Η αρπαγή της γυναίκας του Διγενή
Κάτω στα ρούσια* χώματα και σε βαθύ λιβάδι
εκεί σπερνει ο Διγενής με τ' ώριον* του ζευγάρι.
Φακήν και ρόβιν* έσπερνε, ταήν* του ζευγαριού του.
Πουλάκιν πήγεν κι ήκατσεν στην όσκερην* τ' αλέτρου
5 - «Εσύ σπέρνεις, βρε Διγενή, μα την καλή σου κλέψαν
«Αν την εκλέψανε εχτές, να πα' να την γυρεύω,
αν την έκλεψαν σήμερα να κάμω την σποριά* μου»
«Εγώ σου λέω, Διγενή, πως την καλή σου κλέψαν
Και το ζευγάριν 'νέφηκε*, στον στάβλον του πηγαό
Παίρνει τ' αργυροκλείδια του, τον στάβλον ξεκλειδώνει
Τους στάβλους εξεκλείδωσε, τους μαύρους* ενερώτα.
Όσοι μαύροι τον είδανε αίμαν εκατουρουσαν,
όσοι τον εκαλόδανε έπεσαν κι εψοφούσαν.
Ένας μαύρος, παλιόμαυρος, χίλιω χρονώ κοντιάρης
15 εστάθην και 'ποκρίθην του σαν κάλλιο παλικάρι.
- «Αν είν' για την κυρά καλή, εγώ να σου την φέρω
γιατί με κρυφοτάιζε αφ' τ' ακριβό κριθάρι,
γιατί με κρυφοπότιζε μες σ' αργυρή λεγένη.*
Δέσε μου τη μεσίτσα μου με λαχούρι* ζωνάρι
20 σφίξε μου το κεφάλι μου με συρματένια τρίχα
κι αμέσως την κυρά καλή εγώ θα σου την εύρω»
Βιτσιά δίνει του μαύρου του και στα βλοίδια* φτάνει.
Ο μαύρος σιλιμούντρησε*, κι η κόρη γνώρισέν το.
-«Πάψε, παπά, τα γράμματα και, διάκο, τα βαγγέλια
25 κι ο μαύρος μου σιλιμουντρά κι ο Διγενής είν' κι ήρτε»:
Κι ο μαύρος εγονάτισε κι επάνω του την πήρε.
Κι όσο να πουν, για δείτε το! παίρνει σαράντα μίλια
κι όσο να πούνε, πιάτε το! μήτ' ήτο μήτ' εφάνη.
λαχουρί: ζωνάρι· ζώνη από λεπτό μάλλινο
ύφασμα (από την ινδική πόλη Λαχώρη). σιλιμουντρώ: χλιμιντρώ.
τα βλοΐδια: (ευλογίδια)' τα στεφανώματα, είν' κι ήρτε: είναι και ήρθε.
ρουσιος και ρούσος: κόκκινος, εύφορος.
ώριον: το ωραίο. η σποριά: η σπορά.
ρόβι(ν): είδος δημητριακού, κατάλληλο για 'νέφηκε: άφησε.
ζωοτροφή. μαύρος: το άλογο.
ταή: ζωοτροφή. κοντιάρης: πληγιασμένος.
η όσκερη: η χειρολαΒή του αλετριού. λεγένη: δοχείο.
θέμα πρώτο
1.Εντοπίστε στο δημοτικό τραγούδι που σας δίνεται τρία χαρακτηριστικά των δημοτικών τραγουδιών.
2.Σε ποια κατηγορία δημοτικών τραγουδιών ανήκει το συγκεκριμένο τραγούδι;
θέμα δεύτερο
Ποια θέματα θίγονται στο δημοτικό αυτό τραγούδι;
θέμα τρίτο
Εξηγήστε πώς επιτυγχάνεται η ζωντάνια και η παραστατικότητα στο δημοτικό αυτό τραγούδι.
θέμα τέταρτο
Συγκρίνετε τα δύο δημοτικά τραγούδια και βρείτε δύο ομοιότητες και δύο διαφορές.
Ο γιος της χήρας
Χήρας υγιός εγεύεντο* σε μαρμαρένια τάβλα.*
χρουσά 'ταν τα πιρούνια ντου κι ολάργυρα τα πιάτα
κι η κόρ' απού τόνε κερνά ασημοκουκλωμε'νη.*
Μ' η μάναν του στη μια μεριά φτάνει ξαγκριγεμένη.*
5 - «Γεύγεσαι, γιε μου, γεύγεσαι κι οι Φράγκοι σ' επλακώσαν».
-«Πρόβαλε, μάνα μου, να ιδείς πόσες χιλιάδες είνιαι*
Κι αν είνιαι δυο, να χαίρομαι, κι αν είνιαι τρεις, να πίνω
κι αν είνιαι περισσότεροι, σελώσετε το μαύρο».
-«Εβγήκα, γιε μου, κι είδα τσοι, μα μετρημό δεν έχουν».
10 - «Σελωσετε το μαύρο μου. καλογιγλώσετέ* τον
και δώσ' μου μάνα, το σπαθί, τ' αγιοκωνσταντινάτο*,
να βγω, να ιδώ τον πόλεμο που κάνουνε οι Φράγκοι»
.-«Μαύρε μου, γοργογόνατε κι ανεμοκυκλοπόδη*,
πολλες φορές μ' εγλίτωσες από βαριές φουρτίνες·
15 κι α με γλιτώσεις κι απ' αυτή, θα σε μαλαματώσω.
Τα τέσσερα σου πέταλα χρουσά θα σου τα κάμω,
τα δαχτυλίδια τση ξαθής σκάλες* και χαλινάρια».
Στο έμπα* χίλιους έκοψε, στο έβγα δυο χιλιάδες[?..]
τάβλα: τραπέζι. αγιοκωνσταντινάτο: πλατύ σπαθί με χα-
ασημοκουκλωμένη: σκεπασμένη με ασήμι. ραγμένη πάνω του την εικόνα του Αγίου
ξαγκρίγεμένος: εξαγριωμένος, οργισμέ- Κωνσταντίνου.
νος. ανεμοκυκλοπόδης: ανεμοπόδης, ταχύς.
καλογίγλώνω: εφαρμόζω καλά τις ίγκλες, σκάλα; αναβολέας.
λουριά που σφίγγουν τη σέλα ή το σαμάρι. το έμπα: η επίθεση, η έφοδος.
εγεύεντο:γευμάτιζε φουρτίνες :φουρτούνες
ΥΠ.Π.Θ.Π.Α.
Γενική Γραμματεία Διά Βίου Μάθησης
Ασφάλεια στο διαδίκτυο
Ψηφιακό σχολείο