Στην ενότητα παρουσιάζονται τα φαινόμενα: επεξήγηση, αντικείμενο σύστοιχο, απαρέμφατο.
Πατήστε στον κατάλογο για να εμφανιστούν σελίδες με παρόμοιο περιεχόμενο.
Κατέβασε το αρχείο σε
,
για να επεξεργαστείς το κείμενο. Στη συνέχεια επιβεβαίωσε τις απαντήσεις σου μ' αυτές που παρατίθενται παρακάτω.
Καλή προσπάθεια.
Για τον Ξενοφώντα
Βικιπαίδεια
,
Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Το κείμενο:
Περισσότερα κείμενα στην Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα
Για το κείμενο
Ο Ξενοφώντας στο έργο του Απομνημονεύματα υπερασπίζεται τον δάσκαλό του Σωκράτη, προσπαθώντας να αποκρούσει τις κατηγορίες εξαιτίας των οποίων καταδικάστηκε να πιει το κώνειο. Παράλληλα, δίνει πληροφορίες για τη ζωή και τη διδασκαλία του Σωκράτη, διανθίζοντάς τες με ανέκδοτα από τη ζωή του μεγάλου φιλοσόφου. Το έργο αποτελεί πολύ καλή πηγή πληροφοριών για την κοινωνική και οικονομική ιστορία της Αττικής στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου.
[3.12.5] πρὸς πάντα γὰρ ὅσα πράττουσιν ἄνθρωποι χρήσιμον τὸ σῶμά ἐστιν: ἐν πάσαις δὲ ταῖς τοῦ σώματος χρείαις πολὺ διαφέρει ὡς βέλτιστα τὸ σῶμα ἔχειν· [3.12.6] ἐπεὶ καὶ ἐν ᾧ δοκεῖ ἐλαχίστη σώματος χρεία εἶναι, ἐν τῷ διανοεῖσθαι, τίς οὐκ οἶδεν ὅτι καὶ ἐν τούτῳ πολλοὶ μεγάλα σφάλλονται διὰ τὸ μὴ ὑγιαίνειν τὸ σῶμα; καὶ λήθη δὲ καὶ ἀθυμία καὶ δυσκολία καὶ μανία πολλάκις πολλοῖς διὰ τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν εἰς τὴν διάνοιαν ἐμπίπτουσιν οὕτως ὥστε καὶ τὰς ἐπιστήμας ἐκβάλλειν. [3.12.7] τοῖς δὲ τὰ σώματα εὖ ἔχουσι πολλὴ ἀσφάλεια καὶ οὐδεὶς κίνδυνος διά γε τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν τοιοῦτόν τι παθεῖν, εἰκὸς δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ ἐναντία τῶν διὰ τὴν καχεξίαν γιγνομένων [καὶ] τὴν εὐεξίαν χρήσιμον εἶναι·
Το κείμενο με συνδέσεις στα λεξικά του perseus.tufts.edu
[3.12.5] πρὸς πάντα γὰρ ὅσα πράττουσιν ἄνθρωποι χρήσιμον τὸ σῶμά ἐστιν: ἐν πάσαις δὲ ταῖς τοῦ σώματος χρείαις πολὺ διαφέρει ὡς βέλτιστα τὸ σῶμα ἔχειν: [3.12.6] ἐπεὶ καὶ ἐν ᾧ δοκεῖ ἐλαχίστη σώματος χρεία εἶναι, ἐν τῷ διανοεῖσθαι, τίς οὐκ οἶδεν ὅτι καὶ ἐν τούτῳ πολλοὶ μεγάλα σφάλλονται διὰ τὸ μὴ ὑγιαίνειν τὸ σῶμα; καὶ λήθη δὲ καὶ ἀθυμία καὶ δυσκολία καὶ μανία πολλάκις πολλοῖς διὰ τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν εἰς τὴν διάνοιαν ἐμπίπτουσιν οὕτως ὥστε καὶ τὰς ἐπιστήμας ἐκβάλλειν. [3.12.7] τοῖς δὲ τὰ σώματα εὖ ἔχουσι πολλὴ ἀσφάλεια καὶ οὐδεὶς κίνδυνος διά γε τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν τοιοῦτόν τι παθεῖν, εἰκὸς δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ ἐναντία τῶν διὰ τὴν καχεξίαν γιγνομένων καὶ τὴν εὐεξίαν χρήσιμον εἶναι
πρὸς πάντα γὰρ χρήσιμον |
α-κύρια |
τὸ σῶμά ἐστιν· |
|
|
|
ὅσα πράττουσιν ἄνθρωποι |
αναφ. ονομ. |
|
|
ἐν πάσαις δὲ ταῖς τοῦ σώματος χρείαις |
β-κύρια |
πολὺ διαφέρει |
|
ὡς βέλτιστα τὸ σῶμα ἔχειν· |
|
|
|
ἐπεὶ καὶ (ἐν τούτῳ) |
γ-κύρια |
οὐκ οἶδεν |
|
|
|
ἐν ᾧ δοκεῖ (τίς) |
αναφ. ονομ. |
ἐλαχίστη σώματος χρεία εἶναι, |
|
ἐν τῷ διανοεῖσθαι, |
|
|
|
ὅτι καὶ ἐν τούτῳ |
ειδική |
πολλοὶ μεγάλα σφάλλονται |
|
διὰ τὸ μὴ ὑγιαίνειν τὸ σῶμα; |
|
|
|
καὶ λήθη δὲ καὶ ἀθυμία καὶ δυσκολία καὶ μανία πολλάκις |
δ-κύρια |
πολλοῖς διὰ τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν |
|
εἰς τὴν διάνοιαν |
|
ἐμπίπτουσιν οὕτως |
|
|
|
ὥστε καὶ τὰς ἐπιστήμας ἐκβάλλειν. |
συμπερασματική |
|
|
τοῖς δὲ τὰ σώματα εὖ ἔχουσι |
ε-κύρια |
πολλὴ ἀσφάλεια (ἐστί) |
|
|
|
καὶ οὐδεὶς κίνδυνος (ἐστί) |
στ-κύρια |
διά γε τὴν τοῦ σώματος καχεξίαν |
|
τοιοῦτόν τι παθεῖν, |
|
|
|
εἰκὸς (ἐστι) δὲ μᾶλλον |
ζ-κύρια |
πρὸς τὰ ἐναντία |
|
τῶν διὰ τὴν καχεξίαν γιγνομένων |
|
[καὶ] τὴν εὐεξίαν χρήσιμον εἶναι· |
|
Λεξιλογικά
χρεία: 1. χρήση, χρησιμότητα, ωφέλεια 2. ανάγκη 3. σκοπός
διαφέρει: (απρόσωπο) υπάρχει διαφορά, είναι πλεονέκτημα
διανοέομαι-οῦμαι: σκέφτομαι, σκοπεύω
σφάλλω τινά: ανατρέπω, βλάπτω, κάνω κάποιον να πέσει έξω
σφάλλομαι τινος: αποτυγχάνω σε κάτι, απατώμαι, πέφτω έξω
σφάλλομαι + σύστοιχο αντ.: κάνω σφάλμα
σφάλλομαι (παθ.): νικιέμαι, κλονίζομαι, παθαίνω ατύχημα
αθυμία: 1. έλλειψη θάρρους 2. βαρυθυμία
μανία: παραφροσύνη, μανία
καχεξία: αδυναμία, μαρασμός (σοβαρή διαταραχή και εξασθένηση των λειτουργιών της θρέψης, η οποία οφείλεται σε χρόνιο υποσιτισμό ή αποτελεί καταληκτική φάση διάφορων ασθενειών· χαρακτηρίζεται συνήθ. από αδυνάτισμα του σώματος, από μεγάλη ωχρότητα στο πρόσωπο, απώλεια των δυνάμεων και λιποθυμικές τάσεις.)
εὐεξία: ευεξία, γενική αίσθηση πολύ καλής σωματικής κατάστασης κυρίως υγείας, με συνέπεια τη δημιουργία ευχάριστης ψυχικής διάθεσης
εκβάλλω: αποδοκιμάζω, διώχνω, εξορίζω
Χρησιμοποίησε το λεξικό των H.G. Liddell & R. Scott για τις άγνωστες λέξεις
Συντακτική ανάλυση: για να δεις τη συντακτική ανάλυση, πέρασε τον δείκτη πάνω από τις λέξεις, αν χρησιμοποιείς υπολογιστή, ή κτύπα τη λέξη, αν χρησιμοποιείς τηλέφωνο ή τάμπλετ.
Για τη μετάφραση της κάθε σειράς πάτα τον αριθμό.
πρὸς πάντα γὰρ
χρήσιμον
τὸ σῶμά
ἐστιν·
ὅτι καὶ
ἐν τούτῳ
πολλοὶ
μεγάλα
σφάλλονται
διὰ τὸ μὴ ὑγιαίνειν
τὸ σῶμα;
καὶ
λήθη δὲ καὶ
ἀθυμία καὶ
δυσκολία καὶ
μανία
πολλάκις
πολλοῖς
διὰ τὴν
τοῦ σώματος
καχεξίαν εἰς
τὴν διάνοιαν
ἐμπίπτουσιν
οὕτως
ὥστε καὶ
τὰς ἐπιστήμας
ἐκβάλλειν.
1. πράττουσιν, διαφέρει, διανοεῖσθαι, ὑγιαίνειν, ἐκβάλλειν, ἔχουσι, παθεῖν: να γραφτούν τα απαρέμφατα· για τα ρ. μ.φ. να γραφτούν και οι παθητικοί τύποι
Ενεστώτας | Μέλλοντας | Αόριστος | Παρακείμενος |
πράττειν | πράξειν | πρᾶξαι | πεπραχέναι / πεπραγέναι |
διαφέρειν | διοίσειν | διενέγκαι / διενεγκεῖν (αόρ. β') | διενηνοχέναι |
διανοεῖσθαι | διανοήσεσθαι/διανοηθήσεσθαι | διανοήσασθαι/διανοηθῆναι | διανενοῆσθαι |
ὑγιαίνειν | ὑγιανεῖν | ὑγιᾶναι | ὑγιακέναι |
ἐκβάλλειν | ἐκβαλεῖν | ἐκβαλεῖν | ἐκβεβληκέναι |
ἔχειν | σχήσειν / ἕξειν | σχεῖν | ἐσχηκέναι |
πάσχειν | πείσεσθαι | παθεῖν | πεπονθέναι |
2. ἐκβάλλειν, παθεῖν, γιγνομένων: να γραφτεί η προστακτική αορ. β' της ίδιας φωνής
ἐκβάλλειν | παθεῖν | γιγνομένων |
ἔκβαλε | πάθε | γενοῦ |
ἐκβαλέτω | παθέτω | γενέσθω |
ἐκβάλετε | πάθετε | γένεσθε |
ἐκβαλέτωσαν / ἐκβαλόντων | παθέτωσαν / παθόντων | γενέσθων / γενέσθωσαν |