ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

γραφή και προφορά της αρχαίας ελληνικής γλώσσας

  

Τον κοιτάει. Είναι νέος – πολύ νέος για καπετάνιος – ως τριάντα χρονών. Όμορφος ΄άντρας, με κορμί αρμονικό και πρόσωπο αδρό μα γλυκό, όπου γυαλίζουν δυο μάτια χρυσαφιά, χαμογελαστά και εξυπνότατα. «Ένας Έλληνας. Έτσι πάντα φανταζόμουν τους Έλληνες. Πρέπει να του μιλήσω ελληνικά».

- Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ!

Ο καπετάνιος σαστίζει.

- Παρντόν, μαμζέλ. Δεν καταλαβαίνω τι λέτε. Μιλώ γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά…

- Πώς! Ελληνικά δεν ξέρετε;

- Διάβολε! Είμαι Έλληνας.

- Η φράση που σας είπα είναι ελληνική. Αρχαία ελληνική.

- Δεν αποκλείεται. Αλλά…

- Τι εννοείτε; Σας βεβαιώνω ότι γνωρίζω πολύ καλά τη γλώσσα των προγόνων σας.

- Εγώ ομολογώ πως δεν είμαι τόσο δυνατός στη γλώσσα των προγόνων μου. Έχετε την καλοσύνη να ξαναπείτε τη φράση;

- Ευχαρίστως. Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ!

Ο καπετάνιος αναστενάζει, πολύ στενοχωρημένος. Βγάζει από την τσέπη του ένα σημειωματάριο και ένα μολύβι.

- Παρακαλώ, δεν την γράφετε εδώ; Άμα την δω γραμμένη, ίσως την καταλάβω…

Με χέρι νευρικό, γράφει τη φράση. Ο καπετάνιος τη διαβάζει, και ξεσπάει σε γέλιο ομηρικό.

- Ναύκληρε καλέ καγαθέ, χαίρε! Έτσι προφέρεται, κι όχι όπως το είπατε.

- Μιλώ με την ερασμιακή προφορά. Η δική σας, καθώς βλέπω, είναι εντελώς αλλιώτικη.

- Είναι η σωστή. Μου την εξήγησε ο μικρός αδερφός μου, ένας νέος με μεγάλη μόρφωση. Το αποδείχνει, λέει, η μετρική, η προσωδία…

Απόμειναν σιωπηλοί. Κοιτάζονταν και χαμογελούσαν. Κι η Μαρίνα είπε:

- Με συγχωρείτε που σας ενοχλώ, μα δεν έτυχε ποτέ να γνωρίσω Έλληνες. Είδα, λοιπόν, το πλοίο σας, το «Ιμαϊρά»…

- Πώς είπατε; Ιμαϊρά;

- Βεβαίως. Έτσι δε λέγεται το πλοίο σας;

- Όχι, δεσποινίς. Λέγεται Χίμαιρα. Χίμαιρα.

 

Το παραπάνω απόσπασμα από τη Μεγάλη Χίμαιρα του Μ. Καραγάτση (σελ. 36-37) μπορεί να γίνει καλή αφορμή για να τεθεί εναργώς το ζήτημα της γραφής και της προφοράς της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Ένα ζήτημα που έχει άμεση σχέση και με τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής κυρίως στο γυμνάσιο, αφού η αποσαφήνισή του θα διαλύσει μύθους και παρεξηγήσεις τόσο για τη γραφή στην κλασική περίοδο όσο και για τη σύγχρονη ορθογραφία.

 

Στο βιβλίο αρχαία ελληνική γλώσσα της Α΄  Γυμνασίου (Πώς έγραφαν οι αρχαίοι Έλληνες, σελ. 16-17) δίνονται πληροφορίες για τη γραφή της κλασικής περιόδου όπου ανήκουν τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η γραφή ήταν κεφαλαιογράμματη. Η μικρογράμματη πολυτονική γραφή καθιερώνεται από τον 9ο μ.Χ αι.

 

Άρα, όταν διδάσκουμε τα αρχαία ελληνικά γραμμένα με πολυτονική μικρογράμματη γραφή δε διδάσκουμε τίποτα για τη γραφή της κλασικής περιόδου όπου εντάσσονται. Και αν η μικρογράμματη γραφή, εφόσον αποτελεί τον τρόπο γραφής της νεοελληνικής, είναι οικεία και δε δημιουργεί πρόβλημα, το πολυτονικό συνιστά ζήτημα αυξημένης δυσκολίας για τους μαθητές. Οι πολλοί κανόνες και οι ασάφειες σχετικά με τα δίχρονα απωθούν τους μαθητές. Η εκμάθησή του δεν επιτυγχάνεται ούτε στους καλούς μαθητές.

 

Επίσης, στο ίδιο βιβλίο αρχαία ελληνική γλώσσα της Α΄  Γυμνασίου (Φθόγγοι και γράμματα, σελ. 18-19) δίνονται λίγες πληροφορίες για την προφορά της αρχαίας ελληνικής. Συγκεκριμένα σημειώνεται ότι «τα βραχύχρονα φωνήεντα προφέρονταν όπως και σήμερα», αλλά τότε πώς προφέρονταν τα ΠΕΡΙΚLΕS, ΑΡΙSSΤΕΙΔΕS που εικονίζονται στη σελίδα 18; Αναφέρεται ότι «τα σύμφωνα προφέρονταν σε γενικές γραμμές όπως και σήμερα. Ιδιαίτερη προφορά είχαν π.χ. το ‘‘β’’, που προφέρονταν ‘‘μπ’’, το ‘‘δ’’ που προφέρονταν ‘‘ντ’’ και το ‘‘γ’’, που προφέρονταν ‘‘γκ’’. Δεν αναφέρεται, ωστόσο, τίποτα για την προφορά του «υ», των θ,φ,χ που είναι στιγμικά και όχι τριβόμενα κατά τη κλασική εποχή, του δασυνόμενου «ρ» και του «ζ». Επίσης όσον αφορά τις διφθόγγους το βιβλίο επισημαίνει ότι «αποτελούνταν από δύο φωνήεντα που προφέρονταν γρήγορα μαζί σε μία συλλαβή» και ότι σήμερα «χαρακτηρίζονται «δίψηφα»  και προφέρονται σαν ένα φωνήεν.» Τι σημαίνει χαρακτηρίζονται; Δηλαδή δεν είναι; Το ρήμα «χαρακτηρίζονται» δεν ξεκαθαρίζει στα παιδιά του γυμνασίου ότι πρόκειται για άλλους φθόγγους που δεν έχουν πλέον σήμερα καμία φωνητική σχέση μ’ αυτούς που εκφράζανε οι συγκεκριμένοι συνδυασμοί γραμμάτων στην κλασική εποχή. Επιπλέον μέσα στις αρχαιοελληνικές διφθόγγους που σήμερα «χαρακτηρίζονται» δίψηφα φωνήεντα περιλαμβάνει το βιβλίο και τα αυ, ευ! Με λίγα λόγια, η απόλυτη σύγχυση. Τέτοιες πρόχειρες προσεγγίσεις είναι μάλλον προσχηματικές για να σκεπάσουν κάτω από το χαλί βαθιές διαφορές της αρχαιοελληνικής γλώσσας από τη νεοελληνική.

 

 Αν θέλουμε, όμως, πράγματι να διδάξουμε την αρχαία ελληνική χρειάζεται να εντοπίσουμε, να σχολιάσουμε και να εξηγήσουμε με σαφήνεια όλες τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο γλωσσών σε όλα τα πεδία που συνιστούν το σύστημα της γλώσσας. Και η φωνητική είναι μια εξίσου με τις άλλες σημαντική πτυχή των γλωσσών που τις κάνει ξεχωριστές. Ειδικά για τα αρχαία ελληνικά εξηγεί τη γραφή τους και δικαιολογεί και τη σύγχρονη ιστορική ορθογραφία. Είναι, για παράδειγμα, ενδιαφέρον να καταλάβουν οι μαθητές ότι η αρχαιοελληνική ορθογράφηση είναι φωνητική και ότι τα παιδιά της ηλικίας τους δεν αγχώνονταν για την ορθογραφία! Η εμπειρία λέει ότι μια τέτοια ιστορική αναδίφηση γοητεύει τα παιδιά, καθώς τα προκαλεί να δοκιμάσουν ν’ ακούσουν μια γλώσσα που δε μιλιέται κι έτσι να δημιουργήσουν ένα ηχητικό ντοκουμέντο μιας άλλης εποχής.

 

Εξαιρετικό βοήθημα για να αντιληφθούν παραστατικά οι μαθητές τη διαφορετική προφορά είναι αυτή η σελίδα με κείμενο της Ελένης Αντωνοπούλου,  στην πύλη για την ελληνική γλώσσα. Μπορούμε να αξιοποιήσουμε το βίντεο που δημιουργήσαμε και που βασίζεται στο υλικό της σχετικής σελίδας.

 

Ακόμη, μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα ακόλουθα βίντεο, όπου ακούγονται αρχαία ελληνικά κείμενα με ερασμιακή προφορά:

Όμηρος, Ιλιάδα Α 1-7 (υλικό από το http://www.rhapsodes.fll.vt.edu/iliad1.htm)

Δημοσθένης, Περί του στεφάνου, 199-200 (υλικό από το http://www.rhapsodes.fll.vt.edu/demosthenes.htm

 

Φυσικά, δε μπορούμε και δεν υπάρχει λόγος να διδάξουμε την αρχαιοελληνική προφορά. Έτσι κι αλλιώς μόνο κατά προσέγγιση θα ήταν δυνατό να τη μιμηθούμε. Μια τέτοια προσπάθεια έχει μόνο ενημερωτικό χαρακτήρα για να διαπιστώσουν οι μαθητές την πρώτη σημαντική αλλά αφανή (ή μήπως αποσιωπημένη;) διαφορά μεταξύ των δύο γλωσσών και να συνειδητοποιήσουν πως αν συναντούσαν το Σωκράτη δε θα καταλάβαιναν τίποτα από τα λεγόμενά του, ακόμη κι αν ήταν πολύ καλοί γνώστες της αρχαίας ελληνικής. Τη στιγμή λοιπόν που οι μαθητές δεν γνωρίζουν τίποτε γύρω από το φωνητικό σύστημα της αρχαίας ελληνικής ερχόμαστε να τους διδάξουμε τη γλώσσα μέσα από ένα σύστημα γραφής εντελώς άγνωστο στους αρχαίους έλληνες: το μικρογράμματο πολυτονικό. Έτσι μ’ έναν αβίαστο τρόπο εμπεδώνουν τα παιδιά την αντιεπιστημονική ταύτιση της γλώσσας με τη γραφή. Και ακόμη παραπέρα: αφού η μικρογράμματη γραφή είναι ίδια με τη δικιά μας τότε σίγουρα είναι ίδια και η γλώσσα! Κι αν το μικρογράμματο σύστημα γραφής αποτέλεσε φυσική συνέχεια του κεφαλαιογράμματου, δεν διευκρινίζουμε ποτέ στους μαθητές ότι το πολυτονικό επινοήθηκε για να διευκολύνει όχι μόνο τους αλλόγλωσσους που μάθαιναν τα ελληνικά αλλά και τους ελληνόγλωσσους που δεν αναγνώριζαν πλέον τη γλώσσα της κλασικής περιόδου γιατί είχε αλλάξει πολύ. Υπάρχει δηλαδή ουσιώδης ανάγκη γνώσης για τη γλώσσα και τη σχέση γραφής και γλώσσας, που οπωσδήποτε δε συνιστούν ταυτόσημες έννοιες όπως στρεβλά διαχέεται στην κοινή (και όχι μόνο) αντίληψη.

 

Στο εξαιρετικό βιβλίο «ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας» ο Α.-Φ. Χριστίδης σημειώνει (σελ. 116) «Οι ξένοι προφέρουν τα αρχαία ελληνικά με τη λεγόμενη ερασμιακή προφορά (από το όνομα του Ολλανδού σοφού Έρασμου, του 16ου αιώνα). Η ερασμιακή προφορά είναι μια προσπάθεια προσέγγισης της αρχαίας προφοράς. Με άλλα λόγια, όταν προφέρουμε τα αρχαία ελληνικά με την ερασμιακή προφορά, δεν τα διαβάζουμε με τη νεοελληνική προφορά αλλά με τον τρόπο που υποθέτουμε ότι προφέρονταν στην αρχαιότητα. Για μας εδώ στην Ελλάδα αυτό ακούγεται παράξενα ή και ενοχλητικά, (α) γιατί δεν έχουμε συνηθίσει να ακούμε τα αρχαία ελληνικά με προφορά άλλη από τη νεοελληνική, και (β) γιατί ως μαθητές δε μάθαμε ποτέ ότι η ελληνική γλώσσα άλλαξε σημαντικά μέσα στο χρόνο, τόσο στην προφορά όσο και σε άλλες όψεις της (σύνταξη, λεξιλόγιο κλπ.). Και αυτό το δεύτερο ευθύνεται για τις συχνά βίαιες αντιδράσεις στην ερασμιακή προφορά των ξένων. Εμείς μπορούμε να συνεχίσουμε να διαβάζουμε τα αρχαία ελληνικά με τη νεοελληνική προφορά, αρκεί να ξέρουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν τα πρόφεραν έτσι – ότι η γλώσσα άλλαξε μέσα στο χρόνο. Και αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Όλες οι γλώσσες αλλάζουν μέσα στον χρόνο».

 

Βασίλης Συμεωνίδης

Σωτήρης Γκαρμπούνης

 

 

Υ.Γ. Η «ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας» του Α.-Φ. Χριστίδη είναι ένα χρηστικό βιβλίο που συντάχτηκε στα πλαίσια του προγράμματος «αρχαιογνωσία και αρχαιογλωσσία στη μέση εκπαίδευση» το οποίο ανατέθηκε από το ΥΠΕΠΘ στο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας. Χαρακτηρίζεται από επιστημονική πληρότητα, σαφή και ψύχραιμη παρουσίαση της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής. Επίσης, από παιδαγωγική δομή και ευαισθησία. Αυτό το  εξαιρετικό σύγγραμμα με κανένα τρόπο δεν έχει ενταχθεί στη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής. Φοβόμαστε πως ούτε πρόκειται…

 

δημοσιευμένο στο όμικρον,

ιστολόγιο για τα γλωσσικά ζητήματα και για την προώθηση των κλασικών γραμμάτων στην εκπαίδευση

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.