Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


8η ενότητα: ε 165-310/<149-281>


 

 

Α' ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● H ζωή του Oδυσσέα στην Ωγυγία

● Διάλογος Kαλυψώς-Oδυσσέα

● Κατασκευή σχεδίας και απόπλους του ήρωα

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 7η ως την 29η ημέρα

 

 

Συνάντηση της Καλυψώς με τον Οδυσσέα

Ο Οδυσσέας στο νησί της Καλυψώς

Οδυσσέας και Καλυψώ

Ο Οδυσσέας στ' ακροθαλάσσι

Τα νερά της Στύγας


wiki Ύδατα Στυγός [πηγή: Βικιπαίδεια]
δεσμός Στα ύδατα της στυγός - Ντοκιμαντέρ [πηγή: Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ]

 

165 Μίλησε κι αναχώρησε ο κρατερός Αργοφονιάς. Κι εκείνη, σεβαστή νεράιδα,
πήγε να βρει τον μεγαλόψυχο Οδυσσέα, στην προσταγή του Δία υπάκουη.
Τον βρήκε εκεί να κάθεται στο περιγιάλι, ούτε στιγμή δεν στέγνωναν
τα μάτια του απ’ το κλάμα, έλιωνε η γλυκιά ζωή του
απ’ τον καημό του γυρισμού, κι οδύρονταν, 1
170
αφού καμιά χαρά δεν του έδινε τώρα η νεράιδα.
Τις νύχτες αν κοιμότανε μαζί της στο βάθος της σπηλιάς,
το ’κανε απ’ ανάγκη· το ’θελε εκείνη, εκείνος όχι.
Τις μέρες όμως τις περνούσε κρεμασμένος σε βράχια κι ακρωτήρια,
τα σωθικά του τρώγοντας με δάκρυα, στεναγμούς και λύπες,
175
με μάτια βουρκωμένα, στυλωμένα πάντα στο άκαρπο πέλαγος
. Αρχαίο
Κοντά του στάθηκε αρχοντική η θεά και τον προσφώνησε:
«Δύσμοιρε, δεν έχεις λόγο πια να οδύρεσαι, να χαραμίζεις
τη ζωή σου με το κλάμα. Το πήρα απόφαση, θα σε κατευοδώσω. 2
Εμπρός λοιπόν, πελέκησε μακριά μαδέρια, συνάρμοσέ τα
180
με καρφιά και φτιάξε μια σχεδία πλατιά· στήριξε πάνω της  3
ψηλά δοκάρια, να σε ταξιδέψει στο γαλάζιο πέλαγος.
Εγώ σου δίνω ψωμί, νερό και κόκκινο κρασί, να ’χεις να ζεις,
να μην πεθάνεις απ’ την πείνα.
Κι ακόμη ρούχα θα σε ντύσω και πίσω σου θα στείλω ούριο άνεμο,
185
ώστε να φτάσεις στην πατρίδα σου χωρίς μεγάλη βλάβη,
αν βέβαια το θελήσουν και οι ουράνιοι θεοί,
όσοι με ξεπερνούν στη γνώση και στην πράξη.»
Ρίγησε που την άκουσε πολύπαθος και θείος,
ύστερα μίλησε ο Οδυσσεύς, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:
190
«Το βλέπω· άλλο, θεά, έχεις στον νου σου, όχι τον γυρισμό μου·
που με παρακινείς με μια σχεδία να περάσω
το μέγα κύμα της θαλάσσης, τόσο αποτρόπαιο και φοβερό, που μήτε
ισόρροπα και γρήγορα καράβια να το περάσουν δεν μπορούν,
κι ας έχουν πίσω τους πρίμο το αγέρι του Διός.
195
Σ’ το λέω, εγώ δεν πρόκειται ν’ ανέβω σε σχεδία,
αν πράγματι εσύ δεν το ’χεις αποφασισμένο.
Εκτός κι αν δέχεσαι τον μέγα όρκο να προφέρεις,
πως άλλο πια κακό δεν σκέφτεσαι για μένα.»
Όπως τον άκουσε η Καλυψώ, αρχοντική θεά, του χαμογέλασε,
200
το χέρι της απλώνει και τον χάιδεψε, μετά μιλώντας είπε:
«Ω, παραείσαι πονηρός κι όχι μονάχα ξύπνιος,
που τόλμησες να ξεστομίσεις τέτοιο λόγο. Λοιπόν, ορκίζομαι
σ’ αυτή τη γη και στον απέραντο ουρανό που μας σκεπάζει,
στο κατακόρυφο νερό της Στύγας 4 [...]:
207
αληθινά δεν σκέφτομαι κακό για σένα· όσα
στον νου μου έχω και στοχάζομαι,
θα τα σκεφτόμουν και για μένα, αν τύχαινε την ίδια να με βρει
παρόμοια ανάγκη. Σ’ το βεβαιώνω:
210
είναι καλόγνωμος ο νους μου, δεν κρύβω μες στα στήθη
καρδιά από σίδερο, σπλαχνίζομαι κι εγώ.»
Έτσι του μίλησε η αρχοντική θεά, και πήρε
να βαδίζει με γοργό ρυθμό. Εκείνος πήγαινε στα χνάρια της,
ωσότου σίμωσαν στο βάθος της σπηλιάς - ένας θνητός και μια θεά.
215
Κάθισε αυτός στο ίδιο κάθισμα από όπου λίγο πριν ανασηκώθηκε ο Ερμής,
και τότε η νεράιδα τού παρέθεσε τραπέζι·
να φάει, να πιει, καθώς που τρων και πίνουν οι βροτοί. Αντίκρυ του,
στον θείο Οδυσσέα πήρε τη θέση της κι η ίδια,
οι δούλες τής προσφέρουν νέκταρ κι αμβροσία,
220
κι οι δυο τους άπλωσαν τα χέρια τους στο έτοιμο δείπνο.

Η τελευταία πρόταση της Καλυψώς και η απάντηση του Οδυσσέα

Οδυσσέας και Καλυψώ

Αμφίεση


4000 χρόνια ελληνικής φορεσιάς [πηγή: ΙΜΕ]
 Ενδυμασία στην Αρχαία Ελλάδα 49ο ΓΕΛ Αθηνών

Κι όταν ευφράνθηκαν με το φαΐ, με το πιοτό,
τον λόγο πήρε η Καλυψώ, αρχοντική θεά, του είπε:
«Λαερτιάδη διογέννητε, πολύτροπε Οδυσσέα,
τόσο πολύ πεθύμησες το σπίτι σου;
225
τώρα αμέσως θέλεις να γυρίσεις στην πατρίδα;
Πήγαινε στο καλό λοιπόν.
Κι όμως αν ήξερες ποια πάθη γράφει η μοίρα σου να κακοπάθεις,
προτού πατήσεις χώμα πατρικό,
εδώ μαζί μου θα ’μενες, φύλακας νοικοκύρης της σπηλιάς.
230
Θα ’σουν κι αθάνατος, μόλο που σε φλογίζει ο πόθος της γυναίκας σου,
σε τυραννά ο καημός για να την ξαναδείς, μέρα και νύχτα.
Κι όμως δεν θα 'λεγα πως είμαι κατώτερή της,
μήτε στην όψη μήτε και στο ανάστημα.
Έτσι κι αλλιώς, καθόλου δεν τους πρέπει, θνητές
235
να ανταγωνίζονται θεές στης ομορφιάς τη χάρη.»
Ανταποκρίθηκε μιλώντας ο Οδυσσέας πολύγνωμος:
«Ω σεβαστή θεά, παρακαλώ σε μην πικραίνεσαι μαζί μου·
το είδα και καλά το ξέρω, η Πηνελόπη
αντίκρυ σου, όσο κι αν δεν της λείπει η φρόνηση,
240
σου υπολείπεται και στη μορφή και στο παράστημα. 5
Είναι θνητή, κι εσύ 'σαι αθάνατη, στον χρόνο αγέραστη.
Κι όμως εν γνώσει μου το θέλω και το επιθυμώ, απ’ το πρωί ως το βράδυ,
σπίτι μου να γυρίσω, να δω κι εγώ τη μέρα της επιστροφής
. Αρχαίο
Κι αν, όπως λες, κάποιος θεός θελήσει
245
να με χτυπήσει καταμεσής στο μπλάβο πέλαγος, θα το υπομείνω·
ξέρει η καρδιά μου μες στα στήθη μου να υπομένει, γιατί
έχω πάθει πολλά πάθη και δοκιμάστηκα πολύ στο κύμα και στη μάχη.
Λοιπόν, μαζί με τ’ άλλα, ας πάει κι αυτό.»
Σώπασε να μιλά. Και τότε άρχισε να δύει ο ήλιος,
250
έπεσε το σκοτάδι. Προχώρησαν οι δυο στο κοίλο βάθος της σπηλιάς,
κοιμήθηκαν μαζί, και χάρηκαν μαζί φιλί κι αγκάλη.

Προετοιμασία και κατασκευή της σχεδίας

διαδραστικό υλικό

Η σχεδία
σχεδία Η σχεδία του Οδυσσέα

αναπαράσταση της κατασκευής της σχεδίας



Τα άστρα
Αστερισμός του Βοώτη Ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου Ο αστερισμός του Ωρίωνα Το ανοικτό αστρικό σμήνος των πλειάδων Οι Πλειάδες

Ο χάρτης του Εκαταίου


δεσμός Εργαλεία (εικόνες)
wiki Ωκεανός [πηγή: Βικιπαίδεια]
δεσμός Η μυθολογία του νερού: Ωκεανός

Μόλις επήρε να χαράζει, φάνηκε ροδοδάχτυλη η Αυγή. 6
Εκείνος φόρεσε αμέσως χλαμύδα και χιτώνα, ο Οδυσσέας· 7
εκείνη, η νεράιδα, ντύθηκε ρούχο κάτασπρο, μακρύ, χαριτωμένο,
255 αραχνοΰφαντο, και ζώστηκε στη μέση της ζώνη χρυσή
κι ωραία, ρίχνοντας στο κεφάλι της μαντίλα.
Κι ευθύς πήρε να σκέφτεται τον γυρισμό του μεγαλόψυχου Οδυσσέα.
Του δίνει ένα διπλό πελέκι κοφτερό, χάλκινο και μεγάλο [...].
261
Του ’δωσε και σκεπάρνι ακονισμένο, και πρώτη
βγήκε στον δρόμο που τραβά στην άκρη του νησιού,
όπου και τα μεγάλα δέντρα υψώνονταν [...].
266
Τα δέντρα τα ψηλά τού δείχνει, και ξαναγύρισε
προς τη σπηλιά η Καλυψώ θεόμορφη.
Εκείνος άρχισε να κόβει τους κορμούς (γρήγορα πήγαινε η δουλειά),
συμπλήρωσε τους είκοσι κομμένους
270
και τους πελέκησε με τον χαλκό τους κλώνους,
τους έξυσε μετά και τους εστάθμισε, για να ’ναι ίσοι.
Στην ώρα της, θεόμορφη η Καλυψώ φέρνει τα τρύπανα.
Κι αυτός τα ξύλα τρύπησε και τα σοφίλιασε 9,
ταιριάζοντάς τα με ξύλινα καρφιά κι αρμούς.
275
Όσο φαρδύ τορνεύει μάστορης που κατέχει την τέχνη του άριστα
τον πάτο καραβιού για φόρτωμα,
τόσο φαρδιά κι ο Οδυσσέας την έφτιαξε την πλάβα, 10
στεριώνοντας τα ίκρια με πολλά στραβόξυλα, 11
ώσπου απλώνοντας μακριές  σανίδες τέλειωσε την κουβέρτα. 12
280
Τότε και το κατάρτι το έμπηξε στη μέση μ’  αντένα ταιριασμένη, 13
και το τιμόνι το μαστόρεψε, να 'ναι ο κυβερνήτης του.
Ύστερα τη σχεδία περίφραξε, στο κύμα για ν’ αντέχει,
με κλωνάρια ιτιάς, ρίχνοντας από πάνω φύλλα.
Και ξαναφτάνει η Καλυψώ θεόμορφη με το λινό για τα πανιά·
285
καλά κι αυτά τα μαστορεύει.
Τα ξάρτια  και τα κάτω καραβόσχοινα  της έδεσε,14   15
και με φαλάγγια τη σχεδία τη σέρνει και τη ρίχνει  16
στο θείο κύμα της θαλάσσης.
Είχε πια συμπληρώσει μέρες τέσσερις, ώσπου τα τέλειωσε όλα.
290
Στην πέμπτη μέρα η Καλυψώ θεόμορφη τον ξεπροβόδισε
απ’ το νησί της, αφού τον έλουσε η ίδια και του φόρεσε
ρούχα που μοσχομύριζαν.
Του έβαλε μέσα κι ένα ασκί, μαύρο κρασί γιομάτο·
και δεύτερο, ακόμη πιο μεγάλο, με νερό· κι ένα δισάκι
Αρχαίο
295
με τα τρόφιμα και τα προσφάγια, νόστιμα όλα και πολλά.
Του στέλνει και τον ούριο άνεμο, άβλαβο και γλυκό.
Όλος χαρά ο θείος Οδυσσέας κι αγαλλίαση,
με πρίμο αγέρι σήκωσε τα πανιά, κάθισε στο τιμόνι
και το κυβέρνησε με τέχνη.
300
Ύπνος δεν έπεσε στα βλέφαρά του, αλλά κοιτούσε συνεχώς την Πούλια,
τον Βουκόλο που δύει αργά, την Άρκτο που τη λεν κι Αμάξι·
δεν φεύγει από τη θέση της γυρίζοντας, μόνο παραμονεύει
τον Ωρίωνα, και μόνη αυτή δε λέει να πέσει στα λουτρά του Ωκεανού.  17  18
Η Καλυψώ η θεόμορφη τον είχε ορμηνέψει,
305-6
αυτό το αστέρι πάντοτε να το ’χει ποντοπορώντας / στο ζερβό του χέρι. 19
Και ποντοπόρησε μέρες δεκαεφτά· στη δέκατη όγδοη
308-9
πήραν να φαίνονται [...] / βαθύσκιωτα της Φαιακίδας τα βουνά·
310
έμοιαζαν σαν ασπίδα, στο πέλαγο το αχνό αφημένη.

 

→ Aναγνωρίστε στον χάρτη του ουρανού (και στον ουρανό το βράδυ) τους αστερισμούς που αναφέρονται στους στίχους 300-303 (και τον Πολικό) – δείτε και το σχόλιο 17.

 

Αστερισμοί και Ελληνική Μυθολογία [πηγή: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών]
Καλοκαιρινοί αστερισμοί [πηγή: Πλανητάριο Θεσσαλονίκης]
Στα μονοπάτια των άστρων [πηγή: Ίδρυμα Ευγενίδου]

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις

 

 

 


 

1 (στ. 169) οδύρονταν: θρηνούσε σπαραχτικά.

2 (στ. 178) θα σε κατευοδώσω: θα σε ξεπροβοδίσω, θα σε βοηθήσω να φύγεις.

3 (στ. 180) σχεδία: ελαφρό αυτοσχέδιο πλοιάριο, πρόχειρα κατασκευασμένο.

4 (στ. 204) στο κατακόρυφο νερό της Στύγας: Η Στύγα θεωρούνταν ποταμός του Άδη (σήμερα ονομάζεται Μαυρονέρι)· το νερό της πηγάζει από τον Χελμό της Αχαΐας, διασχίζει άγρια βουνά και σε κάποιο σημείο χύνεται σαν καταρράκτης («κατακόρυφα») σε χαράδρα, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι περνάει στον Κάτω Κόσμο. Στο νερό της Στύγας οι θεοί έδιναν τον πιο μεγάλο όρκο και όποιος τον παρέβαινε τιμωρούνταν από τον Δία με εξορία από τον Όλυμπο.

wiki Ύδατα Στυγός [πηγή: Βικιπαίδεια]
δεσμός Στα ύδατα της στυγός - Ντοκιμαντέρ [πηγή: Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ]

5 (στ. 240) σου υπολείπεται: είναι κατώτερή σου.

6 (στ. 252) η ροδοδάχτυλη Αυγή (ροδοδάκτυλος στο αρχαίο κείμενο): το ρόδινο χρώμα των δακτύλων της Αυγής παραπέμπει στο ρόδινο χρώμα που έχει ο ουρανός πριν ανατείλει ο ήλιος.

7 (στ. 253) Εκείνος φόρεσε αμέσως χλαμύδα και χιτώνα: Ο χιτώνας φοριόταν κατάσαρκα χωρίς ζώνη· κοντός για τους εφήβους και για όσους χρειάζονταν ελευθερία κινήσεων (όπως οι κυνηγοί, οι αγρότες, οι τεχνίτες κ.ά.), και μακρύς («ποδήρης») για τους ηλικιωμένους, τους ιερείς κ.ά. (Πάνω από τον χιτώνα φορούσαν ιμάτιο, αν χρειαζόταν). Η χλαμύδα (χλαίνα) ήταν κοντό πανωφόρι: ένα τετράγωνο ή τριγωνικό κομμάτι ύφασμα που στερεωνόταν με πόρπη/καρφίτσα στον δεξιό συνήθως ώμο.

Αρχαία Ενδύματα [πηγή: Πύλη της Αρχαίας Ελληνικής Επιστήμης και Τεχνολογίας, Νόησις: Κέντρο Διάδοσης Επιστημών και Μουσείο Τεχνολογίας] (προσωρινά μη διαθέσιμη)
4000 χρόνια ελληνικής φορεσιάς [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]
 Ενδυμασία στην Αρχαία Ελλάδα 49ο ΓΕΛ Αθηνών

9 (στ. 273) τα σοφίλιασε: τα συνάρμοσε, τα συνταίριαξε.

10 (στ. 277) τόσο φαρδιά [...] την έφτιαξε την πλάβα: τόσο φαρδιά έφτιαξε τη σχεδία.

11 (στ. 278) στεριώνοντας τα ίκρια με πολλά στραβόξυλα: Στεριώνοντας «τα ίκρια» (τα οριζόντια δοκάρια) «με πολλά στραβόξυλα» (κοίλα, κανονικά, δοκάρια, που στη σχεδία του Οδυσσέα πρέπει να τα φανταστούμε κάθετα, αφού η βάση της είναι οριζόντια (τα οριζόντια και τα κάθετα δοκάρια αποτέλεσαν τον σκελετό της σχεδίας).

12 (στ. 279) τέλειωσε την κουβέρτα: τέλειωσε το κατάστρωμα (απλώνοντας μακριές σανίδες πάνω από τα ίκρια).

13 (στ. 280) αντένα: εγκάρσιο δοκάρι στερεωμένο ψηλά στο κατάρτι· πάνω του στερεωνόταν το πανί.

14 (στ. 286) ξάρτια: τα σχοινιά που συγκρατούν το κατάρτι και την αντένα.

15 (στ. 286)τα κάτω καραβόσχοινα: τα σχοινιά που στερέωναν τις κάτω άκρες του πανιού.

16 (στ. 287-8) με φαλάγγια τη σχεδία τη σέρνει και τη ρίχνει / στο θείο κύμα: φαλάγγια λέγονται τα μακρόστενα στρογγυλά δοκάρια που χρησιμεύουν για τη ρυμούλκηση του σκάφους από τη στεριά στη θάλασσα και αντιθέτως.

17 (στ. 300-3) κοιτούσε συνεχώς την Πούλια, τον Βουκόλο [...], την Άρκτο που τη λεν κι Αμάξι· δεν φεύγει [...] παραμονεύει τον Ωρίωνα: Συνδυασμός αστερισμών που κοιτάζοντάς τους οι ναυτικοί τη νύχτα δεν έχαναν τον προσανατολισμό τους. Η Πούλια (Πλειάδες = περιστέρια) αποτελείται από εφτά αστέρια και είναι ορατή στον ουρανό από τον Μάιο μέχρι τον Νοέμβριο, τον καιρό δηλαδή που οι ναυτικοί έκαναν τότε τα ταξίδια τους. Η Άρκτος είναι ο γνωστός αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου που, λόγω του σχήματός της, λεγόταν και Άμαξα. Ο Βουκόλος είναι ο αστερισμός του Βοώτη ή Αρκτούρου, που βρίσκεται στην προέκταση της ουράς της Άρκτου και θεωρούνταν φύλακάς της (ή οδηγός της, αν θεωρηθεί άμαξα). Η Άρκτος δεν δύει, γιατί, κατά τον μύθο, έχει συνεχώς τον νου της στον Ωρίωνα, που ήταν κυνηγός πριν γίνει αστερισμός.

18 (στ. 303) μόνη αυτή δεν λέει να πέσει στα λουτρά του Ωκεανού: Ωκεανό θεωρούσαν τον πιο μεγάλο ποταμό που περιέβαλλε τη γη, την οποία φαντάζονταν σαν δίσκο επίπεδο· από τον Ωκεανό λοιπόν πίστευαν ότι ανέτελλαν τα ουράνια σώματα και ότι σ' αυτόν πάλι έδυαν· και επειδή η Άρκτος βρίσκεται πολύ κοντά στον Βόρειο Πόλο του ουρανού και την έβλεπαν να στρέφεται γύρω του, αλλά ποτέ να μη χάνεται, έπλασαν δύο μύθους: ότι παραμονεύει συνεχώς τον Ωρίωνα και ότι στερείται τα λουτρά του Ωκεανού.

wiki Ωκεανός [πηγή: Βικιπαίδεια]
δεσμός Η μυθολογία του νερού: Ωκεανός

19 (στ. 305-6) αυτό το αστέρι πάντοτε να το ’χει [...] στο ζερβό του χέρι: Αφού λοιπόν η Άρκτος δεν εξαφανιζόταν ποτέ, αποτελούσε για τους ναυτικούς ένα σταθερό σημείο προσανατολισμού τη νύχτα· και αφού ο Οδυσσέας έπρεπε να έχει στα αριστερά του πάντοτε την Άρκτο (τον Βορρά δηλαδή), σημαίνει ότι ταξίδευε από τα δυτικά προς τα ανατολικά.

 

αρχή



 

Λ. Αλεξίου (1890-1964), Ο Οδυσσέας στην Καλυψώ (απόσπασμα)

Το σώμα σου ως ναός φεγγοβολάει [...].

Μα εντός μου εμένα αίμα θνητό κυλάει [...].

θέλω να φύγω. Του θανάτου η μοίρα

είναι στα κόκαλά μου ριζωμένη.

Από του Ολύμπου με τραβάει τη θύρα

η ζωή μου η χιλιοπικραμένη.

Λύσε με πια απ’ το δίχτυ σου το πλάνο,

να ζήσω, να παλέψω, να πεθάνω.

 

[Σπ. Κοκκίνης, Ανθολογία Νεοελληνικής ποίησης (1708-1984), σ. 29, εκδ. Εστία, Αθήνα 1984]

 

→ Aναζητήστε κοινά σημεία στην απάντηση που έδωσε ο Oδυσσέας στην Kαλυψώ (στ. 237-248) και στο απόσπασμα από το ποίημα του Λ. Aλεξίου.

 


 

  1. H Kαλυψώ ανακοίνωσε ως δική της απόφαση τον νόστο του Oδυσσέα, χωρίς καμιά αναφορά στον Eρμή, στον Δία ή στη μοίρα. Tι εξυπηρετεί ο χειρισμός αυτός τόσο για την Kαλυψώ όσο και για τον Oδυσσέα;

  2. O Oδυσσέας χαρακτηρίζεται πονηρός από την Kαλυψώ (στ. 201) και πολύγνωμος από τον ποιητή (στ. 236). Πώς μπορούν να αιτιολογηθούν οι χαρακτηρισμοί αυτοί του ήρωα;

  3. O Oδυσσέας κατασκεύασε μόνος του σε τέσσερις μέρες τη σχεδία του νόστου. Tι υποδηλώνει η ταχύτητα της κατασκευής; Kαι γιατί ενδιέφερε η λεπτομερειακή περιγραφή της;

  4. Kατασκευάστε μικρογραφία της σχεδίας του Oδυσσέα ή σχεδιάστε μια τέτοια με βάση την περιγραφή των στίχων 268-286 και την πιο κάτω αναπαράστασή της (εικ. 12· δείτε και την εικ. 8).

  5. Σκιαγραφήστε την Kαλυψώ από την όλη συμπεριφορά της στην Ενότητα αυτή.

  6. O χρόνος μιας διαλογικής σκηνής ισούται σχεδόν με τον πραγματικό. H περιγραφική αφήγηση όμως μπορεί να καλύπτει γεγονότα πολλών ημερών (ή ετών) σε ελάχιστο χρόνο. Mε ποιον τρόπο καλύπτονται γεγονότα είκοσι δύο ημερών στους στίχους 289-307;

 

αρχή

 



 

H Kαλυψώ προσπάθησε να κρατήσει κοντά της τον Oδυσσέα ορθώνοντας μπροστά του το δίλημμα:
ζωή σε ένα όμορφο νησί ή επιστροφή στον «γιδότοπο» της Iθάκης;
με μια πανέμορφη θεά ή με τη θνητή Πηνελόπη;
και αθανασία ή και βάσανα πολλά;
Aναπτύξτε προφορικά: α. τα επιχειρήματα με τα οποία η Kαλυψώ στηρίζει την πρότασή της στον Oδυσσέα (στ. 223-235) και β. τα επιχειρήματα με τα οποία ο Oδυσσέας αρνείται την πρότασή της (στ. 237-248).

 

Σχεδία

 



 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. Τα αφηγηματικά-περιγραφικά μέρη της Ενότητας εναλλάσσονται με τα διαλογικά: διακρίνονται, τιτλοφορούνται και σχολιάζονται (προτιμότερο) εξελικτικά:

 

α'. Περιγραφικό (κυρίως) μέρος (165-76/<149-59>): H εικόνα/κατάσταση του Oδυσσέα

H Καλυψώ έσπευσε να συναντήσει τον Οδυσσέα και τον βρήκε στην κατάσταση που μας είναι ήδη γνωστή από το α 16-9/<13-5>, εκτενέστερη όμως και περισσότερο εξηγητική αυτή τη φορά, καθώς μοιράζεται στη ζωή της μέρας και της νύχτας, αλλά και σε μια αποδεκτή ζωή με την Καλυψώ στην αρχή3 (170/<153>), απροσδιόριστη πάντως χρονικά, και σε μια δύσφορη πολύχρονη έπειτα, χωρίς ακριβή χρονικό προσδιορισμό και αυτή. Αυτές οι δύο πληροφορίες αποτελούν τα μόνα πρόσθετα στοιχεία στην κατά τα άλλα γνωστή μας κατάσταση του Οδυσσέα στην Ωγυγία.

β'. Διαλογικό μέρος (177-211/<160-91>):

Η Καλυψώ δεν αποκαλύπτει στον Οδυσσέα την εντολή του Δία ούτε την επίσκεψη του Ερμή, αλλά με γενναιόδωρη και τρυφερή διάθεση του ανακοινώνει αμέσως ως δική της την απόφαση «να τον κατευοδώσει», τον προτρέπει μάλιστα να αρχίσει αμέσως την κατασκευή σχεδίας και δηλώνει ότι θα του εξασφαλίσει εφόδια για το ταξίδι αλλά όχι και τον βέβαιο νόστο -«αν [...] το θελήσουν και οι [...] θεοί»- (177-87/<160-70>), για τον οποίο πάντως ο Ερμής δεν είχε αφήσει αμφιβολίες στο ε 127-9/<113-5>). Ο νόστος δεν χαρίζεται στον Οδυσσέα· θα τον κερδίσει με τον αγώνα του.

Ο Οδυσσέας ρίγησε μόλις η Καλυψώ τού ανακοίνωσε την αναπάντεχη απόφασή της. Δικαιολογείται έτσι η δυσπιστία του -για τη δυνατότητα κυρίως πραγματοποίησης του νόστου με μια σχεδία- αλλά και η απαίτηση να του δώσει «τον μέγα όρκο» η θεά ότι δεν έχει κατά νου «άλλο πια κακό» γι' αυτόν (188-98/<171-9>). H δυσπιστία και η ενεργοποίηση του νου για αναζήτηση λύσης θα χαρακτηρίζουν τον Οδυσσέα στον αγώνα του· είναι ιδιότητες σύμφυτες με τον βασικό χαρακτηρισμό που του αποδίδει ο ποιητής σε τρεις παραλλαγές: πολύτροπος / πολυμήχανος / πολύμητις.

Η Καλυψώ δεν ενοχλήθηκε από την απαίτηση του Οδυσσέα, αντίθετα, του χαμογελάσε, τον χάιδεψε, απέδωσε σε εξυπνάδα και πονηριά τη δυσπιστία του και έδωσε αμέσως τον μεγάλο όρκο των θεών: επικαλούμενη τη μαρτυρία της Γης, του Ουρανού και της Στύγας (= του Άδη), τον διαβεβαίωσε: «αληθινά δεν σκέφτομαι κακό για σένα...» (199-211/<180-91>).

Ο Οδυσσέας δεν χρειάζεται να απαντήσει.

 

γ'. Αφηγηματικό (κυρίως) μέρος (212-22/<192-202>). Επισημαίνονται: η βουβή επιστροφή στη σπηλιά εφ' ενός ζυγού, η θέση του Οδυσσέα εκεί όπου πριν λίγο καθόταν ο Ερμής και το δείπνο: ανθρώπινο για τον θνητό, με φροντίδα όμως της ίδιας της θεάς, θεϊκό για την αθάνατη με τις φροντίδες των υπηρετριών της· υπογραμμίζεται έτσι το χάσμα που χωρίζει το ζευγάρι. H σκηνοθεσία αυτή προετοιμάζει τον ανεπανάληπτο διάλογο που ακολουθεί.

 

δ'. Διαλογική σκηνή (223-48/<203-24>):

Η Καλυψώ κάνει μια ύστατη προσπάθεια να κρατήσει τον Οδυσσέα κοντά της: τον προσφωνεί με τους επίσημους τίτλους του και με το όνομά του (τώρα μόνο) και απορεί (!) με τη βιασύνη του να φύγει, του εύχεται ωστόσο «στο καλό»- αμέσως όμως αραδιάζει τα επιχειρήματα που θα μπορούσαν να τον κλονίσουν:
• έχει πολλά «να κακοπάθει» πριν φτάσει στην πατρίδα·
• αν μείνει κοντά της, θα κερδίσει την αθανασία·
• κι ούτε μπορεί η Πηνελόπη να της παραβγεί «στην όψη και στο ανάστημα» (223-35/<203-13>).

Ο Οδυσσέας -που εδώ χαρακτηρίζεται «πολύγνωμος» / πολύμητις- αντιπαρέρχεται με ετοιμότητα και ευγένεια το μεγάλο δίλημμα που του όρθωσε η Καλυψώ:
• ούτε τη θεά μειώνει, ούτε η λαχτάρα του για τον νόστο μειώνεται·
• κι αν κάποιος θεός «με χτυπήσει καταμεσής στο [...] πέλαγος, θα το υπομείνω»·
• την αθανασία δεν τη συζητά, απορρίπτεται αυτομάτως (236-48/<214-24>).

— Ο Οδυσσέας λοιπόν, «σαν έτοιμος από καιρό» -αφού δυσανασχετούσε με μια μακρόχρονη ζωή χωρίς σκοπό στην Ωγυγία-, είπε «το μεγάλο Όχι», «το σωστό», στη δελεαστική πρόταση της Καλυψώς επιλέγοντας χωρίς δισταγμό τα ανθρώπινα, αυτά που του ανήκουν, γνωρίζοντας τις συνέπειες· ύψωσε έτσι τον «γιδότοπο»/ την αίγίβοτον Ιθάκη (δ <606>) «πιο πάνω από τον Όλυμπο» και επαλήθευσε σ' όλο του το μέγεθος το ήδη γνωστό μας ήθος του. Αποφάσισε, βέβαια, αυτό που όρισε η μοίρα και καθόρισε ο Δίας, αλλά υπακούοντας σε εσωτερική ανάγκη, ανεπηρέαστος από τις μεγάλες θεϊκές δυνάμεις (πρβλ. την απόφαση του Αχιλλέα να εκδικηθεί τον θάνατο του φίλου του με τίμημα την ίδια του τη ζωή)- αυτό σημαίνει ότι στις κορυφαίες στιγμές τους οι ομηρικοί ήρωες αποφασίζουν ελεύθερα, που σημαίνει υπεύθυνα, γι' αυτό και τους ανήκει ο έπαινος (ή ο ψόγος, όταν σφάλλουν)- στην εκτέλεσή τους, πάντως, οι ορθές αποφάσεις των ηρώων βρίσκουν θεϊκή συμπαράσταση.

Αυτή η κατάφαση της ανθρώπινης ζωής, με τις ατέλειες και τα βάσανα αλλά και τους αγώνες για το ξεπέρασμά τους, είναι η ανυπέρβλητη αξία της Οδύσσειας· υπογραμμίζει, πάνω απ' όλα, τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της και μας κάνει να νιώθουμε υπερήφανοι που είμαστε άνθρωποι.

ε'. Αφηγηματικό μέρος (249-51/<225-7>): Με το τρίστιχο αυτό δίνεται λακωνικά το τέλος της μέρας και η τελευταία συνεύρεση, μετά το τελευταίο γεύμα και την τελευταία συνομιλία.

ς'. Αφηγηματικό/περιγραφικό μέρος (252-310/<228-281>): Οι επόμενες 4-5 μέρες της παραμονής του Οδυσσέα κοντά στην Καλυψώ περνούν χωρίς ούτε μία κουβέντα, με ενέργειες όμως πολύ εύγλωττες: πρωί πρωί ντύνονται και ετοιμάζονται για την κατασκευή της σχεδίας. Ο Οδυσσέας εργάζεται ασταμάτητα και η Καλυψώ πηγαινοέρχεται εκδηλώνοντας έμπρακτα το ενδιαφέρον της. Ακολουθεί ο αποχαιρετισμός και το 17ήμερο ακύμαντο ταξίδι του ήρωα.

 

2. H κατασκευή της σχεδίας προσφέρεται να μελετηθεί με βάση τη διαδοχική συμβολή της Καλυψώς, που ορίζει και τις φάσεις της κατασκευής:

 

α'φάση (258-71/<234-45>): Η Καλυψώ δίνει εργαλεία στον Οδυσσέα (πελέκι και σκεπάρνι), τον οδηγεί στα «δέντρα τα ψηλά» και επιστρέφει στη σπηλιά. Και ο Οδυσσέας κάνει τις ανάλογες εργασίες (κόβει, πελεκάει, ξύνει, αλλά και σταθμίζει).

β'φάση (272-83/<246-57>): «Η Καλυψώ φέρνει τα τρύπανα» και ο Οδυσσέας προχωρεί στις αντίστοιχες εργασίες: τρυπάει και συνταιριάζει τα ξύλα με ξύλινα καρφιά, φτιάχνει μια σχεδία φαρδιά και τελειώνει «την κουβέρτα απλώνοντας μακριές σανίδες». Μπήγει «και το κατάρτι [...] στη μέση μ' αντένα ταιριασμένη», ετοιμάζει «και το τιμόνι», περιφράζει τη σχεδία «με κλωνάρια ιτιάς» και ρίχνει επάνω «φύλλα»/ΰλην (κλαδιά και φύλλα).

γ'φάση (284-8/<258-61>): «Και ξαναφτάνει η Καλυψώ [...] με το λινό για τα πανιά» και ο Οδυσσέας «κι αυτά τα μαστορεύει», δένει «τα ξάρτια [...] και με φαλάγγια» σέρνει τη σχεδία στη θάλασσα.

Την επόμενη μέρα (12η της Οδύσσειας) η Καλυψώ ετοίμασε τον Οδυσσέα για το ταξίδι του νόστου: τον έλουσε και τον έντυσε η ίδια, τον εφοδίασε με τα αναγκαία, τον συμβούλεψε και τον ξεπροβόδισε με «ούριο άνεμο» (290-6/<263-8> και 304-6/<276-7>), και ο Οδυσσέας «όλος χαρά [... ] σήκωσε τα πανιά, κάθισε στο τιμόνι / και το κυβέρνησε με τέχνη». «Και ποντοπόρησε μέρες δεκαεπτά» άγρυπνος, φροντίζοντας να έχει πάντοτε την (Μεγάλη) Άρκτο «στο ζερβό του χέρι» (και όχι τον Πολικό αστέρα, που αποτελεί ακριβέστερο σημάδι αλλά λιγότερο εμφανές). «Στη δέκατη όγδοη» μέρα (την 29η της Οδύσσειας) είδε από μακριά τα βουνά της Σχερίας (297-310/<269-81>).

 

3. Σκιαγράφηση και αξιολόγηση του ήθους της Καλυψώς και του Οδυσσέα:

 

Η Καλυψώ την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενη συμπεριφέρθηκε με τρυφερότητα και γενναιοδωρία στον αγαπημένο ξένο της· έκανε βέβαια και μια ύστατη προσπάθεια να τον κρατήσει κοντά της ορθώνοντας μπροστά του το κρίσιμο δίλημμα: αθανασία ή Ιθάκη. Από τη στιγμή όμως που άκουσε τη σταθερή απόφαση του Οδυσσέα, του πρόσφερε πρόθυμα ό,τι περνούσε από το χέρι της για την κατασκευή της σχεδίας και το ταξίδι. Εκπλήρωσε έτσι την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ερμή (ε 159-61/<143-4>) και στον ίδιο τον Οδυσσέα (182-5/<165-8>) και απέδειξε γνήσια την αγάπη της γι' αυτόν.

 

Ο Οδυσσέας, προσηλωμένος με μάτια βουρκωμένα στο πέλαγος χωρίς την ελπίδα του νόστου, αιφνιδιάστηκε από την ξαφνική απόφαση της θεάς και προς στιγμήν αμφέβαλε για την ειλικρίνειά της, βρήκε όμως αμέσως τη λύση του όρκου και εξασφαλίστηκε· η Καλυψώ τον χαρακτήρισε γι' αυτό έξυπνο και «πονηρό». Ο ποιητής τον αποκάλεσε πολύμητιν, γιατί χωρίς δισταγμό, αλλά με εξαιρετική διακριτικότητα, απέρριψε τη δελεαστική πρόταση της θεάς και αποφάσισε τον νόστο με τα βάσανα και τους κινδύνους (ένας Οδυσσέας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς δράση, αγώνα, κατορθώματα). Ο ίδιος αυτοχαρακτηρίστηκε πολύπαθος και καρτερικός. Και από τη στιγμή που αποφασίστηκε ο νόστος του, δούλεψε ασταμάτητα: κατασκεύασε μόνος του μπροστά στα μάτια μας μέσα σε τέσσερις μέρες19 (289/<262>) μια ολόκληρη σχεδία -ένα πλοιάριο μάλλον με επίπεδη20 βάση- και χαρούμενος ανοίχτηκε στο πέλαγος για την πατρίδα· και την κυβέρνησε ξάγρυπνος μέρες δεκαεπτά με τη (Μεγάλη) Άρκτο «στο ζερβό του χέρι». Έδειξε έτσι, εκτός από τη λαχτάρα του νόστου, και τις ναυπηγικές και ναυτικές γνώσεις και ικανότητές του.

 

4. Στην Ενότητα αυτή συνεχίζεται η 7η μέρα της Οδύσσειαςκαι αρχίζει η 8η με την κατασκευή της σχεδίας, αλλά στη συνέχεια χωρίς να δηλώνεται δύση, ύπνος ή άλλη ανατολή, όπως μας έχει συνηθίσει ως τώρα ο ποιητής, αναλώνονται αρκετές μέρες με αριθμητική μόνο αναφορά: «είχε πια συμπληρώσει μέρες τέσσερις» (289/<262>), «και ποντοπόρησε μέρες δεκαεπτά» (307/<278>). Αν εξαιρέσουμε την πρώτη μέρα από τις 4 και την πρώτη από τις 17, οι υπόλοιπες 19 μέρες περνούν «"άδειες" από αφηγηματική ύλη».

Δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να συζητηθεί η σχέση αφήγησης-χρόνου: Ο αφηγηματικός χρόνος σε μια διαλογική σκηνή είναι σχεδόν ίσος με τον πραγματικό χρόνο. Στην περιγραφική αφήγηση όμως υπάρχουν περιπτώσεις που ο χρόνος διαρκεί ελάχιστα σε σχέση με τον πραγματικό, όπως π.χ. στις τρεις από τις τέσσερις μέρες της κατασκευής της σχεδίας (στ. 289/<262>) και στις 16 από τις 17 του ταξιδιού (στ. 307/<278>), που δεν έχουν κανένα αφηγηματικό περιεχόμενο, ή στον χρόνο του γεύματος που συνοψίζεται σε έναν μόνο στίχο (220/<200>). Στις περιπτώσεις αυτές η αφήγηση συστέλλει τον χρόνο (διατρέχει χρόνο πολύ με αριθμητική κυρίως αναφορά ή με αφαίρεση), όπως σε άλλες τον διαστέλλει (εντάσσει εκτενή αφηγηματική ύλη σε μικρό χρονικό διάστημα, στη δεύτερη νύχτα της Σχερίας, π.χ., με τους «Άττολόγους»).

H Ενότητα κλείνει με την αρχή της 18ης μέρας του ταξιδιού (της 29ης από την αρχή της Οδύσσειας), «όταν πήραν να φαίνονται [...] της Φαιακίδας τα βουνά» (307-9/<279-80>), όταν δηλαδή έφτανε ο Οδυσσέας στο τέλος σχεδόν του προγραμματισμένου από τον Δία εικοσαήμερου ταξιδιού του, δεν έχει όμως ακόμα περάσει τα επίσης προγραμματισμένα πάθη (ε38-9/<33-4>)- θα τα περάσει στις τρεις μέρες που απομένουν.

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

1. Η ιδιοτυπία του επεισοδίου της Καλυψώς

«Μέσα στις δεκάχρονες περιπλανήσεις του Οδυσσέα το επεισόδιο της Καλυψώς κατέχει μια πολύ ιδιότυπη θέση. Ενώ δηλαδή διαρκεί κάτι περισσότερο από εφτά χρόνια, δεν έχει κανένα συγκεκριμένο αφηγηματικό περιεχόμενο. Οι στίχοι α 48-57, δ 556-560, ε 147-159, η 244-260, μ 447-450 και ψ 333-337 επαναλαμβάνουν στην ουσία τους στίχους α 13-15, επισημαίνουν δηλαδή τον ανασταλτικό χαρακτήρα του επεισοδίου, δεν το τροφοδοτούν όμως με αφηγηματικά στοιχεία ικανά να γεμίσουν τον μεγάλο χώρο του. Από την άποψη αυτή το επεισόδιο της Καλυψώς διαφέρει ριζικά από τις άλλες περιπέτειες του Οδυσσέα, που συμβαίνουν στα πρώτα δύο χρόνια της περιπλάνησης του. Γιατί τα επεισόδια εκείνα, που τα υπαινίσσεται ο ποιητής στο προοίμιο του έπους και τα αναπτύσσει ο ίδιος ο ήρωας μπροστά στους Φαίακες στις ραψωδίες ι-μ, περιέχουν συγκεκριμένα περιστατικά, που συσσωρεύονται δυναμικά το ένα επάνω στο άλλο. Αντίθετα, η καθήλωση του Οδυσσέα στο νησί της Καλυψώς δεν έχει καν τα εξωτερικά τυπικά στοιχεία μιας περιπέτειας· αντιστοιχεί σε μια κατάσταση, ή καλύτερα σε μια στάση, όπου αντί για δράση έχουμε αδράνεια και αντί για κίνηση ακινησία.» Όμως «την έλλειψη εξωτερικής δράσης την υποκαθιστά η εσωτερική ένταση του επεισοδίου.»

(Μαρωνίτης 1, σσ. 105 και 147, σημ. 62, Γ).

 

2. Ανθρώπινη βούληση και θεϊκό σχέδιο συνάπτονται

α. «Φαίνεται, λοιπόν, πως έχουμε εδώ να κάνουμε με μια κοσμοθεωρία σύμφωνα με την οποία η αφετηρία σημαντικών εξελίξεων πρέπει να ανάγεται τόσο στους θεούς όσο και στους ανθρώπους. Η απόφαση των θεών συνιστά το ευρύτερο αντικειμενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η ανθρώπινη βούληση εκδηλώνεται "ελεύθερα" και στοιχίζεται με τρόπο αυτόνομο με την επιταγή των θεών.»

(Schadewaldt, βλ. Επιστροφή, σ. 229, Γ').

β. «Ανθρώπινη βούληση και θεϊκό σχέδιο βρίσκονται μάλλον τελείως το ένα μέσα στο άλλο· έχουν μια τέτοια εσωτερική σύνδεση, ώστε κάθε χωρισμός τους σύμφωνα με λογικές σκέψεις διασπά καίρια την ενότητα αυτού του κόσμου.»

(Lesky, σ. 125, Α').

 

3. Σκιαγράφηση και αξιολόγηση του ήθους της Καλυψώς και του Οδυσσέα:

 

Η Καλυψώ συμπεριφέρθηκε με τρυφερότητα και γενναιοδωρία στον αγαπημένο ξένο της· έκανε βέβαια και μια ύστατη προσπάθεια να τον κρατήσει κοντά της ορθώνοντας μπροστά του το κρίσιμο δίλημμα: αθανασία ή Ιθάκη. Από τη στιγμή όμως που άκουσε τη σταθερή απόφαση του Οδυσσέα, του πρόσφερε πρόθυμα ό,τι περνούσε από το χέρι της για την κατασκευή της σχεδίας και το ταξίδι. Εκπλήρωσε έτσι την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ερμή (ε 159-61/<143-4>) και στον ίδιο τον Οδυσσέα (182-5/<165-8>) και απέδειξε γνήσια την αγάπη της γι' αυτόν.

 

Ο Οδυσσέας, προσηλωμένος με μάτια βουρκωμένα στο πέλαγος χωρίς την ελπίδα του νόστου, αιφνιδιάστηκε από την ξαφνική απόφαση της θεάς και προς στιγμήν αμφέβαλε για την ειλικρίνειά της, βρήκε όμως αμέσως τη λύση του όρκου και εξασφαλίστηκε· η Καλυψώ τον χαρακτήρισε γι' αυτό έξυπνο και «πονηρό». Ο ποιητής τον αποκάλεσε πολύμητιν, γιατί χωρίς δισταγμό, αλλά με εξαιρετική διακριτικότητα, απέρριψε τη δελεαστική πρόταση της θεάς και αποφάσισε τον νόστο με τα βάσανα και τους κινδύνους (ένας Οδυσσέας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς δράση, αγώνα, κατορθώματα). Ο ίδιος αυτοχαρακτηρίστηκε πολύπαθος και καρτερικός. Και από τη στιγμή που αποφασίστηκε ο νόστος του, δούλεψε ασταμάτητα: κατασκεύασε μόνος του μπροστά στα μάτια μας μέσα σε τέσσερις μέρες (289/<262>) μια ολόκληρη σχεδία· ένα πλοιάριο μάλλον με επίπεδη βάση· και χαρούμενος ανοίχτηκε στο πέλαγος για την πατρίδα· και την κυβέρνησε ξάγρυπνος μέρες δεκαεπτά με τη (Μεγάλη) Άρκτο «στο ζερβό του χέρι». Έδειξε έτσι, εκτός από τη λαχτάρα του νόστου, και τις ναυπηγικές και ναυτικές γνώσεις και ικανότητες του.

 

αρ



 

ε, 151-261 Οδυσσέας και Καλυψώ

 

Η θέση και η λειτουργία της ραψωδίας ε στην Οδύσσεια

 

Η ραψωδία ε έπεται της Τηλεμάχειας (α-δ), από την οποία έχουμε πάρει πληροφορίες για την κατάσταση στην Ιθάκη, για την τύχη του Οδυσσέα, καθώς και για την οριστική απόφαση των θεών να επιστρέψει ο ήρωας στην πατρίδα του. Στην Τηλεμάχεια ο Οδυσσέας είναι παρών in absentia: η μορφή του δεσπόζει μέσα από το κενό που άφησε στο σπίτι και την πατρίδα του, μέσα από τη φήμη του, μέσα από τις διηγήσεις ανθρώπων που βρέθηκαν μαζί του στην τρωική εκστρατεία (Νέστορας, Μενέλαος, Ελένη), αλλά και του Πρωτέα, του περίφημου Γέρου της Θάλασσας, που τον είδε στην Ωγυγία. Τώρα είναι η στιγμή να συναντήσουμε τον ίδιο τον Οδυσσέα (ύστερα από 2370 στίχους), καθώς με τη ραψωδία ε ξεκινά το ταξίδι της επιστροφής και της αποκατάστασης, όχι απλά στην πατρίδα του, αλλά και στη θέση του ως συζύγου και βασιλιά. Η ραψωδία ε αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της δ (και γενικότερα της Τηλεμάχειας) και της ζ, της άφιξης στο νησί των Φαιάκων, η οποία με τη σειρά της αποτελεί τον τελευταίο σταθμό του Οδυσσέα πριν την Ιθάκη. Η ραψωδία ε σηματοδοτεί την τελευταία φάση του νόστου, που θα φέρει τον Οδυσσέα στην Ιθάκη, αφού πρώτα περάσει από τη Σχερία.

 

Πώς λειτουργεί στο πλαίσιο της Οδύσσειας η ραψωδία ε; Σε τι συμβάλλει, ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί, τι προσφέρει στο έπος; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ραψωδία ε συμβάλλει στα εξής:

 

Παρουσιάζει για πρώτη φορά τον Οδυσσέα και σκιαγραφεί την ταυτότητα και το ήθος του. Είναι ο ήρωας που δεινοπαθεί, ταλαιπωρείται για χρόνια, είχε τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες να ξεφύγει απ’ τη δυστυχία και να κερδίσει την αθανασία και μια ήσυχη και ανέμελη ζωή, αλλά δεν το έκανε. Έμεινε σταθερός στον πόθο της επιστροφής στην πατρίδα και τη γυναίκα του. Αποδείχθηκε σωστός βασιλιάς και οικογενειάρχης, αφού δεν λησμόνησε τον λαό και την οικογένειά του. Αυτά περίπου είναι και τα επιχειρήματα της Αθηνάς στην αρχή της «δεύτερης συνέλευσης» των θεών (ε, 7-20).

 

• Προβάλλει τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του οδυσσειακού ήρωα: πολύτλας (υπομένει καρτερικά εδώ και επτά χρόνια), πολύμητις (ιδιαίτερα μέσα από την επιτυχή αντιμετώπιση της πονηριάς της Καλυψούς), σταθερά προσηλωμένος στο στόχο του (ακόμα και με άρνηση της αθανασίας), με ξεχωριστές σωματικές δεξιότητες, τέχνη (κατασκευή σχεδίας).

 

• Μέσα από την παρουσίαση άλλων γυναικών καταδεικνύεται η σπουδαιότητα και το μεγαλείο της Πηνελόπης. Η Καλυψώ επιχειρεί ευθέως σύγκριση μεταξύ του εαυτού της και της Πηνελόπης και, ως θεά, κρίνεται κατά πολύ ανώτερή της. Παρόλα αυτά, η Πηνελόπη αποδεικνύεται, τελικά η ιδανική σύζυγος για τον ήρωα.

 

Τονίζεται το θέμα του νόστου, εγχειρήματος κοπιαστικού και κινδυνώδους. Οι κίνδυνοι είναι φυσικοί (θαλασσοταραχές, ναυάγια, μάχες), αλλά και ψυχολογικοί (πιέσεις από Καλυψώ). Ο Οδυσσέας τους αντιμετωπίζει επιτυχώς χάρη στην καρτερία και την πανουργία του.

 

Τα επτά χρόνια παραμονής στην Ωγυγία εξυπηρετούν τη δομή της Οδύσσειας: είναι το αναγκαίο χρονικό διάστημα για να μεγαλώσει και να δραστηριοποιηθεί ο Τηλέμαχος.

 

• Ιδιαίτερα η σκηνή που εξετάζουμε είναι αυτή που παρουσιάζει τον ήρωα να βγαίνει από την αδράνεια και την απραξία, να ανακτά τις πνευματικές και σωματικές του δυνάμεις, να είναι έτοιμος για το ταξίδι της επιστροφής.

 

Ο ρόλος των θεών

 

Όπως και στη ραψωδία α, η δράση στο έψιλον κινείται χάρη στην επέμβαση των θεών. Η ανθρώπινη βούληση βρίσκεται σε αρμονία με το θεϊκό σχέδιο: οι όποιες σημαντικές εξελίξεις παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα της δράσης θεών και ανθρώπων. Η Αθηνά μεσολαβεί εκ νέου για να βοηθήσει τον προστατευόμενό της, ενώ ο Ερμής αναλαμβάνει το έργο της πληροφόρησης της Καλυψούς και χειρίζεται το θέμα με επιδεξιότητα και αποτελεσματικότητα. Οι θεοί, εξαιρουμένου βεβαίως του Ποσειδώνα, που όμως διευκολύνει τους υπολοίπους με την απουσία του, στηρίζουν τον δίκαιο βασιλιά και με την επέμβασή τους δρομολογείται η αναχώρησή του από την Ωγυγία.

 

Οι στίχοι ε, 151-261 στο πλαίσιο της ραψωδίας:

 

Οι στίχοι αυτοί αποτελούν την τέταρτη μεγάλη ενότητα της ραψωδίας ε. Είχε προηγηθεί:

 

(α) Η «δευτέρα ἐκκλησία» των θεών (ε, 1-42), 1 στην οποία ο Δίας έδωσε την εντολή για την αποδέσμευση του Οδυσσέα από το νησί της Καλυψούς. Ενδιαφέρουσα εδώ είναι η νέα υπόμνηση, αυτή τη φορά εκ μέρους της Αθηνάς, για την ἀτασθαλίην των μνηστήρων και βεβαίως για την τελική τους τύχη.

 

(β) Το ταξίδι του Ερμή προς τη σπηλιά της Καλυψώς (ε, 43-75), στο οποίο δεσπόζει η επιβλητική περιγραφή του σπέους, της παραδείσιας φυλακής του Οδυσσέα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η εικόνα αυτής της σπηλιάς και του εδεμικού περιβάλλοντός της θυμίζει τόσο έντονα μια άλλη σπουδαία οδυσσειακή σπηλιά, αυτή του Κύκλωπα. Η σπηλιά της θείας ξεγνοιασιάς, του άφθιτου ερωτικού πάθους και της αιώνιας νεότητας (πρβλ. τα λόγια της Καλυψούς προς τον Οδυσσέα στους στ. 208-10) αντιπαραβάλλεται με την τερατώδη φωλιά του πλάσματος εκείνου που ενσαρκώνει στην Οδύσσεια την απόλυτη απαξίωση του πολιτισμού και των κεκτημένων του.

 

(γ) Τη φιλοξενία του Ερμή στη σπηλιά (76-147), όπου ανακοινώνεται η απόφαση των θεών στην αγανακτισμένη, πλην υποχρεωμένη να υπακούσει Καλυψώ. Αξιοσημείωτη είναι στην ενότητα αυτή η τυπική σκηνή της φιλοξενίας. Αφενός, η προληπτική παραπομπή στο επεισόδιο με τον Πολύφημο —όπως προκύπτει εμμέσως, καθώς προείπαμε, από το παραδείσιο ντεκόρ των δύο επεισοδίων— καταδεικνύει την απόσταση ανάμεσα στο ανόσιο αυτό τέρας και στη δίκαιη, ευσεβή (νόος ἐναίσιμος) και κατά βάθος όχι σκληρόκαρδη Καλυψώ (οὐδέ μοι αὐτῇ/ θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι σιδήρεος, 190-1). Αφετέρου, η φιλοξενία που προσφέρει η Καλυψώ στον Ερμή παραλλάσσεται κατόπιν στη ραψωδία, όταν η Καλυψώ δεξιώνεται τον Οδυσσέα, πριν περάσουν μαζί το τελευταίο βράδυ τους (ε, 192 κ.ε.). Μόνη διαφορά: στον Ερμή σερβίρεται νέκταρ και αμβροσία, ενώ στον Οδυσσέα οἷά περ βροτοὶ ἄνδρες ἔδουσιν (197). Κατά τα άλλα, ο Οδυσσέας καθέζετ’ ἐπὶ θρόνου ἔνθεν ἀνέστη Ἑρμείας (195-6) και η νύμφη κάθεται απέναντί του, όπως ακριβώς έκανε και με τον θεό. Με τις απαραίτητες για το ανθρώπινο στάτους του προσαρμογές, ο Οδυσσέας λαμβάνει τη μεταχείριση που έλαβε ο αγγελιαφόρος των θεών. Μικρές παραλλαγές στην «τυπική» κατά τα άλλα σκηνή φιλοξενίας τιμούν και αναβαθμίζουν τον Οδυσσέα λίγο πριν την αναχώρησή του.

 

Ο Οδυσσέας καθηλωμένος στο νησί της Καλυψώς

 

Ύστερα από τέσσερις ραψωδίες έρχεται η ώρα να συναντήσουμε τον Οδυσσέα. Η εισαγωγή του στο έπος δεν γίνεται με τρόπο ιδιαίτερο ή επιβλητικό, όπως ενδεχομένως θα ανέμενε κανείς. Αντίθετα, συναντούμε τον Οδυσσέα, όταν η Καλυψώ κατευθύνεται προς το μέρος του για να του ανακοινώσει την είδηση της αναχώρησής του. Ο ήρωας βρίσκεται σε απραξία, θλίψη και απογοήτευση. Έχει φτάσει σε πολύ χαμηλό σημείο και από εκεί θα ξεκινήσει το ταξίδι της επιστροφής.

 

Η κατάσταση του Οδυσσέα στο νησί της Καλυψώς έχει ήδη περιγραφεί στη ραψωδία α, όταν η προστάτιδά του Αθηνά εκφράζει στον Δία το παράπονό της (α, 45-62). 2 Ο Οδυσσέας βιώνει για επτά χρόνια την απραξία και τη νωθρότητα, στοιχεία ξένα προς τον χαρακτήρα του και άδικα για άνθρωπο που επιθυμεί διακαώς την επιστροφή στην πατρίδα, τον λαό και την οικογένειά του (μείζονες αξίες της ομηρικής εποχής αυτές). Η κατάσταση αυτή είναι αφύσικη για επικό ήρωα, ο οποίος δικαιώνεται μόνο στη δημόσια σφαίρα, «επιτελώντας σπουδαίους άθλους ενώπιον των ομοίων του» (Jones 1988, 46). Η Αθηνά επισημαίνει ότι ο Οδυσσέας βρίσκεται εκεί παρά τη θέλησή του και αντιστέκεται στις προσπάθειες της Καλυψούς να τον κάνει να ξεχάσει την Ιθάκη. Επιθυμεί να δει έστω καπνὸν ἀποθρῴσκοντα απ’ την πατρίδα του (α, 58) κι ας πεθάνει. Η αναχώρηση από την Ωγυγία αποτελεί την πρώτη δράση μετά την Τηλεμάχεια. Η σημασία του επεισοδίου, επομένως, σε σχέση και με τις περιπέτειες που θα ακολουθήσουν, είναι μεγάλη.

 

Η σπουδαιότητα του επεισοδίου στο έπος εμφαίνεται και αφηγηματολογικά: ενώ όλες τις γυναικείες μορφές που περιβάλλουν τον Οδυσσέα και συνιστούν περισπασμούς και πειρασμούς στην πορεία του προς τον νόστο (βλ. παρακάτω) τις γνωρίζουμε είτε μέσα από τις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του ίδιου του Οδυσσέα είτε μέσα από τη διήγηση άλλου προσώπου όπως μεταφέρεται από τον Οδυσσέα (π.χ. ο Οδυσσέας μεταφέρει τη διήγηση της Κίρκης για τις Σειρήνες), το επεισόδιο της Καλυψώς, όπως βεβαίως και της Ναυσικάς, είναι το μοναδικό στην κατηγορία αυτή το οποίο μας εκθέτει ο ίδιος ο ποιητής. Το επεισόδιο της Καλυψώς, θυμίζουμε, είχε ήδη προβληθεί με έμφαση στην «προέκταση» του προοιμίου στο άλφα. Στο επεισόδιο επιστρέφει ξανά ο ίδιος ο Οδυσσέας δύο φορές κατά την εξιστόρηση προς τους Φαίακες (η, 244-66 και μ, 447-50) και αργότερα ξανά στους «Μικρούς Απολόγους» προς την Πηνελόπη (ψ, 333-37).

 

Η Καλυψώ

 

Η Καλυψώ είναι «αυτή που καλύπτει». Το λογοπαίγνιο με την ετυμολογία του ονόματος αντανακλά τη φύση και τις λειτουργίες του προσώπου αυτού. Η Καλυψώ καλύπτει τον Οδυσσέα, τον αποκρύπτει από τον κόσμο. 3 Στο νησί της Καλυψώς ο Οδυσσέας δεν είναι ο εαυτός του. Τα επτά χρόνια της απραξίας, η μοναξιά και η μελαγχολία που βιώνει δεν είναι φυσικά γνωρίσματα του ήρωα. Βρίσκεται στη μέση του πελάγους (ὀμφαλός ἐστι θαλάσσης, α 50) και δεν λειτουργεί ως Οδυσσέας. Ωστόσο απορρίπτει την πρόταση-πρόκληση της Καλυψούς για αθανασία και αιώνια νεότητα.

 

Επιπλέον, η Καλυψώ εξυπηρετεί τη δομή της Οδύσσειας: η τύχη του ήρωα σκεπάζεται από μυστήριο, ο θάνατός του θεωρείται πολύ πιθανός και γι’ αυτό ο ίδιος πρέπει να καλύπτεται μέχρι να παρέλθουν είκοσι συναπτά έτη από την αναχώρησή του (και δέκα από την άλωση της Τροίας), οπότε θα μεγαλώσει και θα αναλάβει ενεργό δράση ο Τηλέμαχος.

 

Η Καλυψώ δεν έχει κακία, όπως η Κίρκη, απλά θέλει πλάι της έναν άντρα. Το κίνητρό της επομένως να κρατήσει τον Οδυσσέα κοντά της είναι η προσωπική της ευχαρίστηση. 4 Για να επιτύχει, πρέπει να χρησιμοποιήσει πειθώ, όχι μαγεία όπως χρησιμοποιούν η Κίρκη ή οι Σειρήνες. Η δύναμη της πειθούς όμως και της «φυσικής» γυναικείας σαγήνης, όπως αυτή που διαθέτουν η Καλυψώ και η Ναυσικά, είναι σαφώς μεγαλύτερη από τα μάγια (σε εισαγωγικά το «φυσικής», καθώς και οι δύο αυτές μορφές μετέχουν ταυτοχρόνως, σε διαφορετικό βαθμό και με αλλιώτικο τρόπο η καθεμιά, και της θεϊκής και της ανθρώπινης φύσης). 5 Ο ήρωάς μας πρέπει να επιλέξει και, όπως πληροφορούμαστε ήδη από την ραψωδία α (56-59), αυτό έχει κάνει: επιθυμεί σταθερά και απαρασάλευτα να επιστρέψει στην πατρίδα του. Η Καλυψώ προσπαθεί να τον κάνει να ξεχάσει, 6 όμως ο Οδυσσέας είναι προσκολλημένος στο σπίτι του. Η νύμφη δεν τον ικανοποιεί πια (οὐκέτι, ε 153) και ο Οδυσσέας έχει ξεπεράσει οποιαδήποτε προσωρινή αποπλάνηση. 7 Όλα τα επιμέρους στοιχεία μας προετοιμάζουν για την αναχώρηση του ήρωα από την Ωγυγία.

 

Ο Οδυσσέας και οι επικίνδυνες γυναίκες

 

Η Οδύσσεια βρίθει γυναικείων μορφών που χαρακτηρίζονται (όπως και ο Οδυσσέας, βλ. παρακάτω) από το στοιχείο της εξυπνάδας και της πονηριάς:

 

• Η Αθηνά, αρχετυπική θεά της σοφίας, της πονηριάς (πρβλ. τη μεταμόρφωσή της ενώπιον του Οδυσσέα στην Ιθάκη)·

• Η Κίρκη, που είναι μάγισσα·

• Η Ελένη, η οποία βάζει κρυφά στα ποτήρια των συνδαιτυμόνων φάρμακο που σβήνει τους καημούς και τα φαρμάκια (δ, 219-21)·

• Η Καλυψώ, που με ένα συνδυασμό κολακείας και απειλής προσπαθεί να κρατήσει κοντά της τον Οδυσσέα (ε, 203-213)·

• Η Ναυσικά, που προσπαθεί να ξεγελάσει τον πατέρα της (ζ, 57κ.ε.)·

• Η Πηνελόπη, που δοκιμάζει έξυπνα τον Οδυσσέα (ψ, 177κ.ε.).

 

Όπως παρατηρούν πολλοί μελετητές, στις ραψωδίες ε-μ ο Οδυσσέας δοκιμάζεται από υπεράνθρωπα όντα και καταστάσεις. Στον Όμηρο αυτά τα πρόσωπα ή περιστατικά δεν κατονομάζονται ρητά ως περισπασμοί, κίνδυνοι, πειρασμοί ή δοκιμασίες. Χαρακτηρίζονται όμως έτσι γιατί, είτε απειλούν τη σωματική ακεραιότητα του Οδυσσέα είτε δοκιμάζουν την ψυχική και πνευματική του αντοχή, έχουν τη δυνατότητα να εμποδίσουν, να καθυστερήσουν ή ακόμη και να εκτροχιάσουν πλήρως τον νόστο του.

 

Είναι ενδεικτικό ότι οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο Οδυσσέας προσωποποιούνται κυρίως μέσα από γυναικείες μορφές (Κίρκη, Σκύλλα, Χάρυβδη, Καλυψώ, Ναυσικά. Εξαίρεση αποτελούν οι Κύκλωπες). 8 Η γυναίκα, το θηλυκό στοιχείο, ως επικίνδυνος Άλλος αποτελεί εμβληματική και διαχρονική μορφή της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. 9

 

Η Καλυψώ ως πειρασμός

 

Η Καλυψώ διαφέρει από όλους τους άλλους πειρασμούς που αντιμετώπισε ο Οδυσσέας. Το επεισόδιο προκαλεί μια στάση, μια καθήλωση, εκτύπως αντίθετη με τη δράση που θα ακολουθήσει. Την αδράνεια και την έλλειψη εξωτερικής δράσης, σύμφωνα με τον Μαρωνίτη (1978), υποκαθιστά η εσωτερική ένταση του επεισοδίου. Ο Οδυσσέας καταβάλλει αγώνα εδώ και εφτά χρόνια να διατηρήσει ζωντανή στη μνήμη του το ηρωικό του παρελθόν και την Ιθάκη.

 

Ο ποιητής παρουσιάζει το όμορφο και θελκτικό νησί της Καλυψούς. Περιγράφει το ειδυλλιακό τοπίο (δάσος με πουλιά, κληματαριά, πηγές, λιβάδια: ε, 63κε), στο οποίο η νύμφη υποδέχεται τον Ερμή, αλλά τοποθετεί τον Οδυσσέα έξω από αυτήν την ομορφιά. Τον παρουσιάζει να κάθεται μόνος στο ακροθαλάσσι και να θρηνεί ασταμάτητα, να βρίσκεται, επομένως, έξω από τη σφαίρα επιρροής της Καλυψώς. Ο ήρωας φαίνεται πως απέρριψε τη φυσική ομορφιά του νησιού, όπως θα απορρίψει στη συνέχεια την Καλυψώ και την αθανασία.

 

Παρόλο που η Καλυψώ εκφράζει τα συναισθήματά της για τον Οδυσσέα και του υπόσχεται θήσειν ἀθάνατον καὶ ἀγήρων ἥματα πάντα (ψ, 336), εκείνος πουθενά δε φαίνεται να τρέφει αισθήματα γι’ αυτήν, ούτε να μπαίνει στο δίλημμα να μείνει μαζί της. Η δήλωση του Οδυσσέα για την επίδραση της Καλυψούς πάνω του στο η 258 είναι σαφής: ἀλλ’ ἐμὸν οὔ ποτε θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔπειθεν (βλ. και ψ, 337, με τη φωνή του αφηγητή αυτή τη φορά). Η Καλυψώ προσφέρει στον Οδυσσέα την ανέμελη και ατάραχη ζωή και βεβαίως τον εαυτό της, που είναι αντικειμενικά ανώτερος από την Πηνελόπη. Ο Οδυσσέας, όμως, συνειδητοποιώντας πόσο διαφορετικά είναι όλα αυτά από τη δική του ανθρώπινη φύση, τα απορρίπτει. Φαίνεται πως το χάσμα Οδυσσέα-Καλυψούς είναι αγεφύρωτο. Η Καλυψώ απέχει από τα ανθρώπινα μέτρα του Οδυσσέα. Προέρχεται, όπως και η Ναυσικά, από τον κόσμο του παραμυθιού και της φαντασίας, ενώ ο Οδυσσέας από τον ηρωικό κόσμο της πραγματικότητας. Η διάσταση δηλώνεται εμφατικά στη σκηνή του δείπνου (ε, 196-200), όταν η Καλυψώ προσφέρει στον Οδυσσέα αυτά που τρώνε οι θνητοί, ενώ στην ίδια οι παρακόρες προσφέρουν θεϊκό νέκταρ και αμβροσία. Ο διαχωρισμός του γεύματος δηλώνει τη διάσταση θεάς και ανθρώπου.

 

Η Καλυψώ που αγαπά

 

Η Καλυψώ φαίνεται να περιβάλλει τον Οδυσσέα με στοργή, έστω με εγωιστικό και κτητικό τρόπο. Τον κρατά κοντά της παρά τη θέλησή του για εφτά ολόκληρα χρόνια. Στο τέλος, όμως, υποχρεώνεται να συμβιβαστεί με την απόφαση των θεών και κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία να τον βοηθήσει έμπρακτα. Καταρχάς, τηρεί την υπόσχεση που έδωσε στον Ερμή και χωρίς χρονοτριβή ανακοινώνει στον Οδυσσέα την απόφαση για την αναχώρησή του. Ακολούθως κάνει μια ύστατη προσπάθεια (με πονηριά) να τον μεταπείσει και, όταν ηττάται, παραιτείται πια και επιδίδεται στην παροχή βοήθειας προς τον Οδυσσέα. Τον καθοδηγεί στην κατασκευή της σχεδίας και την πέμπτη ημέρα τον λούζει, του δίνει ρούχα, τρόφιμα και νερό, και φυσά ευνοϊκό αέρα για να τον οδηγήσει (ε 263-68).

 

Είναι τυπικό στοιχείο η αγάπη θεών προς θνητούς και στο πλαίσιο αυτό κινείται ο οργισμένος λόγος της Καλυψώς προς τον Ερμή (ε, 121κε), ειδικά η αναφορά στην Ηώ και τη Δήμητρα και τους αντίστοιχους έρωτές τους για τον Ωρίωνα και τον Ιασίωνα. Η χρήση, ωστόσο, αυτού του τυπικού στοιχείου εξυπηρετεί την Οδύσσεια, αφού:

• προσφέρει «κάλυψη» στον Οδυσσέα για πολύ μεγάλο διάστημα (έτσι που να θεωρείται νεκρός και στο μεταξύ να ενηλικιωθεί ο Τηλέμαχος)·

• λειτουργεί αποδεικτικά για τις πνευματικές ιδιότητες του ήρωα (πολύτλας, πολύμητις, πολύτροπος) και τη σωματική επιδεξιότητά του·

• φέρνει τον ήρωα αντιμέτωπο με τη δυνατότητα επιλογής της αθανασίας.

 

Η προσφορά αθανασίας

 

Η Καλυψώ έχει ήδη αναφέρει στον Ερμή τη δυνατότητα να προσφέρει στον Οδυσσέα αθανασία και αιώνια νιάτα (ε, 135-6) και το επαναλαμβάνει και στον ίδιο (ε, 208-9). Στην απάντησή του προς την Καλυψώ (ε, 215-224) ο Οδυσσέας δεν αναφέρεται στο συγκεκριμένο θέμα. Απαντά σε όλα τα άλλα σημεία που έθεσε η Καλυψώ, αλλά όχι σ’ αυτό. Έμμεση απάντηση δίνεται, βέβαια, με τη δήλωσή του ότι επιθυμεί να επιστρέψει στην Ιθάκη. Γιατί όμως δεν απαντά ευθέως; Απλούστατα διότι δεν υπάρχει περίπτωση να υπεισέλθει σε τέτοια συζήτηση.

 

Αποτελεί τελικά η προσφορά αθανασίας όντως δοκιμασία για τον Οδυσσέα; Ο ήρωας δεν δείχνει σε καμιά στιγμή να διερωτάται αν πρέπει να δεχθεί την αθανασία ή όχι. Παρουσιάζεται σταθερά προσηλωμένος στον σκοπό του, από τον οποίο ούτε καν η προοπτική της αθανασίας δεν μπορεί να τον αποσπάσει. Η σταθερότητα της άρνησης, όμως, δεν ακυρώνει το δέλεαρ της προσφοράς· απλά αναδεικνύει το ηρωικό μέγεθος του Οδυσσέα και βεβαίως το νέο μοντέλο επικού ηρωισμού το οποίο αυτός εγκαινιάζει. Οποιοσδήποτε άλλος, μικρότερος άνθρωπος θα είχε, ίσως, δελεαστεί. Όμως αν ο Οδυσσέας έκανε διαφορετική επιλογή δεν θα ήταν Οδυσσέας.

 

Αυτή τη στιγμή δεν διακυβεύεται απλά ο νόστος, αλλά η ίδια η ηρωική υπόσταση του Οδυσσέα. Η επιλογή της αθανασίας δεν θα σήμαινε μόνο παραμονή στην Ωγυγία και οριστική απαλοιφή της θνητής του φύσης και της προοπτικής για επιστροφή στην πατρίδα. Θα σήμαινε επίσης και «κάλυψη» του ηρωικού του παρελθόντος, το οποίο είναι συνδεδεμένο με τα βάσανα και την αντοχή. Αντ’ αυτών θα κέρδιζε μια νέα ζωή, εύκολη, θεϊκή. Ανάλογο δίλημμα, με μικρότερη ίσως ένταση, θα αντιμετωπίσει και στη Φαιακίδα ενώπιον της Ναυσικάς.

 

Ο Οδυσσέας επιλέγει να παραμείνει στη μνήμη των ανθρώπων ως ο ήρωας της Οδύσσειας, παρά να τον ξεχάσουν και να ζει αιώνια ως ο παρακοιμώμενος της Καλυψώς. Αυτή τη φήμη του ήρωα διαφύλαξε και ο Αχιλλέας, όταν προτίμησε να πεθάνει. Ο Αχιλλέας επιλέγοντας να πεθάνει και ο Οδυσσέας επιλέγοντας να εγκαταλείψει την Καλυψώ, αμφότεροι απορρίπτοντας την αθανασία, παρέμειναν επικοί ήρωες. Το οξύμωρο είναι ότι ακριβώς επιλέγοντας τη θνητότητα, ο Οδυσσέας και ο Αχιλλέας κέρδισαν την αθανασία χάρη στο έπος. Η κρισιμότητα της στιγμής συνδέεται με τη σημασία της ύπαρξης του ίδιου του ποιήματος, το οποίο αφ’ εαυτού αποτελεί εγγύηση αθανασίας. Η επιλογή της θνητότητας αποτελεί κεντρικό
στοιχείο του νοήματός του.

 

Οδυσσέας και Καλυψώ: μια ατσάλινη θέληση ενάντια στην άλλη

 

Η Καλυψώ, παρά τον θυμό που εκφράζει στο άκουσμα της απόφασης των θεών, υποτάσσεται και συμμορφώνεται, προκειμένου να μην προκαλέσει την οργή του Δία. Ανακοινώνει στον Οδυσσέα την απόφαση να επιστρέψει στην πατρίδα του (την παρουσιάζει ως δική της απόφαση) και την πρόθεσή της να τον βοηθήσει, χωρίς όμως να υπόσχεται την ασφαλή άφιξή του στην Ιθάκη, πράγμα που, όπως λέει, εξαρτάται από τους θεούς. Ο νόστος δεν χαρίζεται στον ήρωα, αλλά πρέπει να τον κερδίσει με τον αγώνα του. Η Καλυψώ δεν δικαιολογεί τη μεταστροφή της και δεν κάνει καμιά νύξη για την επίσκεψη του Ερμή. 10

 

Η πρώτη συναισθηματική αντίδραση του Οδυσσέα (ῥίγησεν, 171) εκφράζει το ακατανόητο αυτής της ξαφνικής μεταστροφής και τη δυσπιστία του προς τη νύμφη (βλ. παρακάτω). Η προσεκτική του απάντηση όμως είναι τεκμήριο πια του πολυμήτιος Οδυσσέα (βλ. παρακάτω): αμφισβητεί την καλή πρόθεση της θεάς, αφού δεν μπορεί να διασχίσει τη θάλασσα με μια σχεδία, και ζητά επιβεβαίωση με όρκο. Ο Οδυσσέας πετυχαίνει αυτό που ζητά. Η Καλυψώ, χωρίς να θυμώσει από τα λόγια του, δεσμεύεται με τον μεγαλύτερο όρκο των θεών. Όπως σημειώνει ο K. Reinhardt (Von Werken und Formen, Godesberg 1948, 501) «η μεγαλοπρέπεια του όρκου της Καλυψώς είναι ανάλογη με τη στιγμή: οι περιπλανήσεις έχουν τελειώσει, η επιστροφή έχει αρχίσει».

 

Έχοντας εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη και τη συμπάθεια του Οδυσσέα προς το πρόσωπό της, η Καλυψώ τον οδηγεί στη σπηλιά και, μετά το δείπνο, ξεκινά αγώνα να τον κρατήσει κοντά της. Τον προσφωνεί για πρώτη φορά με το όνομά του. Προσπαθεί να τον πείσει με ένα μείγμα εκφοβισμού και παροχών. Τον προκαλεί ιδιαίτερα, όταν του ζητά να συγκρίνει την ίδια, μια θεά, με την Πηνελόπη, μια θνητή (ε, 211-13). Η λάθος απάντηση του Οδυσσέα θα επέσυρε την οργή και την τιμωρία της. 11 Ο Οδυσσέας είναι επιφυλακτικός, καχύποπτος απέναντί της και ιδιαίτερα διπλωματικός. Η διπλωματία, άλλωστε, η αποφυγή περιττών και άκαιρων συγκρούσεων, είναι κι αυτή έκφανση της μήτιος (βλ. παρακάτω). Αποφεύγει τη σύγκριση δηλώνοντας έξυπνα πως δεν υφίσταται θέμα αντιπαραβολής μιας θεάς και μιας θνητής και στρέφει τη συζήτηση στο ουδέτερο θέμα της πατρίδας: δεν μπορεί να συγκριθεί θνητή με θεά, αλλά ακόμα κι έτσι εγώ επιθυμώ να επιστρέψω στην πατρίδα μου (215-20). Επιβεβαιώνει τη δύναμη και την αντοχή του σε ό,τι κι αν στείλουν οι θεοί, ενώ δεν αναφέρει καθόλου το θέμα της αθανασίας (βλ. πιο πάνω). Η συζήτηση ολοκληρώνεται, το θέμα έχει κλείσει. Στο εξής τα δύο πρόσωπα δεν θα ξαναμιλήσουν, ούτε κατά τις πέντε μέρες της προετοιμασίας της σχεδίας. Η απόφαση του Οδυσσέα, αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής, είναι οριστική.

 

Τα δύο πρόσωπα έπαιξαν ένα παιχνίδι επικράτησης με όπλο την πανουργία τους. Η Καλυψώ κέρδισε την εμπιστοσύνη του Οδυσσέα, τον καλόπιασε, τον απείλησε, προσπάθησε να τον παγιδεύσει. Ο Οδυσσέας, έχοντας δεσμεύσει τη θεά με όρκο, αντιμετώπισε όλες τις φάσεις του σχεδίου της με ετοιμότητα και ευστροφία και δεν έπεσε στην παγίδα να συγκρίνει τη θεά με την Πηνελόπη. Η πονηριά του αποδείχθηκε υπέρτερη της πονηριάς της Καλυψώς. Τα επτά χρόνια αδράνειας δεν μείωσαν σε τίποτα τις ικανότητες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ήρωα, ο οποίος παρουσιάζεται έτοιμος να συνεχίσει το ταξίδι της επιστροφής.

 

Η κατασκευή της σχεδίας

 

Μπροστά στη σταθερή απόφαση του Οδυσσέα να γυρίσει στην πατρίδα του, η Καλυψώ τον βοηθά να κατασκευάσει τη σχεδία και του δίνει τα απολύτως απαραίτητα εφόδια για το ταξίδι (σε αντίθεση με την Κίρκη που, παρά την αρχική της σκληρότητα, στάθηκε ιδιαίτερα βοηθητική στο θέμα του ταξιδιού). Ωστόσο, τόσο η σχεδία όσο και τα εφόδια εξαφανίζονται και καταστρέφονται με μιας. Ο Οδυσσέας, χτυπημένος από την οργή του Ποσειδώνα θα κάνει μεγάλο αγώνα για να επιβιώσει. Είναι προφανές ότι το ναυάγιο είναι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία και όχι το ταξίδι καθεαυτό (βλ. παρακάτω). Τι εξυπηρετεί, λοιπόν, η λεπτομερής παρουσίαση της κατασκευής της σχεδίας, αφού αυτή αποδεικνύεται εντέλει ανώφελη;

 

Ενώ δηλώνεται η πρόθεση για την κατασκευή σχεδίας, αυτό που τελικά περιγράφεται είναι κατασκευή λέμβου (West, Heubeck & Hainsworth 2009, ad 487-8). Για τη σχεδία τα ξύλα απλά δένονται μεταξύ τους (δεν παίρνουν σχήμα, δεν καρφώνονται, δεν τρυπιούνται). Φαίνεται ότι ο Όμηρος, «λόγω έλλειψης παραδοσιακών λογοτύπων για την κατασκευή σχεδίας, δανείζεται από μια περιγραφή ναυπήγησης, όπως αυτή που θα απαιτούνταν για την κατασκευή της Αργώς». Το ερώτημα επανέρχεται πιο επιτακτικά: εάν η σχεδία δεν είχε πραγματική σημασία για το ταξίδι και αν ο ποιητής δεν είχε στη διάθεσή του έτοιμο λογοτυπικό υλικό για να περιγράψει την κατασκευή της, τότε γιατί κρίνει σκόπιμο να κάνει την περιγραφή;

 

Σε πρώτο επίπεδο, η σκηνή λειτουργεί ως έμπρακτη απόδειξη της αγάπης της Καλυψούς για τον Οδυσσέα. Η νύμφη έχει υποσχεθεί τη βοήθειά της και υλοποιεί αυτήν την υπόσχεση με την ενεργό εμπλοκή της στην κατασκευή της σχεδίας. Όλη η διαδικασία προχωρά μετά από ενέργειες της Καλυψούς: δίνει στον Οδυσσέα το τσεκούρι (ε, 234) και αυτός προχωρεί στα καθέκαστα. Το ίδιο γίνεται με το τρυπάνι (ε, 246) και με το πανί (ε, 248). Η όλη σκηνή περιγράφεται πολύ παραστατικά.

 

Επιπλέον, μέσω της σκηνής αυτής ο Όμηρος επιδιώκει να προσδώσει αίγλη στον Οδυσσέα παρουσιάζοντας την επιδεξιότητα, την τέχνην του. Μετά από επτά χρόνια απραξίας ο ήρωας αναλαμβάνει δράση και ανακτά τη δημιουργικότητά του. Η κατασκευή της σχεδίας καθίσταται η πρώτη (χειρωνακτική, σωματική) πράξη του Οδυσσέα, που είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη συμπλήρωση της προσωπικότητάς του. Χάρη στην τέχνην της κατασκευής του Δούρειου ίππου ο Οδυσσέας έγινε ήρωας, χάρη στην τέχνην νίκησε τους Κύκλωπες, χάρη στην τέχνην κατασκευής του συζυγικού κρεβατιού ξανακέρδισε τη γυναίκα του. Χάρη στην τέχνην θα διαφύγει και τώρα από το νησί της Καλυψώς.

 

Μέσα από τον διάλογό του με την Καλυψώ ο ήρωας απέδειξε την πνευματική του ετοιμότητα. Τώρα αποδεικνύει και τη σωματική και παρουσιάζεται καθόλα έτοιμος για το ταξίδι. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο ποιητής τον παρουσιάζει να εργάζεται ακατάπαυστα επί πέντε μέρες, χωρίς να δηλώνει τη μεσολάβηση της νύχτας. Η σχεδία, επομένως, έχει ιδιαίτερη σημασία, στον βαθμό που αποδεικνύει την ετοιμότητα, τη δραστηριοποίηση του ήρωα και την ακμαιότητά του, ειδικά στην πρώτη του εμφάνιση στο έπος.

 

Οι συμβολισμοί όμως διεισδύουν ακόμη πιο βαθιά. Η σχεδία λαμβάνει εξίσου ενδελεχή περιγραφή όσο και το λέχος του Οδυσσέα και της Πηνελόπης αργότερα, στο ψ. Οι ομοιότητες μεταξύ των δύο περιγραφών προεκτείνονται και στο επίπεδο των λογοτύπων. Πρόκειται σαφώς για δύο από τα σημαντικότερα υλικά σύμβολα της Οδύσσειας, το ένα από τα οποία τοποθετείται στην αρχή και το άλλο στο τέλος του ταξιδιού της επιστροφής. Η εσωτερική διακειμενικότητα (cross-reference) ανάμεσα στο ε και το ψ είναι γενικώς πολύ πυκνή.

 

Ο νόστος, η σχεδία του Οδυσσέα και ο τύπος του ήρωα στην Οδύσσεια

 

Καμιά φορά οι μεγαλύτερες αποκαλύψεις κρύβονται πίσω από τα απλούστερα ερωτήματα. Γιατί πρέπει να φύγει ο Οδυσσέας από την Καλυψώ πάνω σε μια ταπεινή σχεδία; Δεν μπορούσαν οι θεοί να του εξασφαλίσουν ασφαλέστερη μέθοδο διαφυγής;

 

Είναι χαρακτηριστικό της ποιητικής ωριμότητας της Οδύσσειας ότι ο ποιητής έχει απόλυτη συναίσθηση του «παραλόγου» εδώ, αφού βάζει τον ίδιο τον ήρωά του να σχολιάζει τη θεϊκή επιλογή: ῥίγησεν, λέει, ο πολύτλας, όταν άκουσε τα σχέδια των θεών (σημείωση: με το ίδιο ρήμα, που υποδηλώνει τρόμο και σοκ, υποδέχεται η Καλυψώ στον στ. 116 τη θεϊκή επιταγή για την αποδέσμευση του Οδυσσέα!). Η πρώτη σκέψη του Οδυσσέα πάει, φυσιολογικά, στη θεϊκή απάτη: ἄλλο τι δὴ σύ, θεά, τόδε μήδεαι οὐδέ τι πομπήν, / ἥ με κέλεαι σχεδίῃ περάαν μέγα λαῖτμα θαλάσσης,/ δεινόν τ’ ἀργαλέον τε· τὸ δ’ οὐδ’ ἐπὶ νῆες ἐῗσαι/ ὠκύποροι περόωσιν (ε, 173-6).

 

Η αντίδραση της Καλυψώς είναι επίσης ενδιαφέρουσα: μείδησεν η νύμφη διασκεδάζοντας αλλά και θαυμάζοντας την πονηριά και την ευστροφία του άνδρα που στέκεται μπροστά της: ἦ δὴ ἀλιτρός γ’ ἐσσὶ καὶ οὐκ ἀποφώλια εἰδώς (ε, 182). Η λέξη ἀλιτρός παράγεται από το ἀλιταίνω, ρήμα που λίγο πιο πάνω (ε, 108) περιέγραψε την προσβολή που διέπραξαν οι Έλληνες εις βάρος της Αθηνάς στην Τροία και η οποία επέσυρε γι’ αυτούς τόσες περιπέτειες κατά τον νόστο. Εδώ, όμως, ἀλιτρός δεν είναι ο ανόσιος, αλλά ο ήρωας που χαρακτηρίζεται από τη μῆτιν, τη σφραγίδα του ηρωικού ιδεώδους στην Οδύσσεια. Η μῆτις είναι ιδιαίτερο είδος πανουργίας, που ισορροπεί επικίνδυνα ανάμεσα στον ηρωισμό και την ὕβριν. Ο φορέας της μήτιος δεν αρκεί να είναι εφευρετικός και παράτολμος· απαιτείται να είναι και βαθύτατα μετρημένος, ώστε να αποφύγει την ὑπερβασίην! Η δισημία της λέξης ἀλιτρός αποδίδει γλαφυρότατα τα αγαθά αλλά και τις παγίδες της μήτιος στην Οδύσσεια.

 

Σημειώστε προκαταβολικά ότι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως η Καλυψώ —με το ίδιο ακριβώς ρήμα, μείδησεν— θα αντιδράσει στο ψ και ο Οδυσσέας, όταν —προσέξτε!— η Πηνελόπη θα επιδείξει ανάλογη δυσπιστία (και με το μυαλό της επίσης να πηγαίνει αμέσως στον κίνδυνο θεϊκής απάτης). Και στο ψ πρόκειται για ανακοίνωση μιας παρόμοιας συναρπαστικής, πολυαναμενόμενης και πολυπόθητης, αλλά επί μακρόν αναβαλλομένης και άρα απίστευτης είδησης: ο Οδυσσέας μαθαίνει ότι θα φύγει από τη χρυσή φυλακή του μετά από εφτά χρόνια· η Πηνελόπη ότι έχει επιστρέψει ο σύζυγός της μετά από είκοσι. Η εκκίνηση του νόστου στο ε ξεκινά με την κατάφαση της μήτιος του Οδυσσέα εκ μέρους γυναικείας μορφής που αποτελεί θεϊκή αντίζηλο της Πηνελόπης. Η κατάληξη του νόστου στο ψ θα επισφραγιστεί με ανάλογη κατάφαση της μήτιος αυτή τη φορά της Πηνελόπης από τον άνθρωπο που κατεξοχήν έχει ενσαρκώσει τη μῆτιν στο έπος, τον σύζυγό της (βλ. περισσότερα στο οικείο κεφάλαιο).

 

Η σχεδία λοιπόν συνδέεται άρρηκτα, όχι μόνο με τη ρώμη, την ψυχική αντοχή και την τέχνην, αλλά και με τη μῆτιν του Οδυσσέα. Η Οδύσσεια, σε αντίθεση με την Ιλιάδα, είναι η ιστορία ενός άνδρα που χάρη στην ευφυΐα του εξασφαλίζει τη σωτηρία του μέσα σ’ έναν κόσμο απρόβλεπτων προκλήσεων και πειρασμών. 12 Ο τύπος του ιδανικού ήρωα στην Οδύσσεια δεν είναι αυτός της Ιλιάδας. Αυτό που προκρίνεται δεν είναι η ανδρεία και η γενναιότητα, αλλά η επιτυχία με μοναδικό σχεδόν εφόδιο την πανουργία. Ο Οδυσσέας είναι ο πολύτλας αλλά πάνω από όλα ο πολύτροπος και πολύμητις ήρωας. Το επίθετο πολύτλας παραπέμπει στην καρτερία που επιδεικνύει ο Οδυσσέας σε όλο το έπος, καθώς αντιμετωπίζει μια σειρά απίστευτων δυσκολιών. Τα επίθετα πολύτροπος και πολύμητις με τη σειρά τους συνδέονται με την ιδιαίτερη ικανότητα του Οδυσσέα να ενεργεί άμεσα, καίρια και αποτελεσματικά χάρη στην ευστροφία, την ελαστικότητα και την προσαρμοστικότητα που τον χαρακτηρίζει. Τα τρία επίθετα —πολύτλας, πολύτροπος, πολύμητις— συγκεφαλαιώνουν την ουσία του Οδυσσέα. Η σχεδία ως σύμβολο την οπτικοποιεί.

 

Ο ποιητής στη ραψωδία ε παρουσιάζει τον ήρωα κατ’ ουσίαν φυλακισμένο, ανήμπορο και αδύναμο να ενεργήσει, αιχμάλωτο της Καλυψώς. Ήδη ταπεινωμένος, πριν αποκατασταθεί θα πρέπει να πέσει ακόμα πιο χαμηλά (θα χάσει τη σχεδία και τα ρούχα του) και από το σημείο ναδίρ θα ξεκινήσει την πορεία για την αποκατάσταση στον οἶκο και τον θρόνο του. Προσέξτε την εντολή που δίνει ο Δίας στον Ερμή, στην αρχή της ραψωδίας (στ. 29 κ.ε.), την έμφαση που δίδει στη μοναξιά του ήρωα κατά την πορεία του προς τον νόστο: ὥς κε νέηται/ οὔτε θεῶν πομπῇ οὔτε θνητῶν ἀνθρώπων. Όσο πιο αδύναμος και μόνος είναι ο ήρωας της Οδύσσειας, όσο πιο ταπεινά και επισφαλή ελέγχονται τα υλικά μέσα της επιστροφής του, τόσο περισσότερο εμφαίνεται η μῆτις ως ο βασικός ηρωικός του εξοπλισμός. Ο Οδυσσέας πρέπει να φτάσει στη Σχερία ἐπὶ σχεδίης πολυδέσμου, δηλαδή με το μίνιμουμ της εξωτερικής, υλικής βοήθειας, αλλά και πήματα πάσχων, δηλαδή με το μάξιμουμ της «αντιηρωικής» ταλαιπωρίας και ταπείνωσης (ε, 33: προσέξτε και το λογοπαίγνιο Σχερίη-σχεδίη), ώστε να λάβει επιτέλους από τους Φαίακες για τα οδυσσειακού τύπου ηρωικά επιτεύγματά του (τη μῆτιν και την αντοχή) ανταμοιβή πολύ ανώτερη από αυτήν που θα λάμβανε ποτέ στην Τροία (δηλ. ως ιλιαδικός ήρωας): χαλκόν τε χρυσόν τε ἅλις ἐσθῆτα τε δόντες,/ πόλλ’, ὅσ’ ἂν οὐδέ ποτε Τροίης ἐξήρατ’ (ε, 38-9).

 

«Η ταυτότητα του ομηρικού ήρωα είναι αγωνιστική —δηλαδή, εδράζεται στον ανταγωνισμό», σημειώνει ο Bloom. «Στην αδρανή αποχαύνωση της Ωγυγίας, όπου ο ήρωας αδυνατεί να επιδιώξει την αριστεία, ο ήρωας δεν είναι πράγματι ζωντανός» 13 —ειδικά ο ήρωας του οποίου το ίδιο το όνομα είναι ετυμολογικά συνδεδεμένο με τα βάσανα και τις δοκιμασίες. Ο Οδυσσέας, βέβαια, σε αντίθεση με τους ιλιαδικούς ήρωες δεν ανταγωνίζεται άλλους, αλλά τα όρια του ιδίου του εαυτού του. Ως εκ τούτου και τα μέσα με τα οποία θα αγωνιστεί πρέπει να είναι μέσα ως επί το πλείστον εσωτερικά, ενδογενή.

 

 

αρ