ἀποστερῶ, ταλαιπωρῶ: Να γράψετε τους τύπους ενεστώτα των ρημάτων doc

ἀποστερῶ ταλαιπωρῶ
β΄ εν. υποτ. ε.φ.ἀποστερ ταλαιπωρ
γ΄ εν. ευκτ. ε.φ ἀποστερ ταλαιπωρ
γ' πληθ. ευκτ. μ.φ. ἀποστερ ταλαιπωρ
γ΄ εν. προστ. ε.φ. ἀποστερ ταλαιπωρ
β΄ πληθ. προστ. μ.φ. ἀποστερ ταλαιπωρ
απαρ. ε.φ. ἀποστερ ταλαιπωρ
γεν. εν. αρσ. μτχ. ε.φ. ἀποστερ ταλαιπωρ