Στην ενότητα αυτή θα μελετήσουμε τον Σκεπτικισμό στην τελευταία φάση του, μέσα από το έργο του ιατρού και φιλόσοφου Σέξτου του Εμπειρικού1 ο οποίος θεωρούσε ότι η φιλοσοφία έχει «αγωγικό» και «θεραπευτικό» χαρακτήρα. Xρησιμοποιούσε την έκφραση «σκεπτική αγωγή» (κατεύθυνση) για να αναφερθεί στη σκεπτική θεωρία και σχολή. Θα δούμε ότι στόχος του σκεπτικού φιλοσόφου είναι να προσφέρει στον άνθρωπο ελευθερία στην πράξη, να του προκαλέσει την αβεβαιότητα για δεδομένες αλήθειες, και την «εποχή», την άρνηση δηλαδή εκφοράς κρίσης για το αγαθό και το κακό. Η αταραξία, η απάθεια και η εσωτερική γαλήνη, στάσεις που ελευθερώνουν τον άνθρωπο από ακούσιες και άλογες συγκινήσεις, προβάλλονται επίσης από τους Σκεπτικούς ως οδοί που οδηγούν στην ευδαιμονία.
KEIMENO
Πώς μπορώ να είμαι ευτυχισμένος;
Διότι αυτός που έχει τη γνώμη ότι κάτι είναι εκ φύσεως καλό ή κακό βρίσκεται σε διαρκή ταραχή2: όταν του λείπουν αυτά που θεωρεί πως είναι καλά, πιστεύει ότι τον καταδιώκουν τα εκ φύσεως κακά, και κυνηγάει, όπως νομίζει, αυτά που είναι αγαθά· όταν πάλι αποκτήσει αυτά που θεωρεί αγαθά, πέφτει σε ακόμη μεγαλύτερη ταραχή, από την παράλογη και πέρα από κάθε μέτρο έπαρσή του, και, από φόβο μήπως αλλάξουν τα πράγματα, κάνει τα πάντα για να μην χάσει αυτά που θεωρεί αγαθά3. Απεναντίας, αυτός που δεν ορίζει με βεβαιότητα ποια είναι εκ φύσεως καλά ή κακά ούτε αποφεύγει ούτε επιδιώκει κάτι με ζήλο, μένει γι' αυτό ατάραχος4 […] Έτσι λοιπόν, και οι Σκεπτικοί5 είχαν την ελπίδα ότι θα ανακτήσουν την αταραξία, κρίνοντας οριστικά την αναντιστοιχία μεταξύ των αντικειμένων της αίσθησης και των αντικειμένων της σκέψης, καθώς όμως δεν κατάφεραν να το επιτύχουν, κατέληξαν στην εποχή6· με τη σειρά της η αταραξία ακολούθησε ως σύμπτωμα την εποχή, όπως η σκιά ακολουθεί το σώμα7.
(Σέξτος Ἐμπειρικός, Πυρρώνειαι Ὑποτυπώσεις, Ι, 27 και Ι, 29)
ΠΡΑΓΜΑTOΛOΓΙΚΑ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΥTΙΚΑ ΣΧOΛΙΑ
Ο Σέξτος Εμπειρικός ήταν γιατρός και έζησε τον 2ο-3ο αιώνα μ.Χ. Τα ιατρικά του έργα έχουν χαθεί, σώζονται όμως σε τρία βιβλία οι Πυρρώνειαι Ὑποτυπώσεις, όπου περιέχονται μια γενική έκθεση του Σκεπτικισμού και ανασκευές αντιλήψεων άλλων φιλοσοφιών. Οι ανασκευές αυτές υπάρχουν και στα έργα αυτού Πρὸς δογματικούς, Πρὸς ἠθικούς, Πρὸς μαθηματικούς. Ιδρυτής του σκεπτικισμού είναι ο Πύρρων ο Ηλείος, σύγχρονος του Αριστοτέλη. Αυτός δίδασκε πως η αληθινή φύση των πραγμάτων δε φανερώνεται σε μας και αμφισβητούσε τη δυνατότητα ορθής γνώσης, συνεπώς και ορθής πράξης. Yποστήριζε ότι για όλα τα θέματα υπάρχουν λόγοι αντίθετοι και ισοδύναμοι («ισοσθένεια»).
Eκ φύσεως καλό ή κακό… ταραχή: εδώ ο Σέξτος υποστηρίζει πως η ανθρώπινη ταραχή οφείλεται στη λανθασμένη γνώμη ότι υπάρχει εκ φύσεως το «αγαθόν» και το «κακόν», ενώ αυτό είναι θέμα συμβάσεων και συνηθειών (νόμῳ). Οι Σκεπτικοί θεωρούσαν γενικά πως η ανθρώπινη επιθυμία οδηγεί στον φαύλο κύκλο της διαρκούς ταραχής.
Αγαθά: ο άνθρωπος επιδιώκει αυτά που πιστεύει ότι είναι αγαθά εξαιτίας της έλλειψής τους. Η έλλειψη «αγαθών» οδηγεί στην επιθυμία απόκτησής τους, ενώ η μη δυνατότητα πραγματοποίησης φέρνει ταραχή. H απόκτηση «αγαθών» προκαλεί την ίδια και μεγαλύτερη ταραχή εξαιτίας του φόβου της απώλειάς τους.
Aταραξία: το αίτημα της αταραξίας είναι η αρχή και το τέλος (σκοπός) της σκεπτικής φιλοσοφίας. Η επίτευξη της αταραξίας επιτυγχάνεται σε θέματα γνώσης και ηθικής με την «εποχή». H αταραξία είναι «σκοπός βίου» και συνδέεται με την ευδαιμονία.
Σκεπτικοί: διακρίνονται στην αρχαιότητα σε Πυρρώνειους, που ακολουθούν τη διδασκαλία του Πύρρωνα, και σε Ακαδημεικούς, οι οποίοι ονομάζονται έτσι επειδή ανήκαν στην Ακαδήμεια του Πλάτωνα. Με τον Αρκεσίλαο (316-242/1 π.X.) και τον Καρνεάδη (214-129 π.X.), η πλατωνική Ακαδημία εισήλθε σε μια μακρά περίοδο σκεπτικισμού ασκώντας κριτική στους Στωικούς και στον δογματισμό τους. Οι Πυρρώνειοι δεν αρνούνται κατηγορηματικά ότι η γνώση είναι δυνατή, ενώ οι Ακαδημεικοί αρνούνται με έμφαση πως η γνώση είναι εφικτή. Περί το 200 μ.Χ. ο Σέξτος συστηματοποίησε τον Ακαδημεικό σκεπτικισμό.
Εποχή: η «εποχή» ορίζεται από τους Σκεπτικούς ως διακοπή ή αναστολή της κρίσης. Χαρακτηρίζεται από τη μη συναίνεση ή συγκατάθεση σε δογματικές θέσεις που σχετίζονται με το πρόβλημα της δυνατότητας της γνώσης.
Όπως η σκιά ακολουθεί το σώμα: στους Σκεπτικούς η ευδαιμονία ταυτίζεται με την αταραξία, που εμφανίζεται ταυτόχρονα με την «εποχή», δηλ. την αναστολή κρίσης. Εδώ η σχέση της εποχής με την αταραξία δίνεται με την εικόνα σώματος και σκιάς.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1 H στάση του σκεπτικού φιλοσόφου
Γι' αυτό λοιπόν λέμε ότι, ως προς τα ζητήματα γνώμης, ο τελικός σκοπός του Σκεπτικού είναι η αταραξία, ενώ ως προς όσα επιβάλλει η ανάγκη, ο μετριασμός των παθών. Ορισμένοι μάλιστα από τους διαπρεπείς Σκεπτικούς πρόσθεσαν σ' αυτά και την εφαρμογή της εποχής στα ζητήματα έρευνας.
(Σέξτος Ἐμπειρικός, Πυρρώνειαι Ὑποτυπώσεις, Ι, 30)
2 Η σχετικότητα του αγαθού
Δεν υπάρχει εκ φύσεως καλό ή κακό· αν κάτι είναι φύσει καλό ή κακό, οφείλει να είναι τέτοιο για όλους, ακριβώς όπως το χιόνι είναι κρύο για όλους. Όμως δεν υπάρχει τίποτα που να είναι για όλους καλό ή κακό· συνεπώς δεν υπάρχει φύσει καλό ή κακό. Διότι θα πρέπει να πούμε: είτε όλα όσα θεωρεί κάποιος καλά είναι όντως καλά είτε όχι καλά. Και δεν μπορούμε όλα να τα πούμε καλά, γιατί το ίδιο πράγμα, όπως η ηδονή για τον Επίκουρο, θεωρείται καλή, ενώ για τον Αντισθένη θεωρείται κακό· γιατί θα προκύψει ότι το ίδιο πράγμα είναι ταυτόχρονα καλό και κακό.
(Διογένης Λαέρτιος, Φιλοσόφων βίων...συναγωγή, 9, 101)
3 Το αγαθό δεν ορίζεται
Οι Ακαδημεικοί και οι Πυρρώνειοι σκεπτικοί, οι οποίοι δε δέχονται ότι μπορεί να υπάρξει επιστημονική απόδειξη πάνω στα θέματα που ερευνούμε, λένε πως κάθε συγκατάθεση είναι οπωσδήποτε απερίσκεπτη και ενδέχεται να είναι και λαθεμένη· και επίσης ότι είναι αδύνατο να αληθεύουν όλες οι απόψεις που διατυπώνουν οι διάφοροι φιλόσοφοι για το καλό και το κακό, καθ' ότι αντικρουόμενες μεταξύ τους, και ότι μπορεί να είναι όλες εσφαλμένες, κι έτσι το αγαθό να μην ταυτίζεται ούτε με την ηδονή ούτε με την αταραξία ούτε με την αρετή ούτε με την ενάρετη δράση ούτε με οτιδήποτε άλλο έχουν πει οι φιλόσοφοι.
(Γαληνός, Περὶ ψυχῆς παθῶν καὶ ἁμαρτημάτων, 60-61)
EPΩTHΣEIΣ – EPΓAΣIEΣ
Γιατί βρίσκεται σε μειονεκτική θέση όποιος πιστεύει με απόλυτη βεβαιότητα πως γνωρίζει το αγαθό και το κακό; Συμφωνείτε με την άποψη του Σέξτου;
Ποιο πλεονέκτημα έχει όποιος τηρεί τη διανοητική στάση της «εποχής», σύμφωνα με το κείμενο και το παράλληλο κείμενο (1); Mπορεί να ισχύει αυτή η στάση στην καθημερινή ζωή;
Mε ποιο τρόπο προβάλλεται η σχετικότητα του καλού και κακού στο παράλληλο κείμενο (2); Eίναι η διάκριση του καλού και του κακού «φύσει» ή «θέσει», δηλαδή θέμα σύμβασης;
Στο παράλληλο κείμενο (3) γίνεται λόγος για τη σχετικότητα της αντίληψης. Μπορείτε να θυμηθείτε άλλους φιλοσόφους της αρχαιότητας που έχουν μιλήσει για το ίδιο πρόβλημα και να αναφερθείτε στις απόψεις τους; (Βλ. κεφάλαιο 2: Σοφιστές και Σοφιστική κίνηση).
ΘEMAΤΑ ΓIA ΣYZHTHΣH Ή ΓPAΠTH EPΓAΣIA
Λαμβάνοντας υπόψη το παρακάτω απόσπασμα να προσδιορίσετε τα στοιχεία της ηθικής συμπεριφοράς που συνοδεύουν τη σκεπτική στάση.
Η συνεχής άσκηση της «αταραξίας» είναι μια τεχνική πνευματικής υγιεινής, η οποία θέτει τα θεμέλια για μιαν ανώτερη «αταραξίαν», μιαν αμερόληπτη, ισορροπημένη θέαση του κόσμου […] Η ηθική αυτή ακολουθεί ως «σκιά» τη σκεπτική απόρριψη κάθε θεωρίας με την αποχή (εποχή) από κάθε κρίση περί της αληθείας· ο Σκεπτικός είναι μετριοπαθής, ανεκτικός, επιεικής απέναντι στη ζωή και τους συνανθρώπους του, οι οποίοι έχουν χαθεί μέσα στις ποικίλες «δογματικές» πλάνες και ζουν μέσα στη δυστυχία – διότι «δεν είναι τα πράγματα που ταράζουν τους ανθρώπους, αλλά οι απόψεις τους σχετικά με τα πράγματα».
Mario Vegetti, Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, 10η έκδ., εκδ. Τραυλός, Αθήνα, σελ. 278
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Tα σχήματα που παραθέτουμε χρησιμοποιούνται από την ψυχολογία και τη γνωσιοθεωρία για να δείξουν την πλάνη των αισθήσεων. Tι θα απαντούσε στο θέμα αυτό ένας δογματικός φιλόσοφος ή ένας σκεπτικιστής;
1. Γίνεται χρήση της Εισαγωγής και του λεξιλογίου για την κατανόηση της έννοιας «Σκεπτικισμός» και σύνδεση με προηγούμενα κεφάλαια και συγκεκριμένα με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους και τους Σοφιστές που έχουν μιλήσει για τη σχετικότητα της γνώσης ή με τους νεότερους σκεπτικιστές.
2. Δίνονται οι απαραίτητες πληροφορίες για τους Σκεπτικούς και τον Σκεπτικισμό, ώστε να ενταχθεί στο πλαίσιο της ελληνιστικής φιλοσοφίας και να κατανοηθεί ως κριτική στάση προς άλλες φιλοσοφίες και φιλοσόφους, τους οποίους αυτοί αποκαλούν δογματικούς, μεταξύ των οποίων είναι οι Κυνικοί, οι Επικούρειοι και οι Στωικοί.
3. Σημειώνονται στον πίνακα τα ονόματα των Σκεπτικών και οι κεντρικές έννοιες της σκεπτικής φιλοσοφίας που θα μας απασχολήσουν, όπως εποχή, αταραξία, αγαθό, ευδαιμονία.
Μολονότι κεντρική ιδέα του Σκεπτικισμού είναι η αμφιβολία για κάθε δυνατότητα γνώσης και η άρνηση αντικειμενικής αλήθειας, εδώ επικεντρώνεται η διερεύνηση στην ηθική τους θεωρία. Στο κείμενο που προσεγγίζουμε, παρακολουθούμε τον Σέξτο τον Εμπειρικό να προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα «Πώς μπορώ να είμαι ευτυχισμένος;». Στο πλαίσιο της προσπάθειας κατανόησης του κειμένου επισημαίνουμε ότι κεντρικό αίτημα της ελληνιστικής ηθικής είναι η αναγνώριση της ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού ή τέλους, δηλ. ως σκοπού της ζωής.
Οι μαθητές, αφού έχουν μελετήσει και κατανοήσει τις θεμελιώδεις έννοιες της σκεπτικής φιλοσοφίας και το κύριο κείμενο, μπορούν να το συσχετίσουν με τα παράλληλα κείμενα και να κατανοήσουν πως η αταραξία ως σκοπός της σκεπτικής φιλοσοφίας συσχετίζεται με την ευδαιμονία (τέλος του βίου) που είναι το υπέρτατο αγαθό.
Η σκεπτικιστική σχολή ξεκίνησε με τον Πύρρωνα τον Ηλείο, ο οποίος ήταν περίπου είκοσι χρόνια μεγαλύτερος από τον Επίκουρο, αν και πέθανε την ίδια εποχή (270 π.Χ.). O Πύρρων διαμόρφωσε έναν ακραίο σκεπτικισμό, αφού ισχυρίστηκε ότι δε γνωρίζουμε τίποτε, ότι δεν πρέπει να καταλήγουμε σε καμιά άποψη για τα πράγματα, να είμαστε εντελώς αδιάφοροι για όσα συμβαίνουν σε μας ή τους γύρω μας. Από περιγραφή της διδασκαλίας του πληροφορούμαστε ότι αυτός υποστήριζε: «ούτε οι αισθήσεις μας ούτε οι απόψεις μας λένε αλήθειες ή ψέματα. Επομένως, γι' αυτόν τον λόγο δε θα έπρεπε να τις εμπιστευόμαστε καθόλου, αλλά θα έπρεπε να είμαστε αδιάλλακτοι, αμερόληπτοι και ακλόνητοι και να λέμε σχετικά με κάθε ξεχωριστό πράμα ότι δεν είναι κάτι περισσότερο από ό,τι είναι ή ό,τι είναι και δεν είναι ή ούτε είναι ούτε δεν είναι. Η έκβαση για εκείνους που πραγματικά υιοθετούν αυτή τη στάση θα είναι πρώτα η αποστόμωση και ύστερα η ελευθερία από τις ενοχλήσεις» (Ευσέβιος, Ευαγγελική προπαρασκευή, 14, 18 στο The Hellenistic Philosophers, επ. Α.Α. Long - D.N. Sedley, σελ. 15).
Οι Σκεπτικοί ονομάζονται ζητητικοί, απορητικοί, εφεκτικοί. «Ονομάζονται ζητητικοί γιατί ερευνούν, εφεκτικοί γιατί περιέρχονται μετά τη ζήτηση σε μία ορισμένη κατάσταση -στην εποχή- απορητικοί γιατί για όλα τα πράγματα απορούν ή γιατί βρίσκονται σε αμηχανία να συμφωνήσουν με μια θεωρία, να συγκατατεθούν. Ως φιλόσοφοι αναζήτησαν την αταραξία, επειδή πρόσεξαν τη διαφωνία των δογματικών και οδηγήθηκαν στην "ισοσθένεια των λόγων" (ισότητα ως προς την αξιοπιστία και την αναξιοπιστία, ισοδυναμία των επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων) σύμφωνα με την οποία ήταν αδύνατο να κριθεί η διαφωνία μια και τα επιχειρήματα και από τις δύο αντίθετες πλευρές ήταν ισοδύναμα» (βλ. Τερέζα Πενζοπούλου-Βαλαλά, Ο Πυρρωνισμός, Εισαγωγή στο Σέξτος ο Εμπειρικός, Πυρρώνειες Υποτυπώσεις Α', σελ. 140).
Ο ορισμός της σκέψεως που δίδεται στις Πυρρώνειες Υποτυπώσεις (Α' βιβλίο, §8) ονομάζει τον Σκεπτικισμό «δύναμη (ικανότητα) να αντιπαραθέτει κανείς φαινόμενα και νοούμενα καθ' οιονδήποτε τρόπο, ώστε να φτάνουμε, λόγω της ισοσθένειας πραγμάτων και λόγων που αντιπαρατίθενται, κατ' αρχάς στην εποχή και στη συνέχεια στην αταραξία». Βλ. επίσης: «Η σκεπτική κατεύθυνση (αγωγή), τώρα, ονομάζεται και ζητητική, επίσης εφεκτική, αλλά και απορητική, επιπλέον ονομάζεται πυρρώνεια, από το γεγονός ότι ο Πύρρων μάς φαίνεται πως είναι αυτός που πληρέστερα και εμφανέστερα από τους προγενέστερούς του προσχώρησε στον Σκεπτικισμό» (Σέξτος ο Εμπειρικός, Πυρρώνειες Ὑποτυπώσεις Ι,7, Περί των ονομασιών της σκεπτικής, Αναγνωστικό Σκεπτικών, ό.π., σελ. 241).
Σε αντίθεση με τον δογματικό, που ισχυρίζεται ότι κατέχει μια αλήθεια και διατυπώνει κρίσεις, ο Σκεπτικός αναστέλλει την κρίση του, δεν τοποθετείται και περιμένει μέχρι να βεβαιωθεί, πράγμα που μπορεί και να μη συμβεί ποτέ. Η αναστολή της κρίσης και όχι η αμφιβολία είναι χαρακτηριστική στάση του Σκεπτικού. Η «εποχή», ως τεχνικός όρος της σκεπτικής φιλοσοφίας αποδίδεται περιφραστικά ως «αναστολή της κρίσης» (suspension of judgement), συνεπώς σημαίνει διακόπτω, ανακόπτω, αναστέλλω, συγκρατώ, σταματώ ή παύω κάποια δραστηριότητα ή απόφαση. Στην «εποχή» καταλήγουν οι Σκεπτικοί εξαιτίας της ισοσθένειας, δηλ. της ισοδυναμίας, των αντιπαρατιθεμένων επιχειρημάτων. Η εποχή είναι τελικά η στάση της διάνοιας χάρη στην οποία ούτε αρνούμαστε κάτι ούτε το βεβαιώνουμε. Εδώ όμως μπορεί να τεθεί το ερώτημα πώς μπορεί να ζήσει ο Σκεπτικός χωρίς να συναινεί σε καμιά κρίση; Την απάντηση τη δίνει ο Σέξτος (Πυρρώνειες Ὑποτυπώσεις, I, 23-24): «Με την προσοχή μας λοιπόν στραμμένη στα φαινόμενα, ζούμε χωρίς να υιοθετούμε φιλοσοφικά δόγματα και τηρούμε τους συνήθεις κανόνες του βίου, αφού βέβαια δεν μπορούμε να μένουμε και τελείως άπραγοι· φαίνεται μάλιστα ότι αυτή η τήρηση των βιοτικών κανόνων είναι τετραμερής· έχει να κάνει (α) με την καθοδήγηση εκ μέρους της φύσης, (β) με τον καταναγκασμό που ασκούν τα πάθη, (γ) με την παράδοση των νόμων και των εθίμων και (δ) με τα όσα διδάσκουν οι τέχνες.
Σ' αυτήν οφείλεται το ότι διαθέτουμε αίσθηση και νόηση από τη φύση μας. Ο καταναγκασμός που ασκούν επάνω μας τα πάθη κάνει, ώστε η πείνα να μας οδηγεί στην τροφή και η δίψα στο νερό. Η παράδοση εθίμων και νόμων διαμορφώνει εν δυνάμει το σύστημα αξιών έτσι ώστε να αποδεχόμαστε την ευσέβεια ως αγαθό και την ασέβεια ως κακό. Τέλος, τα όσα διδάσκουν οι τέχνες είναι αυτά στα οποία στηριζόμαστε και δε μένουμε ανενεργοί όσον αφορά στις τεχνικές δεξιότητες που αποκτούμε. Όλα αυτά τα υποστηρίζουμε χωρίς δογματική διάθεση.
Κεντρικό αίτημα όλης της ελληνιστικής ηθικής είναι η αναγνώριση της ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού ή τέλους, δηλ. ως σκοπού για τον οποίο κάθε τι άλλο αποτελεί μέσον. Τόσο για τους Επικούρειους και τους Στωικούς όσο και για άλλους Έλληνες φιλοσόφους, που προηγήθηκαν, κυρίως για τον Αριστοτέλη, βασικό ερώτημα της ηθικής δεν είναι «Ποιες πράξεις είναι οι σωστές;» αλλά «Τι άνθρωπος θα πρέπει να είμαι;» ή «Τι στάση ζωής και τι τακτική πρέπει κανείς να υιοθετεί;». Ο «ευδαίμων» και «καλός» ή ο ηθικά ενάρετος ταυτίζονται τόσο για τον Αριστοτέλη και τον Επίκουρο όσο και για τους Στωικούς. Αν για τον Αριστοτέλη η φροντίδα να γίνει κάποιος καλός και να ζει την πλέον ευδαίμονα ζωή δεν αφορά μόνο στον ίδιο αλλά και στο συμφέρον των άλλων, για τους Επικούρειους και τους Στωικούς η φροντίδα αφορά κυρίως στο τι είναι καλό για το άτομο και στο πώς θα μπορέσει αυτό να ζήσει ευδαίμονα βίο, γι' αυτό και έχουν κατηγορηθεί για εγωισμό και εγωκεντρισμό ή ατομικισμό ή για αδιαφορία και έλλειψη ανθρωπιάς. Με την έννοια της ευδαιμονίας ασχολούνται επίσης τόσο ο πρώιμος Πυρρωνισμός (Πύρρων, Τίμων ο Φλιάσιος), όσο ο ακαδημεικός Σκεπτικισμός (Αρκεσίλαος, Καρνεάδης) και ο ύστερος Πυρρωνισμός (Σέξτος ο Εμπειρικός).
Πρέπει να λεχθεί πως στη σχολή των Σκεπτικών παρατηρείται μια διαφοροποίηση μεταξύ των Πυρρωνείων κα Ακαδημεικών Σκεπτικών στην πραγμάτευση του ἀγαθοῦ καθ' ἑαυτοῦ (δηλ. στις απαντήσεις που δίνουν στο ερώτημα «Τι είναι το αγαθό;») και σχετικά με τα κριτήρια, δηλ. τους τρόπους απόκτησης της ευδαιμονίας, η οποία αντιπαρατίθεται στην άποψη των Στωικών γι' αυτή. Στη συζήτηση μπορεί να γίνει λόγος για την χρήση της έννοιας «εύλογον» το οποίο κατά τους Στωικούς είναι η αρχή που διέπει τις ορμές του ανθρώπου, όταν αυτές κατευθύνονται προς το αγαθό. Για τους Σκεπτικούς, και ειδικότερα για τον Αρκεσίλαο, «εύλογον» σημαίνει αυτό που αποτελεί λογική εξήγηση, αυτό που γίνεται αποδεκτό από τον ορθό λόγο, και η ευδαιμονία επιτυγχάνεται με τη φρόνηση η οποία στηρίζεται στο κατόρθωμα που είναι εύλογη πράξη (ορθή). Το εύλογον είναι γι' αυτόν όχι κριτήριο γνώσης αλλά κριτήριο πράξης και θετική αφετηρία για την ανθρώπινη συμπεριφορά.