Άμεσο και έμμεσο αντικείμενο    

ἃ πάλαι κοινῇ πάντες ἔδοτέ μοι.

τα οποία στο παρελθόν από κοινού μου τα είχατε δώσει.

Ρήμα:

ἔδοτε

πτώση αντ.

άμεσο ή έμμεσο

Υποκ. (ποιοι ἔδοτε;)

Αντ. (τι ἔδοτε;)

Αντ. (σε ποιον ἔδοτε;)