Ἐχέδωρος: Ποταμὸς Μακεδονίας, ὁ πρότερον Ἡδωνὸς καλούμενος. Ο έχων δώρα. Χρυσού γαρ καταφέρων ψήγματα, οι εγχώριοι αρύονται δέρματα αιγών κείραντες και καθιέντες εις το ύδωρ ή από Δώρου τινός Αρκάδος, ός συμμαχών Αλεξάνδρω τω Φιλαδέλφω, εμπεσών ποταμώ, αίτιος γέγονε της ονομασίας. (Etymologicon Magnum Lexikon)
Η μαρτυρία αυτή για τον ποταμό που σήμερα λέγεται Γαλ(λ)ικός καταγράφει μιαν ιστορική εξέλιξη. Το όνομα Ηδωνός υποδηλώνει την παρουσία της θρακικής φυλής των Ηδωνών, από την περιοχή του Παγγαίου, [Εικ. 11, 59] οι οποίοι οφείλουν την ονομασία τους στον μυθικό γενάρχη τους Ηδωνό ή από το ομώνυμο βουνό, παρακλάδι του Αίμου όπου μαρτυρείται και η αρχική τους εγκατάσταση. Η δεύτερη ονομασία, Εχέδωρος, όχι μόνο αποκαλύπτει το πολύτιμο υλικό που μπορούσε να βρεθεί στα νερά του ποταμού, τον χρυσό, αλλά σηματοδοτεί και την εκμετάλλευσή του, που άρχισε πιθανότατα κατά τη μέση γεωμετρική εποχή, όπως συνάγεται από τις σημαντικές ποσότητες εισηγμένης γεωμετρικής κεραμικής από την Αττική και την Εύβοια κατά τον 9ο αι. π.Χ. Η επείσακτη αυτή κεραμική (στην Αγχίαλο, σε τάφους του νεκροταφείου της Σίνδου) οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι οι νότιοι Έλληνες αντάλλασσαν τα πολύτιμα αγγεία τους με τον χρυσό του Εχεδώρου.
Όσο για τη δεύτερη εκδοχή της ονομασίας του, «από Δώρου τινός Αρκάδος», θυμίζουμε ότι κατά μία εκδοχή ο επώνυμος ήρωας της Μακεδονίας, ο Μακεδόνας, ήταν γιος ενός Αρκάδα, γενεαλογία που συνδέει τον επάνω του Ολύμπου χώρο με τη Νότια Ελλάδα.
Στις όχθες του ποταμού Εχεδώρου μονομάχησε ο Ηρακλής με τον Κύκνο, τον γιο του Άρη και της Πυρήνης, που τον προκάλεσε σε μονομαχία. Αλλά επειδή ο Άρης συμπαραστεκόταν στον Κύκνο και η μονομαχία δεν λυνόταν, ο Δίας, πατέρας του Ηρακλή έρριξε κεραυνό ανάμεσά τους και διέλυσε τη μάχη. Η μονομαχία αυτή υπήρξε ένα από τα επεισόδια που περιβάλλουν τον ενδέκατο άθλο του Ηρακλή (μήλα των Εσπερίδων).
Η μετονομασία του ποταμού σε Γαλλικό (Γαλικό ή Γαλυκό) εικάζεται ότι σχετίζεται με τη διαδικασία συνέλεξης του χρυσού από τον ποταμό, καθώς το δεύτερο συνθετικό της λέξης Γαλ(λ)ι(υ) θεωρείται ότι προέρχεται από την ομηρική λέξη «κῶας» («κώεα» στον πληθυντικό αριθμό), που δηλώνει το δέρμα των προβάτων («κῶς» είναι ο μεταγενέστερος συνηρημένος τύπος) (Ιλ., Ι 661. Οδ., ψ 180). Οι ντόπιοι, δηλαδή, έριχναν κουρεμένες γιδοπροβιές στα νερά του ποταμού, στο κοντό τρίχωμα (κῶς ) των οποίων αγκιστρώνονταν τα ψήγματα του πολύτιμου μετάλλου. Αλλά και μετά τον Όμηρο η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλωθεί το χρυσόμαλλο δέρας που ο Ιάσονας μετέφερε στην Κολχίδα ( (Πίνδ., Πυθ., 4.411. Ηρόδ. 7.193. Μίμνερμ. 11. Θεόκρ. 13.16), ενώ το υποκοριστικό «κώδιον» δηλώνει τη δορά του προβάτου μαζί με το έριο, το οποίο χρησιμεύει ως στρώμα (Αριστοφ., Ιππ. 400. Βάτρ. 1478. Πλάτ., Πρωτ. 315D).
Κατά άλλους, η μετονομασία του ποταμού οφείλεται στους Γαλάτες, οι οποίοι εποίκισαν την περιοχή κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας, ή στην προσπάθεια των ντόπιων να τους εξευμενίσουν, όταν οι Γαλάτες επέδραμαν στη Μακεδονία το 279 π.Χ.
Σχετικά λήμματα
ΗΔΩΝΟΣ, ΗΡΑΚΛΗΣ - Μήλα των Εσπερίδων, ΑΡΗΣ