Στη λέξη
θα βάλω
γιατί
αμνός
οξεία περισπωμένη
η ασυναίρετη λήγουσα στην ον., αιτ., και κλ., όταν τονίζεται, παίρνει οξεία η μακροκατάληκτη λήγουσα στη γεν. και δοτ., όταν τονίζεται, παίρνει περισπωμένη η προπαραλήγουσα πάντα παίρνει οξεία προέρχεται από συναίρεση, και πριν από τη συναίρεση είχε οξεία η πρώτη από τις συλλαβές το ο και το ε παίρνουν πάντα οξεία
αμνού
αμνέ
αμνοί
αμνών
οστά
αλήθεια
δίαιτα
ταπεινοίς
δυστυχώ