1. Τα αίτια και οι αφορμές του Πελοποννησιακού πολέμου-Ο Αρχιδάμειος πόλεμος
2. Η εκστρατεία στη Σικελία - Ο Δεκελεικός πόλεμος.
Προτείνεται ενιαία παρουσίαση των ενοτήτων, με έμφαση στα ακόλουθα σημεία:
Αίτια, σ. 83
Αφορμές, σ. 83
Φάσεις του πολέμου, σ. 83
Τελική έκβαση - Συνθήκη ειρήνης, σσ. 87-88
Αποτελέσματα, σ. 88
Υποστηρικτικό υλικό
-Επιλεγμένες πηγές από Θουκυδίδη και Ξενοφώντα, ώστε να αναδεικνύονται τα παραπάνω σημεία.
-Χάρτης για αποτύπωση των πόλεων που συντάχθηκαν με τη Σπάρτη ή την Αθήνα και των κυριότερων συγκρούσεων.
Για χάρτες, βλ.: -Διαδραστικός χάρτης, «Πελοποννησιακός Πόλεμος (οι συμμαχίες)», Φωτόδενδρο: εδώ
-Χάρτης Α΄ φάσης Πελοποννησιακού πολέμου, σε σχέδιο μαθήματος: εδώ (ανενεργό)
Χάρτης της σικελικής εκστρατείας: εδώ (ανενεργό)
Προτεινόμενη δραστηριότητα:
Παιχνίδι ρόλων: Με το τέλος του πολέμου, ένας νικητής Σπαρτιάτης κι ένας ηττημένος Αθηναίος μιλούν για την εμπειρία του πολέμου ο καθένας από τη δική του πλευρά. Προσπαθήστε να αναπαραστήσετε αυτά που θα έλεγε ο καθένας.
2 ώρες
Ειδικοί διδακτικοί στόχοι:
Οι μαθητές επιδιώκεται:
• Να προβληματιστούν πάνω στην αλαζονεία της δύναμης της Αθήνας.
• Να γνωρίσουν στοιχεία από τη δράση μιας αμφιλεγόμενης προσωπικότητας, του Αλκιβιάδη.
• Να γνωρίσουν τις συνέπειες της ατυχούς για τους Αθηναίοι έκβασης της Σικελικής εκστρατείας.
• Να συνειδητοποιήσουν την αγριότητα του πολέμου και τις συνθήκες υπό τις οποίες προσέρχεται στη διαδικασία ειρήνευσης ο ηττημένος.
Προετοιμασία:
Ορισμένοι μαθητές καλούνται να εκθέσουν την άποψή τους για την ευκολία με την οποία οι άνθρωποι οδηγούνται στον πόλεμο και για τη μοίρα των αμάχων. Οι άμαχοι πολίτες δεν εκπροσωπούν συμφέροντα και δεν μπορούν εύκολα να αποτρέψουν έναν πόλεμο.
Προσπέλαση:
Ο πόλεμος ξαναρχίζει. Το μεσοδιάστημα μπορεί κάλλιστα να ονομαστεί μεσοπόλεμος ή ένοπλη ειρήνη. Και οι δύο όροι συνιστούν προβολισμό (projectismus), αφού χρησιμοποιούνται κατ' αναλογία προς γεγονότα της σχετικά πρόσφατης ιστορίας (1918-1939: μεσοπόλεμος, 1871-1914: ένοπλη ειρήνη).
Η ιστορική αφήγηση για τον Αλκιβιάδη θα χορηγήσει στοιχεία ικανά για να αντιληφθούν οι μαθητές την αρνητική συμβολή της προσωπικότητας στην ιστορική εξέλιξη. Αντίθετα, ορισμένοι μελετητές της ιστορίας διατείνονται ότι οι περιστάσεις δεν ευνόησαν να διαφανεί η στρατιωτική ιδιοφυία του Αθηναίου αρχηγού. Ο Αλκιβιάδης κατάφερε να παρασύρει τους συμπατριώτες του σε ένα δυσεπίτευκτο και παράλογο εγχείρημα, τη Σικελική εκστρατεία (415-413 π.Χ.). Η εκστρατεία αυτή προς τη «Χρυσή Δύση» ανέτρεπε τη μέχρι τότε αθηναϊκή πολιτική, που ως κύριο άξονά της είχε το Αιγαίο και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι μαθητές, πάντως, με απλή παρατήρηση του χάρτη θα συνειδητοποιήσουν τις δυσχέρειες του εγχειρήματος. Η απόσταση, η άγνοια του χώρου, η αδυναμία ανεφοδιασμού, η δυσχέρεια επικοινωνίας με την Αθήνα αποτελούσαν αξεπέραστα εμπόδια. Ενδείκνυται η ανάγνωση του παραθέματος: «Ο ενθουσιασμός των Αθηναίων για την εκστρατεία». Έτσι θα κατανοηθεί πώς οι άνθρωποι πολλές φορές πέφτουν θύματα της αυταπάτης τους. Τέτοιες σκηνές αναχώρησης για το μέτωπο γνώρισε η Ευρώπη στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Όλοι τότε νόμιζαν ότι θα τελειώσει γρήγορα ο πόλεμος και θα επιστρέψουν νικητές στα σπίτια τους. Αλλά ο πόλεμος εξελίχτηκε με συγκρούσεις στα χαρακώματα με άπειρους νεκρούς και τεράστια ψυχικά τραύματα. Η Σικελική εκστρατεία κατέληξε σε πλήρη αποτυχία. Η φράση του Θουκυδίδη «οὐδέν ἐστι ὅ,τι οὐκ ἀπώλετο» αποδίδει επιγραμματικά την τραγικότητα της κατάστασης στην οποία περιήλθαν οι Αθηναίοι.
Η συμβουλή του Αλκιβιάδη στους Σπαρτιάτες να οχυρώσουν τη Δεκέλεια και να συνεχίσουν (χειμώνα καλοκαίρι) τον πόλεμο δείχνει το μέγεθος του ανθρώπινου αμοραλισμού. Η κατοχή της Δεκέλειας παρέλυσε τη λειτουργία των ορυχείων του Λαυρίου, αφού πολλοί δούλοι αυτομόλησαν. Η παρεμπόδιση, εξάλλου, του ανεφοδιασμού της αγοράς με τρόφιμα επιδείνωσε την κατάσταση στο εσωτερικό της Αθήνας. Το παράθεμα «Τα περσικά χρήματα» θα δώσει έναυσμα για συζητήσεις πάνω στην παρέμβαση του ξένου παράγοντα, την οποία όμως οι ίδιοι οι Έλληνες υπέθαλψαν. Η ναυπήγηση στόλου από τους Σπαρτιάτες δίνει άλλη διάσταση στη σύγκρουση, η οποία γενικεύεται στον χώρο. Το παράθεμα «Ο Λακεδαιμόνιος Καλλικρατίδας: μια φωνή διαμαρτυρίας στην περσική επέμβαση» μπορεί να χαρακτηριστεί ως φωνή της ελληνικής συνείδησης, την οποία ο θόρυβος του πολέμου εμπόδισε να ακουστεί.
Τελικά ο αγώνας έμελλε να κριθεί στη θάλασσα, και θα τερματιστεί με το τέχνασμα της ασπίδας που αξιοποίησε ο Λύσανδρος στους Αιγός Ποταμούς. Μετά την αναφορά στους όρους του συμβιβασμού, ειδικός σχολιασμός θα γίνει πάνω στα αποτελέσματα του πολέμου.
Εμπέδωση:
Τα αποτελέσματα προσφέρονται για γενικευτικού τύπου θεώρηση της ιστορικής πραγματικότητας και διευκολύνουν τους μαθητές να απομακρυνθούν από το συγκεκριμένο, το ειδικό, και να αναχθούν στο γενικό και αφηρημένο. Ως εργασία μπορεί να δοθεί: «Καταγραφή των συνεπειών του πολέμου γενικώς». Η τηλεόραση έχει προσκομίσει άπειρα παραδείγματα στους σύγχρονους ανθρώπους.
Ο Γκαίτε λέει ότι «στο γεγονός υπάρχει η θεωρία», δηλαδή κάθε γεγονός προσεγγίζεται ερμηνευτικά ανάλογα με το πνεύμα που αυτό αποπνέει. Εφόσον τα γεγονότα είναι πολεμικά, ενδείκνυται η παράθεση στοιχείων που θα φωτίσουν την ανθρώπινη δράση στον τομέα αυτό. Τόσο ο Θουκυδίδης όσο και ο Ξενοφώντας αφηγούνται στρατιωτικά γεγονότα. Όταν οι άνθρωποι συγκρούονται, οι στιγμές είναι εχθρικές προς τη λογική. «καὶ κατεκαύθη πᾶσα ἡ πόλις καὶ αἱ οἰκίαι καὶ αἱ τύρσεις καὶ τὰ σταυρώματα καὶ τἆλλα πάντα» (Ξεν. Ανάβ. 5.2.27).
Συνήθως επιβεβαιώνεται η πολεμική αρχή «οὐαὶ τοῖς ἡττημένοις» (vae victis) του Βρέννου, όπως στην περίπτωση της ήττας των Αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς (405 π.Χ.):«... καὶ ἔδοξεν ἀποκτεῖναι τῶν αἰχμαλώτων ὅσοι ἦσαν Ἀθηναῖοι πλὴν Ἀδειμάντου» (Ξεν. Ελλ. 2.1.32).
Ειδικότερα ο Θουκυδίδης (3.82) παρατηρεί: «Τόσο σκληρή μορφή πήρε ο πόλεμος και φάνηκε ακόμη σκληρότερος, γιατί ήταν ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος που έγινε ανάμεσα στους Έλληνες, καθόσον αργότερα ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα περιήλθε σε εμφύλιους πολέμους λόγω κομματικών διαφορών». Στη συνέχεια, με τη διατύπωση συμπεράσματος γενικευτικού χαρακτήρα προβαίνει και στη λεγόμενη ιστορική πρόγνωση: «Εξαιτίας των εμφυλίων πολέμων προκλήθηκαν στις πόλεις πολλές και μεγάλες συμφορές, πράγμα που γίνεται και θα γίνεται ἕως ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ἦ».
Στο πλαίσιο της πολεμικής τακτικής πρέπει να τονιστεί η προσπάθεια καταπτόησης του αντιπάλου και η χρήση πολεμικών τεχνασμάτων. Στο βιβλίο του μαθητή γίνεται λόγος για τέχνασμα του Λυσάνδρου στους Aιγός Ποταμούς. Πράγματι, ο Λύσανδρος παρακολουθούσε άγρυπνα τις κινήσεις του αθηναϊκού στόλου από την απέναντι πλευρά του Ελλησπόντου. Έδωσε μάλιστα εντολή σε ναύτες του, μόλις αντιληφθούν τους Αθηναίους να είναι διασκορπισμένοι στην ξηρά, να υψώσουν μια ασπίδα από το μέσο της απόστασης. Οι Αθηναίοι, έχοντας καταφρονήσει τη δύναμη των Σπαρτιατών, είχαν κατέλθει στην ξηρά. Όταν πείστηκε ο Λύσανδρος για το λάθος τους, έπλευσε με ταχύτητα και αιχμαλώτισε ολόκληρο τον στόλο. Σώθηκαν μόνο επτά πλοία και το ιερό πλοίο, η Πάραλος, που έμελλε να πλεύσει στον Πειραιά, για να ανακοινώσει τη συμφορά (Ξεν. Ελλ. 2.27-29).
Επειδή οι μαθητές της ηλικίας έλκονται από την αφήγηση παράτολμων στρατηγικών ενεργειών, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί το ακόλουθο κείμενο, σχετικό με τα συνηθισμένα στρατηγήματα του Αγησιλάου: «Εξαπατούσε τους εχθρούς όσες φορές τού δινόταν η ευκαιρία. Χρησιμοποιούσε την ταχύτητα, για να προλαβαίνει τους ελιγμούς τους. Διέφευγε από το πεδίο της μάχης όπου και όταν τούτο ήταν συμφέρον. Γενικά, χρησιμοποιούσε κάθε μέσον που ήταν χρήσιμο στους φίλους και αντίθετο στους εχθρούς του. Χρησιμοποιούσε τη νύχτα σαν μέρα και το αντίθετο, έτσι που κανείς δεν μπορούσε να μαντέψει πού βρισκόταν, σε ποια κατεύθυνση πορευόταν ή ποιες ενέργειες θα αναλάμβανε. Τις οχυρωμένες θέσεις των εχθρών τις αχρήστευε με το να τις αποφεύγει, να τις παρακάμπτει και να τις κυριεύει κρυφά. Όταν βρισκόταν σε πορεία και γνώριζε ότι ο εχθρός μπορούσε να έχει πρωτοβουλία ενεργειών και να πολεμήσει όποτε θέλει, προχωρούσε έχοντας τον στρατό του παραταγμένο με τέτοιον τρόπο, ώστε να μπορεί να δώσει μάχη ανά πάσα στιγμή. Επίσης προχωρούσε με σύνεση, όπως ένα φρόνιμο κορίτσι, γιατί πίστευε ότι αυτός ήταν ο κατάλληλος τρόπος να προφυλάξει τον στρατό του από τον πανικό, τη σύγχυση, τα σφάλματα και τις απρόσμενες επιθέσεις (Ξεν. Αγησ. 6.5-7).
Τον πόλεμο, εξάλλου, σύμφωνα με τη γενικώς αποδεκτή άποψη, τον κερδίζει αυτός που κάνει τα λιγότερα λάθη.
Στην πολεμική τακτική εντάσσεται και η προσφυγή στην ενέργεια του αντιπερισπασμού, που εκδηλώνεται σε διαφορετικό τόπο από αυτόν που αναμένει ο εχθρός, ώστε να αποσπαστεί η προσοχή του από τον πραγματικό στόχο. Η μεταφορά του πολέμου, λόγου χάρη, στην Πύλο (425 π.Χ.) και στη Μακεδονία (424 π.Χ.) ως στόχο είχε τη διοχέτευση του ενδιαφέροντος σε παραπλανητική κυρίως κατεύθυνση. Στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο προηγήθηκε απόβαση στη Σικελία για να στραφεί το ενδιαφέρον των Γερμανών στο σημείο αυτό και να διευκολυνθεί η απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία.
Με την πολεμική αυτή ενέργεια ανταποδίδεται προηγούμενη βλάβη ή αδικία υπό μορφήν αντεκδίκησης. Με την εισβολή των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους στην Αττική το πρώτο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου, ο Περικλής εφαρμόζει την τακτική των αντιποίνων λεηλατώντας τα παράλια της Λακωνίας.
Αντίθετα προς το γενικό πολεμικό κλίμα και την ένταση των συγκρούσεων αναπτύχθηκε και το φιλειρηνικό κίνημα, το οποίο αντιπροσώπευαν οι πνευματικοί άνθρωποι και ο απλός κόσμος, ο οποίος και δεχόταν πιο άμεσα τον αρνητικό αντίκτυπο των γεγονότων. Ο Αριστοφάνης αποτελεί την πιο πηγαία έκφραση του αντιπολεμικού κλίμακα. Καταγγέλλοντας τον δημαγωγό Κλέωνα, που θέλει ο ίδιος να ηγηθεί της εκστρατείας εναντίον των Λακεδαιμονίων στην Πύλο, γράφει:
ἥδιστον φάος ἡμέρας
ἔσται τοῖς ‹τε› παροῦσι καὶ
975τοῖσιν ‹εἰσ›αφικνουμένοις,
ἢν Κλέων ἀπόληται.
(Αριστοφ. lππείς 973)
Σαφή έκφραση των πνευμάτων στην Αθήνα αποτελεί ο σωζόμενος ύμνος του Ευριπίδη για την Ειρήνη:
Εἰρήνα βαθύπλουτε καὶ
καλλίστα μακάρων θεῶν,
ζῆλός μοι σέθεν ὡς χρονίζεις.
(απόσπ. 462)
Ο θάνατος του Κλέωνα και του Βρασίδα στην Αμφίπολη (422 π.Χ.) άνοιξε τον δρόμο προς την ειρήνη. Όπως φαίνεται από την Ειρήνη του Αριστοφάνη, που παίχτηκε στα Διονύσια του 421 π.Χ., στην Αθήνα επικράτησε το κόμμα των μετριοπαθών φίλων της ειρήνης με ηγέτη τον Νικία. Αλλά και στη Σπάρτη σημειώθηκε ανάλογη φιλειρηνική κίνηση υπό τον βασιλιά Πλειστοάνακτα, γιο του Παυσανία. Με ενέργειες του στρατηγού Νικία υπογράφτηκε η ομώνυμη ειρήνη (421 π.Χ.), η οποία δεν διήρκεσε πολύ.
Η οργή, εξάλλου, του Καλλικρατίδα για τις ταπεινώσεις που δέχτηκε από τον Κύρο αποτελεί έκφραση της ελληνικής συνείδησης: «Καλλικρατίδας δὲ ἀχθεσθεὶς τῇ ἀναβολῇ καὶ ταῖς ἐπὶ τὰς θύρας φοιτήσεσιν ὀργισθεὶς καὶ εἰπὼν ἀθλιωτάτους εἶναι τοὺς Ἕλληνας, ὅτι βαρβάρους κολακεύουσιν ἕνεκα ἀργυρίου, φάσκων τε, ἂν σωθῇ οἴκαδε, κατά γε τὸ αὑτοῦ δυνατὸν διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους, ἀπέπλευσεν εἰς Μίλητον·» (Ξεν. Ελλ. 1.6.7). Ο Καλλικρατίδας όμως χάθηκε στις Αργινούσες (406 π.Χ.).
Οι αρχαίοι Έλληνες, μολονότι συνδύαζαν τα ιστορικά γεγονότα με τους πρωταγωνιστές τους, εντούτοις δεν απολυτοποίησαν τον ρόλο της προσωπικότητας. Η εξουσία του Περικλή αποκλήθηκε «τοῦ ἑνὸς ἀνδρὸς ἀρχή». Ο στρατηγός όμως στην αθηναϊκή πολιτεία ήταν αιρετός, η δε θητεία του ενιαύσια. Το γεγονός αυτό και μόνο αποτελεί για το άτομο ανασταλτικό παράγοντα ανάληψης μεγάλων πρωτοβουλιών με ευρεία χρονική προοπτική. Οι χαρισματικοί ηγέτες αναδεικνύονται σ' ένα περιβάλλον το οποίο μπορεί ως ένα σημείο να περιορίσει τη δράση τους. Ο Περικλής και ο Κλέων όφειλαν να δρουν σε ορισμένα πλαίσια που δεν επέλεγαν οι ίδιοι. Πρέπει ακόμα να διακρίνουμε ότι η ίδια η ύπαρξη αυτών των πλαισίων εμπόδιζε αυτούς τους ηγέτες να πραγματοποιήσουν πολλούς από τους δικούς τους πολιτικούς στόχους (W. Walsh, Εισαγωγή στη φιλοσοφία της ιστορίας, μετ. Φ. Κ. Βώρος, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα, 1982, σ. 316). Ο Αρχίδαμος και ο Αγησίλαος ήταν βασιλιάδες, με περιορισμένες όμως εξουσίες. Ο επικίνδυνος Αλκιβιάδης όφειλε να εκλέγεται στρατηγός. Ο ίδιος, όντας «στρατηγός αυτοκράτωρ» στη Σικελική εκστρατεία, ανακλήθηκε για να δικαστεί για ασέβεια. Για να μη συλληφθεί, προτίμησε να προδώσει την πατρίδα του, προσχωρώντας στο αντίπαλο στρατόπεδο.
Οι μαθητές προσεγγίζουν εύκολα την ιστορική εξέλιξη μέσω των δραστηριοτήτων της προσωπικότητας του ηγέτη. Πολλές φορές βιώνουν τα γεγονότα μέσω της δράσης των μεγάλων ανδρών. Ιδιαίτερα η λάμψη της Θήβας μπορεί να προσεγγιστεί μέσω του έργου δύο προσωπικοτήτων, του Επαμεινώνδα και του Πελοπίδα. Συγκεκριμένα, ο Επαμεινώνδας έθεσε ως στόχο του να συντρίψει τη δύναμη της Αθήνας και της Σπάρτης. Θέλησε, όπως διατεινόταν, «να μεταφέρει τα Προπύλαια της Ακρόπολης στην Καδμεία» και να περιορίσει τη Σπάρτη στα φυσικά της σύνορα. Ο Πελοπίδας διεύρυνε τη θηβαϊκή ισχύ στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία. Ο πρόωρος θάνατός τους ματαίωσε τα φιλόδοξα σχέδιά τους. Αλλά και η δύναμη της Θήβας ήταν δυσανάλογα μικρή για την ανάληψη πρωτοβουλιών πανελλήνιας εμβέλειας.
Καλό φυσικά είναι να μην υπερτονίζεται η συμβολή της προσωπικότητας στην παραγωγή των γεγονότων, αφού είναι γενικά αποδεκτό ότι η ιστορική εξέλιξη είναι σύνθετο δημιούργημα, συνάρτηση πολλών παραγόντων.
Τα γεγονότα δε συντελούνται μόνο με τη συνειδητή ανθρώπινη δράση ή τη δύναμη της φύσης. Συχνά γίνεται λόγος για αστάθμητους παράγοντες, την παρέμβαση της τύχης. Ο Θουκυδίδης δεν απορρίπτει την τύχη. Τα απρόβλεπτα γεγονότα, όπως ο λοιμός, εντάσσονται στα συμβάντα που δεν μπορούσε να εκτιμήσει κανείς εύκολα (J. H. Finley, Θουκυδίδης, μετ. Τ. Κουκουλιού, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1988, σσ. 316-317). Τον παράγοντα της τύχης επικαλείται ο Ξενοφώντας (Ελλ. 6.4.8), για να εξηγήσει την ήττα των Λακεδαιμονίων στα Λεύκτρα (371 π.Χ.). Η παρέμβαση του τυχαίου δυσχεραίνει την προσπάθεια του ιστορικού, αφού τον φέρνει αντιμέτωπο με εξωλογικές καταστάσεις.
Το ενδιαφέρον πρέπει να στραφεί και προς την έννοια του χώρου, τον οποίο οι μαθητές μπορούν να συγκεκριμενοποιήσουν με την αξιοποίηση του χάρτη. Τα γεγονότα, ακόμη και τα πνευματικά, εξαρτώνται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό από τον χώρο. Ο χώρος έχει εξίσου μεγάλη σημασία για ένα γεγονός με τον χρόνο. Η γεωγραφία δίνει απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα, ιδιαίτερα όταν ο ιστορικός στρέφει το ενδιαφέρον του στη μακρά διάρκεια (F. Braudel, Μεσόγειος, μετάφραση Κλαίρη Μιτσοτάκη, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1993, σ. 27). Είναι θεμιτό, ως εκ τούτου, να μιλάμε για γεωιστορία. Τα γεγονότα που μας απασχολούν εξελίσσονται στον ευρύτερο χώρο όπου δραστηριοποιείται ο ελληνισμός. Οι συγκρούσεις στη στεριά συναρτώνται άμεσα με την αξιοποίηση των εδαφικών πλεονεκτημάτων. Η κυριαρχία στη θάλασσα σχετίζεται με τον έλεγχο καίριων σημείων, όπως είναι ο Ελλήσποντος. Η κατοχή του θεωρούνταν γεγονός ύψιστης σημασίας. Η θέση του είναι στρατηγική και σχετιζόταν κυρίως με το εμπόριο του σταριού αλλά και της φορολόγησης των διερχόμενων πλοίων (Ξεν. Ελλ. 1.1.22). Η εκστρατεία στη Σικελία αφορούσε τον έλεγχο των αγορών του δυτικού ελληνικού χώρου και της Σικελίας. Οι Πέρσες αγωνίζονταν να ελέγξουν τον Ελλήσποντο και τη δυτική Μ. Ασία. Η μεσογειακή Σπάρτη και η παραλιακή Αθήνα μάχονταν για την κυριαρχία του ελληνικού χώρου (Ξεν. Ελλ. 5.1.1). Η Κόρινθος, όταν κινδύνευε η κυριαρχία της στο Ιόνιο, συμμάχησε με τη Σπάρτη και στράφηκε ανοιχτά εναντίον της Αθήνας.
Ο χρόνος αποτελεί στοιχείο του γεγονότος, αφού μέσω αυτού το γεγονός προσδιορίζεται και, ως ένα σημείο, ερμηνεύεται. Και τούτο είναι φυσικό, αφού ο χρόνος ορίζει και τις δυνατότητες που έχουν οι άνθρωποι τη δεδομένη χρονική στιγμή. Παρά το γεγονός ότι η αρχαία ελληνική σκέψη προσδίδει στον χρόνο έννοια κύκλου, εδώ πρέπει να νοηθεί ως ευθεία σε δεδομένα σημεία της οποίας αντιστοιχούν τα γεγονότα. Η χρονική διάρκεια από την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου (431 π.Χ. ) ως τη μάχη της Μαντίνειας (362 π.Χ.) συνιστά την έννοια μιας συγκυρίας στο εσωτερικό της οποίας συντελούνται ορισμένες μεταβολές.
Την αξία του χρόνου έχει κατανοήσει ο Θουκυδίδης, ο οποίος καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια να ορίσει την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου: «Ἄρχεται δὲ ὁ πόλεμος ἐνθένδε ἤδη Ἀθηναίων καὶ Πελοποννησίων καὶ τῶν ἑκατέροις ξυμμάχων, ἐν ᾧ οὔτε ἐπεμείγνυντο ἔτι ἀκηρυκτεὶ παρ᾽ ἀλλήλους καταστάντες τε ξυνεχῶς ἐπολέμουν· γέγραπται δὲ ἑξῆς ὡς ἕκαστα ἐγίγνετο κατὰ θέρος καὶ χειμῶνα. [2.2.1] Τέσσαρα μὲν γὰρ καὶ δέκα ἔτη ἐνέμειναν αἱ τριακοντούτεις σπονδαὶ αἳ ἐγένοντο μετ᾽ Εὐβοίας ἅλωσιν· τῷ δὲ πέμπτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει, ἐπὶ Χρυσίδος ἐν Ἄργει τότε πεντήκοντα δυοῖν δέοντα ἔτη ἱερωμένης καὶ Αἰνησίου ἐφόρου ἐν Σπάρτῃ καὶ Πυθοδώρου ἔτι δύο μῆνας ἄρχοντος Ἀθηναίοις, μετὰ τὴν ἐν Ποτειδαίᾳ μάχην μηνὶ ἕκτῳ καὶ ἅμα ἦρι ἀρχομένῳ Θηβαίων ἄνδρες...» (Θουκ. 2.1-2). Ο προσδιορισμός του χρόνου με τις Ολυμπιάδες για πρώτη φορά θα επιχειρηθεί από τον Τίμαιο τον Ταυρομενίτη τον 2ο αιώνα π.Χ. και θα υιοθετηθεί στη συνέχεια από τον Πολύβιο. Ο Ξενοφώντας γενικά ακολουθεί το χρονολογικό σύστημα του Θουκυδίδη.
Για λόγους μεθοδολογίας τα γεγονότα των εμφυλίων πολέμων ονοματίζονται και περιοδολογούνται (Πελοποννησιακός 431-404 π.Χ., Αρχιδάμειος 431-421 π.Χ., Σικελική εκστρατεία 415-413 π.Χ., Δεκελεικός 413-404 π.Χ., Βοιωτικός ή Κορινθιακός - Θηβαϊκή ηγεμονία 395-362 π.Χ.) με βάση τα κριτήρια του χώρου και του ηγέτη.
Η ενότητα του Πελοποννησιακού πολέμου προσφέρεται για εξέταση της αιτιότητας στην ιστορία, της αμοιβαίας σχέσης αιτίας και αποτελέσματος. Η αναζήτηση των αιτίων είναι κοινός τόπος της ιστορικής πραγματικότητας. Είναι πάντων δύσκολο να διακριβωθούν οι λόγοι που ωθούν τους ανθρώπους στη δράση. Ακόμη πιο δύσκολο είναι να εκτιμηθεί ο βαθμός συμβολής του καθενός αιτίου στην παραγωγή κάποιου γεγονότος. Οι ίδιες αιτίες δεν αντιστοιχούν σε ίδια αποτελέσματα. Η απάντηση στο «γιατί» είναι ίσως το πιο δύσκολο σημείο της ιστορικής γραφής. Για τον λόγο αυτό κάποιοι ιστορικοί συνιστούν να στρέφεται το ενδιαφέρον στο «πώς συνέβη κάτι» (E. H. Carr, What is Hίstory, Penguin Bookw, London, 1971, σ. 88). Αν αφαιρεθεί όμως το «πώς» και το «γιατί», η ιστορία θα μεταβληθεί σε απλή διήγηση.
Ο Θουκυδίδης κάνει διάκριση ανάμεσα στα αίτια και την αφορμή. Η αιτία αντιστοιχεί προς τη λατινική λέξη «causa». Αφορμή είναι λόγος, ψευδής ή αληθινός, που προβάλλεται κάθε φορά και λειτουργεί αφετηριακά ως έναυσμα. Αποδίδεται συνήθως με τις λέξεις «πρόφαση», «πρόσχημα», «πάτημα». Η λεπτή διαφορά ανάμεσα στις λέξεις «αιτία» και «αφορμή» οδηγεί και σήμερα στη χρησιμοποίηση και των δύο αδιακρίτως.
Ο Θουκυδίδης, παρά τη λεπτολόγο διάθεσή του, δεν αντιδιαστέλλει σαφώς τις δύο έννοιες. Ως «ἀληθεστάτην πρόφασιν», ουσιαστικότερη αιτία δηλαδή, θεωρεί την αύξουσα ισχύ της Αθήνας (Θουκ. 1.23). Στη συνέχεια διευκρινίζει το θέμα σαφέστερα (1.88): «ἐψηφίσαντο δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι τὰς σπονδὰς λελύσθαι καὶ πολεμητέα εἶναι οὐ τοσοῦτον τῶν ξυμμάχων πεισθέντες τοῖς λόγοις ὅσον φοβούμενοι τοὺς Ἀθηναίους μὴ ἐπὶ μεῖζον δυνηθῶσιν, ὁρῶντες αὐτοῖς τὰ πολλὰ τῆς Ἑλλάδος ὑποχείρια ἤδη ὄντα».
Ο Ξενοφώντας διαφοροποιεί γενικά την αιτία από την πρόφαση, την οποία πολλές φορές προτάσσει (Ξεν. Ελλ. 3.5.5). Ο Πολύβιος συμπληρώνει το εξηγητικό σχήμα με την προσθήκη της αρχής, της αφετηρίας δηλαδή του γεγονότος (αιτία-αφορμή-αρχή).
Ειδικό ενδιαφέρον πρέπει να επιδειχθεί για τα αποτελέσματα του Πελοποννησιακού πολέμου και των συγκρούσεων που ακολούθησαν. Τα αποτελέσματα ολοκληρώνουν το γεγονός, και η σημασία τους, καθώς διαθλάται στον χρόνο, αφορά άμεσα τους ανθρώπους. Ο σχολιασμός των αποτελεσμάτων μπορεί να επεκταθεί και σε γενικευτικού χαρακτήρα εξέταση, αφού των πολέμων τα αποτελέσματα, πέραν των ιδιαιτεροτήτων, παρουσιάζουν και κοινά γνωρίσματα, όπως ανθρώπινα θύματα, ψυχικά τραύματα, εξαχρείωση των ηθών, καταστροφή έργων πολιτισμού, οικονομική δυσπραγία, καταστροφή του περιβάλλοντος κ.ά.
Δύο αντίθετες απόψεις
Έχουμε αναγνωρίσει ότι ο πόλεμος είναι η μέχρι τούδε έσχατη μορφή ανταγωνισμού και φυσικής επιλογής στο ανθρώπινο είδος. «Πόλεμος πάντων πατήρ» έλεγε ο Ηράκλειτος· ο πόλεμος δηλαδή ή ο ανταγωνισμός είναι ο δημιουργός όλων των πραγμάτων, η κραταιά αρχή και πηγή ιδεών, εφευρέσεων, θεσμών και κρατών. Η ειρήνη είναι μια ασταθής ισορροπία, η οποία μπορεί να διατηρηθεί μόνο με την αναγνώριση μιας υπεροχής ή με μια εξίσωση δυνάμεων.
Για όσους από μας μελετάμε την ιστορία όχι απλώς ως μια προειδοποιητική υπόμνηση των ανοησιών και των εγκλημάτων του ανθρώπου, αλλά και ως ενθαρρυντική ανάμνηση δημιουργικών πνευμάτων, το παρελθόν παύει να είναι μια καταθλιπτική αίθουσα του τρόμου και της φρίκης γίνεται μια ουράνια πόλη, μια απέραντη χώρα του πνεύματος, όπου χιλιάδες αγίων, πολιτικών, εφευρετών επιστημόνων, ποιητών, καλλιτεχνών, μουσικών, εραστών και φιλοσόφων ζουν ακόμα και ομιλούν, διδάσκουν και σμιλεύουν και τραγουδούν.
Will-Ariel Durant, Τα συμπεράσματα της Ιστορίας, μετ. Μ. Κορνηλίου, εκδ. Αδελφοί Συρόπουλοι, Αθήνα, χ.χ., σ. 101 και 130.
χρονολόγιο
776|
721|
632|
594|
550|
527|
525|
510|
509|
508|
499|
495|
494|
492|
490|
481|
480|
479|
478|
476|
467|
461|
454|
449|
446|
432|
431|
430|
429|
428|
425|
422|
421|
415|
413|
407|
406|
405|
404|
403|
401|
394|
385|
382|
379|
378|
371|
365|
362|
359|
338|
337|
336|
334|
333|
332|
331|
326|
324|
323|
Μαρμάρινο κεφάλι του Αλκιβιάδη
(Μουσείο Ny Karlsberg, Κοπεγχάγη).
Η σύνθετη προσωπικότητα του Αθηναίου πολιτικού
εκφράζεται στην προτομή αυτή.
Αλκιβιάδης: από την κορυφή στην άβυσσο, ταινία σε 10 μέρη:
1ο,
2ο,
3ο,
4ο,
5ο,
6ο,
7ο,
8ο,
9ο,
10ο
Ψήφισμα του δήμου των Αθηναίων για τη Σικελική Εκστρατεία (Μουσεία: Επιγραφικό Μουσείο, ΟΔΥΣΣΕΥΣ, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού)
Στην πολιτική σκηνή της Αθήνας κυριαρχεί ο Αλκιβιάδης, πολιτικός με πολλές ικανότητες και υπέρμετρες φιλοδοξίες. Ο Αλκιβιάδης, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τον πόλεμο δύο σικελικών πόλεων, της Έγεστας και του Σελινούντα, πείθει την Εκκλησία του Δήμου, παρά τις αντιρρήσεις του Νικία, να οργανώσει μεγάλη εκστρατεία στη Σικελία με το πρόσχημα της αποστολής βοήθειας προς τους Εγεσταίους, φίλους της Αθήνας. Η Εκκλησία όρισε, ως αρχηγούς της εκστρατείας, τρεις στρατηγούς δίνοντάς τους πλήρεις εξουσίες (στρατηγούς αυτοκράτορες): τον Αλκιβιάδη, που ήταν ο εμπνευστής της εκστρατείας, τον Νικία και τον Λάμαχο.
Όταν ο στόλος των Αθηναίων έφθασε στη Σικελία, στην Αθήνα ξέσπασε οξύτατη πολιτική κρίση. Ο Αλκιβιάδης είχε κατηγορηθεί από τους εχθρούς του ότι, την παραμονή της αποχώρησης για τη Σικελία, αυτός και φίλοι του, σε κατάσταση μέθης, είχαν ακρωτηριάσει τις ερμαϊκές στήλες που χρησίμευαν ως οδοδείκτες στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης. Ο λαός είχε δώσει υπερβολική σημασία στο γεγονός αυτό. Η κατηγορία για ιεροσυλία ήταν φοβερή. Η Εκκλησία αποφάσισε να ανακαλέσει από τη Σικελία τον Αλκιβιάδη. Αυτός, φοβούμενος την καταδίκη του σε θάνατο, αρνείται να επιστρέψει στην Αθήνα και καταφεύγει στη Σπάρτη.
Εκεί, προδίδοντας την πόλη του, συμβουλεύει τους Σπαρτιάτες να στείλουν ισχυρό εκστρατευτικό σώμα στη Σικελία για να βοηθήσουν τους Σελινούντιους και τους συμμάχους τους Συρακούσιους. Ακόμη, προτρέπει να καταλάβουν και να οχυρώσουν τη Δεκέλεια στην Αττική για να αποκόψουν την Αθήνα από την αγροτική ενδοχώρα της.
Στη Σικελία η κατάσταση εξελίσσεται άσχημα για τους Αθηναίους. Ο εμπνευστής της εκστρατείας είναι απών, ο Νικίας δεν πιστεύει στη χρησιμότητα της επιχείρησης και ο Λάμαχος φονεύτηκε σε μία σύγκρουση με τους Συρακούσιους. Όταν φθάνουν οι σπαρτιατικές ενισχύσεις υπό τον ικανότατο στρατηγό Γύλιππο, η κατάσταση χειροτερεύει για τους Αθηναίους και καταλήγει σε καταστροφή. Για τον Θουκυδίδη η σικελική καταστροφή σηματοδοτεί και την οριστική πτώση του αθηναϊκού μεγαλείου. «Οὐδέν ἐστίν ὃ,τι οὐκ ἀπώλετο - Όλα χάθηκαν».
Η οχύρωση της Δεκέλειας από τους Σπαρτιάτες είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα για την Αθήνα. Η ύπαιθρος χάνεται για την πόλη. Οι Αθηναίοι προσπαθούν να ναυπηγήσουν νέο στόλο. Συγχρόνως, οι Πέρσες αρχίζουν ξανά να εμφανίζονται στο Αιγαίο. Ο Αλκιβιάδης, ο οποίος μετά τη Σπάρτη έχει καταφύγει στη Μικρά Ασία, συμβουλεύει τους Πέρσες να συντηρούν τον πόλεμο ανάμεσα σε Αθήνα και Σπάρτη. Οι Πέρσες προσφέρουν χρήματα στους Σπαρτιάτες και εκείνοι με τα χρήματα των Περσών ναυπηγούν ισχυρό στόλο και διεκδικούν από τους Αθηναίους την κυριαρχία στο Αιγαίο.
86
Ένας ικανότατος στρατηγός, ο Λύσανδρος, αναλαμβάνει την ηγεσία του σπαρτιατικού στρατού. Οι Αθηναίοι, στην αμηχανία τους, ανακαλούν τον Αλκιβιάδη και του αναθέτουν την αποστολή να αντιμετωπίσει τον Λύσανδρο. Ο αθηναϊκός στόλος ηττάται στο ακρωτήριο της Σάμου Νότιο (407 π.Χ.). Yπεύθυνος της ήττας θεωρείται ο Αλκιβιάδης, ο οποίος δεν επιστρέφει στην Αθήνα.
Στις Αργινούσες (406 π.Χ.) ο αθηναϊκός στόλος με αρχηγό τον Κόνωνα νικά τους Σπαρτιάτες. Στη συνέχεια οι επιχειρήσεις αναπτύσσονται στο Βόρειο Αιγαίο και στα στενά της Προποντίδας. Στα 405 π.Χ. ο Λύσανδρος στους Αιγός Ποταμούς, μία τοποθεσία στον Ελλήσποντο, κυριεύει με τέχνασμα τα αθηναϊκά πλοία. Η καταστροφή των Αθηναίων ήταν ολοκληρωτική.
Ο στόλος των Σπαρτιατών αποκλείει την Αθήνα από τη θάλασσα, ενώ η πόλη, με οχυρωμένη τη Δεκέλεια από τους Σπαρτιάτες, ήταν τελείως απομονωμένη από την ξηρά. Η πολιορκία εξάντλησε τους Αθηναίους, οι οποίοι 404 π.Χ. αναγκάζονται να ζητήσουν ειρήνη.
87
Η νύμφη Αρέθουσα
(Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο).
Οι Συρακούσιοι, μετά τη νίκη τους εναντίον των Αθηναίων,
έκοψαν νέο νόμισμα.
Οι Σπαρτιάτες συγκαλούν συνέδριο στη Σπάρτη για να αποφασιστεί η σύναψη ειρήνης. Στο συνέδριο οι Κορίνθιοι και άλλοι σύμμαχοι ζητούν να ισοπεδωθεί η Αθήνα και οι κάτοικοί της να πουληθούν ως δούλοι. Οι Σπαρτιάτες όμως, αναλογιζόμενοι την προσφορά της Αθήνας κατά τους Περσικούς πολέμους, δεν άκουσαν τη γνώμη των συμμάχων και δέχθηκαν να συνάψουν ειρήνη με τους παρακάτω βαρείς όρους:
α) Οι Αθηναίοι να παραδώσουν όλα τους τα πλοία εκτός από 12.
β) Να κατεδαφιστούν τα Μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά.
γ) Να επανέλθουν όλοι οι πολιτικοί εξόριστοι.
δ) Οι Αθηναίοι να ακολουθούν τους Σπαρτιάτες και να έχουν τους ίδιους εχθρούς και φίλους.
«Αχαρνής» Τα αποτελέσματα του πολέμου (ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ)
Το τέλος του πολέμου αναδεικνύει τη Σπάρτη νικήτρια. Όμως στην πραγματικότητα ολόκληρη η Ελλάδα εξέρχεται βαθύτατα τραυματισμένη. Πόλεις έχουν ερειπωθεί, η ύπαιθρος έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της, οι νεκροί ανέρχονται σε χιλιάδες. Όμως ο πόλεμος έχει διαβρώσει και τον ψυχικό κόσμο των ανθρώπων. Οι ηθικές αξίες έχουν καταρρεύσει, οι κοινωνικές δομές έχουν ανατραπεί, η θρησκευτική πίστη έχει αντικατασταθεί από την αμφισβήτηση. Ακόμη, ο πόλεμος αυτός έχει επιτρέψει στους Πέρσες να αναμειχθούν στα ελληνικά πράγματα.
88
1. Εκδήλωση της αντίθετης φωνής, της φιλειρηνικής, αποτελεί το παρακάτω ποίημα της εποχής.
Αφού εξηγήσετε τους λόγους δημιουργίας του ποιήματος, να αναζητήσετε αναλογίες με αντίστοιχα γεγονότα της εποχής μας.
2. Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Αθηναίοι είχαν στείλει και άλλη φορά στόλο στη Σικελία, για να επιβάλουν την κυριαρχία τους. Σε λόγο που εκφώνησε ο Ερμοκράτης ο Συρακούσιος προς τους αντιπροσώπους των πόλεων διατύπωσε για πρώτη φορά το δόγμα: «Η Σικελία για τους Σικελιώτες». Ποιο το νόημα του δόγματος; Μπορεί γενικότερα και στην εποχή μας να διατυπώσουν τα κράτη τέτοιο μήνυμα;
3. Ο χώρος έπαιξε αρνητικό ρόλο στην εξέλιξη της αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία. Με ποια στοιχεία θα υποστηρίζατε την ορθότητα της παραπάνω φράσης; (Αξιοποιήστε τα δεδομένα του σχετικού χάρτη).