Σε νεαρή ηλικία ο Ηρακλής απελευθέρωσε τη γενέθλια πόλη του Θήβα από την τυραννία μιας φορολογίας και μιας επιδρομής από τον βασιλιά Εργίνο των Μινυών στον Ορχομενό. Οι Θηβαίοι πλήρωναν φόρο στον Εργίνο για τον εξής λόγο: Ο ηνίοχος του Μενοικέα, Περιήρη τον έλεγαν, χτύπησε τον Κλύμενο, βασιλιά των Μινυών, με πέτρα στην πόλη Ογχηστό, άλλη πόλη της Βοιωτίας, στο τέμενος του Ποσειδώνα. Μισοπεθαμένος μεταφέρθηκε στον Ορχομενό και πεθαίνοντας όρκισε τον γιο του Εργίνο να εκδικηθεί τον θάνατό του. Ο Εργίνος, λοιπόν, οργάνωσε εκστρατεία εναντίον των Θηβών και, αφού σκότωσε πάρα πολλούς, έκλεισε ειρήνη που σφραγίστηκε με όρκους, με συν-ωμοσία, να του στέλνουν οι Θηβαίοι ως φόρο κάθε χρόνο και για είκοσι χρόνια εκατό βόδια. Αυτόν τον φόρο πήγαιναν να εισπράξουν οι κήρυκες από τη Θήβα, όταν τους συνάντησε ο Ηρακλής και τους κακοποίησε· τους έκοψε αυτιά και μύτες, και αφού τους έδεσε τα χέρια με σχοινιά από τον λαιμό, τους πέταξε έξω από την πόλη και τους είπε να πάνε αυτόν τον φόρο στον Εργίνο και στους Μινύες. Οργισμένος ο Εργίνος ζήτησε να του παραδώσουν τον δράστη, και ο βασιλιάς των Θηβών Κρέοντας, ο γιος του Μενοικέα, φοβούμενος τη δύναμη του βασιλιά του Ορχομενού, θέλησε να ικανοποιήσει το αίτημά του. Όμως ο Ηρακλής έπεισε τους συνομήλικούς του να ελευθερώσουν τη Θήβα. Και επειδή οι Μινύες είχαν αφοπλίσει τους Θηβαίους και είχαν απαγορεύσει την ύπαρξη και του παραμικρού όπλου στα χέρια ιδιωτών, ώστε να μην μπορεί να υπάρξει ούτε καν η ιδέα της επανάστασης, ξεκρέμασε από τους τοίχους των ναών τις πανοπλίες που ήταν αφιερώματα των προγενέστερων στους θεούς ως λάφυρα από διάφορους πολέμους και εξόπλισε τους νέους. Και όταν ο Ηρακλής έμαθε ότι ο Εργίνος βάδιζε με στρατό εναντίον της πόλης, βγήκε έξω από τα τείχη της πόλης και τον συνάντησε σε στενό πέρασμα, όπου εξουδετέρωσε τη μεγάλη δύναμη του στρατού του, καθώς δεν μπορούσε να αναπτυχθεί και πολεμούσε τμηματικά —τόσοι στρατιώτες όσοι χωρούσαν στο πέρασμα. Κατά άλλους, ο Ηρακλής εμπόδισε το ιππικό των εχθρών να αναπτυχθεί πλημμυρίζοντας την πεδιάδα. Όπως και να έχει, ο Ηρακλής σκότωσε τον Εργίνο και κατέσφαξε τον στρατό του. Ύστερα όρμησε αιφνιδιαστικά στην πόλη των Ορχομενίων, πέρασε τις πύλες, έκαψε τα ανάκτορα και ισοπέδωσε την πόλη. Στην αναμέτρηση αυτή χάθηκε και ο Αμφιτρύωνας, ο θνητός πατέρας του Ηρακλή, αν και υπάρχουν και άλλες εκδοχές για τον θάνατό του. Ως ανταμοιβή για τη νίκη του, ο Κρέοντας του έδωσε για γυναίκα την κόρη του Μεγάρα, με την οποία απέκτησε παιδιά με τη γνωστή τραγική κατάληξη του θανάτου τους από το χέρι του μανιασμένου και εκτός εαυτού πατέρα τους.
Άλλη παράδοση θέλει τον Εργίνο να επιβιώνει από την καταστροφή και να κλείνει επαίσχυντη για τον ίδιο και τον λαό του ειρήνη, πληρώνοντας τον διπλό φόρο από αυτόν που του πλήρωναν οι Θηβαίοι, δηλαδή διακόσια βόδια τον χρόνο. Ο Εργίνος εργάστηκε σκληρά για να ξαναφτιάξει περιουσία και βασίλειο. Όταν τα κατάφερε, σε μεγάλη ηλικία παντρεύτηκε μια νέα γυναίκα και απέκτησε δυο αγόρια που έγιναν αρχιτέκτονες, τον Αγαμήδη και τον Τροφώνιο, αν και για τη γενεαλογία τους υπάρχουν και άλλες εκδοχές.
Δεν είναι σαφές αν ένας Εργίνος που αναφέρεται στον κατάλογο των Αργοναυτών είναι ο Εργίνος του Ορχομενού, ο αντίπαλος του Ηρακλή ή κάποιος άλλος, μάλιστα γιος του Ποσειδώνα. Αυτός ο Εργίνος έγινε ο δεύτερος πλοηγός της Αργώς μετά τον θάνατο του Τίφη και οδήγησε το πλοίο. Αν και νέος, είχε άσπρα μαλλιά σαν γέρος, προκάλεσε μάλιστα τα γέλια των γυναικών. Ωστόσο, στους αγώνες που διοργανώθηκαν στη Λήμνο από την Υψιπύλη στη μνήμη του βασιλιά πατέρα της Θόαντα, νίκησε στο αγώνισμα του δρόμου.
Σχετικά λήμματα
ΑΜΦΙΤΡΥΩΝΑΣ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΚΡΕΟΝΤΑΣ, ΜΕΓΑΡΑ, ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ, ΤΡΟΦΩΝΙΟΣ