Η ενότητα δεν διδάσκεται
Ι. ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ειδικοί διδακτικοί στόχοι
Οι μαθήτριες και οι μαθητές επιδιώκεται:
Να γνωρίσουν τα κύρια λογοτεχνικά ρεύματα στην Ελλάδα του 20ού αιώνα.
Να εξοικειωθούν με την ιστορική αντιμετώπιση της λογοτεχνίας, να κατανοήσουν δηλαδή τους τρόπους με τους οποίους οι δραματικές εξελίξεις που σφράγισαν την ελληνική ιστορία κατά τον 20ό αιώνα αποτυπώθηκαν στη λογοτεχνική δημιουργία.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η επίτευξη του παραπάνω διδακτικού στόχου προϋποθέτει ότι οι εκπαιδευτικοί θα λάβουν υπόψη τους κατά τον σχεδιασμό του μαθήματος και θα τονίσουν στους μαθητές τους κατά την έναρξη της διδακτικής προσέγγισης ότι διδακτικό αντικείμενο της ενότητας δεν είναι «τα Γράμματα στην Ελλάδα τον 20ό αιώνα» αλλά η προσέγγιση με ιστορικά κριτήρια των Γραμμάτων στην Ελλάδα του 20ού αιώνα.
Κύριες διδακτικές επισημάνσεις
Σχολιασμός γραπτών πηγών
1. Ο κριτικός λογοτεχνίας και λογοτέχνης Κώστας Στεργιόπουλος υποστηρίζει την άποψη ότι, σε αντίθεση με τον Παλαμά, που υπήρξε «ποιητής του καιρού του και του γένους του», ο Κωνσταντίνος Καβάφης ήταν «πιο πολύ ποιητής του δικού μας παρόντος». Αυτό σημαίνει ότι, με κριτήριο τα θέματα με τα οποία καταπιάστηκαν και τις ποιητικές τεχνικές που εφάρμοσαν, ο Παλαμάς θα πρέπει να προσδιοριστεί ως ένας «ποιητής του 19ου αιώνα», ενώ ο Καβάφης είναι σαφέστατα ένας «ποιητής του 20ού αιώνα». Η διάκριση αυτή δεν αποτελεί υποκειμενική εκτίμηση του Κ. Στεργιόπουλου, αλλά υιοθετείται σήμερα από τους περισσότερους κριτικούς λογοτεχνίας που ασχολούνται με το θέμα. Τα στοιχεία που μπορούν να τεκμηριώσουν την παραπάνω εκτίμηση προκύπτουν από την εγκατάλειψη εκ μέρους του Καβάφη τόσο των τεχνικών τρόπων της παραδοσιακής ποίησης (ομοιοκαταληξία, μέτρο) όσο και της θεματολογίας της. Στη θέση τους ο Καβάφης τοποθέτησε τον ελεύθερο στίχο και την ιστορική, ψυχολογική ή πολιτική οπτική. Επιπλέον, χρησιμοποίησε λόγο σχεδόν πεζό και ύφος ειρωνικό, στοιχεία και τα δυο που φέρνουν την ποίησή του πιο κοντά στη σύγχρονη εποχή. Δεν αποτελεί, άλλωστε, σύμπτωση το γεγονός ότι ο Καβάφης μελετήθηκε διεθνώς κατά τον 20ό αιώνα, όσο κανείς άλλος Έλληνας ποιητής.
2. Ο Δημήτρης Τζιόβας υιοθετεί εδώ μια θέση που λειτουργεί ως κλειδί για την ερμηνεία και την αποτίμηση της γενιάς του '30. Σύμφωνα με τη θέση αυτή, μια από τις σημαντικότερες συμβολές της γενιάς του '30 στη νεοελληνική ιδεολογία ήταν ότι συμμετείχε ενεργητικά και ουσιαστικά στην ανανέωση του «εθνικού οράματος του ελληνισμού». Αυτό σημαίνει ότι η γενιά του '30 ήρθε, λίγο καιρό μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας, να προτείνει ένα νέο όραμα: την πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού, ώστε να κερδίσει μια θέση ανάμεσα στα εξελιγμένα κράτη του κόσμου και κάποια στιγμή να επιδιώξει, γιατί όχι, και να πρωταγωνιστήσει. Προκειμένου να κάνουν τις θέσεις τους πιο σαφείς, οι διανοούμενοι της γενιάς του '30 διατύπωσαν και καλλιέργησαν την έννοια της «ελληνικότητας», με την οποία εμπλούτισαν και ανανέωσαν την ελληνική εθνική ιδεολογία.
ΙΙ. ΠΡΟΣΘΕΤΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ
1. Οι ιδεολογικές επιδιώξεις της γενιάς του '30
Η γενιά του '30 προσπάθησε να κινήσει μια αμφίδρομη διαδικασία και να προβάλει δύο πρόσωπα, έτσι ώστε να γεφυρώσει το χάσμα της εθνικής ταυτότητας. Από τη μια πλευρά πρόβαλε την αστικοκοσμοπολίτικη εικόνα της: αρκετά εξωστρεφή, εκσυγχρονιστική και συνάμα ανταγωνιστική προς την Ευρώπη και από την άλλη παρουσίασε ένα λαϊκιστικό πρόσωπο ανακαλύπτοντας τον Μακρυγιάννη και τον Θεόφιλο. [...] Όταν λοιπόν η Μεγάλη Ιδέα, μαζί με τους αυτοκρατορικούς πόθους, είχαν ξεθυμάνει και η Δύση κατά κάποιο τρόπο είχε απομυθοποιηθεί, αυτή προετοιμάζεται για ένα νέο ουμανισμό, που θα άμβλυνε το νεοελληνικό δίλημμα [ενν. Ανατολή ή Δύση], θα ισορροπούσε τον πολιτισμικό ισολογισμό με την Ευρώπη και θα μείωνε την εθνική μειονεξία.
Δ. Τζιόβας, Οι
μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο μεσοπόλεμο,
Οδυσσέας, Αθήνα 1989, σ. 52-53.
2. Ένα σχόλιο για την ποιητική γενιά του '70
Οι νέοι ποιητές, λοιπόν, εισήγαγαν μια ποιητική γλώσσα που αξιοποιούσε τη σύγχυση και τις παρανοήσεις των καιρών. Αναζήτησαν νέες μορφές κειμενικής αντίστασης, χρησιμοποιώντας [... ] το παράλογο, για να προβάλουν την ασυνάρτητη συμπεριφορά και τα ετερόκλητα μηνύματα του αυταρχικού καθεστώτος [ενν. της δικτατορίας 1967-1974]. Εκμεταλλεύτηκαν τεχνικές των μέσων μαζικής επικοινωνίας, όπως ο κινηματογράφος και τα κόμικς και έδωσαν έμφαση στην οπτική και αφηγηματική διάσταση της ποίησης. Χρησιμοποίησαν λέξεις και όρους της διαφήμισης και της κατανάλωσης ενώ εκφράζονταν ελεύθερα και προκλητικά γύρω από τη σεξουαλικότητα. Διέθεταν χιούμορ που καγχάζει τις ηθικές αξίες και τα πρότυπα της αστικής κοινωνίας ενώ παρώδησαν σύμβολα και στίχους των παλαιότερων ποιητών.
Β. Αποστολίδου,
«Μεταπολεμική λογοτεχνία, 1949-1974», Ιστορία του νέου ελληνισμού,
Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, τόμ. 9ος, σ. 215-216.
Οι κοινωνικοπολιτικές και ιδεολογικές εξελίξεις των αρχών του 20ού αιώνα γέννησαν το «ιδεολογικό μυθιστόρημα». Λογοτέχνες όπως οι Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Κωνσταντίνος Θεοτόκης και Δημοσθένης Βουτυράς, έχοντας υιοθετήσει σοσιαλιστικές ιδέες, ασχολήθηκαν με κοινωνικά θέματα. Παράλληλα, δημιουργοί όπως ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο Ίων Δραγούμης και η Πηνελόπη Δέλτα μίλησαν για τους αγώνες του ελληνισμού.
Στην ποίηση, ο Άγγελος Σικελιανός, υιοθετώντας την παλαμική αντίληψη για την ενότητα του ελληνικού παρελθόντος με το παρόν, μίλησε στο πλούσιο ποιητικό και θεατρικό του έργο για την αρχαία Ελλάδα επιχειρώντας την αναβίωση των αρχαίων Δελφικών Εορτών.
Παράλληλα, εκδηλώνονταν και κάποιες προσπάθειες ανανέωσης της ελληνικής ποίησης που αντλούσαν κυρίως από τον γαλλικό συμβολισμό και εκφράστηκαν στα έργα των Α. Μελαχρινού, Κ. Βάρναλη, Μ. Αυγέρη και N. Λαπαθιώτη.
Ακριβώς τη στιγμή που ο Κωστής Παλαμάς ολοκλήρωνε, ουσιαστικά, το έργο του, ο Κωνσταντίνος Καβάφης έφτανε στην ωριμότητά του ως ποιητής. Στον αντίποδα όχι μόνο της παλαμικής αλλά και ολόκληρης της ελληνικής ποίησης της εποχής, ο Καβάφης κατέληξε, αναζητώντας νέους ποιητικούς δρόμους, στη διαμόρφωση ενός εντελώς προσωπικού ύφους, που διακρίνεται για τη λιτότητα, τη λεπτή ειρωνική διάθεση και την παραδοχή ότι οι αξίες είναι πάντα σχετικές. Όλα αυτά κάνουν πολλούς να πιστεύουν ότι ο Καβάφης υπήρξε ο κορυφαίος Έλληνας ποιητής κι ένας από τους σημαντικότερους της ανθρωπότητας για τον 20ό αιώνα.
1. Κωνσταντίνος Καβάφης, ένας σύγχρονος ποιητής
Αντίθετα απ’ τον πληθωρικό και πολύπλευρο Παλαμά, τον «ποιητή του καιρού του και του γένους του», ο απομονωμένος έξω απ’ τον ελληνικό χώρο και αφοσιωμένος σχεδόν μόνο στην ποίηση και στην ανάγνωση της ιστορίας Καβάφης, ο εκλεκτικός και ιδιόρυθμος, στάθηκε πιο πολύ ποιητής του δικού μας παρόντος και του ελληνιστικού παρελθόντος. [...] πέρα απ’ τους οποιουσδήποτε δεσμούς με την εποχή του, περιέχει τόσα στοιχεία σύγχρονα και βρίσκεται τόσο κοντά στην ψυχολογία του μεταπολεμικού ανθρώπου, ώστε δικαιολογημένα να θεωρείται σήμερα ο «υπ’ αριθμό ένα» πρόδρομος της νεότερης ποίησης. Και δεν είναι μονάχα το σπάσιμο της παραδοσιακής μορφής ό,τι του δίνει τον τίτλο του προδρόμου, ούτε η επίδραση που άσκησε κι εξακολουθεί να ασκεί. Εκτός απ’ τα εξωτερικά γνωρίσματα, έχει και βαθύτερες συγγένειες με τη σύγχρονη ποίηση.
Κ. Στεργιόπουλος (επιμ.), Η ελληνική ποίηση, Σοκόλης, Αθήνα 1990, τόμ. 3ος, σ. 197.
1. Κωνσταντίνος Καβάφης
Οι προσπάθειες ανανέωσης της ποίησης συνεχίστηκαν και στη δεκαετία του 1920. Ξεχώρισε ο Κώστας Καρυωτάκης, που στράφηκε κατά της συμβατικότητας αλλά οδηγήθηκε σε αδιέξοδο και τελικά αυτοκτόνησε (1928).
Ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη δημοσιεύθηκε από τον νεαρό τότε Γιώργο Θεοτοκά το βιβλίο Ελεύθερο πνεύμα, ένα κείμενο-μανιφέστο που ασκούσε αυστηρή, σχεδόν απορριπτική, κριτική σε όλη την προγενέστερη ελληνική λογοτεχνία και ζητούσε τον αναπροσανατολισμό προς την Ευρώπη. Ήταν ένα έργο που έμελλε να σημαδέψει την ελληνική λογοτεχνία, η οποία μετά την ήττα στη Μικρά Ασία και την οριστική κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας αναζητούσε ένα νέο όραμα.
Στην ατμόσφαιρα αυτή δημοσιεύθηκε, το 1931, η συλλογή Στροφή του Γιώργου Σεφέρη. Ποιητής αδρός και λιτός, αφομοίωσε γόνιμα τους ποιητικούς τρόπους των Έλιοτ και Πάουντ αρχίζοντας να δημιουργεί το δικό του ποιητικό σύμπαν. Παράλληλα, έκαναν την εμφάνισή τους ο Ανδρέας Εμπειρίκος (Yψικάμινος) και ο Νίκος Εγγονόπουλος (Μπολιβάρ), πρώτοι εκφραστές του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, ο Οδυσσέας Ελύτης (Προσανατολισμοί), ο Γιάννης Ρίτσος (Επιτάφιος), ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Νικόλας Ράντος και ο Γιώργος Σαραντάρης.
179
2. Λογοτέχνες της γενιάς του ‘30
2. Η γενιά του ‘30: σε αναζήτηση της ελληνικότητας
Μέχρι το 1922 το κύριο ζήτημα για το ελληνικό έθνος ήταν πρόβλημα ενότητας και συνέχειας [...], ενώ από το 1923 το ζήτημα μετασχηματίζεται σε πρόβλημα διαφοράς (ελληνικότητα): πώς δηλαδή θα ξεχωρίσουμε από τα άλλα έθνη και πώς θα προβληθεί η ελληνική ιδιαιτερότητα. Συγγραφείς, όπως ο Σεφέρης και ο Θεοτοκάς, προσπάθησαν να αντιπαραθέσουν τον «ελληνικό ελληνισμό» στον «ευρωπαϊκό ελληνισμό» και να τονίσουν το στρατηγικό του ρόλο στο δυτικό πολιτισμό. Ο Θεοτοκάς μάλιστα οραματιζόταν ένα νέο ξύπνημα του ελληνισμού ως μελλοντικού καθοδηγητή της Ευρώπης.
Δ. Τζιόβας, Οι μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο μεσοπόλεμο, Οδυσσέας, Αθήνα 1989, σ. 51-52.
Οι νέοι αυτοί δημιουργοί καθιερώθηκε να αποκαλούνται γενιά του ’30 και ήταν εκείνοι που ανανέωσαν ουσιαστικά την ελληνική ποίηση εγκαταλείποντας το μέτρο, την ομοιοκαταληξία και αδιαφορώντας για τη λογική αλληλουχία του ποιήματος ˙ την ίδια στιγμή υιοθετούσαν τον ελεύθερο στίχο και το λεξιλόγιο της καθημερινής ομιλίας.
Παράλληλα, ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισε το μυθιστόρημα. Ο Θεοτοκάς με την Αργώ άνοιξε κι αυτή τη φορά τον δρόμο. Ακολούθησαν οι Μ. Καραγάτσης, Θ. Πετσάλης και Ά. Τερζάκης. Άλλοι, όπως οι Γ. Μπεράτης, Γ. Σκαρίμπας και Μέλπω Αξιώτη, στράφηκαν σε πιο ριζοσπαστικές αναζητήσεις. Την ίδια εποχή στη Θεσσαλονίκη λογοτέχνες όπως οι Στέλιος Ξεφλούδας, Γιώργος Δέλιος και Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης επιχειρούσαν να αφομοιώσουν κατακτήσεις του ευρωπαϊκού μοντερνισμού όπως ο εσωτερικός μονόλογος.
180
Φωτογραφία του 1912. Από αριστερά προς τα δεξιά: Γαλάτεια Καζαντζάκη, Έλλη Αλεξίου, Μάρκος Αυγέρης, Κώστας Βάρναλης, Νίκος Καζαντζάκης, και ο λιγότερο γνωστός Χαρ. Στεφανίδης.
Η φωτογραφία από το ιστολόγιο: Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία, του Ν. Σαραντάκου
3. Η ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη Η πολιτική ποίηση του Αναγνωστάκη αλλά και των άλλων ποιητών που συγκαταλέγονται στο ρεύμα αυτό, του Άρη Αλεξάνδρου, του Πάνου Θασίτη, του Κλείτου Κύρου, του Τίτου Πατρίκιου, έδωσε το μεγαλύτερο δυνατό εύρος και βάθος στη σχέση της πολιτικής με την ποίηση˙ απομακρυνόμενη από την κοινώς λεγόμενη στράτευση, κατάφερε να συνδέσει την πολιτική εμπειρία [...] με την ερωτική και την υπαρξιακή αγωνία αλλά και τα ερωτηματικά για την ίδια τη φύση και το σκοπό της ποίησης.
|
Συγχρόνως, η ιστορία σημάδεψε το έργο των συγγραφέων που καταπιάστηκαν με τη λογοτεχνική μετάπλαση της εμπειρίας του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου και του μικρασιατικού πολέμου, όπως ο Στράτης Μυριβήλης (Η ζωή εν τάφω), ο Στρατής Δούκας (Η ιστορία ενός αιχμαλώτου) και ο Ηλίας Βενέζης (Το Νούμερο 31328). Εντελώς ιδιόμορφη περίπτωση λογοτέχνη, ο Νίκος Καζαντζάκης ταλαντεύτηκε ανάμεσα σε διάφορα φιλοσοφικά πιστεύω, ιδεολογίες και θρησκείες, παρουσίασε προπολεμικά το ποιητικό έργο Οδύσσεια, για να δώσει αργά, τις δεκαετίες του ‘40 και του ’50, τα σημαντικότερα έργα του.
Οι Σεφέρης, Ρίτσος και Ελύτης, δημιουργοί γνωστοί προπολεμικά, έδωσαν τα πιο ώριμα δείγματα του έργου τους μετά τον πόλεμο. Ο Γ. Σεφέρης (Νόμπελ 1963) δέχτηκε επιρροές τόσο από τον συμβολισμό (Στροφή) όσο και από τον υπερρεαλισμό (Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄ ). Ο Γ. Ρίτσος (Βραβείο Λένιν 1977), στρατευμένος στις ιδέες του κομμουνισμού, μίλησε μέσα από την ποίησή του (Ρωμιοσύνη, Επιτάφιος) για τον λαό και την ιστορία του. Ο Οδ. Ελύτης (Νόμπελ 1979), επηρεασμένος από τον υπερρεαλισμό, αναφέρθηκε τόσο στα ιστορικά βιώματα του ελληνισμού (Άξιον Εστί) όσο και στην αναζήτηση του ωραίου και του έρωτα (Μαρίνα των βράχων).
Η πρώτη μεταπολεμική γενιά ποιητών (Άρης Αλεξάνδρου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Νάνος Βαλαωρίτης, Έκτωρ Κακναβάτος Μιχάλης Κατσαρός, Κλείτος Κύρου, Τάσος Λειβαδίτης, Τίτος Πατρίκιος, Μίλτος Σαχτούρης, Τάκης Σινόπουλος κ.ά.) έγραψε βαθιά επηρεασμένη από τα βιώματα της περιόδου 1940-1949.
Στην ίδια ατμόσφαιρα κινήθηκαν και οι πεζογράφοι της (Στ. Τσίρκας, Μ. Αλεξανδρόπουλος, Ά. Αλεξάνδρου, Ν. Κάσδαγλης, Αλ. Κοτζιάς, Σπ. Πλασκοβίτης, Α. Φραγκιάς, Δ. Χατζής).
Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά ποιητών (Ντίνος Χριστιανόπουλος, Κική Δημουλά, Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου, Βύρων Λεοντάρης, Μάριος Μακρίδης, Σπύρος Τσακνιάς, Στέφανος Ροζάνης, Ανέστης Ευαγγέλου, Β. Καραβίτης κ.λ.) στράφηκε περισσότερο στον εσωτερικό κόσμο, δίχως, ωστόσο, να εγκαταλείψει εντελώς τις πολιτικές αναφορές. Η στροφή αυτή οδήγησε ορισμένους δημιουργούς σε πιο ατομικές αναζητήσεις, στις οποίες δέσποσε η υπαρξιακή και μεταφυσική αγωνία (Κ. Δημουλά).
Οι πεζογράφοι (Μ. Κουμανταρέας, Γ. Ιωάννου, Θ. Βαλτινός, Χρ. Μηλιώνης, Ηλ. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Π. Αμπατζόγλου, Β. Βασιλικός) πρόσθεσαν στα κοινωνικοπολιτικά θέματα την ενασχόληση με καταστάσεις της ιδιωτικής ζωής υιοθετώντας τόνο εξομολογητικό.
Η ποιητική γενιά του ’70 (Λευτέρης Πούλιος, Βασίλης Στεριάδης, Γιάννης Κοντός, Μαρία Λαϊνά, κ.ά.) ωρίμασε στα χρόνια της δικτατορίας και εξέφρασε μια απορριπτική διάθεση απέναντι σε κάθε μορφής εξουσία.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα εκδηλώθηκαν στο πλαίσιο της ελληνικής πεζογραφίας ποικίλες αναζητήσεις. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ήταν εκείνη που, τοποθετώντας την πλοκή σε περιοχές που άλλοτε υπήρχε έντονη ελληνική παρουσία (Μ. Ασία, Αίγυπτος κ.ά.), επιδίωξε να ορίσει το ελληνικό μέσα από την αλληλεπίδρασή του με το αλλοεθνές και το αλλόθρησκο. Το αποτέλεσμα ήταν ένα νέου τύπου ιστορικό μυθιστόρημα, με κύριους εκπροσώπους τους Ν. Θέμελη, Ρ. Γαλανάκη, Αλ. Πανσέληνο, Σ. Τριανταφύλλου, Θ. Γρηγοριάδη και Μ. Δούκα.
181
Η νεοελληνική λογοτεχνία στο Διαδίκτυο
Επισκεφτείτε τον ηλεκτρονικό κόμβο του Σπουδαστηρίου Νέου Ελληνισμού (www.snhell.gr), όπου υπάρχουν πλούσιες αναφορές στο έργο των περισσότερων Νεοελλήνων λογοτεχνών.
1. Διαθεματική δραστηριότητα: Αφού μελετήσετε τα ποιήματα του Κ. Καβάφη που υπάρχουν στο βιβλίο των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της τάξης σας, να αναζητήσετε στοιχεία τους που να τεκμηριώνουν την εκτίμηση του Κ. Στεργιόπουλου (πηγή 1) ότι ο Κ. Καβάφης πρέπει να θεωρηθεί «“υπ’ αριθμό ένα” πρόδρομος της νεότερης ποίησης».
Φωνές Όσο μπορείς , Στα 200 π.χ.
2. Αφού μελετήσετε την πηγή 2, να παρουσιάσετε και να σχολιάσετε τις κύριες ιδεολογικές επιδιώξεις της γενιάς του ‘30.
3. Ποια επίδραση άσκησαν οι εξελίξεις της περιόδου 1940-1949 στο έργο των ποιητών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς;
1. Κωνσταντίνος Καβάφης, ένας σύγχρονος ποιητής
Αντίθετα απ’ τον πληθωρικό και πολύπλευρο Παλαμά, τον «ποιητή του καιρού του και του γένους του», ο απομονωμένος έξω απ’ τον ελληνικό χώρο και αφοσιωμένος σχεδόν μόνο στην ποίηση και στην ανάγνωση της ιστορίας Καβάφης, ο εκλεκτικός και ιδιόρυθμος, στάθηκε πιο πολύ ποιητής του δικού μας παρόντος και του ελληνιστικού παρελθόντος. [...] πέρα απ’ τους οποιουσδήποτε δεσμούς με την εποχή του, περιέχει τόσα στοιχεία σύγχρονα και βρίσκεται τόσο κοντά στην ψυχολογία του μεταπολεμικού ανθρώπου, ώστε δικαιολογημένα να θεωρείται σήμερα ο «υπ’ αριθμό ένα» πρόδρομος της νεότερης ποίησης. Και δεν είναι μονάχα το σπάσιμο της παραδοσιακής μορφής ό,τι του δίνει τον τίτλο του προδρόμου, ούτε η επίδραση που άσκησε κι εξακολουθεί να ασκεί. Εκτός απ’ τα εξωτερικά γνωρίσματα, έχει και βαθύτερες συγγένειες με τη σύγχρονη ποίηση.
Κ. Στεργιόπουλος (επιμ.), Η ελληνική ποίηση, Σοκόλης, Αθήνα 1990, τόμ. 3ος, σ. 197.
2. Η γενιά του ‘30: σε αναζήτηση της ελληνικότητας
Μέχρι το 1922 το κύριο ζήτημα για το ελληνικό έθνος ήταν πρόβλημα ενότητας και συνέχειας [...], ενώ από το 1923 το ζήτημα μετασχηματίζεται σε πρόβλημα διαφοράς (ελληνικότητα): πώς δηλαδή θα ξεχωρίσουμε από τα άλλα έθνη και πώς θα προβληθεί η ελληνική ιδιαιτερότητα. Συγγραφείς, όπως ο Σεφέρης και ο Θεοτοκάς, προσπάθησαν να αντιπαραθέσουν τον «ελληνικό ελληνισμό» στον «ευρωπαϊκό ελληνισμό» και να τονίσουν το στρατηγικό του ρόλο στο δυτικό πολιτισμό. Ο Θεοτοκάς μάλιστα οραματιζόταν ένα νέο ξύπνημα του ελληνισμού ως μελλοντικού καθοδηγητή της Ευρώπης.
Δ. Τζιόβας, Οι μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο μεσοπόλεμο, Οδυσσέας, Αθήνα 1989, σ. 51-52.