Συντακτικό Ν.Ε.Γλώσσας

ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Είδος

Εισάγονται  με:

Χρησιμοποιούνται ως:

Ειδικές

ότι, που, πως, να

υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση

Βουλητικές

να

υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση

Ενδοιαστικές

μήπως, μη (δεν)

υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση

Πλάγιες ερωτηματικές

Ερωτηματικές αντωνυμίες

Ερωτηματικά επιρρήματα

Σύνδεσμοι: αν, γιατί, μήπως κλπ.

υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση

Αναφορικές

Αναφορικές αντωνυμίες (που, οποίος, όσος, ό,τι κλπ)

υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο, επιθετικός προσδιορισμός, ετερόπτωτος προσδιορισμός.

ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Είδος

Εισάγονται  με:

Χρησιμοποιούνται ως:

Τελικές

για να, να (=για να)

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού

Αιτιολογικές

γιατί, επειδή, αφού, που, μια και, καθώς, μια που, σαν…που κ.α.

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας

Αποτελεσματικές ή Συμπερασματικές

ώστε (να), που (να), να, για να

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί του αποτελέσματος

Εναντιωματικές ή παραχωρητικές

αν και, μολονότι, ενώ, και ας, ας, μόλο που κλπ.   Ή

και αν, και να, που να, να κλπ.

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί της εναντίωσης ή παραχώρησης.

Αναφορικές επιρρηματικές

Αναφορικά επιρρήματα

όπου, όπως, όσο, καθώς, σαν, ωσάν

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί του τόπου, του χρόνου, του τρόπου, του ποσού, παρομοίωσης, της συμφωνίας, εναντίωσης ή παραχώρησης.

Χρονικές

Όταν, οπότε, σαν , πριν (να), ώσπου να, ενώ, καθώς, αφού, αφότου, μόλις, προτού, ώσπου, ωσότου, όσο  που,  άμα 

Ή με λέξεις και εκφράσεις: την ώρα που, όσο που να, έως ότου να…κλπ

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου

Υποθετικές

Αν, εάν

Επιρρηματικοί προσδιορισμοί που εκφράζουν όρο ή αποτέλεσμα.

 

ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΑΙ

Ο σύνδεσμος  και έχει ποικίλες σημασίες:

Α.

Σχέση αιτίου και αιτιατού

π.χ.

Τί έχει το παιδί και φωνάζει;

Β.

Φυσικό ή λογικό επακόλουθο  ή συμφωνία [και= και έτσι, και φυσικά, ούτως ώστε, επομένως-ώστε]

π.χ.

Τα δάκρυά μου είναι καυτά και καίνε το μαντίλι.

Κοντά σου είμαι και μην τρομάζεις.

Γ.

Αντίθεση (απλή ή εναντίωση)[και= αλλά, όμως, κι από το άλλο μέρος].

π.χ.

Ο Κίσσαβος ρίχνει βροχή κι ο Όλυμπος  το χιόνι.

Κάνει το σοφό και δεν ξέρει τίποτα.

Δ.

Διασάφηση [και =δηλαδή]

π.χ.

Δάσκαλε, πού’ναι ο Κωνσταντής και πού’ ναι το παιδί μου;

Ε.

Παρομοίωση [και =έτσι, σαν]

π.χ.

Το κλήμα θέλει κλάδεμα ν’ ανθίσει να καρπίσει, κι η κόρη θέλει φίλημα,  να  μη σ’ αλησμονήσει. (όπως το κλήμα…έτσι και η κόρη).

Στ.

Όρο ή συμφωνία [και= με τον όρο, και τότε, και έτσι]

π.χ.

Σώσε μας, καπετάνιε, και θα σου γενούμε σκλάβοι σου.

Βοήθησέ με και θα σου δώσω ό,τι θέλεις.

Ζ.

Σχέση μετάβασης (μεταβατικός και). Ο μεταβατικός και μπαίνει στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου, δηλαδή ακολουθεί μετά από τελεία ή άνω τελεία και χρησιμεύει να μεταβιβάσει το νόημα στα επόμενα.

π.χ.

Εκεί ζούσε ένα γενναίο παλικάρι. Και μια μέρα ξεκίνησε να πάει να βρει την τύχη του.

Η.

Ο σύνδεσμος και πολλές φορές ισοδυναμεί και με ειδικό (παρ. 1), αιτιολογικό (παρ.2), χρονικό (παρ.3), αποτελεσματικό (παρ.5), διστακτικό (παρ.6) και βουλητικό σύνδεσμο (παρ.6, 7) ή και αναφορική αντωνυμία (παρ.8)

π.χ.

  1. Λες και δεν τον γνωρίζαμε [και =ότι].
  2. Μην κρύβεσαι και σε καταλάβαμε [και=γιατί].
  3. Ήρθες και σε χρειαζόμασταν [και=την ώρα που].
  4. Μ΄έκανε κι έγινα μ’ όλο τον κόσμο εχθρός [και=ώστε].
  5. Μην αργείς και φύγει το αεροπλάνο [και=μήπως].
  6. Τώρα αρχίζω και καταλαβαίνω [και=να]
  7. Θέλει και να έρθει [και=να].
  8. Είναι ένα μαγαζάκι και έχει μικρά και μεγάλα εικονίσματα [και=που].

Πρόταση: (στην πιο απλή μορφή της) είναι η βασική μονάδα του λόγου ως ένα οργανωμένο σύνολο από λέξεις, που εριέχει στην απλούστερη μορφή του, ως απαραίτητα στοιχεία ένα υποκείμενο και ένα κατηγόρημα και μπορεί να σταθεί μόνη της στο λόγο έχοντας  ένα αυτοτελές, ακέραιο νόημα

 Περίοδος:  Ένα μεγαλύτερο σύνολο από λέξεις, που εκφράζει και αυτό ένα ολοκληρωμένο νόημα και αποτελείται από δύο ή περισσότερες προτάσεις.

ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ ΕΙΝΑΙ:

Α) ΚΥΡΙΕΣ (Ή ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ): Ονομάζονται οι προτάσεις που έχουν πλήρες νόημα και στέκονται μόνες τους στο λόγο- δεν εξαρτώνται δηλαδή από άλλες προτάσεις.  Πχ. Τα πλοία παρέμειναν δεμένα στα λιμάνια.

Β) ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ (Ή ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΕΣ): Ονομάζονται οι προτάσεις που εκφράζουν δευτερεύον νόημα και δεν είναι αυτοδύναμες νοηματικά.  Οι δευτερεύουσες προτάσεις συμπληρώνουν το νόημα  άλλων προτάσεων, από τις οποίες εξαρτώνται. Π.χ.  Τα πλοία παρέμειναν δεμένα στα λιμάνια, επειδή είχε μεγάλη κακοκαιρία.

ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ

Οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Α. με παρατακτική σύνδεση

Β. με υποτακτική σύνδεση

Γ. με το ασύνδετο σχήμα

Πιο συγκεκριμένα:

Παρατακτική σύνδεση (ή παράταξη) έχουμε όταν όμοιες προτάσεις (κύριες+κύριες, δευτερεύουσες + δευτερεύουσες) παρουσιάζονται η μία δίπλα στην άλλη ισοδύναμες (παρατάσσονται δηλαδή) και συνδέονται μεταξύ τους με παρατακτικούς συνδέσμους (συμπλεκτικούς, αντιθετικούς, διαχωριστικούς/ διαζευκτικοί, συμπερασματικούς).

Πχ. Το παιδί έτρεχε και γελούσε.

Όχι μόνο θα έρθουμε, αλλά και θα μείνουμε.

Θα έρθετε ή θα μείνετε σπίτι;

Καταλάβατε τη θεωρία? μπορούμε λοιπόν να περάσουμε στις ασκήσεις.

ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ «ΚΑΙ»

Το κόμμα πριν από τον συμπλεκτικό σύνδεσμο και είναι (αντίθετα με τον κανόνα) απαραίτητο:

Α) όταν αυτό ανήκει σε αμέσως προηγούμενη περίπτωση

Β) όταν πρέπει να διευκολυνθεί το ορθό διάβασμα και να αποφευχθούν παρανοήσεις.

Γ) όταν έχει τη σημασία των φράσεων και επομένωςκαι γι’ αυτό, και έτσι, ενώ προηγείται φράση με άλλο και, καθαρά συμπλεκτικό

Π.χ.  Τέτοιος πόλεμος είναι τίμιος και φυσικός, και (=και έτσι, και γι’ αυτό)  δεν έχεις να πεις τίποτε.

         Την άλλη μέρα σηκώθηκε φουρτούνα κι έπνιξε εκατό καράβια και χάθηκε το χρυσάφι, και (=και επομένως) ο γέρο βασιλιάς έμεινε φτωχός.

         Η θάλασσα προσφέρει πολλές ομορφιές και συγκινήσεις, και (=και έτσι, και γι’ αυτό)δεν μπορούσαν να μείνουν αδιάφοροι μπροστά σε αυτήν οι Έλληνες ζωγράφοι.

Υποτακτική σύνδεση (ή υπόταξη):  Μια δευτερεύουσα πρόταση, επειδή δεν μπορεί να σταθεί μόνη της στο λόγο, στηρίζεται σε μία άλλη, ισχυρή (συνήθως κύρια αλλά και δευτερεύουσα), από την οποία εξαρτάται («υποτάσσεται» σε αυτήν). Οι δευτερεύουσες προτάσεις εισάγονται (=αρχίζουν:)  τους εξής συνδέσμους : ειδικούς,, αιτιολογικούς, τελικούς, αποτελεσματικούς, ενδοιαστικούς/διστακτικοί , χρονικούς, υποθετικούς.

Υποτακτική σύνδεση έχουμε επίσης και σε τρία είδη δευτερευουσών προτάσεων, οι οποίες δεν εισάγονται με συνδέσμους αλλά:

-          με το μόριο να (βουλητικές προτάσεις)

π.χ. Όλοι θέλουμε να μας βραβεύουν.

-          με ερωτηματικές αντωνυμίες ή ερωτηματικά επιρρήματα (πλάγιες ερωτήσεις).

π.χ. Από την αμηχανία του δεν ήξερε πώς να αντιδράσει.

-          με αναφορικές αντωνυμίες ή αναφορικά επιρρήματα (αναφορικές προτάσεις)

πχ. Το δώρο που μου πρόσφερες μου έδωσε χαρά.

Οι δευτερεύουσες προτάσεις παίρνουν το όνομά τους από το όνομα του συνδέσμου (ή της άλλης λέξης) με τον οποίο αρχίζουν, με τον οποίο εισάγονται (=μπαίνουν) στο λόγο.  Έτσι κάνουμε λόγο για ειδικές, αιτιολογικές, χρονικές κ.α. προτάσεις.

  1. Μια δευτερεύουσα πρόταση ενδέχεται να εξαρτάται και από μία άλλη δευτερεύουσα: Έφτασε νύχτα, γιατί ήταν πολύ αργά, όταν ξεκίνησε.
  2. Επίσης πολλές δευτερεύουσες:
  • Όμοιες δευτερεύουσες μπορεί να εξαρτώνται από την ίδια πρόταση: Ξέρω καλά από πού έρχεσαι, ποιος σε στέλνει και τι θέλεις (τρεις πλάγιες ερωτηματικές που εξαρτώνται από την ίδια κύρια πρόταση).
  • Ανόμοιες δευτερεύουσες μπορεί να εξαρτώνται από την ίδια πρόταση: Όταν πλησιάζουν εκλογές, τα κόμματα δραστηριοποιούνται έντονα, για να αυξήσουν τον αριθμό ψηφοφόρων τους.
  1. Διαδοχική υπόταξη: Από μία δευτερεύουσα πρόταση(που εξαρτάται από μια κύρια) ενδέχεται να εξαρτάται μια άλλη δευτερεύουσα, από αυτή τη δευτερεύουσα μια άλλη δευτερεύουσα κοκ. Πχ. Ο κ. Ιωάννου σταμάτησε για μια στιγμή, επειδή ξέχασε τι ακριβώς είχε συζητηθεί στη χτεσινή συνεδρίαση του συμβουλίου, στην οποία έγινε λόγος για θέματα οικολογικά.

ΣΤΙΞΗ ΣΤΗΝ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΔΕΣΗ

1.      ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΟΥ ΧΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΚΟΜΜΑ:

Α. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΕΣ (επειδή, γιατί, αφού….):  Πέτυχε στις εξετάσεις, κυρίως γιατί διάβασε συστηματικά.

Β. ΤΕΛΙΚΕΣ (για να):  Καταβάλλει πολλές προσπάθειες, για να επιτύχει τους αντικειμενικούς σκοπούς του.

Γ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ (ώστε, ώστε να…): Έχει τόσο ισχυρά επιχειρήματα, ώστε όλοι δέχονται τη γνώμη του.

Δ. ΧΡΟΝΙΚΕΣ (όταν, μόλις, ενώ, αφού, πριν να…): Όταν επιστρατευτούν όλες οι δυνάμεις του ανθρώπου, κάθε αντίσταση κάμπτεται.

Ε. ΥΠΟΘΕΤΙΚΕΣ (αν): Αν δεν το συνειδητοποιήσουν αυτό, κάθε προσπάθειά τους θα είναι μάταιη.

Στ. ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΕ(αν και , μολονότι, ενώ, και αν…): Αν και ο μόχθος πολλές φορές δεν είναι μικρό, εντούτοις δεν υπάρχουν αντίστοιχα αποτελέσματα.

Ζ. ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΕΣ, αυτές οι αναφορικές που αποτελούν παράθεση (αν αφαιρεθούν δεν αλλοιώνεται το νόημα, γιατί δεν αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα του όρου τον οποίο προσδιορίζουν): Μίλησε για την πατρίδα

Η.ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΑΡΟΜΟΙΑΣΤΙΚΕΣ (αυτές που εισάγονται με το σαν να): Έκλαιγε, σαν να ήταν μικρό παιδί.

Θ. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ χωρίς να, αντί να, ιδίως αν είναι μεγάλες: Κάνε κι εσύ κάτι, αντί να κάθεσαι με σταυρωμένα χέρια.

Ι. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ παρά να (β’ όρος σύγκρισης), ιδίως αν είναι μεγάλες: Είναι προτιμότερο να σου χρωστούν, παρά να χρωστάς σε όλον τον κόσμο.

Οι επιρρηματικές προτάσεις δε χωρίζονται με κόμμα, αν αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα της πρότασης από την οποία εξαρτώνται ή αν η θέση τους είναι τέτοια μέσα στο λόγο, ώστε να αλλοιώνεται το νόημα αν τις παραλείψουμε. Και ακόμα, όταν προηγείται άρνηση:

  • Ο αρχαιολόγος και ο ποιητής περιγράφουν το άγαλμα όπως το είδαν και το παρατήρησαν σχολαστικά από κοντά. 
  • Τα παλιά κτήρια δεν πρέπει να κατεδαφίζονται για να γίνουν σύγχρονες κατοικίες.

 2.      ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΟΥ ΔΕ  ΧΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΚΟΜΜΑ:

Α. ΕΙΔΙΚΕΣ (ότι, πως….):  Έχει λεχθεί ότι ο χρόνος είναι χρήμα.

Β. ΒΟΥΛΗΤΙΚΕΣ (να):  Θέλει να επιβάλει τη θέλησή του.

Γ. ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ/ΔΙΣΤΑΚΤΙΚΕΣ(μην, μήπως): Πάντα υπάρχει ο φόβος μήπως ματαιωθεί το σχέδιό μας.

Δ.ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ (ποιος, πόσος…πού, πώς, πότε, αν, γιατί): Απορώ γιατί δεν πήγε κι αυτός.

Ε. ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΕΣ , αυτές δηλαδή που αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα στη σημασία του όρου τον οποίο προσδιορίζουν  (αν παραλειφθούν, αλλάζει το νόημα ή δημιουργείται ασάφεια). Οι προτάσεις αυτές αποτελούν επιθετικούς προσδιορισμούς ή επιρρηματικούς προσδιορισμούς (του  τόπου, του χρόνου, του ποσού κλπ) γι’ αυτό δε χωρίζονται με κόμμα: Σταματούσαμε όπου βρίσκαμε νερό.

Στ. ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ που είναι υποκείμενακατηγορούμενα, αντικείμενα και προσδιορισμοί ετερόπτωτοι ή εμπρόθετοι: Όποιος βιάζεται σκοντάφτει (υποκείμενο)/  Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις (κατηγορούμενο)

 

Προσοχή!

  • Οι ειδικές, βουλητικές,  ενδοιαστικές, πλάγιες ερωτηματικές χωρίζονται βέβαια με κόμμα αν αποτελούν επεξήγηση:

Π.χ. Πολλοί φοβούνται κυρίως αυτό, μήπως ματαιωθεί ο προγραμματισμός της δράσης τους.

  • Διάκριση αναφορικές προσθετικής και αναφορικής προσδιοριστική πρότασης:

ü  Οι επιβάτες που πείνασαν, πήγαν στο εστιατόριο για φαγητό (προσθετική).

ü  Οι επιβάτες που πείνασαν πήγαν στο εστιατόριο για φαγητό (προσδιοριστική: οι πεινασμένοι-δε χωρίζεται με κόμμα)

Ασύνδετο σχήμα: όμοιες προτάσεις ενδέχεται να παρουσιάζονται στο λόγο χωρίς να συνδέονται με κανένα σύνδεσμο και με καμία άλλη λέξη, απλώς παρατίθενται  η μία δίπλα στην άλλη και χωρίζονται με κόμμα.

Π.χ. Στην εκδρομή παίξαμε, γελάσαμε, τραγουδήσαμε, περάσαμε ωραία. (κύριες)

        Θέλω να φύγω, να πάω μακριά, να γλιτώσω (δευτερεύουσες)

Στο ασύνδετο σχήμα, είτε υπάρχει σε κύριες είτε σε δευτερεύουσες, λείπουν οι συμπλεκτικοί σύνδεσμοι. Αν υπήρχαν θα είχαμε παρατακτική σύνδεση.

Π.χ  Στην εκδρομή παίξαμε και γελάσαμε και τραγουδήσαμε και περάσαμε ωραία.

ΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΩ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ

Ανάλογα με τους στόχους και τις ανάγκες της επικοινωνίας επιλέγουμε:

-          Την παρατακτική σύνδεση των προτάσεων και το ασύνδετο σχήμα για πιο απλά κείμενα, στον προφορικό καθημερινό λόγο, σε κείμενα που προέρχεται από το λαϊκό λόγο των παραμυθιών, των δημοτικών τραγουδιών και άλλων προϊόντων της προφορικής λαϊκής παράδοσης. Ακόμα, στη «γλώσσα» των διαφημίσεων.

-          Την υποτακτική σύνδεση για τον γραπτό κυρίως λόγο, τον πολύ επιμελημένο και επεξεργασμένο, προκειμένου να δώσουμε σαφήνεια και ακρίβεια στο λόγο και να παρουσιάσουμε καθαρά τους συσχετισμούς σύνθετών νοημάτων. Ωστόσο πολλές φορές η υποτακτική σύνδεση κάνει το λόγο μακροπερίοδο και κουραστικό, μερικές φορές δυσνόητο.

-          Το ασύνδετο σχήμα  για να δώσουμε στο λόγο μας γοργότητα, αμεσότητα, ζωηρότητα.

Όταν ένας ομιλητής μεταφέρει μια ευθεία ερώτηση σε κάποιον άλλο, τότε λέγεται πλάγια ερώτηση ή πλάγια ερωτηματική πρόταση.

Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις και:

1.Εξαρτώνται:

από ρήματα που σημαίνουν ερώτησηαπορίααμφιβολίαγνώσηαίσθηση κ.λπ., π.χ. ρωτώ, εξετάζω, απορώ, θαυμάζω, αμφιβάλλω, λέω, εξηγώ, σκέφτομαι, δείχνω, θυμάμαι, γράφω, βλέπω, κοιτάζω, μαθαίνω, πληροφορούμαι, ακούω, υποθέτω, μαντεύω, καταλαβαίνω, υπολογίζω, προσπαθώ, πασχίζω κ.ά.

2. Χρησιμοποιούνται:

 α. ως αντικείμενο, π.χ.

-  Ρώτησε τι ώρα είναι.

-  Υπολόγισε πόσο κάνουν όλα αυτά.

-  Δεν ξέρω τι να πω.

β. ως υποκείμενο, π.χ.

-  Είναι απίστευτο πόσο με ταλαιπωρείς.

-  Είναι ανεξήγητο πώς δουλεύει αυτή η μηχανή.

-  Είναι ζήτημα αν έφαγε μισό πορτοκάλι.

γ. ως επεξήγηση ουσιαστικών με συγγενική σημασία με παραπάνω ρήματα, δεικτικών και αόριστων αντωνυμιών, π.χ.

-  Στην ερώτηση μου, αν θα έρθει μαζί μας, δεν απάντησε.

-  Αυτό δεν καταλαβαίνω, πού γυρνάει τέτοια ώρα.

-  Κάτι σκέφτηκα, μήπως τα κάνει όλα αυτά επίτηδες.

3. Διακρίνονται:

  σε πλάγιες ερωτηματικές ολικής άγνοιας και μερικής άγνοιας, ανάλογα με την απάντηση που επιδέχονται. (Δες θεωρία παραπάνω.)

Για να βρούμε σε ποια από τις δύο κατηγορίες κατατάσσονται, μετατρέπουμε την πλάγια ερώτηση σε ευθεία, π.χ.

1ο παράδειγμα:  Πλάγια ερώτηση: «Είναι ζήτημα αν έφαγε μισό πορτοκάλι»

Μετατροπή σε ευθεία: «Έφαγε μισό πορτοκάλι;»

Η απάντηση που θα δώσουμε είναι ή "ναι" ή "όχι"

Απαντήσαμε με ναι ή όχι, άρα είναι ολικής άγνοιας.

2ο παράδειγμα:  Πλάγια ερώτηση: «Με ρώτησε τι ώρα είναι.»

Μετατροπή σε ευθεία: «Τι ώρα είναι;»

Η απάντηση που θα δώσουμε θα είναι περίπου έτσι: "Η ώρα είναι 10.00".

Δεν απαντήσαμε με ναι ή όχι, άρα είναι μερικής άγνοιας.)

4. Εισάγονται:

α. όταν είναι ολικής άγνοιας με το ερωτηματικό μόριο αν ή το μη, μήπως, μην τυχόν

  • Είναι ζήτημα αν έφαγε μισό πορτοκάλι.
  • Ρώτα τον περιπτερά μήπως ξέρει την οδό Αριστοτέλους.

β. όταν είναι μερικής άγνοιας με τις ερωτηματικές αντωνυμίες τι, ποιος, πόσος ή τα ερωτηματικά επιρρήματα πού, πότε, πώς, πόσο, άραγε, τάχα κ.λπ. ή το σύνδεσμο γιατί.

  • Με ρώτησε τι ώρα είναι.
  • Ο αστυνομικός κατάλαβε ποιος ήταν ο ένοχος.
  • Πρέπει να μου πεις πού θα πάτε

Επιρρηματικές τελικές λέγονται οι προτάσεις που δηλώνουν το σκοπό που οδηγεί σε μια ενέργεια, μ' άλλα λόγια για ποιο σκοπό γίνεται η πράξη που αναφέρεται στο ρήμα της πρότασης από την οποία εξαρτάται.

 

Εισάγονται:

Οι τελικές προτάσεις εισάγονται με τους τελικούς συνδέσμους: για νανα (με τη σημασία του για να).

  • Αγόρασε καινούρια τηλεόραση, για να δει τους αγώνες. (αγόρασε καινούρια τηλεόραση με σκοπό να δει τον αγώνα)
  • Έσκυψε να αποφύγει την μπάλα. (για να αποφύγει την μπάλα) (έσκυψε με σκοπό να αποφύγει την μπάλα)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

Και οι ονοματικές βουλητικές προτάσεις εισάγονται με το να. Οι βουλητικές όμως χρησιμοποιούνται ως όρος της πρότασης, δηλαδή ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση, ονοματικός προσδιορισμός και επιρρηματικός προσδιορισμός.

Όταν έχουμε μια πρόταση που αρχίζει με το να ο πιο εύκολος τρόπος για να διακρίνουμε αν είναι επιρρηματική τελική ή ονοματική βουλητική είναι να δούμε αν το να μετατρέπεται σε για να. Παράλληλα, θα πρέπει να δούμε μήπως χρησιμοποιείται ως όρος της κύριας πρότασης.

Ας δούμε τη διαφορά με παραδείγματα.

Θέλω να δουλέψω. Το "να" δεν μπορεί να μετατραπεί σε "για να". Εξάλλου, η πρόταση "να δουλέψω" χρησιμοποιείται ως αντικείμενο του ρήματος της κύριας πρότασης "θέλω"

(Τι θέλω; να δουλέψω > αντικείμενο), άρα η πρόταση είναι ονοματική βουλητική.

Ήρθα να δουλέψω. Το "να" μετατρέπεται σε "για να" (Ήρθα, για να δουλέψω). Συνεπώς η πρόταση είναι επιρρηματική τελική.

Άλλο παράδειγμα

Θέλω να δουλέψω, για να ζήσω την οικογένειά μου.

Η πρόταση "να δουλέψω" είναι βουλητική, ενώ η πρόταση "για να ζήσω την οικογένειά μου" είναι τελική.

 Οι προτάσεις που εισάγονται με το "για να" δεν είναι πάντοτε τελικές. Μπορεί να είναι και αιτιολογικές ή αποτελεσματικές.

 

 

Εκφέρονται:

1ον Κανονικά εκφέρονται με υποτακτική,

π.χ. Ήρθα να δουλέψω.

2ον Εκφέρονται όμως και με οριστική παρατατικού,

α. όταν η πρόταση από την οποία προσδιορίζεται η τελική, έχει οριστική παρελθοντικού χρόνου? υπάρχει έλξη, όπως λέγεται επισήμως.

Ήρθε η γυναίκα αλλά δεν είχα τα λεφτά

 να της τα έδινα. (αντί: να της τα δώσω)

οριστική παρελθοντικού χρόνου

 οριστική παρατατικού του ρ. δίνω

β. Ανεξάρτητα από το χρόνο και την έγκλιση του ρήματος της πρότασης από την οποία εξαρτάται η τελική,

1. όταν δηλώνεται σκοπός ανεκπλήρωτος, δηλαδή σκοπός που δεν πραγματοποιήθηκε ή που δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί, ή

2. όταν ο σκοπός παρουσιάζεται ως απλή σκέψη αυτού που μιλάει,

π.χ.

1.

Μακάρι να ήσουν εδώ

 για να το έβλεπες κι ο ίδιος

οριστική παρατατικού

οριστική παρατατικού του ρ. βλέπω

σκοπός απραγματοποίητος

2.

Έχεις χρόνο,

 να πίναμε κανένα καφέ

οριστική ενεστώτα

οριστική παρατατικού του ρ. πίνω

απλή σκέψη αυτού που μιλάει

Άλλοι τρόποι δήλωσης του σκοπού

Για να εκφράσουμε το σκοπό, μπορούμε αντί μιας τελικής πρότασης να χρησιμοποιήσουμε:

α. τις προθέσεις γιαπρος,

π.χ.  Ετοιμάστηκε για την παρουσίαση της εκπομπής.

       Πήγε προς νερού του.

β. χρησιμοποιούμε ρήματα ή περιφράσεις που δηλώνουν σκοπό,

π.χ. Έχει σκοπό να περάσει στο πανεπιστήμιο.

γ. χρησιμοποιούμε λέξεις που δηλώνουν σκοπό, όπως: σκοπόςστόχος,

π.χ. Ξεκίνησε με σκοπό να πιάσει τον κλέφτη.

Χρήσιμοι Σύνδεσμοι