Kώστας Κρυστάλλης
Ηλιοβασίλεμα
Το ποίημα που ακολουθεί είναι το πρώτο μέρος του ομότιτλου ποιήματος του Κώστα Κρυστάλλη, το οποίο περιλαμβάνεται στη συλλογή O τραγουδιστής του χωριού και της στάνης (1893). O Κ. Κρυστάλλης, στηριζόμενος στην παράδοση των δημοτικών μας τραγουδιών και χρησιμοποιώντας τη γλώσσα και τον ρυθμό τους, τραγουδά την άδολη ομορφιά της ελληνικής υπαίθρου και την αγνότητα των ανθρώπων του αγροτικού μόχθου.
Πίσω από μακρινές κορφές ο ήλιος βασιλεύει, και τ’ ουρανού τα σύνορα χίλιες βαφές αλλάζουν, πράσινες, κόκκινες, ξανθές, ολόχρυσες, γαλάζες, κι ανάμεσά τους σκάει λαμπρός λαμπρός ο Αποσπερίτης. Την πύρη του καλοκαιριού την σβηεί γλυκό αγεράκι που κατεβάζουν τα βουνά, που φέρνουν τ’ ακρογιάλια. Ανάρια τα κλωνάρια του κουνάει ο γερο-πεύκος, και πίνει και ρουφάει δροσιά κι αχολογάει και τρίζει, η βρύση η χορταρόστρωτη δροσίζει τα λουλούδια, και μ’ αλαφρό μουρμουρητό γλυκά τα νανουρίζει· θολώνει πέρα η θάλασσα, τα ριζοβούνια ισκιώνουν, τα ζάλογκα μαυρολογούν, σκύβουν τα φρύδια οι βράχοι, κι οι κάμποι γύρου οι απλωτοί πράσινο πέλαο μοιάζουν. Απ’ όξω, από τα οργώματα, γυρνούνε οι ζευγολάτες, ηλιοκαμένοι, ξέκοποι, βουβοί, αποκαρωμένοι, με τους ζυγούς, με τα βαριά τ’ αλέτρια φορτωμένοι, και σαλαγούν από μπροστά τα δυο καματερά τους, τρανά, στεφανοκέρατα, κοιλάτα, με μακριά τραχηλιά τραχηλάτα, «Oώ! φωνάζοντας, οώ! Μελισσηνέ, Λαμπίρη»· κι αργά τα βόδια περπατούν και πού και πού μουγκρίζουν. 91 Γυρνούνε από τα έργα τους οι λυγερές, γυρνούνε με τα ζαλίκια αχ τη λογγιά, με τα σκουτιά αχ το πλύμα, με τες πλατιές των τες ποδιές σφογγίζοντας τον ίδρω· και σ’ όποιο δέντρο κι αν σταθούν, σ’ όποιο κοντρί ακουμπήσουν, εις το μουρμούρι του κλαριού, εις τη θωριά του βράχου γλυκόν γλυκό και πρόσχαρον χαιρετισμό ξανοίγουν: «Γεια και χαρά στον κόσμο μας, στον όμορφό μας κόσμο!» |
Λ. Πολίτη, Ποιητική Ανθολογία, τόμ. 6, Δωδώνη
Παράλληλα Κείμενα
Μιχ. Γκανάς, «Γυάλινα Γιάννινα» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]
Λεξιλόγιο
*πύρη:
πύρωμα, καύσωνας *ανάρια: αραιά *αχολογάει:
βουίζει, παράγει ήχο *ριζοβούνια: πρόποδες βουνού *ζάλογκα:
πυκνά δάση *ζευγολάτες: γεωργοί (που οργώνουν) *ξέκοποι:
κατάκοποι *αποκαρωμένοι: νυσταγμένοι από τη ζέστη *καματερά:
βόδια που χρησιμοποιούνται στο όργωμα *τραχηλάτα: με μακριά
τραχηλιά *ζαλίκια: δεμάτια ξύλα που τα κουβαλούν στον ώμο *λογγιά:
πυκνό δάσος *σκουτιά: ρούχα *κοντρί:
μεγάλη πέτρα, κοτρόνι
Επαμεινώνδας Θωμόπουλος, Oι θερίστριες
Δημήτρης Γιολδάσης (1897-1993), «Θέρος» (λάδι, 22,5x31εκ., συλλογή Γεωργίου Ι. Κατσίγρα) [πηγή: Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας. Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα]
Jules Breton (1827-1906), «Fin du travail [= Τέλος της εργασίας]» (λάδι σε καμβά, 84x120εκ., 1887) [πηγή: Μουσείο Brooklyn, Νέα Υόρκη]
Ουμβέρτος Αργυρός (1883-1963), «Θεριστής» (παστέλ, 30,5x19εκ., συλλογή Γεωργίου Ι. Κατσίγρα) [πηγή: Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας. Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα]
Vincent Van Gogh (1853-1890), «The sower [= Ο θεριστής]» (λάδι σε καμβά, 32x40εκ., 1888) [πηγή: Μουσείο Van Gogh, Άμστερνταμ]
Διάβασε για τη ζωή και το έργο του εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό . Δες και παρακάτω στο Υλικό
Θεματικά κέντρα
Η φύση -βουνά, πεδιάδες, θάλασσα- την ώρα του καλοκαιρινού δειλινού.
O γυρισμός των ζευγολατών στα σπίτια τους με το ηλιοβασίλεμα. Μόχθος και ικανοποίηση.
Ενδεικτική ερμηνευτική προσέγγιση
Το πεζογραφικό και το ποιητικό έργο του Κ. Κρυστάλλη εντάσσεται στην ειδυλλιακή ηθογραφία που εξιδανικεύει τη ζωή του χωριού, απαλύνοντας εντελώς τα όποια αρνητικά στοιχεία. Το ανθολογημένο ποίημα αποτελεί έκφραση λατρείας του ποιητή για την αγροτική ζωή, λατρεία ωστόσο η οποία δικαιολογείται από τα τραυματικά βιώματα του Κ. Κρυστάλλη. Είναι καλό, λοιπόν, η προσέγγιση να αρχίσει από τα βιογραφικά στοιχεία του ποιητή, ο οποίος, μαθητής ακόμα στο Γυμνάσιο, αναγκάστηκε να φύγει από τα τουρκοκρατούμενα Γιάννενα, εξαιτίας ενός πατριωτικού ποιήματος που δημοσίευσε το 1887. Ήρθε στην Αθήνα όπου έζησε δυστυχισμένη ζωή, όλο στερήσεις, μέχρι τον πρόωρο θάνατο του (αρρώστησε από φυματίωση). Την αγάπη του για την αγνή και όμορφη ζωή της υπαίθρου που στερήθηκε την έκανε ποίημα και τραγούδι, γεγονός που ερμηνεύει τις εμμονές του στις ίδιες πάντα σκηνές του αγροτικού κόσμου, του βουνού και της στάνης, της στρούγκας και της φλογέρας, όπως σημειώνει ο Μιχάλης Μερακλής.
Από όλες τις ώρες της ημέρας ο ποιητής επιλέγει να περιγράψει και να υμνήσει την ώρα που βασιλεύει ο ήλιος και όλα στη φύση γαληνεύουν μέσα στα χρώματα, τους ήχους και τα αρώματα του δειλινού. Είναι η στιγμή που ο αγρότης σταματά τη δουλειά, επιστρέφει στο σπίτι για να ξεκουραστεί, να δει τα αγαπημένα του πρόσωπα, να διασκεδάσει με τις απλές χαρές της ζωής. Επιστρέφουν και οι κοπέλες από τις σπιτικές δουλειές και όλοι μαζί χαιρετούν την όμορφη φύση.
Στο ποίημα τονίζεται ο μόχθος αλλά και το συναίσθημα της ψυχικής ικανοποίησης και πληρότητας των αγροτών, οι οποίοι γυρνούν στη θαλπωρή του σπιτιού και της οικογένειας ύστερα από μια μέρα δουλειάς στην πανέμορφη φύση. Τα καματερά (βόδια που σέρνουν το αλέτρι), η φύση ολόκληρη με τα νερά, τα δέντρα και τα βουνά της, είναι συμπαραστάτες στη δύσκολη ζωή, αλλά και εικόνα ομορφιάς και πηγή χαράς για τους αγρότες. O τελευταίος στίχος του αποσπάσματος «γεια και χαρά στον κόσμο μας, στον όμορφο μας κόσμο!» συνοψίζει τη λατρεία του ποιητή προς τη φύση και την απλή ζωή. Αυτή η ιδεαλιστική θεώρηση του κόσμου μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη του Διον. Σολωμού, όπως εκφράστηκε στον Πορφυρά: «Νιος κόσμος όμορφος παντού χαράς και καλοσύνης» και στο επίγραμμα «Εις Φραγκίσκα Φραίζερ»: «Όμορφος κόσμος ηθικός, αγγελικά πλασμένος».
1. Νίκος Χαντζάρας, ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ, Η ελληνική ποίηση, τόμ. 2, επιμέλεια Μ.Γ. Μερακλής, Σοκόλης, Αθήνα 1989, σ. 486-487
Ηλιοβασίλεμα. Σαλεύουν
αύρες τα λούλουδα απαλά.
Σε διάφανο ουρανό τ' αστέρι
το βραδινό φωτάει δειλά.
Από τον κάμπο στο χωριό του
αντρόγενο όμορφο γυρνά.
Διαβαίνει ομπρός το παλικάρι
και το κατόπι η νια περνά.
Αριά βελάσματα, κουδούνια,
σφυρίγματα στη σιγαλιά.
Γυρνούν στη στάνη τα κοπάδια,
ζυγά φωλιάζουν τα πουλιά.
Εκειός με το τσαπί στον ώμο,
αλυγαριά χλωρή στ' αυτί
κι έχει γλυκά στης νιας τον κόρφο
το βρέφος αλησμονηθεί.
2. Γ. Δροσίνης, ΤΟ ΦΤΑΣΙΜΟ (απόσπασμα), Λίνου Πολίτη, Ποιητική Ανθολογία, τόμ. 6, Δωδώνη, Αθήνα 1977, σ. 27
Θα βραδιάζει η μέρα, όταν θα φτάνομε
στου χωριού τα αποσκιωμένα αλώνια.
Θα φανούν λευκά τα χωριατόσπιτα
πίσω από των πεύκων τα ακροκλώνια.
Μακριά θ' ακούονται αρνιών βελάσματα.
βραδινή καμπάνα θα σημαίνει.
Στη βρυσούλα βόδια θα ποτίζονται.
Θα καπνίζουν φούρνοι φλογισμένοι.
Θα βαθιανασαίνομε στο διάβα μας
μυρωδιά από στάχυα θερισμένα
θα μας ευχηθούν το «καλώς ήρθατε»
χέρια από τον κάματο αργασμένα.
Για τα λογοτεχνικά ρεύματα - κινήματα δείτε εδώ
Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.
Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;
Το ποιητικό υποκείμενο είναι...
Σε ποιον απευθύνεται;
Απευθύνεται...
Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό
Τα ρήματα βρίσκονται...
Ποιος είναι ο χώρος;
Ο χώρος του ποιήματος είναι...
Ποιος είναι ο χρόνος;
Ο χρόνος του ποιήματος είναι...
Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;
Οι εικόνες του ποιήματος είναι...
Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)
Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...
Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)
Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...
Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;
Ο ποιητής....
Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)
Το ποίημα είναι γραμμένο σε...
Το ποίημα έχει ομοιοκαταληξία κι αν ναι τι είδους; (π.χ. ζευγαρωτή, πλεκτή, σταυρωτή κλπ.)
Η ομοιοκαταληξία είναι....
Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;
Τα συναισθήματα...