Ἐγὼ εἴρηκα ὑμῖν τὴν ἀλήθειαν. Εγώ σας είπα την αλήθεια.
Ρήμα:
εἴρηκα
πτώση αντ.
άμεσο ή έμμεσο
Υποκ. (ποιος εἴρηκα;)
Οὗτος τὴν ἀλήθειανἘγὼ ὑμῖν
Αντ. (τι εἴρηκα;)
γενική δοτική αιτιατική
άμεσο έμμεσο
Αντ. (σε ποιον εἴρηκα;)