Στα χρόνια του: Ιουλιανού (361-363) Θεοδόσιου Α' (379-395) Αρκάδιου (395-408) Θεοδόσιου Β' (408-450) Ζήνωνα (474-475 & 476-491) Αναστάσιου Α' (491-518) και Ιουστίνου Α' (518-527) |
Πηγή: byzantium.gr |
Δυναστεία του Κωνσταντίνου
Κωνσταντίνος Α' (306-337)
Κωνστάντιος Β' (337-361)
Ιουλιανός (361-363)
Ιοβιανός (363-364)
Δυναστεία του Βαλεντινιανού
Βαλεντινιανός Α΄και Βάλης (364-378)
Γρατιανός (378-379)
Δυναστεία του Θεοδόσιου
Θεοδόσιος Α'(379-395)
Αρκάδιος (395-408), Ονώριος (395-423)
Θεοδόσιος Β' (408-450)
Μαρκιανός (450-457)
Δυναστεία του Λέοντα
Λέων Α' (457-474)
Λέων Β' (474)
Ζήνων (474-491)
Αναστάσιος (491-518)
Δυναστεία του Ιουστίνου
Ιουστίνος Α'(518-527)
Διδακτικοί στόχοι
1. Να ενημερωθούν και να προβληματιστούν οι μαθητές για τα γενικά χαρακτηριστικά της οικovoμίας και της κοινωνίας του Πρωτοβυζαντινού Κράτους.
2. Να αντιληφθούν οι μαθητές την ουσία του γερμανικού προβλήματος και να παρακολουθήσουν τις πoλιτιστικές εξελίξεις από τον Κωνσταντίνο Α' ως τον Ιουστινιανό Α'.
Επισημάνσεις για την πορεία της διδασκαλίας
Το πρώτο μέρος της διδακτικής ενότητας αναφέρεται στα γενικά χαρακτηριστικά της οικονομίας του Πρωτοβυζαντινού Κράτους. Η πρωτοβυζαντινή οικονομία στηριζόταν στη γεωργία, τον κρατικό παρεμβατισμό και το χρήμα ως ανταλλακτικό μέσο (γεωργική, διευθυνόμενη από το κράτος και εκχρηματισμένη οικονομία). Στο πλαίσιο αυτής της oικovoμίας οι πόλεις του ανατολικού τμήματoς είχαν ως τα μέσα του 6ου αι. βαρύνουσα σημασία. Οι κρατικές παρεμβάσεις στη βιοτεχνία και το εμπόριο (συντεχνίες, καθορισμός των τιμών κ. ά.) και η ύπαρξη πολλών κρατικών επιχειρήσεων περιορίζουν την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Περισσότερα κέρδη φέρνει το εξωτερικό εμπόριο με τις χώρες της Άπω Ανατολής. Στο επίπεδο της κοινωνίας σημαντική εξέλιξη ήταν η ανάπτυξη της μεγάλης γαιοκτησίας και η μετατροπή των μικροϊδιοκτητών και ελεύθερων γεωργών σε δουλοπάροικους, δεμένους με τη γη που καλλιεργούσαν. Άλλοι αγρότες καταφεύγουν στις μεγάλες πόλεις, ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, και διογκώνουν τον αστικό όχλο που ρέπει προς τις ταραχές και τις εξεγέρσεις. Για την αποτροπή τους οι αρχές διανέμουν στους φτωχούς δωρεάν ψωμί και διοργανώνουν θεάματα στον Ιππόδρομο (πρώτος διδακτικός στόχος).
Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στο γερμανικό πρόβλημα που προήλθε από τη διείσδυση των Γερμανών στη στρατιωτική και πολιτική διοίκηση. Ο κίvδυνoς εκγερμανισμού της κρατικής μηχανής προκάλεσε τη δημιουργία βυζαντινής πατριωτικής και αντιγερμανικής κίvnσnς, στην οποία πρωτοστατούσαν Έλλnvες λόγιοι. Το «κόμμα» αυτό ξεσήκωσε τον λαό της πρωτεύουσας που εξόντωσε τους Γότθους στα τέλη του 4ου αι., απαλλάσσovτας προσωρινά το κράτος από αυτούς.
Το τρίτο μέρος αναφέρεται σε δύο σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα, την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης (425), οι ελλnvόγλωσσες έδρες του οποίου είναι κατά μία περισσότερες από τις λατινόφωνες, και την έκδοση του Θεοδοσιανού Κώδικα (438). Η ίδρυση του Πανεπιστημίου δείχνει τον βαθμιαίο εξελληνισμό της κρατικής μnχαvής και την προσπάθεια να μετατραπεί το διοικητικό κέντρο της αυτoκρατoρίας και σε πολιτιστικό της κέντρο, ενώ η έκδοση του Θεοδοσιανού Κώδικα διευκόλυνε σημαντικά την απονομή της δικαιοσύνη.
Με τη βοήθεια του χάρτη οι μαθητές μπορούν να εντοπίσουν τα σπουδαιότερα παιδευτικά κέντρα της Αvατoλής: Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Bnρυτός, Έφεσος, Αθήνα. Στα «πανεπιστήμιά» τoυς φοιτούσαν τόσο εθνικοί, όπως ο Λιβάνιος και ο Ιoυλιαvός, όσο και χριστιανοί σπoυδαστές, όπως οι Μεγάλοι Πατέρες της Eκκλnσίας, οι οποίοι επισήμαναν τη χρησιμότητα της ελληνικής παιδείας για τη διαμόρφωση του χριστιανικού ήθoυς. Κοντά στα παλιά κέντρα η Κων/λη, από ιδρύσεως του Πανεπιστημίου, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία του εξελληνισμού της Αvατoλής (δεύτερος διδακτικός στόχος).
Σχολιασμός του υποστηρικτικού υλικού
Το πρώτο παράθεμα προέρχεται από το κοσμολογικό έργο του μοναχού και εμπόρου Κοσμά Ινδικοπλεύστη, Χριστιανική Τοπογραφία, και μας δίνει μια ιδέα για την εμβέλεια και τους δρόμους του εξωτερικού βυζαντινού εμπορίου, αλλά και το διεθνές κύρος του βυζαντινού νομίσματος.
Το δεύτερο παράθεμα περιλαμβάνει βασικά σημεία του προγράμματος του αντιγοτθικού πατριωτικού κόμματος που στόχευε στην αποτροπή του γερμανικού κινδύνου. Τα πρόγραμμα αυτό υλοποιήθηκε, όπως είναι γνωστό, με την εξέγερση του λαού της πρωτεύουσας και τη σφαγή των Γότθων λίγο αργότερα (400).
Το εικονογραφικό υλικό αποτελείται από τρεις εικόνες:
1. Παράσταση οχυρής έπαυλη. Στις επαύλεις αυτές ζούσαν με μεγάλη πολυτέλεια και απόλυτη ασφάλεια οι μεγάλοι γαιοκτήμονες της Πρωτοβυζαντινής Περιόδου και από αυτές διεύθυναν και διοικούσαν τα κτήματά τoυς.
2. Φωτογραφία ενός χρυσού νομίσματος. Η εικονογραφία τους (οι σφαίρες που κρατούν οι δύο συναυτοκράτορες συμβολίζουν τη Ρωμαϊκή Οικουμένη και ο σταυρός που διακρίνεται ψηλά τον χριστιανικό της χαρακτήρα) εξυπηρετούσε τη διάδοση της βυζαντινής αυτοκρατορικής ιδεολογίας.
3. Μια αναπαράσταση των Κεγχρεών, του ανατολικού λιμανιού της Κορίνθου, το οποίο παρουσίαζε πολύ ζωηρή κίνηση κατά την Πρώιμη Βυζαντινή Περίοδο.
Υποδείξεις για τις απαντήσεις στις ερωτήσεις του βιβλίου
Το πρώτο παράθεμα μας πληροφορεί ότι το βυζαντινό εμπόριο με τις Ινδίες γινόταν μέσω των λιμανιών της Eρυθράς, ανάμεσα στα οποία κυρίαρχη θέση κατείχε η Αδούλη, και οι βυζαντινοί έμποροι έφταναν ως την Ταπροβάνη, δηλαδή την Κεϋλάνη / Σρι-Λάνκα. Ο έμπορος Σώπατρος γύρω στα 525 έφτασε στο νησί αυτό και έγινε δεκτός με τιμές από τον βασιλιά του, ο οποίος εξέφρασε τον θαυμασμό τoυς για το χρυσό βυζαντινό νόμισμα και επαίνεσε τη δύναμη του Βυζαντινού Κράτος (πρώτη ερώτηση).
Το μεγαλύτερο κέντρο κατανάλωσης μπαχαρικών και άλλων πολύτιμων προϊόντων της Ανατολής ήταν η Κωνσταντινούπολη. Η πόλη είχε πολυάριθμο πληθυσμό που ανερχόταν σε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες ψυχές και μυθικό πλούτο (δεύτερη ερώτηση).
Τα μέτρα που προτείνει ο Συνέσιος για την αντιμετώπιση του γερμανικού κινδύνου στα τέλη του 4ου αι. είναι η επιστράτευση των αγροτών και η απαγόρευση της πρόσληψης Γερμανών μισθοφόρων, η κινητοποίηση του απλού λαού και η ανάκτηση της παλαιάς ρωμαϊκής αρετής (virtus), ώστε να περάσει η διοίκηση του στρατού στoυς Ρωμαίους και να εκδιωχθούν οι Γερμανοί από παντού (τρίτη ερώτηση).
Όροι – κλειδιά της ενότητας
Παρεμβατική οικονομική πολιτική, εκχρηματισμένη οικονομία, μεγάλοι γαιοκτήμονες, πάροικοι, μακρινό εμπόριο, μπαχαρικά, γερμανικό πρόβλημα, αντιγερμανικό κόμμα, Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης, Θεοδοσιανός Κώδικας.
Κατά τον 4ο και 5ο αι. μ. Χ. η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξακολουθούσε να είναι κυρίως ένα μεσογειακό κράτος. Οι αυτοκράτορες, που είχαν την έδρα τους στην Κωνσταντινούπολη, προσπάθησαν να τονώσουν την οικονομία και να λύσουν τα πολιτικά προβλήματα της εποχής τους.
Σημαντικοί αυτοκράτορες
Ιουλιανός (361-363), Θεοδόσιος Α΄ (379-395), Θεοδόσιος Β΄ (408-450), Ζήνων (474-491), Αναστάσιος (491-518), Ιουστίνος Α΄ (518-527)
α. Οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα
Η οικονομία του Πρώιμου Βυζαντινού Κράτους είχε τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
● Η κύρια πηγή πλούτου ήταν η γεωργία.
● Το κράτος ακολουθούσε παρεμβατική πολιτική, προσπαθώντας να καθορίσει τις οικονομικές εξελίξεις.
● Στις εμπορικές συναλλαγές χρησιμοποιούνταν ευρύτατα το νόμισμα (εκχρηματισμένη οικονομία). Αντίθετα οι ανταλλαγές είδους με είδος ήταν περιορισμένες.
● Στο ανατολικό τμήμα, ως τα μέσα του 6ου αι., οι πόλεις είχαν βαρύνουσα οικονομική σημασία.
Στην ύπαιθρο η γη άρχισε να συγκεντρώνεται στα χέρια των μεγάλων γαιοκτημόνων, που μετέτρεπαν τους καταχρεωμένους μικροϊδιοκτήτες σε εξαρτημένους αγρότες ή πάροικους. Οι πάροικοι ήταν εξαρτημένοι αγρότες που καλλιεργούσαν τη γη και πλήρωναν φόρο στους ιδιοκτήτες των μεγάλων κτημάτων, τα οποία δεν είχαν δικαίωμα να εγκαταλείψουν.
Οι φόροι έπλητταν βαρύτερα τον αγροτικό από τον αστικό πληθυσμό και ανάγκαζαν πολλούς αγρότες να εγκαταλείπουν τη γη τους και να καταφεύγουν στις μονές ή να διογκώνουν τον πληθυσμό των μεγαλουπόλεων. Έτσι ο πολυάριθμος πληθυσμός των πόλεων υπέφερε από τη φτώχεια και γι' αυτό συχνά προκαλούσε ταραχές. Για να αποτρέψουν τέτοιες εκδηλώσεις, οι αρχές των μεγαλουπόλεων και ειδικά της Κωνσταντινούπολης συνήθιζαν να διανέμουν δωρεάν σιτάρι και να οργανώνουν θεάματα στον Ιππόδρομο.
Ο βυζαντινός Ιππόδρομος στην Κωνσταντινούπολη (περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες»)
Από την άλλη μεριά η επέκταση της βυζαντινής επιρροής στις χώρες της Ερυθράς Θάλασσας (Αιθιοπία και Υεμένη), ιδίως στα χρόνια του Ιουστίνου Α', διευκόλυνε την ανάπτυξη και αύξησε τα κέρδη του μακρινού εμπορίου. Από τον δρόμο της Ερυθράς Έλληνες και Σύροι έμποροι μετέφεραν στις ακτές της Μεσογείου και στην Κωνσταντινούπολη τα προϊόντα πολυτελείας της Ανατολής (μετάξι, μπαχαρικά κ. ά.).
Νόμισμα και εξωτερικό εμπόριο
Κάποτε (περ. 525) ένας από τους εμπόρους της Αδούλης (λιμάνι της Αιθιοπίας), ο Σώπατρος ήλθε για εμπορικές υποθέσεις στο νησί Ταπροβάνη (σημερινή Σρι Λάνκα, νότια των Ινδιών). Στο νησί είχε αγκυροβολήσει κι ένα περσικό πλοίο. Οι έμποροι της Αδούλης, ανάμεσά τους και ο Σώπατρος, αποβιβάστηκαν στη στεριά. Αποβιβάστηκαν κι οι Πέρσες, ανάμεσά τους κι ένας πρεσβευτής. Έπειτα οι άρχοντες και οι τελώνες της χώρας τους δέχτηκαν και τους οδήγησαν μπροστά στον βασιλιά [...].
Ο βασιλιάς [...] διέταξε να του φέρουν τα δύο νομίσματα. Το βυζαντινό ήταν από καθαρό χρυσάφι, λαμπερό κι όμορφο [...]. Το περσικό μιλιαρήσιο ήταν ασημένιο και δεν μπορούσε να συγκριθεί με το χρυσό νόμισμα. [...] Ο βασιλιάς [...] επαίνεσε πολύ το βυζαντινό νόμισμα και είπε: «Πραγματικά οι Ρωμαίοι είναι και λαμπροί και ισχυροί και σοφοί». Και διέταξε να τιμηθεί εξαιρετικά ο Σώπατρος. Τον έβαλαν στη ράχη ενός ελέφαντα και τον περιέφεραν στην πόλη, ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα. Αυτά μου τα διηγήθηκαν ο ίδιος ο Σώπατρος και οι έμποροι της Αδούλης που επισκέφθηκαν την Ταπροβάνη. Ο Πέρσης δοκίμασε μεγάλη ταπείνωση και ντροπή όταν έγιναν αυτά..
Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία, ΧΙ, 17-19, έκδ. Wolska-Conus, τόμ. 3 (Παρίσι 1973), 349-351.
10
Χρυσό νόμισμα του Ιουστίνου Α' και του Ιουστινιανού Α' ως συναυτοκρατόρων (Λονδίνο, Βρεττανικό Μουσείο).
β. Το γερμανικό πρόβλημα
Όταν πέθανε ο Θεοδόσιος Α' (395), το Ρωμαϊκό Κράτος χωρίστηκε σε ανατολικό και δυτικό τμήμα. Έτσι μοιρασμένο αντιμετώπισε ως τα τέλη του 5ου αι. τις επιθέσεις γερμανικών και άλλων φύλων, τα οποία είχαν αρχίσει ήδη από τον τρίτο αιώνα να εισδύουν στην Ευρώπη. Η έκβαση αυτού του αγώνα ήταν διαφορετική για τα δύο τμήματα της αυτοκρατορίας.
Οι αυτοκράτορες του οικονομικά ισχυρότερου ανατολικού τμήματος εξουδετέρωσαν την απειλή των γερμανικών λαών, πείθοντας τους αρχηγούς τους να στραφούν προς τη Δύση ή επιτρέποντας να εγκατασταθούν ειρηνικά στα εδάφη τους. Η συμβίωση με το ελληνορωμαϊκό πληθυσμιακό στοιχείο διευκόλυνε τη σταδιακή αφομοίωση των Γερμανών.
Προβλήματα προκάλεσε στο κράτος η πολιτική του Θεοδοσίου Α' (379-395) που έδωσε στους ηγέτες των Γερμανών ανώτερες θέσεις στον στρατό και τη διοίκηση του κράτους, για να επιτύχει την ενσωμάτωσή τους. Δημιουργήθηκε έτσι σοβαρός κίνδυνος εκγερμανισμού του κράτους.
Τότε οι βυζαντινοί λόγιοι και πολιτικοί αντέδρασαν, οργανώνοντας ένα είδος πατριωτικού και αντιγερμανικού κόμματος. Το κόμμα αυτό ξεσήκωσε τον λαό της πρωτεύουσας που εξόντωσε τους Γότθους και τον αρχηγό τους Γαϊνά (400). Έτσι εξουδετερώθηκε προσωρινά ο γοτθικός κίνδυνος που επανεμφανίστηκε προς τα τέλη του 5ου αι.
Πρόγραμμα του αντιγερμανικού κόμματος
Αντί να δεχόμαστε το να οπλοφορούν οι Σκύθες (Γότθοι), πρέπει να αναζητήσουμε στρατιώτες από την τάξη των γεωργών, που θα πολεμήσουν, για να υπερασπιστούν τη γη τους. Αυτούς να τους εντάξουμε στον στρατό για αρκετό χρόνο. Παράλληλα να ξεσηκώσουμε τους φιλοσόφους, που ασχολούνται με τις μελέτες τους, και τους βιοτέχνες, που δεν σηκώνουν κεφάλι από την καθημερινή δουλειά, και τον νωθρό λαό που ξημεροβραδιάζεται στα θέατρα. Όλους αυτούς να τους πείσουμε να φροντίσουν να περάσει η στρατιωτική διοίκηση στα χέρια των Ρωμαίων [...].
Εμείς πρέπει να ανακτήσουμε το υψηλό ρωμαϊκό φρόνημα και να συνηθίσουμε να κερδίζουμε τις νίκες οι ίδιοι. Όσο για τους βαρβάρους, να μην τους δεχόμαστε ανάμεσά μας και να τους απομακρύνουμε από παντού.
Συνέσιος, Λόγος περί βασιλείας, Migne, Patrologia Graeca, τόμ. 66, στήλες 1092-1093
Αντίθετα η ερημωμένη από τους πληθυσμούς της και οικονομικά εξαντλημένη Δύση υπέκυψε στα γερμανικά φύλα. Ο Γερμανός Οδόακρος υποχρέωσε τον τελευταίο αυτοκράτορα της Ρώμης σε παραίτηση (476) και λίγα χρόνια αργότερα ο Θευδέριχος ίδρυσε το Οστρογοτθικό Βασίλειο με κέντρο τη Ραβέννα (493). Ήταν ένα από τα πολλά γερμανικά βασίλεια της Δύσης. Ο Θευδέριχος έφερε τον τίτλο του ρήγα (rex) και αναγνώριζε θεωρητικά την επικυριαρχία του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πράξη ήταν πολιτικά ανεξάρτητος.
Γερμανικά Βασίλεια της Δύσης
Οστρογοτθικό (Ιταλία),
Βουργουνδικό (Γαλλία),
Φραγκικό (Γαλλία και Γερμανία),
Βησιγοτθικό (Ισπανία),
Βανδαλικό (Βόρεια Αφρική).
γ. Πολιτιστικές εξελίξεις
Ενώ στη Ρώμη, άλλοτε πνευματική πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, οι επιστήμες και οι τέχνες είχαν παρακμάσει, τα πνευματικά ιδρύματα υπολειτουργούσαν και οι βιβλιοθήκες ήταν κλειστές, στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας επιβαλλόταν αργά, αλλά σταθερά το ελληνικό στοιχείο και η ελληνιστική πολιτιστική παράδοση.
Η εξέλιξη αυτή αντανακλάται σε δύο σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα: α) την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης με διάταγμα του Θεοδοσίου Β' (425) και β) την έκδοση του Θεοδοσιανού Κώδικα. Το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης διέθετε 16 ελληνόφωνες και 15 λατινόφωνες έδρες διδασκαλίας. Χάρη στο πνευματικό αυτό ίδρυμα, η Βασιλεύουσα άρχισε να συναγωνίζεται τις άλλες μεγάλες πόλεις της Ανατολής
11
Κεγχρεές. Το λιμάνι της Κορίνθου στον Σαρωνικό Κόλπο με τις αποθήκες του. Αναπαράσταση. ΙΕΕ, τ. 1' (Αθήνα 1978), 292-293
(Αθήνα και Αλεξάνδρεια) που διέθεταν σημαντικές ανώτερες σχολές. Η οριακή έστω αριθμητική υπεροχή των ελληνόφωνων εδρών δείχνει ότι ο πολιτιστικός χαρακτήρας της Κωνσταντινούπολης και του ανατολικού τμήματος ήταν σε μεγάλο βαθμό ελληνικός.
O Θεοδοσιανός Κώδικας, στον οποίο περιλήφθηκαν όλα τα αυτοκρατορικά διατάγματα που είχαν εκδοθεί μετά το 312, δημοσιεύτηκε το 438. Η έκδοσή του διευκόλυνε σημαντικά την απονομή της δικαιοσύνης. Τα σωζόμενα βιβλία της συλλογής αποτελούν σήμερα πολύτιμη πηγή για τη μελέτη των κοινωνικών συνθηκών της εποχής.