Άμεσο και έμμεσο αντικείμενο    

Ἀπέλυσεν ὁ Διονύσιος τῆς τιμωρίας τὸν ἐγκαλούμενον.

Απάλλαξε ο Διονύσιος τον κατηγορούμενο από την ποινή.

Ρήμα:

ἀπέλυσεν

πτώση αντ.

άμεσο ή έμμεσο

Υποκ. (ποιος ἀπέλυσεν)

Αντ. (ποιον ἀπέλυσεν)

Αντ. (από τι ἀπέλυσεν)