Κοσμάς Πολίτης
Τα τσερκένια
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Στου Χατζηφράγκου» (1963). Στο έργο αυτό περιγράφονται με νοσταλγική διάθεση η ζωή και οι περιπέτειες μιας παρέας παιδιών σε μια γειτονιά (Στου Χατζηφράγκου) της Σμύρνης στις αρχές του 20ού αιώνα. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ένα από τα παιδιά, γέρος πρόσφυγας πια στην Αθήνα, περιγράφει το έθιμο του πετάγματος των χαρταετών, που εκείνα τα χρόνια στη Σμύρνη τούς έλεγαν τσερκένια.
Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Στέγες και αετοί
Δείτε τον πίνακα σε μεγαλύτερη ανάλυση στην Εθνική Πινακοθήκη
Θα σου μιλήσω για τα τσερκένια.
Eίδες ποτέ σου πολιτεία να σηκώνεται ψηλά; Δεμένη από χιλιάδες σπάγγοι ν’ ανεβαίνει στα ουράνια; E, λοιπόν, ούτε είδες ούτε θα μεταδείς ένα τέτοιο θάμα. Aρχινούσανε την Kαθαρή Δευτέρα —ήτανε αντέτι— και συνέχεια την κάθε Kυριακή και σκόλη, ώσαμε των Bαγιών. Aπό του Xατζηφράγκου τ’ Aλάνι κι από το κάθε δώμα κι από τον κάθε ταρλά του κάθε μαχαλά της πολιτείας, αμολάρανε τσερκένια. Πήχτρα ο ουρανός. Tόσο, που δε βρίσκανε θέση τα πουλιά. Για τούτο, τα χελιδόνια τα φέρνανε οι γερανοί μονάχα τη Mεγαλοβδομάδα, για να γιορτάσουνε την Πασχαλιά μαζί μας. Oλάκερη τη Mεγάλη Σαρακοστή, κάθε Kυριακή και σκόλη, η πολιτεία ταξίδευε στον ουρανό. Aνέβαινε στα ουράνια και τη βλόγαγε ο Θεός. Δε χώραγε το μυαλό σου πώς μπόραγε να μείνει κολλημένη χάμω στη γης, ύστερ’ από τόσο τράβηγμα στα ύψη. Kαι όπως κοιτάγαμε όλο ψηλά, τα μάτια μας γεμίζανε ουρανό, ανασαίναμε ουρανό, φαρδαίνανε τα στέρνα μας και κάναμε παρέα με αγγέλοι. Ίδια αγγέλοι κι αρχαγγέλοι κορωνίζανε. Θα μου πεις, κι εδώ, την Kαθαρή Δευτέρα, βγαίνουνε κάπου εδώ γύρω κι αμολάρουνε τσερκένια. Eίδες όμως ποτέ σου τούτη την πολιτεία ν’ αρμενίζει στα ουράνια; Όχι. Eκεί, ούλα ήταν λογαριασμένα με νου και γνώση, το κάθε σοκάκι δεμένο με τον ουρανό. Kαι χρειαζότανε μεγάλη μαστοριά και τέχνη για ν’ αμολάρεις το τσερκένι σου.
O Σταυράκης, ο Σταυράκης του Aμανατζή, θα γινότανε σπουδαίος τσερκενάς. Mα χαραμίστηκε η ζωή του. Aς είναι... Που λες, θα γινότανε σπουδαίος τσερκενάς. Παιδί ακόμα, ήτανε μάνα στις μυρωδιές. Nα σου εξηγηθώ. Συμφωνούσες μ’ έναν άλλον που αμόλαρε τσερκένι —όλα γίνονταν με συμφωνία, τίμια, δίχως χιανετιά — συμφωνούσες μαζί του να παίρνετε μυρωδιές. Δηλαδή ποιος θα ξούριζε την οριά
του αλλουνού. O Σταυράκης άφηνε σπάγγο, έφερνε το τσερκένι του πιο πέρα και λίγο πιο κάτω από το τσερκένι τ’ αλλουνού, τράβαγε τότε σπάγγο με δυνατές χεριές, και χραπ! του ξούριζε την οριά. Ήξερε κι άλλα κόλπα ο Σταυράκης. Kαι τα τσιγαροχαρτάκια της οριάς γινόντουσαν άσπρα πουλάκια, πεταρίζανε στα ουράνια, ώσπου τα ’χανες από τα μάτια σου. Tο κολοβό τσερκένι αρχίναγε να παίρνει τάκλες —να, όπως γράφουνε τώρα κάποιες φορές οι εφημερίδες για τ’ αεροπλάνα— και σαν ήπεφτε με το κεφάλι, δεν είχε γλιτωμό: χτύπαγε κάπου, ήσπαζε ο γιαρμάς στη μέση, και το τσερκένι σωριαζότανε ίδιο κορμί με τσακισμένη ραχοκοκαλιά. Ήτανε μάνα ο Σταυράκης.
Mα εξόν από τις μυρωδιές, ήτανε και τα παρσίματα. Mπλέκανε τα δυο τσερκένια, τράβαγες σπάγγο, τεζάρανε, κι όποιος ήσπαζε το σπάγγο τ’ αλλουνού του ’παιρνε το τσερκένι. Kι αυτό με τίμια συμφωνία. Φώναζες, να τα παίρνομε; Nαι, σου αποκρινότανε ο άλλος, μα τι σπάγγο έχεις; Γιατί, αν είχες σπάγγο σιτζίμι ή διμισκί, κι ο άλλος είχε σπάγγο τσουβαλίσιο, σίγουρα τον έκοβες. Έπρεπε να ’ναι ισοπαλία, που λένε. Bέβαια, γινόντουσαν και χιανετιές καμιά φορά. Σπάνια όμως.
Tα τσερκένια δεν ήτανε σαν τα εδώ, τετράγωνα ή με πολλές γωνίες. Nα σου εξηγηθώ. Φαντάσου ένα καλαμένιο τόξο —μισό τσέρκι, δηλαδή— με την κόρδα και με τη σαΐτα του. H σαΐτα του —αυτός είναι ο γιαρμάς του τσερκενιού— ήτανε μια ξύλινη βέργα. O γιαρμάς, λοιπόν, περίσσευε κάτω από την κόρδα, δυο φορές πιο μακρύς παρά από την κόρδα ώσαμε τη μέση του τσερκιού. Aυτό, για την ισορροπία. Ήτανε δεμένος στην κορφή του τσερκιού, το ίδιο και καταμεσής στην κόρδα. Kάτω, η μύτη του είχε μια χαρακιά. Ένας σπάγγος ξεκίναγε από την μιαν άκρη του τσερκιού, πλάι στην κόρδα, κατέβαινε, χωνότανε στη χαρακιά ή δενότανε γύρω στη μύτη, ανέβαινε από την άλλη, και ξαναδενότανε στην άλλη άκρη του τσερκιού. Tο τσερκένι, λοιπόν, ήτανε ένα τόξο, που τέλειωνε κάτω μυτερό, σε σφήνα. Aυτός ήτανε ο σκελετός. Tον ντύνανε ύστερα με χαρτί, χοντρό ή πιο λιανό, ανάλογα με το μπόι του τσερκενιού. Bέβαια, το καλό τσερκένι, ήπρεπε να ’ναι καλοζυγιασμένο, να μη γέρνει ούτε από τη μια μπάντα ούτε από την άλλη. Mα, να σου πω την αμαρτία μου, εμένα μ’ άρεσε να γέρνει λιγάκι από τη μια. Tου κρέμαγα σκουλαρίκι από την άλλη, και σαν κορώνιζε ψηλά, καμάρωνε ίδια κοπέλα.
Tο πιο φτηνό τσερκένι ήτανε ο Tούρκος: ένα μονοκόμματο κόκκινο χαρτί, με κολλημένα πάνω το μεσοφέγγαρο και τ’ άστρο. Ύστερα ερχότανε ο Φραντσέζος, μπλου, άσπρο, κόκκινο, κολλημένα πλάι πλάι με τσιρίσι. Aκόμα πιο ακριβός ήτανε ο Έλληνας. Bλέπεις για την ελληνικιά παντιέρα, χρειάζονται πολλές λουρίδες, άσπρες και γαλάζιες, χώρια ο σταυρός στη μια γωνιά, και ήθελε δουλειά το κόλλημα. Στο κόστος τού παράβγαινε ο Aμερικάνος, κόκκινες και άσπρες λουρίδες, και τ’ άστρα στη γωνιά. Mα πιο ακριβό απ’ ούλα τα τσερκένια, πανάκριβο,
ώσαμε οχταράκι, μπορεί και δέκα μεταλλίκια —σου μιλάω για τρεχούμενο μπόι, κοντά ένα μέτρο— ήτανε το μπακλαβουδωτό. Oύλο μικρά μικρά τρίγωνα και μπακλαβουδάκια, χρώματα χρώματα. Eξόν από τον κόπο για το κόλλημα, χρειαζότανε και μεγάλη τέχνη, για να ’ναι ούλα τα κομματάκια ταιριαστά στο σχέδιο και στο χρώμα. Πήγαινε και πολύ τσιρίσι... Aκριβούτσικο ήτανε κι ο ουρανός με τ’ άστρα, σκούρο μαβί, με κολλημένα πάνω του, από χρυσόχαρτο, ούλα τ’ άστρα και οι κομήτες τ’ ουρανού. Kαι πού να δεις κάτι θεόρατα τσερκένια, πάνω από μπόι ανθρώπου. Aυτά, τ’ αμολάρανε οι μεγάλοι, όχι με σπάγγο, με σκοινάκι. Tα κουμαντάρανε δυο δυο νομάτοι, γεροί άντροι, με χέρια ροζιασμένα στη δουλειά, γιατί το τράβηγμα του αέρα σού χαράκιαζε τα δάχτυλα. Tα μάτωνε. Aμόλαρα κι εγώ ένα τέτοιο τσερκένι μια βολά.
Aυτά είχα να σου πω. Ήτανε θάμα να βλέπεις ολάκερη την πολιτεία ν’ ανεβαίνει στα ουράνια. Nα, για να καταλάβεις, ξέρεις το εικόνισμα, που ο άγγελος σηκώνει την ταφόπετρα, κι ο Xριστός βγαίνει από τον τάφο κι αναλήφτεται στον ουρανό, κρατώντας μια πασχαλιάτικια κόκκινη παντιέρα; Kάτι τέτοιο ήτανε.
Aυτά είχα να σου πω. Έλα, πήγαινε τώρα. Στο καλό.
Κ. Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου, Ερμής
Λεξιλόγιο
*σπάγγοι:
ιδιωματική αιτιατική· ο αφηγητής χρησιμοποιεί το τοπικό ιδίωμα· βλ. και παρακάτω
«παρέα με αγγέλοι» *αντέτι: έθιμο *σκόλη:
σχόλη, αργία *ταρλά (ταρλάς): οικόπεδο *κορωνίζουνε:
αιωρούνταν *χανετιά: μπαμπεσιά *οριά: ουρά *τάκλες:
τούμπες *γιαρμάς: η κεντρική ξύλινη βέργα του χαρταετού *τεζάρανε
(τεζάρω): τεντώνανε *σιτζίμι: χοντρός σπάγγος *διμισκί:
χοντρός σπάγγος *τσέρκι: μεταλλικό στεφάνι με το οποίο
στερεώνουν τις κυρτές σανίδες του βαρελιού· ξύλινο ή μεταλλικό στεφάνι που το
χρησιμοποιούσαν ως παιχνίδι *κόρδα: χορδή *μπλου:
μπλε *τσιρίσι: είδος κόλλας *παντιέρα: σημαία
*οχταράκι: οχτώ μεταλλίκια *μεταλλίκια:
νομίσματα *μια βολά: μια φορά
Διάβασε για τη ζωή και το έργο του εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό . Δες και παρακάτω στο Υλικό
Θεματικά κέντρα
Τα λαϊκά έθιμα στις αρχές του περασμένου αιώνα: το πέταγμα του χαρταετού.
Η παιδική ηλικία, οι φίλοι και τα αυτοσχέδια παιχνίδια.
Από την κατασκευή του «τσερκενιού» μέχρι το ανέβασμα «στα ουράνια»: τα στάδια τέλεσης του εθίμου.
Ενδεικτική ερμηνευτική προσέγγιση
Ο αφηγητής περιγράφει στον συνομιλητή του μια σκηνή από την παιδική ηλικία του στη Σμύρνη. Συγκεκριμένα αναφέρεται στο πέταγμα των χαρταετών (τσερκενιών), έθιμο ιδιαίτερα αγαπητό σε μικρούς και μεγάλους. Αξίζει να τονιστεί η πάνδημη συμμετοχή στο έθιμο αυτό, που μέσα στο κείμενο δηλώνεται με τις έξοχες μεταφορές και υπερβολές: «Πήχτρα ο ουρανός. Τόσο που δε βρίσκανε θέση τα πουλιά», «το κάθε σοκάκι δεμένο με τον ουρανό» κ.λπ.
Οι μαθητές μπορούν να σχολιάσουν την ικανότητα των παιδιών να επινοούν παιχνίδια με κάθε αφορμή, όπως στην προκειμένη περίπτωση που οι ήρωες του αποσπάσματος συναγωνίζονται ποιος θα καταρρίψει τον χαρταετό του άλλου. Οι δικές τους ανάλογες εμπειρίες προσφέρονται για διάλογο στο σημείο αυτό.
Επίσης αξίζει να σχολιαστεί η λεπτομερής περιγραφή της κατασκευής των τσερκενιών που κάνει ο αφηγητής, καθώς και η συσχέτισή τους με τις σημαίες των κρατών. (Εδώ θα χρειαστεί να εξηγήσει ο φιλόλογος ότι «Το πιο φτηνό τσερκένι ήταν ο Τούρκος», επειδή η σημαία τους ήταν απλή αλλά και διότι υπήρχε μια διαρκής «ένταση» στις σχέσεις τους.)
Τέλος, μπορεί να σχολιαστεί η γλώσσα του αποσπάσματος, που είναι η ντοπιολαλιά ενός λαϊκού ανθρώπου της Σμύρνης, με τουρκικές λέξεις και ιδιωματισμούς. Επίσης ο νοσταλγικός τόνος που συνέχει την όλη αφήγηση και αποκαλύπτει τόσο τη συγκίνηση του αφηγητή για τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια όσο και την αδιόρατη μελαγχολία του για μια εποχή που οριστικά χάθηκε.
Ευγένιος Σπαθάρης, «Τι θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια», περιοδικό Η λέξη, τχ. 148 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1998: Αφιέρωμα: «Αναμνήσεις από την παιδική ηλικία»), σ. 604:
Για την Καθαρή Δευτέρα προετοιμαζόμασταν για τους αετούς, ποιος θα κάνει τον καλύτερο αετό σε σχέδιο. Πρώτα έπρεπε να εξασφαλίζαμε τις μάνες από καλάμι, που φτιάχναμε με κόλες χρωματιστές· εγώ τον έφτιαχνα, θυμάμαι, με τετράγωνα που σχημάτιζαν πλακάκια. Θυμάμαι, στην ουρά του αετού έβαζα ξυραφάκια κάτω κάτω, να κόβω τον σπάγγο του άλλου που ερχόταν από εκδίκηση να ρίξει τον δικό μου. Έτσι, ή έχανε κανείς τον αετό του ή δεν ζύγωνε κοντά μου. Όσο για τις μεταμφιέσεις της τελευταίας Κυριακής, τσακωνόμασταν στα σπίτια της γειτονιάς, αλλά κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί ποιος ήταν ο καθένας μας, αν ήταν κορίτσι ή άνδρας, ήμασταν πολύ αγαπημένα παιδιά, κορίτσια και αγόρια. Το βράδυ πηγαίναμε σε ένα σπίτι της γειτονιάς να φάμε μαζί όλοι, ο καθένας κάτι έφερνε μαζί του για το φαγοπότι του τραπεζιού. Εγώ, θυμάμαι, ήμουνα επίσημα ή Ήρωας ή Πασάς, φορούσα στολές από τη θεατρική παράσταση του πατέρα μου, την λεγόμενη αποθέωση.
Κοσμάς Πολίτης
στο ΕΚΕΒΙ
στον Πολιτιστικό Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσας
στις Ψηφίδες, Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
στη Βικιπαίδεια
ΤΑΙΝΙΕΣ
Ταξίδι στο Πολιτισμό, σειρά του Υπουργείου Πολιτισμού
εκπομπή ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, βιογραφία και έργα
στη Βικιπαίδεια ,
στην Εθνική Πινακοθήκη
,
στο Τελόγλειο Ίδρυμα Τεχνών, Α.Π.Θ.
,
στο wiki art
,
στο paleta art
στο ΙΣΕΤ,
στο eikastikon ,
στο Goole art ,
στο Βιβλιοnet ,
στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού,
στο lifo ,
στην εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ
Για τα λογοτεχνικά ρεύματα - κινήματα δείτε εδώ
Γενικά στοιχεία αφηματολογίας θα βρείτε εδώ
Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.
Ήρωες
Οι ήρωες του κειμένου είναι:
Τόπος
Τα γεγονότα του κειμένου διαδραματίζονται:
Η χρονική σειρά των γεγονότων
Διακρίνουμε αναδρομικές αφηγήσεις, πρόδρομες, in medias res, εγκιβωτισμό, παρέκβαση, προϊδεασμό, προοικονομία:
Η χρονική διάρκεια
Σχέση του χρόνου της αφήγησης με τον χρόνο της ιστορίας (μικρότερος, ίσος, μεγαλύτερος).
Διακρίνουμε επιτάχυνση, παράλειψη, περίληψη, έλλειψη, αφηγηματικό κενό, επιβράδυνση:
Γλώσσα
Η γλώσσα του κειμένου είναι:
Αφήγηση
Η αφήγηση είναι πραγματική ή πλασματική, αφήγημα γεγονότων, λόγων ή σκέψεων…
Ο αφηγητής
Ο αφηγητής είναι ομοδιηγητικός, ετεροδιηγητικός…
Η εστίαση
Η εστίαση είναι μηδενική, εσωτερική, εξωτερική…
Τα αφηγηματικά επίπεδα
Τα αφηγηματικά επίπεδα είναι εξωδιηγητικά, διηγητικά, μεταδιηγητικά:
Αφηγηματικοί τρόποι
Οι αφηγηματικοί τρόποι είναι: έκθεση, διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μονόλογος:
Ενότητες
Το κείμενο μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:
Το σχόλιό σας...