Ανδρέας Λασκαράτος, Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς
Στο παραπάνω βιβλίο που εκδόθηκε το 1856 ο συγγραφέας παρουσιάζει τα κοινωνικά ήθη της πατρίδας του και προτείνει μεταρρυθμίσεις τολμηρές για την εποχή του. Οι σκέψεις του είναι διατυπωμένες σε άρθρα που αναφέρονται στην οικογένεια, τη θρησκεία και την πολιτική. Οι αντίπαλοί του έπεισαν τον δεσπότη της Κεφαλλονιάς να τον αφορίσει.
Α. Λασκαράτος, «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς» (απόσπασμα) [πηγή: Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας]
[απόσπασμα]
Η ΠΡΟΙΚΑ
Τίποτις πουλιό ενάρετο από τες θυσίες ενός γονή, για να πανδρέψει τη θυγατέρα του· μα κάθε αρετή έχει και τα όριά της, περασμένα τα οποία η αρετή εκείνη χάνει το χαρακτήρα της, και βαθμηδόν προχωρώντας γένεται έγκλημα. Ο Κεφαλονίτης εις τες θυσίες οπού κάνει για να παντρέψει τη θυγατέρα του προσθέτει και τη θυσία της θυγατέρας του·επειδή θυσιάζει τη θυγατέρα του την ίδια εις την απόφαση τού να την υπανδρέψει!
Το προικιό είναι η αιτία της θυσίας. Ένα προικιό είναι απαραίτητο, ένα προικιό πρέπει να υπάρξει, επειδή τούτο είν' εκείνο που στην Κεφαλονιά κάνει τον κύριο σκοπό του γάμου· οι γονείς ως επί το πλείστον δεν ημπορούνε ναν το δώσουνε χωρίς μεγάλες θυσίες. Βαλμένοι ανάμεσα στο Πρέπει και την αδυναμίαν της εκτελέσεως, νομίζουνε ναν τους είναι συγχωρημένο ν' απανωτιάσουνε το προικιό, λείποντες από τα χρέη τους τα πλέον ιερά με τες θυγατέρες τους.
Έτσι, ο γονής αρνείται κάθε έξοδο δια την ανατροφήν της κόρης του· κάθε έξοδο δια την ψυχαγωγίαν της· κάθε έξοδο δια την ευπρέπειαν των φορεμάτων της. Η θροφή της είναι από τες φθηνότερες· και ο γιατρός δεν έρχεται ποτέ στην αρχή της αρρώστιας της!... Μα δε φθάνει· ετούτη έχει 268 χρέος να δουλέψει το σπίτι!... και ο γονής οικονομάει κι εδώθε το έξοδο της δούλας, κάνοντας δούλα τη θυγατέρα του, δια να προσθέσει στο προικιό της και τούτηνε την οικονομία!
Οι ελεεινές τούτες οικονομίες, οι οποίες δια να γενούνε τάλαρα εζουπήξανε τες ψυχικές δύναμες του παιδιού μας, μαζώνουνται όμως εις το ύστερο, και κάνουν' ένα ποσόν, αρκετό να κινήσει την κερδοσκοπία ενός γαμπρού. Ο γαμπρός μας έρχεται τότε και παίρνει τα αργύρια εκείνα, τιμή της ψυχοχτονίας οπού ο γονής έκαμε εις τη θυγατέρα του, και τα οποία παρασταίνουνε στο γαμπρό την αξία της ανθρωπιάς οπού ήθελ' έχει η γυναίκα του, αν ήθελε ξοδευθούνε σ' εδαύτη!
Έτσι, το θηλυκό τούτο το αδικημένο ξαναρχίζει ως και στο σπίτι του ανδρός της την παλιά της τέχνη, και βάνεται κι εκεί να κάμει τη δούλα!..
Προς τι λοιπόν η παντρειά της; Προς τι οι τόσες θυσίες; Προς τι η απανθρωπία των γονέων;
«Ναι, ήθελε μου πούνε οι γονείς, αλλ' αν δεν κάμομε έτσι, οι θυγατέρες μας, μένουν ανύπανδρες· επειδή ο μόνος όρος οπού μας βάνουνε οι γαμπροί είναι τα χρήματα, και όποια δεν έχει χρήματα δεν 'πανδρεύεται.
Όταν ήθελε ανασταίνομε γουρούνια για πούλημα, ήθελ' είναι λογικό το φοβέρισμα και ο φόβος. Ο πουλητής, τω όντι, πρέπει να κοιτάει την ευχαρίστηση του αγοραστή. Και τότες, αν ο αγοραστής ήθελ' έχει χρεία για γουρούνια παχιά, παχιά έπρεπε να 'ναι τα γουρούνια μας· αν ήθελε τα χρειάζεται μεγάλα, μεγάλα· και αν, για μία περίσταση εξαιρετική, ήθελε τα χρειάζεται στραβά και κουτσά, τα γουρούνια μας έπρεπε να 'ναι στραβά και κουτσά. Πραγματικώς, η αρρώστια του σκοτιού δίνει περσότερη τιμή εις τες χήνες· και όποιος έχει χήνες για πούλημα κάνει καλά ναν τους προμηθεύει την αρρώστια εκείνη· το ευνούχισμα περσότερη τιμή στους κοκόρους· και όσοι ανασταίνουνε κοκόρους για δόσιμο κάνουν καλά ναν τους καπονίζουνε, κτλ. Τέτοια είναι η φύση και οι όροι του εμπορίου.
Αλλ' όταν πρόκειται δια τα παιδιά μας, το πράμα αλλάζει. Τα παιδιά μας δεν πρέπει ναν τα μεταχειριζόμασθε ως πράγματα εμπορεύσιμα. Εμείς δεν πρέπει ν' ανασταίνομε τα παιδιά μας για το κόμοδο ενός τρίτου. 269 Εμείς πρέπει ν' ανασταίνομε τα παιδιά μας για τον εαυτό τους. Ο γάμος είναι βέβαια ένα από τα συμβάντα τα πλέον αξιοσημείωτα, ίσως κιόλας το πλέον αξιοσημείωτο της ζωής τους· ακολούθως πρέπει πάντα να 'χομε κατά νουν ως και τούτο στην ανατροφή που τους δίνουμε· λέω ακόμη περσότερο, λέω ότι πρέπει ναν τα αναθρέφομε διά τον γάμον αλλά καθόσον ο γάμος ημπορεί ναν τα ωφελήσει· καθόσον ο γάμος ημπορεί να καλυτερέψει ακόμη περσότερο την καλή θέση εις την οποία χρεωστούμε ναν τα βάλομε, διαμέσου μιας ανατροφής όσο 'μπορούμε καλύτερης.
Και όμως δεν κάνουμ' έτσι. Εμείς εξεναντίας θυσιάζουμε την ανατροφή, δηλαδή την ανθρωπιά των παιδιώνε μας, εις την ιδέα της υπανδρείας τους!...
Εμείς χτηνοποιούμε το παιδί μας, για να σωρέψομε τάλαρα, ναν τα δώσομε, μαζί με το παιδί μας το χτηνοποιημένο, εις όποιονε θέλει ναν τα πάρει και τα δύο!...
Θυσιάζοντες την ανθρωπιά στην ιδέα του γάμου, θυσιάζουμε εκείνο που δε δίνει καιρό, σ' εκείνο που δίνει καιρό· εκείνο που αν δεν το κάμομ' εμείς δε γένεται, εις άλλο που 'μπορεί να γένει και χωρίς εμάς. Θυσιάζουμε το βέβαιο εις το αβέβαιο· το κύριον εις το εξαρτούμενο. Θυσιάζουμε τέλος πάντων το παιδί μας και τη συνείδησή μας εις την χτηνώδη φιλαργυρία ενός κερδοσκόπου αγνώστου!... και όλο τούτο γιατί; Γιατί έτσι εσυνηθίστηκε!...
Έτσι εσυνηθίστηκε!... Μα κάποτε οι συνήθειες έχουνε μιαν αιτία, και στην περίστασή μας αιτία είναι η καμία συμπάθεια μεταξύ θηλυκών και γονέων! Ένα θηλυκό παιδί ήθελε προτιμήσει να πεθάνει καλύτερα παρά να μείνει να περάσει τη ζωή του με τους γονέους του!... Ένας πατέρας, μία μάνα, ήθελε προτιμηθούνε κάθε άλλο δυστύχημα παρά ναν τους μείνει ένα θηλυκό στο σπίτι!...
Και γιατί πάλε τούτο;
Επειδή ένας κύκλος φαύλος προλήψεων κάνει το σύστημα των οικογενειών μας. Ο γονής, για να πανδρέψει τη θυγατέρα του, νομίζει ναν του είναι συγχωρημένο να 'βγάλει το προικιό της έως μέσα από τα σπλάγχνα της. Ενώ το θηλυκό εκείνο το τυραννεμένο, το κακοβλεμμένο, το υβρισμένο, δεν βλέπει άλλο μέσος ελευθερώσεως από τη σκλαβιά του παρά το γάμο!... Έτσι, η τυραννία γένεται αιτία της απαιτήσεως της υπανδρείας, ενώ η απαίτηση τούτη γένεται πάλιν αιτία της τυραννίας!...
270 Εγώ πιστεύω ότι, αν εμεταχειριζόμεθα τες θυγατέρες μας με περσότερην αγάπη, το σπίτι μας ήθελε πάψει να είναι ωθηστικό για δαύτες. Τότες με το πνεύμα τους αναπτυγμένο καλύτερα, ήθελ' έχουνε γνώριση και πείρα του κόσμου, κι ερχόμενη η ώρα της υπανδρείας τους, ήθελ' έχουν υπομονή και γνώση διά να διαλέξουν το σύντροφό τους. Ήθελε δεχτούν εκείνον, οπού ήθελε κρίνουνε κατάλληλον να κάμει την ευδαιμονίαν τους, και ήθελε απορρίψουνε τον κερδοσκόπο που δεν ήθελε βλέπει σ' εδαύτες παρά το προικιό τους...
πουλιό: περισσότερο, πια.
περασμένα: περιορισμένα.
κάνει τον κύριο σκοπό: θεωρείται κύριος σκοπός.
απανωτιάζω: τοποθετώ απανωτά, στιβάζω.
λείποντες από τα χρέη τους: παραλείποντας τις υποχρεώσεις τους.
εζουπήξανε: έλιωσαν, εξάντλησαν.
τιμή: το αντίτιμο.
όταν ήθελε ανασταίνομε: αν θα μεγαλώναμε.
σκότι, το: συκώτι.
δόσιμο: πούλημα.
καπονίζω (από το καπόνι): ευνουχίζω κόκορα για πάχυνση.
κόμοδο: (λ. ιταλ.) άνεση, ευκολία.
καθόσον: εφόσον, αν.
του είναι συγχωρημένο: του επιτρέπεται.
ωθηστικός: αποκρουστικός, μισητός.
γνώριση: γνώση.
Η γυναικεία εξάρτηση και η «Εφημερίς των Κυριών» [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]
Σπάνιο κέντημα από νυφικό μαξιλάρι (Λευκάδα 17ος -18ος αι.), Μουσείο Μπενάκη
Δείτε για το κείμενο στις Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Ανδρέας Λασκαράτος
1. Εργοβιογραφικά στοιχεία
Ο Ανδρέας Λασκαράτος, γιος του Γεράσιμου Τυπάλδου-Λασκαράτου και της Στυλιανής Μάνεση, γεννήθηκε την 1η Μαΐου 1811 στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς. Μαθήτευσε στη σχολή του Κάστρου με δάσκαλο τον Νεόφυτο Βάμβα. Το 1827 πήγε στην Κέρκυρα και γράφτηκε στην Ιόνιο Ακαδημία, όπου είχε δάσκαλο τον Ανδρέα Κάλβο και τον Ιταλό πρόσφυγα Vincenzo Nannucci. Εργάστηκε ως δικηγόρος στο Αργοστόλι και ως δικαστικός Πάρεδρος μέχρι το 1843, οπότε παραιτήθηκε από το δικηγορικό επάγγελμα. Από το 1854 εγκαταστάθηκε στο Αργοστόλι όπου έζησε, με μικρές διακοπές, το υπόλοιπο της ζωής του. Τον Φεβρουάριο του 1856 εξέδωσε το έργο Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς ή σκέψεις απάνου στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική εις Κεφαλονιά, βιβλίο που θα γίνει αφορμή να αφοριστεί από τον μητροπολίτη Κεφαλληνίας και να αναγκαστεί να καταφύγει στη Ζάκυνθο (αλλά και ο εκεί μητροπολίτης τον αφόρισε). Κατέφυγε για λίγο καιρό στο Λονδίνο. Από τον Ιανουάριο του 1857 εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο και άρχισε την έκδοση μιας εφημερίδας με το όνομα Ο Λύχνος, που πολύ γρήγορα θεωρήθηκε προτεσταντική και αντιχριστιανική. Το 1863 δημοσίευσε το βιβλίο Η καταδρομές μου εξαιτίας του Λύχνου. Το 1868 εκδίδει βιβλίο με τίτλο Απόκριση εις τον Αφορεσμόν του Κλήρου της Κεφαλονιάς των 1856. Αυτό θα γίνει αιτία να στραφεί δικαστικά η Εκκλησία εναντίον του. Αθωώνεται και εκδίδει το Η δίκη μου με τη Σύνοδο. Σε όλη του την υπόλοιπη ζωή αρθρογραφεί σε λογοτεχνικά περιοδικά ή δημοσιεύει αφηγήματα, γράφει βιβλία, επιστολές και συγκρούεται με όποιον τον ενοχλεί πολιτικά ή κοινωνικά. Το 1901 πεθαίνει. Την προηγούμενη χρονιά είχε αρθεί ο αφορισμός του και έτσι κηδεύτηκε με όλες τις τιμές.
Έργα του: Το Ληξούρι εις στους 1836, ποίημα αστείον (1845), Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς ή Σκέψεις απάνου στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική εις Κεφαλονιά (1856), Ο Λύχνος, εφημερίδα οικογενειακή (1859-1863, 1868, 1894 και 1896), Η Καταδρομές μου εξαιτίας του Λύχνου (1862), Αφορισμός των Μυστηρίων της Κεφαλονιάς και του συγγραφέως των (1865), Στιχουργική της Γρεκικής γλώσσας (1865), Βίος του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μεταφρασθείς από το Αγγλικόν (1866), Απόκριση εις τον Αφορεσμόν του Κλήρου της Κεφαλονιάς των 1856, Η δίκη μου με τη Σύνοδο (1869), Στιχουργήματα διάφορα (1872), Ιδού ο άνθρωπος [στο εσώφυλλο: Ανθρώπινοι χαραχτήρες ή Ο άνθρωπος], Στοχασμοί (1921), Ήθη, έθιμα, και δοξασίες της Κεφαλονιάς (1924), Αυτοβιογραφία (1927), Τέχνη του δημηγορείν και συγγράφειν (1954).
Όπως γράφει ο κατεξοχήν μελετητής του Γ. Αλισανδράτος (1996: 256), «ο Ανδρέας Λασκαράτος είναι ποιητής σατιρικός και πεζογράφος πολυμερής αλλά και πάλι σατιρικός. Η πεζογραφία του, αρκετά εκτεταμένη, είναι πέντε ειδών: αγωνιστική, στοχαστική, αφηγηματική, τεχνολογική (σε θέματα ποιητικής και λογοτεχνίας), και αυτοβιογραφική.»
2. Η κριτική για το έργο του
«Για να ... "προβοδίσει" μιαν έκδοση ποιημάτων του έγραψε: "Αγαπητά μου Ποιήματα. Σας λέω ποιήματα, επειδή ετοιμάζοντας να σας παρουσιάσω στην κοινωνία, επιθυμώ να σας προβιβάσω. Οι τίτλοι αρέσουνε μέσα-μέσα, ως και στους πλέον κόκκινους δημοκράτες. Πολλά μικρά δίκια βαλμένα αντάμα μ' επαρακινήσανε να σας ανακαλέσω από την εξορία σας, να σας ζητήσω δανεικά από το φίλο μου το Βαλαωρίτη, να σας αντιγράψω χτενίζοντάς σας και να σας χειραφετήσω, επιτρέποντας να δημοσιευθήτε διά του τύπου. Ανάμεσα όμως εις τα μικρά δίκια, είναι και ένα όχι αδιάφορο, ο φόβος ότι μίαν ημέρα ήθελε τυπωθείτε εις την αρχική σας κατάσταση και ήθελε φανείτε πολύ περισσότερο αξιοκατάκριτα απ' ό,τι σήμερα έτσι δαμασμένα σας παρρησιάζω. [...] Σύρ' τε λοιπόν, σύρ' τε στίχοι μου. Μπορεί να μην είσθε ποίησες, αλλά θέλ' είσθ' ελπίζω κάτι τι καλύτερο από ποίησες. Θέλ' είσθε, σήμερα, κεντιστήρι για το κοιμώμενο ελληνικό πνεύμα, και αύριο-μεθαύριο, μαρτυρίες του σήμερα. Σύρ' τε στίχοι μου, σας προβοδώνω με θάρρος και κατά δεύτερην έποψην. Οι θρησκευτικοί μου διώχτες, εκείνοι που με αφορέζανε επειδή εξεσκέπαζα τες κατάχρησές τους, καθώς κι εκείνοι οπού μ' εφτιούσανε γιατί επάσχιζα να τους ανοίξω τα μάτια στες κατάχρησες των απαταιόνων τους, δεν αφορέζουνε πλέον, δεν φτιούνε πλέον. Οι δεύτεροι τούτοι ανοίξανε τέλος πάντων τα μάτια τους, και οι πρώτοι ελουφιάσανε".»
«Αλλά, ας επανέλθουμε στους τρεις χαρακτηρισμούς του Ξενόπουλου, για τον Λασκαράτο, στην παραπάνω επιστολή. Τον ονομάζει έξοχο ποιητή, μεγάλο κοινωνικό δάσκαλο και θαυμάσιο άνθρωπο. Ο πρώτος χαρακτηρισμός είναι υπερβολικός, έξοχος ποιητής δεν υπήρξε ο Λασκαράτος. Το αμφισβητεί και ο ίδιος στην Αυτοβιογραφία του: "επεθύμησα πάντα ν' ανέβω -γράφει ο ίδιος- στον Παρνασσό και πάντα μεσοστρατίς ο ανήφορος μ' εβάρυνε και γύρισα πίσω. Δεν είχα τα φτερά του φίλου μου Βαλαωρίτη". [...] Αυστηρός, βέβαια, για τον εαυτό του ο Λασκαράτος, γιατί η επισταμένη μελέτη των ποιημάτων του δείχνει ότι δεν στερείται ποιητικού ταλέντου το οποίο όμως δεν το αφήνουν να ξεδιπλωθεί οι πολλές παρεμβάσεις που συνήθιζε στα ποιήματά του. Ας σημειωθεί, εξάλλου, ότι τις παραπάνω κρίσεις ο Λασκαράτος τις έκανε απογοητευμένος όταν αναγκάστηκε να διακόψει τη σύνθεση της Βάρκας Κανονιέρας. Ο Σπύρος Μελάς τον ονομάζει "ξεστρατισμένο μαχητή" και ο Ξενόπουλος γράφει, ότι, αν τον συγκρίνει κανείς με το Γιουβενάλη, δεν είναι σατιρικός ποιητής. Τον ονομάζει σατιρικό αρθρογράφο αξιόλογο.
Χαρακτηριστική είναι η κρίση που έκανε ο Παλαμάς για την ποίηση του Λασκαράτου στην Επιστολή στο Βάρναλη (24-3-32), όπου επισημαίνει την έλλειψη λυρισμού στα ποιήματά του: "η πρώτη ματιά ήτανε να βρω ποιος θα μπορούσε να λογισθεί ως δάσκαλός σου, από τον οποίο ξετινάχτηκες". Και συνεχίζει: [...] "Ο Λασκαράτος μ' όλο το εξαιρετικό, τετραγωνικό ταλέντο, δεν έχει τίποτα σχεδόν να κάμει με το λυρισμό. Κ' εσένα τρέφει, με όλα σου τα σαρκαστικά καμώματα η λυρική μανία".
Οι κρίσεις του Παλαμά δεν είναι άδικες, γιατί εκτός από την έλλειψη λυρισμού τα ποιήματά του υστερούν ως προς την καλλιτεχνική έκφραση.»
(Μ. Μιράσγεζη, «Ανδρέας Λασκαράτος και Γρηγόριος Ξενόπουλος», Ανδρέας Λασκαράτος, 100 χρόνια από το θάνατό του (1901-2001).
Τα πρακτικά — επιστημονικές ανακοινώσεις του διεθνούς συνεδρίου και άλλες εκδηλώσεις,
Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι, 2004, σελ. 234-235)
«Ο Α. Λασκαράτος εκτιμήθηκε περισσότερο για το πεζογραφικό του έργο, όπως είναι γνωστό, και λιγότερο για το ποιητικό. Ο ίδιος δεν παραδέχεται τον εαυτό του ως ποιητή και τα έμμετρα δημιουργήματά του με δισταγμό και σεμνότητα τα ονομάζει ποιήματα. [...]
Ούτως ή άλλως ο συγγραφέας προτιμούσε τη σάτιρα για να εκφράσει τις ιδέες και τους προβληματισμούς του ή τις προτάσεις και τις υποδείξεις του προς τους συνανθρώπους του. "Το φόρτε του δεν είναι η λυρική οργή, πολύ δε ολιγότερον η λυρική έκστασις", λέει για την ποίησή του ο Κ. Παλαμάς. Ενώ ο Τέλλος Άγρας: "Εις επιγράμματα τινά θυμίζει τα άριστα του Σολωμού αφ' ικανής όμως αποστάσεως λυρισμού και αγνής χάριτος".
Ωστόσο στις παρυφές της σάτιρας και του σαρκασμού πρόσωπα και καταστάσεις κεντρίζουν το λυρισμό του και τον ωθούν στη δημιουργία μικρών, κατά κανόνα, λυρικών ποιημάτων που ηχούν σαν ασημένια καμπανάκια ξε-χωρίζοντας από τα κουδούνια των σατιρικών του, φανερώνοντας ταυτόχρονα ένα άλλο πρόσωπο του ποιητή, ένα πρόσωπο πολύ τρυφερό και ανθρώπινο.»
(Ελ. Κρούπη-Κολώνα, «Ο λυρικός Ανδρέας Λασκαράτος», ό.π., σελ. 371-372)
«Για τον Λασκαράτο η γυναίκα είναι προϊόν ενός συστήματος που την καταπιέζει: η όλη μόρφωση που παίρνει η γυναίκα κατά την εποχή του αποβλέπει να συνεχιστεί μια κατάσταση πραγμάτων που ευνοεί τον άντρα και πιστεύει πως οι διαφορές οι διανοητικές ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες είναι αποτέλεσμα της μόρφωσης και του περιβάλλοντος που επιβάλλουν την ανισότητα και την κατωτερότητα στη γυναίκα. [...]
Και εάν ο Λασκαράτος με το έργο του ανέπτυξε μια τέτοια λογική, που δεν προωθούσε την διεκδίκηση οικονομικών και πολιτικών δικαιωμάτων της γυναίκας —δεν ήταν άλλωστε δυνατόν γιατί ήταν πολύ νωρίς ακόμα— καταγγέλλει στα 1856 με το έργο του Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς με υπότιτλο "σκέψεις απάνου στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική", έργο που και σήμερα μπορεί να θεωρηθεί νεωτεριστικό, την κεφαλλονίτικη οικογένεια. "Ανοίγω το σπίτι και δείχνω την οικογένειαν, εις όλην της την βαρβαρότητα". Ο Λασκαράτος τόσο με την Αυτοβιογραφία του, όπου παρουσιάζει πόσο αρμονικά ζούσε με τη γυναίκα του και πόσο τέλεια συμφωνούσαν, όσο και με τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς, προβάλλει το πρότυπο της οικογένειας. Θέλει μια οικογένεια βασισμένη στην αγάπη, στην αρμονία των ψυχών και όχι στο συμφέρον και στη βία του άντρα. Θέλει το γάμο από αμοιβαία εκτίμηση και με τη γυναίκα ισότιμη με τον άντρα, βοηθό με τη δική της πρωτοβουλία και με τα ίδια δικαιώματα στο σπίτι. Αναμορφωτής, λοιπόν, της κοινωνίας και πρόδρομος του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα ο Λασκαράτος υπέδειξε πως στο γυναικείο ζήτημα η λύση του οικογενειακού προβλήματος δεν έχει λιγότερη σημασία για τη γυναίκα από την κατάχτηση της πολιτικής ισότητας και την αναγνώριση της απόλυτης οικονομικής ανεξαρτησίας.»
(Θ. Γλυκοφρύδη-Αθανασοπούλου, «Ο θεσμός του γάμου και της οικογένειας στο έργο του Λασκαράτου», ό.π., σελ. 271, 278)
3. Τα κείμενα
Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς
Διδακτικές επισημάνσεις
• Να υπογραμμιστεί η ψυχολογία και η συμπεριφορά των γονιών που είχαν κόρες, την εποχή που γράφονται «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς».
• Να σχολιαστούν οι απόψεις του Ανδρέα Λασκαράτου για το παραπάνω θέμα.
• Στην τελευταία παράγραφο να εντοπιστεί η αντίληψή του για το πώς πρέπει να αναθρέφεται ένα κορίτσι, ώστε να κάνει έναν ευτυχισμένο γάμο.
• Να συσχετιστούν οι απόψεις του Λασκαράτου για τη γυναίκα με τις σημερινές απόψεις.
Συμπληρωματικές ερωτήσεις-Δραστηριότητες
• Σε ποιους τομείς, κατά τον συγγραφέα, η συγκέντρωση της προίκας βλάπτει τις κόρες; Να εντοπίσετε στο κείμενο τα αντίστοιχα χωρία.
• Γιατί πιστεύει ο συγγραφέας ότι γίνεται απωθητικό, για τις κόρες, το σπίτι τους και τι πρέπει να αλλάξει, κατά τη γνώμη του, ώστε να γίνει περισσότερο φιλικό;
• Πώς πρέπει, σύμφωνα με το κείμενο, να γίνεται η επιλογή του/της συζύγου;
Παράλληλο κείμενο
Εμμανουήλ Ροΐδης, Μονόλογος ευαισθήτου (Κ.Ν.Λ., Α' τεύχος) [Από «Τρανή απόδειξις της υπερβολικής μου ευαισθησίας» (σελ. 347) έως το τέλος]
• Να σχολιαστεί η άποψη περί προίκας και σχέσεων του ανδρόγυνου και από τη σκοπιά του άνδρα.
4. Ενδεικτική βιβλιογραφία
Αλισανδράτος Γ. Γ., «Λασκαράτος και Ροΐδης», Νέα Εστία, τ. 70, 1961, σελ. 35-101.
Αλισανδράτος Γ. Γ., (επιμ.), «Ο Λασκαράτος και οι χαραχτήρες του», Ανδρέας Λασκαράτος, Ιδού ο άνθρωπος, Ερμής, Αθήνα, 1993.
Αλισανδράτος Γ. Γ., (Παρουσίαση-Ανθολόγηση), Ανδρέας Λασκαράτος. Η Παλαιότερη Πεζογραφία μας, τ. Ε', Σοκόλης, Αθήνα, 1996, σελ. 278-333.
Δημαράς Κ. Θ., «Από τις πηγές προς τη μορφή του Λασκαράτου», Νέα Εστία, τ. 70, 1961, σελ. 20-28.
Καραντώνης Α., Από το Σολωμό ως το Μυριβήλη: Λογοτεχνικά Μελετήματα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1969.
Λασκαράτος Α., Τα Ποιήματα, Εισαγωγή-επιμέλεια Εμμ. Ι. Μοσχονάς, Οδυσσέας, Αθήνα, 1981.
Λασκαράτος Α., Αυτοβιογραφία, Μετάφραση Πόπη Θεοδωράτου, Εισαγωγή Αλόη Σιδέρη, Γνώση, Αθήνα, 1983.
Λασκαράτος Α., 100 χρόνια από το θάνατό του (1901-2001). Τα πρακτικά —επιστημονικές ανακοινώσεις του διεθνούς συνεδρίου και άλλες εκδηλώσεις, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι, 2004.
Παλαμάς Κ., «Ο Λασκαράτος και η σατυρική ποίηση», Άπαντα, τ. 2, Αθήνα, 1962, σελ. 81-87.
Παπαγεωργίου Αλ., Εισαγωγή, σημειώσεις, γλωσσάριο, κριτική ανθολογία, βιβλιογραφία στα Άπαντα Ανδρέα Λασκαράτου, Άτλας, Αθήνα, 1959.
Ανδρέας Λασκαράτος
στο ΕΚΕΒΙ
στο Βιβλιοnet
στις Ψηφίδες, Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
στη Βικιπαίδεια
Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.
Ήρωες
Οι ήρωες του κειμένου είναι:
Τόπος
Τα γεγονότα του κειμένου διαδραματίζονται:
Η χρονική σειρά των γεγονότων
Διακρίνουμε αναδρομικές αφηγήσεις, πρόδρομες, in medias res, εγκιβωτισμό, παρέκβαση, προϊδεασμό, προοικονομία:
Η χρονική διάρκεια
Σχέση του χρόνου της αφήγησης με τον χρόνο της ιστορίας (μικρότερος, ίσος, μεγαλύτερος).
Διακρίνουμε επιτάχυνση, παράλειψη, περίληψη, έλλειψη, αφηγηματικό κενό, επιβράδυνση:
Γλώσσα
Η γλώσσα του κειμένου είναι:
Αφήγηση
Η αφήγηση είναι πραγματική ή πλασματική, αφήγημα γεγονότων, λόγων ή σκέψεων…
Ο αφηγητής
Ο αφηγητής είναι ομοδιηγητικός, ετεροδιηγητικός…
Η εστίαση
Η εστίαση είναι μηδενική, εσωτερική, εξωτερική…
Τα αφηγηματικά επίπεδα
Τα αφηγηματικά επίπεδα είναι εξωδιηγητικά, διηγητικά, μεταδιηγητικά:
Αφηγηματικοί τρόποι
Οι αφηγηματικοί τρόποι είναι: έκθεση, διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μονόλογος:
Ενότητες
Το κείμενο μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:
Το σχόλιό σας...