Στράτης Μυριβήλης
Η λιτανεία
Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από το 44ο κεφάλαιο του μυθιστορήματος Η Παναγιά η Γοργόνα, που εκδόθηκε ολοκληρωμένο το 1949. Η υπόθεσή του διαδραματίζεται σε ένα παραλιακό χώρο, στη Μουριά και στη Σκάλα Συκαμιάς, κοντά στη Μυτιλήνη, και παρακολουθεί την απλή ζωή των κατοίκων της περιοχής λίγο μετά τη Mικρασιατική καταστροφή. O τίτλος του αναφέρεται στην εκκλησία της περιοχής, την Παναγιά τη Γοργόνα, που σύμφωνα με τον μύθο του έργου πήρε το όνομά της από μια εικόνα της Παναγίας ζωγραφισμένης ως γοργόνας. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο τόπος αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα λειψυδρίας, επειδή έχει καιρό να βρέξει. Tο γεγονός απειλεί με καταστροφή τους ελαιώνες του χωριού, οι οποίοι αποτελούν το κύριο έσοδο των κατοίκων. Για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο οι κάτοικοι αποφασίζουν να κάνουν λιτανεία και να παρακαλέσουν τον Θεό να βρέξει.
Παναγιά η γοργόνα, τοιχογραφία σε ξωκλήσι στη Σκάλα Συκαμιάς της Λέσβου
Έτσι οι άνθρωποι του ελιώνα αποφάσισαν να προσπέσουν στον Θεό. Oι δεσποτάδες του νησιού έστειλαν χαρτί σ’ όλες τις επαρχίες, να γίνουν λιτανείες σ’ όλα τα χωριά, παράκλησες για τη βροχή, που την κρατούσε ο Θεός μακριά από τα χώματα των αμαρτωλών.
Βγήκε ντελάλης στο χωριό, βγήκε και στη Σκάλα και το φώναξε, πως την Κυριακή ν’ ανέβουν όλοι στη Μουριά, να βγουν στα χωράφια να παρακαλέσουν.
Ξημέρωσε η Κυριακή και χτύπησαν οι δυο οι καμπάνες της Αγια-Φωτεινής πάνω στο βουνό, χτύπησε και το σιδερένιο σήμαντρο της Αγια-Σωτήρας του νεκροταφείου. Σα να παρακαλούσαν μαζί με τους ζωντανούς κι όλες οι χιλιάδες οι παλιοί ζευγάδες και ξοχαραίοι που ξεκουράζονταν εκεί από τη δούλεψη του ελιώνα. Ύστερα χτύπησε και το καμπανάκι από τα Ράχτα, της Παναγιάς της Γοργόνας το καμπανάκι, να σηκωθούν κι οι αλειτούργητοι οι ψαράδες ν’ ανέβουν στη λιτανεία.
Σηκώθηκαν λοιπόν και τούτοι, βάλαν τις καλές τους τις βράκες, βάλαν τις μαύρες μαλλένιες κάλτσες και τα γιορτερά παπούτσια, κι ανέβηκαν.
Από την εκκλησιά της Αγια-Φωτεινής, τ’ απολείτουργα, ξεκίνησε η συνοδειά. Μπροστά οι παπάδες, ο ένας με το χρυσό Βαγγέλιο, ο άλλο με τ’ ασημένιο. Στις τέσσερις γωνιές οι τέσσερις Ευαγγελιστάδες στο σμάλτο, δεμένο ένα γύρω με ρουμπίνια σα ροδοπαπούδες. Τα παλικάρια βαστούσαν τα κονίσματα,
το μεγάλο το κόνισμα της Σαμαρίτιδας με το νερό στο σταμνί της. Και το άλλο με τη βρύση την εφτάκρουνη, που έχει τις γούρνες άσπρες, μαρμαροπελεκητές, και τα νερά τρέχουν από τη μία γούρνα στην άλλη. Στην πάνω πάνω γούρνα είναι η Παναγία με τα χέρια σηκωμένα για παρακάλεση.
Βγήκαν και τα λάβαρα με μαύρο κρέπι στον ασημένιο σταυρό, να δει ο Θεός τη θλίψη του κόσμου, και άστραφταν οι χρυσές φούντες στον ήλιο. Ήταν μαζί και τ’ αγόρια με τα φανάρια και τα ξεφτέρια, ντυμένα με τ’ άσπρα άμφια, ζωσμένα σταυρωτά με το κόκκινο ωμοφόρι.
Ξεκίνησε η πομπή για τα χωράφια, έβγαινε κι έβγαινε ο κόσμος από το πρόκλιτο και σωσμό δεν είχε. Άντρες, γυναίκες, παιδιά και γέροι, όλοι τ’ ακλούθησαν, να πάνε στον ελιώνα να παρακαλέσουν τον Κύριο, που κρέμασε τη γη πάνω στα νερά, να στείλει στα δέντρα τα πνέματα της βροχής.
Όσο βγαίναν από το χωριό, τα παπούτσια ακουγόντανε, χιλιάδες, στο καλντερίμι. Ύστερα άρχισε ο χωραφόδρομος, μονοπάτι, και δε χωρούσαν παρά ο ένας πίσ’ από τον άλλο. Η συνοδειά έγινε μακριά σαν ένα ατέλειωτο μαύρο φίδι, που κλωθογύριζε ανάμεσα στα δέντρα τις κουλούρες του. Σιγά σιγά χανόταν πίσω από μια πύκνα από καρυδιές, κι έλεγες πάει, καταχωνιάστηκε μέσα στη λαγκαδιά του Oρυάκα, και ξαφνικά πάλι, να κι έβγαινε το κεφάλι του στο ξάγναντο. Αυτό το κεφάλι άστραφτε από λέπια χρυσά και αργυρά, λαμποκοπούσαν στον ήλιο τα ξεφτέρια και τα φανάρια με τα κρύσταλλα. Όλο γλυκά χρώματα, ροδί και θαλασσί, πορτοκαλί και βυσσινί. Κατόπι ξετυλιγόταν, αργά αργά, η μαύρη ουρά, και σ’ όλο το δρόμο ο μπουχός σηκωνότανε σύννεφο ξανθό πάνω από την ανθρωπομάζωξη.
Πήγαν και σταμάτησαν στα Oμαλά, που είναι η μοναδική ισάδα μέσα στον ανηφορικόν ελιώνα. Εκεί σταμάτησε το κεφάλι της λιτανείας και το φίδι άρχισε να κουλουριάζεται, να συμμαζεύει τη μαυρίλα του, ώσπου σταμάτησε να τυλίγεται ως κι η άκρα της ουράς.
Τότες έκανε ο παπάς τον αγιασμό και ράντισε με βρεγμένο βασιλικό τον ελιώνα στα τέσσερα σημεία, σταυρωτά. Πήραν κι οι νοικοκυραίοι, κι οι γυναίκες, μέσα σε μπουκαλάκια, να ραντίσει καθένας το χτήμα του. Κατόπι οι παπάδες είπαν την παράκληση για τη βροχή, και σε κάθε φράση χίλιες φωνές έλεγαν «αμήν!».
Ανέβαινε πυκνό το μοσκολίβανο μαζί με την προσευκή, και τ’ ασημοκούδουνα από τα θεμιατά των παπάδων ακούγονταν παράξενα ανάμεσα στα δέντρα,
μαζί με τα κυπροκούδουνα των ζωντανών που γύρευαν άδικα ένα χλωρό φύλλο. Στέκουνταν με κολλημένα πλευρά και μουκάνιζαν διψασμένα, βέλαζαν λυπητερά και ξεψυχούσαν από την πείνα και τη δίψα, γιατί η γης δεν έβγαζε νερό να δροσιστούν και χορτάρι να φάνε. Τα ’βλεπαν οι άντρες κι ανεστέναζαν. Τα ’βλεπαν οι γυναίκες κι έκλαιγαν.
— Του Κυρίου δεηθώμεν!
Η ευκή σηκωνόταν μονότονη, παρακαλεστική, κλαψιάρικη, σηκωνόταν με τη σκόνη και με τους καπνούς προς τον ουρανό:
— … Και σπλαγχνίσθητι ημίν, Κύριε, τοις χειμαζομένοις σφοδρώς, και τη των αναγκαίων ενδεία πιεζομένοις!
— Κύριε ’λέησον!, φώναζαν με πόνο οι χριστιανοί.
Κι ο παπάς ξέσερνε πάλι ψαλμουδιστά τη φωνή:
— Όμβρους ειρηνικούς εξαπόστειλον τη γη προς καρποφορίαν!
— Κύριε ’λέησον!
— Μέθυσον, Κύριε, τους αύλακας ταύτης ύδατος καθαρού, εις τροφήν ημών τε και των αλόγων ζώων!
Όλος ο κόσμος γονάτισε στα χώματα, έκανε το σταυρό του, κοίταζε παρακαλεστικά το Θεό μέσα στα γαλάζια μάτια τ’ ουρανού. Άντρες, γυναίκες, παιδιά, είπαν με δύναμη «αμήην!». Να βουίξουν οι στεγνές λαγκαδιές, να πάει η φωνή τους ως τα πόδια του Κυρίου, να τους ακούσει.
Oι γυναίκες, εκνευρισμένες, με τα πρόσωπα κόκκινα από το περπάτημα και τη ζεστή σκόνη, σιγόκλαιγαν με θρησκευτικό υστερισμό. Oι γριές χτυπούσαν τον κόρφο και έκαιγαν μέσα στα κεραμιδάκια πηχτό «ελιόδακρυ» που μοσκοβολούσε γλυκά.
— Ελέησέ μας, Κύριε!
Έτσι τέλειωσε η λιτανεία κάτω από έναν ουρανό πυρωμένο και παστρικό.
Σ. Μυριβήλης, Η Παναγιά η Γοργόνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Παράλληλα Κείμενα
Κ.Π. Καβάφης, «Δέησις» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]
Το νερό [πηγή: Μικρός Αναγνώστης (Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)]
Λεξιλόγιο
*ελιώνα:
ελαιώνα *ζευγάδες: γεωργοί *ξοχαραίοι: αγρότες
*μαλλένιες: μάλλινες *τ' απολείτουργα: μετά τη
λειτουργία *εφτάκρουνη: με εφτά κρουνούς, κάνουλες *κρέπι:
είδος λεπτού υφάσματος *ξεφτέρια: εξαπτέρυγα *ωμοφόρι:
οι πλατιές υφασμάτινες ταινίες που φορούν πάνω από τα άμφια οι ιερείς, αλλά και
οι βοηθοί τους *από το πρόκλιτο: από τον νάρθηκα, δηλαδή το
μπροστινό τμήμα, όπου και η είσοδος των πιστών *σωσμό δεν είχε:
τελειωμό δεν είχε *καλντερίμι: λιθόστρωτο δρομάκι *μια
πύκνα: ένα πυκνό τμήμα *στο ξάγναντο: στο ανοιχτό
μέρος *ο μπουχός: η πυκνή σκόνη *ισάδα: ίσιωμα
*θεμιατά: θυμιατά *σπλαχνήθητι...πιεζομένοις:
ευσπλαχνίσου μας, Κύριε, για την ασήκωτη ταλαιπωρία μας και για τη μεγάλη
έλλειψη των αναγκαίων για τη ζωή μας *όμβρους...καρποφορίαν:
στείλε την ευλογημένη βροχή στη γη για να καρποφορήσει *μέθυσον...ζώων:
χόρτασε τα αυλάκια της με καθαρό νερό, για να εξασφαλίσουμε τροφή για μας και
για τα ζώα μας *υστερισμός: υστερία *ελιόδακρυ:
πηχτό υγρό που βγαίνει από τον κορμό της ελιάς και χρησιμεύει σαν θυμίαμα
Σπύρος Βασιλείου, Χωριό
Διάβασε για τη ζωή και το έργο του εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό . Δες και παρακάτω στο Υλικό
Θεματικά κέντρα
Εκκλησιαστικές τελετουργίες και μυστήρια. Λιτανείες.
Εκκλησιαστική και λατρευτική σκευή. Σύμβολα, ιερά αντικείμενα.
Παγανιστικές εκδηλώσεις που ενσωματώθηκαν στη χριστιανική παράδοση.
Ενδεικτική ερμηνευτική προσέγγιση
Ο αρχικός τίτλος του μυθιστορήματος ήταν Η Παναγιά η Ψαροπούλα και είχε δημοσιευτεί στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά σε συνέχειες στην εφημερίδα Ανεξάρτητος. Σε ολοκληρωμένη μορφή και με νέο τίτλο κυκλοφόρησε το 1949. Βασικός στόχος του Στρ. Μυριβήλη σ' αυτό το έργο είναι να προβάλει την ομαδική ζωή των κατοίκων μιας παραδοσιακής ελληνικής νησιωτικής κοινωνίας, τις έγνοιες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και οι ναυτικοί αυτής της περιοχής. Μέσα από τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά τους αναδεικνύονται λαϊκά ήθη και νοοτροπίες που επιβίωσαν
στον χρόνο, καθώς και παγανιστικές αντιλήψεις συγχωνευμένες αρμονικά με τη χριστιανική παράδοση.
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα περιγράφεται μια λιτανεία, μια παράκληση δηλαδή των πιστών στον Θεό για να βρέξει. Η ανομβρία προβάλλεται ως τιμωρία του Θεού προς τους ανθρώπους και εκείνοι, ακολουθώντας ένα λαμπρό τελετουργικό, θα ζητήσουν έλεος για τις αμαρτίες τους. Η προσέγγιση θα εστιάσει στα στάδια της λιτανείας, στη βίωση του συναισθήματος της μετάνοιας, στον πάνδημο χαρακτήρα της εκδήλωσης. Τα ευαγγελικά αποσπάσματα, τα εκκλησιαστικά σύμβολα και η ρέουσα αφήγηση με ιδιωματισμούς και χρήση της ντοπιολαλιάς είναι θέματα που αξίζει επίσης να σχολιαστούν.
Το αντικειμενικό πρόβλημα της λειψυδρίας στον ελληνικό νησιωτικό χώρο είναι μοτίβο συνηθισμένο στην ποίηση της γενιάς του '30, όπως δείχνει και το ακόλουθο απόσπασμα από τη Ρωμιοσύνη του Ρίτσου (Κέδρος, 198331):
Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
Σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
Σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ' αμπέλια του,
Σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.
Ο δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Μαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κι οι φωνές μες στον ασβέστη του ήλιου.
Η ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Τα σκονισμένα σκίνα.
Το μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Χρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό πάνου απ' την πίκρα τους.
Στράτης Μυριβήλης, Η Παναγιά η Γοργόνα
Στράτης Μυριβήλης
Πρόσωπα και θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα)
Εποχές και Συγγραφείς, Στράτης Μυριβήλης (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]
Βικιπαίδεια
ΕΚΕΒΙ
Βιογραφία, ταινία στο youtube
Εκπαιδευτική τηλεόραση
ΠΟ.Θ.Ε.Γ.
Σπύρος Βασιλείου, βιογραφία και έργα
στην Εθνική Πινακοθήκη
στο ΝΙΚΙΑΣ
στο paleta art
,
στο Τελόγλειο Ίδρυμα Τεχνών, Α.Π.Θ.
στη ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΛΑΡΙΣΑΣ ΜΟΥΣΕΙΟ Γ.Ι. ΚΑΤΣΙΓΡΑ
στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
στο Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Δήμου Ροδίων
στο ΙΣΕΤ
Για τα λογοτεχνικά ρεύματα - κινήματα δείτε εδώ
Γενικά στοιχεία αφηματολογίας θα βρείτε εδώ
Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.
Ήρωες
Οι ήρωες του κειμένου είναι:
Τόπος
Τα γεγονότα του κειμένου διαδραματίζονται:
Η χρονική σειρά των γεγονότων
Διακρίνουμε αναδρομικές αφηγήσεις, πρόδρομες, in medias res, εγκιβωτισμό, παρέκβαση, προϊδεασμό, προοικονομία:
Η χρονική διάρκεια
Σχέση του χρόνου της αφήγησης με τον χρόνο της ιστορίας (μικρότερος, ίσος, μεγαλύτερος).
Διακρίνουμε επιτάχυνση, παράλειψη, περίληψη, έλλειψη, αφηγηματικό κενό, επιβράδυνση:
Γλώσσα
Η γλώσσα του κειμένου είναι:
Αφήγηση
Η αφήγηση είναι πραγματική ή πλασματική, αφήγημα γεγονότων, λόγων ή σκέψεων…
Ο αφηγητής
Ο αφηγητής είναι ομοδιηγητικός, ετεροδιηγητικός…
Η εστίαση
Η εστίαση είναι μηδενική, εσωτερική, εξωτερική…
Τα αφηγηματικά επίπεδα
Τα αφηγηματικά επίπεδα είναι εξωδιηγητικά, διηγητικά, μεταδιηγητικά:
Αφηγηματικοί τρόποι
Οι αφηγηματικοί τρόποι είναι: έκθεση, διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μονόλογος:
Ενότητες
Το κείμενο μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:
Το σχόλιό σας...