ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
Γιατί μ' αγάπησες
Η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930) είναι μια ποιήτρια που πέθανε πολύ νέα, αλλά πρόλαβε να αφήσει ένα αξιόλογο ποιητικό έργο. Η σχέση της με τον Κ.Γ. Καρυωτάκη και κυρίως ο τραγικός του θάνατος της ενέπνευσαν μια σειρά από ερωτικά ποιήματα, όπως αυτό που ακολουθεί, το οποίο ανήκει στη συλλογή Oι τρίλλιες που σβήνουν (1928).
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ'
αγάπησες στα περασμένα χρόνια. Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα και σε βροχή, σε χιόνια, δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες. Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου Μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες |
Γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες και μου άπλωσες τα χέρια κι είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα – μια αγάπη πλέρια, γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες. Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα, Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες |
Μ. Πολυδούρη, Άπαντα, Αστέρι |
Παράλληλα κείμενα
Γ. Σαραντάρης, «Μιλώ»
Ν. Εγγονόπουλος, «Το γλωσσάριο των ανθέων»
Μυρτιώτισσα, «Έρωτας τάχα»
Λεξιλόγιο
*στέμμα: στεφάνι, διάδημα (μεταφορικά) *σιμά:
κοντά *πληρώθη: γέμισε, ικανοποιήθηκε *βασίλεψες:
έδυσες όπως ο ήλιος, πέθανες
Σοφία Λασκαρίδου, Η κυρία με τα γκρίζα
Δείτε τον πίνακα σε μεγάλη ανάλυση στην
Εθνική Πινακοθήκη
Διάβασε για τη ζωή και το έργο της εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό . Δες και παρακάτω στο Υλικό.
Η Μαρία Πολυδούρη πέθανε πολύ νέα, χτυπημένη από τη φυματίωση και καταβεβλημένη, όπως δείχνει το έργο της αλλά και το ημερολόγιό της, από τον θάνατο του Καρυωτάκη, προς τον οποίο έτρεφε έναν απελπισμένο έρωτα. Παρά το νεαρό της ηλικίας της και τις δύσκολες συνθήκες της ζωής της έχει δώσει ένα έργο αξιόλογο, που εξακολουθεί να συγκινεί με την ειλικρίνειά του. Τα θεματικά μοτίβα της είναι κυρίως ο έρωτας και ο θάνατος, όχι ως επιδράσεις ρομαντικές αλλά ως βιωμένη εμπειρία. Σε αυτό το ποίημα αποτυπώνονται τα βασικά στοιχεία της ποιητικής της Πολυδούρη, όπως τα παρουσιάζει ο Κώστας Στεργιόπουλος: «Η Πολυδούρη έγραφε τα ποιήματά της όπως και το ατομικό της ημερολόγιο. Η μεταστοιχείωση γινόταν αυτόματα και πηγαία. Κι αν στους περισσότερους της νεορομαντικής σχολής το βιωματικό στοιχείο -τόσο κυριαρχικό στοιχείο σε όλους τους- ήταν μια πρώτη ύλη που περνούσε από διαδοχικές διαφοροποιήσεις ώσπου να φτάσει στο ποίημα, γι' αυτήν η έκφραση εσήμαινε κατευθείαν μεταγραφή των γεγονότων του συναισθηματικού της κόσμου στην ποιητική γλώσσα της εποχής, με όλες τις εξιδανικεύσεις, τις ωραιοποιήσεις και τις υπερβολές που της υπαγόρευε η ρομαντική της φύση και η ατμόσφαιρα του περιβάλλοντος. [...] Πληθωρική από την αρχή σε συναισθηματισμούς, σε τρυφερότητα και γυναικεία ευαισθησία φτάνει στο τέλος ν' αγγίξει κάποιες δραματικές νότες. [.] Γιατί πέρα απ' τις κοινότοπες συναισθηματικές διαχύσεις, η Πολυδούρη έχει κατά βάθος κάτι το δαιμονικά ανυποχώρητο. Παρόμοια με τον Καρυωτάκη θηρεύει κι εκείνη με τον τρόπο της το απόλυτο, που γίνεται μάλιστα στην περίπτωσή της πιο τελεσίδικα ανέφικτο, καθώς ο ασίγαστος ερωτισμός της τη σπρώχνει τελικά να το εντοπίσει στη μορφή του αυτόχειρα ποιητή, όταν ο θάνατος τον είχε κάνει απλησίαστο, ώσπου δεν της μένει πια παρά "στου έρωτα την άγρια καταιγίδα να ιδεί να μετρηθούν γι' αυτήν θάνατος και ζωή"».
Ειδικότερα σε αυτό το ποίημα μπορούμε να παρατηρήσουμε μια πλούσια γκάμα εικόνων και αισθήσεων, οι οποίες αποσκοπούν στην έκφραση του βασικού θεματικού κέντρου: την έκφραση δηλαδή της απόλυτης και εξιδανικευμένης παρουσίας του έρωτα. Η ποιητική του στηρίζεται σε μια σειρά από αιτιολογικές προτάσεις, οι οποίες αντιστοιχούν σε ανάλογα θεματικά μοτίβα. Η επανάληψη των αιτιολογικών συνδέσμων «γιατί» δημιουργεί μουσική αρμονία, ενώ η επαναφορά των επιρρημάτων «μόνο» και «μονάχα» δημιουργεί ένταση νοηματική και λυρική. Η χρήση του δεύτερου ενικού προσώπου δίνει στο ποίημα τη μορφή ενός ανοιχτού ερωτικού γράμματος. Η ύπαρξη αλλά και το δημιουργικό έργο της ποιήτριας βρίσκουν νόημα μόνο μέσα από την έκφραση της αγάπης αυτού του αποδέκτη που υπάρχει πίσω από το «εσύ». Ο τόνος είναι θερμός και το νόημα των στίχων βγαίνει μέσα από έναν πηγαίο λυρισμό και μια απροσποίητη ευαισθησία.
Μυρτιώτισσα, «Έρωτας τάχα»
Έρωτας τάχα να’ ν’ αυτό
που έτσι με κάνει να ποθώ
τη συντροφιά σου,
που σα βραδιάζει, τριγυρνώ
τα φωτισμένα για να ιδώ
παράθυρά σου;
Έρωτας να’ ν’ η σιωπή
που όταν σε βλέπω, μου το κλει
σφιχτά το στόμα,
που κι όταν μείνω μοναχή,
στέκω βουβή κι εκστατική
ώρες ακόμα;
Έρωτας να’ ν’ ή συφορά,
με κάποιου αγγέλου τα φτερά
που έχει φορέσει,
κι έρχετ’ ακόμη μια φορά
με τέτοια δώρα τρυφερά
να με πλανέσει;
Μα ό,τι και να ’ναι, το ποθώ,
και καλώς να ’ρθει το κακό
που είν’ από σένα·
θα γίνει υπέρτατο αγαθό,
στα πόδια σου αν θα σωριαστώ
τ’ αγαπημένα…
Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.
Οι ήρωες του ποιήματος είναι:
Τα γεγονότα του ποιήματος διαδραματίζονται:
Τα γεγονότα του ποιήματος γίνονται/έγιναν:
Η γλώσσα του ποιήματος είναι:
Ο στίχος του ποιήματος είναι:
Το μέτρο του ποιήματος είναι:
Το ποίημα μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:
...