Δημοσθένης, Υπέρ Κτησιφώντος Περί του Στεφάνου, 102-103


 

 

Στην ενότητα παρουσιάζονται τα φαινόμενα: αντικείμενο σύστοιχο, κατηγορούμενο, μετοχή κατηγορηματική, προτάσεις (αναφορικές 6, συμπερασματικές 3).

Πατήστε στον κατάλογο για να εμφανιστούν σελίδες με παρόμοιο περιεχόμενο.


Κατέβασε το αρχείο σε doc, για να επεξεργαστείς το κείμενο. Στη συνέχεια επιβεβαίωσε τις απαντήσεις σου μ' αυτές που παρατίθενται παρακάτω.

 

Καλή προσπάθεια.

Για τον Δημοσθένη

 

Βικιπαίδεια , Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας ,
Ὑπὲρ Κτησιφῶντος, Περί του Στεφάνου perseus
Κείμενα του Δημοσθένη: Πύλη, Ψηφίδες

 

Για το κείμενο

 

Το 336 π.Χ. δύο χρόνια μετά τη μάχης της Χαιρώνειας εναντίον του Φιλίππου (Αύγουστος ή Σεπτέμβριος του 338 π.Χ.) ο Κτησιφώντας, πολιτικός φίλος του Δημοσθένη, πρότεινε να στεφανωθεί ο ρήτορας με το χρυσό στεφάνι. Την πρόταση την προσέβαλε ως παράνομη ο Αισχίνης, πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένη. Το θέμα έφτασε στην Ηλιαία αρκετά αργά, μόλις το 330 π.Χ.

 

Το κείμενο

 

(102) βούλομαι τοίνυν ἐπανελθεῖν ἐφ' ἃ τούτων ἑξῆς ἐπολιτευόμην· καὶ σκοπεῖτ' ἐν τούτοις πάλιν αὖ, τί τὸ τῇ πόλει βέλτιστον ἦν. ὁρῶν γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ ναυτικὸν ὑμῶν καταλυόμενον καὶ τοὺς μὲν πλουσίους ἀτελεῖς ἀπὸ μικρῶν ἀναλωμάτων γιγνομένους, τοὺς δὲ μέτρι' ἢ μικρὰ κεκτημένους τῶν πολιτῶν τὰ ὄντ' ἀπολλύοντας, ἔτι δ' ὑστερίζουσαν ἐκ τούτων τὴν πόλιν τῶν καιρῶν, ἔθηκα νόμον καθ' ὃν τοὺς μὲν τὰ δίκαια ποιεῖν ἠνάγκασα, τοὺς πλουσίους, τοὺς δὲ πένητας ἔπαυσ' ἀδικουμένους, τῇ πόλει δ' ὅπερ ἦν χρησιμώτατον, ἐν καιρῷ γίγνεσθαι τὰς παρασκευὰς ἐποίησα. (103) καὶ γραφεὶς τὸν ἀγῶνα τοῦτον εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον καὶ ἀπέφυγον, καὶ τὸ μέρος τῶν ψήφων ὁ διώκων οὐκ ἔλαβεν. καίτοι πόσα χρήματα τοὺς ἡγεμόνας τῶν συμμοριῶν ἢ τοὺς δευτέρους καὶ τρίτους οἴεσθέ μοι διδόναι, ὥστε μάλιστα μὲν μὴ θεῖναι τὸν νόμον τοῦτον, εἰ δὲ μή, καταβάλλοντ' ἐᾶν ἐν ὑπωμοσίᾳ; τοσαῦτ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅσ' ὀκνήσαιμ' ἂν πρὸς ὑμᾶς εἰπεῖν.

 

Το κείμενο με συνδέσεις στα λεξικά του perseus.tufts.edu

 

[102] βούλομαι τοίνυν ἐπανελθεῖν ἐφ᾽ τούτων ἑξῆς ἐπολιτευόμην: καὶ σκοπεῖτ᾽ ἐν τούτοις πάλιν αὖ, τί τὸ τῇ πόλει βέλτιστον ἦν. ὁρῶν γάρ, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ ναυτικὸν ὑμῶν καταλυόμενον καὶ τοὺς μὲν πλουσίους ἀτελεῖς ἀπὸ μικρῶν ἀναλωμάτων γιγνομένους, τοὺς δὲ μέτρι᾽ μικρὰ κεκτημένους τῶν πολιτῶν τὰ ὄντ᾽ ἀπολλύοντας, ἔτι δ᾽ ὑστερίζουσαν ἐκ τούτων τὴν πόλιν τῶν καιρῶν, ἔθηκα νόμον καθ᾽ ὃν τοὺς μὲν τὰ δίκαια ποιεῖν ἠνάγκασα, τοὺς πλουσίους, τοὺς δὲ πένητας ἔπαυσ᾽ ἀδικουμένους, τῇ πόλει δ᾽ ὅπερ ἦν χρησιμώτατον, ἐν καιρῷ γίγνεσθαι τὰς παρασκευὰς ἐποίησα. [103] καὶ γραφεὶς τὸν ἀγῶνα τοῦτον εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον καὶ ἀπέφυγον, καὶ τὸ μέρος τῶν ψήφων διώκων οὐκ ἔλαβεν. καίτοι πόσα χρήματα τοὺς ἡγεμόνας τῶν συμμοριῶν τοὺς δευτέρους καὶ τρίτους οἴεσθέ μοι διδόναι, ὥστε μάλιστα μὲν μὴ θεῖναι τὸν νόμον τοῦτον, εἰ δὲ μή, καταβάλλοντ᾽ ἐᾶν ἐν ὑπωμοσίᾳ; τοσαῦτ᾽, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅσ᾽ ὀκνήσαιμ᾽ ἂν πρὸς ὑμᾶς εἰπεῖν.

 


Σύρε τον πίνακα, για να δεις και τις υπόλοιπες στήλες.

 

 

βούλομαι τοίνυν (ἐγώ)

α-κύρια

ἐπανελθεῖν

 

 

 

ἐφ' ἃ τούτων ἑξῆς ἐπολιτευόμην· (ἐγώ)

αναφ. ονομ.

 

 

καὶ σκοπεῖτ' (ὑμεῖς)

β-κύρια

ἐν τούτοις πάλιν αὖ,

 

 

 

τί τὸ τῇ πόλει βέλτιστον ἦν.

πλάγ. ερωτ.

 

 

ὁρῶν γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι,

γ-κύρια

τὸ ναυτικὸν ὑμῶν καταλυόμενον

 

καὶ τοὺς μὲν πλουσίους ἀτελεῖς ἀπὸ μικρῶν ἀναλωμάτων γιγνομένους,

 

τοὺς δὲ μέτρι' ἢ μικρὰ κεκτημένους τῶν πολιτῶν

 

τὰ ὄντ' ἀπολλύοντας,

 

ἔτι δ' ὑστερίζουσαν ἐκ τούτων τὴν πόλιν τῶν καιρῶν,

 

ἔθηκα νόμον (ἐγώ)

 

 

 

καθ' ὃν

αναφ. προσδ.

τοὺς μὲν τὰ δίκαια ποιεῖν

 

ἠνάγκασα (ἐγώ)

 

τοὺς πλουσίους,

 

 

 

τοὺς δὲ πένητας

αναφ. προσδ.

ἔπαυσ' (ἐγώ)

 

ἀδικουμένους,

 

 

 

τῇ πόλει δ'

αναφ. προσδ.

ὅπερ ἦν χρησιμώτατον, 

αναφ. ονομ.

ἐν καιρῷ γίγνεσθαι τὰς παρασκευὰς

 

ἐποίησα. (ἐγώ)

 

 

 

καὶ γραφεὶς τὸν ἀγῶνα τοῦτον

δ-κύρια

εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον (ἐγώ)

 

 

 

καὶ ἀπέφυγον, (ἐγώ)

ε-κύρια

 

 

καὶ τὸ μέρος τῶν ψήφων ὁ διώκων

στ-κύρια

οὐκ ἔλαβεν.

 

 

 

καίτοι πόσα χρήματα

ζ-κύρια

τοὺς ἡγεμόνας τῶν συμμοριῶν

 

ἢ τοὺς δευτέρους καὶ τρίτους

 

οἴεσθέ μοι (ὑμεῖς)

 

διδόναι,

 

 

 

ὥστε μάλιστα μὲν μὴ θεῖναι τὸν νόμον τοῦτον,

συμπερασματική

 

 

εἰ δὲ μή, καταβάλλοντ'

συμπερασματική

ἐᾶν ἐν ὑπωμοσίᾳ;

 

 

 

τοσαῦτ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, (δίδουσι) (ἡγεμόνες, δεύτεροι, τρίτοι)

η-κύρια

 

 

ὅσ' ὀκνήσαιμ' ἂν (ἐγώ)

αναφ. συμπερ.

πρὸς ὑμᾶς εἰπεῖν.

 

 

 

 

 

 

 

Λεξιλογικά

 

ἐπανέρχομαι ἐφ' ἅ πολιτεύομαι: συνεχίζω την εξιστόρηση των προσωπικών μου ενεργειών

σκοπέω-ῶ: εξετάζω, ερευνώ

καταλυόμενον: διαλυμένο

γίγνομαι ἀτελής: απαλλάσσομαι από τους φόρους

ἀνάλωμα: έξοδο, φορολογία, συνεισφορά

κτάομαι-ῶμαι μέτρια ἢ μικρά: έχω μέτρια ή μικρή περιουσία

τὰ ὄντα: τα υπάρχοντα

ἀπολύω τὰ ὄντα: χάνω τα υπάρχοντά μου

ὑστερίζω τινός: δεν ανταποκρίνομαι σε κάτι, είμαι κατώτερος από κάτι, καθυστερώ, χάνω

ὑστερίζω τῶν καιρῶν: χάνω τις πολιτικές ευκαιρίες

τίθημι νόμον: προτείνω νόμο, θεσπίζω νόμο

ἐν καιρῷ γίγνεται τι: γίνεται κάτι έγκαιρα

γράφομαι: καταγγέλλω

ἀποφεύγω: αθωώνομαι

τὸ μέρος τῶν ψήφων: η απαιτούμενη πλειοψηφία

ὁ διώκων: ο μηνυτής, ο κατήγορος

τίθεμαι νόμον: επικυρώνω νόμο με την ψήφο μου

ἐάω-: αφήνω

ἐῶ τὸν νόμον ἐνὑπομοσίᾳ: αφήνω ανεφάρμοστο το νόμο, δεν τον επικυρώνω

ὀκνῶ: διστάζω

 

Χρησιμοποίησε το λεξικό των H.G. Liddell & R. Scott για τις άγνωστες λέξεις ψηφίδες

 

Σύνταξη - Μετάφραση

Συντακτική ανάλυση: για να δεις τη συντακτική ανάλυση, πέρασε τον δείκτη πάνω από τις λέξεις, αν χρησιμοποιείς υπολογιστή, ή κτύπα τη λέξη, αν χρησιμοποιείς τηλέφωνο ή τάμπλετ.

Για τη μετάφραση της κάθε σειράς πάτα τον αριθμό.

Για όλη τη μετάφραση πάτα

 



 

1. ἀπολλύοντας, ὑστερίζουσαν, ἐᾶν, ὀκνήσαιμι: να γίνει χρονική αντικατάσταση.

 

ΕνεστώταςΜέλλονταςΑόριστοςΠαρακείμενος
ἀπολλύοντας / ἀπολλύντας ἀπολόντας / ἀπολέσοντας ἀπολέσαντας ἀπολωλεκότας
ὑστερίζουσαν ὑστεριοῦσαν ὑστερίσασαν  
ἐᾶν ἐάσειν ἐᾶσαι εἰακέναι
ὀκνοῖμι / ὀκνοίην ὀκνήσοιμι ὀκνήσαιμι ὠκνηκὼς εἴην

 

2. σκοπεῖτε, ἔθηκα, ἔλαβεν, ὀκνήσαιμι: να γίνει εγκλιτική  + απαρέμφατο και μετοχή.

 

οριστικήυποτακτικήευκτικήπροστακτικήαπαρέμφατομετοχή
σκοπεῖτεσκοπῆτεσκοποῖτεσκοπεῖτεσκοπεῖνσκοπῶν, σκοποῦσα, σκοποῦν
ἔθηκαθῶθείην θείηνθείς, θεῖσα, θέν
ἔλαβενλάβῃλάβοιλαβέτωλαβεῖνλαβών, -οῦσα, -όν
ὤκνησαὀκνήσωὀκνήσαιμι ὀκνῆσαιὀκνήσας, -ασα, -α