Ένας γρύλος τον χειμώνα (μια πραγματική ιστορία)

Ένας γρύλος τον χειμώνα

 (μια πραγματική ιστορία)

Ήρθε ξαφνικά, χωρίς να τον περιμένουμε και έγινε ένα μέλος της οικογένειά μας.

Μας γέμισε με νότες και άσματα καλοκαιρινά, με φεγγαρόλουστες νυχτιές κι αρώματα νησιών της μεσογείου.

Ίσως να ήταν  Σεπτέμβρης ή Οκτώβρης δεν θυμάμαι καλά, μ’ αυτό που θυμάμαι ήταν πως μες στο καταχείμωνο ένας τροβαδούρος της θερινής της νύχτας εισέβαλε στο σπίτι μας και στη ζωή μας, απρόσκλητος και μας γέμισε με μουσική και θύμησες γλυκές.

Διαβάστε Περισσότερα
«…Αυτό το φεγγαρόφωτο είχε γαργαλίσει και τον απονύχτερο γρύλο που δεν έπαυε το τραγούδι του…» αναφέρεται σ’ ένα κείμενο του Γρηγορίου Ξενόπουλου για τα τριζόνια.

Ωστόσο, λένε πως ο γρύλος είναι αυτός που …υφαίνει το καλοκαίρι με τους ήχους του, λινό πανί, όπως η θάλασσα.

Μα που φάνηκε μέσα στο χιονιά του Δεκέμβρη φεγγαρόφωτη νυχτιά; Που φάνηκε ξανά να έχεις την αίσθηση του καλοκαιριού ενώ όλα να είναι λευκά και παγωμένα; Κι όμως ο φίλος μας ο γρύλος, με το γλυκό και ζεστό του τραγούδι, έσπαγε την μονοτονία της καθημερινότητάς  μας,  ζέσταινε την καρδιά μας και μας πλάνευε τον νου, αφήνοντας πίσω σκοτούρες, έγνοιες και προβληματισμούς.

Τα παιδιά είχαν φαγωθεί εδώ και καιρό να πάρουμε ένα κατοικίδιο, μα τους έκοβα συνεχώς τη φόρα λέγοντάς τους πως, όλα τα ζώα όπως κ’ εμείς φτιάχτηκαν λεύτερα και αν τα βάλεις σ’ ένα σπίτι ή σε κλουβί είναι σαν να τα φυλακίζεις και να τ’ αργοσκοτώνεις.

Και να που ήρθε η ώρα της διάψευσής μου από το γρύλο, γι’ αυτό που είχα πει  ότι δεν θα ΄βαζα κανένα ζωάκι στο σπίτι…

Η αγαπημένη του γωνιά ήταν πίσω απ’ το ψυγείο και τα παιδιά είχαν ξετρελαθεί απ’ τον ιδιόμορφο μικρό μας φιλοξενούμενο…

Πόσες φορές δεν έμπαινε με θρασύτητα στις συζητήσεις μας, για να πει κι αυτός τα δικά του τα ντέρτια και πόσες φορές δεν τον μάλωνα γι’ αυτήν του την αποκοτιά, γρύλος αυτός να συνομιλεί με τους ανθρώπους… μα τίποτα δεν τον πτοούσε, συνέχιζε μέχρι να κοιμηθούμε όλοι και να ονειρευόμαστε πως είμαστε σε κάποιο υπέροχο νησί.

Τέτοιος ήταν ο γρύλος μας μα ταυτόχρονα ήταν και ντροπαλός γιατί ποτέ του δεν εμφανίστηκε μπροστά μας…

Μονάχα, πίσω απ’ το σκοτεινό ψυγείο, καλούσε με το πιο γλυκό τραγούδι που του έβγαινε απ’ τα βάθη της ψυχής του την αγαπημένη του να τον ακούσει…

Είχε κι αυτός τόσα πολλά να πει για τους ανθρώπους για την συμπεριφορά τους και τις συνήθειές τους…

Ήθελε να της πει…

…πως  δεν λογάριαζαν τον κόσμο του,  την φύση τους την ίδια την οποία και οι ίδιοι τους την είχαν ανάγκη…

…πως κατέστρεφαν κάθε τι στο διάβα τους χωρίς να υπολογίζουν παρά μόνο το εαυτό τους και την καλοπέρασή τους…

…πως  αντί να δώσουνε και σ’ αυτόν τον μικρούλη κανένα ψίχουλο απ’ τα αποφάγια τους ή έστω σε κανένα φτωχό παιδάκι, τα πέταγαν όλα σε κάτι τεράστιους κάδους  τους οποίους τους άφηναν πολλές φορές και μύριζαν τόσο πολύ και ειδικά τα καλοκαίρια. Ο ίδιος με τα μάτια του είχε διαβάσει μάλιστα σ’ ένα βιβλίο κάποιου ανθρώπου, που τον έλεγαν γέροντα Παΐσιο να γράφει τα εξής εύστοχα «Έχουν μολύνει όλη την ατμόσφαιρα. Και δεν πάει και το αεροπλάνο να ρίξει λίγο φάρμακο! Βλέπεις, χειμώνας καιρός και πώς μυρίζουν τα σκουπίδια! Σκέψου το καλοκαίρι τι γίνεται!  Ευτυχώς που ο Θεός έχει κάνει τα λουλούδια που ευωδιάζουν. Τόσα λουλούδια που υπάρχουν, τέτοια ποικιλία, μικρά-μεγάλα, εξουδετερώνουν την βρωμιά που υπάρχει. Αν δεν ευωδίαζε έτσι η ατμόσφαιρα, τι θα γινόταν; βλέπεις, ένα ψοφίμι υπάρχει κάπου και βρωμάει ο τόπος! Πώς μας οικονομάει ο Θεός! Αν δεν μας οικονομούσε, τι χάλια θα είχαμε! Σκέψου να μην υπήρχαν λουλούδια, βότανα… Έτσι σκεπάζεται η δυσοσμία η δική μας. Διασκεδάζεται με τα αρώματα». Τον είχαν συγκινήσει εκείνα τα λόγια γιατί επιτέλους κάποιος ενδιαφερόταν και για τον κόσμο του…

Αχ και τι να της πρωτοέλεγε της αγαπημένης του;…

…πως  κόντεψαν με τους ψεκασμούς τους  να τον ξεκάνουν,  αυτόν που τους τραγουδούσε γλυκά και τους νανούριζε τα βράδια χωρίς να τους ζητά τίποτα ούτε ένα πιάτο να του σπάσουν ούτε λουλούδια να του πετάξουν ούτε να τον αποθεώσουν στην σκηνή…

…και πάλι θα μας θύμιζε τα λόγια του γέροντος Παϊσίου που έλεγε… «Και τα ραντίσματα είναι φαρμάκι. Με αυτά τα ραντίσματα και τα πουλιά τα καημένα ψοφάνε. Στα δένδρα ρίχνουν φάρμακα, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις αρρώστιες, και μετά αρρωσταίνουν οι άνθρωποι. Δηλητηριάζουν τα πάντα. Δεν είναι καλύτερα να ρίχνουν λιγότερο φάρμακο και να παραχώνουν τα σάπια στις χωματερές αντί για τα γερά; Ολόκληρο σύννεφο με το ράντισμα και δεν θα πειράξει τον άνθρωπο; Ιδίως για τα μικρά παιδιά, αυτά είναι θάνατος. Γι’ αυτό γεννιούνται άρρωστα. Είπα σε κάποιον: “Τι γίνεται; Σκοτώσατε τα έντομα και τώρα σκοτώνονται οι άνθρωποι”. Ραντίζουν τα λουλούδια, για να σκοτώσουν τα έντομα και αρρωσταίνουν οι άνθρωποι.                  Μετά θα βρουν πιο δυνατά φάρμακα, και τελικά τι βγάζουμε;
Έχει αποδειχθεί ότι κάποια έντομα που τα σκότωσαν με τα ραντίσματα, σκότωναν άλλα. Τώρα θα αναπτύξουμε αυτά, για να σκοτώνουν τα άλλα. Πώς ο Θεός τα έχει κανονίσει! Όπου έχει τριζόνια, δεν υπάρχουν κουνούπια. Ήρθε στο Καλύβι ένας που είχε ένα μικρό μηχανάκι που έκανε έναν θόρυβο σαν τριζόνι, αλλά πιο άγριο, για να διώχνει τα κουνούπια. Σκοτώνουν τα τριζόνια, που έβγαζαν και έναν γλυκό ήχο, και πάνε αυτό που έκανε ο Θεός να το κάνουν με μπαταρία! Τα σκότωσαν όλα, τρυγόνια, τριζόνια… Σπάνια να δεις και κόρακα ακόμη. Σε λίγο θα βάζουμε τον κόρακα στο κλουβί!…

Αυτά και άλλα πολλά ήθελε να πει ο γρύλος μας…

Μα κάποια νυχτιά προς τα τέλη  εκείνου του χειμώνα η μελωδία σταμάτησε στο σπίτι μας ν’ ακούγεται…

Τελευταία φορά που ακούσαμε το γλυκό του κάλεσμα ήταν σαν ν’ απευθυνόταν σ’ όλους μας και να μας έλεγε…

 «…μην μας καταστρέφετε, μην κλείνετε τ’ αυτιά σας στους ήχους μας, υπάρχουν και άλλες γλυκές φωνές στην φύση σας που δεν πρέπει να τις αφήσετε να σωπάσουν για πάντα…   σας παρακαλώ μην τις αφήσετε να χαθούν….»

Με αγάπη στην μνήμη του αγαπημένου μας γρύλου…

που τόσα πολλά μας δίδαξε με την μουσική του παιδεία…

akrivo@

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *