Τα πέτρινα γεφύρια

Τα γεφύρια κατασκευάστηκαν με σκοπό την διευκόλυνση της κυκλοφορίας. Τα γεφύρια συνδέουν τους οικισμούς μεταξύ τους αλλά και κάθε χωριό με τους χώρους δουλειάς και με τα αστικά κέντρα.

Αρχικά, οι κατασκευές γεφυριών ήταν απλές, ξύλινες. Σταδιακά και κυρίως από τα μέσα του 18ου αι. και μετά άρχισαν να γίνονται πέτρινες. Χρηματοδότες των γεφυριών ήταν συνήθως οι πλούσιοι ντόπιοι κάτοικοι – πολλά εξάλλου φέρουν και το όνομα αυτού που το χρηματοδότησε.

Δομικό υλικό είναι η πέτρα, η οποία πρέπει να είναι συμπαγής και ανθεκτική, για να μην διαβρώνεται από το νερό ή τον αέρα. Ως συνδετικό κονίαμα χρησιμοποιείται το κουρασάνι, το οποίο διαφοροποιείται ανά περιοχή και ανά γεφύρι. Βασικά συστατικά του είναι ο σβησμένος ασβέστης, το νερό, το χώμα και το κεραμίδι. Συχνά στο μίγμα προστίθεται και ελαφρόπετρα, ξερά χόρτα, ασπράδια αυγών και τρίχες ζώων, τα οποία λειτουργούν ως ενισχυτικές ίνες.

Για την κατασκευή του γεφυριού, αρχικά στήνεται ο ξυλότυπος. Το χτίσιμο ξεκινά ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές της βάσης του γεφυριού και προχωρά σταδιακά προς την κορυφή, διαμορφώνοντας το τόξο. Στην κορυφή του τόξου τοποθετείται η πέτρα «κλειδί». Στη συνέχεια χτίζεται το γέμισμα του γεφυριού, επάνω στο τόξο, το οποίο γίνεται από ξηροδομή (χωρίς κονίαμα). Το γεφύρι κατασκευάζεται έτσι ώστε να αντέχει στην πίεση του νερού.

Σημαντικό στοιχείο στην κατασκευή αποτελεί η θεμελίωση. Χρησιμοποιούνται πέτρες μικρού μεγέθους, εκτός από εκείνες οι οποίες χρησιμοποιούνται στα σημεία της έδρασης στους βράχους, οι οποίες είναι μεγαλύτερες. Οι σκαλωσιές κατασκευάζονται έτσι ώστε να ελαττώνονται οι παραμορφώσεις του τόξου και ο χρόνος κατασκευής του γεφυριού, αλλά και να ελαχιστοποιείται ο απαιτούμενος όγκος ξυλείας.

Τα γεφύρια τοποθετούνται στα σημεία όπου το ποτάμι στενεύει και υπάρχουν πολλά και στέρεα βράχια.

Τα γεφύρια διαφέρουν ως προς τη μορφή τους. Διαφέρουν σε μέγεθος και σε αριθμό τόξων. Τα τόξα προκύπτουν από το πλάτος του ποταμού (όταν το πλάτος είναι μικρό αρκεί ένα μόνο τόξο για να γεφυρωθεί η απόσταση), αλλά και από τη δημιουργικότητα του μάστορα. Εκτός από τα βασικά τόξα υπάρχουν και μικρότερα τόξα ή καμάρες που ελαφραίνουν την κατασκευή και επιτρέπουν τη γρήγορη διέλευση του νερού σε περίπτωση πλημμύρας του ποταμού. Στα πλάγια του γεφυριού κατασκευάζονταν πεζούλια για την προστασία των περαστικών.

Ενδεικτικό για το χτίσιμο των γεφυριών είναι το βίντεο που ακολουθεί:

Ας παίξουμε λίγο με την ιστορία..

Το παιχνίδι ακόμη και με την ιστορία είναι χρήσιμο. Γι’ αυτό παραθέτω το εξής κουίζ ερωτήσεων: http://www.classtools.net/arcade/201806_mW7DJk

Φωτογραφίες από το Γεφύρι

Το κείμενο

Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι-ν-εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
Oλημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Μοιριολογούν οι μάστοροι και κλαιν οι μαθητάδες:
«Αλίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας,
ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται!»
Πουλάκι εδιάβη κι έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι,
δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σα χελιδόνι,
παρά εκελάηδε κι έλεγε, ανθρωπινή λαλίτσα:
«Α δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει·
και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη,
παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα,
πόρχεται αργά τ’ αποταχύ* και πάρωρα* το γιόμα».

Τ’ άκουσ’ ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ’ αηδόνι:
Αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα,
αργά να πάει και να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι.
Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε:
«Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα,
γοργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι».

Να τηνε κι εξανάφανεν* από την άσπρη στράτα.
Την είδ’ ο πρωτομάστορας, ραγίζεται η καρδιά του.
Από μακριά τους χαιρετά κι από κοντά τους λέει:
«Γεια σας, χαρά σας, μάστοροι και σεις οι μαθητάδες,
μα τι έχει ο πρωτομάστορας κι είναι βαργωμισμένος*;
– Το δαχτυλίδι τόπεσε στην πρώτη την καμάρα,
και ποιος να μπει και ποιος να βγει το δαχτυλίδι νά ‘βρει;
– Μάστορα, μην πικραίνεσαι κι εγώ να πά’ σ’ το φέρω,
εγώ να μπω, κι εγώ να βγω, το δαχτυλίδι νά βρω».

Μηδέ καλά κατέβηκε, μηδέ στη μέση επήγε·
«Τράβα, καλέ μ’, τον άλυσο, τράβα την αλυσίδα,
τι όλον τον κόσμο ανάγειρα και τίποτες δεν ήβρα».
Ένας πιχάει* με το μυστρί*, κι άλλος με τον ασβέστη,
παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο.

«Αλίμονο στη μοίρα μας, κρίμα στο ριζικό* μας!
Τρεις αδερφάδες είμαστε, κι οι τρεις κακογραμμένες,
η μια ‘χτισε το Δούναβη, κι η άλλη τον Αφράτη*,
κι εγώ η πλιο στερνότερη* της Άρτας το γιοφύρι.
Ως τρέμει το καρυόφυλλο*, να τρέμει το γιοφύρι,
κι ως πέφτουν τα δεντρόφυλλα, να πέφτουν οι διαβάτες.

– Κόρη, το λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δώσε,
πόχεις μονάκριβο αδερφό, μη λάχει* και περάσει».
Κι αυτή το λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δίνει.
«Αν τρέμουν τ’ άγρια βουνά, να τρέμει το γιοφύρι,
κι αν πέφτουν τ’ άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες,
τι έχω αδερφό στην ξενιτιά, μη λάχει και περάσει».

Ν. Γ. Πολίτη, Εκλογαί από τα τραγούδια
του ελληνικού λαού

*αποταχύ: νωρίς το πρωί *πάρωρα: πριν από την ώρα *εξανάφανεν: φάνηκε να έρχεται *βαργωμισμένος: στεναχωρημένος, δύσθυμος *πιχάει: μυστρίζει τη λάσπη, σοβατίζει *μυστρί (μύστρον, μυστρίον): το τριγωνοειδές εργαλείο των κτιστών *ριζικό: μοίρα, πεπρωμένο *Αφράτης: Ευφράτης *η πλιο στερνότερη: η πιο μικρή *καρυόφυλλο: το φύλλο της καρυδιάς *μη λάχει: μην τύχει

Ηλεκτρονικό Βιβλίο Μαθητή

Απαρχές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

Με τον όρο Νεοελληνική Λογοτεχνία αναφερόμαστε στην λογοτεχνία του Νέου Ελληνισμού. Για τις απαρχές της δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των μελετητών. Η διαίρεσή της βασίζεται κυρίως σε σημεία – ιστορικά ορόσημα. Ήδη από τον 10ο αιώνα μ.Χ διαφαίνεται η διαμόρφωση της νέας ελληνικής γλώσσας με σαφή Διαβάστε περισσότερα «Απαρχές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας»