Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο
MAYΡΟΓΙΑΝΝΗ ΑΡΙΣΤΕΑ

Αρχική σελίδα
Αρχαιολογία των σπηλαίων
Μια περιπέτεια στη χώρα της Ουτοπίας
Εκπαιδευτική εκδρομή στο Αρχ. Μουσείο Ηρακλείου
Εμπέδωση γνώσεων μετά την εκπαιδευτική εκδρομή
 

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΠΗΛΑΙΑ

 

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΑΡΙΑ ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ, Μ.Sc, Α.Π.Θ.

 

 

 

Χρήσεις των σπηλαίων

 

Από την αρχή της εμφάνισής του στη γη, ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τα σπήλαια, αν όχι για μόνιμη εγκατάσταση, τουλάχιστον για περιστασιακή διαβίωση (καταφύγια σε άσχημες καιρικές συνθήκες ή εχθρικές επιδρομές) ή για εποχιακή εγκατάσταση (κατοικίες βοσκών ή λιθοξόων, χώροι σταβλισμού ζώων). Παράλληλα, συχνότατα χρησιμοποιήθηκαν ως χώροι ενταφιασμού των νεκρών του κοντινού οικισμού, αλλά και ως χώροι λατρείας ή μαντικής. Σημαντικούς παράγοντες για την επιλογή της χρήσης των σπηλαίων αποτέλεσαν τόσο η μορφή, το μέγεθος, ο φωτισμός, η υγρασία και η θερμοκρασία στο εσωτερικό τους, όσο και η θέση τους (απομονωμένα, κοντά σε οικισμό ή κοντά σε ναό ή ιερό). Επιπλέον ιδιαίτερη σημασία για την επιλογή ενός σπηλαίου μπορούσαν να έχουν η δυνατότητα πρόσβασης, η γειτνίαση με ποτάμια ή άλλες πηγές νερού, καθώς και η ύπαρξη νερού μέσα στο ίδιο το σπήλαιο.

Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι ένα ευρύχωρο, φωτεινό και ξηρό σπήλαιο, όπως και μία βραχοσκεπή, ήταν κατάλληλα είτε ως περιστασιακά καταφύγια για ανθρώπους και ζώα, είτε ως λατρευτικοί χώροι. Αντίθετα ένα μικρό, σκοτεινό και υγρό έγκοιλο ήταν δυνατόν να αξιοποιηθεί για ενταφιασμούς, λατρεία ή ακόμη και ως χώρος αποθήκευσης και διατήρησης προϊόντων. Δεν είναι, βέβαια, καθόλου ασυνήθιστο να έχει ένα σπήλαιο πολλαπλές χρήσεις κατά την ίδια εποχή ή να μεταβληθεί η χρήση του στο πέρασμα των αιώνων.

Η ανθρώπινη δραστηριότητα στα σπήλαια, από την απώτατη προϊστορία έως τις μέρες μας, αναγνωρίζεται με βάση τα λίθινα ή οστέινα εργαλεία, τις βραχογραφίες, τα αγγεία καθημερινής ή λατρευτικής χρήσης, τα πήλινα ειδώλια ή μαρμάρινα αναθηματικά ανάγλυφα, τις επιγραφές στα τοιχώματα ή πάνω σε αγγεία, τις αγιογραφίες. Η ανθρώπινη παρουσία εντοπίζεται επίσης με βάση τα κατάλοιπα διατροφής, όπως τα οστά των ζώων, τους σπόρους, τα όστρεα, καθώς και τα λείψανα κατασκευών, λατρευτικών όπως οι βωμοί, ή χρηστικών, όπως οι εστίες για την παρασκευή φαγητού ή τη θέρμανση, αλλά και οι λιθοδομές που διευκόλυναν την ανθρώπινη δράση και διαβίωση στο σπήλαιο (όπως η είσοδος στο σπήλαιο “Ελληνοκαμάρα” Κάσου). Τα οργανικά κατάλοιπα χρονολογούνται με τη βοήθεια ειδικών εργαστηριακών αναλύσεων, όπως η πολύ γνωστή μέθοδος της ραδιοχρονολόγησης (μέθοδος του 14C), ενώ τα αρχαιολογικά ευρήματα με τυπολογικές μεθόδους και στρωματογραφικά στοιχεία.

 

Οδοιπορικό στην ιστορία των σπηλαίων

I.          Προϊστορικοί Χρόνοι

Ι.Ι. Εποχή του Λίθου

Η παλαιότερη χρήση των σπηλαίων ανάγεται στην περίοδο της απώτατης προϊστορίας του ανθρώπου. Κατά την περίοδο αυτή, που ονομάζεται Παλαιολιθική, συντελέστηκε η βιολογική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους και εδραιώθηκαν τα κυριότερα χαρακτηριστικά του πολιτισμού, δηλαδή η τεχνολογία, ο έναρθρος λόγος, η οικονομική και κοινωνική οργάνωση, η συμβολική σκέψη και η αναπαράσταση μέσω της τέχνης.

Ο τρόπος διαβίωσης των ανθρώπων στην Παλαιολιθική Εποχή αποκαλείται συμβατικά “θηρευτικό–τροφοσυλλεκτικό στάδιο”, διότι βασίζεται στη συλλογή και κατανάλωση - και όχι στην παραγωγή - των φυσικών προϊόντων. Για την επιβίωσή τους οι άνθρωποι αναγκάζονταν να παρακολουθούν τις εποχιακές μετακινήσεις των ζώων (μαμούθ, αλόγων και ελαφιών). Ως σταθμούς στις μετακινήσεις τους χρησιμοποιούσαν συχνά σπήλαια και βραχοσκεπές, ιδιαίτερα όταν γειτνίαζαν με πηγές νερού και πρώτων υλών για την κατασκευή εργαλείων, ενώ παράλληλα παρείχαν και δυνατότητα για την παρακολούθηση των θηραμάτων.

Πολιτισμικά κατάλοιπα της Παλαιολιθικής Εποχής έχουν αποκαλυφθεί σε πολλά σπήλαια της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης. Σημαντικά είναι τα σπήλαια Lascaux και Chauvet στη Γαλλία και Altamira στην Ισπανία, όπου σώζονται εντυπωσιακές βραχογραφίες.

Πλούσια είναι τα κατάλοιπα της Παλαιολιθικής Εποχής σε σπηλαιώδεις σχηματισμούς και στη χώρα μας, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, διασώζουν το περιεχόμενό τους πολύ καλύτερα από τις ανοιχτές αρχαιολογικές θέσεις. Πρόκειται για κατάλοιπα διατροφής, εργαλεία για κυνήγι και κατασκευή αντικειμένων, καθώς και κοσμήματα. Σπανιότερα ευρήματα αποτελούν οι ταφές και ακόμη πιο σπάνια τα αποτυπώματα ανθρώπινων παιδικών πελμάτων, που βρέθηκαν στο σπήλαιο της Θεόπετρας Καλαμπάκας και έχουν ηλικία 50.000 ετών περίπου.

Την Παλαιολιθική Εποχή διαδέχθηκε η Μεσολιθική, για τη γνώση της οποίας τα σπήλαια παίζουν και πάλι πρωτεύοντα ρόλο. Στον ελλαδικό, μάλιστα, χώρο η μεταβατική περίοδος από το θηρευτικό–τροφοσυλλεκτικό στάδιο στο παραγωγικό στάδιο μάς είναι γνωστή και από το σπήλαιο Φράγχθι, στην Αργολίδα.

Κατά την περίοδο που ακολούθησε, τη Νεολιθική Εποχή, ο άνθρωπος δημιούργησε μια νέα σχέση με το φυσικό του περιβάλλον. Εγκαταστάθηκε μόνιμα σε περιοχές με πλούσιους υδάτινους πόρους και για να καλύψει τις διατροφικές του ανάγκες άρχισε να καλλιεργεί τη γη, με προτίμηση στα δημητριακά και τα όσπρια και παράλληλα να εκτρέφει ζώα (κυρίως αιγοπρόβατα, χοίρους και βοοειδή), έγινε δηλαδή παραγωγός της τροφής του.

Πολυάριθμα είναι στη χώρα μας τα σπήλαια που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, περισσότερο μάλιστα στην τελευταία φάση της, την Τελική Νεολιθική (4.500–3.000 π.Χ.). Η αρχαιολογική έρευνα φέρνει στο φως πλήθος νεολιθικών ευρημάτων, όπως τα πήλινα αγγεία για την παρασκευή, την κατανάλωση και την αποθήκευση της τροφής, καθώς και τα οστέινα, λίθινα και πήλινα εργαλεία για την κατεργασία του ξύλου και των δερμάτων, τον τεμαχισμό των σφαγίων, το άλεσμα των δημητριακών και το γνέσιμο του μαλλιού.

 

 

Ι.ΙΙ. Εποχή του Χαλκού

Κατά την Εποχή του Χαλκού βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η ευρεία χρήση του ομώνυμου μετάλλου για την κατασκευή, κυρίως, όπλων και εργαλείων. Η μεταβολή αυτή συνέβαλε αποφασιστικά στην πλήρη ανατροπή του νεολιθικού τρόπου ζωής και στην παγίωση του ανακτορικού συστήματος, αρχικά στην Κρήτη (Μινωικός πολιτισμός) και μεταγενέστερα στην Πελοπόννησο (Μυκηναϊκός πολιτισμός). Σημαντικές είναι, λοιπόν, οι διαφορές αυτής της περιόδου στο οικονομικό, κοινωνικό και ιδεολογικό επίπεδο, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στη χρήση των σπηλαίων τόσο στην Κρήτη, όσο και στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Τα σπήλαια, κατά τη διάρκεια της Πρώιμης και της Μέσης Εποχής του Χαλκού, χρησιμοποιήθηκαν, όπως και σε παλαιότερες περιόδους, περιστασιακά, για την εξυπηρέτηση των κτηνοτροφικών ή βιοτεχνικών δραστηριοτήτων. Παράλληλα εξακολούθησε και η χρήση τους για ταφές (“Σπήλαιο των Λιμνών” στα Καστριά Καλαβρύτων και σπήλαιο στην Περαχώρα Κορινθίας).

Στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, αντίθετα, τα ευρήματα που έρχονται στο φως αναδεικνύουν τη χρήση των σπηλαίων κυρίως για λατρεία, περισσότερο μάλιστα στην Κρήτη κατά την περίοδο ακμής του μινωικού πολιτισμού. Χαρακτηριστικά λατρευτικά σπήλαια αποτελούν το “Σπήλαιο Ειλειθυίας” Αμνισού Ηρακλείου, το “Σπήλαιο Ψυχρό” Λασιθίου, το σπήλαιο Αρκαλοχωρίου Ηρακλείου και το “Ιδαίον Άντρο” Ανωγείων Ρεθύμνης.

Για να ερμηνεύσουμε την απαρχή της λατρείας σε σπήλαια πρέπει να συσχετίσουμε την ίδρυση των πρώτων μινωικών ανακτόρων (γύρω στο 2.000/1.900 π.Χ.) με τη διαμόρφωση οργανωμένης δημόσιας λατρείας κατά την ίδια ακριβώς περίοδο. Η οργάνωση της λατρείας σ΄ αυτή την περίοδο σχετίζεται άμεσα με την προσπάθεια για καθιέρωση μιας κοινής θρησκευτικής ιδεολογίας, η οποία θα συνέβαλε στο να γίνει αποδεκτό το νέο πολιτικό σύστημα. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, η λατρεία σε σπήλαια συσχετίστηκε κυρίως με τη λατρεία χθόνιων θεοτήτων, που σχετίζονταν είτε με τη βλάστηση και τη γονιμότητα της γης, είτε με το θαύμα της ανθρώπινης ζωής και το μυστήριο του θανάτου. Στα αφιερώματα για τις λατρευόμενες θεότητες περιλαμβάνονται πήλινα και χάλκινα ειδώλια λατρευτών και ζώων, χάλκινα όπλα, όπως εγχειρίδια και ξίφη, καθώς και κοσμήματα.

 

II.         Ιστορικοί χρόνοι

Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν ιερή σημασία στα σπήλαια και τα θεωρούσαν αγωγούς, μέσω των οποίων ένας ευσεβής άνθρωπος ήταν δυνατόν να επικοινωνήσει με τις θείες δυνάμεις της φύσης και να δεχτεί την ευλογία τους. Γι΄ αυτό το λόγο πολλά σπήλαια και σπηλαιώδη χάσματα απέκτησαν τη φήμη σπουδαίων και ιερότατων Μαντείων. Εκτός από τα γνωστά χάσματα των Δελφών και του Μαλεάτα Ποσειδώνα στο Ταίναρο, υπήρχαν επίσης το σπήλαιο του Τροφωνίου κοντά στη Λιβαδειά και το σπήλαιο της Αχερουσίας Λίμνης, το οποίο -κατά τον Όμηρο- επισκέφτηκε ο Οδυσσέας για να επικοινωνήσει με τη νεκρή μητέρα του. Μεταξύ των ιερών σπηλαίων που είχαν σύνδεση και με υπόγεια διαμορφωμένες στοές σημαντικότερο ήταν το σύμπλεγμα της Ελευσίνας, όπου τελούνταν τα περίφημα Ελευσίνια Μυστήρια.

Ωστόσο στις ιστορικές περιόδους που ακολουθούν, τα σπήλαια αποτέλεσαν κατά κύριο λόγο χώρους λαϊκής λατρείας, όπου ο άνθρωπος εξαγνιζόταν με ραντισμό από ιερές πηγές (τις οποίες διαδέχτηκαν τα αγιάσματα των χριστιανικών χρόνων). Ιδιαίτερη έμφαση στη λατρευτική χρήση παρατηρήθηκε μάλιστα σε περιόδους αναστατώσεων και ταραχών, που ώθησαν τον αρχαίο Έλληνα να αναζητήσει τη θεϊκή υποστήριξη και να εναποθέσει τις ελπίδες του σε μυστικιστικές λατρείες.

Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής εποχής το κύμα των διαδοχικών μεταναστεύσεων διάφορων ινδοευρωπαϊκών φύλων είχε ως αποτέλεσμα την αναδιάταξη των φύλων στη βαλκανική χερσόνησο και την επιστροφή στη γεωργο-κτηνοτροφική οικονομία. Η ανασφάλεια που προκάλεσαν τα νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα αντικατοπτρίζεται στην έμφαση της λατρευτικής χρήσης των σπηλαίων.

Κατά την Αρχαϊκή Εποχή που ακολουθεί, παρατηρείται οικονομική ανάκαμψη και άνοδος του βιοτικού επιπέδου, καθώς αναπτύσσονται ξανά το εμπόριο και η ναυτιλία. Σαφείς ενδείξεις της μετάβασης σε ένα πιο αναπτυγμένο επίπεδο αποτελούν τόσο η επανεμφάνιση της γραφής (φοινικικό αλφάβητο που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα), όσο και η ευρεία χρήση του νομίσματος. Ωστόσο η περίοδος αυτή “κλείνει” με τους Μηδικούς πολέμους που σκόρπισαν ξανά το φόβο στους ελληνικούς πληθυσμούς. Σε αυτή τη φάση παρατηρείται έμφαση στη λατρεία του τραγοπόδαρου Πάνα, ενός προελληνικού δαίμονα της γης, που διαμορφώθηκε σταδιακά σε ελληνικό θεό και θεωρήθηκε γιος του Ερμή. Ιδιαίτερα ο Παν συνδέθηκε με τη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.), επειδή – κατά τη μυθολογία – με τις άγριες κραυγές του έσπειρε τον πανικό στους Πέρσες και τους οδήγησε στην ήττα. Εξαιρετικά σημαντικό θεωρείται το “Σπήλαιο του Πανός Οινόη ΙΙ” στο Μαραθώνα, όπου κατά την ενεπίγραφη στήλη λατρευόταν ο Πάνας μαζί με τις “Μαραθωνίδες Νύμφες”.

Aπό το πλήθος των αφιερωμάτων των ιστορικών χρόνων, καθώς και από επιγραφικές μαρτυρίες διαπιστώνεται ότι τα λατρευτικά σπήλαια ήταν αφιερωμένα σε θεότητες που επιτελούσαν, κατά περίπτωση, διαφορετικό κοινωνικό ρόλο: στο Δία, πατέρα των Θεών και των ανθρώπων (που, κατά το μύθο, γεννήθηκε και ανατράφηκε στο “Ιδαίον Άντρο” στην Κρήτη). στον Πάνα, θεό των ποιμένων. στον Ερμή ως Νυμφαγέτη ή Κραναίο (που θεωρείται ότι γεννήθηκε στο “Σπήλαιο του Ερμή” στα Τρίκαλα Κορινθίας). στη Δήμητρα, θεά της γεωργίας αλλά και των νεκρών. στο Διόνυσο, θεό της βλάστησης (που πιστεύεται ότι γεννήθηκε σε σπήλαιο της Βοιωτίας και ανατράφηκε από τη Νύμφη Κορώνεια). στην Αρτέμιδα, θεά του κυνηγιού. στον Απόλλωνα, θεό της Μαντικής. στην Αφροδίτη, την Ειλείθυια και τις Νύμφες, θεότητες της γονιμότητας των γυναικών και της ευφορίας της γης. Τα πολλαπλά αναθήματα αυτών των χρόνων διακρίνονται κυρίως σε ειδώλια ή αγαλματίδια των λατρευόμενων θεοτήτων, ειδώλια λατρευτών και ζώων, ομοιώματα καρπών, αγγεία, κοσμήματα και όπλα.

Στα σπήλαια διασώθηκαν, επίσης, ανάγλυφα στα τοιχώματα (σπήλαιο “Νυμφολήπτου” Βάρης Αττικής), αλλά και σημαντικά δείγματα γραφής των ιστορικών χρόνων, είτε ως εγχαράξεις στα τοιχώματα, είτε ως αναθηματικές επιγραφές σε αγγεία ή ειδώλια. Σε μερικές περιπτώσεις οι επιγραφές αυτές αποδεικνύονται πολύτιμες και μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στην ταύτιση ενός σπηλαίου, σύμφωνα με τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων και περιηγητών. Για παράδειγμα, οι εγχάρακτες επιγραφές στα αναθήματα του σπηλαίου της Νύμφης Κορώνειας οδήγησαν στην ταύτισή του με το άντρο των Λειβηθρίδων Νυμφών που αναφέρει ο Παυσανίας.

Ξεχωριστό, αλλά και μοναδικό, είδος επιγραφών–γκράφιτι αποτελούν αυτές της “Χρυσοσπηλιάς” Φολεγάνδρου. Εδώ έφηβοι απ' όλη την Ελλάδα έγραφαν τα ονόματά τους στα τοιχώματα των θαλάμων της, δηλώνοντας έτσι ότι είχαν πάρει μέρος στη μυητική άσκηση εφηβείας που γινόταν στο σπήλαιο.

Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι τα σπήλαια εξακολούθησαν να έχουν λατρευτική χρήση τόσο κατά τη διάρκεια της Κλασικής, όσο και της Ελληνιστικής και της Ρωμαϊκής περιόδου.

 

 

III.       Από το Βυζάντιο στο Νεότερο Ελληνισμό

Η συλλογική λατρεία στα ιερά σπήλαια διακόπτεται στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., όταν θριάμβευσε η χριστιανική θρησκεία με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α΄, που απαγόρευσε κάθε ειδωλολατρική θρησκευτική εκδήλωση. Επομένως στη διάρκεια της Βυζαντινής Περιόδου τα σπήλαια στέγασαν κυρίως ασκητήρια και χριστιανικούς ναούς, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και ταφές (π.χ. σπήλαιο “Κύκλωπας” Έβρου).

Οι σπηλαιώδεις εκκλησίες δημιουργήθηκαν στα πρώτα κιόλας χριστιανικά χρόνια, κατά την περίοδο των διωγμών, όταν οι πιστοί αναγκάστηκαν να αναζητήσουν απρόσιτες και ασφαλείς περιοχές για να λατρέψουν το θεό τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το “Σπήλαιο Νυμφολήπτου” Βάρης Αττικής και η “Λυχνοσπηλιά” Πάρνηθας, όπου, εκτός από τα ευρήματα των ιστορικών χρόνων, βρέθηκαν και πολλά λυχνάρια με χριστιανικές παραστάσεις που χρησίμευαν στις κρυφές συγκεντρώσεις των πρώτων χριστιανών. Μετέπειτα, σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου, οι ασκητές και οι ερημίτες επέλεγαν τα σπήλαια ως τόπο διαμονής και προσευχής και οι πιστοί έκτιζαν χριστιανικές εκκλησίες μέσα σε αυτά. Ιδιαίτερα στους χρόνους του Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.) κορυφώθηκε η προσπάθεια της μετατροπής των αρχαίων λατρευτικών σπηλαίων σε χριστιανικούς χώρους λατρείας. Στη Βυζαντινή περίοδο έχει τις απαρχές της και η τέχνη της αγιογράφησης στα τοιχώματα των σπηλαίων, με αντιπροσωπευτικά δείγματα στα σπήλαια των Πρεσπών και των Μετεώρων.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι χριστιανοί έκρυβαν στα σπήλαια εικόνες αγίων για να τις διαφυλάξουν από τη λεηλασία και την καταστροφή. Όταν κατά τους νεότερους χρόνους βρισκόταν μια τέτοια εικόνα, η εύρεσή της αποδιδόταν σε θαύμα και συνήθως το εσωτερικό του σπηλαίου διαμορφωνόταν σε μικρό ναό. Τέτοιες σπηλαιώδεις εκκλησίες συναντάμε πολλές στην Ελλάδα, με γνωστότερες το “Μέγα Σπήλαιο” Καλαβρύτων, το “Κεφαλάρι” του Άργους και το “Σπήλαιο της Αποκάλυψης” στην Πάτμο. Σε αρκετούς από τους σπηλαιώδεις αυτούς ναούς σημαντικό ρόλο διατηρεί μέχρι σήμερα η ύπαρξη νερού, που θεωρείται αγίασμα.

Αξίζει να αναφερθεί επίσης ότι τα σπήλαια συχνά αποτέλεσαν καταφύγια για τους πληθυσμούς που αντιμετώπιζαν κίνδυνο εχθρικών επιθέσεων (όπως το “Μελιδόνι” στην Κρήτη), αλλά και ορμητήρια πειρατικών επιδρομών, ιδιαίτερα στο Αιγαίο. Παράλληλα, αποτέλεσαν και αποτελούν εποχιακούς χώρους σταβλισμού ζώων (στάνες) και αποθήκευσης τυροκομικών προϊόντων, φανερώνοντας έτσι μια μεγάλη διαχρονικότητα στη χρήση τους (π.χ. το “Σπήλαιο του Δρομοκαϊτείου Ιδρύματος”, στον ορεινό όγκο του Αιγάλεω, που διασώζει ενδείξεις αρχαίου λατρευτικού ιερού, αλλά και δείγματα νεότερης λαϊκής τέχνης, με τη μορφή λαξεύσεων που απεικονίζουν ζώα, στα τοιχώματα και την οροφή του.

Είναι αποδεδειγμένο, λοιπόν, ότι τα σπήλαια διασώζουν πολύτιμες πληροφορίες για τον ανθρώπινο πολιτισμό στο πέρασμα των αιώνων. Άρα είναι ευνόητο γιατί σήμερα θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής και αρχαιολογικής μας κληρονομιάς και προστατεύονται από την Αρχαιολογική Νομοθεσία και από αντίστοιχες διεθνείς συμβάσεις.


ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

Αγγεία: Δοχεία, διαφόρων τύπων και σχημάτων, που εξυπηρετούσαν καθημερινές ή λατρευτικές ανάγκες και κατασκευάζονταν συνήθως από πηλό, αλλά και από λίθο, γυαλί ή μέταλλο.

Αγίασμα: Πηγή νερού ή συγκέντρωση νερού σε σταλαγμιτική λεκάνη από σταγονορροή, η οποία απέκτησε ιερή σημασία, καθώς από την αρχαιότητα υπήρχε η πεποίθηση ότι έχει θαυματουργικές, θεραπευτικές και εξαγνιστικές ιδιότητες.

Αγιογράφηση: Η τέχνη της απεικόνισης ιερών προσώπων ή θρησκευτικών σκηνών από τη χριστιανική θεματολογία.

Ανάγλυφο: Είδος γλυπτού που αναπτύσσεται σε δυο διαστάσεις. Η επιφάνεια λαξεύεται και βαθουλώνεται γύρω από τις μορφές, ώστε να φαίνεται ότι προεξέχουν.

Ανάθημα: Οποιοδήποτε αντικείμενο αφιερωνόταν στις θεότητες (συνήθως αγγείο ή ειδώλιο, αλλά και κόσμημα, όπλο ή εργαλείο).

Ανακτορικό σύστημα: Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Κρήτη γύρω στο 2.000/1.900 π.Χ. με την ανέγερση τεσσάρων μεγάλων ανακτορικών κέντρων (Κνωσός, Φαιστός, Ζάκρος, Μάλια). Βασικά χαρακτηριστικά του είναι η συγκέντρωση των εξουσιών, η κοινωνική διαστρωμάτωση, η εξειδίκευση, η χρήση μετάλλων, η εμπορευματοποίηση της παραγωγής και η οργάνωση δημόσιας λατρείας.

Άντρο: Σπήλαιο, κοίλωμα ή όρυγμα σε βράχο, που χρησιμοποιείται κυρίως ως χώρος διαβίωσης ανθρώπων ή ζώων (π.χ. τα Άντρα των Νυμφών θεωρούνταν μυθολογικοί τόποι κατοικίας των Νυμφών).

Ασκητήριο: Τόπος απομόνωσης και προσευχής για μοναχούς, που βρίσκεται συνήθως σε απομακρυσμένη ή απρόσιτη περιοχή.

Βραχοσκεπή: Μικρού βάθους κοίλωμα σε βράχο, προστατευμένο από τις καιρικές συνθήκες.

Βραχογραφίες: Ζωγραφικές παραστάσεις στα τοιχώματα σπηλαίων, αντιπροσωπευτικές της Παλαιολιθικής Εποχής, που απεικονίζουν ζώα σε σκηνές βοσκής ή κυνηγιού και σπανιότερα ανθρώπινες μορφές ή ανθρώπινα μέλη (συνήθως παλάμες χεριών).

Έγκοιλο: Κοίλωμα σε βράχο ή σπήλαιο μικρού βάθους.

Εγχειρίδιο: Μικρού μεγέθους μαχαίρι που χρησιμοποιείται ως όπλο.

Ειδώλιο: Μικρό ομοίωμα ανθρώπου ή ζώου κατασκευασμένο από πηλό, λίθο, μέταλλο, ξύλο, ελεφαντοστό.

Ελευσίνια Μυστήρια: Λατρευτικές τελετές που γίνονταν στην Αττική προς τιμήν της Δήμητρας και της Περσεφόνης με επίκεντρο το ιερό των δύο θεοτήτων στην Ελευσίνα.

Θεσμός μύησης των εφήβων: Σειρά τελετών που πραγματοποιούνταν συνήθως στα σπήλαια, καθώς απαιτούσαν απόλυτη ησυχία, σκοτάδι, χαμηλή θερμοκρασία και παγωμένο νερό. Η μετάβαση στην ωριμότητα απαιτούσε θάρρος και επινοητικότητα από την πλευρά των νέων και πραγματοποιούνταν μέσα από δοκιμασίες προσπέλασης δύσβατων περιοχών και ανάπτυξη των ικανοτήτων επιβίωσης.

Θηρευτικό-Τροφοσυλλεκτικό στάδιο: Τρόπος διαβίωσης που βασίζεται στο κυνήγι, το ψάρεμα και τη συλλογή φυτικών τροφών. Χαρακτηρίζει την Παλαιολιθική Εποχή.

Μέθοδος ραδιοχρονολόγησης: Χρονολογική μέθοδος που βασίζεται στη μέτρηση της ποσότητας ραδιενεργού άνθρακα που διατηρεί ένας νεκρός οργανισμός ή ένα αντικείμενο, με βάση το γεγονός ότι ο 14C έχει χρόνο ημίσειας ζωής 5.700 χρόνια, δηλαδή η αρχική του ποσότητα μειώνεται στο ήμισυ κάθε 5.700 χρόνια.

Οργανικά κατάλοιπα: Υπολείμματα οργανισμών, φυτικών και ζωικών.

Παραγωγικό στάδιο: Τρόπος διαβίωσης που βασίζεται στην παραγωγή της τροφής, δηλαδή στην καλλιέργεια της γης και την εκτροφή ζώων. Χαρακτηρίζει τη Νεολιθική Εποχή.

Σπηλαιώδες χάσμα: Σπήλαιο, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχει βάραθρο (ρήγμα στη γη).

Στρωματογραφία: Η μελέτη των διαδοχικών εναποθέσεων της ανθρώπινης κατοίκησης σε αρχαιολογική θέση, που παρέχει ασφαλέστερες, συγκριτικά με άλλες μεθόδους, πληροφορίες για τη χρονολόγηση των ευρημάτων.

Χθόνιες θεότητες: Οι θεότητες που σχετίζονταν με τη γη και την καλλιέργειά της, ή με τον Κάτω Κόσμο και τους νεκρούς (π.χ. Δήμητρα, Περσεφόνη, Πλούτων, Ερμής ως Ψυχοπομπός, αλλά ακόμη και ο Διόνυσος και ο Ζευς).


ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

 

ΠΕΡΙΟΔΟΣ/ ΕΠΟΧΗ

ΑΠΟΛΥΤΗ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ

Εποχή του Λίθου

2.500.000 – 2.800 π.Χ.

Παλαιολιθική

2.500.000 – 9.000 π.Χ.

Μεσολιθική

9.000 – 6.500 π.Χ.

Νεολιθική

6.500 – 2.800 π.Χ.

Εποχή του Χαλκού

2.800 – 1.100 π.Χ.

Πρώιμη Εποχή Χαλκού

2.800 – 1.900 π.Χ.

Μέση Εποχή Χαλκού

1.900 – 1.600 π.Χ.

Ύστερη Εποχή Χαλκού

1.600 – 1.100 π.Χ.

Εποχή του Σιδήρου

(Ιστορικοί χρόνοι)

1.100 π.Χ. – 330 μ.Χ.

Γεωμετρική

1.100 – 700 π.Χ.

Αρχαϊκή

700 – 480 π.Χ.

Κλασική

480 – 323 π.Χ.

Ελληνιστική

323 – 146 π.Χ.

Ρωμαϊκή

146 π.Χ. – 330 μ.Χ.

Από το Βυζάντιο

στο Νεότερο Ελληνισμό

330 – 1.830

Βυζαντινή Εποχή

330 – 1453

Τουρκοκρατία

1.453 - 1830

Περίοδος Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους

1.830 - σήμερα

 


 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

 

ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ

Να σημειώσετε Χ στο Σωστό ή στο Λάθος, ανάλογα με το αν θεωρείτε την πρόταση σωστή ή λανθασμένη.

 

 

 

ΣΩΣΤΟ

ΛΑΘΟΣ

1

Ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τα σπήλαια κατά την Παλαιολιθική Εποχή για μόνιμη εγκατάσταση.

r

r

2

Οι βραχογραφίες είναι απεικονίσεις σκηνών κυνηγιού στα τοιχώματα των σπηλαίων.

r

r

3

Ο άνθρωπος άρχισε να καλλιεργεί τη γη και να εξημερώνει ζώα κατά την Εποχή του Χαλκού.

r

r

4

Κατά την Μινωική περίοδο λατρεύονταν στα σπήλαια κυρίως χθόνιες θεότητες

r

r

5

Το σπήλαιο του Μαλεάτα Ποσειδώνα στο Ταίναρο είχε τη φήμη σπουδαίου μαντείου

r

r

6

Τα ειδώλια που ανακαλύπτονται στις ανασκαφές των σπηλαίων αποτελούν προσφορές των ανθρώπων προς τη θεότητα που λατρευόταν εκεί.

r

r

7

Στη Βυζαντινή περίοδο τα σπήλαια στέγασαν κυρίως ασκητήρια και χριστιανικούς ναούς.

r

r

 

 

ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΚΕΝΟΥ

 

Να συμπληρώσετε τα κενά στο παρακάτω κείμενο χρησιμοποιώντας τις λέξεις του πλαισίου στον κατάλληλο αριθμό και πτώση.

 

επιγραφή, ποτάμι, φωτισμός, ειδώλιο, εργαλείο, υγρασία, νερό, πρόσβαση, αγγείο, βραχογραφία, αναθηματικός

 

Καθοριστικούς παράγοντες για την χρήση των σπηλαίων από τον άνθρωπο αποτέλεσαν η γειτνίαση με …………… ή άλλες πηγές …………… , οι συνθήκες …………… , …………… , …………… κ.α.

Η ανθρώπινη δραστηριότητα στα σπήλαια αναγνωρίζεται με βάση τα λίθινα ή οστέινα …………… , τα …………… καθημερινής ή λατρευτικής χρήσης, τις …………… που συχνά απεικονίζουν ζώα, τα πήλινα …………