ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ!
Ανάμεσα στα καρποφόρα δέντρα της ελληνικής φύσης που έπαιξαν πολύ
σημαντικό ρόλο στην οικονομία, στην κοινωνική εξέλιξη, αλλά και στη
λατρεία, στις δοξασίες και στα έθιμα, την πρώτη θέση κατέχει η ελιά.
Από τη Νεολιθική ακόμα Εποχή φαίνεται ότι μαζί με τους καρπούς
διαφόρων δέντρων θα γινόταν και συλλογή των καρπών της αγριελιάς. Από
την περίοδο μάλιστα αυτή έχουμε και τα παλιότερα ως τώρα δείγματα από
γύρη ελιάς (Κρήτη-Βοιωτία).
Οι αρχές της ελαιοκαλλιέργειας τοποθετούνται συνήθως στην 3η χιλ.
π.Χ. Ίσως να προηγήθηκε η Κρήτη. Τόσο η Κρήτη, όσο και η Ηπειρωτική
Ελλάδα από το 14ο και 13ο αι. π.Χ. μας δίνουν μαρτυρίες για την ελιά
και το λάδι. Σε διάφορους οικισμούς βρέθηκαν ακέραιοι ελαιοπυρήνες που
αποτελούσαν υπολείμματα τροφής. Επίσης μικρές ποσότητες ελαιοκάρπου
βρέθηκαν μέσα σε αγγεία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ανακτόρου
της Ζάκρου στην ανατολική Κρήτη, όπου ελιές που βρέθηκαν μέσα σε
δεξαμενή νερού διέσωζαν ακόμα τη σάρκα τους χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες
διατήρησης.
Στο πρώτο είδος ελληνικής γραφής (γραμμική Β) βρίσκουμε πληροφορίες
για το λάδι, που το χρησιμοποιούσαν βέβαια και στη διατροφή, αλλά
κυρίως ήταν είτε αρωματικό ή προοριζόταν ως βάση για αρώματα και
αλοιφές του σώματος, που ίσως είχαν και θεραπευτικές ιδιότητες.
Φαίνεται όμως πως υπήρχαν και βιοτεχνικές χρήσεις του λαδιού, π.χ. στη
βυρσοδεψία και στην υφαντική. Κατάλληλο επίσης ήταν το λάδι και ως μέσο
καθαρισμού, όπως το σαπούνι, αλλά και ως συντηρητικό για προστασία
διαφόρων επιφανειών. Ακόμη το χρησιμοποιούσαν και για φωτισμό. Το ξύλο
της ελιάς χρησιμοποιήθηκε και αυτό: στην οικοδομική, στην κατασκευή
διαφόρων αντικειμένων και ως καύσιμη βέβαια ύλη.
Σ' αυτή την τόσο μακρινή εποχή, έχουν αναγνωριστεί και
ελαιοπιεστήρια, στην Κρήτη κυρίως. Βρέθηκαν λίθινες βάσεις, στις οποίες
υπήρχε ένα σημείο από το οποίο χυνόταν το υγρό που συγκεντρωνόταν σε
δοχεία, για να ακολουθήσει το στάδιο διαχωρισμού του νερού από το λάδι.
Για τη συμπίεση θα πρέπει να χρησιμοποιούσαν λίθινα βάρη, που τα
κρεμούσαν από ξύλινα δοκάρια.
Η αποθήκευση του λαδιού γινόταν σε πολύ μεγάλα πιθάρια, που τα
γνωρίζουμε κυρίως από τα κρητικά ανάκτορα και τις αγροικίες. Το πιο
εντυπωσιακό παράδειγμα είναι οι δυτικές αποθήκες του ανακτόρου της
Κνωσού. Υπολογίστηκε ότι η συνολική τους χωρητικότητα θα ξεπερνούσε τις
246.000 λίτρα.
Η ελιά ήταν παρούσα και στην τέχνη εκείνης της εποχής.
Απεικονίζεται σε τοιχογραφίες, αλλά και σε άλλα είδη τέχνης. Στη
μινωική Κρήτη φαίνεται ότι είχε ένα θρησκευτικό συμβολισμό, που ήταν
πλατιά διαδεδομένος στους ιστορικούς χρόνους και που ίσως ξεπήδησε μέσα
από τις ιδιότητες του ελαιόδεντρου (ανθεκτικότητα, μακροβιότητα,
αειθαλές) και από τη σημασία του καρπού και των παραγώγων του σε
διάφορους τομείς της καθημερινής ζωής. Ας μη ξεχνάμε και τη στενή
σύνδεση ελιάς και Αθηνάς, όπως αυτή μας είναι γνωστή από τους
ιστορικούς χρόνους. Δε χωρά αμφιβολία ότι ακριβώς λόγω του σημαντικού
ρόλου της στην αθηναϊκή οικονομία αναδείχτηκε η ελιά σε ιερό δέντρο της
Αθηνάς.
Η καλλιέργεια της ελιάς και η χρήση του λαδιού συνεχίστηκαν βέβαια
και στα ιστορικά χρόνια. Το λάδι εξακολούθησε να αποτελεί ένα πολύτιμο
προϊόν, που έπαιζε σημαντικότατο ρόλο στην οικονομία της εποχής και
χρησιμοποιούταν σε διάφορες περιπτώσεις. Για το λάδι της Θάσου δε
γίνεται ιδιαίτερος λόγος, όπως π.χ. για το ξακουστό κρασί της. Πηγές
μας για την περίοδο αυτή είναι τα ευρήματα των ανασκαφών, οι γραπτές
μαρτυρίες και οι παραστάσεις σε αγγεία.