ἀνιᾷ: να γραφεί το α’ ενικό πρόσωπο όλων των χρόνων κι όλων των εγκλίσεων στην ενεργητική φωνή

Οριστική

Υποτακτική

Ευκτική

Προστακτική
β' ενικό

Ενεστώτας ἀνιἀνιἀνι
ἀνι
ἀνί
Παρατατικόςἠνί
Μέλλοντας ἀνιἀνι
Αόριστος ἠνίαἀνιἀνιἀνί
Παρακείμενος ἠνίἠνιακώς ἠνιακώς ἠνιακώς