Πέλλα, Οικία της αρπαγής της Ελένης

Αμαζονομαχία

a d p

 

Ψηφιδωτό (βοτσαλωτό δάπεδο) με παράσταση Αμαζονομαχίας, περίπου 320 π.Χ.

 

Αμαζονομαχία

 

© Χ. Μακαρόνας - Ε. Γιούρη

 

Το ψηφιδωτό αποτελεί την πρώτη παράσταση της Αμαζονομαχίας σε ψηφιδωτό δάπεδο. Το θέμα της Αμαζονομαχίας είναι μια αναφορά στη νικηφόρα εκστρατεία του Αλεξάνδρου στην Ασία, στην οποία θα πήρε μέρος και ο ιδιοκτήτης της οικίας.

Ένας Έλληνας με χιτώνα, θώρακα, κράνος, περικνημίδες με την ασπίδα στο αριστερό χέρι και το ξίφος στο υψωμένο δεξιό επιτίθεται ενάντια σε μια Αμαζόνα που είναι πεσμένη στο έδαφος εμπρός στα πόδια του. Η Αμαζόνα, για να αμυνθεί, προβάλλει με το αριστερό χέρι την ασπίδα και με το δεξιό στηρίζεται στο έδαφος, κρατώντας τον σπασμένο πέλεκυ. Φοράει κίτρινο, αχειρίδωτο κοντό χιτώνα, κίτρινο κοκκιδωτό περιδέραιο, κόκκινη τιάρα, λευκές αναξυρίδες και κόκκινα υποδήματα. Μια δεύτερη Αμαζόνα, με τον πέλεκυ στο δεξιό χέρι και την ασπίδα στο αριστερό, σπεύδει να βοηθήσει τη συντρόφισσά της. Φοράει λευκό αχειρίδωτο, κοντό χιτώνα, που ανεμεμίζει με βαθύσκιωτες πτυχές, κόκκινη τιάρα, λευκές αναξυρίδες ποικιλμένες με κύκλους από κόκκινες και κίτρινες ψηφίδες και κίτρινα υποδήματα. Στον λαιμό ένα κίτρινο κοκκιδωτό περιδέραιο και στο δεξιό χέρι τρία κίτρινα βραχιόλια.

Η σκηνή διαδραματίζεται σ’ ένα τοπίο με ανώμαλο έδαφος. Εκτός από τη δήλωση του εδάφους με ποικίλες ψηφίδες, το υπόλοιπο πεδίο του πίνακα είναι μαύρο. Το ψηφιδωτό βρέθηκε αρκετά φθαρμένο και η μεγαλύτερη φθορά είναι στην εικόνα του Έλληνα.

Η τεχνική του ψηφιδωτού της Αμαζονομαχίας είναι παρόμοια με του κυνηγιού του ελαφιού. Για τα πρόσωπα ο ψηφοθέτης χρησιμοποιεί ψηφίδες μικρότερου μεγέθους, πυκνά τοποθετημένες. Το περίγραμμα του ματιού και του φρυδιού δηλώνεται με μαύρες ψηφίδες και η κόρη του οφθαλμού είναι μια μεγάλη μαύρη ψηφίδα.

Τα βασικά χρώματα είναι άσπρο, μαύρο, κόκκινο, κίτρινο και συμπληρωματικό γκρίζο. Στην εικόνα του Έλληνα κυριαρχεί το λευκό και το γκρίζο. Η μεγάλη κυκλική του ασπίδα είναι λευκή με γκρίζα φωτοσκίαση. Το κράνος, λευκό, ποικιλμένο με πυρρόξανθες ταινίες από κόκκινες και κίτρινες ψηφίδες. Ο θώρακας έχει κόκκινες επωμίδες. Στο πρόσωπο και στο σώμα έντονη γκρίζα φωτοσκίαση. Φωτοσκίαση παρατηρούμε και στον λαιμό των Αμαζόνων. Πολύχρωμη είναι η εικόνα της πεσμένης Αμαζόνας. Ο χιτώνας της κίτρινος με ανοιχτές και σκούρες αποχρώσεις.

Ο πίνακας της Αμαζονομαχίας, περιβάλλεται με ένα πλοχμό και πλαισιώνεται από μια κοσμοφόρο και μια ζωφόρο.

Η κοσμοφόρος αποτελείται από ανθέμια και άνθη λωτού συνδεδεμένα με έλικες. Στις γωνίες ένα μεγάλο λευκό άνθος με οκτώ πέταλα. Τα ανθέμια είναι λευκά, εννεάφυλλα, φλογόσχημα με φωτοσκίαση στο κεντρικό φύλλο και την καρδιά. Τα άνθη του λωτού είναι λευκά, επτάφυλλα με φωτοσκίαση. Στις τρεις γωνίες εικονίζονται αντωπά δύο μισά φλογωτά ανθέμια και στην τέταρτη, τη νοτιοδυτική, ένα άνθος λωτού. Στις μακριές πλευρές, ανατολική και δυτική, εικονίζονται τέσσερα ανθέμια και πέντε άνθη λωτού, στη βόρεια τρία ανθέμια και τέσσερα άνθη λωτού και στη νότια τέσσερα ανθέμια και τέσσερα άνθη λωτού.

Στη ζωφόρο εικονίζονται δύο πάνθηρες αντωποί στην ανατολική και δυτική πλευρά και δύο κάπροι αντωποί στη βόρεια και νότια πλευρά. Ανάμεσα στα ζώα ένα άνθινο κόσμημα, ένα ανθέμιο εννεάφυλλο και δύο μισά φλογωτά ανθέμια συνδεόμενα με έλικες. Στις γωνίες δύο έλικες σχηματίζουν μια λύρα, στο εσωτερικό της οποίας εικονίζεται ένα μεγάλο κρινόσχημο άνθος και στις πλευρές δύο μισά φλογωτά ανθέμια.

Το θέμα της Αμαζονομαχίας είναι ένα θέμα συνηθισμένο στην αγγειογραφία του 4ου αι. π.Χ., όπου παρατηρούμε συχνά αναφορές ή απηχήσεις κλασικού παραδείγματος της Αμαζονομαχίας του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. Και στο ψηφιδωτό της Πέλλας έχουμε μια παραλλαγή του θέματος της πλάκας. Β.Μ. 1009, 3-5 του Μαυσωλείου. Η σύνθεση του πίνακα φαίνεται ότι είναι έργο του ψηφοθέτη. Το σχήμα της σύνθεσης και η στάση των μορφών θυμίζουν το ψηφιδωτό του κυνηγιού του ελαφιού.

 

Αμαζονομαχία

 

© facebook.com/archaeologion

 

Το κείμενο αντιγράφτηκε από το βιβλίο των Χ. Μακαρόνα - Ε. Γιούρη Οι οικίες Αρπαγής της Ελένης και Διονύσου της Πέλλας, Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα, 1989