Στη λέξη
θα βάλω
γιατί
ὠφελω
οξεία περισπωμένη
η ασυναίρετη λήγουσα στην ον., αιτ., και κλ., όταν τονίζεται, παίρνει οξεία η μακροκατάληκτη λήγουσα στη γεν. και δοτ., όταν τονίζεται, παίρνει περισπωμένη η προπαραλήγουσα πάντα παίρνει οξεία η π/λήγουσα είναι μακρά και η λήγουσα βραχεία η π/λήγουσα και η λήγουσα είναι μακρόχρονες προέρχεται από συναίρεση, και πριν από τη συναίρεση είχε οξεία η πρώτη από τις συλλαβές το ο και το ε παίρνουν πάντα οξεία
ἐμφανους
ἀσκητης
ἀθλητων
βέλος
νους
πληθος
πληθους
ἐλευθερος
ἀγαθου