|
|
Ημιμάθεια... λάστιχο Διασκευασμένο κείμενο της Τασούλας Καραϊσκάκη, Καθημερινή, Παρασκευή, 6 Οκτωβρίου 2006
Εδώ και τουλάχιστον τέσσερις αιώνες συνυπάρχουν δύο κύρια εκπαιδευτικά ρεύματα. Αυτό που θεωρεί ότι το σχολείο πρέπει να συγκρουστεί με τη φυσική διάθεση του παιδιού για τεμπελιά και παιχνίδι, και επιστρατεύει ένα πλέγμα τεχνικών πειθαρχίας και αποστήθισης –κάρφωμα στο θρανίο, μετωπική διδασκαλία κ.λπ.– προκειμένου να κατακτηθεί η γνώση. Και εκείνο που θεωρεί τον άνθρωπο «φύσει» φιλομαθή. Σύμφωνα μ’ αυτό, η μάθηση επιτυγχάνεται αν το παιδί αφεθεί ελεύθερο να εκδηλώσει την περιέργεια και τη φιλομάθειά του, να αναπτύξει ενδιαφέροντα, να βιώσει τις επιπτώσεις των επιλογών του, να συμμετάσχει, να αυτοαξιολογείται. Το ελληνικό σχολείο ρέπει σαφώς προς το πρώτο μοντέλο. Η γνώση τεμαχίζεται σε φέτες (μαθήματα), τις οποίες πρέπει να «συρράψουν» σε μόρφωση μόνοι τους οι μαθητές. Η μαθησιακή εμπειρία είναι αποκομμένη από το φυσικό περιβάλλον και την καθημερινή ζωή. Το σχολείο λειτουργεί σε κοινωνικό και πολιτικό κενό. Επιπλέον υπάρχει και η πρακτική, οι μαθητές να αξιολογούνται με κριτήρια ξένα προς την ευχαρίστηση που προκαλεί η εμπειρία της γνώσης. Με συνεχή τεστ και εξετάσεις. Το λύκειο έχει μετατραπεί σε «βιομηχανία» δοκιμασιών. Φρούδες οι ελπίδες ότι οι νέοι θα βγουν από τον λειτουργικό αναλφαβητισμό με μεταρρυθμίσεις που παλινορθώνουν την αξιολόγηση μέσα από διαρκείς εξετάσεις. Το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσουν να «μαθαίνουν» τη σχολική ύλη μέσα από τα τεστ, να την αναπαράγουν στις εξετάσεις, αλλά να μην την κατανοούν, να μην μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν για να ερμηνεύσουν, να κρίνουν την κοινωνική, πολιτική, οικονομική, εργασιακή τους ζωή. Διότι η κρίση δεν καλλιεργείται με την απομνημόνευση γνώσεων, με τις νέες τεχνολογίες που απλώς κάνουν την ύλη πιο εύληπτη, αλλά με την ανάπτυξη της ικανότητας του μαθητή να διατυπώνει ερωτήματα και να αναζητά απαντήσεις. Αντ’ αυτού, αυτός καταναλώνει τυποποιημένη ιντερνετική πληροφορία και «πακέτα» λυμένων προβλημάτων, που μπορεί να αναπαράξει στις εξετάσεις και που σύντομα ξεχνάει. Εδώ κρύβεται το κύριο αίτιο της εμφανούς αγραμματοσύνης των αποφοίτων λυκείου. Των αυριανών ενηλίκων, που θα καλύψουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων για χαμηλόμισθους εργαζομένους. Αυτούς όμως δεν θέλει σήμερα η αγορά (άρα και το σχολείο); «Ελαστικοποιημένους» ημιμαθείς, διά βίου εκπαιδευόμενους.
Προφορική και ουσιαστική άσκηση: να χαρακτηρίσετε τη γλώσσα του κειμένου (λεξιλόγιο, συντακτικό, σχήματα λόγου, γραμματικοί τύποι). εντοπίστε στοιχεία που σας αρέσουν και στοιχεία που δε σας αρέσουν.
1. Να συντάξετε περίληψη του κειμένου σε ογδόντα (80) λέξεις μονάδες 25/100 Πριν γράψετε την περίληψη φροντίστε να απαντήσετε στα παρακάτω ερωτήματα: α) ποιο είναι το θέμα του κειμένου; β) ποια είναι η άποψη της συγγραφέα; γ) για ποιο λόγο γράφει το κείμενο; δ) τι είδος κειμένου είναι;
2. Με ποιο τρόπο αναπτύσσεται η πρώτη παράγραφος; Ποια είναι η δομή της; μονάδες 10/100 3. Να βρείτε από ένα συνώνυμο για κάθε λέξη του κειμένου: επιπτώσεις, φρούδες, παλινορθώνουν, εύληπτη, ανάπτυξη. μονάδες 5/100 4. Να βρείτε στο κείμενο πέντε διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις και να αποσαφηνίσετε το ρόλο τους. (π.χ. Σύμφωνα μ’ αυτό, Επιπλέον, Διότι, Αντ’ αυτού) μονάδες 10/100 5. Αναπτύξτε σε μια παράγραφο 80-100 λέξεων το νόημα της παρακάτω φράσης: «Η κρίση καλλιεργείται με την ανάπτυξη της ικανότητας του μαθητή να διατυπώνει ερωτήματα και να αναζητά απαντήσεις.» μονάδες 10/100 6. Τώρα που έφτασε η στιγμή της αποφοίτησής σας από το Λύκειο, αξιοποιώντας τις εμπειρίες της σχολικής σας ζωής, να γράψετε μια επιστολή προς τον Υπουργό Παιδείας, στην οποία να διατυπώνετε τεκμηριωμένα τις απόψεις σας για τις αλλαγές που θα θέλατε να γίνουν στο σχολείο, προκειμένου αυτό να ανταποκρίνεται αποτελεσματικότερα στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας. (500 – 600 λέξεις). μονάδες 40/100
Αποτελέσματα αξιολόγησης του κειμένου, από το http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/foreign/tools/readability/index.html
Δείκτες Αναγνωσιμότητας
πλήρες το κείμενο
Ημιμάθεια... λάστιχο Tης Τασουλας Καραϊσκακη, Καθημερινή, Παρασκευή, 6 Oκτωβρίου 2006
Πριν από λίγες ημέρες ήρθε στη δημοσιότητα μια βρετανική έρευνα, η οποία έδειχνε ότι τα μοντεσοριανά σχολεία (των ανοιχτών τάξεων και της εκτός αίθουσας μάθησης) βγάζουν καλύτερους μαθητές (με πιο στέρεες γνώσεις και πλατύτερη αντίληψη του κόσμου) από τα εξετασιοκεντρικά σχολεία. Εδώ και τουλάχιστον τέσσερις αιώνες συνυπάρχουν δύο κύρια εκπαιδευτικά ρεύματα. Αυτό που θεωρεί ότι το σχολείο πρέπει να συγκρουστεί με τη φυσική διάθεση του παιδιού για τεμπελιά και παιχνίδι, και επιστρατεύει ένα πλέγμα τεχνικών πειθαρχίας και αποστήθισης –κάρφωμα στο θρανίο, μετωπική διδασκαλία κ.λπ.– προκειμένου να κατακτηθεί η γνώση. Και εκείνο που θεωρεί τον άνθρωπο «φύσει» φιλομαθή. Σύμφωνα μ’ αυτό, η μάθηση επιτυγχάνεται αν το παιδί αφεθεί ελεύθερο να εκδηλώσει την περιέργεια και τη φιλομάθειά του, να αναπτύξει ενδιαφέροντα, να βιώσει τις επιπτώσεις των επιλογών του, να συμμετάσχει, να αυτοαξιολογείται. Το ελληνικό σχολείο ρέπει σαφώς προς το πρώτο μοντέλο. Πέραν του ότι η γνώση τεμαχίζεται σε φέτες (μαθήματα), τις οποίες πρέπει να «συρράψουν» σε μόρφωση μόνοι τους οι μαθητές. Πέραν του ότι η μαθησιακή εμπειρία είναι αποκομμένη από το φυσικό περιβάλλον και την καθημερινή ζωή. Πέραν του ότι το σχολείο λειτουργεί σε κοινωνικό και πολιτικό κενό. Υπάρχει και η πρακτική, οι μαθητές να αξιολογούνται με κριτήρια ξένα προς την ευχαρίστηση που προκαλεί η εμπειρία της γνώσης. Με συνεχή τεστ και εξετάσεις. Το λύκειο έχει μετατραπεί σε «βιομηχανία» δοκιμασιών· που διαχέει το εξετασιοκεντρικό μοντέλο προς τα κάτω (γυμνάσιο και δημοτικό), με όλο και μεγαλύτερη ένταση. Τα νέα σχολικά βιβλία έχουν γεμίσει με μοντέρνες θεματικές ενότητες, που συνθέτουν μια μάλλον αποσπασματική ακατάστατη γνώση· ή με συνεχή κουίζ, περιοδικίστικης αισθητικής, ώστε να «χρυσώνεται» ο υψηλός βαθμός δυσκολίας που κάνει εντελώς απαραίτητο σε εκπαιδευτικούς και μαθητές το λυσάρι (η εκδοτική βιομηχανία των βοηθημάτων που ανδρώθηκε την περασμένη δεκαπενταετία μπήκε σήμερα –ύστερα από μεθόδευση– στη χρυσή εποχή της). Φρούδες οι ελπίδες ότι οι νέοι θα βγουν από τον λειτουργικό αναλφαβητισμό με μεταρρυθμίσεις που παλινορθώνουν την αξιολόγηση μέσα από διαρκείς εξετάσεις. Το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσουν να «μαθαίνουν» τη σχολική ύλη μέσα από τα τεστ, να την αναπαράγουν στις εξετάσεις, αλλά εν τέλει να μην την κατανοούν, να μην μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν για να ερμηνεύσουν, να κρίνουν την κοινωνική, πολιτική, οικονομική, εργασιακή τους ζωή. Διότι η κρίση δεν καλλιεργείται με την απομνημόνευση γνώσεων (τα νέα εγχειρίδια παρέχουν περισσότερη πληροφορία και λιγότερη γνώση), με τις νέες τεχνολογίες που απλώς κάνουν την ύλη πιο εύληπτη, αλλά με την ανάπτυξη της ικανότητας του μαθητή, να διατυπώνει ερωτήματα και να αναζητά απαντήσεις. Αντ’ αυτού, αυτός καταναλώνει τυποποιημένη ιντερνετική πληροφορία και «πακέτα» λυμένων προβλημάτων, που μπορεί να αναπαράξει στις εξετάσεις μόνο μέσα από τη φροντιστηριακή τους διατύπωση και που σύντομα ξεχνάει. Εδώ κρύβεται το κύριο αίτιο της εμφανούς αγραμματοσύνης των αποφοίτων λυκείου. Των αυριανών ενηλίκων, που θα καλύψουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων για ντρεσαρισμένους χαμηλόμισθους εργαζομένους. Αυτούς όμως δεν θέλει σήμερα η αγορά (άρα και το σχολείο); «Ελαστικοποιημένους» ημιμαθείς, διά βίου εκπαιδευόμενους.
|
|