Πέλλα, Οικία του Διονύσου

Κυνήγι λιονταριού

a d p

 

Ψηφιδωτό (βοτσαλωτό δάπεδο) με παράσταση Κυνηγιού λιονταριού, 4,90Χ3,20 μ. (πλάτος κοσμοφόρου 0,56 μ.), περίπου 325 π.Χ.

 

Κυνήγι λιονταριού

 

Δύο νέοι κυνηγοί ετοιμάζονται να πλήξουν ένα λιοντάρι, που εικονίζεται στο κέντρο. Ο νέος δεξιά έχει βγάλει το ξίφος από τη θήκη και το υψώνει πάνω από το κεφάλι του, για να χτυπήσει το θηρίο. Ο νέος στα αριστερά, κρατώντας στο αριστερό χέρι το ξίφος μέσα στη θήκη, υψώνει με το δεξιό χέρι ένα δόρυ, που η συνέχειά του χάνεται στην πάνω αριστερή γωνία της σύνθεσης. Το λιοντάρι, παγιδευμένο ανάμεσα στους δύο κυνηγούς στρέφει το κεφάλι του βρυχώμενο προς τον νέο δεξιά. Η σκηνή διαδραματίζεται σ’ ένα ορεινό τοπίο, που δηλώνεται με ανώμαλο πολύχρωμο έδαφος. Το υπόλοιπο πεδίο είναι μαύρο. Η σύνθεση περιβάλλεται από έναν αστράγαλο που πλαισιώνεται από μια κοσμοφόρο, κατεστραμμένη στο μεγαλύτερο μέρος.

Ο νέος δεξιά, στηριζόμενος στο δεξιό λυγισμένο σκέλος, υψώνει με ορμή πάνω από το κεφάλι του το ξίφος. Με το αριστερό πόδι πατάει με τ’ ακροδάχτυλα στο έδαφος και προβάλλει το αριστερό χέρι, με το οποίο κρατάει τη θήκη του ξίφους. Η χλαμύδα του, εξαιτίας της ορμητικής κίνησης, ανεμίζει σαν ιστίο πάνω από τη ράχη του. Το σώμα του αποδίδεται λευκό και περιγράφεται με λεπτή ταινία από ψημένο πηλό. Οι πλαστικοί όγκοι ορίζονται με γκρίζες γραμμές και τονίζονται με λίγη φωτοσκίαση. Το περίγραμμα και οι λεπτομέρειες του προσώπου αποδίδονται με ταινίες από ψημένο πηλό. Ο οφθαλμός, που θα ήταν πιθανόν ένας ημιπολύτιμος λίθος, είναι χαμένος. Τα χείλη αποδίδονται κόκκινα, με κόκκινες ψηφίδες. Η κόμη του αποδίδεται με συμπλεκόμενες καμπύλες γραμμές – ταινίες από ψημένο πηλό και κίτρινες και κόκκινες ψηφίδες. Η χλαμύδα του έχει κόκκινη παρυφή και έντονη φωτοσκίαση με γκρίζο και καφέ χρώμα. Η πόρπη της χλαμύδας είναι κόκκινη. Κόκκινη είναι και η θήκη του ξίφους του.

Ο νέος αριστερά φοράει πέτασο (τη μακεδονική καυσία) και το κεφάλι του αποδίδεται κατά τρία τέταρτα. Στηριζόμενος στο δεξιό λυγισμένο σκέλος, υψώνει το δόρυ για να χτυπήσει τον λέοντα. Το αριστερό πόδι πατάει σε χαμηλότερο επίπεδο, πίσω από το μπροστινό δεξιό πόδι του λιονταριού. Στο αριστερό προβαλλόμενο χέρι, με το οποίο κρατάει το ξίφος μέσα στη θήκη, απλώνεται η χλαμύδα του. Το σώμα, το κεφάλι και η κόμη του νέου αυτού αποδίδονται όμοια με του νέου δεξιά. Στο πρόσωπό του σώζεται το περίγραμμα του κανθού του ματιού, αλλά λείπει ο λίθος που θα απέδιδε τον οφθαλμό. Η παρυφή της χλαμύδας του και η πόρπη αποδίδονται με κόκκινο χρώμα. Με γκρίζο χρώμα αποδίδεται η έντονη φωτοσκίαση της χλαμύδας του. Η θήκη του ξίφους του είναι κόκκινη και ο κοντός του δόρατος κίτρινος.

Το λιοντάρι ορθώνεται απειλητικό και βρυχάται, όπως δείχνει το ανοιχτό του στόμα. Η ουρά του, υψωμένη, σχηματίζει μια σιγμοειδή καμπύλη γραμμή. Το στιβαρό του σώμα αποδίδεται λευκό, περιγράφεται σε ορισμένα μέρη (πρόσωπο, πόδια) με ταινίες από ψημένο πηλό και οι πλαστικοί όγκοι ορίζονται με γκρίζες γραμμές και τονίζονται με έντονη γκρίζα φωτοσκίαση. Στο πρόσωπο οι λεπτομέρειες αποδίδονται με ταινίες από ψημένο πηλό. Λείπει ο λίθος του οφθαλμού. Η γλώσσα κατακόκκινη. Η χαίτη σχεδιασμένη με ταινίες από ψημένο πηλό, αποδίδεται κόκκινη με γκρίζα φωτοσκίαση. Το άκρο της ουράς και τα γεννητικά όργανα του θηρίου αποδίδονται επίσης με κόκκινο χρώμα.

Η κοσμοφόρος ορίζεται από έναν αστράγαλο και έναν πλοχμό. Ο αστράγαλος είναι λευκός με ανοιχτή καφετιά φωτοσκίαση. Ο πλοχμός είναι λευκός, ποικιλμένος με κόκκινο και κίτρινο χρώμα εναλλάξ, φωτοσκιασμένος με γκρίζα και ανοιχτή καφετιά φωτοσκίαση. Από τα σωζόμενα τμήματα της κοσμοφόρου αναπαριστάνεται σε γενικές γραμμές το σχέδιο. Σε κάθε γωνία εικονίζονται φύλλα ακάνθου, από τα οποία εκφύονται δύο κλάδοι ελίκων, που ελίσσονται ως το μέσο κάθε πλευράς. Από τους κλάδους αυτούς εκφύονται έλικες προοπτικά αποδομένες, φωτοσκιασμένες με γκρίζο και ανοιχτό καφέ χρώμα και ποικίλα άνθη, λευκά, ποικιλμένα με κόκκινο και κίτρινο χρώμα. Η σύνθεση των φυτικών κοσμημάτων και τα είδη των ανθέων είναι παρόμοια με της κοσμοφόρου του Γνώση. Η σύγκριση των δύο κοσμοφόρων δείχνει ότι η κοσμοφόρος του κυνηγιού του ελαφιού είναι έργο ενός εμπνευσμένου δημιουργού, ενώ η κοσμοφόρος του κυνηγιού του λιονταριού είναι έργο ενός καλού τεχνίτη.

Το θέμα του ψηφιδωτού αυτού έχει απασχολήσει τους ερευνητές. Άλλοι δέχονται τη θεωρία, την οποία είχε διατυπώσει ο Moebius αμέσως μετά την εύρεσή του, ότι το ψηφιδωτό μνημονεύει το ανάθημα του Κρατερού στους Δελφούς και άλλοι αρνούνται ότι η παράσταση του ψηφιδωτού έχει οποιαδήποτε σχέση με το έργο αυτό.

 

Το κείμενο αντιγράφτηκε από το βιβλίο των Χ. Μακαρόνα - Ε. Γιούρη Οι οικίες Αρπαγής της Ελένης και Διονύσου της Πέλλας, Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα, 1989

 

Πηγή φωτογραφίας: Αρχαιολογικό Μουσείο Πέλλας