Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε
μοίρας,
πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ
συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς
ἐνόμισεν, καὶ
ἐπεχείρει βωμούς τε
ἱδρύεσθαι καὶ
ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα
φωνὴν καὶ
ὀνόματα ταχὺ
διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ
οἰκήσεις καὶ
ἐσθῆτας καὶ
ὑποδέσεις
καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο.
Επειδή, τώρα, ο άνθρωπος πήρε κάτι από τους θεούς, πρώτα εξαιτίας της συγγένειάς του μαζί τους, μόνος αυτός απ’ όλα τα ζώα πίστεψε σε θεούς, και προσπαθούσε να κατασκευάσει βωμούς και αγάλματα θεών. Έπειτα, γρήγορα, άρθρωσε με επιδεξιότητα φωνή και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και σκεπάσματα και τροφές από τη γη.
Οὕτω δὴ
παρεσκευασμένοι κατ' ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν
σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ
πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη
αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον
ἐνδεής —πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική— ἐζήτουν
δὴ ἁθροίζεσθαι
καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις·
Με αυτά τα εφόδια οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, και πόλεις δεν υπήρχαν. Αφανίζονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί, από κάθε άποψη, ήταν ασθενέστεροι από αυτά. Για την εξασφάλιση της τροφής τους οι τεχνικές τους ικανότητες παρείχαν αρκετή βοήθεια· ήταν όμως ανεπαρκείς στον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις.
ὅτ' οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν
ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν
σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους
αἰδῶ τε καὶ δίκην,
ἵν' εἶεν πόλεων
κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ
φιλίας
συναγωγοί.
Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις·
«Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις
,
καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;»
Όταν όμως συγκεντρώνονταν όλοι μαζί, αδικούσαν ο ένας τον άλλο, επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη· σκόρπιζαν έτσι, πάλι, και αφανίζονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να αποτελούν κοσμήματα για τις πόλεις και δεσμούς που στερεώνουν τη φιλία. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιον τρόπο θα δώσει τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους: «να μοιράσω και αυτές όπως μοιράζουν τις τέχνες;» Τις έχουν μοιράσει με τον εξής τρόπο: ένας που κατέχει την ιατρική τέχνη, είναι αρκετός για πολλούς συμπολίτες του, το ίδιο και οι άλλοι δημιουργοί. Τη δικαιοσύνη λοιπόν και την αιδώ, έτσι να τις τοποθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους;
«Ἐπὶ πάντας,» ἔφη ο Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως.»
Σε όλους, είπε ο Δίας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ’ αυτές, όπως στις άλλες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο, εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης.
Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι—ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.
Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι’ αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψή τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις· δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ’ όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή· διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.
Μετάφραση: Ι. Σ. Χριστοδούλου, Ελένη Απ. Πλευρά, εκδ. Ζήτρος
| Μετάφραση Η.Σ. Σπυρόπουλου | Μετάφραση Κ.Ν. Πετρόπουλου | Μετάφραση Β.Ν. Τατάκη | |
| Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ’ ἀρχὰς | Λοιπόν, μια και ο άνθρωπος πήρε κι αυτός μερίδιο από τον κλήρο των θεών, πρώτα πρώτα αυτός μόνο απ' όλα τα ζωντανά, σαν συγγενής των θεών βέβαια, πίστεψε σε θεούς και άρχισε να χτίζει βωμούς και αγάλματα των θεών· κατόπι, με την αξιοσύνη του γρήγορα σχημάτισε γλώσσα και λέξεις, συνταιριάζοντας τις συλλαβές, και βρήκε και κατοικίες και ρούχα και υποδήματα και στρώματα και τις τροφές που δίνει η γη. Μ' αυτά λοιπόν τα εφόδια | Κι αφού πια ο άνθρωπος πήρε και κάποιο θεϊκό μερίδιο, πρώτα πρώτα ―από αυτή τη συγγένεια που έχει με το θεό― υπήρξε το μόνο πλάσμα που αναγνώρισε θεούς και πάντα νοιαζόταν να στήνει βωμούς και αγάλματα των θεών. Παράλληλα κατάρτισε νωρίς γλώσσα και πλήθος λέξεις με την τεχνική του ικανότητα κι επινόησε οικοδομήματα και φορέματα και υποδήματα και κλινοσκεπάσματα και τους πόρους διατροφής του από προϊόντα της γης. | Και επειδή ο άνθρωπος κρατεί από θεϊκή μοίρα, πρώτα πρώτα ένεκα της συγγένειας προς [τον θεό], μόνος από τα ζώα πίστεψε θεούς, και προσπαθούσε να ιδρύη και βωμούς και αγάλματα θεών· έπειτα γλήγορα κατώρθωσε να διαρθρώση με τη γνωστή τέχνη φωνή και λέξεις, και βρήκε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και στρωσίδια και τις τροφές από τη γη. |
| [322b] ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής ―πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική― ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις· ὅτ’ οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. | [322b] οι άνθρωποι τον πρώτο καιρό ζούσαν σκόρπιοι, πολιτείες όμως δεν υπήρχαν. Έτσι τους αφάνιζαν τα θηρία, γιατί, σ' όλα τα σημεία ήταν πιο δυνατά απ' αυτούς· κι η βιοτεχνία τους τούς βοηθούσε βέβαια σ' ό,τι χρειάζονταν για να βρουν την τροφή τους, όμως δεν μπορούσε να τους σώσει στον πόλεμο με τα θηρία· κι αιτία ήταν που δεν κάτεχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, που ένα μέρος της είναι η τέχνη του πολέμου· τότε ένιωσαν την ανάγκη να συγκεντρώνονται και να χτίζουν πολιτείες, για να σωθούν. Όμως, όποτε συγκεντρώνονταν, αδικούσε ο ένας τον άλλο, μια και δεν είχαν την πολιτική τέχνη, κι έτσι πάλι σκορπίζονταν και τους έτρωγαν τα θηρία. | [322b] Οι άνθρωποι λοιπόν στην αρχή εφοδιασμένοι με αυτά τα μέσα ζούσαν διάσπαρτοι και πολιτείες δεν υπήρχαν. Έτσι αφανίζονταν από τα θηρία, γιατί όπως ήταν παντού σκορπισμένοι, έμεναν παντού πιο αδύναμοι εμπρός σ' αυτά. Η παραγωγική τους τεχνική εξάλλου τους ήταν βέβαια εξυπηρετική αρκετά για συντήρηση, αλλά δεν τους εξυπηρετούσε για τον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμα την πολιτική τέχνη, που αποτελεί μέρος της η πολεμική τεχνική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρώνονται και να προστατεύονται μέσα σε πόλεις που έχτιζαν. Έτσι, σε όποια ευκαιρία συγκεντρώθηκαν, έκαναν αδικίες ο ένας στον άλλο, μια και δεν είχαν την τέχνη της πολιτικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα πάλι να διασπώνται και να χάνονται. | [322b] Έτσι εφοδιασμένοι οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι· δεν υπήρχαν όμως πόλεις. Καταστρέφονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί παντού και πάντα ήταν ασθενέστεροι απ' αυτά· οι τεχνικές τους δεξιότητες, καλός βοηθός για τον πορισμό τροφής, υστερούσαν στον πόλεμο με τα θηρία· γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, που μέρος της είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν πολλοί μαζί και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις· όταν όμως μαζεύονταν, αδικούσαν ένας τον άλλον, γιατί δεν είχαν την πολιτική τέχνη, ώστε πίσω πάλι σκορπίζονταν εδώ και κει και καταστρέφονταν. |
| [322c] Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώ- ποις· «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ | [322c] Τότε ο Δίας ανησύχησε μήπως χαθεί η ράτσα μας από το πρόσωπο της γης και στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να δημιουργηθούν μονιασμένες πολιτείες και δεσμοί που να δένουν με φιλία τους ανθρώπους. Όμως ρωτά ο Ερμής τον Δία με ποιον τρόπο τέλος πάντων να δώσει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη: «Με ποιο τρόπο, όπως έχουν μοιραστεί τα επαγγέλματα, έτσι να τις μοιράσω κι αυτές; Ξέρεις πώς έχουν μοιραστή εκείνα: ένας γιατρός εξυπηρετεί πολύν κόσμο, το ίδιο και οι άλλοι τεχνίτες. Με τον ίδιο τρόπο να βάλω στους ανθρώπους και τη δικαιοσύνη και την αιδώ, | [322c] Ο Δίας τότε ανησύχησε για το είδος μας, μήπως και χαθεί ολόκληρο, και στέλνει τον Ερμή. Μαζί του αυτός έφερε στους ανθρώπους το σέβας και την απαίτηση για δικαιοσύνη, ώστε να αποτελέσουν δυνάμεις συγκρότησης των πολιτειών και συνεκτικούς δεσμούς ανθρώπινης φιλίας. Τότε ο Ερμής ρωτάει το Δία να του πει με τι τρόπο τέλος πάντων θα έδινε στους ανθρώπους τη δικαιοσύνη και το σέβας. "Με ποιον από τους δύο τρόπους; Έτσι όπως είναι κατανεμημένες οι τέχνες, αυτό τον καταμερισμό να κάνω κι εδώ; Κι ο καταμερισμός είναι ο εξής: ένας έχει για ειδικότητά του την ιατρική κι εξυπηρετεί πολλούς μη ειδικούς. Έτσι κάνουν κι όσοι άλλοι προσφέρουν στο κοινό την εργασία τους. Ώστε και τη δικαιοσύνη και το σεβασμό | [322c] Ο Ζευς τότε επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως ολότελα εξαφανιστή, στέλνει τον Ερμή να φέρη στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να υπάρξη αρμονία στις πόλεις και δεσμοί φιλίας δημιουργοί. Ρωτά λοιπόν ο Ερμής το Δία, με τι τρόπο να δώση τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους· να τις μοιράση κι αυτές έτσι όπως έχουν μοιραστή οι τέχνες; Τούτες έτσι έχουν μοιραστή· ένας που ξέρει την ιατρική είναι αρκετός για πολλούς που δεν την ξέρουν· έτσι και οι άλλοι τεχνίτες. Και τη δικαιοσύνη λοιπόν και τη ντροπή έτσι να τις βάλω μέσα στους ανθρώπους, |
| [322d] οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;» «Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως». οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν | [322d] ή να τις μοιράσω σ' όλους;». «Σε όλους, είπε ο Δίας, και ο καθένας να έχει το μερίδιό του· γιατί πώς θα σταθούν πολιτείες, αν ―όπως έγινε με τα άλλα επαγγέλματα― λίγοι έχουν μερίδιο απ' αυτές; Και βάλε ένα νόμο με τη σφραγίδα μου: όποιος είναι ανίκανος να κρατήσει το μερίδιό του στην αιδώ και τη δικαιοσύνη, να τον σκοτώνουν, γιατί είναι πανούκλα της πολιτείας.» Να λοιπόν, Σωκράτη, πώς και γιατί και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται συζήτηση για θέμα που χρειάζεται αξιοσύνη αρχιτέκτονα ή κάποιου άλλου τεχνίτη, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύουν· | [322d] με τέτοιο τρόπο να θεσμοθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να κάνω τη μοιρασιά σε όλους; ―Σε όλους ―είπε ο Δίας― και όλοι να πάρουν μέρος. Γιατί πολιτείες δε θα μπορούσαν να σχηματιστούν αν στους θεσμούς αυτούς μετείχαν λίγοι, όπως γίνεται σε άλλες τέχνες. Και θέσπισέ τους ακόμα ένα νόμο από μένα: όποιος δεν είναι ικανός να συμμετέχει στην τήρηση του σεβασμού και της δικαιοσύνης, να θανατώνεται ως νοσηρό στοιχείο της πολιτείας. Να λοιπόν, Σωκράτη, πώς και για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και στους άλλους λαούς και στο λαό της Αθήνας. Όποτε είναι ο λόγος για θέμα που απαιτεί δεξιοσύνη κατασκευαστική ή άλλη παραγωγική ικανότητα, νομίζει ο λαός ότι λίγοι έχουν τα εφόδια για να προσφέρουν συμβουλή. | [322d] ή να τις μοιράσω σε όλους; Σε όλους, είπεν ο Ζευς, και όλοι να έχουν το μερδικό τους· γιατί δε θα μπορούσαν να υπάρχουν πόλεις, αν λίγοι μόνο μετείχαν σ' αυτά, όπως στις άλλες τέχνες· και να βάλης νόμο από μέρους μου όποιον δεν είναι ικανός να μετέχη στη δικαιοσύνη και την εντροπή να τον σκοτώνουν ως αρρώστεια για την πόλη. Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για τεκτονική ή καμμιά άλλη τεχνική ικανότητα, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να δίνουν γνώμη, |
| [322e] τις ἐκτὸς ὢν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς ―εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι― ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς | [322e] κι αν πάει να δώσει συμβουλή κάποιος έξω απ' αυτούς τους λίγους, χαλούν τον κόσμο, όπως λες ― με το δίκιο τους, νομίζω. Όταν όμως είναι να δώσουν γνώμη για θέμα που χρειάζεται πολιτικήν αξιοσύνη, | [322e] Κι αν βγει για συμβουλή κανένας άλλος έξω από αυτούς τους λίγους, ο λαός δεν τον αφήνει, καθώς λες. Πολύ δικαιολογημένα, λέω εγώ. Εξάλλου, όποτε έρθει ώρα για συμβουλή πάνω σε θέμα πολιτικής ικανότητας, | [322e] κι αν κάποιος όντας έξω από τους λίγους επιχειρή να δίνη γνώμη, δεν ανέχονται, όπως συ υποστηρίζεις· με το δίκιο τους, όπως λέγω εγώ·όταν όμως έρχωνται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αναφέρεται σε πολιτική ικανότητα, |
| [323a] ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία. | [323a] και που πρέπει απ' την αρχή ως το τέλος να το πραγματευθούν με δικαιοσύνη και σωφροσύνη, δίνουν το ελεύτερο να μιλήσει ο καθένας, και μ' όλο τους το δίκαιο· γιατί όλοι πρέπει να 'χουν το μερίδιό τους σ' αυτή την αρετή· αλλιώς δεν στέκονται οι πολιτείες. Αυτή είναι η αιτία για ό,τι συμβαίνει, Σωκράτη. | [323a] που απαιτείται να είναι συνυφασμένη ολοκληρωτικά με τη δικαιοσύνη και με την αυτοκυριαρχία, δικαιολογημένα πάλι αφήνουν να μιλάει ο καθένας, με την ιδέα ότι είναι στα μέτρα του καθενός να διαθέτει από αυτή την αρετή, αλλιώς δε θα υπάρχουν πολιτείες. Η αιτιολόγηση του γεγονότος, Σωκράτη, είναι αυτή. | [323a] γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά δέχονται να ακούν κάθε άνδρα, με τη σκέψη ότι καθένας ταιριάζει να έχη μέρος στην αρετή, αλλιώς δε θα υπάρχουν πόλεις. Τούτη είναι, Σωκράτη, η αιτία αυτού του πράγματος. |