Αρχαία ελληνική μυθολογία

ΚΗΔΑΛΙΩΝΑΣ



 

Κηδαλίων-Ωρίων

Για τον Κηδαλίωνα είναι γνωστά η καταγωγή και οι ενασχολήσεις του, όχι όμως και τα ονόματα των γονιών του. Ήταν από τη Νάξο και ικανότατος τεχνίτης των μετάλλων. Σε αυτόν εμπιστεύθηκε η θεά Ήρα τον νεογέννητο Ήφαιστο να του διδάξει την τέχνη του –τεκοῦσα δὲ τὸν ῞Ηφαιστον προσεποιήσατο δίχα μίξεως τεκεῖν καὶ Κηδαλίωνι τῷ Ναξίῳ ἐκεῖνον παρέδωκε διδάξαι χαλκευτικήν (Ευστ., Σχόλ. στον Όμ., 3.646.10-11). Ο Κηδαλίωνας ανέθρεψε τον θεό και του δίδαξε την τέχνη του, όμως αργότερα από δάσκαλος του Ήφαιστου έγινε υπηρέτης του, ίσως γιατί ο μαθητής ξεπέρασε τον δάσκαλο ή για να υποδηλωθεί μυθολογικά η διαδοχή από έναν προγενέστερο θεό ή δαίμονα της τεχνουργίας σε έναν μεταγενέστερο ολύμπιο θεό.

Ο Κηδαλίωνας εμπλέκεται και στην ιστορία του ωραίου Γίγαντα Ωρίωναδεσμός, γέννημα θρέμμα της γης ή γιος του Ποσειδώναδεσμός και της Ευρυάλης, που τυφλώθηκε από τον βασιλιά της Χίου Οινοπίωνα, πατέρα της δεύτερης γυναίκας του Μερόπης. Οι μυθογράφοι παραδίδουν ότι ο Ωρίωνας άρπαξε από το εργαστήρι του Ήφαιστου τον Κηδαλίωνα ή ότι ο ίδιος ο θεός λυπήθηκε τον Γίγαντα και του έδωσε για οδηγό του τον υπηρέτη του. Όπως και να έχει, ο Ωρίωνας έβαλε στους ώμους τον Κηδαλίωνα και του ζήτησε να τον οδηγήσει κατά την ανατολή Όταν έφθασαν στον τόπο που ανατέλλει ο ήλιος, καμένος ο Ωρίωνας από την ηλιακή ακτινοβολία ξαναβρήκε το φως του (Απολλόδ. 1.4.2 κ.ε.· πρβ. Ερατ., Καταστερ. 7.32· Ησ., Fr. Astr. 2.10(a).24)1. Ο Λουκιανός παραδίδει ότι το επεισόδιο απεικονιζόταν σε τοιχογραφία: Ὠρίων φέρει τὸν Κηδαλίωνα τυφλὸς ὤν, ὁ δ᾽ αὐτῷ σημαίνει τὴν πρὸς τὸ φῶς ὁδὸν ἐποχούμενος, καὶ ὁ ῞Ηλιος φανεὶς ἰᾶται τὴν πήρωσιν, καὶ ὁ ῞Ηφαιστος Λημνόθεν ἐπισκοπεῖ τὸ ἔργον (Λουκ., περί του οίκου 28-29). [Εικ. 97, 98]

Με τον τίτλο Κηδαλίων σώζονται ελάχιστοι στίχοι από χαμένο σατυρικό δράμα του Σοφοκλή (fr. 328-333) και είναι άγνωστο αν η υπόθεση αφορούσε την παιδική ηλικία του Ήφαιστου ή τον μύθο της τύφλωσης του Ωρίωνα (Αθήν., Δειπν. 4.57.6).

Πάντως, αν το όνομα Κηδαλίων προέρχεται πράγματι από το ρήμα κηδαλίζω που σημαίνει καθαίρω, εξαγνίζω (Ησύχιος), συνώνυμο κηδάζω, από το ρήμα κήδω = μεριμνώ, απ’ όπου και οι λέξεις κηδεία = φροντίδα, κηδεμών, τότε μπορούμε να πούμε ότι το όνομα του αγνώστου λοιπόν στοιχείων Νάξιου τεχνίτη είναι ταιριαστό αφενός με τη φροντίδα που έδειξε προς τον Ήφαιστο από την άλλη με τη λειτουργία της φωτιάς, συστατικό στοιχείο της τέχνης του, ως καθαρτήριου μέσου.