Παρέδοσαν τοῖς Θηβαίοις τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους.
Παρέδωσαν τους νεκρούς στους Θηβαίους κατόπιν συμφωνίας.
Ρήμα:
παρέδοσαν
πτώση αντ.
άμεσο ή έμμεσο
Υποκ. (ποιοι παρέδοσαν)
(ἡμεῖς) (οὗτοι) τοὺς νεκροὺς τοῖς Θηβαίοις
Αντ. (τι παρέδοσαν)
γενική δοτική αιτιατική
άμεσο έμμεσο
Αντ. (σε ποιον παρέδοσαν)