Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος: Ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και πολιούχος άγιος των Πατρών
Αριστείδης Θεοδωρόπουλος, Εκπαιδευτικός
Μέσα στη σεπτή χορεία των δώδεκα μαθητών του Ιησού Χριστού εξέχουσα θέση κατέχει ο τιμώμενος υπό της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας στις 30 Νοεμβρίου άγιος Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος, ο οποίος από άσημος και απλοϊκός ψαράς κατέστη «ἁλιεύς τῶν ἀνθρώπων» και αναδείχθηκε μέγας διδάσκαλος του Ευαγγελίου του Χριστού και φλογερός Απόστολος του Γένους μας.
Ο άγιος Ανδρέας υπήρξε κατ’ εξοχήν Απόστολος των Ελλήνων, αφού ήρθε στον ελλαδικό χώρο για να κηρύξει τον σωτηριώδη λόγο του Θεού και να ιδρύσει Εκκλησίες. Έτσι μετά από μία καρποφόρα ιεραποστολική περιοδεία, κατέληξε στην Πάτρα, την οποία επορφύρωσε με το τίμιο αίμα του και καθαγίασε με τον ένδοξο σταυρικό του θάνατο για να πρεσβεύει αδιάλειπτα στον Πανάγαθο Θεό για τη σωτηρία και προστασία του πατραϊκού λαού, αλλά και σύμπαντος του Ελληνικού Γένους.
Χριστό «περιπατοῦντι» στην έρημο της Ιουδαίας, απευθυνόμενος στον Ανδρέα και τον Ιωάννη, τον υιό του Ζεβεδαίου, τον και μετέπειτα Ευαγγελιστή και ηγαπημένο μαθητή του Κυρίου, τους είπε: «Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. α΄, 36). Η φράση αυτή σαγήνευσε σε τέτοιο βαθμό τους δύο απλοϊκούς, αλλά ευσεβείς ψαράδες, ώστε θέλησαν να γνωρίσουν από κοντά τον Ιησού Χριστό. Μόλις αντιλήφθηκε ο Κύριος την επιθυμία τους για επικοινωνία, απευθύνθηκε σ’αυτούς και τους ρώτησε τι θέλουν. Εκείνοι τότε τον ρώτησαν: «Ραββί, που σημαίνει Διδάσκαλε, πού μένεις;» Τότε ο Κύριος τους απάντησε «Ἔρχεσθε καί ἴδετε», δηλαδή ελάτε και θα δείτε. Κατόπιν οι δύο ψαράδες πήγαν και είδαν από κοντά τον χώρο, όπου έμενε ο Κύριος. Μόλις ο Ανδρέας γνώρισε από κοντά τον Ιησού Χριστό, ενθουσιάσθηκε τόσο πολύ, ώστε έτρεξε αμέσως να ενημερώσει τον αδελφό του, τον Σίμωνα Πέτρο. Όταν τον βρήκε, του είπε: «Εὑρήκαμεν τόν Μεσσία», δηλαδή τον Χριστό. Γι’ αυτό και ο Ανδρέας έλαβε το τιμητικό και ένδοξο προσωνύμιο «Πρωτόκλητος», αφού ήταν ο πρώτος που δέχθηκε την κλήση του Ιησού Χριστού. Στη συνέχεια οδήγησε τον αδελφό του στον Κύριο, ο Οποίος του είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά, εσύ θα ονομασθείς Κηφάς, που σημαίνει Πέτρος». Αλλά ο Ανδρέας δεν περιορίσθηκε στο να φέρει κοντά στον Χριστό μόνο τον αδελφό του, τον Πέτρο, αλλά παρακίνησε και τον φίλο του, τον Φίλιππο, τον συμπατριώτη του από τη Βηθσαϊδά, ώστε και αυτός να γευθεί την πνευματική χαρά της γνωριμίας και συναναστροφής μαζί Του.
Μετά την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος άρχισε ο Απόστολος Ανδρέας την ιεραποστολική του περιοδεία σύμφωνα με την παραγγελία του Ιησού Χριστού: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη…». Σύμφωνα με τη γραπτή παράδοση και τις διασωθείσες συναξαριακές πηγές ο άγιος Ανδρέας κήρυξε το Ευαγγέλιο του Χριστού στις χώρες παρά τη Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινος Πόντος), τη Σκυθία, τη Γοτθία, την Κριμαία και την Ιβηρία (σημερινή Γεωργία), καθώς και στην Καππαδοκία, τη Γαλατία και σε όλη σχεδόν τη δυτική Μικρά Ασία (Φρυγία, Μυσία, Βιθυνία). Σύμφωνα μάλιστα με το Συναξάριο της Κωνσταντινουπόλεως ο Απόστολος Ανδρέας κήρυξε στη Σεβαστούπολη, την Αμισό (Σαμψούντα), την Τραπεζούντα, την Ηράκλεια, την Αμάστριδα, τη Σινώπη και το Βυζάντιο.
Μάλιστα στην πόλη του Βύζαντα χειροτόνησε τον Στάχυ, ο οποίος ήταν ένας από τους εβδομήκοντα Αποστόλους, πρώτο επίσκοπο της πόλεως. Μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε ο ιδρυτής της τοπικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία από τον 4ο αιώνα εξελίχθηκε στο πρώτο Πατριαρχείο της Ανατολής, ο δε επίσκοπός της κατέστη από τον 7ο αιώνα Οικουμενικός Πατριάρχης. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα ο Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος είναι ο ιδρυτής και προστάτης της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Μάλιστα η ετήσια εορτή της μνήμης του, στις 30 Νοεμβρίου, αποτελεί τη Θρονική Εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία και εορτάζεται με κάθε εκκλησιαστική λαμπρότητα στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τη διάρκεια επίσης του καρποφόρου ιεραποστολικού του έργου εκχριστιάνισε τους αρχαίους λαούς Αλανούς, Αβασγούς, Ζηκχούς, Βοσπορινούς και Χερσονίτες, ενώ μέσω της Θράκης, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας κατέληξε στην αχαϊκή γη και συγκεκριμένα στην πόλη των Πατρών, όπου και τελείωσε το αποστολικό του έργο.