ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Το φάσμα της ψευδολογίας

Ε. Π. Παπανούτσος

διασκευασμένο απόσπασμα από τους Θεματικούς Κύκλους για το ενιαίο λύκειο

 και σε odt και σε doc

 

Αν θελήσει ν' απαριθμήσει κανείς τα είδη της ψευδολογίας (ανάλογα με τις προθέσεις του ενόχου) φοβούμαι ότι δεν θα φτάσει στην άκρη του πλήθους. Από την άποψη αυτή τουλάχιστον είναι ορθό το λεγόμενο: «Η αλήθεια είναι μία, τα ψεύδη πολλά»... Πρόκειται ασφαλώς για ένα φαινόμενο του ψυχικού (αλλά και του κοινωνικού) βίου πολύμορφο, που έχει από πανάρχαιους χρόνους απασχολήσει δικαστές και παιδαγωγούς, ψυχολόγους και ηθολόγους. «Γιατί λέει ο άνθρωπος ψέματα; ποια ελατήρια τον κινούν, και τι επιδιώκει όταν ψεύδεται;». Ας επισημάνομε μερικές χαρακτηριστικές ποικιλίες της ψευδολογίας, για να φανεί πόσο μεγάλο είναι το φάσμα της.

Στην κεφαλή η ψευδολογία του συμφέροντος, του άμεσου ή του έμμεσου, του υλικού κατά κύριο λόγο, που αρχίζει από το ευτελές κέρδος και φτάνει έως τη μεγαλόσχημη καριέρα. Και περιλαμβάνει όλες τις παραλλαγές: από τη σιωπηλήν απόκρυψη των ασύμφορων στοιχείων έως την κατάφωρη1 και προκλητική διαστροφή των πραγματικών γεγονότων. Ο καθ' έξιν συμφεροντολόγος ψεύτης δεν ξέρει τη ντροπή· όταν αποκαλυφτεί, χαμογελάει με κυνισμό προβάλλοντας το επιχείρημα ότι στον τραχύ αγώνα της ζωής, όπου ο τίμιος και ειλικρινής κατά κανόνα υποσκελίζεται από τους επιτήδειους, κάθε μέσον είναι θεμιτό. Άλλωστε, οι εύπιστοι θα την πάθουν οπωσδήποτε· αν δεν τους γελάσει αυτός, θα τους γελάσουν άλλοι. Επιτέλους: «εγώ κοιτάζω να πουλήσω· εσύ πρόσεξε πριν αγοράσεις...». Παρά το γεγονός ότι ο ψεύτης του συμφέροντος στιγματίζεται ανέκαθεν, από τον άμβωνα και την έδρα του δασκάλου, στην κοινωνία της οικονομικής και της πολιτικής συναλλαγής το είδος τούτο ευδοκιμεί. Οι πολύπειροι και της μιας και της άλλης αγοράς τιμούν ίσως τον φιλαλήθη, αλλά δεν τον εμπιστεύονται –δεν γίνεται «δουλειά» με ανθρώπους που έχουν την αθεράπευτη αδυναμία να λένε «τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη»...

Έπειτα έρχεται στη σειρά η ψευδολογία της άμυνας. Όταν κινδυνεύει (πραγματικά ή υποθετικά), ο αδύνατος άνθρωπος καταφεύγει στο ψέμα για να σωθεί. Αποκρύπτει την ενοχή του, ενοχοποιεί άλλους, μεταθέτει τις ευθύνες, προσποιείται άγνοια των πραγμάτων, σκηνοθετεί ένα άλλοθι κτλ., επειδή από δειλία ή στην αμηχανία του δεν βρίσκει άλλο τρόπο ν' αποφύγει μια τιμωρία ή μια ζημιά αναπόφευκτη, συνέπειες κολάσιμων πράξεων ή παραλείψεών του, εμπρόθετων ή και τυχαίων. Το ψέμα αυτού του είδους γίνεται όπλο προστασίας και καταφύγιο σ' εκείνους που δεν έχουν το θάρρος ν' αντικρύσουν κατά μέτωπο έναν ισχυρό αντίπαλο ή μια δυσχερή2 κατάσταση και να τα «βγάλουν πέρα» μαζί τους, στην ανάγκη με τίμημα ακριβό, αλλά χωρίς αναξιοπρέπεια. Το χρησιμοποιούν στην υπεράσπιση τους τα παιδιά, οι σωματικά ή πνευματικά αδύνατοι, οι ευθυνόφοβοι και οι δειλοί. Ίσως μπορεί κανείς να το συχωρέσει ή τουλάχιστο να το κρίνει με επιείκεια, όταν ο αμυνόμενος προσπαθεί με αυτό ν' αποφύγει την ασύμμετρη σκληρότητα ενός αδίσταχτου τιμητή. Όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν γεννηθεί ήρωες ή μάρτυρες.

Τρίτη θα ονόμαζα την ψευδολογία της κακότητας. Εδώ βρισκόμαστε στο σκοτεινό χώρο της συκοφαντίας. Ο ψευδολόγος από κακότητα δεν χρειάζεται την αποσιώπηση ή την παραποίηση της αλήθειας για να επιτύχει ένα ορισμένο προσωπικό ωφέλημα ή για να αμυνθεί απέναντι ισχυροτέρων αντιπάλων. Ψεύδεται για να κακουργήσει· για να ζημιώσει έναν άνθρωπο που συμβαίνει να ευημερεί, για να υποσκάψει τη θέση ενός συναδέλφου, για να σπιλώσει την υπόληψη ενός προσώπου που έχει κερδίσει τη γενικήν εκτίμηση, για να σπείρει ζιζάνια μεταξύ φίλων, να διεγείρει εχθρότητες, ν' αναστατώσει «σπίτια», να γκρεμίσει «καθεστώτα»... Και όλα αυτά από διάθεση σατανική: κακεντρέχεια, φθόνο, μανία καταστροφής. Στο βάθος αυτού του εωσφορισμού3 υπάρχει μια άφατη4 δυστυχία – οδυνηρή αίσθηση ανικανότητας, ανεπάρκειας, νικημού. Έτσι αντιδρούν οι (πραγματικά ή υποθετικά) ηττημένοι, όσοι έθρεψαν φιλοδοξίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις τους και εγκατέλειψαν τον αγώνα ντροπιασμένοι. Εκδικούνται εκείνους που ευτύχησαν να ιδούν τους καρπούς της αρετής και του μόχθου των. Και είναι τόσο μεγάλο κάποτε το μίσος τους, ώστε δεν διστάζουν να συκοφαντήσουν ακόμη και όταν κινδυνεύουν να καταρρεύσουν μαζί με τα θύματά τους. «Αφού δεν επέτυχα κ' εγώ, ας καταστραφούμε μαζί –έτσι θα εξισωθούμε»..

 

 

Α1. Να συντάξετε περίληψη του κειμένου σε 100-120 λέξεις.

Α2. Απαντήστε σύντομα με μια φράση 10-15 λέξεων στις παρακάτω ερωτήσεις:

α) ποιο είναι το θέμα του κειμένου;

β) ποια είναι η άποψη του συγγραφέα;

γ) για ποιο λόγο γράφει το κείμενο; σε ποιους απευθύνετε;

δ) τι είδος κείμενο είναι;

Α3. Ποιο σκοπό εξυπηρετεί η πρώτη παράγραφος;

Α4. Κατά κάποιον τρόπο ο ψεύτης δικαιώνεται στο τέλος της δεύτερης παραγράφου. Αυτό δεν έρχεται σε αντίφαση με όσα αναφέρονται προηγουμένως; Ποια νομίζετε ότι είναι η οπτική του συγγραφέα;

Α5. Αναπτύξτε σε μία παράγραφο ογδόντα (80) περίπου λέξεων το νόημα της παρακάτω φράσης του κειμένου: “δεν γίνεται «δουλειά» με ανθρώπους που έχουν την αθεράπευτη αδυναμία να λένε «τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη»”.

Α6. Όπως στη δεύτερη παράγραφο, έτσι και στην τρίτη, κατά κάποιον τρόπο ο ψεύτης δικαιώνεται στο τέλος της παραγράφου. Αυτό δεν έρχεται σε αντίφαση με όσα αναφέρονται προηγουμένως; Ποια νομίζετε ότι είναι η οπτική του συγγραφέα;

Α7. Αναπτύξτε σε μία παράγραφο ογδόντα (80) περίπου λέξεων το νόημα της παρακάτω φράσης του κειμένου: “ο αμυνόμενος προσπαθεί με αυτό ν' αποφύγει την ασύμμετρη σκληρότητα ενός αδίσταχτου τιμητή”.

Α8. Ο συγγραφέας, όπως φαίνεται στο τέλος της τέταρτης παραγράφου, μάλλον αντιμετωπίζει διαφορετικά την τρίτη περίπτωση ψευδολογίας. Μπορείτε να εντοπίσετε τη διαφορά;

Α9. Για ποιο λόγο νομίζετε ότι ο συγγραφέας κατηγοριοποιεί διαφορετικά τις περιπτώσεις ψευδολογίας και δεν τις αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο;

Β1. Αν το κείμενο ήταν μία παράγραφος, ποιον τρόπο ανάπτυξης διακρίνετε;

Β2. Ποιος είναι ο ρόλος των ερωτημάτων στην πρώτη παράγραφο; Πώς αλλιώς θα μπορούσε να διατυπωθεί;

Β3. Για ποιον λόγο χρησιμοποιείται ευθύς λόγος στην δεύτερη παράγραφο; Προσθέτει κάτι στο περιεχόμενο του κειμένου;

Β4. Στην δεύτερη παράγραφο, τα εισαγωγικά χρησιμοποιούνται για τρεις διαφορετικούς λόγους. Μπορείτε να τους αναγνωρίσετε;

Β5. Βρείτε στο κείμενο πέντε (5) σύνθετα ρήματα και αναλύστε τα στα συνθετικά τους.

Β6. Βρείτε στο κείμενο πέντε (5) σύνθετα ουσιαστικά και αναλύστε τα στα συνθετικά τους.

Γ. Παραγωγή λόγου

 Συμμετέχετε σε ανοιχτή συζήτηση με μαθητές, κηδεμόνες και εκπαιδευτικούς με θέμα “Η κριτική στους άλλους και η βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων”. Στην παρέμβασή σας θα εστιάσετε σε μορφές συμπεριφοράς που σας ενοχλούν και τα συνακόλουθα προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Σε δεύτερη ενότητα προσπάθήστε να σκεφτείτε τρόπους με τους οποίους μπορούν να επιλυθούν διαπροσωπικά προβλήματα στην καθημερινότητά μας.

 

 

 

 

 

 

 

ολόκληρο το κείμενο

Ε. Π. Παπανούτσος, Το φάσμα της ψευδολογίας

 

Αν θελήσει ν' απαριθμήσει κανείς τα είδη της ψευδολογίας (ανάλογα με τις προθέσεις του ενόχου) φοβούμαι ότι δεν θα φτάσει στην άκρη του πλήθους. Από την άποψη αυτή τουλάχιστον είναι ορθό το λεγόμενο: «Η αλήθεια είναι μία, τα ψεύδη πολλά»... Πρόκειται ασφαλώς για ένα φαινόμενο του ψυχικού (αλλά και του κοινωνικού) βίου πολύμορφο, που έχει από πανάρχαιους χρόνους απασχολήσει δικαστές και παιδαγωγούς, ψυχολόγους και ηθολόγους. «Γιατί λέει ο άνθρωπος ψέματα; ποια ελατήρια τον κινούν, και τι επιδιώκει όταν ψεύδεται;». Ας επισημάνομε μερικές χαρακτηριστικές ποικιλίες της ψευδολογίας, για να φανεί πόσο μεγάλο είναι το φάσμα της (ο όρος με το νόημα που του δίνει η Φυσική).

Στο πρώτο γένος υπάγονται τα είδη του ψεύδους που πίσω τους υπάρχουν διαθέσεις και τάσεις ιδιοτέλειας. Στην κεφαλή η ψευδολογία του συμφέροντος, του άμεσου ή του έμμεσου, του υλικού κατά κύριο λόγο, που αρχίζει από το ευτελές κέρδος και φτάνει έως τη μεγαλόσχημη καριέρα. Και περιλαμβάνει όλες τις παραλλαγές: από τη σιωπηλήν απόκρυψη των ασύμφορων στοιχείων έως την κατάφωρη1 και προκλητική διαστροφή των πραγματικών γεγονότων. Ο καθ' έξιν συμφεροντολόγος ψεύτης δεν ξέρει τη ντροπή· όταν αποκαλυφτεί, χαμογελάει με κυνισμό προβάλλοντας το επιχείρημα ότι στον τραχύ αγώνα της ζωής, όπου ο τίμιος και ειλικρινής κατά κανόνα υποσκελίζεται από τους επιτήδειους, κάθε μέσον είναι θεμιτό. Άλλωστε, οι εύπιστοι θα την πάθουν οπωσδήποτε· αν δεν τους γελάσει αυτός, θα τους γελάσουν άλλοι. Επιτέλους: «εγώ κοιτάζω να πουλήσω· εσύ πρόσεξε πριν αγοράσεις...». Παρά το γεγονός ότι ο ψεύτης του συμφέροντος στιγματίζεται ανέκαθεν, από τον άμβωνα και την έδρα του δασκάλου, στην κοινωνία της οικονομικής και της πολιτικής συναλλαγής το είδος τούτο ευδοκιμεί. Οι πολύπειροι και της μιας και της άλλης αγοράς τιμούν ίσως τον φιλαλήθη, αλλά δεν τον εμπιστεύονται –δεν γίνεται «δουλειά» με ανθρώπους που έχουν την αθεράπευτη αδυναμία να λένε «τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη»...

Έπειτα έρχεται στη σειρά η ψευδολογία της άμυνας. Όταν κινδυνεύει (πραγματικά ή υποθετικά), ο αδύνατος άνθρωπος καταφεύγει στο ψέμα για να σωθεί. Αποκρύπτει την ενοχή του, ενοχοποιεί άλλους, μεταθέτει τις ευθύνες, προσποιείται άγνοια των πραγμάτων, σκηνοθετεί ένα άλλοθι κτλ., επειδή από δειλία ή στην αμηχανία του δεν βρίσκει άλλο τρόπο ν' αποφύγει μια τιμωρία ή μια ζημιά αναπόφευκτη, συνέπειες κολάσιμων πράξεων ή παραλείψεών του, εμπρόθετων ή και τυχαίων. Το ψέμα αυτού του είδους γίνεται όπλο προστασίας και καταφύγιο σ' εκείνους που δεν έχουν το θάρρος ν' αντικρύσουν κατά μέτωπο έναν ισχυρό αντίπαλο ή μια δυσχερή2 κατάσταση και να τα «βγάλουν πέρα» μαζί τους, στην ανάγκη με τίμημα ακριβό, αλλά χωρίς αναξιοπρέπεια. Το χρησιμοποιούν στην υπεράσπιση τους τα παιδιά, οι σωματικά ή πνευματικά αδύνατοι, οι ευθυνόφοβοι και οι δειλοί. Ίσως μπορεί κανείς να το συχωρέσει ή τουλάχιστο να το κρίνει με επιείκεια, όταν ο αμυνόμενος προσπαθεί με αυτό ν' αποφύγει την ασύμμετρη σκληρότητα ενός αδίσταχτου τιμητή. Όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν γεννηθεί ήρωες ή μάρτυρες.

Τρίτη θα ονόμαζα την ψευδολογία της κακότητας. Εδώ βρισκόμαστε στο σκοτεινό χώρο της συκοφαντίας. Ο ψευδολόγος από κακότητα δεν χρειάζεται την αποσιώπηση ή την παραποίηση της αλήθειας για να επιτύχει ένα ορισμένο προσωπικό ωφέλημα ή για να αμυνθεί απέναντι ισχυροτέρων αντιπάλων. Ψεύδεται για να κακουργήσει· για να ζημιώσει έναν άνθρωπο που συμβαίνει να ευημερεί, για να υποσκάψει τη θέση ενός συναδέλφου, για να σπιλώσει την υπόληψη ενός προσώπου που έχει κερδίσει τη γενικήν εκτίμηση, για να σπείρει ζιζάνια μεταξύ φίλων, να διεγείρει εχθρότητες, ν' αναστατώσει «σπίτια», να γκρεμίσει «καθεστώτα»... Και όλα αυτά από διάθεση σατανική: κακεντρέχεια, φθόνο, μανία καταστροφής. Στο βάθος αυτού του εωσφορισμού3 υπάρχει μια άφατη4 δυστυχία – οδυνηρή αίσθηση ανικανότητας, ανεπάρκειας, νικημού. Έτσι αντιδρούν οι (πραγματικά ή υποθετικά) ηττημένοι, όσοι έθρεψαν φιλοδοξίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις τους και εγκατέλειψαν τον αγώνα ντροπιασμένοι. Εκδικούνται εκείνους που ευτύχησαν να ιδούν τους καρπούς της αρετής και του μόχθου των. Και είναι τόσο μεγάλο κάποτε το μίσος τους, ώστε δεν διστάζουν να συκοφαντήσουν ακόμη και όταν κινδυνεύουν να καταρρεύσουν μαζί με τα θύματά τους. «Αφού δεν επέτυχα κ' εγώ, ας καταστραφούμε μαζί –έτσι θα εξισωθούμε»...

Στο δεύτερο γένος ανήκουν τα είδη της ανιδιοτελούς ψευδολογίας. Πρώτο και γνωστότερο το ψέμα της ματαιοδοξίας. Ο ματαιόδοξος θέλει οπωσδήποτε ν' αποσπάσει το θαυμασμό μας, και επειδή τα πραγματικά του κατορθώματα είναι ανύπαρκτα ή λίγα και ασήμαντα, επινοεί άλλα, συνταραχτικά, για να μας εντυπωσιάσει. Που φυσικά είναι ψεύτικα από την αρχή έως το τέλος, ή τουλάχιστο κατά το μέγιστο μέρος τους. (Πειστικότεροι γίνονται εκείνοι που σε τέτοιες περιστάσεις ξέρουν να υφαίνουν το πλαστό με κάποια υποτυπώδη έστω νήματα του γνήσιου). Λαμπρός αφηγητής, ο ψευδολόγος από ματαιοδοξία ξέρει να ιστορεί περίεργα και ασυνήθιστων διαστάσεων «γεγονότα», καθώς και να τα τοποθετεί με μεγάλην ευκολία στο χώρο και στο χρόνο, για να γίνουν πιστευτά. Το παράδοξο είναι ότι μερικά δείγματα του είδους ικανοποιούνται με την προβολή όχι δικών τους, αλλά ξένων «θριάμβων»– που αυτοί όμως μόνο είχαν το προνόμιο να τους παρακολουθήσουν ή να τους πληροφορηθούν πρώτοι. Επιτέλους είναι και αυτό κάτι· αφού δεν μπορείς να είσαι στρατηλάτης, γίνεσαι ο ιστορικός του πολέμου...

Ακολουθεί στον κατάλογο η ψευδολογία της ψυχαγωγίας, εκείνη που θέλει και επιδιώκει να τέρψει, να διασκεδάσει, να συγκινήσει το ακροατήριο με τη φαντασία της. Ο ματαιόδοξος ψεύτης δεν είναι κακός ούτε επικίνδυνος· τα ψέματά του είναι ανώδυνα· είτε τα πιστέψεις είτε όχι, δεν πρόκειται να ζημιωθείς. Αυτός εδώ που ψευδολογεί για να σ' «ευχαριστήσει», βρίσκεται ένα σκαλί παραπάνω: ευεργετεί (θέλει να ευεργετήσει) με τα φαντασιοκοπήματά του μια συντροφιά μικρήν ή μεγάλη (παρούσαν ή απούσαν, αφού μπορεί με το γράψιμο να επικοινωνήσει κανείς άριστα και μ' ένα αόρατο κοινό) που διψάει ν' ακούσει ή να διαβάσει κάτι «ενδιαφέρον» για να τραφεί ψυχικά, ή και για να διαλύσει την πλήξη της. Για να επιτύχει τούτο το «ωφέλιμο» αποτέλεσμα, ο φαντασιοκόπος μεταχειρίζεται (συνειδητά ή ασυνείδητα, επιδέξια ή αδέξια) όλα τα τεχνάσματα της μυθιστορηματικής ή της δραματικής Τέχνης: απλοποιεί και στυλιζάρει τα «συμβάντα», συμπληρώνει τα κενά της πορείας, στρογγυλεύει τους χαρακτήρες, μοιράζει τους τόνους, άλλοτε για να υπογραμμίσει και άλλοτε για να παραμερίσει ορισμένες λεπτομέρειες, και τελικά κατασκευάζει μιαν «εικόνα» πλαστική που εντυπωσιάζει όσους τη βλέπουν με τα μάτια της φαντασίας. Μην αναζητήσετε την «αλήθεια» σε τέτοια κατασκευάσματα, γιατί θα ματαιοπονήσετε. Αυτή κάποτε κακοποιείται εκεί δεινά. Αλλά χωρίς κακή πρόθεση –απλώς για διασκέδαση...

Το τελευταίο (στη συνοπτική μου απαρίθμηση) είδος ψευδολογίας, το αθωότερο, το ευπρεπέστερο και ευλαβέστερο απ' όλα είναι η pia fraus5 που τιμήθηκε από πολλούς και αυστηρούς ηθολόγους, και απ' αυτόν τον Πλάτωνα: ν' αποσιωπάς την αλήθεια, να καταφεύγεις ακόμη και στο ψέμα, για να παρηγορήσεις, να γλυκάνεις τον πόνο, να σώσεις από την απόγνωση έναν άνθρωπο. «Δικαιοσύνη» μας λέγει στο πρώτο βιβλίο της «Πολιτείας» του ο αρχαίος φιλόσοφος, δεν είναι να «αποδίδεις τα ανήκοντα» σε κάποιον με οποιουσδήποτε όρους. Γιατί αν υποθέσομε ότι ένας φίλος σού έχει εμπιστευθεί για φύλαξη τα όπλα του και σου τα ζητεί την ώρα που θέλει ν' αυτοκτονήσει – είναι άραγε «δίκαιο» να του τα επιστρέψεις αμέσως; Έτσι συμβαίνει κάποτε και με την «αλήθεια»· μπορεί να σκοτώσει τον άνθρωπο που θα την ακούσει, ή να διαλύσει ένα στράτευμα και να καταστρέψει μια πατρίδα. Όταν βρίσκεσαι στο δίλημμα τούτο, τι θα κάνεις; Θα φωνάξεις: dicat Veritas et pereat mundus!6 και θα αποκαλύψεις την αλήθεια; Ή θα πεις ακόμη κ' ένα ψέμα (ένα άγιο ψέμα) που μπορεί ίσως να φέρει την ανέλπιστη σωτηρία, ή τουλάχιστο δεν θα προκαλέσει τον βέβαιο όλεθρο; Το πρώτο δεν είναι μόνο ανόητο αλλά και απάνθρωπο· το δεύτερο αποτελεί μια βαρειά θυσία για τον ευαίσθητο και έντιμο άνθρωπο. Θυσία όμως που την αναδέχεται για να μη γίνει –ακούσιο έστω– όργανο του κακού και πλήξει τον συνάνθρωπο από άκρα, αλλά και συνάμα τυφλήν, ευσυνειδησία.

Ο κατάλογος μας δεν είναι πλήρης· ούτε προσφέρεται με αυτή την αξίωση. Άλλωστε είναι τόσες οι παραλλαγές της ψευδολογίας (οι καθαρές και οι ανάμεικτες) και τόσο περίπλοκη στις διαθέσεις και στις τάσεις της η ψυχή του ανθρώπου, ώστε ματαιοπονεί όποιος θα προσπαθήσει να γεμίσει τα κενά του καταλόγου για να φτάσει στην πληρότητά του. Μόνο ο αμύητος πιστεύει ότι είναι «σαφείς» οι πράξεις του ανθρώπου, επειδή, όταν συντελεσθούν και ολοκληρωθούν, εύκολα μπορούν να αναλυθούν και να σημασιολογηθούν. Όπως ο κοινωνιολόγος και ο ιστορικός, έτσι και ο ψυχολόγος έμαθε πλέον να μιλεί για γεγονότα που οφείλονται σε πολλαπλούς προσδιοριστικούς «λόγους» (αίτια, κίνητρα, προθέσεις κτλ.) που δεν είναι απαραίτητο να ανήκουν στην ίδια κατηγορία ή να χαρακτηρίζονται με το ίδιο σημείο, το συν και το πλην. Όσο λιγότερο επιχειρούμε να εξηγήσομε με απλά και λογικά σχήματα τις ανθρώπινες πράξεις, τόσο περισσότερο μπορούμε να τις «καταλάβομε». Αλλά ποτέ δεν εξαντλείται με την «κατανόηση» μας η σημασία τους –γιατί πάντα περιέχουν κάτι περισσότερο απ' όσα υποθέτομε, ή κάτι λιγότερο από κείνα που αποδίνομε σ' αυτές. Τούτο ακριβώς συμβαίνει και με την ψευδολογία. Σε ασύγκριτα μεγαλύτερο βαθμό από την «αληθολογία». Γιατί, όπως είπαμε και στην αρχή, το ψέμα είναι απείρως περισσότερο πολύμορφο από την αλήθεια.

 

1 κατάφωρος: ολοφάνερος

2 δυσχερής: δύσκολος

3 εωσφορισμός: διαβολικότητα, κακία, πονηριά, δολιότητα

4 άφατος: που δεν μπορεί να ειπωθεί, άρρητος, ανείπωτος

5 pia fraus: ευσεβής απάτη, γενναίον ψεύδος, άγιο ψέμα

6 dicat veritas et pereat mundus: ας ειπωθεί η αλήθεια και ας καταστραφεί ο κόσμος

 

Ερωτήσεις σχολικού βιβλίου

1. Ποιες χαρακτηριστικές κατηγορίες και ποικιλίες της ψευδολογίας επισημαίνει ο συγγραφέας; Γιατί καταφεύγει ο ψευδολόγος στην καθεμία απ' αυτές;

2. Εντοπίζετε κάποιες από τις μορφές της ψευδολογίας στις διαπροσωπικές και τις κοινωνικές σας σχέσεις; Αν ναι, ποιες; Σε ποιους λόγους οφείλεται η καθεμία, κατά την άποψή σας;

3. Συζητήστε στην τάξη ποια στάση υιοθετείτε απέναντι σ' ένα ψευδολόγο συνομιλητή ή συμμαθητή σας, και γιατί.

4. Κλιμακώστε τα είδη του ψεύδους, στα οποία αναφέρεται ο συγγραφέας, από τα πιο ανώδυνα έως τα πιο επικίνδυνα. Αιτιολογήστε την κλιμάκωσή σας.

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαΐου 2016.