.
Η έλευση Του στη γη μας είναι
ένα πρωτοφανές ιστορικό γεγονός το όποιο δεν μπορούν ν' αμφισβητήσουν -
και έγιναν πολλές τέτοιες προσπάθειες δια
μέσου των αιώνων - ούτε οι αρνητές της θείας Του
καταγωγής. Τον ερχομό Του στον πλανήτη μας επεσήμανε ο
ουρανός με κάποιο έκτακτο αστρονομικό φαινόμενο, το
οποίο όμως δεν μπορούμε μέχρι σήμερα να εξηγήσουμε
πλήρως με καθαρώς ορθολογιστικά κριτήρια, τα όποια επιζητεί ο
ανθρώπινος λόγος.
Αλλά ο ανθρώπινος λόγος σταματά
εκεί πού τον πρώτο λόγο έχει η πίστη. Γιατί η πίστη
είναι το αποφασιστικότερο τόλμημα του
ανθρώπου μπροστά στο ανθρώπινα απροσπέλαστο.
Αυτή τη στιγμή ο άνθρωπος αισθάνεται βαθειά
ταπεινωμένος μπροστά στο θείο μυστήριο. Στο θαύμα. Και υποτάσσεται
σ' αυτό.
Επίλογος
Το ορόσημο τέθηκε
τότε και η
ανθρώπινη ιστορική πορεία ξεκίνησε ξανά για τον μεγάλο της προορισμό.
Στην πορεία αυτή υπάρχει ένα βαθύ νόημα, από
το οποίο παίρνει πνοή και ζωή ο πολιτισμός
και ο δημιουργός του, ο
άνθρωπος. Ο
κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από ηλικία, βαθμό προόδου, χρώματος και
φυλής, γράφει ένα μέρος της ιστορίας και
αφήνει ανεξίτηλα τα ίχνη
της διάβασης
του.
Κατά τη νύχτα της Γεννήσεως του Ιησού Χρίστου συνέβη έκτακτο
αστρονομικό φαινόμενο. Κάτι το σπουδαίο και εξαιρετικό,
πού η επιστήμη δεν μπορεί, όπως φαίνεται, να το
εξέταση, και να το διαλευκάνει
περισσότερο. Οι Μάγοι, ανήκοντες στην τάξη
των σοφών και
διανοουμένων της εποχής εκείνης είδαν το φωτεινό αστέρα, αναζητούσαν όμως
εσωτερικά το φως και την αλήθεια, και
ως εκπρόσωποι του εθνικού κόσμου, έπειτα από
μακρινή πορεία ήρθαν στη Βηθλεέμ και
προσκύνησαν τον τεχθέντα βασιλέα.
Τη νύχτα της Γεννήσεως άλλοι άνθρωποι, οι απλοϊκοί ποιμένες,
πού φύλαγαν τα πρόβατα τους, πήραν
το ίδιο άγγελμα από τον ουρανό και
έσπευσαν στο
σπήλαιο να προσκυνήσουν «το βρέφος κείμενον εν τη φάτνη». Αυτοί σαν
εκπρόσωποι του ' Ιουδαϊκού κόσμου, του οποίου
η πνευματική ηγεσία αγνοούσε τα
συμβαίνοντα κοσμοϊστορικά όντως γεγονότα.
' Η επιστήμη, όπως είδαμε,
αδυνατεί να χύση κάποιο περισσότερο φως στο ζήτημα του φανέντος αστέρος.
'Αλλά αυτό δεν έχει τόσο μεγάλη σπουδαιότητα
και σημασία, όση έχει εκείνο το μεγάλο και
ανεπανάληπτο γεγονός, πού συνέβη την άγια εκείνη
νύχτα στη Βηθλεέμ.
' Η γέννηση
του ' Ιησού Χρίστου, αποτελεί το μεγάλο και
ανεξιχνίαστο υπερφυσικό γεγονός, το ασύγκριτο
θαύμα, πού μόνο με την πίστη
μπορεί κανείς κάπως να το προσέγγιση.
Ένας νέος
κόσμος γεννάται, ή ακριβέστερα αναδημιουργείται και αναγεννάται. Και
μία νέα περίοδος της ανθρωπότητας αρχίζει, για να
συνεχιστεί δια μέσου των αιώνων και
των χιλιετιών.
|