Ο
κατά κόσμον Μιχαήλ Φεοντόροβιτς Όξιουκ γεννήθηκε στις
17 Σεπτεμβρίου 1884 στο χωριό Λουκόβισκο της Επαρχίας Κωνσταντινόβου του
Νομού Χέλμ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (σήμερα στην Πολωνία). Το 1907 αποφοίτησε από το Θεολογικό
Σεμινάριο του Χέλμ και το 1911 από τη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Το 1917
εξελέγη καθηγητής στη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου και παρέμεινε στη θέση
αυτή μέχρι το κλείσιμο της σχολής το 1922. Από το 1926 μέχρι το 1932
εργάστηκε στη βιβλιοθήκη της Ακαδημίας επιστημών Κιέβου. Το 1942 χήρεψε και
το ίδιο έτος εισήλθε στις τάξεις του κλήρου. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 5
Ιουλίου 1942 και Πρεσβύτερος στις 6 Ιουλίου 1942 από τον Επίσκοπο
Λβώβου
Παντελεήμονα. Υπηρέτησε στην επισκοπή Κιέβου.
Το 1943 προήχθη σε Πρωθιερέα. Στις 20 Απριλίου 1945 εκάρη μοναχός και έλαβε
το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 22 Απριλίου 1945 χειροτονήθηκε Επίσκοπος
Λβώβου και Τερνοπόλεως. Την χειροτονία τέλεσε στη Μόσχα ο
Πατριάρχης Ρωσίας
Αλέξιος ο Α΄, συμπαραστατούμενος από τον Μητροπολίτη
Κιέβου Ιωάννη και τον
Επίσκοπο Κισινιώβου Ιερώνυμο. Στις 21 Απριλίου 1946 προήχθη σε Αρχιεπίσκοπο.
Στις 3 Ιουνίου 1948 ανέλαβε και την Επισκοπή Μουκατσέβου και Ούζγκοροδ. Στις
17 Μαρτίου 1950 απαλλάχθηκε από τη διοίκηση της Επισκοπής Μουκατσέβου και
Ούζγκοροδ. Στις 15 Μαΐου 1951 εντάχθηκε στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της
Πολωνίας και στις 8 Ιουλίου 1951 εξελέγη Μητροπολίτης Βαρσοβίας και πάσης
Πολωνίας. Διετέλεσε τοποτηρητής της Επισκοπής Βρότσλαβ και Στσέτσιν από τις 5
Δεκεμβρίου 1951 μέχρι τις 22 Μαρτίου 1953. Εκοιμήθη στην Οδησσό στην Ιερά
Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 2 Μαρτίου 1961. Ενταφιάστηκε στην ίδια
Μονή. |