Η εισβολή στο Βέλγιο

Η κατάληψη του Βελγικού φρουρίου Εμπέν-Εμαέλ

 

i1.jpg
 


Το οχυρό Εμπέν-Εμαέλ (Fort Eben-Emael) ήταν ένα ισχυρά προστατευμένο βελγικό φρούριο, το οποίο βρισκόταν στα βελγο-ολλανδικά σύνορα, ανάμεσα στις πόλεις της Λιέγης και του Μάαστριχτ. Το φρούριο αυτό, είχε κατασκευαστεί ειδικά για να υπερασπιστεί τα σύνορα του Βελγίου από μελλοντική γερμανική επίθεση. Το Εμπέν-Εμαέλ, είχε τη φήμη του ισχυρότερου φρουρίου του κόσμου, το οποίο θεωρούνταν "απόρθητο" αλλά και ικανό να αποκρούσει οποιαδήποτε επίθεση. Ωστόσο, στην αρχή του Β' παγκοσμίου πολέμου όταν οι Γερμανοί επιτέθηκαν κατά του Βελγίου, κατάφεραν με τη βοήθεια 78 μόλις Γερμανών καταδρομέων οι οποίοι προσγειώθηκαν μέσα στο φρούριο με ανεμόπτερα, να το καταλάβουν. Ήταν ένα από τα πιο αξιοθαύμαστα πολεμικά επιτεύγματα της γερμανικής πολεμικής μηχανής, που φυσικά χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από την γερμανική προπαγάνδα.


i2.jpg 


Πριν την έναρξη του Β' παγκοσμίου πολέμου, (από το 1930 έως και το 1939), οι Βέλγοι είχαν κατασκευάσει, "το κανάλι του Αλβέρτου" (The Albert Canal - προς τιμή του Βασιλιά Αλβέρτου). Ήταν ένα τεχνητό υδάτινο κανάλι, που συνέδεε τις μεγαλύτερες τότε βελγικές πόλεις (Αμβέρσα, Λιέγη) αλλά και ποταμούς του Βελγίου. Αυτό το μεγάλο υδάτινο κανάλι είχε σαν σκοπό να βοηθήσει και να συμβάλει στις γρήγορες εμπορικές μεταφορές μέσα στο Βέλγιο. Ωστόσο, λίγο πριν την έναρξη του Β' παγκοσμίου πολέμου, οι Βέλγοι διαπίστωσαν πως το "κανάλι του Αλβέρτου" που βρίσκονταν κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία (σε γενικές γραμμές είχε βάθος 3,4 μέτρα, πλάτος σχεδόν 7 μέτρα και μήκος 130 χλμ), αποτελούσε ένα καλό φυσικό υδάτινο "κώλυμα" σε μια πιθανή μελλοντική γερμανική επίθεση. Εκτός από το υδάτινο κώλυμα, οι Βέλγοι είχαν φροντίσει να κατασκευάσουν και μια σειρά από οχυρά-φρούρια, έτσι ώστε να προστατεύεται αποτελεσματικά η επικράτειά τους. Ένα από αυτά τα φρούρια, βρισκόταν 20 χιλιόμετρα μακριά από τη Λιέγη και ακριβώς πάνω στα βέλγο-ολλανδο-γερμανικά σύνορα : Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα οχυρά του κόσμου εκείνη την εποχή, το οχυρό Εμπέν-Εμαέλ.


Το απόρθητο οχυρό


Όπως αναφέραμε παραπάνω, το οχυρό Εμπέν-Εμαέλ, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα οχυρά ολόκληρου του κόσμου για εκείνη την εποχή. Τα σχέδια κατασκευής του, είχαν ξεκινήσει κατά την δεκαετία του 1920, σε μια περιοχή η οποία εκτός των άλλων αποτελούσε μια σχεδόν τέλεια οχυρωματική περιοχή που αλληλοσυμπληρώνονταν με την βαριά οχύρωση του φρουρίου. Πιο συγκεκριμένα το Εμπέν-Εμαέλ, ήταν το μεγαλύτερο από ένα σύνολο 4 οχυρών που είχαν κατασκευάσει οι Βέλγοι στα σύνορα με τους Γερμανούς και τα οποία (από το Βορρά ως το Νότο), προστάτευαν την ευρύτερη περιοχή της Λιέγης.

 

i3.jpg
 

 

Σε γενικές γραμμές το Εμπέν-Εμαέλ, προστάτευε μια ήδη φυσικά οχυρωμένη περιοχή με τον καλύτερο τρόπο. Το οχυρό αποτελούνταν από ένα σύνολο πυργίσκων, ορυγμάτων, τούνελ και πολλών εκατοντάδων θέσεων παρατήρησης. Προστατεύονταν από μια βαθιά υδάτινη τάφρο, ενώ ήταν κατασκευασμένο πάνω σε ένα λόφο ο οποίος προστάτευε τα "νώτα" του. Οι Βέλγοι, όταν κατασκεύαζαν τα οχυρά τους εκείνη την εποχή, αν και έδειξαν τον ίδιο συντηρητικό "χαρακτήρα" με τους Γάλλους όσον αφορά την κατασκευή οχυρωμένων θέσεων (σαν την γαλλική γραμμή Μαζινό), εντούτοις αποδείχθηκαν πιο επιμελείς, καθώς φρόντισαν να συμπεριλάβουν στα οχυρά τους αρκετά νέα χαρακτηριστικά, ως αποτέλεσμα της εμπειρίας τους κατά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο.

 

i4.jpg
 

 

 Τα όπλα στους πυργίσκους ήταν λιγότερο "ομαδοποιημένα" και άρα δυσκολότερα στην καταστροφή. Το οχυρό ήταν κατασκευασμένο από οπλισμένο σκυρόδεμα μεγάλης αντοχής και μεγάλου πάχους, ενώ ο εξαερισμός βελτιώθηκε πάρα πολύ και τα ορύγματα ήταν βαθιά θαμμένα ώστε να προστατεύονται αποτελεσματικά. Υπήρχαν καλές εγκαταστάσεις υγιεινής και το γενικό καθεστώς διαβίωσης για τα στρατεύματα ήταν αρκετά ικανοποιητικό. Εκτός από τα παραπάνω, το οχυρό διέθετε ισχυρότατα πυροβόλα, ικανά να βομβαρδίσουν κάθε σπιθαμή της περιοχής που προστάτευε. Το "ακανόνιστου" σχήματος φρούριο, είχε περίπου 600 μέτρα μήκος από τα ανατολικά στα δυτικά και περίπου 750 μέτρα μήκος από το βορρά στο νότο.

 

i5.jpg
 

 

Τα πυροβόλα του φρουρίου βρίσκονταν τόσο μέσα σε πύργους αλλά και μέσα σε τούνελ. Το φρούριο διέθετε 5 πυροβόλα των 60mm, ένα των 120mm (εμβέλεια 18 χιλιομέτρων), και 8 των 75mm με εμβέλεια 10,5 χιλιομέτρων. Εκτός από αυτά, το φρούριο διέθετε και 3 ψεύτικα πυροβόλα των 120mm ενώ κάθε σπιθαμή του οχυρού συνδέονταν μεταξύ τους με τούνελ.Τέλος, στο οχυρό υπήρχαν εκατοντάδες πολυβόλα, ενώ από πλευράς προσωπικού υπήρχαν 1200 Βέλγοι στρατιώτες. Όλοι οι Βέλγοι ήταν ετοιμοπόλεμοι παρά το γεγονός πως ανάμεσά τους υπήρχαν νοσοκόμοι, μάγειρες, γιατροί, διοικητικό προσωπικό κ.α.

 

i6.jpg
 

 Έναρξη της Γερμανικής επίθεσης


Όταν το 1939 ο Αδόλφος Χίτλερ ξεκινούσε τον αιματηρό Β' παγκόσμιο πόλεμο επιτιθέμενος στην Πολωνία, οι Βέλγοι αντέδρασαν άμεσα και αμέσως εξόπλισαν το οχυρό με εφεδρείες. Πράγματι, οι Βέλγοι είχαν αντιδράσει σωστά : Στις 10 Μαΐου του 1940, οι Γερμανοί επιτέθηκαν εναντίον των "κάτω χωρών" (Ολλανδίας, Λουξεμβούργου και Βελγίου), με μια επιχείρηση με την κωδική ονομασία "επιχείρηση κίτρινο" (Fall Gelb - Case Yellow). Σε μια ευρύτερη επιθετική κίνηση των δυνάμεων της γερμανικής Βέρμαχτ, (μια κίνηση που είχε σαν πρωταρχικό σκοπό την επίθεση στη Γαλλία και την εκδίωξη των συμμαχικών δυνάμεων έως τη Μάγχη), ο γερμανικός στρατός βρέθηκε μπροστά στο οχυρό Εμπέν-Εμαέλ. Αν και αρχικά το οχυρό φάνταζε "απόρθητο", τα πράγματα θα αποδεικνύονταν εντελώς διαφορετικά.

 

i7.jpg
 

 

 Γερμανικά σχέδια και κατάληψη


Οι Γερμανοί, είχαν σχεδιάσει την κατάληψη του οχυρού καλά εκ των προτέρων. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας τους, οι Γερμανοί στρατιώτες είχαν εξασκηθεί σε ένα ομοίωμα του οχυρού, σε ένα κάστρο στην κατεχόμενη Τσεχοσλοβακία. Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ, είχε καταλάβει πως το οχυρό ήταν μεν ισχυρά προστατευμένο, αλλά δεν είχε καθόλου αεροπορική κάλυψη. Έτσι, εκπόνησε ένα σχέδιο ώστε οι γερμανικές δυνάμεις αρχικά να εισβάλουν μέσα από το φρούριο, περνώντας πάνω από αυτό με την χρήση ανεμόπτερων. Εάν αυτό γινόταν δυνατό, ο γερμανικός στρατός θα αξιοποιούσε και τα νέα αντιαρματικά και αντιοχυρωματικά του όπλα, όπλα "κοίλου γεμίσματος" που μπορούσαν να διατρήσουν τις ισχυρές οχυρώσεις και τελικά να καταλάβει εύκολα το οχυρό.

 

i8.jpg
 

 

Η καλή κατασκοπεία και ο ανώτερος σχεδιασμός εκ μέρους των Γερμανών, σε συνδυασμό με την ανετοιμότητα της βελγικής πλευράς, βοήθησαν στο να εκτελεστεί το απόρρητο σχέδιο του Χίτλερ με απόλυτη επιτυχία. Πράγματι στις 10 Μαΐου του 1940, τα πρώτα γερμανικά ανεμόπτερα, (με επικεφαλής τον υπολοχαγό Ρούντολφ Γουίτζινγκ - Rudolf Witzig), προσγειώθηκαν μέσα στο φρούριο εντελώς αθόρυβα. Εκείνη την ώρα, αν και μέσα στο Εμπέν-Εμαέλ θα έπρεπε να βρίσκονται 1200 Βέλγοι στρατιώτες, μόλις οι 650 από αυτούς βρίσκονταν μέσα, με άλλους 233 στρατιώτες να βρίσκονται σε απόσταση 6 χιλιομέτρων μακριά, τη στιγμή της γερμανικής επίθεσης. Συνολικά, μόλις 78 αλεξιπτωτιστές της γερμανικής 7ης μονάδας "Flieger" (αργότερα εξελίχτηκε ως η πρώτη μεραρχία αλεξιπτωτιστών που μάλιστα συμμετείχαν και στην Κρήτη - Fallschirmjager Division), προσγειώθηκαν εντός του φρουρίου με ανεμόπτερα τύπου "DFS 230" οπλισμένοι με ειδικά ισχυρά εκρηκτικά για να επιτεθούν στο φρούριο και να καταστρέψουν τα πυροβόλα του.

 



 

 Η επιδρομή των Γερμανών έπιασε τους Βέλγους "στον ύπνο" : Οι Γερμανοί καταδρομείς χρησιμοποιώντας τα νέα όπλα με τις "κοίλες γομώσεις", κατέστρεψαν εύκολα ένα μεγάλο μέρος των αμυντικών εξοπλισμών του οχυρού και μάλιστα μέσα σε μόλις λίγα λεπτά. Αν και οι επιτιθέμενοι δεν ήταν σε θέση να διεισδύσουν στο εσωτερικό των στοών του φρουρίου, τελικά κατάφεραν να τις θέσουν εκτός μάχης, εγκλωβίζοντας μέσα τους Βέλγους έως ότου έρθουν οι ενισχύσεις. Πράγματι, το φρούριο τελικά παραδόθηκε μία ημέρα αργότερα, όταν και οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές ενισχύθηκαν από το γερμανικό 151ό σύνταγμα πεζικού και παρά το γεγονός πως οι Βέλγοι νωρίτερα είχαν καταστρέψει μία από τις βασικές γέφυρες, εμποδίζοντάς έτσι την ενίσχυση των γερμανικών δυνάμεων.

 

i10.jpg
 

Επίλογος

Η επίθεση και η κατάληψη του φρουρίου Εμπέν- Εμαέλ σε μόλις 1 ημέρα, εντυπωσίασε και άφησε ικανοποιημένο τον Χίτλερ. Οι Γερμανοί είχαν μόνο 6 απώλειες και 21 τραυματίες, διατηρώντας σχεδόν όλες τις δυνάμεις τους μέσα στο φρούριο, έως ότου οι κύριες μονάδες επιτεθούν και το καταλάβουν ολόκληρο. Μετά την εξαιρετική επιτυχία του γερμανικού στρατού, ο ίδιος ο Χίτλερ παρασημοφόρησε όλους τους συμμετέχοντες στην επίθεση. Έως τότε, το Εμπέν-Εμαέλ θεωρούνταν ως ένα από τα ισχυρότερα φρούρια στον κόσμο, ενώ ήταν ο "συνδετικός κρίκος" της βελγικής κύριας γραμμής άμυνας εναντίον της γερμανικής επίθεσης στον Β' παγκόσμιο πόλεμο. Η απώλεια του Εμπέν- Εμαέλ μέσα σε μια ημέρα, σήμανε ουσιαστικά την αμυντική κατάρρευση ολόκληρου του Βελγίου και έδωσε ένα σκληρό πλήγμα στο βελγικό στρατό, πλήγμα από το οποίο δεν ήταν σε θέση να βγει έως και το τέλος του Β' παγκοσμίου πολέμου.


 

Η μάχη του Κιέβου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
 
Μάχη του Κιέβου
Ανατολικό Μέτωπο στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Ruined Kiev in WWII.jpg


Τα ερείπια του Κιέβου μετά τη μάχη

 

Χρονολογία 7 Ιουλίου, 1941 ? 26 Σεπτεμβρίου, 1941
Τόπος περιοχή γύρω από το Κίεβο, Ουκρανία
Έκβαση αποφασιστική νίκη των Γερμανών
Μαχόμενα μέρη
Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Ναζιστική Γερμανία Flag of the Soviet Union.svg Σοβιετική Ένωση
Αρχηγοί
Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Έβαλντ φον Κλάιστ
Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Χάιντς Γκουντέριαν
Flag of the Soviet Union.svg Βασίλι Κουζνετσόφ
Flag of the Soviet Union.svg Μιχαήλ Ποτάποφ,
Flag of the Soviet Union.svg Αντρέι Βλάσοφ,
Flag of the Soviet Union.svg Φιόντορ Κοστένκο

 

 

Η Μάχη του Κιέβου διεξήχθη στο Κίεβο, στην Ουκρανία, από τις 7 Ιουλίου-26 Σεπτεμβρίου 1941. Με αυτή τη νίκη, οι Γερμανοί κατάφεραν να νικήσουν στο Νοτιο-δυτικό Μέτωπο της ΕΣΣΔ, ενώ οι Σοβιετικοί έχασαν μια πολύ σημαντική για αυτούς, πόλη και χώρα.

Πριν τη μάχη

Μετά την κατάληψη του Σμολένσκ στα μέσα του Ιουλίου του 1941, η γερμανική διοίκηση αποφάσισε να συνεχίσει την επίθεση της κατά της ΕΣΣΔ. Στο διάταγμα Νο.33 της 19ης Ιουλίου 1941, ο Αδόλφος Χίτλερ άλλαξε τα πλάνα της επίθεσης με τέτοιο τρόπο, που ο κύριος στόχος της Βέρμαχτ ήταν να καταλάβουν στα νότια το Ντομπάς και την Κριμαία, ενώ από τα βόρεια το Λένινγκραντ, και να ενωθούν με τους Φινλανδούς. Τώρα, ο κύριος στόχος της Βέρμαχτ για το φθινόπωρο του 1941 δεν ήταν η κατάληψη της Μόσχας, αλλά η επιβεβαίωση ότι θα μπορούσαν να χτυπήσουν τη Μόσχα από τις πλευρές.

Σύμφωνα με το διάταγμα Νο.33 της 19ης Ιουλίου 1941[1]:

Ο κύριος στόχος είναι η διάλυση των σοβιετικών μονάδων στην Ουκρανία και η πρόωθηση των Γερμανών στα εδάφη της ΕΣΣΔ. Ο άλλος στόχος είναι η διάλυση της 12ης και της 6ης στρατιάς του αντιπάλου, στα ανατολικά του Δνείπερου.

Δυνάμεις

Γερμανία

ΕΣΣΔ

Οι δυνάμεις πριν την μάχη

Μέχρι τα μέσα του Αυγούστου 1941, οι δυνάμεις της Ομάδας Στρατιών Νότος, κατάφεραν να φτάσουν από τον Δνείπερο στο Κίεβο. Η Ομάδα Στρατιών Κέντρο, η οποία επιτίθονταν από τα βόρεια, κατάφερε να φτάσει στο Σμολένσκ.

Στις 20 Αυγούστου 1941, οι δυνάμεις της 1ης Ομάδας Πάντσερ της Βέρμαχτ, κατάφεραν να καταλάβουν το Ντνιεπροπετρόφσκ. Οι δυνάμεις της 17ης Στρατιάς της Βέρμαχτ, κατάφεραν να φτάσουν στο Τσερκάς, ενώ η 6η Στρατιά είχε φτάσει σε απόσταση αναπνοής από το Κίεβο.

Με αυτό τον τρόπο, οι Γερμανοί κατάφεραν να περικυκλώσουν το Νοτιο-Δυτικό Μέτωπο του αντιπάλου. Η σοβιετική διοίκηση έστειλε στο Κίεβο, μέσω του Δνείπερου, 5 στρατιές, τις 21η, 5η, 37η, 26η και 38η.

Η μάχη

 

Η προώθηση των Γερμανών κατά τον Ιούνιο-Αύγουστο 1941.

 

Από τη Μόσχα στο Κίεβο, στην Ομάδα Στρατιών Νότος στάλθηκαν, για τη διάλυση του Νοτιο-δυτικού Μέτωπου, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν και η 2η στρατιά του Βέιχς, οι οποίες άνηκαν στην Ομάδα Στρατιών Κέντρο. Όταν η STAVKA έμαθε για την αποστολή της 2ης μονάδας αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, επέτρεψε στον Μιχαήλ Κιρπόνος να στείλει τους στρατιώτες του στον Δνείπερο για να αμύνονται από την αριστερή πλευρά του, ενώ από την δεξιά διατάχθηκε να αμυνθεί μόνο το Κίεβο. Επίσης, στάλθηκε και η νέα 40η στρατιά.

Στις 24 Αυγούστου 1941, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, άρχισε την επίθεση κατά του Κονοτόπ. Μερικές μέρες αργότερα, στην περιοχή του Κρέμεντζιουκ, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν ενώθηκε με την 1η μονάδα αρμάτων μάχης του Κλάιστ, η οποία συνέχιζε την επίθεση στην Πολτάβα, αλλά μετά όλες οι μονάδες της, στάλθηκαν στα βορειο-ανατολικά. Μέχρι το τέλος του Αυγούστου, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, κατάφερε να καταβάλει το Ντέσν, το Κόροπ και το Νόβγκοροντ, απειλώντας να επιτεθεί στο Νοτιο-δυτικό Μέτωπο. Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1941, σε αυτά τα μέρη διεξάχθησαν σκληρές μάχες.

Στις 7 Σεπτεμβρί 1941, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, βγήκε στο Κόνοτοπ. Την ίδια ώρα, ο Στρατάρχης Σεμιόν Μπουντιένι, ζήτησε από την STAVKA να σταλθεί πίσω η 5η στρατιά, αλλά η STAVKA αρνήθηκε. Στις 10 Σεπτεμβίου, με στόχο να καταβάλει από τα βόρεια την δεξιά πλευρά του Νοτιο-δυτικού Μετώπου και να περικυκλώσουν τις σοβιετικές μονάδες στο Κίεβο, η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, προωθήθηκε από το Κονοτόπ στο Ρόμνυ. Την ίδια ώρα, τα πολεμοφόδια του Νοτιο-δυτικού Μετώπου είχαν τελειώσει. Τη νύχτα μεταξύ 10ης και 11ης Σεπτεμβρίου , στο Κονοτόπ στάλθηκαν 2 μονάδες της 26ης στρατιάς.

Οι Κιρπόνος, Βασιλιέφσκι, Σαπόσνικοφ και Μπουντένι ζητούσαν από την STAVKA άδεια για να στείλουν πίσω τους στρατιώτες, αλλά ο Ιωσήφ Στάλιν αρνήθηκε. Διάταξε να συνεχίσουν οι επιθέσεις κατά των γερμανικών μονάδων στο Κοντόπ και η άμυνα του Κιέβου. Επίσης, ο Στάλιν απέλυσε από την θέση του διοικητή του Νοτιο-δυτικού Μετώπου τον Σεμιόν Μπουντιένι, θεωρώντας ότι δεν τελούσε σωστά τα καθήκοντα του.

Μέχρι τις 13 Σεπτεμβρίου, η 3η μονάδα αρμάτων μάχης του Μόντελ και η 2η ομάδα αρμάτων μάχης κατέβαλαν το Λόχβετς από τα βόρεια. Την ίδια μέρα, ο Σεμιόν Τιμοσένκο, ο οποίος αντικατέστησε τον Μπουντένοφ, διαβεβαίωσε το Στάλιν ότι θα μπορούσαν να κρατήσουν το Κίεβο. Στις 14 Σεπτεμβρίου, οι μονάδες του Μόντελ και του Χούμπε κατέβαλαν το Λοχβιτσέι και το Λουμπνάμ, αλλά λόγω της σθεναρής σοβιετικής αντίστασης, δεν κατάφεραν να ενωθούν. Αλλά, τις επόμενες μέρες οι σοβιετικές μονάδες περικυκλώθηκαν.

Στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Ιβάν Μπαγκρατιάν, μέσω του Σεμιόν Τιμοσένκο, διέταξε τον Κιρπόνος να στείλε μονάδες στην λίμνη Πσιόλ, χωρίς να ξεχάσει την διαταγή του Στάλιν, στην οποία λεγόταν ότι δεν πρέπει να αφεθεί το Κίεβο. Αλλά, δεν υπήρχε έγγραφο, το οποίο θα μπορούσε να πιστωποιήσει την διαταγή του Μπαγρατιάν. Οι Σοβιετικοί έχασαν πολύ καιρό. Την νύχτα της 18ης Σεπτεμβρίου 1941, ο Μπορίς Σαπόσνικοφ, επιβεβαίωσε την άδεια της STAVKA για να φύγουν οι μονάδες της 37ης στρατιάς, αλλά δεν έλεγε για την φυγή των σοβιετικών δυνάμεων από το Κίεβο. Αλλά, την προηγούμενη νύχτα, ο Κιρπόνος πρόλαβε να δώσει διαταγή για προσπάθεια διάλυσης του κύκλου, στον οποίο μέσα βρίσκονταν οι Σοβιετικοί, από τα βόρεια. Αυτήν την προσπάθεια έπρεπε να υποστηρίξουν η 38η και η 40η στρατιά, οι οποίες δεν βρίσκονταν στον κύκλο, με χτύπημα στο Ρόμνυ.

Αλλά, αυτή η προσπάθεια δεν θα πραγματοποιούνταν ποτέ, μιας και οι απώλειες των Σοβιετικών ήταν μεγάλες. Η 37η στρατιά κατάφερε να κρατηθεί μέχρι τις 21 - 23 Σεπτεμβρίου. Η Ομάδα Πιριάτινσκ, η οποία περιλάμβανε μονάδες της 5ης και της 21ης στρατιάς, κατάφερε να κρατηθεί μέχρις τις 25 Σεπτεμβρίου. Στην περιοχή Ορζίτς, οι μονάδες της 26ης στρατιάς κατάφεραν να κρατηθούν μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου.

Την νύχτα της 19ης Σεπτεμβρίου, οι Σοβιετικοί στρατιώτες άρχισαν να φεύγουν από το Κίεβο.

Στις 20 Σεπτεμβρίου, οι τελευταίες μονάδες της 5ης στρατιάς προσπάθησαν να κρατηθούν στο Ντριουκόβσιν, όπου και δέχθηκαν επίθεση από τις κύριες δυνάμεις της 3ης μονάδας αρμάτων μάχης. Αφού έχασαν πολλά άρματα μάχης και όπλα, οι μονάδες κινήθηκαν προς το Σουμέικοβ. Μετά τη μάχη, στην 5η στρατιά έμειναν περίπου λιγότεροι από 1.000 στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένων 800 αξιωματικών. Στην μάχη σκοτώθηκαν ο Μιχαήλ Κιρπόνος, ο Μιχαήλ Μπουρμιστένκο, ο Ρίκοφ, ο Βασίλι Τούπικοφ, ο Ντομπίκιν, ο Ντανίλοφ, ο Πανιούχοφ και άλλοι πολλοί.

Στις 26 Σεπτεμβρίου, η άμυνα των σοβιετικών στο Κίεβο σταμάτησε.

Αποτέλεσμα

Η ήττα στην Μάχη του Κιέβου ήταν μεγάλο χτύπημα για τον Κόκκινο Στρατό. Παρόλο αυτά, λόγω του ότι στο Κίεβο στάλθηκε η 2η μονάδα αρμάτων μάχης του Γκουντέριαν, η κατάληψη της Μόσχας έγινε πιο δύσκολη. Η νίκη στο Κίεβο έδωσε στους Γερμανούς τη δυνατότητα να προωθηθούν στην ανατολική Ουκρανία.

Συνέπειες

 
 

 

Η προώθηση των Γερμανών κατά τον Αύγουστο-Δεκέμβριο 1941.

 

  • Στις 8 Οκτωβρίου 1941, διαλύθηκε η 18η στρατιά του Νότιου Μετώπου.
  • Στις 16 Οκτωβρίου 1941, οι Γερμανοί κατέλαβαν την Οδησσό.
  • Στις 17 Οκτωβρίου 1941, οι Γερμανοί κατέλαβαν το Ντομπάς.
  • Στις 25 Οκτωβρίου 1941, οι Γερμανοί κατέλαβαν το Χάρκοβο.
  • Στις 2 Νοεμβρίου 1941, οι Γερμανοί κατέλαβαν την Κριμαία και ξεκίνησαν την Πολιορκία της Σεβαστούπολης.

 

Δείτε επίσης

Παραπομπές

Η Βαλκανική εκστρατεία

Βαλκανική Εκστρατεία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
Βαλκανική Εκστρατεία
μέρος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου

Bundesarchiv Bild 101I-166-0508-31, Kreta, Vormarsch deutscher Fallschirmj?ger.jpg

Γερμανοί αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη το 1941

Χρονολογία 20 Οκτωβρίου 1940 - 1 Ιουνίου 1941
Τόπος Αλβανία, Γιουγκοσλαβία, ηπειρωτική Ελλάδα και Ελληνικά νησιά
Έκβαση Νίκη του Άξονα
Μαχόμενα μέρη

 

 

Δυνάμεις του Άξονα:


Flag of Italy (1861-1946) crowned.svg Φασιστική Ιταλία 

Flag of Albania (1939).svg Αλβανία

Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Ναζιστική Γερμανία


Flag of Hungary 1940.svg Ουγγαρία


Flag of Bulgaria.svg Βουλγαρία


Flag of Romania.svg Ρουμανία

 

Συμμαχικές δυνάμεις:


Kingdom of Greece Flag.svg Ελλάδα


Flag of the Kingdom of Yugoslavia.svg Γιουγκοσλαβία


Flag of the United Kingdom.svg Ηνωμένο Βασίλειο


Flag of Australia.svg Αυστραλία


Flag of New Zealand.svg Νέα Ζηλανδία

Αρχηγοί

 

Flag of Italy (1861-1946) crowned.svg Ούγκο Καβαλέρο


Flag of Italy (1861-1946) crowned.svg Τζιοβάνι Μέσε


Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Βίλχελμ Λιστ


Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Μαξιμίλιαν φον Βάιχς


Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Κουρτ Στουντέντ

 

Hellenic Kingdom Flag 1935.svg Αλέξανδρος Παπάγος


Flag of the Kingdom of Yugoslavia.svg Μίλοραντ Πέτροβιτς


Flag of the United Kingdom.svg Χένρι Μέτλαντ Γουίλσον

 

 

 

 

Η Βαλκανική Εκστρατεία αναφέρεται στην εισβολή των δυνάμεων του Άξονα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του Β? Παγκοσμίου Πολέμου. Ξεκίνησε με την αποτυχημένη εισβολή της Ιταλίας στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940 και τελείωσε με την κατάληψη της Κρήτης από τις γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις την 1η Ιουνίου 1941.


Προοίμιο ? Ιταλική εισβολή στην Αλβανία

Μετά τον Α? Παγκόσμιο Πόλεμο, με την ολοκληρωτική κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, οι Αλβανοί στράφηκαν προς το Βασίλειο της Ιταλίας για την προστασία τους από τους εχθρούς τους.

Το 1919 η ακεραιότητα των αλβανικών εδαφών διασφαλίστηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι, ύστερα από την άρνηση του Αμερικανού Προέδρου Γούντροου Ουίλσον να επικυρώσει το σχέδιο των ευρωπαϊκών δυνάμεων για το διαμελισμό της Αλβανίας και την παραχώρηση των εδαφών της στις γειτονικές της χώρες.

Μετά το 1925 όμως ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι επιδίωξε να κατακτήσει την Αλβανία. Το 1928 η Αλβανία έγινε βασίλειο υπό τον Ζόγου τον Α?. Ο Ζόγου, ο οποίος ήταν πρώην πρωθυπουργός της Αλβανίας, απέτυχε να εμποδίσει τις ιταλικές παρεμβάσεις στις Αλβανικές εσωτερικές υποθέσεις.

Στις 7 Απριλίου 1939 στρατεύματα του Μουσολίνι κατέλαβαν την Αλβανία, απομάκρυναν τον Ζόγου και η χώρα εντάχθηκε στην Ιταλική Αυτοκρατορία.

Ελληνοϊταλικός Πόλεμος

Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 έως τις 30 Απριλίου 1941 και αποτέλεσε μέρος του Β? Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ιταλικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ελλάδα όμως κατάφεραν λίγες επιτυχίες. Αμέσως οι Έλληνες αντεπιτέθηκαν και οι Ιταλοί απωθήθηκαν πίσω στην Αλβανία. Οι Ιταλοί ξόδεψαν μεγάλο μέρος του χειμώνα να σταθεροποιήσουν τη γραμμή του μετώπου που τους άφηνε τον έλεγχο μόνο των δύο τρίτων της Αλβανίας. Η ιταλική επίθεση του Μαρτίου του 1941 απέτυχε. Η Γερμανία επενέβη τον Απρίλιο και εισέβαλε στην Ελλάδα μετά από την επιτυχημένη εισβολή στη Γιουγκοσλαβία.

Εισβολή στη Γιουγκοσλαβία

Η εισβολή στη Γιουγκοσλαβία (επίσης γνωστή ως Επιχείρηση 25) άρχισε στις 6 Απριλίου 1941 και έληξε με την άνευ όρων παράδοση του Βασιλικού Γιουγκοσλαβικού Στρατού στις 17 Απριλίου. Οι εισβάλουσες δυνάμεις του Άξονα (Ναζιστική Γερμανία, Φασιστική Ιταλία, Ουγγαρία και Βουλγαρία) κατέλαβαν και διαμέλισαν το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας. Ενώνοντας την Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, μερικά τμήματα της Κροατίας και τη Συρμία δημιουργήθηκε το «Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας» (Nezavisna Dr?ava Hrvatska, NDH) από τη Γερμανία και την Ιταλία. Στη Σερβία και το Μπανάτ δημιουργήθηκε το κράτος της «Nedi?'s Serbia» από τους Γερμανούς. Στο Μαυροβούνιο δημιουργήθηκε το «Ανεξάρτητο Κράτος του Μαυροβούνιου» ως Ιταλικό προτεκτοράτο. Παρόλα αυτά το «προτεκτοράτο» ήταν ονομαστικά βασίλειο, παρόλο που ο Πρίγκιπας Μιχαήλ του Μαυροβούνιου ουδέποτε απεδέχθη το στέμμα.

Εισβολή στην Ελλάδα

Κύριο λήμμα: Επιχείρηση Μαρίτα

Η Γερμανική Εισβολή στην Ελλάδα, με την κωδική ονομασία Επιχείρηση Μαρίτα (Unternehmen Marita), ήταν αποτέλεσμα και συνέχεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Στις 6 Απριλίου 1941 ο Γερμανικός Στρατός εισέβαλε στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ άλλα στοιχεία του εξαπέλυαν επίθεση στη Γιουγκοσλαβία. Η διάσπαση των γιουγκοσλαβικών γραμμών στη νότια Γιουγκοσλαβία επέτρεψε στους Γερμανούς να στείλουν ενισχύσεις στα πεδία των μαχών της βόρειας Ελλάδας. Τα γερμανικά στρατεύματα υπερκέρασαν τις ελληνικές οχυρώσεις της Γραμμής Μεταξά και, παρά την βοήθεια που παρείχε ένα Βρετανικό εκστρατευτικό σώμα, κατέλαβαν τις πόλεις της νότιας Ελλάδας. Η Μάχης της Ελλάδας έληξε με την γερμανική είσοδο στην Αθήνα και την κατάληψη της Πελοποννήσου και περίπου 40.000 συμμαχικοί στρατιώτες εκκενώθηκαν στην Κρήτη, για να ακολουθήσει μία από τις μεγαλύτερες αερομεταφερόμενες επιθέσεις στην πολεμική ιστορία: η Επιχείρηση Ερμής ή, όπως είναι γνωστή, η Μάχη της Κρήτης.

Η βουλγαρική παρέμβαση

Στις 6 Απριλίου 1941, παρόλο που είχε επίσημα εισέλθει στον Άξονα, η βουλγαρική κυβέρνηση διατήρησε μία στάση στρατιωτικής ουδετερότητας κατά τα πρώτα στάδια της εισβολής στη Γιουγκοσλαβία και της Μάχης της Ελλάδας. Καθώς τα γερμανικά, ιταλικά και ουγγρικά στρατεύματα εισέβαλαν σε Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα, οι Βούλγαροι παρέμειναν αμέτοχοι. Η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση παραδόθηκε στις 17 Απριλίου. Η Ελληνική κυβέρνηση άντεξε έως τις 30 Απριλίου. Στις 20 Απριλίου η περίοδος της Βουλγαρικής ουδετερότητας έληξε. Ο Βουλγαρικός Στρατός εισήλθε στο ελληνικό έδαφος με σκοπό να αποκαταστήσει την προ του Α? Παγκοσμίου Πολέμου δίοδο προς το Αιγαίο στη Θράκη. Τα βουλγαρικά στρατεύματα κατέλαβαν επίσης την Ανατολική Μακεδονία και αρκετά εδάφη από την ανατολική Σερβία, όπου η αποκαλούμενη «Επαρχία του Βαρδάρη» (Vardar Banovina) μοιράστηκε μεταξύ της Βουλγαρίας και της Ιταλίας.

Επιχείρηση Ερμής

Κύριο λήμμα: Μάχη της Κρήτης

Στις 20 Μαΐου 1941 Γερμανοί αλεξιπτωτιστές επιτέθηκαν στα αεροδρόμια της βόρειας Κρήτης με σκοπό να καταλάβουν το νησί. Συνάντησαν ισχυρή αντίσταση από τις Συμμαχικές δυνάμεις και τον Κρητικό πληθυσμό όμως στο τέλος οι αμυνόμενοι υποχώρησαν από τις τακτικά υπέρτερες γερμανικές δυνάμεις. Όμως, υπό το πρίσμα των μεγάλων απωλειών των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, η Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ αναγκάστηκε να απαγορεύσει κάθε άλλη μεγάλης κλίμακας αερομεταφερόμενη επιχείρηση για το υπόλοιπο του πολέμου.

Συνέπειες

Ως την 1η Ιουνίου 1941 ολόκληρη η Αλβανία, η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του Άξονα. Η Ελλάδα τέθηκε υπό τριπλή κατοχή και η Γιουγκοσλαβία διαμελίστηκε και τέθηκε υπό κατοχή. Η Γερμανία απέκτησε ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα, άμεση πρόσβαση στη Μεσόγειο. Η Συμμαχική Ανώτατη Διοίκηση φοβήθηκε ότι η Κρήτη και η Ελλάδα θα χρησιμοποιούνταν ως εφαλτήριο για μία εισβολή στην Αίγυπτο ή την Κύπρο. Όμως κάθε σχέδιο για μεγάλης κλίμακας εισβολή από τους Γερμανούς στην Αίγυπτο ή την Παλαιστίνη εγκαταλείφθηκε με την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα στις 22 Ιουνίου.

Η Αντίσταση

Για το υπόλοιπο του πολέμου ενεργά Γιουγκοσλαβικά, Ελληνικά και Αλβανικά αντιστασιακά κινήματα ανάγκασαν την Γερμανία και τους συμμάχους της να διατηρήσουν μόνιμα εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες μόνιμα στις τρεις χώρες, αντί να τους μεταφέρουν στα διάφορα μέτωπα. Ιδίως μετά το 1943 η απειλή μίας συμμαχικής εισβολής και οι ενέργειες των ανταρτών είχαν ως αποτέλεσμα τη διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεων καταστολής απασχολώντας αρκετές μεραρχίες, οι οποίες περιελάμβαναν επίλεκτες μονάδες τεθωρακισμένων και ορεινού πεζικού.

Η Δωδεκανησιακή Εκστρατεία

Μία σύντομη αναζωπύρωση έλαβε χώρα μετά την ιταλική παράδοση το 1943, όταν ξεκίνησε ένας αγώνας μεταξύ των Βρετανών και των Γερμανών για να εξασφαλίσουν τα ιταλοκρατούμενα, στρατηγικής σημασίας, νησιά των Δωδεκανήσων. Οι Γερμανοί κατάφεραν γρήγορα να αφοπλίσουν την ιταλική φρουρά της Ρόδου, όμως οι Βρετανοί κατέλαβαν επιτυχώς τη Σάμο, τη Λέρο και την Κω. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί κατόρθωσαν, εξαπολύοντας αεροπορικές και ναυτικές επιθέσεις και χρησιμοποιώντας Ειδικές Δυνάμεις, να καταλάβουν και αυτά τα νησιά.

Εξωτερικές συνδέσεις

Η πολιορκία της Σεβαστούπολης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
Πολιορκία της Σεβαστούπολης
Ανατολικό Μέτωπο στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Bundesarchiv N 1603 Bild-121, Russland, Sewastopol, zerst?rter Hafen.jpg


Άποψη του λιμανιού της Σεβαστούπολης μετά το πέρας των εχθροπραξιών, καλοκαίρι του 1942

Χρονολογία 12 Σεπτεμβρίου, 1941 ? 9 Ιουλίου, 1942
Τόπος Χερσόνησος της Κριμαία, Σοβιετική Ένωση
Έκβαση Αποφασιστική γερμανική νίκη
Μαχόμενα μέρη
Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Ναζιστική Γερμανία Flag of the Soviet Union.svg Σοβιετική Ένωση
Αρχηγοί
Flag of the NSDAP (1920?1945).svg Έριχ φον Μανστάιν Flag of the Soviet Union.svg Φιλίπ Οκτιάμπρσκι

 

 

 

Η Πολιορκία της Σεβαστούπολης (ρωσ. ??????? ???????????) διήρκεσε από τις 12 Σεπτεμβρίου του 1941 μέχρι τις 9 Ιουλίου του 1942 και ήταν μια από τις πιο σημαντικές πολιορκίες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Πριν την πολιορκία

Μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου του 1941, τα γερμανικά στρατεύματα κατάλαβαν το Σμολένσκ και το Κίεβο και πολιορκούσαν το Λένινγκραντ. Οι Γερμανοί είχαν επιτυχίες και στα νοτιοδυτικά στην μάχη της Ουμάν και στην μάχη του Κιέβου, αφού είχαν απωθήσει σημαντικά τμήματα του Κόκκινου Στρατού στην Ουκρανία.

Η Κριμαία είχε στρατηγική θέση καθώς αποτελούσε δίοδο στις πετρελαιοφόρες περιοχές του Καυκάσου (αυτές οι περιοχές ήταν ζωτικής σημασίας για τη Ναζιστική Γερμανία, που ανέκαθεν υπέφερε απο έλλειψη υγρών καυσίμων για να τροφοδοτεί τις μακρινές της εκστρατείες). Η Κριμαία ήταν και βάση της Ερυθράς αεροπορίας της ΕΣΣΔ και με την κατάκτηση της, η ΕΣΣΔ δεν θα μπορούσε να καταλάβει τις περιοχές πετρελαίου της Ρουμανίας, ενώ η Γερμανία θα μπορούσε πιο άνετα να καταλάβει τις περιοχές πετρελαίου του Καυκάσου. Για την υπεράσπιση της Κριμαίας, οι Σοβιετικοί άφησαν την άμυνα της Οδησσού.

Τα στρατεύματα πριν την μάχη

ΕΣΣΔ

Η μόνη χερσαία οδός προς την Κριμαία ήταν ο ισθμός Περεκόπ. Η άμυνα της πόλης σχηματίστηκε τον Αύγουστο του 1942, από την 51η Στρατιά της STAVKA υπό την ηγεσία του Συνταγματάρχη, Φιόντορ Κουζνετσόφ. Στα βόρεια, η πόλη καλυπτόταν από 3 Μεραρχίες Τυφεκιοφόρων. Οι 3 Μεραρχίες ιππικού που στάλθηκαν για την άμυνα της πόλης έπρεπε να καταβάλουν την αντίσταση των στρατιωτών της Βέρμαχτ. Τέσσερα σώματα στρατού έπρεπε να προστατεύουν τις ακτές.

Γερμανία

Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1942, άρχισε η γερμανική επίθεση. Ο διοικητής της 11ης Στρατιάς του Έριχ φον Μανστάιν αποφάσισε να δημιουργήσει μια ομάδα μάχης από το 54ο Σώμα Στρατού, την 3η Ρουμανική Στρατιά καθώς και από το 49ο Σώμα Στρατού, το οποίο είχε ανακληθεί από το Ροστόφ στο Ντον. Αυτή την ομάδα έπρεπε να βοηθήσει το 4ο Αεροπορικό Σώμα του Στρατηγού των Ιπταμένων Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν με 1500 αεροσκάφη.

Πορεία των εχθροπραξιών

Μάχη του Περεκόπ

Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1942, τα γερμανικά στρατεύματα με 2 τμήματα του πεζικού υποστηριζόμενα από αεροσκάφη και πυροβολικό, άρχισε την επίθεση στον ισθμό του Περεκόπ. Σε 2 μέρες, οι Γερμανοί μετά από σκληρές μάχες κατέλαβαν το Αρμιάνσκ. Η σοβιετική αντεπίθεση υπό την ηγεσία του Πάβελ Μπάτοφ, με 2 τμήματα πεζικού και ιππικού, δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1942, τα σοβιετικά στρατεύματα αποσύρθηκαν στο Ινσουνσκίν, όπου οι σοβιετικοί κατάφεραν να αποκρούσουν τις γερμανικές επιθέσεις. Ο Μανστάιν, λόγω των μεγάλων απωλειών, αποφάσισε να μείνει στο Ροστόφ και αρνήθηκε να συνεχίσει την επίθεση.

Η μάχη του Ινσουνσκίν και σοβιετική υποχώρηση από την Κριμαία

Στις 18 Οκτωβρίου του 1942, η 11η Γερμανική Στρατιά άρχισε την επίθεση στο Ινσουνσκίν, το οποίο προστάτευαν η 9η Μεραρχία Τυφεκιοφόρων και μονάδες του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Μέσα σε 5 μέρες μαχών, οι Γερμανοί κατάφεραν να εξασθενίσουν τα σοβιετικά στρατεύματα. Στις 24 Οκτωβρίου του 1942, ο στόλος άρχισε την αντεπίθεση, η οποία διήρκεσε για δύο μέρες. Στις 26 Οκτωβρίου του 1942, ο Μανστάιν έριξε στη μάχη 2 νέες Μεραρχίες πεζικού και σε 2 μέρες διέσπασε την σοβιετική άμυνα. Μετά από αυτό, τμήματα του Κόκκινου Στρατού υποχώρησαν προς την την Σεβαστούπολη, το Κερτς, καθώς και σε ορεινές περιοχές. Η προσπάθεια των σοβιετικών να κρατήσουν τη Χερσόνησο Κερτς απέτυχαν. Μετά από την πίεση του 49ου Σώματος Στρατού, τα υπολείμματα του Κόκκινου Στρατού δεν κατάφεραν να μείνουν στην Σεβαστούπολη και κατέφυγαν στην Χερσόνησο Ταμάν. Στην Σεβαστούπολη στάλθηκαν 8 Μεραρχίες πεζικού. Θα εκδιώκονταν από το 54ο Σώμα Στρατού, με αποτέλεσμα να φθάσουν στις νότιες ακτές της Κριμαίας και να κόψουν τον δρόμο Αλούστα-Σεβαστούπολη.

Πολιορκία της Σεβαστούπολης

 

Κατεστραμμένα ναυτικά πυροβόλα της πυροβολαρχίας "Μαξίμ Γκόρκι"

Πρώτη επίθεση

Στην σοβιετική ιστοριογραφία, η πρώτη πολιορκία της Σεβαστούπολης θεωρείται ως μια προσπάθεια των Γερμανών να κατακτήσουν αστραπιαία την πόλη (30 Οκτωβρίου-21 Νοεμβρίου 1941). Ωστόσο, οι ξένοι και κυρίως οι Γερμανοί ιστορικοί, δεν θεωρούν αυτήν την επίθεση ως μια ξεχωριστή φάση της μάχης.

Από τις 30 Οκτωβρίου μέχρι τις 11 Νοεμβρίου, οι μάχες γινόταν στα μακρινά περίχωρα της Σεβαστούπολης. Στις 2 Νοεμβρίου, άρχισε η επίθεση στις θέσεις άμυνας της πόλης. Οι μονάδες πεζικού είχαν εγκαταλείψει την πόλη για αυτό και η άμυνα γινόταν από τον Στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Βέβαια, και οι Γερμανοί δεν είχαν εμπλέξει, αρχικά, πολλούς στρατιώτες. Ταυτόχρονα, συνεχιζόταν η εκκένωση της πόλης. Αρχικά, τα σοβιετικά στρατεύματα αριθμούσαν 20.000 στρατιώτες.

Στα τέλη Οκτωβρίου, με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της STAVKA, στάλθηκαν στην πόλη μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού της ΕΣΣΔ, που εκείνο τον καιρό προστάτευαν την Οδησσό. Στις 16 Οκτωβρίου, η πολιορκία της Οδησσού είχε παυθεί και έτσι όλος ο στρατός επικεντρώθηκε στην υπεράσπιση της Σεβαστούπολης.

Στις 9-10 Νοεμβρίου, η Βέρμαχτ κατάφερε να περικυκλώσει την πόλη από την ξηρά. Παρ' όλα αυτά, νέα σοβιετικά στρατεύματα κατάφεραν να μπουν στην πόλη για να συνδράμουν τους αμυνόμενους. Στις 11 Νοεμβρίου, όταν έφθασε η 11η Στρατιά της Βέρμαχτ, άρχισαν μάχες σε όλη την περίμετρο της πόλης.

Ρόλος των πεζοναυτών

Στις 5 Ιανουαρίου του 1942, ο Στόλος της Μαύρης Θάλασσας έφτασε στο λιμάνι της Ευπατόρια. Ταυτόχρονα, λόγω μιας εξέγερσης που ξέσπασε, οι πολίτες της πόλης πήγαν στα βουνά για να βοηθήσουν τους αντάρτες. Κατά το πρώτο στάδιο της επιχείρησης, τα ρουμανικά στρατεύματα νικήθηκαν και διώχτηκαν από την πόλη. Αλλά σύντομα, οι Γερμανοί έστειλαν ενισχύσεις. Οι δυνάμεις των πεζοναυτών σε μια άνιση μάχη με τους Γερμανούς, νικήθηκαν.

Στις 26 Οκτωβρίου του 1941, η Σοβιετική Διοίκηση αποφάσισε να κάνει μια στρατιωτική επιχείρηση στην Χερσόνησο Κερτς. Παρά την αρχική επιτυχία, η επιχείρηση τελείωσε με αποτυχία. Μετά από αυτήν την νίκη, οι Γερμανοί άρχισαν την τρίτη πολιορκία της Σεβαστούπολης.

Ρόλος των αεροσκαφών

Λουφτβάφε

Ο 4ος Αεροπορικός Στόλος της Λουφτβάφε, στην αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, υποστήριζε την Ομάδα Στρατού "Νότος". Το 1941, μέσω του Στόλου, μεταφέρθηκε στην Μεσόγειο Θάλασσα. Στις αρχές Μαΐου 1942, στάλθηκε για να υποστηρίξει τα γερμανικά στρατεύματα, πρώτα στην Χερσόνησο Κερτς και μετά στην Σεβαστούπολη. Τα αεροσκάφη της Λουφτβάφε πραγματοποιούσαν 600 εξόδους την ημέρα.

Δεύτερη επίθεση

Η άμυνα της πόλης από την ξηρά βασιζόταν σε φρούρια του πυροβολικού. Για να τα καταστρέψει, οι Γερμανοί έπρεπε να χρησιμοποιήσουν πολιορκητικό πυροβολικό. Στην Σεβαστούπολη, οι Γερμανοί είχαν στείλει το θηριώδες κανόνι "Ντόρα", όπως και άλλα πυροβόλα εξαιρετικά μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς. Τα όπλα, συνολικού βάρους 1000 τόνων, στάλθηκαν κρυφά από τη Γερμανία και έμειναν κρυμμένα σε βράχους. Τα όπλα χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1942, και ερρίφθησαν συνολικά περίπου 50 οβίδες συνολικού βάρους 7 τόνων.

Η τελευταία επίθεση

Η τελευταία επίθεση άρχισε στις 7 Ιουνίου του 1942. Οι έντονες μάχες και οι αντεπιθέσεις των σοβιετικών διήρκεσαν μία εβδομάδα. Στα επιθετικά τμήματα στρατού των Γερμανών, κατά μέσον όρο έμεναν 25 άτομα (στο καθένα). Η αλλαγή της κατάστασης έγινε στις 17 Ιουνίου. Τα νότια τμήματα του γερμανικού στρατού έφθασαν στους πρόποδες του βουνού Σαπούν. Στα βόρεια, καταλήφθηκε το φρούριο "Στάλιν" καθώς και το φρούριο "Μαξίμ Γκόρκι-1". Αυτό έδινε δυνατότητα στο γερμανικό πυροβολικό να επιτεθεί στο βόρειο τμήμα της πόλης, και η αποστολή πυρομαχικών από τις άλλες πόλεις της ΕΣΣΔ προς στην Σεβαστούπολη κατέστη αδύνατη. Ωστόσο, ο εσωτερικός δακτύλιος ήταν παρέμενε αρραγής και μια μάχη στο μέτωπο δεν θα έφερνε τα επιθυμητά για τους Γερμανούς αποτελέσματα. Ο Μανστάιν αποφάσισε να μην επιτεθεί στο δακτύλιο από τα νοτιοανατολικά αλλά από τα βόρεια. Το νότιο μέρος της άμυνας της πόλης ήταν πολύ καλά οχυρωμένο και οι στρατιώτες δεν θα μπορούσαν να το διασπάσουν, για αυτό και ο Μανστάιν βασιζόταν περισσότερο στοι στοιχείο του αιφνιδιασμού. Κατά την νύχτα από τις 28 προς τις 29 Ιουνίου, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού, το 30ο Σώμα Στρατού του Μανστάιν, διαθέτοντας μερικά σκάφη, διέσχισε κρυφά τον κόλπο και επιτέθηκε αιφνιδιαστικά. Στις 30 Ιουνίου, έπεσε το Μαλάχοφ Κουργκάν. Μετά από αυτό, και με άδεια της STAVKA, ο Αντιναύαρχος Φιλίπ Οκτιάμπρσκι μαζί με τον στόλο αποχώρησαν από την πόλη. Αυτό σήμανε την τελειωτική νίκη της Γερμανίας και την κατάληψη της Σεβαστούπολης. Περίπου 700 στρατιώτες και στρατηγοί του σοβιετικού στρατού εγκατέλειψαν την πόλη με υποβρύχια. Για την κατάληψη της Σεβαστούπολης, ο Έριχ φον Μανστάιν έλαβε τον τίτλο του Στρατάρχη και οι στρατιώτες του που είχαν λάβει μέρος στην εκστρατεία τιμήθηκαν με την "Ασπίδα της Κριμαίας".

 

 

 

 

 Η "Ασπίδα της Κριμαίας"

 

 Μετά την ήττα των Γερμανών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Σεβαστούπολη απελευθερώθηκε και στους επιζώντες υπερασπιστές της απονεμήθηκε το Μετάλλιο "Για την υπεράσπιση της Σεβαστούπολης".

 

 

 

 Μετάλλιο "Για την υπεράσπιση της Σεβαστούπολης"

 

 

Δικτυακοί τόποι

 

 

Κατάληψη των Φιλιππίνων

Η εκστρατεία στις Φιλιππίνες
 
Ο ιαπωνικός στρατός κατατρόπωσε τους Αμερικανούς
 
Επιμέλεια: Στεφανος Xελιδονης
 
 
 

 

 

Οταν τα νέα για το Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου 1941 έφτασαν στην Ουάσιγκτον, ο υπουργός Ναυτικού, Φρανκ Νοξ, νόμισε ότι το μήνυμα έκανε λάθος σχετικά με την τοποθεσία της καταστροφής: «Πρέπει να είναι οι Φιλιππίνες!» Τέτοια ήταν η σημασία των Φιλιππίνων για τον έλεγχο του Ειρηνικού και όντως την επόμενη μέρα άρχισε η ιαπωνική επίθεση στη νησιωτική χώρα, την οποία θα υπεράσπιζαν αμερικανικές δυνάμεις. Οι ΗΠΑ έχασαν την Εκστρατεία των Φιλιππίνων. Μάλιστα, η παράδοση των αμερικανικών δυνάμεων στη χερσόνησο του Μπαταάν ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ. Η υπεράσπιση των Φιλιππίνων δεν επιβράδυνε την ιαπωνική κατάκτηση της νοτιοανατολικής Ασίας, καθώς δεν εξετράπησαν ιαπωνικές δυνάμεις από άλλες αποστολές. Παρά την παράδοση, εκατοντάδες Αμερικανοί και Φιλιππινέζοι πήραν τα όπλα τους στα βουνά για να αντισταθούν στην κατοχή.

Οι χιλιάδες αιχμάλωτοι πολέμου θα περνούσαν από μια κόλαση για τα επόμενα τριάμισι χρόνια. Αρκετοί εξοντώθηκαν στην «Πορεία Θανάτου της Μπαταάν», ενώ οι περισσότεροι γνώρισαν τη φρίκη των ιαπωνικών στρατοπέδων συγκέντρωσης ή μεταφέρθηκαν με πλοία -στα οποία επικρατούσαν απάνθρωπες συνθήκες- στην Ιαπωνία για καταναγκαστικά έργα. Τους επιζώντες θα απελευθέρωναν αμερικανο-φιλιππινέζικες δυνάμεις το 1945 μετά την ανακατάληψη των Φιλιππίνων. Η πλάστιγγα έγειρε προς τις ΗΠΑ, το 1942, όταν ο πρόεδρος Ρούζβελτ εγκατέλειψε την τακτική που ήθελε τις αμερικανικές δυνάμεις να επιτίθενται αποκλειστικά στην Ευρώπη, ενώ στο θέατρο του Ειρηνικού μόνο να αμύνονται κατά των Ιαπώνων, και συνέχισε τον πόλεμο με επιθετικές ενέργειες και στα δύο μέτωπα. Μέχρι την οριστική νίκη επί της Ιαπωνίας, η εκδίκηση για την Μπαταάν θα έμενε καρφωμένη στο μυαλό των Αμερικανών.

Σοβαρά λάθη στρατηγικής και τακτικής

Του Allan R. Millett*

Καθώς οι σχέσεις με την Ιαπωνία επιδεινώθηκαν το 1937, οι Αμερικανοί επιτελείς δεν έβλεπαν ρεαλιστικό τρόπο να υπερασπίσουν τις Φιλιππίνες εκτός από τον Κόλπο της Μανίλας. Οι στρατηγικές εγκαταστάσεις ήταν η αμερικανική ναυτική βάση στον Κόλπο Σούμπιγκ στη δυτική Λουζόν, οι ναύσταθμοι στο Καβίτε και το Ολονγκάπο, οι αεροπορικές βάσεις Νίκολς, Κλαρκ και Εμπα, οι παράκτιες αμυντικές εγκαταστάσεις στη Νήσο Κορέγκιντορ και γύρω από τον Κόλπο της Μανίλας και τα φυλάκια των δυνάμεων πεζικού του αμερικανικού στρατού στην κεντρική Λουζόν. Η αποστολή των αμυντικών δυνάμεων στις Φιλιππίνες, σύμφωνα με το πολεμικό σχέδιο ORANGE, ήταν να κρατήσουν τον Κόλπο και, ίσως, την πόλη της Μανίλας και να ελπίζουν για διάσωση από το αμερικανικό ναυτικό, το οποίο βρισκόταν 5.300 μίλια μακριά, στα νησιά της Χαβάης.

Οι ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις ήταν πολύ πιο κοντά. Είχαν φρουρές στη Φορμόζα (Ταϊβάν) από το 1895, μόλις 700 μίλια βόρεια της Λουζόν. Μέχρι το 1941, οι Ιάπωνες είχαν τοποθετήσει δυνάμεις ανατολικά των Φιλιππίνων στο Παλάου και τις Μαριάνες Νήσους. Μετά την πτώση της Γαλλίας το 1940, κατείχαν βάσεις στη Γαλλική Ινδοκίνα. Οι Φιλιππίνες τώρα απειλούντο από τρεις πλευρές.

Οι Ιάπωνες σχεδίαζαν να κατακτήσουν τη Βρετανική Μαλαισία και τις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες προκειμένου να εξασφαλίσουν το μέλλον της Ιαπωνίας ως βιομηχανικού κράτους. Οι Φιλιππίνες αναδείχθηκαν σε επιπρόσθετο στόχο. Οι αμερικανικές βάσεις στη Λουζόν έπρεπε να εξουδετερωθούν ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι εισβολές στη Μαλαισία και στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες δεν θα διαταράσσονταν.

Οι ΗΠΑ ήλπιζαν ότι η υπεράσπιση των Φιλιππίνων θα απέτρεπε την Ιαπωνία από το να καταλάβει την «Περιοχή Πλουτοπαραγωγικών Πηγών των Νοτίων Θαλασσών». Ο Ασιατικός Στόλος του Ναυτικού δεν ήταν δυνατό να σταματήσει μία δύναμη κρούσης του Αυτοκρατορικού Ιαπωνικού Ναυτικού, στην οποίαν παρείχαν κάλυψη 200 αεροσκάφη του 11ου Αεροστόλου στη Φορμόζα.

Τα πλοία επιφανείας του ναυάρχου Τόμας Χαρτ -δύο καταδρομικά και 13 αντιτορπιλικά- σχεδίαζαν να ενωθούν με έναν στόλο από πολεμικά σκάφη των Ολλανδών και της Κοινοπολιτείας, τα οποία θα μπορούσαν να εμποδίσουν μία εισβολή. Ο Χαρτ, ωστόσο, περίμενε από τα 28 του υποβρύχια να επιτεθούν σε οποιονδήποτε στόλο του Αυτοκρατορικού Ιαπωνικού Ναυτικού με κατεύθυνση τη Λουζόν. Η Αεροπορία Απω Ανατολής είχε επίσης 35 βομβαρδιστικά B-17 έτοιμα να βομβαρδίσουν μία δύναμη εισβολής. Μία δύναμη από 107 μαχητικά P-40 θα προστάτευε τις αμερικανικές αεροπορικές και ναυτικές βάσεις.

Ο στρατός για την Κοινοπολιτεία των Φιλιππίνων συστάθηκε το 1941. Αυτός ο στρατός ήταν δημιούργημα του Ντάγκλας Μακάρθουρ, του εν αποστρατεία αρχηγού επιτελείου του στρατού των ΗΠΑ και αρχηγού τώρα των ενόπλων δυνάμεων των Φιλιππίνων. Σχεδίαζε να ενισχύσει τους 100.000 ανεκπαίδευτους Φιλιππινέζους πολιτοφύλακές του με τους Αμερικανούς στρατιώτες της Μεραρχίας Φιλιππίνων. Αυτή η μεραρχία, ωστόσο, είχε μονάχα ένα σύνταγμα πεζικού και τρία τάγματα πυροβολικού. Οι Φιλιππινέζοι Ανιχνευτές, επίλεκτοι Φιλιππινέζοι στρατιώτες, παρείχαν μόνο ένα σύνταγμα ιππικού, δύο συντάγματα πυροβολικού και δύο τάγματα πυροβολικού πεδίου μάχης. Τέσσερα τάγματα παράκτιου πυροβολικού υπεράσπιζαν τον Κόλπο της Μανίλας. Οι μόνες ενισχύσεις ήταν δύο τάγματα τεθωρακισμένων και ένα σύνταγμα αντιαεροπορικού. Οταν κανείς λογάριαζε και τα βοηθητικά στρατεύματα, καθώς και το επίγειο προσωπικό αεροπορίας, ο στρατός των ΗΠΑ παρείχε μονάχα 31.000 στρατιώτες για την άμυνα των Φιλιππίνων.

Το καλοκαίρι του 1941, ο πρόεδρος Φράνκλιν Ρούζβελτ διόρισε τον Μακάρθουρ αρχηγό όλων των αμερικανικών στρατευμάτων στις Φιλιππίνες. Αντί για την άμυνα αποκλειστικά του Κόλπου της Μανίλας, ο Μακάρθουρ σχεδίαζε την άμυνα του Κόλπου της Λινγκαγιέν στη βόρεια Λουζόν με τέσσερις μεραρχίες Φιλιππινέζων, που θα είχαν υποστήριξη από δύο συντάγματα Ανιχνευτών. Αλλες δύο μεραρχίες θα υπεράσπιζαν τη νότια Λουζόν, και δύο μεραρχίες (συμπεριλαμβανομένης της Μεραρχίας Φιλιππίνων) θα παρέμεναν κοντά στη Μανίλα.

Με το να καταστρέψουν τις μονάδες της αεροπορίας του στρατού των ΗΠΑ στο νησί και να παραμερίσουν τον Ασιατικό Στόλο, οι Ιάπωνες κέρδισαν την Εκστρατεία των Φιλιππίνων. Ο Χαρτ και ο Μακάρθουρ έμαθαν για την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ νωρίς το πρωί της Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου. Ο Χαρτ διέταξε τα πλοία επιφανείας του να κατευθυνθούν νότια, στην Ιάβα. Τα υποβρύχιά του συγκεντρώθηκαν στις πιθανές οδούς εισβολής της Λουζόν.

Προκειμένου να διαφύγουν την αναμενόμενη ιαπωνική αεροπορική επίθεση στις βάσεις Κλαρκ και Εμπα, τα βομβαρδιστικά και τα μαχητικά απογειώθηκαν στις 8.30 π.μ., μετά ανεφοδιάστηκαν και απογειώθηκαν ξανά στις 10.30 π.μ., ακόμη χωρίς διαταγές. Μέχρι το μεσημέρι, τα B-17 έλαβαν τις διαταγές του Μακάρθουρ να βομβαρδίσουν τη Φορμόζα και προσγειώθηκαν ξανά για ανεφοδιασμό. Στις 12.40 μ.μ., μία ιαπωνική δύναμη 54 βομβαρδιστικών και 36 μαχητικών επιτέθηκαν στα αεροδρόμια των βάσεων Κλαρκ και Εμπα και κατέστρεψαν 100 αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων των μισών B-17 και P-40.

Η περίφημη δύναμη υποβρυχίων δεν ενεπλάκη σε μάχη με τον στόλο εισβολής που κατευθυνόταν στον Κόλπο της Λινγκαγιέν. Η ιαπωνική 14η Στρατιά, δύο ενισχυμένες μεραρχίες 57.000 ανδρών υπό τις διαταγές του αντιστρατήγου Χόμα Μασαχάρου, αποβιβάστηκε χωρίς να συναντήσει σοβαρή αντίσταση στις 22 Δεκεμβρίου. Μία μικρότερη ταξιαρχία βγήκε στην ακτή της νότιας Λουζόν. Σε τρεις μόνο μέρες μία από τις μεραρχίες του Χόμα διασκόρπισε τις δύο μεραρχίες Φιλιππινέζων στη βόρεια Λουζόν και ολοκλήρωσε την πρώτη φάση των επίγειων επιχειρήσεων, από τις 22 έως τις 24 Δεκεμβρίου 1941.

Η «Πορεία Θανάτου της Μπαταάν» για χιλιάδες αιχμαλώτους

Εχοντας κάλυψη από το 26ο Ιππικό και τους Ανιχνευτές, ο φιλιππινέζικος στρατός οπισθοχώρησε στη χερσόνησο του Μπαταάν όταν ο Μακάρθουρ διέταξε να τεθεί σε εφαρμογή το αρχικό σχέδιο του στρατού, το ORANGE-3.

Παρόλο που τα μάχιμα στρατεύματα έφτασαν στην Μπαταάν μεταξύ 24 και 31 Δεκεμβρίου 1941, οι ανοργάνωτες βοηθητικές μονάδες εγκατέλειψαν πάνω από 10 εκατ. τόνους φαγητού και ζωτικές ποσότητες ιατρικού υλικού και πυρομαχικών. Στη Νήσο Κορέγκιντορ πήγαν πολύ περισσότερα εφόδια απ? ό,τι χρειαζόταν η φρουρά της. Η δύναμη της Μπαταάν, από την άλλη, βρήκε αποθέματα ανεπαρκή για 80.000 στρατιωτικού προσωπικού και 126.000 άμαχους πρόσφυγες. Επειτα από μία εβδομάδα, η μερίδα φαγητού, που αντιστοιχούσε σε κάθε στρατιώτη, έπεσε στις 2.000 θερμίδες τη μέρα ή το μισό των βασικών αναγκών ενεργών στρατιωτών. Τον Μάρτιο, οι μερίδες έπεσαν στις 1.000 θερμίδες τη μέρα. Μέχρι τον Απρίλιο, το 80% του στρατού της Μπαταάν είχε ελονοσία ή δυσεντερία ή και τα δύο, καθώς και σχετιζόμενες τροπικές ασθένειες και μολύνσεις. Οι μισοί Ιάπωνες επίσης αρρώστησαν.

Μέσα σε δύο μήνες πολέμου στα βουνά και τη ζούγκλα, ο ιαπωνικός στρατός διέρρηξε την άμυνα έξι μεραρχιών Φιλιππινέζων, τεσσάρων συνταγμάτων Ανιχνευτών, καθώς και του τακτικού στρατού και των συνταγμάτων πυροβολικού. Βοηθητικά στρατεύματα, εκτοπισμένο προσωπικό της αεροπορίας στρατού, επίγειο προσωπικό του αμερικανικού ναυτικού και μονάδες πεζοναυτών συμπλήρωσαν τις γραμμές και έδωσαν μάχη κατά όσων Ιαπώνων επιχειρούσαν να διεισδύσουν. Τον Μάρτιο, ο Ρούζβελτ αναγνώρισε την επαπειλούμενη ήττα και διέταξε τον Μακάρθουρ να πάει στην Αυστραλία για να οργανώσει έναν άλλον πόλεμο. Οταν περαιτέρω αντίσταση έδειχνε μάταιη, ο υποστράτηγος Εντουαρντ Π. Κινγκ Τζούνιορ, ο διοικητής στην Μπαταάν, παρέδωσε μία δύναμη 76.000 ανδρών, εκ των οποίων οι 10.000 ήταν Αμερικανοί.

Μεταξύ της συνθηκολόγησης στις 8 Απριλίου και των αρχών Ιουνίου, όταν οι Ιάπωνες οργάνωσαν μόνιμα στρατόπεδα για λευκούς αιχμαλώτους πολέμου και εγκλείστους, 9.000 Αμερικανοί και Φιλιππινέζοι στρατιώτες πέθαναν εν αιχμαλωσία. Ασυγκράτητοι Ιάπωνες στρατιώτες δολοφονούσαν αιχμαλώτους πολέμου, αλλά οι περισσότεροι από τους θανάτους προήλθαν από εξάντληση και αφυδάτωση μεταξύ των αιχμαλώτων που βάδισαν στο στρατόπεδο Ο? Ντόνελ, 55 μίλια από τη θέση παράδοσης. Εκτιμάται ότι 6.300 από τους 7.000 νεκρούς στην «Πορεία Θανάτου της Μπαταάν» ήταν Φιλιππινέζοι.

Η τελευταία φάση της εκστρατείας διήρκεσε μόνο τέσσερις εβδομάδες (8 Απριλίου - 6 Μαΐου 1942) και χαρακτηρίστηκε από την πολιορκία της Νήσου Κορέγκιντορ, την οποίαν υπεράσπιζαν το παράκτιο πυροβολικό και το 4ο Σύνταγμα Πεζοναυτών. Βοηθητικά στρατεύματα και άνδρες του υγειονομικού, μαζί με τους τραυματίες, αριθμούσαν πάνω από τη μισή φρουρά. Βομβαρδισμένες χωρίς ανάπαυλα, οι εναπομείνασες δυνάμεις δεν μπορούσαν να αποτρέψουν μία ιαπωνική αμφίβια απόβαση στις 5 Μαΐου. Την επόμενη μέρα, ο αρχηγός των Αμερικανικών Δυνάμεων στην Απω Ανατολή, αντιστράτηγος Τζόναθαν Μ. Γουέινραϊτ, παρέδωσε όλες τις δυνάμεις που είχαν απομείνει στις Φιλιππίνες, εκ των οποίων 13.000 άνδρες στη Νήσο Κορέγκιντορ.

 

© 2015 - Σχεδίαση & Συντήρηση Ιστοτόπου : Λάμπρου Αθανάσιος - Καθηγητής Πληροφορικής 1ου Γενικού Λυκείου Αρτέμιδος