|
|
Το πνεύμα μου είναι δύστροπο και μελαγχολικό Montaigne, σχολικό βιβλίο, σελ. 111
Το δοκίμιο, λοιπόν, (γαλλικά essai και αγγλικά essay: προσπάθεια, δοκιμή) είναι ένα είδος πεζού λόγου με μέση συνήθως έκταση, σε αντιδιαστολή προς τις τυπικές, πλήρεις και εξαντλητικές μελέτες. Ο δοκιμιογράφος άλλοτε εκφράζει τις παρατηρήσεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του για τη ζωή ή περιπλανιέται ελεύθερα στο χώρο των ιδεών, που προέρχονται από τα γενικότερα πνευματικά του εφόδια και από τη διανοητική και αισθητική του καλλιέργεια, και άλλοτε προσπαθεί να αναλύσει και να ερμηνεύσει, εκλαϊκεύοντας, πολλές φορές, θέματα αισθητικής, ηθικής, κοινωνικής, πολιτικής κτλ. τάξης, ακόμη και επιστημονικά, με σκοπό να πληροφορήσει, να διδάξει, να τέρψει και ενδεχομένως να πείσει. Οι ιδιότητες αυτές του δοκιμίου και η ποικιλία των μορφών του δείχνουν πόσο ρευστά είναι τα όριά του και πόσο επισφαλής κάθε προσπάθεια να περιχαρακωθεί μέσα σε έναν ορισμό. Το βέβαιο είναι ότι έχει ασαφή χαρακτήρα και άλλοτε προσεγγίζει τη λογοτεχνία και άλλοτε την επιστήμη ή τη φιλοσοφία.
Το απόσπασμα από το δοκίμιο του Μονταίνι
Το πνεύμα μου είναι δύστροπο και μελαγχολικό και γλιστράει πάνω απ' τις ευχαριστήσεις που συναντάει, για ν' α δραχτεί και να τραφεί απ' τις ατυχίες σαν τις μύγες που δε μπορούν να σταθούν πάνω σ' ένα σώμα καλά γυαλισμένο και λειασμένο, μα που κάθονται κι αναπαύονται στα δύσκολα κι ανώμαλα μέρη' και σαν τις βδέλλες που ορέγονται και ρουφούν μόνο το κακό αίμα. Εξάλλου, υποχρέωσα τον εαυτό μου να τολμώ να πω ό, τι τολμώ και κάνω, και με πειράζει ακόμα και να βάζω στο νου μου σκέψεις ανομολόγητες. Οι χειρότεροι απ' τους τρόπους μου και τις πράξεις μου δε μου φαίνονται τόσο άσκημοι, όσο μου φαίνεται άσκημο και δειλό να μην τολμώ να τους ομολογήσω. Η δυσκολία για τον καθένα μας είναι η εξομολόγηση, ενώ θα 'πρεπε να 'ναι η πράξη. Θα τολμούσες ευκολότερα να λαθέψεις, αν δε σε συγκρατούσε κάπως το κουράγιο που θα χρειαζόταν για να ομολογήσεις. Αυτός που θα 'ταν υποχρεωμένος να τα πει όλα, θα 'χε ακόμα υποχρέωση να μην κάνει τίποτα απ' ό, τι είναι αναγκασμένος να κρατήσει κρυφό. Ο Θεός να δώσει αυτή η ελευθεροστομία μου να οδηγήσει τους ανθρώπους μας στην ελευθερία, πάνω απ' αυτές τις δειλές και προσποιητές αρετές που γεννιούνται απ' τις ατέλειές μας, και να μπορέσει να τους τραβήξει ως το σωστό δρόμο, έστω κι αν πρόκειται να με νομίσουν για χωρίς μέτρο άνθρωπο. Πρέπει να βλέπεις το κουσούρι σου και να το σπουδάζεις, για να μπορείς να το εκφράσεις. Όσοι το κρύβουν απ' τους άλλους, το κρύβουν απ' τον ίδιο τον εαυτό τους, κι αν τύχει να το δουν τους φαίνεται πως δεν είναι αρκετά κρυμμένο' το αποδιώχνουν, το μασκαρεύουν στην ίδια τους τη συνείδηση. “Ouare vitia sua nemo confitetur? Quia tian nu in ils est; omnium narrera vigilantis est". * Του σώματος τα δεινά γίνονται πιο φανερά πληθαίνοντας. Ανακαλύπτουμε πως είναι αρθριτικά αυτό που λέγαμε κρυολόγημα ή στραμπούληγμα. Τα δεινά της ψυχής όσο πιο δυνατά, τόσο πιο σκοτεινά είναι' όσο πιο άρρωστος είσαι, τόσο πιο λίγο το αισθάνεσαι. Να γιατί πρέπει κάθε λίγο να τα φέρνεις στο φως, με ανελέητο χέρι, να τ' ανοίγεις και να τα ξεριζώνεις μέσα απ' τα σωθικά σου. Όπως με τις καλές πράξεις, έτσι και με τ' αδικήματα, η απλή εξομολόγηση σ' ανακουφίζει κάποτε. Είναι τάχα η ασκήμια του λάθους που μας κάνει περιττή την υποχρέωση να ομολογήσουμε;
(Montaigne, ΕΠΟΧΕΣ, τ. 2, Ιούνιος 1963, Μετ. Δ. Ο. Θοιβιδόπουλου)
* (Πως γίνεται να μην ομολογούμε τα ελαττώματά μας; Είμαστε ακόμα δέσμιοί τους, γι’ αυτό. Πρέπει να ‘σαι ξύπνιος για να διηγηθείς τα όνειρά σου.» Σενέκας, «Επιστολές» LIII)
|
|