Άμεσο και έμμεσο αντικείμενο  

Οἱ ᾽Ηλεῖοι τοὺς Λακεδαιμονίους ἐκώλυον τοῦ ἀγῶνος.
Οι Ηλείοι εμπόδιζαν τους Λακεδαιμόνιους από το αγώνισμα.

Ρήμα:

ἐκώλυον

πτώση αντ.

άμεσο ή έμμεσο

Υποκ. (ποιοι ἐκώλυον;)

Αντ. (τι ἐκώλυον;)

Αντ. (ποιον ἐκώλυον;)