ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Ο λαός μεταξύ αγιογραφίας και ρωπογραφίας

Tου Παντελη Μπουκαλα, από την Καθημερινή, 19/6/2011

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_19/06/2011_446085

 

Δεν είναι ένας ο «λαός», όσος εμπεριέχεται σε αυτό το ήδη ομηρικό όνομα, ούτε και μία η αναπαράστασή του με λέξεις ή και με τους αριθμούς της στατιστικής. Ο, τι αποσαφηνίστηκε με τους αιώνες είναι πως καλύπτει τους λεγόμενους «κοινούς» ή «απλούς ανθρώπους», τους υπηκόους, και μάλιστα, στην πολεμική γλώσσα, τους στρατιώτες, και ότι στις τάξεις του δεν συνανήκουν οι ηγέτες και οι πατρίκιοι – οι οποίοι πάντως μιλούν ανενδοιάστως εν ονόματί του, σαν αυθεντικοί εκφραστές του. Υπάρχει λοιπόν ο λαός της πολιτικής ρητορικής, της λογοτεχνίας, της δημοσιογραφίας, του εκκλησιαστικού λόγου κτλ. Υπάρχει ένα ζυμάρι δηλαδή, μια μάζα, που το πλάθουμε κατά τις περιστασιακές βλέψεις και ανάγκες μας, για να του δώσουμε το σχήμα που μας εξυπηρετεί. Κι έτσι το πρόσημο αλλάζει με τον καιρό και τα ρεύματά του. Και όσο εύκολα αποθεώνεται ο λαός και δοξάζεται, όταν λ.χ. οδεύουμε προς την πολύφερνη κάλπη, εξίσου εύκολα αποκαθηλώνεται, επιτιμάται, ελεεινολογείται.

Το συν, λοιπόν, μετατρέπεται ταχύτατα σε πλην, σε μια διαρκή κίνηση εκκρεμούς ή μάλλον σ’ έναν κύκλο που δεν κλείνει ποτέ, κι ο «γίγαντας λαός» ή ο «άι-Λαός» γίνεται «όχλος». Ανάμεσα στην αγιογραφία και σε μια ρωπογραφία με τον λαό σαν ρώπο, πράγμα ποταπό και ασήμαντο, διαφεύγει όση αλήθεια μπορεί να γίνει αντιληπτή. Το διαπιστώνουμε αυτό στη Βουλή, όπου και δέκα να είναι οι αρχηγοί, ο καθένας τους, όποιο ποσοστό λαϊκής ψήφου κι αν έχει επικυρώσει τη μικροεξουσία του, εν ονόματι του Λαού αγορεύει, με κεφαλαίο λάμδα. Το ακούμε και στα συνθήματα ή το διαβάζουμε στα πανό των διαδηλώσεων, όπου και πάλι, όποια μερίδα λαού κι αν εκπροσωπεί κάθε συνθηματοδότης, και τη μικρότερη, εν ονόματι του όλου μιλάει, με τη σιγουριά ότι αποτελεί τη φωτισμένη πρωτοπορία του, άρα δικαιούται να εκφράσει αυτονομιμοποιούμενος τη σιωπηρή πλειοψηφία.

[…]

Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι η στάση του καθενός απέναντι στον λαό δεν εξαρτάται μόνο από το αν νιώθει και ο ίδιος ισότιμο μέλος του και όχι οδηγητής και κύριός του, αλλά και από το πώς ερμηνεύει ηθικά το συχνόχρηστο δίστιχο απόσπασμα από το επίγραμμα του Διονύσιου Σολωμού «Προς τους Επτανησίους», των ετών 1844-1846: «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι ηγαπημένε, / πάντοτ’ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε». Εδώ ο Σολωμός χρησιμοποιεί πέντε χαρακτηρισμούς για να μπορέσει να αποδώσει αν όχι τον λαό ως έχει, τουλάχιστον τα αισθήματά του γι’ αυτόν. Αυτός ο πληθωρισμός επιθέτων, και μάλιστα από έναν ποιητή που γνώριζε άριστα το ήθος της δημοτικής ποίησης (όπου το νόημα θεμελιώνεται στο ουσιαστικό και στο ρήμα, όχι στο επίθετο) έχει το λόγο του, και είναι ουσιώδης: Ο Σολωμός δεν συντάσσει τους χαρακτηρισμούς του σε μια νοηματικά αδιάφορη αλληλουχία, αλλά με συνάφεια τόσο στενή ώστε η υπόσταση του ενός να εξαρτάται από την υπόσταση των υπόλοιπων τεσσάρων. Ο λαός στον Σολωμό είναι, ταυτόχρονα και αδιαχώριστα, δυστυχισμένος, καλός, ηγαπημένος, ευκολοπίστευτος και προδομένος, δηλαδή την ίδια στιγμή ο ποιητής τον ελέγχει και τον αγαπά, τον τιμά και τον επιτιμά. Αν τσακίσουμε το επίγραμμα στα μέρη του, διαστρέφοντάς το, για να κρατήσει ο καθένας το επίθετο της προτιμήσεώς του και πάνω σε αυτό να θεμελιώσει τα όποια αισθήματά του για τον λαό και τις αντιλήψεις του, τότε το πλάσμα «λαός» συσκοτίζεται και κομματιάζεται. Δηλαδή αδικείται.

 

 

 

Α1. Το κείμενο είναι περίπου 515 λέξεις. Να το πυκνώσεις σε λιγότερες από 120.

μονάδες __

 

Α2. Απαντήστε σύντομα με μια φράση 10-15 λέξεων στις παρακάτω ερωτήσεις:

α) ποιο είναι το θέμα του κειμένου;

β) ποια είναι η άποψη του συγγραφέα;

γ) για ποιο λόγο γράφει το κείμενο; σε ποιους απευθύνεται;

δ) τι είδος κείμενο είναι;

μονάδες __

 

Α3. Ποια είναι η άποψη του αρθρογράφου για το περιεχόμενο της λέξης λαός; Να απαντήσετε σε μία παράγραφο 80 περίπου λέξεων με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο.

μονάδες __

 

Α4. Πόσες στάσεις απέναντι στην έννοια του λαού αναφέρονται στη δεύτερη παράγραφο;

μονάδες __

 

Α5. Να δώσετε τη δική σας ερμηνεία των στίχων του Σολωμού.

μονάδες __

 

Α6. Να προτείνετε έναν δικό σας τίτλο στο κείμενο με 10-15 λέξεις. Αιτιολογήστε την πρότασή σας.

μονάδες __

 

Α7. Αποκωδικοποιήστε το νόημα της παρακάτω φράσης από την πρώτη παράγραφο: «Κι έτσι το πρόσημο αλλάζει με τον καιρό και τα ρεύματά του»

μονάδες __

 

Β1. Με ποιον τρόπο αναπτύσσεται η πρώτη και η δεύτερη παράγραφος (α. "Δεν είναι ένας... αποκαθηλώνεται, επιτιμάται, ελεεινολογείται", β. "Το συν, λοιπόν… τη σιωπηρή πλειοψηφία");

μονάδες __

 

Β2. Ποιον ρόλο παίζει η αναφορά που γίνεται στον Σολωμό;

μονάδες __

 

Β3. Να βρείτε στο κείμενο δύο διαφορετικές χρήσεις των εισαγωγικών. Να βρείτε ένα παράδειγμα για καθεμιά από τις δύο διαφορετικές χρήσεις των εισαγωγικών.

μονάδες __

 

Β4. Να βρείτε πέντε λέξεις/ τύπους λέξεων/ φράσεις του κειμένου που διαμορφώνουν λόγιο ύφος. Να εξηγήσετε που συνίσταται το λόγιο στοιχείο. (πχ. οδεύουμε, χρήση πιο σπάνιου ρήματος αντί για το συνηθισμένο «προχωράμε»).

μονάδες __

 

Β5. Να βρείτε τρεις λέξεις/ φράσεις του κειμένου που διαμορφώνουν λαϊκό ύφος. Να συντάξετε με αυτές τις λέξεις δικές σας προτάσεις με τρόπο ώστε να φαίνεται η σημασία τους.

μονάδες __

 

Β6. Να προσεγγίσετε το νόημα των παρακάτω λέξεων από τα συμφραζόμενά τους (ακόμα και αν γνωρίζετε τις λέξεις): πολύφερνη, ρώπο, επικυρώσει, συνθηματοδότης, πληθωρισμός, αλληλουχία. Να εξηγήσετε πώς σκεφτήκατε.

μονάδες __

 

Β7. Να βρείτε πέντε σύνθετες λέξεις και να τις αναλύσετε στα συνθετικά τους. Να κάνετε δικές σας προτάσεις χρησιμοποιώντας τις ίδιες σύνθετες λέξεις.

μονάδες __

 

 

Γ1. Ο αρθρογράφος συζητά για την έννοια του λαού και θεωρεί ότι δεν είναι ενιαίο σύνολο. Νομίζεις ότι ισχύει το ίδιο και για τους μαθητές; Με ποιον τρόπο αντιμετωπίζονται (οι μαθητές) από τους φορείς της εκπαίδευσης (από τον καθηγητή που διδάσκει στην αίθουσα ως τον υπουργό παιδείας); Γράφεις ένα κείμενο 500 λέξεις για τη σχολική εφημερίδα.

μονάδες __

 

Γ2. Ως άτομο εντάσσεσαι σε ομάδες μικρές ή μεγάλες. Να σκεφτείς κάποιες από αυτές και να εξετάσεις κατά πόσο υιοθετείς πλήρως τα χαρακτηριστικά αυτών των ομάδων. Με ποιους τρόπους νιώθεις ότι είσαι μέρος τους; Πώς αισθάνεσαι όταν σε αντιμετωπίζουν σαν μέλος μιας ομάδας και όχι σαν άτομο;

μονάδες __

 

Γ3. Ο αρθρογράφος συζητά για την έννοια του λαού και θεωρεί ότι δεν είναι ενιαίο σύνολο. Εφόσον είναι έτσι τα πράγματα, πώς η δημοκρατία μπορεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των πολιτών. Στο κείμενο που θα γράψεις να αναφέρεις παραδείγματα και τα χαρακτηριστικά του δημοκρατικού πολοτεύματος.

μονάδες __

 

 

 

 

 

όλο το κείμενο

Ο λαός μεταξύ αγιογραφίας και ρωπογραφίας

Tου Παντελη Μπουκαλα, από την Καθημερινή, 19/6/2011

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_19/06/2011_446085

 

Δεν είναι ένας ο «λαός», όσος εμπεριέχεται σε αυτό το ήδη ομηρικό όνομα, ούτε και μία η αναπαράστασή του με λέξεις ή και με τους αριθμούς της στατιστικής. Ο, τι αποσαφηνίστηκε με τους αιώνες είναι πως καλύπτει τους λεγόμενους «κοινούς» ή «απλούς ανθρώπους», τους υπηκόους, και μάλιστα, στην πολεμική γλώσσα, τους στρατιώτες, και ότι στις τάξεις του δεν συνανήκουν οι ηγέτες και οι πατρίκιοι – οι οποίοι πάντως μιλούν ανενδοιάστως εν ονόματί του, σαν αυθεντικοί εκφραστές του. Υπάρχει λοιπόν ο λαός της πολιτικής ρητορικής, της λογοτεχνίας, της δημοσιογραφίας, του εκκλησιαστικού λόγου κτλ. Υπάρχει ένα ζυμάρι δηλαδή, μια μάζα, που το πλάθουμε κατά τις περιστασιακές βλέψεις και ανάγκες μας, για να του δώσουμε το σχήμα που μας εξυπηρετεί. Κι έτσι το πρόσημο αλλάζει με τον καιρό και τα ρεύματά του. Και όσο εύκολα αποθεώνεται ο λαός και δοξάζεται, όταν λ. χ. οδεύουμε προς την πολύφερνη κάλπη, εξίσου εύκολα αποκαθηλώνεται, επιτιμάται, ελεεινολογείται.

Το συν, λοιπόν, μετατρέπεται ταχύτατα σε πλην, σε μια διαρκή κίνηση εκκρεμούς ή μάλλον σ’ έναν κύκλο που δεν κλείνει ποτέ, κι ο «γίγαντας λαός» ή ο «άι-Λαός» γίνεται «όχλος». Ανάμεσα στην αγιογραφία και σε μια ρωπογραφία με τον λαό σαν ρώπο, πράγμα ποταπό και ασήμαντο, διαφεύγει όση αλήθεια μπορεί να γίνει αντιληπτή. Το διαπιστώνουμε αυτό στη Βουλή, όπου και δέκα να είναι οι αρχηγοί, ο καθένας τους, όποιο ποσοστό λαϊκής ψήφου κι αν έχει επικυρώσει τη μικροεξουσία του, εν ονόματι του Λαού αγορεύει, με κεφαλαίο λάμδα. Το ακούμε και στα συνθήματα ή το διαβάζουμε στα πανό των διαδηλώσεων, όπου και πάλι, όποια μερίδα λαού κι αν εκπροσωπεί κάθε συνθηματοδότης, και τη μικρότερη, εν ονόματι του όλου μιλάει, με τη σιγουριά ότι αποτελεί τη φωτισμένη πρωτοπορία του, άρα δικαιούται να εκφράσει αυτονομιμοποιούμενος τη σιωπηρή πλειοψηφία.

Η κάθοδος των μυρίων στην πλατεία Συντάγματος ήταν κατά κάποιον τρόπο η άνοδος αυτής της σιωπηρής πλειοψηφίας στο πολιτικό προσκήνιο – μια παράμετρος που ουδείς την υπολόγιζε και πάμπολλοι θα την απεύχονταν, για να συνεχίσουν απερίσπαστοι να επιδίδονται σε ένα πολιτικό παιχνίδι που υποτίθεται ότι αφορά αποκλειστικά όσους κρατούν από τζάκι ή κατέχουν τη σχετική τεχνογνωσία. Η ειρηνική αυτή εισβολή είχε το χαρακτήρα της επανεπινόησης του δημόσιου χώρου αλλά και της ανακατάκτησης του δικαιώματος στον δημόσιο λόγο. Κι όσα αρνητικά να βρει κανείς στις συνελεύσεις που λειτουργούν μια ανάσα από τη Βουλή, μάλλον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι συζητήσεις στο Κοινοβούλιο υπερτερούν σε ποιότητα, έτσι όπως εξαντλούνται σε παράλληλους αρχηγικούς μονολόγους, με σιωπηρό συνήθως το βουλευτικό σώμα, δηλαδή, με άλλους όρους, τον ενδοκοινοβουλευτικό «λαό». Με αυτήν την τυπικά απροσδόκητη κίνηση των μαζών προς το κέντρο αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για το τι είναι λαός, τι μη λαός και τι το ανάμεσό τους. Και μέσα στα πολλά ενδιαφέροντα που ακούμε και διαβάζουμε, ακούμε βέβαια και τα πατροπαράδοτα, τα εξαγιαστικά από τη μια, τα κρημνιστικά από την άλλη. Οι αγιογράφοι του λαού (και οι πολιτικοί ανάμεσά τους, στον γνωστό ρόλο του δημαγωγού) ανασύρουν όλα τα κολακεύματα («ο λαός έχει μνήμη και κρίση» κτλ.), οι δε κρημνιστές, πάντοτε αριστοκράτες, πάντοτε μακριά από τον όγκο των πληβείων, ψέγουν την «ανωριμότητά» του και ενοχλούνται ακόμα και από το χαρακτήρα πανηγυριού που παίρνει ώρες ώρες η λαοσύναξη.

Και οι δύο αυτές «αναγνώσεις» του συμβάντος, παρότι αντίθετες, απορρέουν από την ίδια σχολή: τη σχολή που μετράει τα πράγματα με τα κριτήρια μιας κάποιας ηθικολογίας και μεταφυσικής. Αλλά ο λαός δεν είναι οντότητα της μεταφυσικής ούτε προσεγγίζεται με ηθικολογικά κριτήρια, εκτός και θέλουμε να περιστείλουμε τη δυναμική και την ποικιλία του. Ούτε αποκλειστικά ενάρετος είναι δηλαδή ούτε αποκλειστικά αχρείος και λαμόγιο. Τέτοιοι όροι δεν χωρούν εδώ, και δεν αποδίδουν ούτε κατ’ ελάχιστο την εικόνα ενός πάντοτε ανανεούμενου και ανασχηματιζόμενου κύματος που περιέχει όλες τις εκδοχές του ανθρώπινου βίου, με αποτέλεσμα να είναι αυτό που κάθε φορά γίνεται.

Στο Σύνταγμα κατεβαίνουν παλιές καραβάνες αλλά και άνθρωποι που ίσως μετέχουν για πρώτη φορά στη ζωή τους σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις. Κατεβαίνουν οι φυγάδες των κομμάτων και οι αρνητές τους αλλά και όσοι θέλουν να επιδοθούν σε κομματική κατήχηση και προσηλυτισμό, ενώ δίπλα τους κάποιοι άλλοι ερωτοτροπούν. Κατεβαίνουν χριστιανοί, που κηρύσσουν ότι ήρθε ο καιρός της προσευχής, και άθεοι ή αδιάφοροι, εθνικιστές και διεθνιστές, όσοι μεταφέρουν συμπεριφορές και συνθήματα από τα γήπεδα κι όσοι πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο είναι το νέο όπιο λαϊκής καταναλώσεως. Κατεβαίνουν Ελληνες αλλά και μετανάστες, όχι πάντως όσοι τον Δεκέμβριο του 2008. Κατεβαίνουν όσοι βλέπουν τηλεοπτικά τα πράγματα κι όσοι εχθρεύονται τους αστέρες και τα πρότυπα της τηλεόρασης. Κατεβαίνουν άνθρωποι βαθιά αναγκεμένοι και προ κρίσεως κι άλλοι που, όσο κι αν ζορίζονται με τα Μνημόνια, και πάλι έχουν κάποιο απόθεμα για να στηριχτούν. Κατεβαίνουν δηλαδή όλες οι κοινωνικές φυλές, με τις διαφορές και τις ομοιότητές τους, με τα κοινά τους γνωρίσματα και τις πιθανότατα αντιτιθέμενες επιθυμίες τους. Αλλά τι άλλο είναι ένας λαός; Τι άλλο ήταν οποτεδήποτε και οπουδήποτε, αφού ακόμα κι όταν δείχνει να κινείται προς μία κατεύθυνση και υπό ένα πνεύμα, και πάλι εκτός από το μεγάλο καθαρό ποτάμι υπάρχουν αρκετά θολά παραποταμάκια.

Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι η στάση του καθενός απέναντι στον λαό δεν εξαρτάται μόνο από το αν νιώθει και ο ίδιος ισότιμο μέλος του και όχι οδηγητής και κύριός του, αλλά και από το πώς ερμηνεύει ηθικά το συχνόχρηστο δίστιχο απόσπασμα από το επίγραμμα του Διονύσιου Σολωμού «Προς τους Επτανησίους», των ετών 1844-1846: «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι ηγαπημένε, / πάντοτ’ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε». Εδώ ο Σολωμός χρησιμοποιεί πέντε χαρακτηρισμούς για να μπορέσει να αποδώσει αν όχι τον λαό ως έχει, τουλάχιστον τα αισθήματά του γι’ αυτόν. Αυτός ο πληθωρισμός επιθέτων, και μάλιστα από έναν ποιητή που γνώριζε άριστα το ήθος της δημοτικής ποίησης (όπου το νόημα θεμελιώνεται στο ουσιαστικό και στο ρήμα, όχι στο επίθετο) έχει το λόγο του, και είναι ουσιώδης: Ο Σολωμός δεν συντάσσει τους χαρακτηρισμούς του σε μια νοηματικά αδιάφορη αλληλουχία, αλλά με συνάφεια τόσο στενή ώστε η υπόσταση του ενός να εξαρτάται από την υπόσταση των υπόλοιπων τεσσάρων. Ο λαός στον Σολωμό είναι, ταυτόχρονα και αδιαχώριστα, δυστυχισμένος, καλός, ηγαπημένος, ευκολοπίστευτος και προδομένος, δηλαδή την ίδια στιγμή ο ποιητής τον ελέγχει και τον αγαπά, τον τιμά και τον επιτιμά. Αν τσακίσουμε το επίγραμμα στα μέρη του, διαστρέφοντάς το, για να κρατήσει ο καθένας το επίθετο της προτιμήσεώς του και πάνω σε αυτό να θεμελιώσει τα όποια αισθήματά του για τον λαό και τις αντιλήψεις του, τότε το πλάσμα «λαός» συσκοτίζεται και κομματιάζεται. Δηλαδή αδικείται.

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.