Φ I Λ Ο Σ Ο Φ I Κ Ο Σ  Λ O Γ Ο Σ


Ενότητα 4η, Πλάτωνας, Πρωταγόρας, 322A-323A


 

Η πολιτική αρετή, κοινό δώρο του Δία στους ανθρώπους, απαραίτητη ιδιότητα για τη συγκρότηση κοινωνιών

Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ  συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε   ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα φωνὴν καὶ  ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο.

Επειδή, τώρα, ο άνθρωπος πήρε κάτι από τους θεούς, πρώτα εξαιτίας της συγγένειάς του μαζί τους, μόνος αυτός απ’ όλα τα ζώα πίστεψε σε θεούς, και προσπαθούσε να κατασκευάσει βωμούς και αγάλματα θεών. Έπειτα, γρήγορα, άρθρωσε με επιδεξιότητα φωνή και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και σκεπάσματα και τροφές από τη γη.

Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ' ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη  αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής —πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική— ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις·

Με αυτά τα εφόδια οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, και πόλεις δεν υπήρχαν. Αφανίζονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί, από κάθε άποψη, ήταν ασθενέστεροι από αυτά. Για την εξασφάλιση της τροφής τους οι τεχνικές τους ικανότητες παρείχαν αρκετή βοήθεια· ήταν όμως ανεπαρκείς στον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις.

ὅτ' οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην,   ἵν' εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις· «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις , καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;»

Όταν όμως συγκεντρώνονταν όλοι μαζί, αδικούσαν ο ένας τον άλλο, επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη· σκόρπιζαν έτσι, πάλι, και αφανίζονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να αποτελούν κοσμήματα για τις πόλεις και δεσμούς που στερεώνουν τη φιλία. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιον τρόπο θα δώσει τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους: «να μοιράσω και αυτές όπως μοιράζουν τις τέχνες;» Τις έχουν μοιράσει με τον εξής τρόπο: ένας που κατέχει την ιατρική τέχνη, είναι αρκετός για πολλούς συμπολίτες του, το ίδιο και οι άλλοι δημιουργοί. Τη δικαιοσύνη λοιπόν και την αιδώ, έτσι να τις τοποθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους;

«Ἐπὶ πάντας,» ἔφη ο Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως.»

Σε όλους, είπε ο Δίας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ’ αυτές, όπως στις άλλες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο, εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης.

Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι—ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.

Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι’ αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψή τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις· δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ’ όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή· διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.

Μετάφραση: Ι. Σ. Χριστοδούλου, Ελένη Απ. Πλευρά, εκδ. Ζήτρος


 

Σύρε τον πίνακα, για να δεις και τις υπόλοιπες στήλες. Είναι προτιμότερο να γυρίσεις πλάγια τη συσκευή σου.

  Μετάφραση Η.Σ. Σπυρόπουλου Μετάφραση Κ.Ν. Πετρόπουλου Μετάφραση Β.Ν. Τατάκη
Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ’ ἀρχὰς Λοιπόν, μια και ο άνθρωπος πήρε κι αυτός μερίδιο από τον κλήρο των θεών, πρώτα πρώτα αυτός μόνο απ' όλα τα ζωντανά, σαν συγγενής των θεών βέβαια, πίστεψε σε θεούς και άρχισε να χτίζει βωμούς και αγάλματα των θεών· κατόπι, με την αξιοσύνη του γρήγορα σχημάτισε γλώσσα και λέξεις, συνταιριάζοντας τις συλλαβές, και βρήκε και κατοικίες και ρούχα και υποδήματα και στρώματα και τις τροφές που δίνει η γη. Μ' αυτά λοιπόν τα εφόδια Κι αφού πια ο άνθρωπος πήρε και κάποιο θεϊκό μερίδιο, πρώτα πρώτα ―από αυτή τη συγγένεια που έχει με το θεό― υπήρξε το μόνο πλάσμα που αναγνώρισε θεούς και πάντα νοιαζόταν να στήνει βωμούς και αγάλματα των θεών. Παράλληλα κατάρτισε νωρίς γλώσσα και πλήθος λέξεις με την τεχνική του ικανότητα κι επινόησε οικοδομήματα και φορέματα και υποδήματα και κλινοσκεπάσματα και τους πόρους διατροφής του από προϊόντα της γης. Και επειδή ο άνθρωπος κρατεί από θεϊκή μοίρα, πρώτα πρώτα ένεκα της συγγένειας προς [τον θεό], μόνος από τα ζώα πίστεψε θεούς, και προσπαθούσε να ιδρύη και βωμούς και αγάλματα θεών· έπειτα γλήγορα κατώρθωσε να διαρθρώση με τη γνωστή τέχνη φωνή και λέξεις, και βρήκε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και στρωσίδια και τις τροφές από τη γη.
[322b] ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής ―πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική― ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις· ὅτ’ οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. [322b] οι άνθρωποι τον πρώτο καιρό ζούσαν σκόρπιοι, πολιτείες όμως δεν υπήρχαν. Έτσι τους αφάνιζαν τα θηρία, γιατί, σ' όλα τα σημεία ήταν πιο δυνατά απ' αυτούς· κι η βιοτεχνία τους τούς βοηθούσε βέβαια σ' ό,τι χρειάζονταν για να βρουν την τροφή τους, όμως δεν μπορούσε να τους σώσει στον πόλεμο με τα θηρία· κι αιτία ήταν που δεν κάτεχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, που ένα μέρος της είναι η τέχνη του πολέμου· τότε ένιωσαν την ανάγκη να συγκεντρώνονται και να χτίζουν πολιτείες, για να σωθούν. Όμως, όποτε συγκεντρώνονταν, αδικούσε ο ένας τον άλλο, μια και δεν είχαν την πολιτική τέχνη, κι έτσι πάλι σκορπίζονταν και τους έτρωγαν τα θηρία. [322b] Οι άνθρωποι λοιπόν στην αρχή εφοδιασμένοι με αυτά τα μέσα ζούσαν διάσπαρτοι και πολιτείες δεν υπήρχαν. Έτσι αφανίζονταν από τα θηρία, γιατί όπως ήταν παντού σκορπισμένοι, έμεναν παντού πιο αδύναμοι εμπρός σ' αυτά. Η παραγωγική τους τεχνική εξάλλου τους ήταν βέβαια εξυπηρετική αρκετά για συντήρηση, αλλά δεν τους εξυπηρετούσε για τον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμα την πολιτική τέχνη, που αποτελεί μέρος της η πολεμική τεχνική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρώνονται και να προστατεύονται μέσα σε πόλεις που έχτιζαν. Έτσι, σε όποια ευκαιρία συγκεντρώθηκαν, έκαναν αδικίες ο ένας στον άλλο, μια και δεν είχαν την τέχνη της πολιτικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα πάλι να διασπώνται και να χάνονται. [322b] Έτσι εφοδιασμένοι οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι· δεν υπήρχαν όμως πόλεις. Καταστρέφονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί παντού και πάντα ήταν ασθενέστεροι απ' αυτά· οι τεχνικές τους δεξιότητες, καλός βοηθός για τον πορισμό τροφής, υστερούσαν στον πόλεμο με τα θηρία· γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, που μέρος της είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν πολλοί μαζί και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις· όταν όμως μαζεύονταν, αδικούσαν ένας τον άλλον, γιατί δεν είχαν την πολιτική τέχνη, ώστε πίσω πάλι σκορπίζονταν εδώ και κει και καταστρέφονταν.

[322c] Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώ- ποις· «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ [322c] Τότε ο Δίας ανησύχησε μήπως χαθεί η ράτσα μας από το πρόσωπο της γης και στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να δημιουργηθούν μονιασμένες πολιτείες και δεσμοί που να δένουν με φιλία τους ανθρώπους. Όμως ρωτά ο Ερμής τον Δία με ποιον τρόπο τέλος πάντων να δώσει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη: «Με ποιο τρόπο, όπως έχουν μοιραστεί τα επαγγέλματα, έτσι να τις μοιράσω κι αυτές; Ξέρεις πώς έχουν μοιραστή εκείνα: ένας γιατρός εξυπηρετεί πολύν κόσμο, το ίδιο και οι άλλοι τεχνίτες. Με τον ίδιο τρόπο να βάλω στους ανθρώπους και τη δικαιοσύνη και την αιδώ, [322c] Ο Δίας τότε ανησύχησε για το είδος μας, μήπως και χαθεί ολόκληρο, και στέλνει τον Ερμή. Μαζί του αυτός έφερε στους ανθρώπους το σέβας και την απαίτηση για δικαιοσύνη, ώστε να αποτελέσουν δυνάμεις συγκρότησης των πολιτειών και συνεκτικούς δεσμούς ανθρώπινης φιλίας. Τότε ο Ερμής ρωτάει το Δία να του πει με τι τρόπο τέλος πάντων θα έδινε στους ανθρώπους τη δικαιοσύνη και το σέβας. "Με ποιον από τους δύο τρόπους; Έτσι όπως είναι κατανεμημένες οι τέχνες, αυτό τον καταμερισμό να κάνω κι εδώ; Κι ο καταμερισμός είναι ο εξής: ένας έχει για ειδικότητά του την ιατρική κι εξυπηρετεί πολλούς μη ειδικούς. Έτσι κάνουν κι όσοι άλλοι προσφέρουν στο κοινό την εργασία τους. Ώστε και τη δικαιοσύνη και το σεβασμό [322c] Ο Ζευς τότε επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως ολότελα εξαφανιστή, στέλνει τον Ερμή να φέρη στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να υπάρξη αρμονία στις πόλεις και δεσμοί φιλίας δημιουργοί. Ρωτά λοιπόν ο Ερμής το Δία, με τι τρόπο να δώση τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους· να τις μοιράση κι αυτές έτσι όπως έχουν μοιραστή οι τέχνες; Τούτες έτσι έχουν μοιραστή· ένας που ξέρει την ιατρική είναι αρκετός για πολλούς που δεν την ξέρουν· έτσι και οι άλλοι τεχνίτες. Και τη δικαιοσύνη λοιπόν και τη ντροπή έτσι να τις βάλω μέσα στους ανθρώπους,
[322d] οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;» «Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως». οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν [322d] ή να τις μοιράσω σ' όλους;». «Σε όλους, είπε ο Δίας, και ο καθένας να έχει το μερίδιό του· γιατί πώς θα σταθούν πολιτείες, αν ―όπως έγινε με τα άλλα επαγγέλματα― λίγοι έχουν μερίδιο απ' αυτές; Και βάλε ένα νόμο με τη σφραγίδα μου: όποιος είναι ανίκανος να κρατήσει το μερίδιό του στην αιδώ και τη δικαιοσύνη, να τον σκοτώνουν, γιατί είναι πανούκλα της πολιτείας.» Να λοιπόν, Σωκράτη, πώς και γιατί και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται συζήτηση για θέμα που χρειάζεται αξιοσύνη αρχιτέκτονα ή κάποιου άλλου τεχνίτη, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύουν· [322d] με τέτοιο τρόπο να θεσμοθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να κάνω τη μοιρασιά σε όλους; ―Σε όλους ―είπε ο Δίας― και όλοι να πάρουν μέρος. Γιατί πολιτείες δε θα μπορούσαν να σχηματιστούν αν στους θεσμούς αυτούς μετείχαν λίγοι, όπως γίνεται σε άλλες τέχνες. Και θέσπισέ τους ακόμα ένα νόμο από μένα: όποιος δεν είναι ικανός να συμμετέχει στην τήρηση του σεβασμού και της δικαιοσύνης, να θανατώνεται ως νοσηρό στοιχείο της πολιτείας. Να λοιπόν, Σωκράτη, πώς και για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και στους άλλους λαούς και στο λαό της Αθήνας. Όποτε είναι ο λόγος για θέμα που απαιτεί δεξιοσύνη κατασκευαστική ή άλλη παραγωγική ικανότητα, νομίζει ο λαός ότι λίγοι έχουν τα εφόδια για να προσφέρουν συμβουλή. [322d] ή να τις μοιράσω σε όλους; Σε όλους, είπεν ο Ζευς, και όλοι να έχουν το μερδικό τους· γιατί δε θα μπορούσαν να υπάρχουν πόλεις, αν λίγοι μόνο μετείχαν σ' αυτά, όπως στις άλλες τέχνες· και να βάλης νόμο από μέρους μου όποιον δεν είναι ικανός να μετέχη στη δικαιοσύνη και την εντροπή να τον σκοτώνουν ως αρρώστεια για την πόλη. Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για τεκτονική ή καμμιά άλλη τεχνική ικανότητα, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να δίνουν γνώμη,
[322e] τις ἐκτὸς ὢν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς ―εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι― ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς [322e] κι αν πάει να δώσει συμβουλή κάποιος έξω απ' αυτούς τους λίγους, χαλούν τον κόσμο, όπως λες ― με το δίκιο τους, νομίζω. Όταν όμως είναι να δώσουν γνώμη για θέμα που χρειάζεται πολιτικήν αξιοσύνη, [322e] Κι αν βγει για συμβουλή κανένας άλλος έξω από αυτούς τους λίγους, ο λαός δεν τον αφήνει, καθώς λες. Πολύ δικαιολογημένα, λέω εγώ. Εξάλλου, όποτε έρθει ώρα για συμβουλή πάνω σε θέμα πολιτικής ικανότητας, [322e] κι αν κάποιος όντας έξω από τους λίγους επιχειρή να δίνη γνώμη, δεν ανέχονται, όπως συ υποστηρίζεις· με το δίκιο τους, όπως λέγω εγώ·όταν όμως έρχωνται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αναφέρεται σε πολιτική ικανότητα,
[323a] ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία. [323a] και που πρέπει απ' την αρχή ως το τέλος να το πραγματευθούν με δικαιοσύνη και σωφροσύνη, δίνουν το ελεύτερο να μιλήσει ο καθένας, και μ' όλο τους το δίκαιο· γιατί όλοι πρέπει να 'χουν το μερίδιό τους σ' αυτή την αρετή· αλλιώς δεν στέκονται οι πολιτείες. Αυτή είναι η αιτία για ό,τι συμβαίνει, Σωκράτη. [323a] που απαιτείται να είναι συνυφασμένη ολοκληρωτικά με τη δικαιοσύνη και με την αυτοκυριαρχία, δικαιολογημένα πάλι αφήνουν να μιλάει ο καθένας, με την ιδέα ότι είναι στα μέτρα του καθενός να διαθέτει από αυτή την αρετή, αλλιώς δε θα υπάρχουν πολιτείες. Η αιτιολόγηση του γεγονότος, Σωκράτη, είναι αυτή. [323a]  γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά δέχονται να ακούν κάθε άνδρα, με τη σκέψη ότι καθένας ταιριάζει να έχη μέρος στην αρετή, αλλιώς δε θα υπάρχουν πόλεις. Τούτη είναι, Σωκράτη, η αιτία αυτού του πράγματος.

αρχή

 



 

μοῖρα (<μείρομαι -δες πιο πάνω, εἱμαρμένος): το μέρος που αναλογεί σε κάποιον μετά από τη διανομή, το μερίδιο· ο κλήρος, η τύχη, η ορισμένη για κάθε άνθρωπο τύχη, ο θάνατος
νομίζω: θεωρώ, παραδέχομαι κάτι ως νόμο, συνήθεια, έθιμο· ακολουθώ τους νόμους και τα έθιμα
ἐπιχειρέω-ῶ: βάζω το χέρι μου πάνω σε κάτι [ἐπὶ + χείρ], αρχίζω να εργάζομαι, επιχειρώ, προσπαθώ
ἱδρύεσθαι· ἱδρύω: εγκαθιδρύω, καθιερώνω ναούς και αγάλματα θεών
ἄγαλμα (<ἀγάλλομαι: ευχαριστούμαι): α) κάθε πράγμα που προξενεί αγαλλίαση, ευχαρίστηση· β) δώρο που προξενεί ευχαρίστηση, ειδικά προς τους θεούς· γ) ομοίωμα από ξύλο, πέτρα ή μέταλλο, που απεικονίζει τον θεό και προσφέρεται σ' αυτόν από τους θνητούς για να τον ευχαριστήσει· δ) κάθε γλυπτό έργο.
φωνή: α) η φωνή, ο ήχος που παράγουν ο άνθρωπος ή τα ζώα με τον λάρυγγα και τις φωνητικές χορδές τους· β) κάθε έναρθρος ήχος σε αντίθεση προς τις άναρθρες κραυγές· γ) ο λόγος, η φράση, η ρήση
ὄνομα: η λέξη με την οποία δηλώνεται κάποιο πρόσωπο ή κάποιο πράγμα
διηρθρώσατο· διαρθρόω-ῶ: προφέρω έναρθρο λόγο, ανακαλύπτω τον έναρθρο λόγο
οἴκησις: οικία, κατοικία· το κατοικημένο μέρος μιας χώρας
ἐσθής: ενδυμασία, ένδυμα
ὑποδέσεις: υποδήματα, σανδάλια
παρασκευάζω: ετοιμάζω, παρασκευάζω· προμηθεύομαι κάποιο πράγμα που δεν έχω [κατασκευάζω: διευθετώ και ετοιμάζω τα πράγματα που έχω στη διάθεση μου]· μηχανεύομαι
σποράδην (επίρρ.): διασκορπισμένα, σκόρπια, εδώ κι εκεί
πανταχῇ (επίρρ.): α) παντού, σε κάθε τόπο, από όλες τις πλευρές· β) με κάθε τρόπο, απολύτως, από κάθε άποψη
ἐνδεής: (πληθ. ουδ.: ἐνδεᾶ <ἐνδέω): αυτός που στερείται κάτι, που έχει έλλειψη ή ανάγκη κάποιου πράγματος
ἁθροίζω: συνάγω, συλλέγω, μαζεύω, συγκεντρώνω, σχηματίζω εταιρεία, κοινωνία
ἅτε (αιτιατ. πληθ. του ουδ. του ὅστε σε επιρρ. χρήση): α) όπως· β) καθόσον, επειδή, ως, αφού
σκεδαννύμενοι· σκεδάννυμι: σκορπίζω, διασκορπίζω
αἰδώς: α) η εντροπή, η συναίσθηση της τιμής και της φιλοτιμίας, ο σεβασμός· β) ό,τι προξενεί σεβασμό.
κόσμος: α) η πειθαρχία, η τάξη, η ευπρέπεια· β) το κόσμημα, ο στολισμός· γ) ο κόσμος, το οργανωμένο σύμπαν, σε αντίθεση προς το αρχικό χάος.
συναγωγός: αυτός που συνάγει δυο πράγματα, τα συνενώνει, τα συνδέει
φιλία: η φιλία, η αγάπη που συνδέει συγγενείς και φίλους, ο έρωτας
τεκτονικῆς· ἡ τεκτονικὴ τέχνη : η ξυλουργική, η οικοδομική
ὀλίγοις... μετεῖναι συμβουλῆς· μέτεστί τινί τινος (απρόσωπη έκφραση): έχει κάποιος τη δυνατότητα, την ικανότητα, να κάνει κάτι
σωφροσύνη: η φρόνηση, η κοσμιότητα, η μετριοπάθεια, η νηφαλιότητα
προσῆκον· ὁ προσήκων, ἡ προσήκουσα, τὸ προσῆκον: ο κατάλληλος, ο αρμόδιος, ο πρόσφορος, ο σχετικός με μια υπόθεση

 

αρχή

 



 

θείας... μοίρας: η φωτιά αποτελεί το θεϊκό μερίδιο που είχαν την τύχη, χάρη στην παρέμβαση του Προμηθέα, να λάβουν οι άνθρωποι. Είναι θεϊκό γιατί το κατείχαν ως τότε μόνον οι θεοί, είναι θεϊκό γιατί οι άνθρωποι το απέκτησαν με θεϊκή παρέμβαση του Προμηθέα, είναι επίσης θεϊκό γιατί, επιτρέποντας στον άνθρωπο να αναπτύξει πολιτισμό, του επέτρεψε κατά συνέπεια να αναγνωρίσει την ύπαρξη των θεών. Η πρώτη και άμεση συνέπεια του δώρου της φωτιάς, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, είναι ακριβώς η εμφάνιση της θρησκείας.

δημιουργική τέχνη: η τέχνη των δημιουργών, δηλαδή των τεχνιτών (ο δημιουργός (<δῆμος+ἔργον) είναι αυτός που παράγει ένα έργο ωφέλιμο στον δήμο, στον λαό· στην κατηγορία των δημιουργών ανήκαν κατά τους ομηρικούς χρόνους οι μάντεις, οι γιατροί, οι κήρυκες, οι οικοδόμοι κ.τ.λ.).

δεσμός Η κοινωνική τάξη των δημιουργών

φιλίας: για την Φιλία ως φυσική δύναμη που συνδέει τα διαφορετικά στοιχεία, σε αντίθεση προς το Νείκος, τη φυσική δύναμη που τα χωρίζει, δες στην Εισαγωγή, σελ. 20.

ἰδιώτης: α) ο πολίτης ως άτομο σε αντίθετη προς την πόλη· β) ο κοινός άνθρωπος· γ) ο τρόπος ζωής των ανθρώπων που αφορά την προσωπική και όχι τη δημόσια δρατηριότητά τους· δ) ο αγύμναστος, άπειρος άνθρωπος, ο αδίδακτος, ο αμαθής [από την έννοια αυτή του ἰδιώτης προκύπτουν το αγγλικό idiot και το γαλλικό idiot, που σημαίνουν ανόητος].

Πρόσθετα σχόλια

θεούς: Όπως επισημαίνουν οι J. Adam και Α.Μ. Adam, το χωρίο αυτό δημιουργεί πρόβλημα. Ο ενικός του «θεού» είναι ανακριβής —κανένας μεμονωμένος θεός δεν αναφέρεται ως συγγενής του ανθρώπου. Ούτε μπορεί, το ίδιο, να εκληφθεί με τη μονοθεϊστική έννοια του θεού ή ως αναπλήρωμα του πληθυντικού «των θεών» —και οι δύο χρήσεις είναι ανοίκειες στον μύθο.

αἰδῶ τε καὶ δίκην: Η αιδώς αφορά τον αυτοέλεγχο· πρόκειται για συνείδηση που τείνει να διαφυλάξει την αρμονία στις ανθρώπινες σχέσεις και αναλύεται στον αυτοσεβασμό, πρώτα, και το σεβασμό προς τον συνάνθρωπο. Η δικαιοσύνη, από την άλλη πλευρά, συμπληρώνει το έλλειμμα ή την απουσία της αιδούς, που απολήγει στην αδικία και σε συγκρούσεις ανάμεσα σε ανθρώπους.

 

αρχή

 



1. Ποια είναι η συνεισφορά του Δία στον πολιτισμό, σύμφωνα με τον μύθο του Πρωταγόρα; Σε τι διαφέρει η προσφορά του Δία από το δώρο της φωτιάς του Προμηθέα;

2. Πώς βλέπετε να ορίζεται η πολιτική αρετή μέσα στο απόσπασμα;

3. Πώς βλέπετε να διαρθρώνονται, μέσα στον μύθο του Πρωταγόρα, τα στάδια της εξέλιξης του πολιτισμού που κατακτά ο άνθρωπος;

4. Συγκρίνετε τον μύθο του Πρωταγόρα με το απόσπασμα του Αισχύλου από τον Προμηθέα Δεσμώτη.

ΑΙΣΧΥΛΟΥ, ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

Πρ.

μή τοι χλιδῇ δοκεῖτε μηδ΄ αὐθαδίᾳ
σιγᾶν με· συννοίᾳ δὲ δάπτομαι κέαρ
ὁρῶν ἐμαυτὸν ὧδε προυσελούμενον.
Καίτοι θεοῖσι τοῖς νέοις τούτοις γέρα
τίς ἄλλος ἢ 'γὼ παντελῶς διώρισεν; 440
ἀλλ' αὐτὰ σιγῶ· καὶ γὰρ εἰδυίαισιν ἂν
ὑμῖν λέγοιμι. Τἀν βροτοῖς δὲ πήματα
ἀκούσαθ', ὥς σφας νηπίους ὄντας τὸ πρὶν
ἔννους ἔθηκα καὶ φρενῶν ἐπηβόλους.
λέξω δὲ μέμψιν οὔτιν' ἀνθρώποις ἔχων, 445
ἀλλ' ὧν δέδωκ' εὔνοιαν ἐξηγούμενος·
οἳ πρῶτα μὲν βλέποντες ἔβλεπον μάτην,
κλύοντες οὐκ ἤκουον, ἀλλ' ὀνειράτων
ἀλίγκιοι μορφαῖσι τὸν μακρὸν βίον
ἔφυρον εἰκῇ πάντα, κοὔτε πλινθυφεῖς 450
δόμους προσείλους ᾖσαν, οὐ ξυλουργίαν,
κατώρυχες δ' ἔναιον ὥστ' ἀήσυροι
μύρμηκες ἄντρων ἐν μυχοῖς ἀνηλίοις.
Ἦν δ' οὐδὲν αὐτοῖς οὔτε χείματος τέκμαρ
οὔτ' ἀνθεμώδους ἦρος οὔτε καρπίμου 455
θέρους βέβαιον, ἀλλ' ἄτερ γνώμης τὸ πᾶν
ἔπρασσον, ἔστε δή σφιν ἀντολὰς ἐγὼ
ἄστρων ἔδειξα τάς τε δυσκρίτους δύσεις.
Καὶ μὴν ἀριθμόν, ἔξοχον σοφισμάτων,
ἐξηῦρον αὐτοῖς, γραμμάτων τε συνθέσεις, 460
μνήμην ἁπάντων, μουσομήτορ' ἐργάνην·
κἄζευξα πρῶτος ἐν ζυγοῖσι κνώδαλα
ζεύγλαισι δουλεύοντα, σώμασίν θ' ὅπως
θνητοῖς μεγίστων διάδοχοι μοχθημάτων
γένοινθ', ὑφ' ἅρμα τ' ἤγαγον φιληνίους 465
ἵππους, ἄγαλμα τῆς ὑπερπλούτου χλιδῆς·
θαλασσόπλαγκτα δ' οὔτις ἄλλος ἀντ' ἐμοῦ
λινόπτερ' ηὗρε ναυτίλων ὀχήματα.
Τοιαῦτα μηχανήματ' ἐξευρὼν τάλας
βροτοῖσιν αὐτὸς οὐκ ἔχω σόφισμ' ὅτῳ 470
τῆς νῦν παρούσης πημονῆς ἀπαλλαγῶ.

Χο.

Πέπονθας αἰκὲς πῆμ'· ἀποσφαλεὶς φρενῶν
πλανᾷ, κακὸς δ' ἰατρὸς ὥς τις ἐς νόσον
πεσὼν ἀθυμεῖς, καὶ σεαυτὸν οὐκ ἔχεις
εὑρεῖν ὁποίοις φαρμάκοις ἰάσιμος.475

Πρ.

Τὰ λοιπά μου κλύουσα θαυμάσῃ πλέον,
οἵας τέχνας τε καὶ πόρους ἐμησάμην·
τὸ μὲν μέγιστον, εἴ τις ἐς νόσον πέσοι,
οὐκ ἦν ἀλέξημ' οὐδέν, οὔτε βρώσιμον
οὐ χριστὸν οὐδὲ πιστόν, ἀλλὰ φαρμάκων 480
χρείαι κατεσκέλλοντο, πρίν γ' ἐγώ σφισιν
ἔδειξα κράσεις ἠπίων ἀκεσμάτων,
αἷς τὰς ἁπάσας ἐξαμύνονται νόσους·
τρόπους τε πολλοὺς μαντικῆς ἐστοίχισα,
κἄκρινα πρῶτος ἐξ ὀνειράτων ἃ χρὴ 485
ὕπαρ γενέσθαι, κληδόνας τε δυσκρίτους
ἐγνώρισ' αὐτοῖς ἐνοδίους τε συμβόλους,
γαμψωνύχων τε πτῆσιν οἰωνῶν σκεθρῶς
διώρισ', οἵτινές τε δεξιοὶ φύσιν
εὐωνύμους τε, καὶ δίαιταν ἥντινα 490
ἔχουσ' ἕκαστοι καὶ πρὸς ἀλλήλους τίνες
ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα καί συνεδρίαι·
σπλάγχνων τε λειότητα, καὶ χροιὰν τίνα
ἔχουσ' ἂν εἴη δαίμοσιν πρὸς ἡδονὴν
χολή, λοβοῦ τε ποικίλην εὐμορφίαν· 495
κνίσῃ τε κῶλα συγκαλυπτὰ καὶ μακρὰν
ὀσφῦν πυρώσας δυστέκμαρτον εἰς τέχνην
ὥδωσα θνητούς, καὶ φλογωπὰ σήματα
ἐξωμμάτωσα πρόσθεν ὄντ' ἐπάργεμα.
Τοιαῦτα μὲν δὴ ταῦτ'· ἔνερθε δὲ χθονὸς 500
κεκρυμμέν' ἀνθρώποισιν ὠφελήματα,
χαλκὸν σίδηρον ἄργυρον χρυσόν τε, τίς
φήσειεν ἂν πάροιθεν ἐξευρεῖν ἐμοῦ;
οὐδείς, σάφ' οἶδα, μὴ μάτην φλῦσαι θέλων.
Βραχεῖ δὲ μύθῳ πάντα συλλήβδην μάθε· 505
πᾶσαι τέχναι βροτοῖσιν ἐκ Προμηθέως.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

Μην πάρετε για πείσμα και περφάνια
τη σιωπή μου· η φρόνηση με τρώει
σε τέτοιες βλέποντας ντροπές τον εαυτό μου.
Όμως ποιος άλλος από με στους νέους
θεούς έχει χαρίσει τις τιμές των; 440
Μα δε μιλώ γι' αυτά. Τι να τα λέω;
Τα ξέρετε καλά· τις δυστυχίες
ακούστε των θνητών, που ενώ δεν είχαν
πρωτύτερα μυαλό, με νου και σκέψη
τους φώτισα. Κι όσα θα πω, δεν είναι
παράπονο γι' αυτούς, μονάχα δείχνω 445
το τι καλό τους έχω κάνει· πρώτα
εκείνοι εβλέπαν, μα έβλεπαν του κάκου
κι άκουγαν, μα δεν άκουγαν καθόλου,
αλλά ως θολές μορφές ονείρων σ' όλο
το μάκρος της αργόσυρτης ζωής των
αστόχαστα ανακάτευαν τα πάντα·
κι ουδέ πλιθόχτιστα ξέραν να χτίζουν 450
ηλιόφωτα καλύβια, ουδέ την τέχνη
τα ξύλα να δουλεύουν, μα υπόγεια ζούσαν
σ' ανήλιαγες σπηλιές στης γης τα βάθη,
καθώς τ' αλαφροκίνητα μερμήγκια.
Μήτε να ξεχωρίζουνε κατέχαν
με σίγουρο σημάδι το χειμώνα,
μηδέ την άνοιξη την ανθισμένη, 455
μηδέ το καρποφόρο καλοκαίρι,
αλλά έτσι δίχως κρίση και στην τύχη
ήταν η κάθε πράξη τους, ωσότου
τις δύσκολες κι ανέγνωρες των άστρων
ανατολές τους έδειξα και δύσεις.
Μα και τον αριθμό, πρώτη σοφία,
τους βρήκα εγώ, και των γραμμάτων 460
τα συνταιριάσματα, δουλεύτρα τέχνη,
μητέρα των Μουσών, μνήμη των πάντων.
Κι έβαλα πρώτος στο ζυγό τα ζώα
σε ζεύγλες και σαμάρια να δουλεύουν,
για να σηκώνουν των θνητών τους μόχθους
τους πιο τρανούς, και δαμασμένα στο άρμα
τ' αλόγατα έζεψα, λαμπρό καμάρι 465
της πλούσιας αρχοντιάς. Κι έξω από μένα
κανένας άλλος τα λινόφτερα δεν ήβρε
τα θαλασσόδρομα των ναυτικών αμάξια.
Κι ενώ για τους ανθρώπους τέτοιες τέχνες
σκέφτηκα ο δόλιος, τρόπο εγώ δεν έχω 470
τη συμφορά μου ετούτη να ξεφύγω.

ΧΟΡΟΣ

Αταίριαστη σε βρήκε δυστυχία·
ξαστόχησες και παραδέρνει ο νους σου,
κι όπως κακός γιατρός που αρρώστια
τον χτύπησε, κι εσύ στενοχωριέσαι,
γιατί δεν έχεις γιατρικά να σε γιατρέψουν 475

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

Ακούγοντας και τ' άλλα, θα σαστίσεις
ακόμα περισσότερο, ποιους τρόπους
σοφίστηκα, ποιες τέχνες. Πρώτα απ' όλα·
αν κάποιος αρρωστούσε, δεν υπήρχε
ξαρρωστικό κανένα, ούτε να φάει,
ουδέ να πιει και ν' αλειφτεί, μα έτσι 480
δίχως αντίδοτο αργοσβήναν, ώσπου
τους έδειξα πραϋντικά βοτάνια
να σμίγουν και μ' αυτά όλες τις αρρώστιες
να πολεμούνε. Και τους πλήθιους τρόπους
της μαντικής εδίδαξα, και πρώτος
εξήγησα ποια ονείρατα αληθεύουν 485
κι αλλόκοτους αχούς των δρόμων
και συντυχιές τους έμαθα να κρίνουν.
Και των αρπαχτικών πουλιών καθάρια
τους όρισα το πέταγμα· σημάδι,
εξαίσιο το δεξί να λογαριάζουν
και το ζερβί κακότυχο. Ποιες έχτρες 490
έχει καθένα, ποιες συνήθειες και φιλίες,
πώς σμίγει σε κοπάδι, και των σπλάχνων
τη λαμπερή μορφή, τι χρώμα νά 'χουν
στους θεούς για ν' αρέσουνε κι ακόμη
τις πλήθιες όψεις του λοβού και της χολής 495
και τα μεριά με πάχος σκεπασμένα
και το μακρύ το κόκαλο της πλάτης
πυρώνοντας στη θράκα, εγώ το δρόμο
δύσκολης στους θνητούς χάραξα τέχνης·
και τα λαμπρά φανέρωσα της φλόγας
σημάδια, που αφανέρωτα ήταν πρώτα.
Αυτά λοιπόν· και κάτω από το χώμα 500
κκρυμμένους θησαυρούς για τους ανθρώπους,
σίδερο και χαλκό, χρυσάφι, ασήμι,
ποιος θά 'λεγε πως τά 'βρε πρώτος;
Κανείς, καλά το ξέρω, εχτός αν θέλει
να φλυαρεί του κάκου. Μ' ένα λόγο
στο λέω για να το μάθεις στους θνητούς 505
όλες οι τέχνες απ' τον Προμηθέα.

Μετάφραση: Τάσου Ρούσσου