ἐζήτουν, ἠξίουν: να γίνει εγκλιτική αντικατάσταση στο β' ενικό και πληθυντικό του ενεστώτα


οριστική υποτακτική ευκτική προστακτική
ζητζητζητ / ζητζήτ
ζητζητζητζητ
ἀξιἀξιἀξι / ἀξιἀξ
ἀξιἀξιἀξιἀξι